Κυριακή 16 Νοεμβρίου 2014

Η «ιερή» νόσος του Φ. Μ. Ντοστογιέφσκι

Πηγή: http://ifigeneiasiafaka.com

DOST
11 Noεμβρίου 1821 – 9 Φεβρουαρίου 1881
Δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό ψυχιατρικό περιοδικό “Σύναψις” τόμος 6 του 2010
του Κορνηλίου και της Αλεξάνδρας Ρουτσώνη
μικρό τμήμα ανεξόφλητου χρέους, αφιερώνεται
DOSTΜια μεγάλη παράδοση διατρέχει ολόκληρη την ρωσική λογοτεχνία. Μια παράδοση καταστροφής και αυτοκαταστροφής. Οι μεγάλοι Ρώσοι ποιητές Πούσκιν και Λέρμοντοφ σκοτώθηκαν σε ανόητες μονομαχίες. Ο γενάρχης της σύγχρονης ρωσικής γλώσσας και λογοτεχνίας Ν. Β. Γκόγκολ πέθανε από εκούσια ασιτία. Από την παράδοση αυτή, ή αν θέλετε, την μυθολογία δεν μπορούσε να λείψει ο Φ. Μ. Ντοστογιέφσκι, ο οποίος ως γνωστό έπασχε από επιληψία, μια ασθένεια που από μόνη της περιβάλλεται από πλήθος μύθων και φημών, δημιουργώντας ένα μυστήριο, φόβο αλλά και προκαταλήψεις. Στο διαβασίδι των αιώνων θεωρούσαν την επιληψία ως «ιερή νόσο », ως νόσο που πλήττει τους «ιερούς τρελούς», τους «εν Χριστώ σαλούς» και δεν είναι τυχαίο ότι η αντίληψη αυτή, ιδιαίτερα διαδεδομένη στην Ρωσία συνέβαλε στο να περιβληθεί η ασθένεια του Φ. Μ. Ντοστογιέφσκι από μια πληθώρα μύθων. Σε αυτήν, πολλοί, αποδίδουν την ιδιαίτερη πνευματικότητα του συγγραφέα, την ροπή του προς τον κόσμο των υπερβατικών ιδεών, ενώ συχνά τη συνδέουν με την αποδιδόμενη σε αυτόν ιδιότητα του προφήτη.
Άλλοτε πάλι, ορισμένοι, αντιμετώπιζαν την επίδραση της επιληψίας ως μια ιδιαίτερη ικανότητα του συγγραφέα να σκιαγραφεί σκοτεινές και αρρωστημένες πλευρές της ζωής[1]. Η σχετική φιλολογία, ή και μυθολογία, γύρω από την ψυχική νόσο του Φ. Μ. Ντοστογιέφσκι απασχόλησε και συνεχίζει να απασχολεί τόσο τους κριτικούς της λογοτεχνίας, όσο και τους ειδικούς της ψυχιατρικής επιστήμης.
Έχουν γραφτεί εκατοντάδες μελέτες γύρω από το ζήτημα αυτό, με πολλές, συχνά, αντικρουόμενες απόψεις, ενώ η πολεμική των διαφόρων σχολών σκέψης καλά κρατεί μέχρι σήμερα. Στις παρακάτω γραμμές, θα προσπαθήσουμε μια πρώτη παράθεση των διαφορετικών αυτών απόψεων, καθώς και την διατύπωση ορισμένων σκέψεων γύρω από τη ζωή και του έργο του ρώσου συγγραφέα, ο οποίος έζησε σχεδόν όλη του τη ζωή ως επιληπτικός.
.
.
.
