«Η Ελλάδα με έχει κάνει πιο πλούσιο»
Ο 82χρονος αμερικανός πανεπιστημιακός, μεταφραστής και μυθιστοριογράφος που γνώρισε στους συμπατριώτες του τους μεγάλους έλληνες ποιητές μιλάει στο «Βήμα» για την Ελλάδα που ερωτεύτηκε και έκανε δεύτερη πατρίδα του
«Με ενοχλούν ο κυνισμός και η απαξίωση που παρατηρώ τελευταίως για τους θεσμούς και την πολιτική» σχολιάζει για τη σημερινή Ελλάδα ο Εντμουντ Κίλι (Γ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΠΟΥΛΟΣ)
Με τις μεταφράσεις του έκανε γνωστό τον Καβάφη , τον Σεφέρη, τον Ρίτσο και άλλους έλληνες ποιητές στο αγγλόφωνο κοινό. Η πρώτη φορά που βρέθηκε στην Ελλάδα ήταν το 1936, σε ηλικία οκτώ ετών, μαζί με τον πατέρα του, τον αμερικανό πρόξενο στη Θεσσαλονίκη. Εζησαν στη Γεωργική Σχολή ως το 1939 και για εκείνον η Ελλάδα του Μεταξάήταν τότε παράδεισος. Εμαθε ελληνικά παίζοντας με τα άλλα παιδιά στις αλάνες. Τα ξαναθυμήθηκε το καλοκαίρι του 1947. Από το 1949, που επέστρεψε ως δάσκαλος αγγλικών στη Γεωργική Σχολή, έρχεται στην Ελλάδα κάθε χρόνο αδιαλείπτως.
Ο Εντμουντ Κίλι σπούδασε στο Πρίνστον και πήγε στην Οξφόρδη για να μελετήσει τον ποιητή Γ. Μπ. Γέιτς, αναζητώντας τις ιρλανδικές ρίζες του. Η εκεί γνωριμία του με τονΚωνσταντίνο Τρυπάνη τον έστρεψε στη νεοελληνική λογοτεχνία και κατέληξε να ετοιμάζει μια διατριβή για τον Καβάφη και τον Σεφέρη . Στο Πρίνστον δίδαξε λογοτεχνία επί 40 χρόνια ενώ υπήρξε από τα ιδρυτικά μέλη του αμερικανικού Συνδέσμου Νεοελληνικών Σπουδών. Οι φίλοι τον αποκαλούν «Μάικ».
«Οι γονείς μου με φώναζαν έτσι και έμεινε. Μη με ρωτάς γιατί. Ισως επειδή έτσι αποκαλούσαν τους Ιρλανδούς στην Αμερική» λέει. Γεννημένος το 1928 στη Δαμασκό, για τον Σεφέρη ήταν ο «Μιχαλάκης ο Δαμασκηνός». Τον συναντήσαμε μαζί με την αλεξανδρινής καταγωγής σύζυγό του Μαίρη Σταθάτου-Κύρη στο σπίτι τους στην οδό Λουκιανού. Γνωρίστηκαν ως φοιτητές στην Οξφόρδη και του χρόνου κλείνουν 60 χρόνια κοινής ζωής. Γι΄ αυτό και οι απαντήσεις του δίνονται συχνά στον πληθυντικό, αφού συμπεριλαμβάνουν και τη Μαίρη.
Οικείος, χαλαρός, ο Εντμουντ Κίλι κάνει χιούμορ και αστειεύεται με τον φωτογράφο μας. Βρίσκεται για μόλις δύο ημέρες στην Αθήνα και το τηλέφωνο χτυπά διαρκώς. Φίλοι για να τον καλωσορίσουν και να συναντηθούν, δημοσιογράφοι για συνεντεύξεις. Μας μίλησε στα ελληνικά, με άψογη προφορά και πολλούς τρέχοντες ιδιωματισμούς, παρεμβάλλοντας λέξεις στα αγγλικά και ρωτώντας πάντα για τη σωστή απόδοσή τους στα ελληνικά. Ενας μεταφραστής δεν είναι ποτέ εκτός υπηρεσίας.
