Μύηση στον μικρόκοσμο | |
1.- Ο Βούδας είπε: Οταν τα σοφά λόγια εξωθούνται ώς το παράδοξο τρίζει η σιωπή και τρέμει σύγκορμη η φράση από τον βάρβαρο συριγμό κακοποιημένων γρίφων Αφησα τον Βούδα να παραπαίει στα όρια του παράτολμου και βγήκα παγανιά για τις μαινάδες Από τότε που ασκήτεψα στα πέρα μέρη οι μαινάδες είναι το πιστό σκυλολόι που με τραβολογάει και το τραβολογάω από έπαρση σε έκσταση και από έκσταση σε έπαρση Με τα χρόνια η δυστυχία στέρεψε τον οίκτό μου για τις μαινάδες Χωρίς τύψεις τώρα τις κρεμάω στης ειρκτής το ικρίωμα Τις πιο καλοθρεμμένες από δαύτες τις τσιγαρίζω στο τηγάνι Μετρώ τα κόκκαλα στις πανούργες, τις κακότροπες τις θρυμματίζω Τις χώνω πρόχειρα σ' ένα τσουβάλι και τις ταχυδρομώ στον αγύριστο Αλλά πάντα βρίσκουν τρόπο κι επιστρέφουν μανιασμένες και με μίσος μ' αδειάζουν στο βάραθρο της ποίησης 2.- Τι μουσική αντηχεί από τον Κάτω στον Επάνω Κόσμο; αναρωτήθηκα Μικρά γλωσσίδια χαλκού μπλέχτηκαν στο φως του Ονειροκρίτη Κι όταν ο Μέγας Ουρανός την εφιαλτική λεζάντα του προβάλλει Ολοι εμείς ψαρόμορφα πτηνά που στον κοσμικό χυλό κάθε μικρογραμμάριο ορυκτής ύλης ανόσια προσμετράμε δίνουμε το παρών στο Πρόσκαιρο σα νεοσύλλεκτοι φαντάροι Αλλά πόθεν θα βρούμε το κουράγιο να μιλάμε; 3.- Επινοήστε τα δεινά σας αδελφοί και καταθέστε τα τέλη πυροβασίας Στον ζοφερό Τελώνη του Ζόφου χειροδεθείτε Ταξιδέψτε παράλληλα από παράλληλο σε παράλληλο κι όπου βρείτε ευθεία γραμμή και ίσιο προορισμό αγνοείστε τον Με μία κάθετη εφόρμηση διαγράψτε του βίου σας την ουτοπική γεωμετρία Αφεθείτε στο εφήμερο σαν μικρά βοτσαλάκια της ακτής Κι αν ξεχαστείτε στον ψίθυρο της θάλασσας με παλιές καραβέλες, ας ταξιδέψετε στις Νέες Ινδίες 4.- Στις πολιτείες του ψύχους Ο πάγος διαλέγει για σπίτι του τη γη Για να διώξουμε τον χειμώνα είπε ο Βούδας Πρέπει να κρεμάσουμε τον υλιστή με τα πόδια στο ταβάνι Στο κεφάλι του υλιστή να κρεμάσουμε ένα βαρίδι Και στο βαρίδι πάνω να δέσουμε μια νεκροκεφαλή Και μέσα στην νεκροκεφαλή να φυτέψουμε ένα λιβάδι Και στο λιβάδι αυτό να φυτρώνουν παπαρούνες 5.- Σ' ένα βρόμικο χάνι στη μέση του πουθενά ο Βούδας αντίκρισε κατάκοπους σκαφτιάδες δίπλα σε κατάκοιτους γραφιάδες και τους μίλησε από καρδιάς και τους είπε Ονειρο είναι το καβούκι που μπορείς στο μισοσκότεινο στέρνο του να μισοκρυφτείς Τις ακατέργαστες μορφές των σκιών να βλέπεις ανακυκλώνοντας στο βλέμμα σου τις εκλάμψεις από ένα παρελθόν αληθινά σκοτεινό κι απελπισμένο Να μπλέκουν τερατάκια στα πόδια σου και πνεύματα στο μυαλό σου και να τα κάνουν όλα φωτιά και στάχτη Να περπατάς στον αέρα σαν φτερωτός θεός ή να πέφτεις στη θάλασσα σαν ανυπάκουη οβίδα Το χάνι σείστηκε από τα γέλια Ο Βούδας τότε έδειξε τον Βούδα στον Βούδα και είπε Κανείς από όλους εμάς εδώ κάτω στον πάτο του βαρελιού Δεν είδε τον κόσμο ανεβασμένος στο καπάκι του Το μόνο που βλέπουμε τόσα χρόνια είναι το βαρέλι να γεμίζει και ν' αδειάζει νυχθημερόν σε μια μονότονη χωροχρονική εναλλαγή που διώχνει κι επαναφέρει στο προσκήνιο κενό και πληρότητα σαν αλληλοεξοντωμένες δυναστείες Το μόνο π' αδειάζει μονομιάς και το μόνο που γεμίζει μονομιάς είναι η σκέψη Μόνο όταν αδειάζει και γεμίζει η σκέψη οι πολιτείες πλαταίνουν οι άνθρωποι ψηλώνουν ο καπνός ανεβαίνει στον ουρανό το θυμίαμα καίγεται στα πόδια της αβύσσου και τα πόδια ψηλώνουν ώς το βάθρο της υπομονής Πηγή |
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αλέξανδρος Αραμπατζής. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αλέξανδρος Αραμπατζής. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Τετάρτη 28 Μαΐου 2014
Αλέξανδρος Αραμπατζής
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)