Αφορμή για τη συζήτηση που
ακολουθεί με τον συγγραφέα και εκδότη Βασίλη Ρούβαλη αποτελεί η κυκλοφορία του
βιβλίου του «Επιστολές σε ποιητή» (εκδόσεις Σαιξπηρικόν), μέσα από το οποίο
απευθύνεται σε ζώντες ή τεθνεώτες ποιητές με τους οποίους συναρμόζει εκλεκτικές
σχέσεις. Το βιβλίο είναι γραμμένο με τη μορφή επιστολικών κειμένων,
απευθυνόμενων στους Νίκο-Αλέξη Ασλάνογλου, Νικηφόρο Βρεττάκο, Νίκο Γκάτσο,
Επαμεινώνδα Γονατά, Νίκο Καρούζο, Μιχάλη Κατσαρό, Κλείτο Κύρου, Τάσο Λειβαδίτη,
Γιάννη Ρίτσο, Μίλτο Σαχτούρη, Νίκο Φωκά.
Σε τι συνίσταται ένα καλό
ποίημα;
Το ποίημα υφίσταται ως αυτόνομη εκφραστική μονάδα. Η
«καλοσύνη» του εξαρτάται από το τι προσδίδει στην πραγματικότητα, τι ακριβώς
απομυζά από αυτήν ώστε να πλάσει τη δική του πραγματικότητα, «δίνοντας έναν καινούργιο
δρόμο στον Θεό» (κατά πώς έλεγε ο Τάσος Λειβαδίτης). Εάν το ποίημα δεν
επιτρέπει την ατελέσφορη φυγή από τον χωροχρόνο, τότε όντως δεν είναι ωφέλιμο. Είτε,
εάν εξακολουθήσει να μεταμορφώνει την αλήθεια του δημιουργού σε απτό μήνυμα για
τους αποδέκτες του, τότε είναι η ευτυχισμένη στιγμή για να πει κάποιος ότι,
ναι, αυτό είναι ένα καλό ποίημα…
Ποια είναι η επίδραση της ποίησης στο σύγχρονο γίγνεσθαι;
Σχεδόν καμία… Η επιδραστικότητα του λόγου, ούτως ή άλλως,
είναι περιορισμένη εξαιτίας αυτής της φάσης της νεωτερικότητας όπου το άτομο
και το σύνολο δεν διασταυρώνονται. Ο ακοινωνικός χαρακτήρας του παρόντος δεν
«χωράει» τους ποιητές, οι οποίοι εκτυλίσσουν τον λόγο τους ανάμεσα στις
ανθρώπινες φωνές οι οποίες ωστόσο σιγούν ή οχλοβοούν. Είναι οι μόνοι, τελικά,
που έχουν τη βούληση να πραγματώσουν τη σκέψη τους ενάντια σε κάθε τάξη και
αταξία – προτείνουν μια ποιητική επανάσταση μέσα από τη γλώσσα και τον ορισμό
της ύπαρξης. Επομένως, τίποτε δεν τους επιτρέπεται. Κι ας λένε διάφοροι
αβέλτεροι τις κομψές φλυαρίες τους περί επανόδου της ποίησης στο προσκήνιο
(ποιο είναι αυτό;) ή περί «νέων ποιητάδων» (ως προς τι νέοι;).
