Σάββατο 3 Μαΐου 2014

Ιωάννα Αβραμίδου



Γεννήθηκε στη Δράμα, όπου ολοκλήρωσε τις σπουδές πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Σπούδασε φιλολογία στο ΑΠΘ , Γλωσσολογία στο Πανεπιστήμιο του Τύμπινγκεν στη Γερμανία και μετάφραση στη Σχολή Μετάφρασης και Διερμηνείας της Κέρκυρας Μιλά Γαλλικά, Γερμανικά, Αγγλικά, Ιταλικά και Ισπανικά Εργάστηκε από το 1980 έως το 2001 στην Επιτροπή της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις Βρυξέλλες απ' όπου και συνταξιοδοτήθηκε πρόωρα Έκτοτε ασχολείται με τη μετάφραση λογοτεχνικών και φιλοσοφικών κειμένων και συνεργάζεται με πολλά λογοτεχνικά περιοδικά όπου δημοσιεύει μεταφράσεις. Η Ιωάννα Αβραμίδου επιλέγει να μεταφράζει κείμενα, ποίηση, φιλοσοφία, τα οποία τα οποία αγγίζουν τη δικιά της αισθητική και με συνέπεια μας μεταφέρει το πνεύμα του ξενόγλωσσου πρωτότυπου δημιουργώντας κατά την άποψη μου, ένα καινούργιο λογοτεχνικό κείμενο που στέκεται δίπλα στο αρχικό κείμενο. Αυτό που με έκανε να παρουσιάσω το συνολικό της έργο και κυρίως τη ποίηση είναι το ότι η ίδια, με ένα έμφυτο ήθος και σεμνότητα για τη δουλειά της, είναι συνήθως ολιγόλογη σε ό,τι έχει κάνει.


Ανδρέας Καρακόκκινος


ΠΑΟΥΛ ΤΣΕΛΑΝ
ΣΗΜΕΡΑ ΚΑΙ ΑΥΡΙΟ
Έτσι στέκομαι, πετρωμένος, στον
μακρινό τόπο, όπου σε οδήγησα:
Διαβρωμένες

από τη βροχή της άμμου οι δυο
κόγχες στην κάτω παρυφή του μετώπου.
Σκοτάδι αποκαλύπτεται
εντός.

Καταθρυμματισμένο
από σφυριά που σείονταν σιωπηλά
το σημείο,
όπου με άγγιξε το φτερωτό μάτι.

Πιο πίσω,
σφηνωμένο στον τοίχο,
το σκαλί,
πάνω του κάθεται η ανάμνηση.

Προς τα δω
στάζει, φορτωμένη με δώρα της νύχτας,
μια φωνή
απ’ όπου αντλείς για να πιεις.

[Μετάφραση: Ιωάννα Αβραμίδου]
Γλωσσικό Πλέγμα, ΑΓΡΑ, 2012



Jacques Prévert

Τα παιδιά που αγαπιούνται...
"Τα παιδιά που αγαπιούνται,
φιλιούνται όρθια,
ακουμπώντας στις πόρτες της νύχτας
Κι οι περαστικοί τα δείχνουν με το δάχτυλο.
Μα τα παιδιά που αγαπιούνται
δεν τους νοιάζει κανένας
μόνο ο ίσκιος τους τρέμει
μέσα στη νύχτα
προκαλώντας θυμό στους διαβάτες
θυμό, περιφρόνηση, γέλιο και ζήλεια
τα παιδιά που αγαπιούνται
δεν τους νοιάζει κανένας
είναι πολύ πιο μακριά απ' ότι είν' η νύχτα
πολύ πιο ψηλά απ' ό,τι είν' η μέρα
μέσα στην εκθαμβωτική φωτεινότητα
του πρώτου τους έρωτα" 
Jacques Prévert, (1900-1977) : Les enfants qui s'aiment - Children Lovers 