- Με τον Φίλιπ Σέραρντ ήσασταν το μεταφραστικό ζευγάρι που έκανε γνωστούς στο αγγλόφωνο κοινό τον Καβάφη, τον Σεφέρη και τόσους μείζονες έλληνες ποιητές. Εκείνος ζούσε στη Βρετανία και εσείς στην Αμερική. Πώς ξεκίνησε ησυνεργασία σας;«Ως διδάκτορας έπρεπε να κάνω δημοσιεύσεις και σκέφτηκα να αξιοποιήσω τα ποιήματα που είχα μεταφράσει για τη διατριβή μου και να τα συμπεριλάβω σε μια ανθολογία ελληνικής ποίησης. Την ίδια εποχή έκανε διατριβή στη νεοελληνική λογοτεχνία στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου ο Σέραρντήμασταν οι μόνοι τότε που κάναμε διατριβή στη νεοελληνική λογοτεχνία. Είχα διαβάσει κάτι εξαιρετικές μεταφράσεις του Καβάφη που είχε δημοσιεύσει στο περιοδικό “Εncounter” και το καλοκαίρι του 1956 αποφάσισα να πάω να τον βρω για να συνεργαστούμε στην ανθολογία».
- Πήγατε στο Λονδίνο να τον βρείτε;«Οχι. Είχα μάθει ότι ο Σέραρντ έκανε διακοπές στη Θάσο. Οταν φθάσαμε στο νησί εκείνος με την παρέα του ξεκινούσαν για ένα ξωκλήσι στο βουνό που είχε πανηγύρι. “Ελα μαζί μας αν θέλεις” μου είπε και τους πήρα στο κατόπι. Ημουνα ο νεότερος, αλλά δεν είχα τις αντοχές τους, κάθε λίγο σταματούσα. Εκείνο το βράδυ στο χωριό, μπροστά σε ένα μπουκάλι ρακί, σφραγίσαμε τη συνεργασία μας. Εκείνος θα έβαζε τις μεταφράσεις του Καβάφη και του Σικελιανού που είχε, εγώ του Σεφέρη και του Ελύτη και θα μοιραζόμασταν ό,τι άλλο πιστεύαμε ότι άξιζε να μεταφραστεί. Δουλεύαμε χωριστά όλο τον χειμώνα, ανταλλάσσαμε τις μεταφράσεις μας και σημειώσεις με το ταχυδρομείο και τα καλοκαίρια συναντιόμασταν, λύναμε τα προβλήματα και καταλήγαμε στο τελικό κείμενο. Πηγαίναμε για μπάνιο και συζητούσαμε πώς έπρεπε να αποδοθεί τούτο και τ΄ άλλο. Το πρώτο διάστημα η διπλωματία επιβλήθηκε στην κριτική και έτσι λίγο άλλαζε ο ένας τη δουλειά του άλλου. Εν τέλει οι αγγλισμοί του και οι αμερικανισμοί μου, που τώρα τους βλέπω, αποτέλεσαν στοιχεία της φωνής των ποιητών που μεταφράζαμε. Οταν η συνεργασία μας προχώρησε, διαφωνούσαμε επίμονα ώσπου να καταλήξουμε στην απόδοση μιας λέξης, ακόμη και όταν πηγαίναμε για μπάνιο ή για φαγητό στην ταβέρνα».
- Πόσο διαφέρει η Ελλάδα που πρωτογνωρίσατε από τη σύγχρονη;
«Μου κάνουν συνέχεια αυτή την ερώτηση, αλλά δεν μπορώ πια να θυμηθώ. Αισθάνομαι μισός Ελληνας, έχω ζήσει τη χώρα σε όλες τις ιστορικές περιόδους της, δεν στέκομαι παρατηρητής και βέβαια δεν μπορώ να τη συγκρίνω με τον παράδεισο της παιδικής ηλικίας».
- Αισθάνεστε να σας πληγώνει κάτι στην Ελλάδα σήμερα;«Με ενοχλούν ο κυνισμός και η απαξίωση που παρατηρώ τελευταίως για τους θεσμούς και την πολιτική».
- Ποιο είναι το πρώτο πράγμα που θέλετε να κάνετε όταν έρχεστε στην Αθήνα;«Να βλέπουμε τους αγαπημένους μας φίλους, που μας μένουν πιστοί. Να ανταλλάσσουμε νέα, να συζητάμε για πολιτική και για λογοτεχνία. Η φιλία έχει άλλη ποιότητα στην Ελλάδα. Το κακό είναι ότι σε αυτή την ηλικία οι φίλοι φεύγουν σιγά σιγά, και αυτό μας μελαγχολεί».