DOST Pietro SpicaΉταν κληρονομική η επιληψία του Φ. Μ. Ντοστογιέφσκι;
Ο μεγάλος αμαρτωλός της ρωσικής λογοτεχνίας, ο Φιοντόρ Μιχαήλοβιτς Ντοστογιέφσκι είναι γνωστό πια σε όλους ότι υπέφερε από επιληπτικές κρίσεις. Αν μάλιστα πιστέψουμε το Μ. Βολότσκι[2], ο οποίος δημοσίευσε το 1993 το βιβλίο του «Το χρονικό της οικογένειας του Ντοστογιέφσκι 1506 – 1933», τότε θα πρέπει να δεχτούμε ότι η ασθένεια του αυτή είχε τα χαρακτηριστικά της κληρονομικότητας των ψυχικών ασθενειών, αφού, σύμφωνα με τον συγγραφέα, πολλοί από τους προγόνους του Φ. Μ. Ντοστογιέφσκι ήταν επιληπτικοί, σχιζοφρενείς, μέθυσοι και αυτόχειρες. Ο αριθμός μάλιστα αυτών των ψυχικά διαταραγμένων ανθρώπων είναι ιδιαίτερα εντυπωσιακός, εφόσον σε σύνολο 140 ατόμων του γενεαλογικού του δέντρου, καταγράφονται 113 με διάφορες ψυχικές ασθένειες.
Όποιος έχει μελετήσει την βιογραφία του Ντοστογιέφσκι εύκολα θα διαπιστώσει ότι ο μεσήλικας συγγραφέας υποπτευόταν και κατηγορούσε τη νεαρή του σύζυγό για απιστία, με βάση τις υποψίες του ότι η τελευταία της, έβδομη κατά σειρά, εγκυμοσύνη δεν είχε εξελιχθεί όπως οι προηγούμενες έξι. Δεν ήταν, άλλωστε, λίγες οι φορές, που ο ίδιος έκανε αιφνίδιους ελέγχους στα δωμάτια των θυγατέρων του, αναζητώντας κρυμμένους, κάτω από τα κρεβάτια τους, εραστές. Τέλος, δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι ο ίδιος τρομοκρατούσε τόσο τον ίδιο του τον εαυτό, όσο και τους οικείους του, με τον φόβο της επαπειλούμενης φτώχιας και ανέχειας.
DOST Pietro SpicaΔιαβάζοντας προσεκτικά την αλληλογραφία του, αλλά και σημειώσεις από το «Ημερολόγιο του συγγραφέα» διαπιστώνουμε ότι υπέφερε από αυτό που θα μπορούσαμε να αποκαλέσουμε «χρόνια κακεντρέχεια» απέναντι στους συγχρόνους του κριτικούς, επιφανείς παράγοντες της κοινωνίας, συγγενείς αλλά και μακρινούς του ανθρώπους, τους οποίους υποπτευόταν ότι συνωμοτούν για την εξόντωσή του. 
Η κόρη του συγγραφέα, ισχυρίζεται στα απομνημονεύματα της ότι οι πρώτες κρίσεις έκαναν την εμφάνισή του μετά τον τραγικό θάνατο του πατέρα του συγγραφέα, τον οποίο σκότωσαν οι χωρικοί γιατί παρενοχλούσε σεξουαλικά τις συζύγους και τις θυγατέρες του.
Ο ίδιος ο συγγραφέας συνέδεε την εμφάνιση της ασθένειας του με την σωματική τιμωρία που του επιβλήθηκε στο κάτεργο για κάποιο παράπτωμά του το 1851. Σε μια από τις συζητήσεις που είχε με τις αδελφές Κορβίν – Κρουκόφσκι, ο Ντοστογιέφσκι ομολόγησε πως η πρώτη κρίση συνέβη μετά την αποφυλάκισή του. Σε μια επιστολή του προς τον αδελφό του Μιχαήλ από 9 Μαρτίου 1857 ο Ντοστογιέφσκι τον ενημερώνει πως η πρώτη κρίση του έγινε μετά το γάμο του, δηλαδή κατά την διάρκεια της εκτόπισής του. Εκεί, ο αγροτικός γιατρός, ήταν ο πρώτος που διέγνωσε «μια αυθεντική κρίση επιληψίας».