Λουί Αραγκόν

Ωραία μου αγάπη, ακριβή μου αγάπη, δική μου πληγή
Σε κουβαλάω μέσα μου σαν πληγωμένο πουλί
Κι εκείνοι εκεί δίχως να ξέρουν μας βλέπουν να περνάμε
Και ψιθυρίζουν μαζί μου των λέξεών μου το υφάδι
Που για τα μεγάλα μάτια σου πεθάναν στη στιγμή
Δεν υπάρχει αγάπη ευτυχισμένη
Είναι κιόλας αργά όσο μαθαίνεις να ζεις
Και μες στη νύχτα στην ένωση η καρδιά σου κι η καρδιά μου θρηνεί
Πόσος πόνος μας πρέπει για ένα έστω τραγούδι
Πόσες λύπες για να πληρώσεις τα ρίγη
Για μιας κιθάρας την άρια πόσοι ολοφυρμοί
Δεν υπάρχει αγάπη ευτυχισμένη […]

Λουί Αραγκόν

ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΤΗΣ EΛΣΑΣ
Τόσο βαθιά τα μάτια σου πού όταν έσκυψα μέσα τους να πιω
Είδα όλους τους ήλιους σ' αυτά να καθρεφτίζονται
Όλους τους απελπισμένους να πέφτουν μέσα να πνιγούν
Τόσο βαθιά τα μάτια σου που εκεί τη μνήμη χάνω
Στον ίσκιο των πουλιών θολός ωκεανός
Κι αλλάζουνε τα μάτια σου σαν γίνεται αίθριος ο καιρός
Πάν’ στων αγγέλων την ποδιά σμιλεύει το καλοκαίρι νέφη
Ποτέ δεν είναι ο ουρανός όσο πάνω απ’ τα στάχυα γαλανός
Μάταια διώχνουν οι άνεμοι τη θλίψη του γλαυκού
Πιο φωτεινά τα μάτια σου απ’ το γλαυκό
Σαν λάμπει μέσα τους ένα δάκρυ
Ο ουρανός μετά από βροχή τα μάτια σου ζηλεύει

Τόσο γαλάζιο το γυαλί είν’  μόνο όταν σπάσει
Μάνα με τους πόνους τους επτά, ω, νοτισμένο φως
Επτά ρομφαίες τρύπησαν το πρίσμα των χρωμάτων
Η μέρα είναι πιο σκληρή παρά όταν θρηνεί
Η μελανόστικτη ίριδα πιο γαλανή όταν πενθοφορεί
Όταν δυστυχούν τα μάτια σου διπλό ανοίγουν ρήγμα
Όπου αναπαράγεται το θαύμα των Μάγων των τριών
Όπως όταν αντίκρισαν με κείνο το καρδιοχτύπι
Της Παναγιάς το φόρεμα να κρέμεται στη φάτνη
Ένα μονάχα στόμα θά ’φτανε το Μάιο στις λέξεις
Για όλα τα τραγούδια και όλους τους καημούς
Ένα κομμάτι απ’ το στερέωμα για εκατομμύρια αστέρια
Τα μάτια σου και τα δίδυμά τους μυστικά ήταν αρκετά γι’ αυτό
Ένα παιδί εκστατικό μπρος σε ωραίες εικόνες
Τα μάτια δεν ανοίγει τόσο διάπλατα
Δεν ξέρω εάν ψέματα λες όταν ανοίγουν τα δικά σου μάτια
Θα ’λεγες η βροχή ανοίγει αγριολούλουδα
Κρύβουνε τάχα αστραπές μες στη λεβάντα αυτή
Όπου τα έντομα αφήνουν τους έρωτες τους φλογερούς
Όπως ο ναύτης που στο πέλαγος Αύγουστο μήνα θνήσκει
Στων διαττόντων πιάστηκα το δίχτυ
Τράβηξα αυτό το ράδιο από πισσουρανίτη
Και έκαψα τα χέρια μου στην απαγορευμένη τη φωτιά
Ω, παράδεισέ μου εσύ εκατό φορές σ’ έχασα σε βρήκα
Το Περού μου είναι τα μάτια σου Γολκόνδη μου και Ινδία
Κι ήρθ' ένα βράδυ που το σύμπαν έγινε κομμάτια τρία
Πάνω σε υφάλους που τους έβαλαν φωτιά οι ναυαγοί
ΚΙ εγώ έβλεπα πάνω απ' τη θάλασσα ν’ αστράφτουν
Τα μάτια της Έλσας τα μάτια της Έλσας τα μάτια

