1. Η Λέσχη 1961
2. Η Αριάγνη 1962
3. Η νυχτερίδα 1965
Στρατής Τσίρκας
2. Η Αριάγνη 1962
3. Η νυχτερίδα 1965
Στρατής Τσίρκας
Οι Ακυβέρνητες Πολιτείες του Στρατή Τσίρκα καλύπτουν, κατά κύριο λόγο, τα γεγονότα της περιόδου 1942-1944, την πιο κρίσιμη, δηλαδή, περίοδο του Β΄ παγκοσμίου πολέμου ενώ, ταυτόχρονα, το έργο περιλαμβάνει σκηνές από την ιστορία της αποικιακής Αιγύπτου, τον 19ο αιώνα, καθώς επίσης και από την μετεμφυλιακή Ελλάδα του δεκαετίας του '50. Ο χρόνος και ο τόπος της αφήγησης εναλλάσσεται γύρω από τρεις πόλεις στις οποίες εξελίσσεται η μυθιστορηματική δράση. Στην Ιερουσαλήμ της Λέσχης, στο Κάιρο της Αριάγνης και στην Αλεξάνδρεια της Νυχτερίδας παρακολουθούμε τις μετακινήσεις των μυθιστορηματικών προσώπων, τα οποία παρασύρονται από τις "τύχες του πολέμου", την προσφυγική διασπορά και τον αντιφασιστικό αγώνα. Σταθμοί της αφήγησης, η επίθεση του Ρόμελ και η αναγκαστική προσφυγιά των πληθυσμών της Μέσης Ανατολής στην Ιερουσαλήμ, το καλοκαίρι του 1942 (Λέσχη), τα γεγονότα της διάλυσης της Β΄ Ταξιαρχίας των ενόπλων δυνάμεων τον Ιούλιο του 1943 (Αριάγνη), και το κίνημα του Απρίλη του 1944 (Νυχτερίδα). Ο συγγραφέας συντάσσει μια λογοτεχνική μαρτυρία με στόχο την αποκατάσταση της αντίστασης στη Μέση Ανατολή αλλά και την παράλληλη ανάδειξη των «κομμένων κεφαλών», των προσώπων και των μηχανισμών που συντέλεσαν στην περιθωριοποίηση και στο στιγματισμό των πρωταγωνιστών του Απρίλη του 1944. Ιστορία, έρωτας και πολιτική: ένα τρίγωνο, που ενώνει τα ανθρώπινα πάθη με τους κοινωνικούς αγώνες. Η περιπλάνηση των ηρώων στον καινούριο, κάθε φορά, χώρο των "ακυβέρνητων πολιτειών" φέρνει στο προσκήνιο την οπτική γωνία του ξένου, του πρόσφυγα, του εξόριστου, του κυνηγημένου. Ένας μικρόκοσμος, που αποτυπώνει όλη την παθολογία του πολέμου: το φόβο του θανάτου και την αγωνία της επιβίωσης, τις ψυχικές αντιστάσεις και το αγωνιστικό φρόνημα, τις ανθρώπινες αδυναμίες, τη συνάντηση και την αναμέτρηση με τον ?λλο. Κεντρικός ήρωας της τριλογίας, ο Μάνος Σιμωνίδης· ένας τριαντάρης αριστερός διανοούμενος που έρχεται μετά το αλβανικό μέτωπο στη Μέση Ανατολή, και συνδέεται με τις παράνομες αντιφασιστικές οργανώσεις. Παντού «περαστικός και ξένος», θα ακολουθήσει τους δρόμους της καρδιάς και θα βαδίσει πάνω στα ίχνη της μνήμης. Εστιάζοντας το ιστορικό του βλέμμα στις ακυβέρνητες πολιτείες του 20ού αιώνα, ο Τσίρκας δεν μάς προσφέρει μόνο μια τοιχογραφία των ιστορικών περιπετειών που γνώρισε η μεταπολεμική Ελλάδα, αλλά μάς προσφέρει κι ένα σπουδαίο λογοτεχνικό διαβατήριο για να ταξιδέψουμε στο σήμερα. «Γεροσόλυμα, Κάιρο, Αλεξάνδρεια... Μεσ' στις μεγάλες πολιτείες της Ανατολής τριγυρνάμε, δίνουμε ραντεβού, ξαναχωρίζουμε, κι από πάνω μας το ίδιο φεγγάρι· μας κυνηγάει σα να μας μάχεται». Διάλογο με την Ιστορία χαρακτήρισε ο συγγραφέας το έργο του. Μέσα από τον σχολιασμό της νέας έκδοσης της τριλογίας, που φωτίζει τα ιστορικά δρώμενα, αναδεικνύεται επίσης και ο διάλογος του συγγραφέα με τη μεγάλη λογοτεχνική ευρωπαϊκή παράδοση και τον μοντερνισμό.
Μ' αυτό το ιστορικό υλικό δε γράφεται βέβαια το χρονικό της Αντίστασης αλλά ένα έργο φαντασίας. Η γλώσσα του, πειραματική, ρηξικέλευθη, πρόκειται κι αυτή να ξαφνιάσει. Σπάνια βρίσκουμε στις Ακυβέρνητες Πολιτείες την άμεση αφήγηση ενός γεγονότος, κι αυτό σε περιπτώσεις όπου η επική αναπαράσταση έρχεται να συμπυκνώσει πολλές ατομικές συμπεριφορές, να τις σχολιάσει αντιστικτικά ή να δημιουργήσει δραματική κορύφωση. Η επική αφήγηση δηλαδή γίνεται στοιχείο της αισθητικής οικονομίας. Το ιστορικό γεγονός φιλτράρεται μέσα από τις συνειδήσεις των ηρώων. Το παρακολουθούμε, πολυδιάστατο, στις διαφορετικές εκδοχές και τις προεκτάσεις του να εν-σωματώνεται σε πολλές ζωές. Οι απηχήσεις του στον ψυχισμό των ηρώων, οι αλλοιώσεις που φέρνει στις σχέσεις τους οργανώνουν και τη μυθιστορηματική πλοκή. Μια πλοκή που το άλλο νήμα της είναι ο έρωτας. Με καταλύτη τον πόλεμο, ο έρωτας βιώνεται σαν αίσθηση οξυμένη - ακαριαία και αιώνια. Ο συγγραφέας πλέκει έτσι τα δυο νήματα, ώστε, βάζοντας μεγάλα σύνολα σε κίνηση, να καταγράφει τους ελάχιστους ψυχικούς κραδασμούς.
Η λαίλαπα του φασισμού δημιουργεί μια κατάσταση κατακλυσμιαία. Διάσπαση των μετώπων, διάσπαση των συνειδήσεων, ένας κόσμος που καταρρέει, «ακυβέρνητος», σχετικοποίηση της αλήθειας. Διασταύρωση ανθρώπων με τις πιο διαφορετικές καταβολές και εμπειρίες, απόψεις, ηθικές αξίες. Και μέσα σ' όλα αυτά, η προβολή σ' ένα μέλλον, το όνειρο και το όραμα. Η γραφή αντιστοιχεί σ' αυτές τις ποικιλότροπες κοινωνικές και ψυχικές καταστάσεις. Ο ρεαλισμός εναλλάσσεται με τη φαντασίωση, το επικό στοιχείο με τον εσωτερικό μονόλογο της αυτοανάλυσης, ο νατουραλισμός με το λυρισμό. Αλλά προπάντων, τις διαφορετικές και αντιφατικές προσλήψεις της πραγματικότητας θα τις εκφράσουν οι τρεις φωνές, στο πρώτο πρόσωπο η φωνή του «κεντρικού» ήρωα-μάρτυρα, στο δεύτερο, τα «εις εαυτόν», η εσωτερική φωνή των ηρώων, στο τρίτο η φωνή του συγγραφέα αφηγητή. Η δομή του μυθιστορήματος, το τεμάχισμά του, ανταποκρίνεται στην ανάγκη μιας τέτοιας σύνθεσης. Τις ακυβέρνητες πολιτείες μάς τις γνωρίζουν πολλοί. Καθένας από τη δική του σκοπιά, με την υποκειμενική, μερική του σύλληψη συμβάλλει στο να κυκλωθεί το ίδιο γεγονός, προωθώντας παράλληλα τη μυθιστορηματική δράση. Οι φωνές εναλλάσσονται ρυθμικά στους τρεις τόμους του βιβλίου. Αλλά τα πρόσωπα που τις δανείζονται δεν είναι τα ίδια. Έτσι, ήρωες και εκδοχές πολλαπλασιάζονται. Άλλωστε το τριαδικό αυτό σχήμα σπάζει ουσιαστικά κι από άλλες καινοτομίες του συγγραφέα. Κάποτε το αφηγηματικό τρίτο πρόσωπο υιοθετεί την οπτική κάποιου ήρωα, αυτό γίνεται στην περίπτωση της Αριάγνης που, ενώ δε μιλάει ποτέ η ίδια, έχουμε την αίσθηση πως την ακούμε, ο τόνος είναι εμποτισμένος από τον ψυχισμό της, ακολουθεί τις χειρονομίες της, ζεσταίνεται με τη φωνή της. Άλλοτε πάλι το τρίτο πρόσωπο είναι το προσωπείο κάποιου ήρωα, όπως το αποκαλύπτουμε π.