Σε σπίτια με στεγνούς λαβομάνους που μυρίζαν χλώριο,
δίχως σταύλους/
μεγαλώσαμε τα παιδιά μας/
σα δαμάλες με χαλκά,
ή σαν ταυράκια,
μας σιχάθηκα
κι έτσι περπάτησα τους δρόμους
δίχως να διασταυρωθώ με τα βλέμματα/
συντετριμμένος/
σα να ήμουν γυμνός
από τη μέση και κάτω
κι όταν ρωτήθηκα είπα:
-εγώ να σας πω;
ρωτήστε το σπίρτο που παρήγαγε/
ρωτήστε το άζωτο και την τριβή/
το αιχμηρό έγκαυμα
επιτέλους διατυπώστε/
και ιδού:
ο λαιμός της που εκτεινόταν
στην καμπύλη της κνήμης/
-ένας βαθύς ψαλμός υπόβαθος-
άπλωσε τις αράχνες του στο εξασθενές της στέρνο,
πουλί δεν ακουγόταν,
η Αντιγόνη – τυφλή – με τα δάχτυλα,
χτένιζε τις θρυαλίδες του μιάσματος
από το αμβλύ της στόμα/
φθινόπωρο δεν ήταν
ένας κάμπος με βράχους
άχρωμος
όλο το νερό σιδερωμένο/
κι η ζωή δεν ανέβαινε με τίποτα
στο λαστιχένιο βάθρο/
“αδιάφορη” τη λέγαμε παλιά/
αυτήν την ισορροπία/
γι αυτό γελούσα/
εγώ, από μόνος μου
τι να εξηγήσω;
ούτε τα ονόματα των απόντων δεν ανακαλώ/
photo: Lewis Carroll (1832-1898)
Alexandra “Xie” Kitchin as Chinese “Tea-Merchant” (on Duty)
1873
Albumen print
19.8 x 15.2 cm
Städel Museum, Frankfurt am Main
Photo: Städel Museum – ARTOTHEK
Alexandra “Xie” Kitchin as Chinese “Tea-Merchant” (on Duty)
1873
Albumen print
19.8 x 15.2 cm
Städel Museum, Frankfurt am Main
Photo: Städel Museum – ARTOTHEK