ΠΩΛ ΕΛΥΑΡ

Η ΕΡΩΤΕΥΜΕΝΗ
Στέκεται ορθή στα βλέφαρά μου
Και τα μαλλιά της μέσα στα δικά μου
Έχει το σχήμα των χεριών μου
Έχει το χρώμα των ματιών μου
Βυθίζεται μες στη σκιά μου
Όπως μια πέτρα στον αιθέρα
Έχει τα μάτια πάντα ανοιχτά.
Και δεν μ’ αφήνει σε ύπνο να γείρω
Τα όνειρά της μέσα στο γέμα
Εξατμίζουν τον ήλιο
Με κάνουν να γελώ, να κλαίω να γελώ
Να μιλώ δίχως κάτι να έχω να πω 

ΠΩΛ ΕΛΥΑΡ 

Σου το’ πα για τα σύννεφα 
Σου το ’πα για το πελαγίσιο δέντρο
Για κάθε κύμα για τα πουλιά μες στα φυλλώματα
Για του θορύβου τα βότσαλα
Για τα χέρια τα γνώριμα
Για το μάτι που γίνεται πρόσωπο ή τοπίο  
Και ο ύπνος του επιστρέφει του ουρανού
Το γαλάζιο
Για όλη την νύχτα που ήπια
Για των δρόμων τον φράχτη
Για το ανοιχτό παράθυρο την ελεύθερη θέα
Σου το ’πα για τις σκέψεις σου τις λέξεις σου
Κάθε χάδι κάθε εμπιστοσύνη επιζούν

ΠΑΜΠΛΟ ΝΕΡΟΥΔΑ

Δεν σ’ αγαπώ σαν νά ’σουν ρόδο της αλμύρας, τοπάζι
ή βέλος γαρύφαλου που σκορπά φωτιά:
σ’ αγαπώ όπως αγαπιούνται κάποια ρόδα σκοτεινά
Μυστικά, ανάμεσα σε ψυχή και σκιά
Σ’ αγαπώ σαν το φυτό που δεν ανθοφορεί και μέσα του
Κουβαλά, κρυμμένο, το φως από τα άνθη του
Χάρη στον έρωτά σου μέσα στο κορμί μου ζει το σκοτεινό
Και συμπυκνωμένο άρωμα που βγαίνει απ’ τη γη.
Σ’ αγαπώ δίχως να ξέρω πώς, ούτε πότε ούτε κι από πού,
σ’ αγαπώ απλά, δίχως προβλήματα κι υπερηφάνεια καμιά:
έτσι σ’ αγαπώ γιατί δεν ξέρω αλλιώς ν αγαπώ
παρά μόνον με τον τρόπο να μην είμαι εγώ και να μην είσαι εσύ
τόσο κοντά που το χέρι σου στο στήθος μου να είναι το δικό μου,
τόσο κοντά που να κλείνουνε τα μάτια σου πάνω στο όνειρό μου.


Ράινερ Μαρία Ρίλκε

Μεγάλος είν' ο θάνατος
κι εμείς τα γελαστά του στόματα
όταν νομίζουμε πως είμαστε
στο μέσον της ζωής μας
αυτός τολμά να κλάψει
στο κέντρο της ψυχής μας

Εκτός από τις πιο πάνω μεταφράσεις, η Ιωάννα έχει μεταφράσει από τα Ελληνικά και ποιήματα κάποιων φίλων ποιητών.

Παραθέτω μερικά.

Χλόη Κουτσουμπέλη

"Σε"
όπως εσύ,
ένα άλλο πλάσμα που κρυώνει και φοβάται.
Κι ύστερα αιώνες μοναξιάς
ώσπου να ξεπροβάλλει το ρήμα,
πρωτόγονο και σκεβρωμένο στην αρχή
καθώς περπατάει όμως αλλάζει
τεντώνεται και ορθώνεται στον χρόνο. 