 Όπως και να έχουν, όμως, τα πράγματα, οι οπαδοί της κλασσικής ψυχαναλυτικής σχολής του Φρόιντ, εύκολα θα διέκριναν και στις δύο εκδοχές το «αίσθημα ενοχής» του συγγραφέα και, παράλληλα, την υποσυνείδητη επιθυμία του μίσους και της δίψας για εκδίκηση.
DOST Pietro SpicaΟ γνωστός γιατρός της εποχής εκείνης, και φίλος του Φ. Μ. Ντοστογιέφσκι, Σ. Ντ. Γιανόφσκι, ισχυρίζεται ότι η επιληψία έκανε την εμφάνιση της πολύ πριν την σύλληψη, δίκη και φυλάκιση του συγγραφέα. Οι κρίσεις επιληψίας το 1846, 1847 και 1848 ήταν ελαφριάς μορφής, πράγμα που έκανε τον ασθενή να μην την αντιμετωπίζει με σοβαρότητα. Παρόμοιες είναι οι αναφορές και άλλων προσώπων που γνώριζαν τον Φ. Μ. Ντοστογιέφσκι.[3]
Οι ειδικοί γνωρίζουν ότι σημαντικό βαθμό στη συνειδητοποίηση της ασθένειας διαδραματίζει το σημείο και ο βαθμό της αναγνώρισης και της αποδοχής της από τον ασθενή. Ο Φ. Μ. Ντοστογιέφσκι είχε προσδιορίσει το σημείο αυτό με τα ρίγη που αισθανόταν. Τέτοια ρίγη βίωνε ο συγγραφέας λίγο πριν το κάτεργο. Πριν από αυτό τα συμπτώματα που είχε ήταν «νευρολογικού χαρακτήρα» και τα διαπίστωσε στην εφηβική του ηλικία. Τα συμπτώματα αυτά ήταν λήθαργος, μελαγχολία, πονοκέφαλος. Στη συνέχεια ακολούθησαν οι «κρίσεις». Όπως και να έχουν τα πράγματα, το μόνο βέβαιο είναι ότι οι επιληπτικές κρίσεις ξεκίνησαν πριν από τις δικαστικές του περιπέτειες για την ανάμιξή του στην υπόθεση του Πετρασέφσκι..
Στο σημείο αυτό, θα κάνουμε μια μικρή αναφορά στο πατρικό πρότυπο του Φ. Μ. Ντοστογιέφσκι. Ο πατέρας του ήταν ένας δύσκολος στη συμπεριφορά του άνθρωπος. Ζήλευε παθολογικά τη σύζυγό του, ενώ συμπεριφέρονταν βάναυσα στα παιδιά του. Εξαιρετικής σημασίας για την κατανόηση του έργου του Ντοστογιέφσκι, συνεπώς, έχει το μικρής έκτασης δοκίμιο του Ζ. Φρόιντ με τίτλο «Ο Ντοστογιέφσκι και η πατροκτονία». Η σχέση του όμως με τον πατέρα του διαμόρφωσε, εν πολλοίς, και τη σχέση του με το περιβάλλον του. Μόνο έτσι μπορούμε να κατανοήσουμε την επιθετική συμπεριφορά που είχε ο ίδιος ο συγγραφέας απέναντι στους λογοτεχνικούς κύκλους της Ρωσίας την εποχή εκείνη, απέναντι στους κριτικούς και το κοινό, κάθε φορά που νόμιζε ότι τον αμφισβητούσαν, απέναντι, τέλος στα μέλη της ίδιας του της οικογένειας.
.
.

.
DOST 4Οι παθολογικές ιδιαιτερότητες του ταλέντου του Φ. Μ. Ντοστογιέφσκι
Αν και ο γράφων τις γραμμές αυτές δεν διαθέτει ψυχιατρική εκπαίδευση, ούτε καν ιατρική, εν τούτοις, συνειδητοποιώντας τον επαπειλούμενο κίνδυνο, θα αποτολμήσει μια «ψυχιατρική προσέγγιση» του ξεχωριστού εκείνου ταλέντου που διακρίνει το έργο του Φ. Μ. Ντοστογιέφσκι, στηριζόμενος σε γνώμες και απόψεις ειδικών, οι οποίες περιήλθαν σε γνώση του κατά την διάρκεια της πολυετούς ενασχόλησής του με τα έργα του «μεγάλου αμαρτωλού» της ρωσικής λογοτεχνίας.
