από τον Πατριάρχη Φώτιο και το ΒΙΒΛΙΟΚΑΦΕ
Κορυφαία έργα, όπως αυτό, δεν έχει να επιδείξει πολλά η ελληνική λογοτεχνία. Και μιλώ για ένα έργο που συνομιλεί επάξια με τον Κάφκα, με τον Καμύ αλλά και με όλον τον ευρωπαϊκό μοντερνισμό.
Κανταΐφι:
Ανδρέας Φραγκιάς
«Λοιμός»
Αθήνα 1972
(έπειτα από τις εκδόσεις Κέδρος)
Το έργο τεντώνει τα ρεαλιστικά δεδομένα στα άκρα σε σημείο στο οποίο όλα όσα συμβαίνουν να φαίνονται εξίσου πιθανά και εξίσου απίθανα. Τίποτα δεν είναι υπέρλογο ή μεταφυσικό, αλλά και τίποτα δεν μοιάζει βγαλμένο από αυτόν τον κόσμο. Κι όμως ο “Λοιμός” αποδίδει με ιδιαίτερη τέχνη τα βάσανα και βασανιστήρια των κρατουμένων σε ένα στρατόπεδο συγκέντρωσης, πλαίσιο που εύκολα παραπέμπει στη Μακρόνησο, στη Γυάρο ή σε οποιοδήποτε νησί, όπου είχαν εξοριστεί αριστεροί ιδεολόγοι.
Ο Φραγκιάς δεν επέλεξε να αποδώσει τη φρίκη ενός τέτοιου μέρους, επιλογή που θα μετέτρεπε το έργο σε μυθιστόρημα-μαρτυρία και θα το άφηνε στενά συνδεδεμένο (ως εκ τούτου περιορισμένο) με τις ιστορικές συνθήκες που το δημιούργησαν. Αντίθετα, διάλεξε να αποτυπώσει την ηλιθιότητα ενός συστήματος το οποίο ενδιαφέρεται πρώτιστα όχι για τη σωματική εξόντωση των κρατουμένων αλλά για την ηθική-τους εκμηδένιση και την καταρράκωση της ανθρώπινής-τους παρουσίας. Έτσι, απηχώντας γελοίες πρακτικές, π.χ. τη γυμναστική των ολοκληρωτικών καθεστώτων, ο συγγραφέας περιγράφει ανούσιες καθημερινές συνήθειες, απίθανους κανονισμούς, σκόπιμα βλακώδεις κανόνες που συστήνουν την καθημερινότητα και αποτελούν (στο πλαίσιο ενός πομπώδους ρητορικού-εξουσιαστικού λόγου) ύψιστο μέλημα κάθε δεσμώτη ώστε αυτός να λειτουργεί με υγιεινή και με τάξη μέσα στο στρατόπεδο. Κορυφαίο μοτίβο ενός τέτοιου παραλογισμού είναι το ότι οι αρχές απαιτούν από κάθε κρατούμενο να μαζεύει έναν αριθμό μυγών ημερησίως, γεγονός που οδηγεί σε γελοίες αλλά και σε τραγικές έξεις.
Το μυθιστόρημα δεν έχει πρωταγωνιστές, ούτε καν άτομα με ολοκληρωμένες προσωπικότητες. Είναι οι κρατούμενοι, οι οποίοι έχουν χάσει την ταυτότητα και το όνομά-τους και ονομάζονται απλώς με ένα βασικό χαρακτηριστικό-τους (π.χ. ο περιδεής), και οι δεσμώτες. Παρά τις συγκειμενικές-του παραμέτρους (εξορία κομμουνιστών και δικτατορία των συνταγματαρχών: μην ξεχνάτε πως γράφτηκε το 1972) ο “Λοιμός” έχει πάρει διαχρονικές διαστάσεις, καθώς ο Φραγκιάς σοφά επέλεξε να του στερήσει τον χώρο και τον χρόνο, να το κάνει άχρονο και ου-τοπικό, να το καταστήσει έτσι συμβολική “χώρα” κάθε βασανιστηρίου και κάθε καθεστώτος. Πλάθει, λοιπόν, ένα αληθοφανές περιβάλλον, έναν μυθιστορηματικό μικρόκοσμο, μέσα στον οποίο εισέρχεται ο αναγνώστης με τις προσλαμβάνουσες της εποχής αλλά συνάμα και συν τω χρόνω μένει στο φαντασιακό αυτό εύρημα χωρίς να αναζητεί εξωκειμενικές αναφορές.
Η αλληγορική διάσταση του έργου είναι, όπως φαίνεται από τα παραπάνω, το κέντρο της αξίας-του. Το στρατόπεδο είναι ένας άχρονος χώρος, μέσα στον οποίο δεν μετράνε τόσο τα υπαρκτά και ωμά αποδοσμένα βασανιστήρια, αλλά οι συμβολικές πρακτικές ενός ψυχικά εξοντωτικού μηχανισμού. Ο κρατούμενος αναγκάζεται να ζήσει μια ζωή διαστρεβλωμένη, ταγμένη εξ ανάγκης να αφοσιώνεται σε μικρούς, ανούσιους στόχους, οι οποίοι απαξιώνουν το είναι-του. Αυτή η διαχρονικά συμβολική διάσταση του “Λοιμού” τού δίνει και την υψηλή θέση-του στα ελληνικά γράμματα.