αγαπώ".

Chloé Coutsoubeli
“Te
comme toi
Un autre être qui a peur et froid
Et par après de siècles de solitude
jusqu’à ce que le verbe apparaisse
primitive et faussé au début
il se métamorphose tant qu’il se met à marcher
S’ étire et se dresse dans le temps
J’ aime”

Στέλλα Γεωργιάδου






Χάθηκε παιδί

με mountain bike

γαλάζιο αδιάβροχο

και κόκκινο καπέλο

Παρακαλείται ο ευρών

να το αφήσει ήσυχο
Είναι
εις γνώσιν των συνεπειών
Κι έχει δρόμο πολύ
ως το βουνό του. 


COMMUNICATION
Un enfant s’ est perdu
avec mountain bike
imperméable bleu
et chapeau rouge
Quelconque le trouve
est prié
de le laisser tranquille
Il est en connaissance
de cause
et a un long chemin à parcourir
jusqu’à sa montagne.



Μαρία Λαϊνά





Ιντερμέδιο

Ακατάβλητος φόβος
Με γλαυκά μάτια
Καλοχτισμένος
Ω μητέρα
Με τα πολλά ονόματα 
Σ’ εσένα βαδίζω
Που με εξαίσιο τρόπο
Τρέφεις θηρία
Και ύπνο παιδικό 
Και σε παρακαλώ
όπως την Αφροδίτη
ξέχασε το κυνήγι
σφίξε το στήθος σου στο στήθος μου
παράλυσε τα μέλη του κορμιού μου
και στράγγιξέ μου τη ζωή
όπως σταλάζει το λευκό νερό
από τη ζέστη τη νυχτερινή
γιατί η νύχτα της ψυχής
είναι και φωτεινή και άδεια
INTERLUDE
Indomitable fear
With see-green eyes
Well forged
O, Mother
With multiple names
I walk towards you
You that with exqusite manner
Nourishes beasts
And childish sleep 
And I beg you
As one begs Aphrodite
Forget the chase
Clasp your chest to my chest
Paralyze my body’s members
And drip my life
As white water droops
From the nocturnal heat
Because the night of the soul
Is luminous and empty

Γιάννης Λειβαδάς 



o Coquille 1 


Quant j’écrits je mets le temps à sa place

Si tu me vois dormir pousse-moi

Avec tout ton âme

Or maintenant, aux avants-propos

De cette chance sublime

Je m’arrête en hésitant

Devant une phènomenale et comptable patente 


Á la vie toute pareil

Nuque á l’envers

Sur la plupart des êtres

Á ce qu’il couche son halo

Dans les pores d’un furieux baiser

Touchant les cieux 


Les choses connues et inconnues

Entre être vivant ou mort

Tu les vis toutes les deux indivisées

Le temps rend la poésie

Supérieure au temps

La poésie démontre la vie

Supérieure de son soi 


Corne de diable

Il y a une saleté

Qui te découvre




Ποίημα Κελύφους, αρ. 1 (Γιάννης Λειβαδάς)



Όταν γράφω βάζω τον χρόνο στη θέση του.

Αν με δεις να κοιμάμαι σκούντα με

μ’ όλη την ψυχή σου.

Αλλά τώρα σε τούτης της υπέροχης τύχης

τα προλεγόμενα

κοντοστέκομαι σε μια

φαινομενική και υπόλογη πατέντα.


Της ζωής απαράλλαχτος

ανεστραμμένος σβέρκος•

επί των πλείστων

το φωτοστέφανο σαν δύει

στους πόρους ενός μαινόμενου

ουρανομήκους ασπασμού.


Τα γνωστά πράγματα

και τα άγνωστα

ανάμεσα στο να είσαι ζωντανός

ή νεκρός.

Τα ζεις αδιαίρετα και τα δυο.

Ο χρόνος καθιστά την ποίηση

ανώτερη απ’ τον χρόνο:

Η ποίηση αποδεικνύει τη ζωή

ανώτερη από τον εαυτό της.

Διαόλου κέρατο.

Υπάρχει μια βρομιά

που σε ανακαλύπτει.





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου