Μεθυσμένος από έρωτα.
Απόσπ. 312 Ρ.
Απόσπ. 312 Ρ.
Ἀνακρέων, Jean-Leon Gerome |
[…]Δε μου είναι αγαπητός αυτός που δίπλα στο μεγάλο,
Κροντήρι πίνοντας κρασί τραγούδια λέει γι' αμάχες[…]
(απόσπ. 96 Diehl=2 West, μτφρ. Ηλ. Βουτιερίδης)
[…]Ο Έρωτας πάλι με τρανό με χτύπησε μπαλντά
Καθώς χαλκιάς και σε ψυχρή μ’ έλουσε ρεματιά[…]
(απόσπ. 68 Page, μτφρ. Ηλ. Βουτιερίδης)
[…]Φοραδίτσα Θρακοπούλα τι λοξοκοιτάζοντάς με
Σκληρά φεύγεις και νομίζεις πως είμαι άπραγος καθόλου;
Μάθε, πως μπορώ με τέχνη να σου βάλω χαλινάρι
Και τα γκέμια σου κρατώντας προς το τέρμα να σε φέρνω[…]
(απόσπ. 72 Page, μτφρ. Hλ Βουτιερίδης)
Ο Ανακρέων γεννήθηκε στην Τέω της Μικρασίας· όμως γύρω στα 540 π.Χ., όταν οι Πέρσες επιτέθηκαν στην Ιωνία, οι κάτοικοι της Τέω μετανάστεψαν και εγκαταστάθηκαν στα Άβδηρα της Θράκης. Ο ποιητής τούς ακολούθησε, αλλά ήταν ήδη αρκετά διάσημος ώστε γρήγορα να βρεθεί προσκαλεσμένος στην αυλή του Πολυκράτη, στη Σάμο. Μετά τον θάνατο του τυράννου, το 523 π.Χ., ο Ανακρέοντας εξακολούθησε να ζει ως αυλικός ποιητής, προσκαλεσμένος από τον Ίππαρχο, στην Αθήνα. Το άγαλμά του έστεκε αργότερα στην Ακρόπολη και τον παρίστανε μεθυσμένο, να τραγουδά.
Οι αλεξανδρινοί φιλόλογοι συγκέντρωσαν το έργο του σε τρία βιβλία με ωδές, ένα με ελεγείες και ένα με ιάμβους. Με καλοδιαλεγμένες λέξεις και εικόνες, ο Ανακρέων τραγούδησε πάνω απ᾽ όλα τον έρωτα και το κρασί· ωστόσο, στα αποσπάσματα που μας έχουν σωθεί συναντούμε και ύμνους και θρήνους και τραγούδια με κοροϊδευτικό περιεχόμενο. Με όλα αυτά, και καθώς τα έργα του είναι γραμμένα σε ιωνική διάλεκτο, ο Ανακρέων πρέπει να τοποθετηθεί κάπου ανάμεσα στους ποιητές των ωδών και τους ιαμβογράφους.
Κροντήρι πίνοντας κρασί τραγούδια λέει γι' αμάχες[…]
(απόσπ. 96 Diehl=2 West, μτφρ. Ηλ. Βουτιερίδης)
[…]Ο Έρωτας πάλι με τρανό με χτύπησε μπαλντά
Καθώς χαλκιάς και σε ψυχρή μ’ έλουσε ρεματιά[…]
(απόσπ. 68 Page, μτφρ. Ηλ. Βουτιερίδης)
[…]Φοραδίτσα Θρακοπούλα τι λοξοκοιτάζοντάς με
Σκληρά φεύγεις και νομίζεις πως είμαι άπραγος καθόλου;
Μάθε, πως μπορώ με τέχνη να σου βάλω χαλινάρι
Και τα γκέμια σου κρατώντας προς το τέρμα να σε φέρνω[…]
(απόσπ. 72 Page, μτφρ. Hλ Βουτιερίδης)
Ο Ανακρέων γεννήθηκε στην Τέω της Μικρασίας· όμως γύρω στα 540 π.Χ., όταν οι Πέρσες επιτέθηκαν στην Ιωνία, οι κάτοικοι της Τέω μετανάστεψαν και εγκαταστάθηκαν στα Άβδηρα της Θράκης. Ο ποιητής τούς ακολούθησε, αλλά ήταν ήδη αρκετά διάσημος ώστε γρήγορα να βρεθεί προσκαλεσμένος στην αυλή του Πολυκράτη, στη Σάμο. Μετά τον θάνατο του τυράννου, το 523 π.Χ., ο Ανακρέοντας εξακολούθησε να ζει ως αυλικός ποιητής, προσκαλεσμένος από τον Ίππαρχο, στην Αθήνα. Το άγαλμά του έστεκε αργότερα στην Ακρόπολη και τον παρίστανε μεθυσμένο, να τραγουδά.
Οι αλεξανδρινοί φιλόλογοι συγκέντρωσαν το έργο του σε τρία βιβλία με ωδές, ένα με ελεγείες και ένα με ιάμβους. Με καλοδιαλεγμένες λέξεις και εικόνες, ο Ανακρέων τραγούδησε πάνω απ᾽ όλα τον έρωτα και το κρασί· ωστόσο, στα αποσπάσματα που μας έχουν σωθεί συναντούμε και ύμνους και θρήνους και τραγούδια με κοροϊδευτικό περιεχόμενο. Με όλα αυτά, και καθώς τα έργα του είναι γραμμένα σε ιωνική διάλεκτο, ο Ανακρέων πρέπει να τοποθετηθεί κάπου ανάμεσα στους ποιητές των ωδών και τους ιαμβογράφους.