- Υπάρχει κάτι που εύχεστε να είχατε κάνει;«Δύσκολο να απαντήσω. Στην ηλικία μου έχω κάνει πολλά και είμαι ευχαριστημένος. Και οι δυο μας είχαμε μια πολύ καλή ζωή και η Ελλάδα έπαιξε σημαντικό ρόλο σε αυτό. Το ότι ερχόμασταν εδώ κάθε χρόνο, αυτή η διπλή ζωή, μας πλούτισε πολύ. Οχι μόνο το έργο μου αλλά και την καθημερινότητά μας».
«Δεν υπάρχει αμερικανός ποιητής που να μην ξέρει τον Καβάφη»
- Υπάρχει ενδιαφέρον για την ελληνική λογοτεχνία στην Αμερική σήμερα;«Οταν ξεκίνησα, το 1968 που ιδρύσαμε το Μodern Greek Studies Αssociation, ήμασταν μονάχα πέντε άνθρωποι που ενδιαφερόμασταν για τη νεοελληνική λογοτεχνία και ιστορία. Τώρα προγράμματα νεοελληνικού πολιτισμού υπάρχουν σε πολλά πανεπιστήμια και έχουν δημιουργηθεί θέσεις για μελετητές, γιατί το θέμα είναι όσοι ενδιαφέρονται για το αντικείμενο να μπορούν να βρουν μετά αντίστοιχη δουλειά. Η λογοτεχνία μόνη της δεν μπορεί να σταθεί, αλλά μαζί με τη γλώσσα, την ιστορία και τον πολιτισμό ή στο πλαίσιο συγκριτικών σπουδών επιβιώνει. Από την άλλη έχει αυξηθεί πολύ το ενδιαφέρον για τις κλασικές σπουδές και σε κάποιες έδρες γίνεται ένα άνοιγμα και προς τον βυζαντινό και τον νεοελληνικό πολιτισμό ως συνέχεια του αρχαίου».
- Ποιοι έλληνες ποιητές είναι πιο δημοφιλείς στην Αμερική;
«Ο Καβάφης, με διαφορά. Μόνο από το 2000 έχουν εκδοθεί επτά νέες μεταφράσεις του συνόλου των ποιημάτων του και ετοιμάζεται ακόμη μία. Δεν υπάρχει αμερικανός ποιητής που να μην τον γνωρίζει. Ο Σεφέρης είναι βασικός, αλλά δεν έχει μεταφραστεί πολύ. Ο Ρίτσος είναι πολύ γνωστός. Ο Ελύτης λιγότερο. Μεταξύ των συγγραφέων, αυτά. Το ευρύ κοινό των 50 Πολιτειών των ΗΠΑ δεν νομίζω ότι ενδιαφέρεται για την ελληνική λογοτεχνία».
ΜΟΝΟΠΑΤΙΑ ΤΗΣ ΣΚΕΨΗΣ, ΣΤΑ ΤΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΑΜΕΡΙΚΗ, ΕDMUND ΚEELEY
Ο Εντμουντ Κίλι σπούδασε στο Πρίνστον και πήγε στην Οξφόρδη για να μελετήσει τον ποιητή Γ. Μπ. Γέιτς, αναζητώντας τις ιρλανδικές ρίζες του. Η εκεί γνωριμία του με τονΚωνσταντίνο Τρυπάνη τον έστρεψε στη νεοελληνική λογοτεχνία και κατέληξε να ετοιμάζει μια διατριβή για τον Καβάφη και τον Σεφέρη . Στο Πρίνστον δίδαξε λογοτεχνία επί 40 χρόνια ενώ υπήρξε από τα ιδρυτικά μέλη του αμερικανικού Συνδέσμου Νεοελληνικών Σπουδών. Οι φίλοι τον αποκαλούν «Μάικ».