Ακόμη και ένας απλός αναγνώστης των έργων του Φ. Ν. Ντοστογιέφσκι διαπιστώνει με την πρώτη κιόλας ματιά ότι το πλήθος των ηρώων του χαρακτηρίζονται από μια υπερβολική τάση για την λεπτομέρεια, μια ροπή προς τις συγκεκριμένες, κάθε φορά, σκέψεις, μια πολυλογία, θα έλεγε κάνεις, ενώ την ίδια στιγμή γίνεται προφανές, ότι ο ειρμός των σκέψεών τους χάνεται και, κυρίως, κάτι μένει ανείπωτο, ημιτελές.
Μια δεύτερη ιδιαιτερότητα που διακρίνουμε είναι το απόλυτο παράλογο, το ανορθολογικό, η παρορμητικότητα των συμπεριφορών τους.
Ενώ η τρίτη ιδιαιτερότητα είναι η συστηματική, σαδιστική, θα έλεγε κανείς, παραμονή τους σε όλα τα στάδια της κόλασης του Δάντη.
DOST 4Δεν είναι λοιπόν τυχαία η άποψη που διατύπωσαν πολλοί στοχαστές ότι αν ο Τολστόι έχει δημιουργήσει χιλιάδες διαφορετικούς ανθρώπινους τύπους στα έργα του, ο Ντοστογιέφσκι, απεναντίας, σε κάθε του έργο σκιαγραφεί όλους τους ήρωες του υπό το φως της δικής του οπτικής για τον κόσμο. Ας θυμηθούμε τον παθολογικά αλκοολικό Μαρμελάντοφ στο«Έγκλημα και τιμωρία», την υστερική και μανιοκαταλθιπτική Κατερίνα Ιβάνοβνα, τον σεξομανή και σαδιστή Σβιντριγκάιλοφ, αλλά και τον νηφάλιο Λούζιν, ο οποίος χώνει επιτήδεια εκατό ρούβλια στη τσέπη της Σόνιας Μαρμελάντοβα προκειμένου στη συνέχεια να την κατηγορήσει για κλοπή. Στον «Ηλίθιο» ο πρίγκιπας Μίσκιν επανέρχεται στη ζωή μετά την παρατεταμένη θεραπεία για επιληψία και στο τέλος επιστρέφει στην ίδια ψυχιατρική κλινική στην Ελβεταία, ο Αραλντόν Ιβόλγκιν που πάσχει από εκφυλιστική παράλυση, ο έμπορος – δολοφόνος Ρογκόζιν, η Ναστάσια Φιλίπποβνα, η οποία διαρκώς επισημαίνει στους συνομιλητές της ότι την αποπλάνησαν σε μικρή ηλικία και ότι έχει, μετά απ’ αυτό, κάθε δικαίωμα να ταπεινώνει τους γύρω της. Στους «Δαιμονισμένους» ο ψυχρός δανδής Σταβρόγκιν, οι επιληπτικοί Κυρίλλοφ και Λεμπιάντκινα, το παράσιτο και προδότης Στεπάν Βερχοβένσκι, ο «επαναστάτης» Πιότρ Βερχοβένσκι, ο οποίος προκειμένου να διαλύσει τον χορό του στρατηγού εξυφαίνει πλήθος δολοπλοκιών, οι ασήμαντοι και ανόητοι Λιάμγκίν, Σιγκαλιόφ, Βιγκρίνσκι με τις α-νόητες αυτοκτονίες. Στα έργα του Ντοστογιέφσκι δεν υπάρχουν ευτυχισμένο ήρωες, όπως δεν υπάρχουν και «θετικοί» ήρωες».
.
.

DOST 4Όλα τα πρόσωπα που παρουσιάζονται σ’ αυτά τα έργα, είναι πρόσωπα που πάσχουν, που υποφέρουν, που βασανίζονται, που, όμως, στο τέλος, δε λυτρώνονται. Ακόμη και όταν ο κολασμός των πράξεών τους, ο βαρύς πέλεκυς της τιμωρίας πέφτει επί των κεφαλών δικαίων και αδίκων.
Δίχως να θέλουμε να υπεισέλθουμε στο πεδίο της ψυχιατρικής αποτίμησης της επίδρασης που άσκησε η επιληψία στην ανάπτυξη του ταλέντου του Φ. Μ. Ντοστογιέφσκι, θα παραθέσουμε την άποψη του Ν. Μιχαηλόβσκι, ο οποίος ακόμη από το 1882 σε ένα άρθρο του με τίτλο «Σκληρό ταλέντο» σημειώνει: «Εμείς, απεναντίας, αναγνωρίζουμε το τεράστιο καλλιτεχνικό ταλέντο του Ντοστογιέφσκι και ταυτόχρονα διακρίνουμε σ’ αυτόν όχι μόνο τον πόνο που βιώνει για τους ταπεινωμένους και καταφρονημένους, αλλά, απεναντίας, βλέπουμε και μια ενστικτώδη επιδίωξή του να προκαλέσει πόνο σ’ αυτούς τους ταπεινωμένους και καταφρονημένους».[4] .
DOST 4Την ίδια όμως γνώμη με τον Μιχαηλόφσκι είχαν και πολλοί άλλοι σύγχρονοι του Ντοστογιέφσκι συγγραφείς και ποιητές, όπως διαπιστώνουμε από την αλληλογραφία των Τουργκιένιεφ. Στράχοφ, Λ. Τολστόι, Π. Τσαϊκόφσκι, Σαλτικοφ-Σεντρίν, και στη συνέχεια του Μ. Γκόρκι.
Θα πρέπει να σημειώσουμε ότι στην πλειοψηφία των έργων του Ντοστογιέφσκι δεν υπάρχει ίχνος κοινωνικής διαμαρτυρίας. Οι ήρωες του – πριν απ’ όλα και πάνω απ’ όλα είναι θύματα των παθών τους και είναι πολύ δύσκολο να ανακαλύψει ο σύγχρονος αναγνώστης έναν ήρωα τον οποίο ο συγγραφέας δεν θα παρουσίαζε σε μια εξαιρετική μειονεκτική θέση, στην καλλίτερη δε των περιπτώσεων σε μια ανόητη θέση.
Με ασφάλεια λοιπόν μπορούμε να πούμε ότι το μυστικό της δημιουργίας του Ντοστογιέφσκι είναι ότι οι ήρωες του δρουν σα να μην υπάρχει διάσταση έργων και λόγων, σα να μην λειτουργούν υπό τον έλεγχο κάποιων κεντρικών ηθικών αρχών. Όλος ο κόσμος του Φ. Μ. Ντοστογιέφσκι είναι μια κινούμενη άμμος, είναι μια ρευστή περιρρέουσα πραγματικότητα, είναι ένας κόσμος ενστίκτων των ηρώων του, των παρορμήσεών τους, του χαοτικού τους ψυχισμού.
.
.
Την ίδια στιγμή όμως, ο Φ. Μ. Ντοστογιέφσκι με την ικανότητά του να διαβλέψει τις πρωτογενείς παρορμήσεις των ηρώων του, να τις μετατρέψει σε πράξεις, να αποκαλύψει το έρεβος του υποσυνείδητου, κατόρθωσε να γίνει ο προφήτης του 20ου αιώνα, όπου αυτές οι πρωτόγονες παρορμήσεις της σκληρότητας, της κυριαρχίας, της καταπίεσης, της αλαζονείας, βγήκαν έξω από τα όρια της λογικής και του νόμου και κυριάρχησαν με τις μορφές των ανελέητων ολοκληρωτισμών του προηγούμενου αιώνα.
DOST 4Προσπαθώντας να ερμηνεύσει την στωικότητα ενός ψυχικά ασθενούς, ο Ζ. Φρόιντ, στο γνωστό του έργο «Ο Ντοστογιέφσκι και η πατροκτονία», δημιουργεί έναν ολόκληρο ψυχαναλυτικό μύθο γύρω από τον μεγάλο Ρώσο συγγραφέα. Ο στοχαστής της Βιέννης χαρακτηρίζει το μυθιστόρημα του Φ. Μ. Ντοστογιέφσκι«Αδελφοί Καραμαζόφ» ως «ύψιστο επίτευγμα της παγκόσμιας λογοτεχνίας, η αποτίμηση του οποίου είναι αδύνατη». Ο κολακευτικός αυτός χαρακτηρισμός εκ μέρους του γενάρχη της ψυχανάλυσης δεν οφείλεται στις λογοτεχνικές και φιλοσοφικές αρετές του κειμένου, αλλά σε κάτι το τελείως διαφορετικό. Στην παγκόσμια λογοτεχνία δεν υπάρχει άλλο μυθιστόρημα, μέσα από το οποίο να διαφαίνεται, κατά τη γνώμη του Φρόιντ, τόσο ξεκάθαρα το οιδιπόδειο σύμπλεγμα. Από τους τέσσερις γιους του Φιοντόρ Καραμάζοφ οι τρείς θέλουν να τον σκοτώσουν, ενώ ένας εξ αυτών, ο Σμερντιακόφ, τελικά τον δολοφονεί. Κατά τη διάρκεια της δίκης ο Ιβάν Καραμάζοφ είναι, σχεδόν, παράφρων, και λέει μια φράση, η οποία φανερώνει τη σκέψη του ίδιου του συγγραφέα: «Μα ποιος θέλει να δολοφονήσει τον πατέρα;». Στηριζόμενος πάνω στην θεωρία του για το οιδιπόδειο σύμπλεγμα ο Φρόιντ αποδίδει σ’ αυτό την ψυχική νόσο του Ντοστογιέφσκι.
Ανεξάρτητα, πάντως, τόσο από τον ψυχαναλυτικό μύθο που δημιούργησε η εργασία του Φρόιντ, όσο και από το ερώτημα για το αν η επιληψία του Φ. Μ. Ντοστογιέφσκι ήταν κληρονομική ή επίκτητη, από το αν οι πρώτες κρίσεις συνέβησαν πριν ή μετά το κάτεργο, το σίγουρο είναι ότι η νόσος αυτή έχει αφήσει ανεξίτηλα ίχνη στο έργο του, όλων των περιόδων της δημιουργίας του.
.
.
DOST 4Στο δεύτερο του, κιόλας μυθιστόρημα, πριν την σύλληψή του, τον «Σωσία» ο Φ. Μ. Ντοστογιέφσκι σκιαγραφεί τον διχασμό της προσωπικότητας, την έκπτωσή της και την τρέλα. Ακολουθεί το μικρό του έργο «Η σπιτονοικοκυρά» όπου η πρωταγωνίστρια βρίσκεται «πέραν» του κόσμου των ανθρώπων, αλλά και οι έντονα συγκνινησιακά φορτισμένες νουβέλες «Νιέτοτσκα Νιεζβάνοβα» και «Λευκές νύχτες». Στα δύο τελευταία έργα, ο αναγνώστης, εύκολα διαπιστώνει την ροπή του συγγραφέα να «φύγει μακράν» της σκυθρωπής περιρρέουσας πραγματικότητας και να καταφύγει στον κόσμο των ρομαντικών ονειροπολήσεων. Σ’ αυτά, ειδικά, τα έργα, κάνει την εμφάνισή της η φιγούρα του «ονειροπόλου», η οποία, εν πολλοίς, είναι αυτοβιογραφική. Είναι όμως, ωστόσο, τα έργα εκείνα στα οποία κάνει την εμφάνισή της η νόσος και οι επιπτώσεις της. Στις «Λευκές νύχτες»η θλίψη και η πικρή απογοήτευση του μοναχικού ηλικιωμένου πια ονειροπόλου, δεκαπέντε ολόκληρα χρόνια μετά τις πιο ευτυχισμένες στιγμές της ζωής του, γίνεται αισθητή από τον αναγνώστη ως η καταβολή ενός ανελέητου τιμήματος για τις ονειροπολήσεις. Στο δε έργο του «Η σπιτονοικοκυρά», – και αυτό πριν από τη σύλληψη του, – στις ανησυχίες που διατυπώνει ο ήρωας βλέπουμε αμέσως τις αναλαμπές της επερχόμενης κρίσης επιληψίας.
