Ο καθηγητής Γιώργης Γιατρομανωλάκης παρουσιάζει την ποιητική σύνθεση του Εζρα Πάουντ «Χιου Σέλγουιν Μώμπερλυ», ένα είδος αυτοβιογραφίας με θέμα τον ποιητή αγωνιστή απέναντι τόσο στην ποιητική αναξιότητα όσο και στην κοινωνική διαφθορά και υποκρισία
Διαβάζοντας κανείς σήμερα το συνθετικό ποίημα Χιου Σέλγουιν Μώμπερλυ - κυκλοφορεί στο Λονδίνο τo 1920, την ίδια χρονιά που κυκλοφορούν στο Παρίσι τα Μαγνητικά Πεδία του Μπρετόν -, αφενός αντιλαμβάνεται τον καταλυτικό ρόλο του Εζρα Πάουντ (1885-1972) στην εμφάνιση και εξέλιξη του αγγλοσαξονικού μοντερνισμού, αφετέρου διαπιστώνει για άλλη μια φορά πως ένας ποιητής αυτού του διαμετρήματος δεν γράφει μόνο και μόνο για «να εμφυσήσει ζωή στη νεκρή τέχνη της ποιήσεως», κάτι που ούτως ή άλλως πέτυχε. Η ποίησή του προτάσσει κυριότατα την εικόνα του ποιητή-αγωνιστή απέναντι τόσο στην ποιητική αναξιότητα όσο και στην κοινωνική διαφθορά και υποκρισία. Ωστόσο οι σκανδαλώδεις πολιτικές επιλογές του ποιητή τού κόστισαν την ατιμωτική καταδίκη και το ανάθεμα των νικητών του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Πάντως αυτό ούτε στο ελάχιστο μείωσε τη λάμψη του πνεύματός του. Δείγμα τελικά πως η υψηλή τέχνη υπερβαίνει κάποτε το θεωρούμενο κοινωνικά και πολιτικά «ορθό». Για τον ρόλο που έπαιξε ο Πάουντ ως ποιητής στον αιώνα του δεν χρειάζεται να λεχθούν πολλά. Αρκεί ωστόσο να θυμηθούμε πως δύο χρόνια μετά το Μώμπερλυ (1922) κυκλοφορεί η Ερημη Χώρα, αφιερωμένη «στον Εzra Ρound, il miglior fabbro [del parlar materno, Καθαρτήριο, xxvi,17]».Αλλωστε αυτός έδωσε το τελικό σχήμα στο ελιοτικό Ποίημα και «σαν τη μαμή», όπως λέει ο ίδιος, βοήθησε στη γέννησή του. Ο Σεφέρης, στην Εισαγωγή του για τον «Θ.Σ. Ελιοτ», 1936, φαίνεται να εντυπωσιάζεται από αυτή την ελιοτική γενναιοδωρία. Αργότερα όμως θα έχει και ο ίδιος σε πολλά οδηγό τον Πάουντ και είναι προφανές, όπως έχει επισημανθεί, ότι ο «ηδονιστής» (hedonist) ποιητής Μώμπερλυ συγγενεύει στενά με τον ηδονικό Ελπήνορα.
Ποιος όμως είναι ο Χιου Σέλγουιν Μώμπερλυ/Ελπήνορας; Ο Μώμπερλυ, ένας φανταστικός εστέτ ποιητής, είναι εφεύρημα του Πάουντ προκειμένου, σύμφωνα με τους κριτικούς, να δημιουργήσει «ένα ποίημα που πραγματεύεται τη θέση του ποιητή σε μια κοινωνία που παραβλέπει το ατομικό σθένος και πάθος για χάρη της κοινωνικής εντιμότητας και ηθικής». Αυτό το εφεύρημα του Πάουντ (όπως ανάλογα ο ελιοτικός Προύφροκ και ο σεφερικός Στράτης Θαλασσινός) του δίνει τη δυνατότητα να αφηγηθεί μια οιονεί αυτοβιογραφία ως εν εσόπτρω. Ο Μώμπερλυ είναι εκείνο που ο Πάουντ φοβάται πως είναι ο ίδιος, ή αυτό που μπορεί να γίνει. Για τούτο και εξορκίζει τον ήρωά του. Αυτή η αναγκαστικά απλοποιημένη, ίσως και απλοϊκή, εικόνα του ποιήματος αποκτά βάθος αν περιηγηθούμε το Μώμπερλυ έστω γραμματολογικά.
