Κυριακή 11 Ιανουαρίου 2015

Πρόσωπα- ΔΗΜΗΤΡΑ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ






Με αφορμή τη νέα ποιητική συλλογή «Το ελάχιστο ψωμί της συνείδησης» παρουσιάζουμε στο cantus firmus την ποιήτρια Δήμητρα Χριστοδούλου. Είναι η 12η ποιητική συλλογή με την οποία η ποιήτρια επιχειρεί "μια συνεχή διανοητική και βιωματική διακινδύνευση αναζήτησης του εαυτού και του κόσμου με τα μέσα του ρυθμικού λόγου" όπως λέει η ίδια στην φιλική συνέντευξη που μας παραχώρησε.






ΜΕΤΑ ΤΗ ΝΥΧΤΑ





Αν αυτή είναι η πρώτη ώρα της ημέρας,

Ας μείνει εκεί με τη δειλία της.

Ας σφιχτεί στο παλτό της ανήσυχη.

Κανείς δεν είναι τόσο ξεκούραστος

Που να μπορεί να την περιμαζέψει.

Αν πάλι είναι μήνας ολόκληρος

Κι έχουνε τόσο αραιώσει τα μαλλιά του,

Αφού μ' έφερε ως εδώ ολομόναχος,

Ας μείνει στην αρρενωπή του θλίψη.

Ό,τι κι αν είναι αυτή η μουρμούρα της ομίχλης,

Ο ουρανός τραντάζεται κόκκινος

Σαν φούρνος που θα ψήσει τον χρόνο μου

Μέσα στ' αδιάκοπα σφυρίγματα της μπόρας.



ΑΡΤΟΚΛΑΣΙΑ


Ταχτοποιώντας τα χαρτιά καίω τα ξερόχορτα.
Καθαρίζοντας το ποτήρι μου εγκαταλείπω το στόμα.
Λησμονώντας
Εδώ τα ψίχουλα, εκεί τα κοράκια,
Μια ολόκληρη γενναία μέρα
Πενθώ.




Η θεία Ειρήνη επιστρέφει με το τσάι.
Μιλά για την επικράτεια των μηνυμάτων
Που θα ’πρεπε να τυλιχτούν σε ιώδιο.
«Τα τραύματα μιας κούπας», επιμένει
Ρουφώντας μια γουλιά, «τιμούνε
Την κούπα ως φέρετρο του γιασεμιού».




Στέκομαι όρθια σαν μαθήτρια
Επάνω στα ξεκοιλιασμένα μου μποτάκια.
Προνόμιο δεν υπάρχει στα πρόσωπα.
Είναι όλα ακριβή σαν το χάος.
Το ελάχιστο ψωμί της συνείδησης
Προσεύχομαι να κόβουμε στα δυο.






ΑΣΗΜΑΝΤΗ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ




Πώς οργανώνει το τοπίο

Ένας στρατός από κολόνες…

Τραβάνε με πείσμα τα σύρματα

Απ’ όπου ακούγεται η σκοτεινή μουρμούρα,

Το κλάμα μπουκωμένο ηλεκτρόνια.

Άπαυτο από πόλη σε πόλη

Ξεσπάει μέσα και το φως ανάβει.





Κι εκεί πώς οργανώνει την ανάπαυση

Μια συγχορδία από ατμούς και κουτάλια,

Ψεύδισμα του παιδιού και χαστούκι.

Και πιο πολύ καταμεσής πεταμένα

Ένα ζευγάρι  βολικά παπούτσια.

Βόσκουν ανάστροφα το νήμα στο χαλί

Μηρυκάζοντας την πανίδα του σκώρου.




ΙΟΥΛΙΟΣ ΤΩΝ ΕΥΠΡΕΠΩΝ





Τι πράσινο το προσωπάκι της νύχτας!


Θα κυλίστηκε από πλήξη στη χλόη


Όσο περίμενε την ώρα της.


Και τώρα να νιφτεί ή να μείνει


Μια πράσινη αστεία νύχτα;





Ω, τι πειράζει τα παιδιά να λερώνονται;

Τα πλένει η μελαγχολία τους.

Το φεγγάρι με άγρια κολόνια

Τρίβει τις δακρυσμένες μουντζούρες

Και φτερουγίζει μ’ όλα της τ’ αρώματα

Απ’ άκρη σ’ άκρη η αστροφεγγιά.






Απόψε θα πλαγιάσει μόνο του

Αυτό το σκανδαλιάρικο σκοτάδι.

Εγώ είμαι για πάντα πλέον

Σοβαρή.



ΤΙΜΗΤΙΚΕΣ ΕΠΙΣΚΕΨΕΙΣ





Υπάρχει  εν’ άστρο που μ’  εμπιστεύεται,

Μ’ άσπρα μαλλιά και χειρόκτια

Κι ένα ωραίας τέχνης μπαστουνάκι

Ακουμπισμένο  στην πολυθρόνα του.

Παίρνω σκαμνί και κάθομαι δίπλα του.

Τα έκαψα  τα χοντροδάχτυλά μου,

Με τη σκουριά  ακουμπάω πεθαμένους,

Και ήρθε να μου ευχηθεί μακροημέρευση

Και να μου δώσει το καλό παράδειγμα

Επιφυλάξεων και αρχοντιάς;

«Να παραμένεις τρυφερή», εξοργίζεται.

«Καμιά φτώχεια και καμιά δημοκρατία

Δεν επιδέχεται ο πόνος.

Μόνη και πλούσια».

Ύστερα, τοκ – τοκ , το μπαστούνι,

Πάνω στ’ αμέτρητα σκαλιά.

Τι λίγο μένει…

Πόσο μακριά…



ΑΡΙΘΜΟΣ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΟΣ, ΙΙ.



Έχει μιαν όψη που μπορείς να τυπώσεις

Σε γραμματόσημο.

Θα έδειχνε το ίδιο σπουδαίος

Σε μικροσκοπική εκδοχή.

Αβίαστα θα του απέδιδαν

Ιστορικά υπουργήματα

Και όχι μόνο το περιστρεφόμενο κάθισμα

Πίσω από το τζάμι του γκισέ.




Καημένος άνθρωπος… Ο καθένας

Χρειάζεται ένα ακλόνητο βασίλειο,

Αν είναι να διασχίσει σχολώντας

Πλατεία σκεπασμένη με χιόνι

Και το τρίξιμο της πόρτας του να ενθουσιάσει

Μόνο τον πεινασμένο γάτο του.







ΚΙΜΩΛΙΑ




Αυτή είναι γη παλαιά, αγοράζεται

Μ’ ένα  μόνο κέρμα υπερούσιο,

Και τούτο ένα φως ατημέλητο,

Χώνει όπως – όπως τα μαλλιά στο καπέλο

Και βγαίνει μετά τα μεσάνυχτα,

Όταν  αλλάζει κάθε νοικοκύρης πλευρό.



Η ψυχή μου βαδίζει μακριά μου,

Ελάχιστα σχεδόν με θυμάται.

Η λίγη σκόνη που αφήνει πίσω της

Όσο την κυνηγώ τόσο μουσκεύει.

Πώς να γυρίσω πάλι σπίτι;

Πώς να βαφτίσω άσπρα μαλλιά

Φεγγοβόλο

Χιονόνερο;







ΚΟΣΜΙΚΗ ΤΑΞΗ




Ο ήλιος, ένας άντρας ώριμος

Που δεν μπορείς πια να αγνοήσεις,

Χαμογελούσε (μ' επιφύλαξη,


Σαν να 'χε σκόνη ανάμεσα στα δόντια).


Το σπίτι βολεμένο στις στάχτες του


- Μπορούσαν πια ανεπιφύλακτα


Να χάσκουν οι ξυλοδεσιές του -


Όλο τούτο το μασκάρεμα το 'λεγε


Μεσημέρι του πένθους.





"Ποια τάξη αποκατέστησες τάχα",

Του ψιθύριζε, "ποια ενσάρκωση πείρας...

Πέρα, όχι μακριά, προς τα μνήματα,

Σε χρόνο νυχτερινής λεωφόρου,

Τους ξετρυπώνουνε τους επιζώντες οι σκύλοι,

Ο μπόγος τους μυρίζει βενζίνη,

Δεν έχουνε χαρτιά, δεν ξέρουν γλώσσα,

Πώς να σταθούν κάτω από αιώνιο φως".





ΠΑΡΕΛΑΣΕΙΣ




Περνούν  πολίτες με δαχτυλίδια στον κρόταφο.

Σημαδεμένοι. Ορατοί τοις πάσι.

Στήλη καπνού πατά το στήθος τους.

Είναι η βέβαιη κάλπη.



Μετά  περνούν τα μαυριτανικά σχολεία.

Προτού εξοριστούν, οφείλουν

Να επιδείξουν  στο ρυθμό της μπάντας

Τα σφριγηλά τους μαθηματικά.



Τέλος περνούν  πουλιά.  Κοπάδια.

Αναρίθμητα νέφη από ράμφη,

Ψαλιδωτές ουρές, φτεροκοπήματα,

Κρωγμοί και πιο μικρά κελαδήματα,

Όλα κυλούν απ’ την πηγή του γαλαξία

Προς  τη λιμνούλα των δακρύων, ανοιχτή

Μπρος στα γυαλιστερά παπούτσια του Προέδρου.







Κυρία Χριστοδούλου, ποιά η σχέση σας με την ποιητική παράδοση;
- Ελπίζω, λειτουργική…  Η ποίηση είναι πάντα εδώ, παλαιότερη ή νέα. Είναι ένας ζωντανός οργανισμός, κύτταρα που συνεχώς γεννιούνται και συνεχώς πεθαίνουν μέσα στο ίδιο σώμα. Η παράδοση τροφοδοτεί  αυτό που την ανατρέπει ή  τουλάχιστον της δίνει νόημα φρέσκο. Δεν υπάρχει ορφάνια στο καλό. Αν είναι καλό, βέβαια…
Κάποιοι σας εντάσουν στην γενιά του '70. Αποδέχεσθε όρους όπως τον όρο γενιά;
- Ναι, πράγματι, με εντάσσουν στη γενιά του  ’70. Κάποιοι νεότεροι κριτικοί  προτείνουν υστερότερη τοποθέτηση της ποίησής μου. Ας είναι..Γεγονός παραμένει ότι εξέδωσα το πρώτο μου βιβλίο το 1974. Από εκεί και μετά, όλα αυτά είναι σχετικά, είναι αναγκαίες γραμματολογικές διευθετήσεις, που δεν αφορούν την ουσία του έργου. Ασφαλώς και δεν υπάρχει μια γενιά κάθε δέκα χρόνια αλλά δεν βαριέστε… Ας έχουμε εμείς το κουράγιο να γράφουμε και οι κριτικοί ας κάνουν τη δουλειά τους όπως ευκολύνονται…
Έχετε γράψει 11 ποιητικές συλλογές. Υπάρχει κάποιος κεντρικός πυρήνας στην ποίησή σας; 
- Έχω γράψει δώδεκα βιβλία ποίησης. «Το ελάχιστο ψωμί της συνείδησης» (Μελάνι, 2014) είναι το 12ο μέσα στα σαράντα αυτά χρόνια από το 1974. Κεντρικός άξονας; Αν δεν υπάρχει, τότε μάταια γράφω. Η ποίηση δεν είναι ευκαιριακή αποτύπωση συναισθημάτων ή … εκλάμψεων! Είναι μια συνεχής διανοητική και βιωματική διακινδύνευση αναζήτησης του εαυτού και του κόσμου με τα μέσα του ρυθμικού λόγου, είναι  κατάσταση συνείδησης διαρκής ή δεν υπάρχει. Ποια βάδιση είναι δυνατή, αν δεν υπάρχει σπονδυλική στήλη; Αλλά δεν θέλω να πω εγώ ποια πιστεύω ότι είναι η δική μου. Αν θελήσει κάποιος να μπει στον κόπο να με διαβάσει, θα τη διακρίνει, ελπίζω.
 'Οσοι δεν είναι γύρω μου είναι μέσα μου κι εγώ έχω το κουράγιο να τους βρω" γράφετε στο ποίημα "Βοτανική εν'ος χαρούμενου κόσμου". Πιστεύετε στην μετεμψύχωση; Υπάρχει κάτι που συνδέει την ψυχή μας με τις ψυχές των προγόνων μας;
- Δεν φανταζόμουν, όταν έγραφα αυτούς τους στίχους, ότι μπορούν να διαβαστούν κι έτσι, ομολογώ, αλλά είναι πάντα τόσοι οι τρόποι που μπορούν να διαβαστούν οι στίχοι γενικά,  σχεδόν όσοι κι εκείνοι που τους διαβάζουν. Όχι, δεν σημαίνει αυτό ότι δεν υπάρχει σκληρός πυρήνας στο ποίημα, έχω μεγάλες επιφυλάξεις προς τα ποιήματα …φλου-αρτιστίκ ! Αλλά οι διαφορετικοί φωτισμοί  του ίδιου αντικειμένου είναι θεμιτοί και δεν επιδρούν στην ύλη του. Πάντως εγώ με τους στίχους που αναφέρατε πίστευα πως μιλώ για την καθοριστική εσωτερίκευση των εμπειριών μας από τους ανθρώπους, για την αθανασία τους μέσα μας, για την ανάγκη να ανιχνεύει κανείς τις επιδράσεις του από τους άλλους, αν είναι να βρει κάποτε τον εαυτό του.
Υπάρχουν κάποιοι ποιητές που έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην γραφή σας;
- Νομίζω όλοι όσοι αγάπησα και αγάπησα πολλούς. Δεν μου είναι εύκολο να ξεχωρίσω. Πάντα ένιωθα τόση συντριβή μπροστά στην αξιοσύνη των μεγάλων… Είναι κάπως σαν άγιοι για μας, δεν είναι έτσι;
Πώς θα χαρακτηρίζατε την ποίησή σας;
- Ειλικρινή.
Υπάρχει γυναικεία ποίηση;
- Πολυσυζητημένο θέμα… Ας πούμε ότι υπάρχει εκείνο το είδος ευαισθησίας σε κάθε ποιητή που ασκείται  και οξύνεται διαφορετικά ανάλογα με τις εμπειρίες του φύλου του. Αλλά αυτό είναι τόσο αυτονόητο, ώστε θα μπορούσαμε να μιλάμε και για ανδρική ποίηση. Δεν μιλάμε, όμως! Σαν να είναι φυσικό να υπάρχουν ποιητές και εξαιρετικό που υπάρχουν ποιήτριες! Όλη αυτή η κάθε τόσο αναζωπυρούμενη φιλολογία έχει στο βάθος της μια ρίζα κοινωνικής προκατάληψης που καθόλου δεν αφορά την ουσία της γραφής, νομίζω.
Τί χρειάζονται οι ποιητές σε ένα μικρόψυχο καιρό όπως είπε ο Χέλντερλιν; Μπορεί η ποίηση να υπερασπίσει το όνειρο για έναν καλύτερο κόσμο;
- Δεν υπάρχει εποχή στην ιστορία ολόκληρη του ανθρώπου χωρίς την ποίησή της. Αυτό κάνει περιττή κάθε διερώτηση για τη «χρησιμότητά» της. Ζήστε χωρίς ομορφιά, αν μπορείτε! Η ποίηση δεν μπορεί να υπερασπίσει κανένα όνειρο. Μπορεί όμως να τα εκφράσει όλα.
Το 2008 σας απονεμήθηκε το κρατικό βραβείο ποίησης για το βιβλίο σας ¨Λιμός". Ποιά η γνώμη σας για τα βραβεία;
- Ένα κρατικό βραβείο ποίησης είναι μια χαρά μεγάλη, όπως και κάθε βραβείο. Βοηθάει και το βιβλίο, πιθανόν, να κινηθεί κάπως περισσότερο. Ασφαλώς ,όμως, μόνο ο ποιητής ή η ποιήτρια χαίρεται. Η ποίηση αδιαφορεί παντελώς. Είναι πάντα εκεί, ανταγωνιστική, επιθετική, αυστηρή,  απαιτητική, έτοιμη …να σε καρπαζώσει σε κάθε αλαζονεία.
Τι θα συμβουλεύατε τους νέους ποιητές;
- Ο Ρίλκε το έκλεισε δια παντός το θέμα με τα «Γράμματα σ’ ένα νέο ποιητή». Είμαι λίγη , για να προσθέσω εγώ κάτι ακόμη.  Άλλωστε είναι τόσο μοναχικά, τόσο βαθιά προσωπικό το δίλημμα «να γράφω ή όχι; Έτσι ή κάπως αλλιώς;». Λύνεται μόνο στο σκοτάδι της κάμαράς μας. Αν λύνεται.
 "Το ελάχιστο ψωμί της συνείδησης" είναι η νέα σας ποιτική συλλογή. Ωριμάζει η ποίηση με τα χρόνια ώστε το ελάχιστο να μπορεί να πει μέγιστες αλήθειες; 
- «Το ελάχιστο ψωμί της συνείδησης» κυκλοφόρησε πράγματι αρχές Δεκεμβρίου του ‘14, είναι το… στερνοπούλι μου. Λένε πως με τα χρόνια ωριμάζει  κανείς αλλά τι σημαίνει αυτό;  Αν σημαίνει αφαίρεση, πυκνότητα, συνθετικότητα, συγκέντρωση γύρω από το θέμα του ποιήματος, ισχυρή αίσθηση του ρυθμού, διεύρυνση της ευαισθησίας ως προς τη θεματολογία, τότε μπορεί να είναι πράγματι σημαντικό να ωριμάζεις. Αν, όμως, δεν σημαίνει ταυτόχρονα  φρεσκάρισμα της εικονοποιίας - είναι τόσο σημαντικό αυτό, η φαντασία κάνει τον ποιητή, και η εικονοποιία μαρτυρά ή όχι τη φαντασία…- , φρεσκάρισμα στα μέσα , σ’ όλον τον πάγιο οπλισμό, τότε δεν ωριμάζεις ακριβώς, μάλλον γερνάς. Ας αποφασίσει η κριτική αν ωριμάζω ή γερνώ  με «Το ελάχιστο ψωμί της συνείδησης». Εγώ απλώς  θυμίζω ότι μια κυρία επιθυμεί πάντα διακαώς να παραμείνει νέα! 


Δήμητρα Χριστοδούλου




" Η Δήμητρα Χ. Χριστοδούλου γεννήθηκε στην Αθήνα το 1953. Σπούδασε Νομικά και Φιλολογία και εργάστηκε ως στη συνταξιοδότησή της ως καθηγήτρια στη Δημόσια Μέση Εκπαίδευση. Έχει εκδώσει ως τώρα δώδεκα βιβλία ποίησης, ένα βιβλίο με πεζά κείμενα και ένα ανθολόγιο μεταφρασμένης αρχαίας ελληνικής λυρικής ποίησης. Ποίησή της έχει μεταφραστεί σε διάφορες ευρωπαϊκές γλώσσες, τα περσικά και τα εβραϊκά. Το 2008 της απονεμήθηκε το Κρατικό Βραβείο Ποίησης για το βιβλίο της "Λιμός". Το τελευταίο βιβλίο της ("Το ελάχιστο ψωμί της συνείδησης") κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μελάνι. "

Ποίηση

  • Τα άλογα του Μυροβλήτου, Αθηνά 1974
  • Ηγησώ, Κείμενα 1979
  • Χώμα, Κέδρος 1985
  • Η προσευχή του αναιδούς, Καστανιώτης 1991
  • Το κυπαρίσσι των εργατικών, Καστανιώτης 1995
  • Φορτίο, Καστανιώτης 1997
  • Προς τα κάτω, Νεφέλη 1999
  • Ελάχιστα πριν, Νεφέλη 2005
  • Λιμός, Νεφέλη 2007
  • Πώς Αυτοκτονούν οι Ασσύριοι, Πατάκης 2010


ΜΕΤΑΦΡΑΣΕΙΣ

Στα γαλλικά:
Le cypres des travailleurs [tr.by]: Michel Vokovitch, Desmos, Cahiers grecs, 1999, 112 p. ISBN: 2-910427-20-3ISBN: 2-910965-18-X

Δημοσιεύσεις σε ξένα λογοτεχνικά περιοδικά και ανθολογίες

Στα αγγλικά:
Kudos, Issue Six, 1980, four poems [tr.by]: Yannis Goumas ISSN: 0143-4969
Prism International, Volume nineteen, Number two, 1980, seven poems [tr.by]: Yannis Goumas ISSN: 0032-8790
Prism International, 25 years in retrospect, Volume 23, Number 2, Winter 1984, edited by John Schoutsen and St. John Simmons, two poems [tr.by]: Yannis Goumas ISSN: 0032-8790
Iron, Number 49, February 1984, Iron Press, Tyneside, England, four poems [tr.by]: Yannis Goumas ISSN: 0140-7597
Στα γαλλικά:
Lettre International, No 20, Hiver 88/89, 7 poems [tr.by]: Michel Volkovitch
Στα γερμανικά:
Neve Sirene, Seitschrift Fur Literatur, Munchen, Marz 1997, 4 poems [tr.by]: Dadi Sideri-Speck ISSN: 0945-9995.

Βιβλία - Ανθολογίες

Στα αγγλικά:
Ten Women Poets of Greece, San Fransisco, Wire Press, 1982, edited by Dino Siotis, Introduction by Katerina Anghelaki-Rook, eleven poems [tr.by]: Yannis Goumas ISBN: 0-91834-11-6
Στα ισπανικά:
Poetas griegas Contemporaneas, 1930-1990, [tr.by]: Griego y notas de Nina Anghelidis-Spinedi, intoduction Carlos Spinedi, Centro de Estudios Byzantinos y Neohelenicos, Fotios Malleros, Universidad de Chile, Facultad de Filosofia y Humanidades, Chile, 1992, 8 poemas ISBN: 956-19-0171-4
Hora de poesia, 77-78, 9-12 1991, Lentini Editores, Barcelona, 5 poemas, [tr.by]: Dafni Alejandrou y Antonio Beneyto ISBN: 84-85549-007
Nueve maneras de mirar el cielo, Miguel Gomez Ediciones, 1996, Malaga, 4 poemas [tr.by]: Maria Lopez Villabla y Leandro Garcia
Στα γερμανικά:
Unter dem Gewicht der Worter, Griechinche Lyrik der Gegenwart, Herausgegeben [tr.by]: Dadi Sideri-Speck, Romiosini, Zweisprachig, Berlin, 1999 ISBN: 3-9229889-96-4
Στα γαλλικά:
Desmos, Le lien, 1 automne 1999, 6 poemes [tr.by]: Michel Volkovitch ISBN 2-911427-11-4
Anthologie de la poesie grecque contemporaine, 1945-2000, choix et traduction de Michel Volkovitch, Preface de Jacques Larriere, Poesie, Gallimard, November 2000, France ISBN: 2-07-041253-9
Στα σουηδικά
Bortom berg-bortom slatter - bortom hav, Podium, Stockholm, 1999, 1 poem [tr.by]:Anna Maria Gull ISBN: 91-89196-11-2
Tidskriften 90TAL, OM Litteratur Och Konst, No 14, 1995, 1 poem [tr.by]: Anna Maria Gull










"Ὁ Ἡδονικὸς Ἐλπήνωρ" Γιώργος Σεφέρης


Τὸν εἶδα χτὲς νὰ σταματᾶ στὴν πόρτα
κoιτῶ ἀπὸ τὸ παράθυρό μου θἄ᾿ταν
ἑφτὰ περίπου μιὰ γυναίκα ἦταν μαζί του.
Εἶχε τὸ φέρσιμο τοῦ Ἐλπήνορα, λίγο πρὶν πέσει
νὰ τσακιστεῖ, κι ὅμως δὲν ἦταν μεθυσμένος.
Μιλοῦσε πολὺ γρήγορα, κι ἐκείνη
κοίταζε ἀφηρημένη πρὸς τοὺς φωνογράφους-
τὸν ἔκοβε καμιὰ φορὰ νὰ πεῖ μία φράση
κι ἔπειτα κοίταζε μ᾿ ἀνυπομονησία
ἐκεῖ ποὺ τηγανίζουν ψάρια- σὰν τὴ γάτα.
Αὐτὸς ψιθύριζε μ᾿ ἕνα ἀποτσίγαρο σβηστὸ στὰ χείλια:
- Ἄκουσε ἀκόμη τοῦτο. Στὸ φεγγάρι
τ᾿ ἀγάλματα λυγίζουν κάποτε σὰν τὸ καλάμι
ἀνάμεσα σὲ ζωντανοὺς καρποὺς — τ᾿ ἀγάλματα-
κι ἡ φλόγα γίνεται δροσερὴ πικροδάφνη,
ἡ φλόγα ποὺ καίει τὸν ἄνθρωπο, θέλω νὰ πῶ.
- Εἶναι τὸ φῶς... ἴσκιοι τῆς νύχτας...
- Ἴσως ἡ νύχτα ποὺ ἄνοιξε, γαλάζιο ρόδι,
σκοτεινὸς κόρφος, καὶ σὲ γέμισε ἄστρα
κόβοντας τὸν καιρό.
Κι ὅμως τ᾿ ἀγάλματα
λυγίζουν κάποτε, μοιράζοντας τὸν πόθο
στὰ δυό, σὰν τὸ ροδάκινο κι ἡ φλόγα
γίνεται φίλη μὰ στὰ μέλη κι ἀναφιλητὸ
κι ἔπειτα φύλλο δροσερὸ ποὺ παίρνει ὁ ἄνεμος-
λυγίζουν γίνουνται ἀλαφριὰ μ᾿ ἕνα ἀνθρώπινο βάρος.
Δὲν τὸ ξεχνᾶς.
- Τ᾿ ἀγάλματα εἶναι στὸ μουσεῖο.
-Ὄχι, σὲ κυνηγοῦν, πῶς δὲν τὸ βλέπεις;
θέλω νὰ πῶ μὲ τὰ σπασμένα μέλη τους,
μὲ τὴν ἀλλοτινὴ μορφή τους ποὺ δὲ γνώρισες
κι ὅμως τὴν ξέρεις.
Ὅπως ὅταν
στὰ τελευταῖα τῆς νιότης σου ἀγαπήσεις
γυναίκα ποὺ ἔμεινε ὄμορφη, κι ὅλο φοβᾶσαι,
καθὼς τὴν κράτησες γυμνὴ τὸ μεσημέρι,
τὴ μνήμη ποὺ ξυπνᾶ στὴν ἀγκαλιά σου-
φοβᾶσαι τὸ φιλὶ μὴ σὲ προδώσει
σ᾿ ἄλλα κρεβάτια περασμένα τώρα
ποὺ ὡστόσο θὰ μποροῦσαν νὰ στοιχειώσουν
τόσο εὔκολα τόσο εὔκολα καὶ ν᾿ ἀναστήσουν
εἴδωλα στὸν καθρέφτη, σώματα ποὺ ἦταν μία φορὰ-
τὴν ἡδονή τους.
Ὅπως ὅταν
γυρίζεις ἀπ᾿ τὰ ξένα καὶ τύχει ν᾿ ἀνοίξεις
παλιὰ κασέλα κλειδωμένη ἀπὸ καιρὸ
καὶ βρεῖς κουρέλια ἀπὸ τὰ ροῦχα ποὺ φοροῦσες
σὲ ὄμορφες ὧρες, σὲ γιορτὲς μὲ φῶτα
πολύχρωμα, καθρεφτισμένα, ποὺ ὅλο χαμηλώνουν
καὶ μένει μόνο τὸ ἄρωμα τῆς ἀπουσίας
μιᾶς νέας μορφῆς.
Ἀλήθεια, τὰ συντρίμμια
δὲν εἶναι ἐκεῖνα- ἐσὺ ῾σαι τὸ ρημάδι-
σὲ κυνηγοῦν μὲ μία παράξενη παρθενιὰ
στὸ σπίτι στὸ γραφεῖο στὶς δεξιώσεις
τῶν μεγιστάνων, στὸν ἀνομολόγητο φόβο τοῦ ὕπνου-
μιλοῦν γιὰ περιστατικὰ ποὺ θὰ ἤθελες νὰ μὴν ὑπάρχουν
ἢ νὰ γινόντουσαν χρόνια μετὰ τὸ θάνατό σου,
κι αὐτὸ εἶναι δύσκολο γιατί...
-Τ᾿ ἀγάλματα εἶναι στὸ μουσεῖο.
Καληνύχτα.
-... γιατὶ τ᾿ ἀγάλματα δὲν εἶναι πιὰ συντρίμμια,
εἴμαστε ἐμεῖς. Τ᾿ ἀγάλματα λυγίζουν ἀλαφριὰ ... καλή-
νύχτα.
Ἐδῶ χωρίστηκαν. Αὐτὸς ἐπῆρε
τὴν ἀνηφόρα ποὺ τραβάει κατὰ τὴν Ἄρκτο
κι αὐτὴ προχώρεσε πρὸς τὸ πολύφωτο ἀκρογιάλι
ὅπου τὸ κύμα πνίγεται στὴ βοὴ τοῦ ραδιοφώνου:

Τὸ ραδιόφωνο

«Πανιὰ στὸ φύσημα τοῦ ἀγέρα
ὁ νοῦς δὲν κράτησε ἄλλο ἀπὸ τὴ μέρα.
Ἄρωμα πεύκου καὶ σιγὴ
εὔκολα θ᾿ ἁπαλύνουν τὴν πληγὴ
ποὺ ἔκαμαν φεύγοντας ὁ ναύτης
ἡ σουσουράδα ὁ κοκωβιὸς κι ὁ μυγοχάφτης.
Γυναίκα ποὺ ἔμεινες χωρὶς ἁφή,
ἄκουσε τῶν ἀνέμων τὴν ταφή.

«Ἄδειασε τὸ χρυσὸ βαρέλι
ὁ γήλιος ἔγινε κουρέλι
σὲ μιᾶς μεσόκοπης λαιμὸ
ποὺ βήχει καὶ δὲν ἔχει τελειωμό-
τὸ καλοκαίρι ποὺ ταξίδεψε τὴ θλίβει
μὲ τὰ μαλάματα στοὺς ὤμους καὶ στὴν ἥβη.
Γυναίκα ποὺ ἔχασε τὸ φῶς,
ἄκουσε, τραγουδᾶ ὁ τυφλός.»

«Σκοτείνιασε- κλεῖσε τὰ τζάμια-
κάνε σουραύλια μὲ τὰ χτεσινὰ καλάμια,
καὶ μὴν ἀνοίγεις ὅσο κι ἂν χτυποῦν-
φωνάζουν μὰ δὲν ἔχουν τί νὰ ποῦν.
Πάρε κυκλάμινα, πευκοβελόνες,
κρίνα ἀπ᾿ τὴν ἄμμο, κι ἀπ᾿ τὴ θάλασσα ἀνεμῶνες
γυναίκα ποὺ ἔχασες τὸ νοῦ,
ἄκου, περνᾶ τὸ ξόδι τοῦ νεροῦ...»

«Ἀθῆναι. Ἀνελίσσονται ραγδαίως
τὰ γεγονότα ποὺ ἤκουσε μὲ δέος
ἡ κοινὴ γνώμη. Ὁ κύριος ὑπουργὸς
ἐδήλωσεν, Δὲν μένει πλέον καιρός...»
«... πάρε κυκλάμινα... πεῦκο βελόνες...
κρίνα ἀπ᾿ τὴν ἄμμο... πεῦκο βελόνες...
γυναίκα. .»
«... ὑπερτερεῖ συντριπτικῶς.
Ὁ πόλεμος...»

ΨΥΧΑΜΟΙΒΟΣ

Σάββατο 10 Ιανουαρίου 2015

ΣΕΜΙΝΑΡΙΟ – Ο ΜΟΝΤΕΡΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΓΚΡΕΚΟ – ΜΟΥΣΕΙΟ ΜΠΕΝΑΚΗ


GRECO's MODERNISM Poster (31-1-2015)
ΣΕΜΙΝΑΡΙΟ
   Νίκος Χατζηνικολάου
     Ο ΜΟΝΤΕΡΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΓΚΡΕΚΟ

Σάββατο  31 Ιανουαρίου 2015
Αμφιθέατρο Μουσείου Μπενάκη (Κτήριο οδού Πειραιώς) – Πειραιώς 138
Το Σεμινάριο θα διεξαχθεί τις ώρες: 11:30-13:30 και 15:30-17:30
Είσοδος ελεύθερη

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

Η Εταιρεία Ελλήνων Iστορικών Τέχνης (Ε.Ε.Ι.Τ) συνεχίζει τον κύκλο των Σεμιναρίων ιστορίας της τέχνης που εγκαινίασε το 2011. Πρόκειται για ολοήμερα Σεμινάρια που απευθύνονται στους ιστορικούς τέχνης, στους καλλιτέχνες αλλά και στους φιλότεχνους και στοχεύουν στην εξοικείωση του ελληνικού κοινού με τα σημαντικότερα ρεύματα της ευρωπαϊκής τέχνης και με το έργο σημαντικών καλλιτεχνών. Τα Σεμινάρια, που συνάντησαν μεγάλη ανταπόκριση, πραγματοποιούν ιστορικοί τέχνης διεθνούς εμβέλειας. Έτσι, μετά τους καθηγητές Ernst van de Wetering (Σεμινάριο για τον Ρέμπραντ), Rudolf Preimesberger (Σεμινάριο για το μπαρόκ και τον Καραβάτζο) και T. J. Clark (Σεμινάριο για την Γκερνίκα του Πικάσο και για τη «Δοκιμασία της Δύσης»), η Ε.Ε.Ι.Τ έχει προσκαλέσει –με αφορμή τον εορτασμό του έτους Γκρέκο– τον ομότιμο καθηγητή του Πανεπιστημίου Κρήτης Νίκο Χατζηνικολάου ο οποίος θα μιλήσει για τη ζωγραφική του Δομήνικου Θεοτοκόπουλου. Στον καθηγητή Χατζηνικολάου οφείλονται σημαντικές εκδηλώσεις στο πλαίσιο του «Έτους Γκρέκο 2014» (οι εκθέσεις «O Δ. Θεοτοκόπουλος μεταξύ Βενετίας και Ρώμης» στο Ιστορικό Μουσείο Κρήτης και στο Μουσείο Μπενάκη της οδού Πειραιώς, το διεθνές συνέδριο «Εl Greco.The Cretan years» στις 21 – 23 Ιουνίου στο Ηράκλειο, «Ο φιλικός κύκλος του Γκρέκο στο Τολέδο» στο κεντρικό κτήριο του Μουσείου Μπενάκη καθώς και το διεθνές επιστημονικό Συνέδριο «Ο El Greco από την Κρήτη στη Βενετία, στη Ρώμη, στο Τολέδο» στις 21 – 23 Νοεμβρίου στο Μουσείο Μπενάκη της οδού Πειραιώς).
Το κεντρικό θέμα του Σεμιναρίου έχει ως τίτλο «Ο μοντερνισμός του Γκρέκο». O Νίκος Χατζηνικολάου θα μιλήσει για την «ανακάλυψη» του μοντερνισμού του Γκρέκο κατά τον 19ο και τον 20ό αιώνα, για την αντιμετώπιση της τέχνης του από τους ανθρώπους της δικής του εποχής στο Τολέδο, όπου πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του, ενώ θα αναλύσει παραδειγματικά ορισμένα έργα του Θεοτοκόπουλου μεταξύ των οποίων το περίφημο Espolio (Ο διαμερισμός των ιματίων) και το Άποψη και χάρτης του Τολέδου.
Το Σεμινάριο θα διεξαχθεί το Σάββατο  31 Ιανουαρίου 2015, από τις 11:30 έως τις 17:30 στοΜουσείο Μπενάκη (Κτήριο οδού Πειραιώς).
Η εκδήλωση πραγματοποιείται με την ευγενική υποστήριξη του Μουσείου Μπενάκη.

ΣΕΜΙΝΑΡΙΟ: Ο μοντερνισμός του Γκρέκο

Πρόγραμμα
Νίκος Χατζηνικολάου
11:30-12:15: «Η ανακάλυψη του μοντερνισμού του Γκρέκο. Aπό τον Γκωτιέ στον Άντονυ Μπλαντ»
12:15-12:45 : παύση για καφέ
12:45-13:30: «Η αντιμετώπιση της ζωγραφικής του Γκρέκο από τους συγχρόνους του στο Τολέδο»
μεσημεριανή παύση
15:30-16:15: «Η ζωγραφική του Γκρέκο: Ο διαμερισμός των ιματίωνΗ Παναγία του Ελέους,Άποψη και χάρτης του Τολέδου»
16:15-16:35: παύση για καφέ
16:45-17:30: «Η πραγματικότητα του πρώιμου μοντερνισμού και οι αναχρονιστικές προσεγγίσεις του»

Σάββατο 31 Ιανουαρίου 2015
Αμφιθέατρο Μουσείου Μπενάκη (Κτήριο οδού Πειραιώς) – Πειραιώς 138
Είσοδος ελεύθερη

GRECO's MODERNISM Poster (31-1-2015)

Συμφωνία (μουσική)

Μορφολογικό σχήμα της κλασικής συμφωνίας
ΜέροςΜορφήΡυθμική αγωγήΤονικότητα
1ο μέρος,Φόρμα σονάταςΓρήγορη
(π.χ. Allegro)
Τονική
2ο μέροςασματική μορφή («Ληντ») ή
Φόρμα σονάτας ή
Θέμα και παραλλαγές
Αργή
(Adagio, Andante, ...)
Δεσπόζουσα ή
Υποδεσπόζουσα ή
Σχετική μείζονα/ελάσσονα
3ο μέροςΜενουέτο-Τρίο ή
Σκέρτσο (στον Μπετόβεν)
Μέτρια (Μενουέτο-Τρίο)
Γρήγορη έως πολύ γρήγορη (Σκέρτσο)
Χορευτικός ρυθμός
Τονική
4ο μέρος,
«Φινάλε»
Φόρμα σονάτας ή
Ροντό ή
Θέμα και παραλλαγές
Γρήγορη
(Allegro, Vivace, Presto, ...)
Τονική
 Περισσότερα εδώ

Σικελιανός Άγγελος




Στ' Όσιου Λουκά το Mοναστήρι


Εκτύπωση
Στ' Όσιου Λουκά το μοναστήρι, απ' όσες
γυναίκες του Στειριού συμμαζευτήκαν
τον Eπιτάφιο να στολίσουν, κι όσες
μοιρολογήτρες ώσμε του Mεγάλου
Σαββάτου το ξημέρωμα αγρυπνήσαν,
ποια να στοχάστη - έτσι γλυκά θρηνούσαν! -
πως, κάτου απ' τους ανθούς, τ' ολόαχνο σμάλτο
του πεθαμένου του Άδωνη ήταν σάρκα
που πόνεσε βαθιά;
Γιατί κι ο πόνος
στα ρόδα μέσα, κι ο Eπιτάφιος Θρήνος,
κ' οι αναπνοές της άνοιξης που μπαίναν
απ' του ναού τη θύρα, αναφτερώναν
το νου τους στης Aνάστασης το θάμα,
και του Xριστού οι πληγές σαν ανεμώνες
τους φάνταζαν στα χέρια και στα πόδια,
τι πολλά τον σκεπάζανε λουλούδια
που έτσι τρανά, έτσι βαθιά ευωδούσαν!

Aλλά το βράδυ το ίδιο του Σαββάτου,
την ώρα π' απ' την Άγια Πύλη το ένα
κερί επροσάναψε όλα τ' άλλα ως κάτου,
κι απ' τ' Άγιο Bήμα σάμπως κύμα απλώθη
το φως ώσμε την ξώπορτα, όλοι κι όλες
ανατριχιάξαν π' άκουσαν στη μέση
απ' τα "Xριστός Aνέστη" μιαν αιφνίδια
φωνή να σκούξει: "Γιώργαινα, ο Bαγγέλης!"

Kαι να· ο λεβέντης του χωριού, ο Bαγγέλης,
των κοριτσιών το λάμπασμα, ο Bαγγέλης,
που τον λογιάζαν όλοι για χαμένο
στον πόλεμο· και στέκονταν ολόρτος
στης εκκλησιάς τη θύρα, με ποδάρι
ξύλινο, και δε διάβαινε τη θύρα
της εκκλησιάς, τι τον κοιτάζαν όλοι
με τα κεριά στο χέρι, τον κοιτάζαν,
το χορευτή που τράνταζε τ' αλώνι
του Στειριού, μια στην όψη, μια στο πόδι,
που ως να το κάρφωσε ήταν στο κατώφλι
της θύρας, και δεν έμπαινε πιο μέσα!

Kαι τότε - μάρτυράς μου νά 'ναι ο στίχος,
ο απλός κι αληθινός ετούτος στίχος -
απ' το στασίδι πού 'μουνα στημένος
ξαντίκρισα τη μάνα, απ' το κεφάλι
πετώντας το μαντίλι, να χιμήξει
σκυφτή και ν' αγκαλιάσει το ποδάρι,
το ξύλινο ποδάρι του στρατιώτη,
- έτσι όπως το είδα ο στίχος μου το γράφει,
ο απλός κι αληθινός ετούτος στίχος -,
και να σύρει απ' τα βάθη της καρδιάς της
ένα σκούξιμο: "Mάτια μου… Bαγγέλη!"

Kι ακόμα, - μάρτυράς μου νά 'ναι ο στίχος,
ο απλός κι αληθινός ετούτος στίχος -,
ξοπίσωθέ της, όσες μαζευτήκαν
από το βράδυ της Mεγάλης Πέφτης,
νανουριστά, θαμπά για να θρηνήσουν
τον πεθαμένον Άδωνη, κρυμμένο
μες στα λουλούδια, τώρα να ξεσπάσουν
μαζί την αξεθύμαστη του τρόμου
κραυγή που, ως στο στασίδι μου κρατιόμουν,
ένας πέπλος μου σκέπασε τα μάτια!…
(από τον Λυρικό Bίο, E΄, Ίκαρος 1968) 



Γιάννης Δάλλας, [Η ποίηση του Καβάφη σαν στίβος πολιτικής περιπέτειας]





Στην ύστατη αναγωγή της η ποίηση του Καβάφη ανοίγει σαν στίβος πολιτικής περιπέτειας. Και τα οριακά -ή σχεδόν- αμιγή δείγματά της: Φυγάδες (1914), Ας φρόντιζαν(1930). Αρχή της από το 1914, περίπου παράλληλα προς την έξαψη του νεότερου πολιτικού διχασμού των αστικών κομμάτων στη χώρα μας. Και επεκτείνεται στη διάρκεια ενός δολοπλόκου, με τις γνωστές επιπτώσεις του και στα εσωτερικά μας, παγκοσμίου πολέμου. Πρόκειται καταρχήν για δηλώσεις κομματικής διαμάχης και κάθε είδους ατασθαλίας. Διαμάχη, που κατά την υλοφροσύνη της εποχής συντελείται με επαγγελματική ψυχρότητα:
Στις ραδιουργίες μας πρέπει να πάμε πάλι –
να ξαναπιάσουμε την ανιαρά πολιτική μας πάλη.
Και μες από τις σκευωρίες της πτολεμαϊκής αυλής συνείρει τα φυγόκεντρα μοτίβα της ιδιωτικής και δημόσιας ορμής των ηρώων του: της τρυφής και της συνωμοσίας (Μεγάλη εορτή του Σωσιβίου, 1917). Ανάλογα, παρεμβάλλοντας την τρέχουσα ψυχαγωγία μες στα περιθώρια της πολιτικής αργοσχολίας, τονίζει και ξανατονίζει το θέμα της πολιτικής εξορίας (Φυγάδες, 1914 – Βυζαντινός άρχων εξόριστος στιχουργών, 1924). Και από την Αλεξάνδρεια της παλατιανής ραδιουργίας και του εκτοπισμού μας μεταφέρει στην κατεξοχήν επιρρεπή και εξασκημένη σ’  εμφύλιες διενέξεις βυζαντινή του αυλή:
Κουτός! Στο κόμμα να μπλεχτεί της Άννας
(Ο Ιωάννης Καντακουζηνός υπερισχύει, 1924)
Και το κλίμα της κομματικής διαμάχης διευρύνεται με παρηχήσεις ξένων αναμίξεων, νόθων μεταρρυθμίσεων και κάθε μορφής ιδεολογικού αποχρωματισμού. Παρηχήσεις, που είναι συνάμα και προβολές της εποχής του στις διαστάσεις του ιστορικού χρόνου. Το 1915 λ.χ. στην έξαρση των επεμβάσεων των ξένων δυνάμεων στις εσωτερικές διαμάχες –«έγιν’  εκεί η μοιρασιά»- γράφει στο Πρέσβεις απ’  την Αλεξάνδρεια. Το 1928, στη μεσοπολεμική τάση του εκσυγχρονισμού των αποικιών, απαντά με τη δική του παρωδία:
Ότι τα πράγματα δεν βαίνουν κατ’  ευχήν στην Αποικία
δεν μεν’ η ελάχιστη αμφιβολία,
και μ’  όλο που οπωσούν τραβούμ’  εμπρός,
ίσως, καθώς νομίζουν ουκ ολίγοι, έφθασε ο καιρός
να φέρουμε Πολιτικό Αναμορφωτή
(Εν μεγάλη Ελληνική αποικία, 200 π.Χ., 1928)
Και τέλος, με τους ήρωές του πλάνητες από μισθοφορία σε μισθοφορία και από παράταξη σε παράταξη ιστορικοποιεί τα ενδημικά στην εποχή του και την εποχή μας συμπτώματα της πολιτικής καιροσκοπίας και του ιδεολογικού αμοραλισμού (Από την σχολήν περιωνύμου φιλοσόφου, 1924 -  Ας φρόντιζαν, 1930).
Το θέμα της πολιτικής περιπέτειας προεκτείνεται βαθμιαία και για μεγαλύτερη πειθώ αποχρωματίζεται. Πέρα από προσδιορισμούς τόπου και χρόνου, ο έλεγχός του γλυστρά από την επίσημη κορυφή στη βάση της πολιτικής αλητείας των ανωνύμων εφήβων του. Τα αδιέξοδα της ατομικής ζωής τους, μ’  ανεπίσημη ή πλασματική την ταυτότητά τους, αναδύονται στο τέρμα της δημόσιας σταδιοδρομίας του και σαν αδιέξοδα της κοινωνικής τους διαγωγής. Ενώ, ταυτόχρονα, η πολιτικοποίησή τους δεν καταργεί παρά συγχρονίζει την εξάρτησή τους από την Ιστορία.
Ο Καβάφης μ’  αυτή τη διαδικασία υποδηλώνει και την πολιτική οπτική του γωνία. Και με το γεγονός, ότι με την ποίησή του στάθηκε ολόκληρος μέσα στην εποχή του. Απ’  αυτήν προσδιορίζεται και προς αυτήν απευθύνεται. Δεν έγραψε φυσικά, όπως άλλοι, καθ’  υπαγόρευση των ιδεών ή των γεγονότων της, μια εμπρόθετη ή όποια άλλη ηχηρή ποίηση. Αλλά από την κοινωνική του τοποθέτηση, απεικόνισε πιστά την πραγματικότητα και τα προβλήματα που εκπροσωπούσε η εποχή και η τάξη του. Και στην ανάπτυξη της πορείας του, χρειάστηκε ν’  αντιμετωπίσει τα ειδικά συμπτώματα του προπολέμου και του πρώτου μεσοπολέμου.
Αντιγράφουμε από το βιβλίο Γιάννης Δάλλας, Καβάφης και Ιστορία, εκδ. Ερμή
ς

"Κλινικά απών"





Γράφει η Ρένα Πετροπούλου Κουντούρη



"Κλινικά απών"
Χλόης Κουτσουμπέλη
Εκδόσεις Γαβριηλίδης 








"Κλινικά απών" είναι ο τίτλος της νέας ποιητικής συλλογής της Χλόης Κουτσουμπέλη που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Γαβριηλίδης.
Πρόκειται για την  έβδομη κατά σειράν συλλογή ποιημάτων
που εκδίδει η Θεσσαλονικιά ποιήτρια μετά την πρώτη εμφάνισή της στα γράμματα το 1984 με το ποιητικό έργο Σχέσεις Σιωπής από τις εκδόσεις Εγνατία.
Με βαθιά, γήινη φωνή - ανοίγοντας έτσι μια μικρή χαραμάδα στην εγγύτητα της επικοινωνίας με τον αναγνώστη-  η ποιήτρια καταδύεται στις διαστάσεις  του αδόκητου , της αλληγορίας, του συμβολισμού , στο γήινο των πραγμάτων ταξίδι και στο άλλο ταξίδι το ονειρικό , παρεμβαίνοντας καθοριστικά στη λογική τους.  Όλοι οι στίχοι της υπαινίσσονται   την ύπαρξη ενός υπερφυσικού, σκοτεινού κόσμου που δεν τον  βλέπουν τα μάτια αλλά που φανερώνεται ακέραιος μέσα από την φαντασιακή ανασυγκρότησή του, μέσα στο ποίημα σαν οργανικό σύνολο.
ποίησή της αναπτύσσει:
Την θεματική της ερωτικής απώλειας και ματαίωσης

Φορώ ένα σκονισμένο νυφικό/με μακριά ουρά που σέρνεται στο δρόμο/

Η αρρώστια καλπάζει/κόκκινο άλογο μέσα στην καρδιά./ -αγαπώ νεκρά γιατρέ/
  ή
 το να συντηρεί κανείς κατεψυγμένους έρωτες /είναι κι αυτό μια τέχνη/

της απουσίας που επίκειται και εν τέλει συντελείται

Αν ήμουν πιο προσεκτική
Θα είχα από τότε αποσυνθέσει την ελπίδα
Επίσημα θα ήσουν τώρα
Κλινικά απών.
της λήθης που αναπαράγει μνήμες και ταυτόχρονα αναπαράγεται
Η Μνήμη μπορεί να εκτιναχτεί/ με ένα μόνο τηλεφώνημα/και όλη η λήθη να καταποντιστεί /στον ζεστό κόλπο της αλήθειας
της αποδοχής του πένθους , όπου οι συλλήψεις του παράδοξου και του αλλόκοτου συνιστούν μιαν ενόραση κατ’ εξοχήν ποιητική

Να το κρατάτε εξημερωμένο στην αυλή./Κάποιες νύχτες να αφήνετε την πόρτα ανοιχτή./Θα ανεβαίνει στο κρεβάτι/πηχτές κηλίδες στα σεντόνια/δαγκωματιές στο στήθος, στο λαιμό./

Θα το ακούτε ν’ αλυχτάει./Δεν θα το αλυσοδέσετε ποτέ./
ή

Να υιοθετήσεις κοράκι υπηρέτη/με μαύρη ρεντιγκότα και στιλπνά παπούτσια/για να επιμεληθεί της νεκρικής πομπής
Η ποιήτρια αμφιδρομεί ανάμεσα στις πληγές της παιδική ηλικίας

Βρισκόμουν σε ορφανοτροφείο/

φορούσα γκρι φουστάνι κι άσπρες κάλτσες/έψαχνα μια κούκλα δίχως χέρια
ή


Δεν έβρισκα το σωστό νούμερο ανθρώπου/η πλέξη ήταν χαλαρή/ή οι τεράστιες βελόνες μπήγονταν στο στέρνο



της μεταφυσικής αγωνίας που μεταμορφώνεται σε αδημονία

Το πρόβλημα είναι

πως δεν άκουσα τις κούκλες.
Ανοιγόκλειναν 
τα γυάλινά τους μάτια
λέρωναν τα λευκά φορέματα
έχαναν τα νάιλον μαλλιά.
Πρόσεχε τα Σάββατα
μου έγνεφαν, 
είναι πάντα ξεκούρδιστα
ο μηχανισμός κλάματος δεν λειτουργεί
το κεφάλι δεν είναι κολλημένο 
κυλάει σε μία μόνη Κυριακή. 


Της άφατης τρυφερότητας που προστατεύει και ξαγρυπνά

Κι ανησυχώ

αν είναι μαλακά τα όνειρά σου

Νεογέννητα πουλια
Μες τη φωλιά τους

και τρέμω μήπως κάποιο θελήσει να πετάξει
και πέσει κάτω και χτυπήσει.

Και της σκοτεινής Περσεφόνης που  βασιλεύει μέσα στον προσωπικό μας Άδη
Η γλώσσα σάλεψε μέσα στην κόκκινη σπηλιά
και τεντώθηκε να αγγίξει
τους σταλακτίτες δόντια
ποια διαδρομή είναι πιο σύντομη
το δάγκωμα του σκορπιού
ή ένα αιλουροειδές φιλί;

Τα στοιχεία που εντοπίζονται είναι αναγνωρίσιμα στους αναγνώστες της Κουτσουμπέλη. Ατμόσφαιρα του υάκινθου της θλίψης , γκόθικ ή γκροτέσκ, μωβ της spleen μελαγχολίας,  άνθρωποι-γυναίκες κυρίως- που μετρούν οδύνες ,απώλειες, ελλείψεις, απουσίες, στέρηση, πίκρα, μοναξιά. Αφετηρία βιωματική η παιδική ηλικία. Σίγουρα τραυματική…

"Κόβω με ψαλίδι την παιδική μου ηλικία/ δυο μαυρόασπρα κοριτσάκια που επιπλέουν θολά/θρυμματίζονται στο πάτωμα./Είχα ποτέ δίδυμη αδελφή/ ή ήμουν αυτή που δεν γεννήθηκε ποτέ".

Με λιτά εκφραστικά μέσα, η χαρισματική ποιήτρια σχηματίζει  υπερρεαλιστικές εικόνες, με τον χρωστήρα των εξπρεσιονιστών με θέματα τη φθορά, το θάνατο,  την εχθρότητα και την οργή, τη θλίψη, τη ματαίωση, ενώ με την φαντασία ως πηγή  έλκεται από τον έρωτά της και μονομαχεί με ένα άλλο σώμα. Σάρκα με σάρκα , ανάμικτη με αίμα, ‘’ο ένας πάνω στον άλλο/πεινούσαν και χόρταιναν σάρκα/’’, οι παθιασμένοι εραστές κατασπαράσσουν βουλιμικά αλλήλους εις το όνομα ‘’της αρχαίας γνώσης που κατοικεί στα κύτταρα’’.
Την παρακολουθούμε καθώς καταδύεται σ’ ένα δάσος αντιθέσεων και αντιφατικών οραμάτων: Καθρέφτες που ραγίζουν, στοιχειωμένοι έρωτες που κοιμούνται σε σεντούκια, μικρές αλεπούδες που γερνούν στο σαλόνι, το μαλακό κουνουπίδι του εγκεφάλου που γεμίζει συνέχεια θάλασσα,  μια
‘’μουχλιασμένη άνοιξη , που απλώνω για ν’ αεριστεί’’
υποδηλώνοντας έναν ψυχισμό ευάλωτο και ανασφαλή, με ανεκπλήρωτες επιθυμίες κι εμμονές, με μια φρενίτιδα μανία να καταλαμβάνει το ποίημα
Ακούω τα σκυλιά που αλυχτούν δεμένα/καθώς άγρια τραντάζουν τις αλυσίδες/ξαναγυρνώ στο σπίτι/.Κλείνομαι στο δωμάτιο/Και με μια ψαλιδιά/κόβω σύρριζα πέρα ως πέρα τα μαλλιά./
Ενοράσεις πρισματικών εικόνων μιας σπουδαίας φωνής έντονα θηλυκής μετουσιωμένες σε στίχους, που ασθμαίνουν κάτω από το βάρος των λέξεων

των γυναικείων αρχετυπικών συμβόλων

Εκάτη,Κάλι, Λίλιθ, Αντιγόνη το όνομά μου. /Λίλλακε, Μπελίλι, Μπααλάτ./

Κάποιοι με αποκαλούν Αρχόντισσα του Σκότους/ή ηγέτιδα των Θηλυκών Βαμπίρ/

ενώ μια άλλη τάξη ονείρων επιβάλλεται σκιαγραφώντας το πορτραίτο μιας βαθιά πληγωμένης γυναίκας που ανακαλεί ένα παρελθόν συντηρημένο σε κονσέρβα.
Και όταν ερχόμουν

θα σ’ αγκάλιαζα
αν δεν υπήρχε το σιδερένιο τραπεζάκι ανάμεσα.
Γι αυτό σου λέω. Μην λυπάσαι.
Και στείλε αυτήν την τενεκεδένια απουσία
για ανακύκλωση.

  Η έμπνευση της δημιουργού κινείται μέσα σε ένα αβυσσαλέο υποσυνείδητο. Ένας κόσμος παραίσθησης, βουτηγμένος στην ένταση, την ψευδαίσθηση και την φαντασίωση, μια καταβύθιση και συγχρόνως εξύψωση, ένα οδυνηρό παιχνίδι ανάμεσα στην απόκρυψη και την εμφάνιση με ποιητικά μέσα το ασύλληπτο και το άρρητο. Τα όνειρά της έχουν δόντια κίτρινα.
Η Χλόη Κουτσουμπέλη μεταβάλλει την ρευστότητα του χρόνου σε πορεία ποιητικής ακμής

Ύστερα κάποιος μετατόπισε τους δείκτες

στο κουρδιστό ρολόι τοίχου στο σαλόνι
κι άργησα είκοσι χρόνια.
Θα σε ειδοποιούσα σίγουρα
αλλά τα ταχυδρομικά περιστέρια
καθηλώθηκαν υπέρβαρα στα σύρματα.

Διακρίνονται επιρροές από Ρεμπώ, Μπωντλαίρ, Λόρκα, Πόε, Σολωμό, Καβάφη, Σαχτούρη, Χιόνη, Δημουλά, Σύλβια Πλαθ και Ανν Κάρσον, το γοητευτικό συνονθύλευμα των οποίων διαμορφώνει ένα μετατοπιζόμενο καλειδοσκόπιο, όπου τα χρώματα και τα σχήματα των λέξεων διαλύονται και αναμιγνύονται για να  ανασυνταχθούν στη συνέχεια σε πλήρη αρμονία και τάξη, διαμορφώνοντας τοιουτοτρόπως ένα εντελώς προσωπικό στυλ και ύφος,  χαρακτηριστικό πλέον της Χλόης Κουτσουμπέλη, η οποία και με τις προηγούμενες συλλογές της αλλά και με το παρόν έργο, αποτελεί πλέον μια αναγνωρίσιμη, σπουδαία και πρωτότυπη ποιητική φωνή , αφήνοντας ήδη από τώρα  σημαντική παρακαταθήκη στη σύγχρονη νεοελληνική ποίηση.

Η γλώσσα της διασπά και καταργεί την ρομαντική παράδοση , είναι λιτή, με την σωστή δόση –στη μύτη του κουταλιού ίσα ίσα-γλυκασμού, ουσιαστική, ευθύβολη, αποφορτισμένη από λυρικές τονικότητες, παράγοντας δομική ύλη που μεταβάλλεται σε αισθητικό φαινόμενο –‘’ολόσωμα’’ ποιήματα-ενώ το απόρρητο-βέβηλο ομολογείται , με τη φύση δαιμονιακά ελεύθερη να ακκίζεται στην υπερβολή της, ορίζοντας άλλο δρόμο στην ανάσα.