«Οι γονείς μου με φώναζαν έτσι και έμεινε. Μη με ρωτάς γιατί. Ισως επειδή έτσι αποκαλούσαν τους Ιρλανδούς στην Αμερική» λέει. Γεννημένος το 1928 στη Δαμασκό, για τον Σεφέρη ήταν ο «Μιχαλάκης ο Δαμασκηνός». Τον συναντήσαμε μαζί με την αλεξανδρινής καταγωγής σύζυγό του Μαίρη Σταθάτου-Κύρη στο σπίτι τους στην οδό Λουκιανού. Γνωρίστηκαν ως φοιτητές στην Οξφόρδη και του χρόνου κλείνουν 60 χρόνια κοινής ζωής. Γι΄ αυτό και οι απαντήσεις του δίνονται συχνά στον πληθυντικό, αφού συμπεριλαμβάνουν και τη Μαίρη.
Οικείος, χαλαρός, ο Εντμουντ Κίλι κάνει χιούμορ και αστειεύεται με τον φωτογράφο μας. Βρίσκεται για μόλις δύο ημέρες στην Αθήνα και το τηλέφωνο χτυπά διαρκώς. Φίλοι για να τον καλωσορίσουν και να συναντηθούν, δημοσιογράφοι για συνεντεύξεις. Μας μίλησε στα ελληνικά, με άψογη προφορά και πολλούς τρέχοντες ιδιωματισμούς, παρεμβάλλοντας λέξεις στα αγγλικά και ρωτώντας πάντα για τη σωστή απόδοσή τους στα ελληνικά. Ενας μεταφραστής δεν είναι ποτέ εκτός υπηρεσίας.
- Με τον Φίλιπ Σέραρντ ήσασταν το μεταφραστικό ζευγάρι που έκανε γνωστούς στο αγγλόφωνο κοινό τον Καβάφη, τον Σεφέρη και τόσους μείζονες έλληνες ποιητές. Εκείνος ζούσε στη Βρετανία και εσείς στην Αμερική. Πώς ξεκίνησε ησυνεργασία σας;«Ως διδάκτορας έπρεπε να κάνω δημοσιεύσεις και σκέφτηκα να αξιοποιήσω τα ποιήματα που είχα μεταφράσει για τη διατριβή μου και να τα συμπεριλάβω σε μια ανθολογία ελληνικής ποίησης. Την ίδια εποχή έκανε διατριβή στη νεοελληνική λογοτεχνία στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου ο Σέραρντήμασταν οι μόνοι τότε που κάναμε διατριβή στη νεοελληνική λογοτεχνία. Είχα διαβάσει κάτι εξαιρετικές μεταφράσεις του Καβάφη που είχε δημοσιεύσει στο περιοδικό “Εncounter” και το καλοκαίρι του 1956 αποφάσισα να πάω να τον βρω για να συνεργαστούμε στην ανθολογία».
- Πήγατε στο Λονδίνο να τον βρείτε;«Οχι. Είχα μάθει ότι ο Σέραρντ έκανε διακοπές στη Θάσο. Οταν φθάσαμε στο νησί εκείνος με την παρέα του ξεκινούσαν για ένα ξωκλήσι στο βουνό που είχε πανηγύρι. “Ελα μαζί μας αν θέλεις” μου είπε και τους πήρα στο κατόπι. Ημουνα ο νεότερος, αλλά δεν είχα τις αντοχές τους, κάθε λίγο σταματούσα. Εκείνο το βράδυ στο χωριό, μπροστά σε ένα μπουκάλι ρακί, σφραγίσαμε τη συνεργασία μας. Εκείνος θα έβαζε τις μεταφράσεις του Καβάφη και του Σικελιανού που είχε, εγώ του Σεφέρη και του Ελύτη και θα μοιραζόμασταν ό,τι άλλο πιστεύαμε ότι άξιζε να μεταφραστεί. Δουλεύαμε χωριστά όλο τον χειμώνα, ανταλλάσσαμε τις μεταφράσεις μας και σημειώσεις με το ταχυδρομείο και τα καλοκαίρια συναντιόμασταν, λύναμε τα προβλήματα και καταλήγαμε στο τελικό κείμενο. Πηγαίναμε για μπάνιο και συζητούσαμε πώς έπρεπε να αποδοθεί τούτο και τ΄ άλλο. Το πρώτο διάστημα η διπλωματία επιβλήθηκε στην κριτική και έτσι λίγο άλλαζε ο ένας τη δουλειά του άλλου. Εν τέλει οι αγγλισμοί του και οι αμερικανισμοί μου, που τώρα τους βλέπω, αποτέλεσαν στοιχεία της φωνής των ποιητών που μεταφράζαμε. Οταν η συνεργασία μας προχώρησε, διαφωνούσαμε επίμονα ώσπου να καταλήξουμε στην απόδοση μιας λέξης, ακόμη και όταν πηγαίναμε για μπάνιο ή για φαγητό στην ταβέρνα».
