Σε προηγούμενο ποστ του http://gravityandthewind.blogspot.com είχε ξεκινήσει μια συζήτηση σχετικά με τη μετάφραση της ποίησης. Η θέση μου είναι ότι η ποίηση είναι γενικότερα μη-μεταφράσιμη, και ότι αυτό που κάνει στην ουσία ο μεταφραστής είναι να γράφει ένα νέο ποίημα, βασισμένος στο πρωτότυπο.
Εδώ προκύπτουν πολλά θέματα, μεταξύ των οποίων η σχέση μορφής - νοήματος, ο ρόλος της υφής, η γλωσσική ροή, τα κριτήρια επιλογής μεμονωμένων λέξεων, η μουσικότητα, και άλλα πολλά.
Μου αρέσει να μεταφράζω ποίηση, και το κάνω πού και πού σαν χόμπι. Είναι μια πρόκληση που σε οδηγεί να ανακαλύπτεις διαρκώς καινούργια πράγματα – μεταξύ άλλων την ανεπάρκειά σου να αποδώσεις κάτι με τρόπο που θα θεωρούσες ικανοποιητικό (επομένως είναι και μάθημα ταπεινότητας).
Επαναφέρω τον σχετικό προβληματισμό σαν προοίμιο για μια μελέτη (κι αυτή από χόμπι – και επαγγελματική διαστροφή) που σκοπεύω να κάνω το καλοκαίρι.
Αφορμή στάθηκε το δώρο που έλαβα από μια φίλη: μια όμορφη, δίγλωσση έκδοση της συλλογής του Ελύτη «Ημερολόγιο ενός αθέατου Απριλίου» (Ύψιλον), με το πρωτότυπο του Οδυσσέα Ελύτη και τη μετάφραση του David Connolly αντικριστά, σε διαρκή διάλογο.
Η μετάφραση με προβλημάτισε – γιατί την περίμενα αλλιώς, με δεδομένο ότι ο μεταφραστής είναι πολυβραβευμένος, θεωρείται ειδικός στη μετάφραση της ποίησης, και μάλιστα είναι και καθηγητής μεταφρασεολογίας.
Η γραφή του Ελύτη έχει, κατά τη γνώμη μου, ένα βασικό χαρακτηριστικό: είναι μουσικότατη. Είτε γράφει ποίημα είτε πεζό, οι συλλαβές ρέουν αβίαστα, με σχεδόν ονειρικό τρόπο, ακόμη κι όταν περιγράφει φρικτά πράγματα (όπως στο «Άξιον Εστί», π.χ.), κάτι που φαίνεται αμέσως μόλις διαβάσεις το κείμενο φωναχτά. Η μετάφραση του Κόνολι, αντίθετα, φτάνει στα αυτιά μου πολύ πεζή και δυσκίνητη. Το νόημα των λέξεων είναι εκεί, αλλά η μορφή τους μου φαίνεται αλλόκοτη, και μου λείπει εντελώς η μουσικότητα του πρωτοτύπου. Δεν ξέρω αν πρόκειται για αδυναμία ή για επιλογή του μεταφραστή, και παρακαλώ να μην θεωρηθεί με κανέναν τρόπο αυτό το ποστ «επίθεση» κατά του Κόνολι. Το καλοκαίρι σκοπεύω να προμηθευτώ κι άλλες μεταφράσεις του, μήπως και καταλάβω τη λογική του -- γι’ αυτό μιλώ για προοίμιο, άλλωστε.
Ιδού ένα παράδειγμα από το «Ημερολόγιο ενός αθέατου Απριλίου»:
Βάρος της τρυφεράδας τ’ ουρανού
μετά που εβρόντησε και ξεκινά ο σαλίγκαρος.
Κομμάτια σπίτια που επιπλέουν, μπαλκόνια με μπροστά το κοντάρι τους, ο αέρας.
Γεγονός είναι ο θάνατος που επίκειται
φορτωμένος κάτι ευτυχίες παλιές
και κείνη την πολύ γνωστή (που λευκάνθηκε στις άγριες ερημιές) απελπισία.
Weight of the sky’s tenderness
after thundering and the snail sets forth.
Parts of houses floating, balconies with their poles in front, the wind.
What’s definite is the death now imminent
laden with past happinesses
and (whitened in the wild wastes) that so familiar despair.
Κι άλλο ένα:
Από μακριά την είδα να ‘ρχεται καταπάνω μου. Φορούσε παπούτσια πάνινα και προχωρούσε αλαφρή κι ασπρόμαυρη. Ως κι ο σκύλος πίσω της, βουτούσε ως τα μισά μέσα στο μαύρο.
Γέρασα να περιμένω, αλήθεια.
Κι είναι τώρα πολύ αργά για να καταλάβω πως όσο εκείνη προχωρούσε, τόσο το κενό μεγάλωνε, κι ότι δεν επρόκειτο να συναντηθούμε ποτέ.
From afar I saw her coming straight towards me. She wore canvas shoes and proceeded lightly and in black and white. Even the dog behind her plunged halfway into the black.
I’ve grown old waiting, in all truth.
And now it’s too late for me to see that the more she proceeded, the more the gap widened, and that we were never going to meet.
Στα δυο παραδείγματα που παραθέτω, βλέπω μια κατά λέξη μετάφραση, αλλά χωρίς ποιητικότητα. Δεν εννοώ κατ’ ανάγκη την ποιητικότητα του Ελύτη (που είναι δύσκολο, ίσως, να μεταφερθεί) – εννοώ οποιαδήποτε ποιητικότητα. Το αγγλικό κείμενο φαντάζει στα μάτια μου (και στα αυτιά μου) αφόρητα πεζό.
Εδώ προκύπτουν πολλά θέματα, μεταξύ των οποίων η σχέση μορφής - νοήματος, ο ρόλος της υφής, η γλωσσική ροή, τα κριτήρια επιλογής μεμονωμένων λέξεων, η μουσικότητα, και άλλα πολλά.
Μου αρέσει να μεταφράζω ποίηση, και το κάνω πού και πού σαν χόμπι. Είναι μια πρόκληση που σε οδηγεί να ανακαλύπτεις διαρκώς καινούργια πράγματα – μεταξύ άλλων την ανεπάρκειά σου να αποδώσεις κάτι με τρόπο που θα θεωρούσες ικανοποιητικό (επομένως είναι και μάθημα ταπεινότητας).
Επαναφέρω τον σχετικό προβληματισμό σαν προοίμιο για μια μελέτη (κι αυτή από χόμπι – και επαγγελματική διαστροφή) που σκοπεύω να κάνω το καλοκαίρι.
Αφορμή στάθηκε το δώρο που έλαβα από μια φίλη: μια όμορφη, δίγλωσση έκδοση της συλλογής του Ελύτη «Ημερολόγιο ενός αθέατου Απριλίου» (Ύψιλον), με το πρωτότυπο του Οδυσσέα Ελύτη και τη μετάφραση του David Connolly αντικριστά, σε διαρκή διάλογο.
Η μετάφραση με προβλημάτισε – γιατί την περίμενα αλλιώς, με δεδομένο ότι ο μεταφραστής είναι πολυβραβευμένος, θεωρείται ειδικός στη μετάφραση της ποίησης, και μάλιστα είναι και καθηγητής μεταφρασεολογίας.
Η γραφή του Ελύτη έχει, κατά τη γνώμη μου, ένα βασικό χαρακτηριστικό: είναι μουσικότατη. Είτε γράφει ποίημα είτε πεζό, οι συλλαβές ρέουν αβίαστα, με σχεδόν ονειρικό τρόπο, ακόμη κι όταν περιγράφει φρικτά πράγματα (όπως στο «Άξιον Εστί», π.χ.), κάτι που φαίνεται αμέσως μόλις διαβάσεις το κείμενο φωναχτά. Η μετάφραση του Κόνολι, αντίθετα, φτάνει στα αυτιά μου πολύ πεζή και δυσκίνητη. Το νόημα των λέξεων είναι εκεί, αλλά η μορφή τους μου φαίνεται αλλόκοτη, και μου λείπει εντελώς η μουσικότητα του πρωτοτύπου. Δεν ξέρω αν πρόκειται για αδυναμία ή για επιλογή του μεταφραστή, και παρακαλώ να μην θεωρηθεί με κανέναν τρόπο αυτό το ποστ «επίθεση» κατά του Κόνολι. Το καλοκαίρι σκοπεύω να προμηθευτώ κι άλλες μεταφράσεις του, μήπως και καταλάβω τη λογική του -- γι’ αυτό μιλώ για προοίμιο, άλλωστε.
Ιδού ένα παράδειγμα από το «Ημερολόγιο ενός αθέατου Απριλίου»:
Βάρος της τρυφεράδας τ’ ουρανού
μετά που εβρόντησε και ξεκινά ο σαλίγκαρος.
Κομμάτια σπίτια που επιπλέουν, μπαλκόνια με μπροστά το κοντάρι τους, ο αέρας.
Γεγονός είναι ο θάνατος που επίκειται
φορτωμένος κάτι ευτυχίες παλιές
και κείνη την πολύ γνωστή (που λευκάνθηκε στις άγριες ερημιές) απελπισία.
Weight of the sky’s tenderness
after thundering and the snail sets forth.
Parts of houses floating, balconies with their poles in front, the wind.
What’s definite is the death now imminent
laden with past happinesses
and (whitened in the wild wastes) that so familiar despair.
Κι άλλο ένα:
Από μακριά την είδα να ‘ρχεται καταπάνω μου. Φορούσε παπούτσια πάνινα και προχωρούσε αλαφρή κι ασπρόμαυρη. Ως κι ο σκύλος πίσω της, βουτούσε ως τα μισά μέσα στο μαύρο.
Γέρασα να περιμένω, αλήθεια.
Κι είναι τώρα πολύ αργά για να καταλάβω πως όσο εκείνη προχωρούσε, τόσο το κενό μεγάλωνε, κι ότι δεν επρόκειτο να συναντηθούμε ποτέ.
From afar I saw her coming straight towards me. She wore canvas shoes and proceeded lightly and in black and white. Even the dog behind her plunged halfway into the black.
I’ve grown old waiting, in all truth.
And now it’s too late for me to see that the more she proceeded, the more the gap widened, and that we were never going to meet.
Στα δυο παραδείγματα που παραθέτω, βλέπω μια κατά λέξη μετάφραση, αλλά χωρίς ποιητικότητα. Δεν εννοώ κατ’ ανάγκη την ποιητικότητα του Ελύτη (που είναι δύσκολο, ίσως, να μεταφερθεί) – εννοώ οποιαδήποτε ποιητικότητα. Το αγγλικό κείμενο φαντάζει στα μάτια μου (και στα αυτιά μου) αφόρητα πεζό.