Το Μώμπερλυ θεωρείται μαζί με την Ερημη Χώρα το μανιφέστο του αγγλοσαξονικού μοντερνισμού.
Ειδικότερα ο ιδιοφυής ποιητής/τεχνίτης διαστίζει το Μώμπερλυ - εκτός των άλλων- με πλήθος αρχαιοελληνικές και λατινικές φράσεις και λέξεις, όμως το κυριότερο είναι άλλο: η δεσπόζουσα εικονοποιία του ποιήματος είναι ο απειλούμενος από εξωτερικούς κινδύνους και εσωτερικούς δαίμονες ποιητής Μώμπερλυ/Οδυσσέας και Πάουντ/Οδυσσέας. Οι περιπέτειες του Μώμπερλυ εκτίθενται ως τριτοπρόσωπη αυτοβιογραφία σε δύο Μέρη. Το πρώτο, που ξεκινά από αυτοσαρκαστική «Ωδή για την επιλογή του τάφου» του ποιητή, συγκροτείται από 13 αυτοαναφορικά ποιήματα όπου ανιστορούνται οι προσπάθειες του ποιητή, ενός ξεροκέφαλου Καπανέα, καθώς μάχεται, αναποτελεσματικά, την ανεπάρκεια των συνετών «κριτών» του. Συνάμα, καταγγέλλει, ως μέρος του έργου του, τη φρίκη του Πολέμου και τη διαφθορά της μεταπολεμικής κοινωνίας. Το 2ο Μέρος συγκροτείται από 5 ποιήματα και είναι εδώ που πρωτοσυστήνεται ο ομώνυμος ήρωας Μώμπερλυ, ως οβιδιακός σκύλος, που «δαγκώνει μάταια τον αέρα». Οι υποτιθέμενες
ιστορίες του ποιητή Πάουντ και οι υποτιθέμενες ιστορίες του ποιητή Μώμπερλυ/Ελπήνορα συνδέονται στη βάση των προθέσεών τους: και για τους δύο η αληθινή Πηνελόπη, η αληθινή τέχνη είναι ο Φλωμπέρ, δηλαδή η ακριβής τέχνη. Ομως το αποτέλεσμα, δηλαδή το εκτελεσμένο ποίημα, δείχνει πως ενώ ο ελάσσων ποιητής Μώμπερλυ/Ελπήνορας ουδέποτε μπόρεσε να συναντήσει την Πηνελόπη του, νικημένος από την κούφια γοητεία της Κίρκης, ο Οδυσσέας/Πάουντ ολοκληρώνει την αναζήτησή του.
Χαιρόμαστε που αυτό το αριστούργημα κυκλοφορεί στα ελληνικά φροντισμένο από τον Χάρη Βλαβιανό που γνωρίζει όσο λίγοι την αγγλοσαξονική ποίηση. Γεγονός ωστόσο παραμένει ότι αυτό το λιτό και συνάμα σκοτεινό ποίημα, με την απαράμιλλη μουσικότητα και τις ευφάνταστες ρίμες του, με τα σπάνια λογοπαίγνια και τα λογοτεχνικά υπονοούμενα αποδεικνύεται ιδιαζόντως επικίνδυνο για μετάφραση. Ο Βλαβιανός αποδεικνύεται «πιστός» και «τίμιος» μεταφραστής.
Το 1965 ο Πάουντ φωτογραφίζεται στο σπίτι του νομπελίστα πλέον Σεφέρη. Είναι όρθιοι και οι δύο. Ο Σεφέρης, 15 χρόνια μικρότερος από τον Πάουντ, μένει διακριτικά μισό βήμα πίσω από τον επισκέπτη του. Εκείνος έχει το χέρι στην τσέπη του παλτού και, φλογερός και λιονταρίσιος ακόμη, ατενίζει τον κόσμο ανελέητα. Δίπλα ο Σεφέρης μοιάζει να έχει αποδεχτεί ό,τι βλέπει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου