Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΓΕΜΕΝΕΤΖΗΣ 3. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΓΕΜΕΝΕΤΖΗΣ 3. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 28 Μαΐου 2014

Όταν ο ποιητής μαθαίνει στον ψυχαναλυτή την αγάπη- Κωνσταντίνος Γεμενετζής 3

[Συνεδριο της Βορειοελλαδικης Εταιρειας Ψυχαναλυτικης Ψυχοθεραπειας "Περι αγαπης". Θεσσαλονικη, 2001]

Η αγάπη είναι αγάπη. Τούτο θα πει τώρα: Η αγάπη είναι στο όνομα της.

Εάν μια τέτοια εμπειρία μάς είναι ανοίκεια, τούτο οφείλεται στο ότι η αγάπη, ως αγάπη, είναι κάτι πολύ διαφορετικό απ' ό,τι νομίζουμε και οφείλεται ακόμα στο ότι δεν είμαστε εξοικειωμένοι με τα ονόματα, δηλαδή δεν έχουμε μάθει να τα κατοικούμε.
Η δυσκολία να κατοικήσουμε τα ονόματα έγκειται προπάντων στην τάση μας να μένουμε στο άμεσα αντιληπτό. Αυτό, στα πράγματα που αφορούν τον άνθρωπο, είναι η συμπεριφορά. Θεωρούμε άκριτα πως κι η αγάπη δεν μπορεί παρά να είναι μια συμπεριφορά. Όμως δεν είναι. Η αγάπη είναι αγάπη. Δεν ορίζεται από μια στάση ή από πράξεις, δεν αποδεικνύεται και δεν ακυρώνεται από κάτι που κανείς λέει και κάνει.

Δεν είναι η συμπεριφορά αυτό στο οποίο ο άνθρωπος ουσιάζεται. Ο άνθρωπος ουσιάζεται στο λόγο. Κι εδώ ακριβώς αναδεικνύεται η ευγένεια της ψυχαναλυτικής συνομιλίας: Οι όροι της, η ύπτια θέση, η λεγόμενη "αρχή της αποχής", η ελευθερία στην οποία καλούνται οι "συνειρμοί" του λέγοντος και η "προσοχή" του ακούοντος, η απαγόρευση της προσφυγής σε κάποια συμπεριφορά, καθώς μια συμπεριφορά ως "εκδραμάτιση" έχει εδώ χαρακτήρα φυγής, όλ' αυτά τείνουν στον περιορισμό, που θα πει συνάμα στο άνοιγμα στο λόγο - όλ' αυτά εφόσον βεβαίως πάρουμε το έργο της ψυχανάλυσης στα σοβαρά, σοβαρότερα ακόμα κι απ' όσο την έπαιρνε ο ίδιος ο Φρόυντ που τη θεωρούσε πρόβα για την υποτίθεται "πραγματική ζωή". Μόνο όταν πάρουμε την ψυχανάλυση στα σοβαρά θα την ανακαλύψουμε, όπως την ποίηση, ως κάλεσμα για κατοίκηση στα ονόματα.
Ο κοινός κόσμος που πραγματώνεται κάθε φορά όταν συμβαίνει μια πράξη ονομασίας, είτε στη μορφή ενός έργου τέχνης είτε στην έκλαμψη μιας ερμηνείας στο δρόμο της θεραπευτικής συνομιλίας είτε σε ανύποπτες στιγμές στον καθένα μας, είναι το συμβάν της αλήθειας. Θεσπίζει, όπως γράφει ο ιστορικός της μουσικής Θρασύβουλος Γεωργιάδης"μια κοινότητα εν ονόματι του πραγματικού".
Η πραγματικότητα δεν είναι ο κόσμος του ρεαλιστή που καταλαβαίνει τον εαυτό του μέσα από τη διαχείριση των υποθέσεων του και την ικανοποίηση των αναγκών του. Στην Καταιγίδα του Σαίξπηρ διαβάζουμε: "Είμαστε από υλικό σαν απ' αυτό που είναι φτιαγμένα τα όνειρα κι η μικρή μας ζωή κυκλώνεται από έναν ύπνο".

Ούτε αυτά γράφηκαν ποιητική αδεία.
Ο τίτλος της ομιλίας μου είναι: "Όταν ο ποιητής μαθαίνει στον ψυχαναλυτή την αγάπη". Και γιατί ο ψυχαναλυτής χρειάζεται να μάθει από τον ποιητή; Διότι η ψυχανάλυση δεν είναι δογματική θεωρία και θεραπευτική μέθοδος. Είναι η ίδια, ως προς τον εαυτό της, ένα ζητούμενο. Η ψυχανάλυση αναζητεί τον εαυτό της. Τούτο θα πει: αναζητεί, σ' έναν αφασικό κόσμο, τη δυνατότητα μιας συνάντησης, ενός ακούσματος και μιας ομιλίας. Προς τούτο είναι ανάγκη να στραφεί σ' εκείνους τους λόγους, σ' εκείνα τα έργα που, καθώς γράφει ο Ρεμπώ σε μια επιστολή, βρίσκονται "en avant", προηγούνται. Γι' αυτό ο ποιητής μπορεί να μάθει στον ψυχαναλυτή την αγάπη.
Έτσι φτάνουμε στον Γιώργο Σεφέρη.

Τα ποιήματα του Σεφέρη αναφέρουν την αγάπη συχνά. Μερικά μάλιστα κορυφώνονται σ' αυτήν τη λέξη. Στην προετοιμασία, καλύτερα, στην προδιάθεση η οποία μας καθιστά διατεθειμένους να ακούσουμε το λόγο της αγάπης όχι μόνο με τ' αυτιά αλλά με το νου και με την καρδιά μας χρειάζεται κάτι ακόμα. Το λέει ο ίδιος ο Σεφέρης στο ποίημα με τον τίτλο "Πάνω σ' έναν ξένο στίχο": "Παρακαλώ τον θεό να με συντρέξει να πω, σε μια στιγμή μεγάλης ευδαιμονίας, ποια είναι αυτή η αγάπη ".

Ο λόγος για την αγάπη είναι δυνατός "σε μια στιγμή μεγάλης ευδαιμονίας". Το δυνητικό άκουσμα του από εμάς υπακούει στον ίδιο νόμο. Αφορά εμένα που σας μιλώ, αφορά εσάς που μ' ακούτε. Τόσο ευαίσθητα κι ευπαθή είναι αυτά τα πράγματα, τόσο επαφήμένα στην ώρα που τα φέρνει ή που τα αποκλείει.
Το ίδιο ισχύει για την ψυχαναλυτική συνομιλία. Μόνο που το γνωστό μας "timing" υποβάλλει την πλάνη πως εμείς διαχειριζόμαστε το χρόνο. Και ένα από τα σημαντικότερα που μαθαίνει όποιος περάσει από την ψυχανάλυση είναι ακριβώς να αρμόζεται στα μέτρα του χρόνου, στο τώρα και στο όχι πια και στο όχι ακόμα, στο ήδη από πάντα και στο ποτέ. Όμως εδώ δεν μπορούμε να επεκταθούμε περισσότερο. Ας αρκεστούμε στην αναγνώριση πως το μίλημα μου και το άκουσμα σας, δηλαδή η ανταπόκριση μας στον ποιητικό λόγο της αγάπης, κρίνεται από πράγματα που μας ξεπερνούν, που, καθώς γράφει κάπου ο Ελύτης, "έρχονται απ' αλλού".
 Στην περίληψη της ομιλίας μου χρησιμοποιώ για τα ποιήματα του Σεφέρη την έκφραση "ποιητικός λόγος της αγάπης". Εδώ η γενική "της αγάπης" δεν είναι γενική αντικειμενική, η αγάπη δεν συνιστά θέμα και αντικείμενο των ποιημάτων. Πρέπει ν' ακουστεί περισσότερο ως γενική υποκειμενική: τα ποιήματα αυτά είναι λόγια της αγάπης, είναι η αγάπη που μιλά μέσα από τον εαυτό της για τον εαυτό της. Σ' αυτό το μίλημα συντελείται η ονομασία της. Ουσιάζεται.