- Πόσο διαφέρει η Ελλάδα που πρωτογνωρίσατε από τη σύγχρονη;
«Μου κάνουν συνέχεια αυτή την ερώτηση, αλλά δεν μπορώ πια να θυμηθώ. Αισθάνομαι μισός Ελληνας, έχω ζήσει τη χώρα σε όλες τις ιστορικές περιόδους της, δεν στέκομαι παρατηρητής και βέβαια δεν μπορώ να τη συγκρίνω με τον παράδεισο της παιδικής ηλικίας».
- Αισθάνεστε να σας πληγώνει κάτι στην Ελλάδα σήμερα;«Με ενοχλούν ο κυνισμός και η απαξίωση που παρατηρώ τελευταίως για τους θεσμούς και την πολιτική».
- Ποιο είναι το πρώτο πράγμα που θέλετε να κάνετε όταν έρχεστε στην Αθήνα;«Να βλέπουμε τους αγαπημένους μας φίλους, που μας μένουν πιστοί. Να ανταλλάσσουμε νέα, να συζητάμε για πολιτική και για λογοτεχνία. Η φιλία έχει άλλη ποιότητα στην Ελλάδα. Το κακό είναι ότι σε αυτή την ηλικία οι φίλοι φεύγουν σιγά σιγά, και αυτό μας μελαγχολεί».
- Υπάρχει κάτι που εύχεστε να είχατε κάνει;«Δύσκολο να απαντήσω. Στην ηλικία μου έχω κάνει πολλά και είμαι ευχαριστημένος. Και οι δυο μας είχαμε μια πολύ καλή ζωή και η Ελλάδα έπαιξε σημαντικό ρόλο σε αυτό. Το ότι ερχόμασταν εδώ κάθε χρόνο, αυτή η διπλή ζωή, μας πλούτισε πολύ. Οχι μόνο το έργο μου αλλά και την καθημερινότητά μας».
«Δεν υπάρχει αμερικανός ποιητής που να μην ξέρει τον Καβάφη»
- Υπάρχει ενδιαφέρον για την ελληνική λογοτεχνία στην Αμερική σήμερα;«Οταν ξεκίνησα, το 1968 που ιδρύσαμε το Μodern Greek Studies Αssociation, ήμασταν μονάχα πέντε άνθρωποι που ενδιαφερόμασταν για τη νεοελληνική λογοτεχνία και ιστορία. Τώρα προγράμματα νεοελληνικού πολιτισμού υπάρχουν σε πολλά πανεπιστήμια και έχουν δημιουργηθεί θέσεις για μελετητές, γιατί το θέμα είναι όσοι ενδιαφέρονται για το αντικείμενο να μπορούν να βρουν μετά αντίστοιχη δουλειά. Η λογοτεχνία μόνη της δεν μπορεί να σταθεί, αλλά μαζί με τη γλώσσα, την ιστορία και τον πολιτισμό ή στο πλαίσιο συγκριτικών σπουδών επιβιώνει. Από την άλλη έχει αυξηθεί πολύ το ενδιαφέρον για τις κλασικές σπουδές και σε κάποιες έδρες γίνεται ένα άνοιγμα και προς τον βυζαντινό και τον νεοελληνικό πολιτισμό ως συνέχεια του αρχαίου».
- Ποιοι έλληνες ποιητές είναι πιο δημοφιλείς στην Αμερική;
«Ο Καβάφης, με διαφορά. Μόνο από το 2000 έχουν εκδοθεί επτά νέες μεταφράσεις του συνόλου των ποιημάτων του και ετοιμάζεται ακόμη μία. Δεν υπάρχει αμερικανός ποιητής που να μην τον γνωρίζει. Ο Σεφέρης είναι βασικός, αλλά δεν έχει μεταφραστεί πολύ. Ο Ρίτσος είναι πολύ γνωστός. Ο Ελύτης λιγότερο. Μεταξύ των συγγραφέων, αυτά. Το ευρύ κοινό των 50 Πολιτειών των ΗΠΑ δεν νομίζω ότι ενδιαφέρεται για την ελληνική λογοτεχνία».