χ. στις «υπηρεσιακές» εκθέσεις του Ρούμπυ Ρίτσαρντς. Οι καινοτομίες είναι πιο εντυπωσιακές στα κεφάλαια όπου χρησιμοποιείται το δεύτερο πρόσωπο. Μονόλογοι που ζητούν να εκφράσουν κάποια εσωτερική σύγκρουση, είτε πρόκειται για τη σχιζοφρενική υστερία της φράου Άννας, είτε για τον Παράσχο, διχασμένο ανάμεσα στο «χλωρό παράδεισο» των παιδικών ονείρων και στην τρεχάμενη ζωή του - διαγράφουν τα «κινήματα της φαντασίας». Συνειρμικοί δαίδαλοι, σιωπές, ανολοκλήρωτες σκέψεις μέσα σ' ανολοκλήρωτες φράσεις, απότομες μεταπτώσεις αισθημάτων, άρα και τόνων, δίνουν την εσωτερική προοπτική με μια ποιητική άνεση γραφής. Ένα ένα αυτά τα στοιχεία μπορεί και να μην είναι πρωτότυπα, αν το αίτημα είναι η πρωτοτυπία. Το επίτευγμα εδώ είναι η σύνδεσή τους, το χώνεμά τους σε μια αριστοτεχνική και ρωμαλέα σύνθεση, με τελικό αποτέλεσμα ένα μυθιστόρημα ρεαλιστικό, οριακό, με συνεχείς απογειώσεις, και μια ποίηση που δένει την παράδοση του έπους και του λυρισμού. Όπως και να 'ναι, ένας καινούργιος λόγος μέσα στα νεοελληνικά γράμματα.
Χρύσα Προκοπάκη
Μ' αυτό το ιστορικό υλικό δε γράφεται βέβαια το χρονικό της Αντίστασης αλλά ένα έργο φαντασίας. Η γλώσσα του, πειραματική, ρηξικέλευθη, πρόκειται κι αυτή να ξαφνιάσει. Σπάνια βρίσκουμε στις Ακυβέρνητες Πολιτείες την άμεση αφήγηση ενός γεγονότος, κι αυτό σε περιπτώσεις όπου η επική αναπαράσταση έρχεται να συμπυκνώσει πολλές ατομικές συμπεριφορές, να τις σχολιάσει αντιστικτικά ή να δημιουργήσει δραματική κορύφωση. Η επική αφήγηση δηλαδή γίνεται στοιχείο της αισθητικής οικονομίας. Το ιστορικό γεγονός φιλτράρεται μέσα από τις συνειδήσεις των ηρώων. Το παρακολουθούμε, πολυδιάστατο, στις διαφορετικές εκδοχές και τις προεκτάσεις του να εν-σωματώνεται σε πολλές ζωές. Οι απηχήσεις του στον ψυχισμό των ηρώων, οι αλλοιώσεις που φέρνει στις σχέσεις τους οργανώνουν και τη μυθιστορηματική πλοκή. Μια πλοκή που το άλλο νήμα της είναι ο έρωτας. Με καταλύτη τον πόλεμο, ο έρωτας βιώνεται σαν αίσθηση οξυμένη - ακαριαία και αιώνια. Ο συγγραφέας πλέκει έτσι τα δυο νήματα, ώστε, βάζοντας μεγάλα σύνολα σε κίνηση, να καταγράφει τους ελάχιστους ψυχικούς κραδασμούς.
Η λαίλαπα του φασισμού δημιουργεί μια κατάσταση κατακλυσμιαία. Διάσπαση των μετώπων, διάσπαση των συνειδήσεων, ένας κόσμος που καταρρέει, «ακυβέρνητος», σχετικοποίηση της αλήθειας. Διασταύρωση ανθρώπων με τις πιο διαφορετικές καταβολές και εμπειρίες, απόψεις, ηθικές αξίες. Και μέσα σ' όλα αυτά, η προβολή σ' ένα μέλλον, το όνειρο και το όραμα. Η γραφή αντιστοιχεί σ' αυτές τις ποικιλότροπες κοινωνικές και ψυχικές καταστάσεις. Ο ρεαλισμός εναλλάσσεται με τη φαντασίωση, το επικό στοιχείο με τον εσωτερικό μονόλογο της αυτοανάλυσης, ο νατουραλισμός με το λυρισμό. Αλλά προπάντων, τις διαφορετικές και αντιφατικές προσλήψεις της πραγματικότητας θα τις εκφράσουν οι τρεις φωνές, στο πρώτο πρόσωπο η φωνή του «κεντρικού» ήρωα-μάρτυρα, στο δεύτερο, τα «εις εαυτόν», η εσωτερική φωνή των ηρώων, στο τρίτο η φωνή του συγγραφέα αφηγητή. Η δομή του μυθιστορήματος, το τεμάχισμά του, ανταποκρίνεται στην ανάγκη μιας τέτοιας σύνθεσης. Τις ακυβέρνητες πολιτείες μάς τις γνωρίζουν πολλοί. Καθένας από τη δική του σκοπιά, με την υποκειμενική, μερική του σύλληψη συμβάλλει στο να κυκλωθεί το ίδιο γεγονός, προωθώντας παράλληλα τη μυθιστορηματική δράση. Οι φωνές εναλλάσσονται ρυθμικά στους τρεις τόμους του βιβλίου. Αλλά τα πρόσωπα που τις δανείζονται δεν είναι τα ίδια. Έτσι, ήρωες και εκδοχές πολλαπλασιάζονται. Άλλωστε το τριαδικό αυτό σχήμα σπάζει ουσιαστικά κι από άλλες καινοτομίες του συγγραφέα. Κάποτε το αφηγηματικό τρίτο πρόσωπο υιοθετεί την οπτική κάποιου ήρωα, αυτό γίνεται στην περίπτωση της Αριάγνης που, ενώ δε μιλάει ποτέ η ίδια, έχουμε την αίσθηση πως την ακούμε, ο τόνος είναι εμποτισμένος από τον ψυχισμό της, ακολουθεί τις χειρονομίες της, ζεσταίνεται με τη φωνή της. Άλλοτε πάλι το τρίτο πρόσωπο είναι το προσωπείο κάποιου ήρωα, όπως το αποκαλύπτουμε π.χ. στις «υπηρεσιακές» εκθέσεις του Ρούμπυ Ρίτσαρντς. Οι καινοτομίες είναι πιο εντυπωσιακές στα κεφάλαια όπου χρησιμοποιείται το δεύτερο πρόσωπο. Μονόλογοι που ζητούν να εκφράσουν κάποια εσωτερική σύγκρουση, είτε πρόκειται για τη σχιζοφρενική υστερία της φράου Άννας, είτε για τον Παράσχο, διχασμένο ανάμεσα στο «χλωρό παράδεισο» των παιδικών ονείρων και στην τρεχάμενη ζωή του - διαγράφουν τα «κινήματα της φαντασίας». Συνειρμικοί δαίδαλοι, σιωπές, ανολοκλήρωτες σκέψεις μέσα σ' ανολοκλήρωτες φράσεις, απότομες μεταπτώσεις αισθημάτων, άρα και τόνων, δίνουν την εσωτερική προοπτική με μια ποιητική άνεση γραφής. Ένα ένα αυτά τα στοιχεία μπορεί και να μην είναι πρωτότυπα, αν το αίτημα είναι η πρωτοτυπία. Το επίτευγμα εδώ είναι η σύνδεσή τους, το χώνεμά τους σε μια αριστοτεχνική και ρωμαλέα σύνθεση, με τελικό αποτέλεσμα ένα μυθιστόρημα ρεαλιστικό, οριακό, με συνεχείς απογειώσεις, και μια ποίηση που δένει την παράδοση του έπους και του λυρισμού. Όπως και να 'ναι, ένας καινούργιος λόγος μέσα στα νεοελληνικά γράμματα.
Χρύσα Προκοπάκη