Βέβαια και αυτό τείνουμε να μην το πάρουμε στα σοβαρά. Αφού ο άνθρωπος είναι που μιλά. Η αγάπη ανήκει στον άνθρωπο. Αυτά λέμε εμείς. Ας δούμε τώρα τι λέει ο Σεφέρης, πού ανήκει η αγάπη. Στο ποίημα "Μνήμη Α'" διαβάζουμε για την αγάπη "[...] που ανήκει και στις Σεμνές / καθώς και στον άνθρωπο και στην πέτρα και στο νερό και στο χορτάρι / και στο ζώο που κοιτάει κατάματα το θάνατο που έρχεται να το πάρει".
Η αγάπη δεν ανήκει λοιπόν στον άνθρωπο μόνο. Ανήκει "και στις Σεμνές", έτσι ονομάζονται στον Αισχύλο οι Ερινύες, που έχουν επιφορτιστεί την τιμωρία και την εκδίκηση, ό,τι δηλαδή εμείς θεωρούμε ως το αντίθετο της αγάπης. Σ' αυτό θα επανέλθουμε. Εδώ ας αρκέσει πως ο λόγος της αγάπης έχει μια καταγωγή κι ένα εύρος που δεν το υποψιαζόμαστε: Η αγάπη ανήκει πρώτα στις Σεμνές, κατόπιν στον άνθρωπο, κι ανήκει ακόμα στην πέτρα, στο νερό, στο χορτάρι, στο ζώο που κοιτάει το θάνατο που έρχεται να το πάρει κατάματα.
Αρχίζουμε να υποψιαζόμαστε πώς μπορούν και λέγονται οι στίχοι από το ποίημα "Πάνω σ' έναν ξένο στίχο" που μιλούν για μια αγάπη: "[...] με ακατέλυτο ρυθμό, ακατανίκητη σαν τη μουσική και παντοτινή γιατί γεννήθηκε όταν γεννηθήκαμε και, σαν πεθαίνουμε, αν πεθαίνει δεν το ξέρουμε ούτε εμείς ούτε άλλος κανείς".

Υποψιαζόμαστε πώς μπορεί και λέγεται ο στίχος από το "O Στρατής Θαλασσινός ανάμεσα στους αγάπανθους": "Το πρώτο πράγμα που έκανε ο θεός είναι η αγάπη".
Εκείνος ο δαιμονικός χαρακτήρας που διαφάνηκε στη φράση "η αγάπη είναι αγάπη", εκείνη η μαύρη τρύπα που στην πορεία της ψυχαναλυτικής συνομιλίας αφαιρεί κάθε κράτημα της αγάπης σε μια έννοια, σ' ένα συναίσθημα κτλ. μας αγγίζει και πάλι, αυτήν τη φορά στο λόγο της ποίησης.
Όμως εδώ λέγεται και κάτι ακόμα: Το δαιμονικό της αγάπης που φανερώνεται στον ποιητή "σε μια στιγμή μεγάλης ευδαιμονίας" έγκειται στο ότι η αγάπη δεν είναι του ανθρώπου. Εδώ, στα βάθη του λόγου της αγάπης, αναγνωρίζουμε εκείνο που κάνει την ψυχαναλυτική συνομιλία, την επίσης υποχρεωμένη στην αλήθεια, να μην σταματά στον άνθρωπο, στις έννοιες και στα συναισθήματα του, στις σχέσεις και στη συμπεριφορά του.
Εάν η αγάπη δεν είναι υπόθεση, για να το πω φιλοσοφικά, της ανθρωπολογίας, εάν δεν έχει την αρχή και το τέλος της στον άνθρωπο, τότε με ποιον τρόπο τον αφορά; Κάποτε ο Σεφέρης μετέφρασε μια ρήση του Κινέζου σοφού Μεγκ Τσου. Η ρήση λέει: "Η αγάπη, το γαληνεμένο σπίτι του ανθρώπου".
Εδώ δεν χρειάζεται να καταπιαστούμε με μεταφραστικά ζητήματα, π.χ., από ποια γλώσσα μετέφρασε ο Σεφέρης τη ρήση, ποια κινεζική λέξη φτάνει στα ελληνικά ως αγάπη κτλ. Σημασία έχει πως ο Σεφέρης σ' αυτήν τη μετάφραση αναλαμβάνει τη ρήση ο ίδιος μ' αυτές τις λέξεις. Η αγάπη, το γαληνεμένο σπίτι του ανθρώπου.
Θα τονίσω και πάλι την ανάγκη να ακουστεί η φράση κυριολεκτικά. Ακόμα και όταν δεν την παρακολουθούμε και μας ξεπερνά. Ο άνθρωπος κατοικεί την αγάπη. Πώς μπορούμε να συλλάβουμε αυτήν την κατοίκηση;
                                                    Συνεχίζεται