Επόμενο και συνεπαγόμενο ερώτημα: υπάρχει περιθώριο για πολιτική ποίηση σήμερα;
Η ποίηση είναι ήδη μια πολιτική πράξη. Δηλαδή, η υπερβατικότητα
του ποιητικού λόγου μπορεί να αξιοποιηθεί στην πολιτική της πολιτικής για νέες
κατευθύνσεις της κοινωνίας. Όπως λέει ο Αλαίν Μπαντιού, αυτονόητα η πολιτική
δεν μπορεί να υλοποιηθεί δίχως το κράτος. Η
ποίηση, ανακόλουθα, καταπνίγεται από το κράτος, το οποίο δεν αποσκοπεί
στην πνευματική επαναστατικότητα, στη διέγερση του νοός και τη συλλογική
ανάταση. Επομένως, η ποίηση είναι επικίνδυνη. Γι’ αυτό η όποια επιδίωξη για την
κατάθεση ενός συγκεκριμενοποιημένου πολιτικού ποιήματος αποτυγχάνει εμφανώς ή,
με άλλα λόγια, είναι πράξη καταδικασμένη, αντικαθεστωτική. Αρκεί λοιπόν το
ποίημα δίχως ιδιότητα-ταμπέλα, που θα επιδράσει, εάν κι εφόσον, στον βαθμό που
αναλογεί…
Οι ποιητές που πρωταγωνιστούν στις επιστολές του νέου βιβλίου σας θα συμφωνούσαν με αυτή την άποψη;
Ολοι αυτοί οι ποιητές διέθεταν μιαν ηθική συνείδηση η οποία
συμπεριείχε ισόνομα το εγώ και το εσύ. Εζησαν (μεταξύ αυτών και ο Νίκος Φωκάς
που ζει βεβαίως) σε εποχή μεταλλαγών και βίαιων συνθηκών, όπου η πολιτική πρωταγωνίστησε
και λειτούργησε ρυθμιστικά σε όλα τα επίπεδα της ζωής. Μου ‘ρχεται στο μυαλό
ένας άλλος ποιητής, ο Τάκης Σινόπουλος, που με τον «Νεκρόδειπνο», το
βιβλίο-σταθμό στην πορεία του, δηλώνει μια σειρά υπαινιγμών, σχολίων,
σκιαγραφήσεων της πολιτικής – ως τραυματική εμπειρία και αναγκαιότητα. Το
βιβλίο του δεν συνιστά μια σειρά πολιτικών ποιημάτων με εμφανές έρεισμα, αλλά
ξεκάθαρα ασκεί πολιτική γραμμένο στη διάρκεια της χούντας.
Υπάρχουν σύγχρονες τάσεις που καταγράφονται, άραγε;
Είναι σημαντικό να ειπωθεί ότι η ελληνική ποίηση
αντικατοπτρίζει τη λοιπή ελληνική πραγματικότητα: η αναγκαία ανανέωση δεν
φαίνεται στο ορίζοντα αλλά ήδη οσμίζεται στον αέρα. Αυτό όμως θα συμβεί μέσα
από μια σειρά συνδηλώσεων και κοινών όρων… Δηλαδή, αυτό που απαιτείται,
ξεκάθαρα, είναι η ανάδυση νέων εκφραστικών σχημάτων για την ποίηση,
αξιοποιώντας τη θεωρία και την πρακτική του παρελθόντος. Κάτι υγιές, με άλλα
λόγια. Αλλά για να επέλθει και να οριοτεθεί μια νέα τάση χρειάζεται, από εμάς
τους νεοτέρους, κοινή συνείδηση, γνώση και διάθεση απαλλαγής από τις παλιές
νόρμες που έχουν οδηγηθεί σε αδιέξοδο… Ετούτο δεν είναι ακριβώς διαυγές. Αλλά
ανάμεσα στα πολλά, «παχιά» λόγια στη λογοτεχνική κοινότητα, υπάρχουν ευτυχώς
αισιόδοξες περιπτώσεις, φωνές που προσδοκούν και συγκλίνουν. Αυτό είναι το πιο
σημαντικό στην παρούσα φάση.
Επιλογή ποιημάτων από προηγούμενες συλλογές του Β.
Ρούβαλη
[από τον «Νότο», 2004]
XΙI
Γαλαζωπό φως της αλήθειας
Ταξιδεύεις στο μαύρο ακρωτήρι
με κόρφο καλό και βιβάρι
Σκόνη
του πόθου ξερολιθιά
χνάρι στα χείλη
τούφες μαλλιά φύκια
κι άλλη σκόνη στεναγμός
στο νερό χοχλάζουν
Έρχονται οι μπαρμπερίνοι πειρατές
φύσημα και στάχτη στα θαλασσινά καστέλλια
ο ενδιάμεσος θεός μάς χωρίζει
περσότερο νογάνε οι τρελοί
Δεν είν’ άργητα
το παράλογο κυματίζει μέσα σου
την αλήθεια βυθίζουν η σκέψη κι ο έρωτας
την οδύνη την καίει τ’ αλάτι
Αβέβαιο είδωλο
αυγή για θνητούς και συνθλιμμένους
σκιές στο χαρτί
κηλίδες στον ουρανό
σμίξιμο
όπως στα βλέφαρα η προσδοκία
Η γύμνια σου τόξο και σπαθί
Η φωνή μου σάλπιγγα αγγέλων
Είπες:
«…Μια φορά κι έναν καιρό,
ήταν ένα μαργαριταρένιο πουλί
- γέννημα από δάκρυα στο λευκό πανί -
φτερούγισε στον ουρανό
δεν ματαγύρισε να το φιλήσω…»
Είναι οι επιθυμίες μασκαρεμένες
Είναι οι βασκανίες στον τοίχο κεντημένες
Σκύβεις στη βίγλα του βουνού και του γιαλού
ράβεις στο πάπλωμα το μυστικό
πώς να τα λέν’ τα γονικά σου;
Ό,τι άδολο
προσωρινό: δηλαδή ωραίο
Κι ό,τι γεμίζει το πέλαγος είναι ζωή –
το φως κατάπληκτο
την εξατμίζει.
[από τις «Φωνές», 2011]
(Ιντερμέδιο)
Τέτοιον
Μάρτιο δεν θα ξαναζήσω.
Φυσούσε
όταν περνούσα τον τόπο. Εξω από τον μικρό ναό υπήρχαν υπολείμματα φωτιάς. Ο
αέρας εισχωρούσε από παντού. Το φως μαλάκωνε την αίσθηση της εγκατάλειψης. Οι
άγιοι στους τοίχους, έτοιμοι για την αναμέτρηση.
Το
ωραίο είναι δυνατότητα˙ παραμένει στο άπειρο, συνεχές κι ευδόκιμο. Εσκυψα για
να δω καλύτερα μέσα από το σπασμένο παράθυρο. Η πόρτα έτριξε στο πέρασμά σου.
Είσαι
ό,τι δεν φανταζόμουν πως υπάρχει μέσα μου. Ακούγοντας τις φωνές, τις φωνές, τις
φωνές, ορίζω ξανά την αλήθεια - αυτήν που πίστευα μόνο με τα δάχτυλα και τον
νου.
Η
αγωνία ταιριάζει στην επιθυμία.
Απ’
αυτό το μονοπάτι δεν είχα περάσει άλλοτε. Επιστρέφω με άμμο και κλωνάρια στα
χέρια.
[από τις «Λεύγες», εν
εξελίξει ποιητική σύνθεση]
ΣΤΙΣ ΚΑΘΟΔΙΚΕΣ ΣΤΡΟΦΕΣ
γυμνός κι έκπτωτος,
με όνομα.
Δεν ξεστομίζω τη λέξη αφήνω το ερώτημα,
τα ίχνη σε λάθος πορεία.
Φθείρομαι. Μου απαλείφεται ο δισταγμός.
Το σώμα είναι διαπερατό,
την πρώτη του ανάσα λησμονεί,
ταλαντεύεται.
Τη σκυτάλη δίνουν πάλι τα πρόσωπα.
Αυθαιρετούν, προ του μηδενός αντιφάσκουν.
Το σκάνδαλο παραλύει τα βλέφαρα.
Το κακό δυναμώνει, και η βούληση.
Ο πόνος είναι απάντηση.
Η αθωότητα διολισθαίνει σε πρόσχαρες λάμψεις.
Η αμαρτία ερμηνεύεται: προσδίδει στη χαρά ενοχή, ενώνει τους μύθους.
[…]