.
.
DOST 4Ο Μέγας Μελαγχολικός: μαρτυρία και μαρτύριο
Αν επιμέναμε, όμως, μόνο στις παραπάνω διαπιστώσεις σχετικά με την εμμονή του Φ. Μ. Ντοστογιέφσκι να μειώνει, να ταπεινώνει, να εξευτελίζει τους ήρωες του, θα παρουσιάζαμε μία μόνο και αυτή, ελαφρώς παραμορφωμένη, πλευρά του δημιουργικού του έργου, και, πιθανόν, να αδικούσαμε τον μεγάλο αυτό μελαγχολικό. Και αυτό γιατί διαβάζοντας τα έργα του εύκολα διαπιστώνουμε την βαθιά του συμπόνια προς τα θύματα της κοινωνικής αδικίας, την αίσθηση ότι όλα αυτά που κάνουν τους ήρωες του να πάσχουν μπορούν να συμβούν και σ’ εσένα τον ίδιο, όσο καλά προστατευμένος κι αν είσαι από την πιθανότητα της πτώσης, λόγω κοινωνικής θέσης, καλλιέργειας, βούλησης, εργατικότητας, υλικής ευμάρειας, συγγενών, δημιουργικότητας, επιτυχιών κ.α.
DOST Pietro SpicaΕκείνο που προκαλεί ιδιαίτερη αίσθηση με τους ήρωες του Φ. Μ. Ντοστογιέφσκι είναι το γεγονός ότι δεν υπάρχει ούτε ένας εξ αυτών, – και συνεπώς δεν υπάρχει ούτε ένας άνθρωπος, – που έστω και για λίγο, έστω και για μια στιγμή δεν βρέθηκε στο χείλος του γκρεμού, δεν ένιωσε την δαμόκλεια σπάθη να επικρεμάται από πάνω του. Αυτό δείχνει μια βαθιά συνείδηση, εκ μέρους του συγγραφέα, της Ταπείνωσης, αν όχι μόνο από τα προσωπικά του βιώματα, τότε, ίσως, από παραδείγματα που υπήρχαν στο άμεσο κοινωνικό του περιβάλλον. Πόσοι ήρωες του βρίσκονται σε έλεος ανελέητων ισχυρών, πόσοι και πόσοι εξαρτώνται από την καλή διάθεση αξιωματούχων, πλουσίων, τυράννων.
Σήμερα, βασισμένοι στην εμπειρία του 20ουαιώνα, γνωρίζουμε καλά πως απαιτούνται εβδομάδες ή και μήνες εξευτελισμών, βασανιστηρίων, ταπεινώσεων για να έρθει ο απλός άνθρωπος στο επίπεδο των ηρώων του Ντοστογιέφσκι. Και πέραν τούτου, ο καθένας από εμάς με ευκολία μπορεί να ανακαλέσει στη μνήμη του επεισόδια προσβολής της προσωπικότητάς του, ακόμη και από ασήμαντους κρατικούς υπαλλήλους, οι οποίοι θωρακισμένοι πίσω από τον τίτλο ή το αξίωμα τους, εξευτελίζουν βάναυσα τον απλό πολίτη.

DOST 4
«Ο μη αναμάρτητος πρώτος τoν λίθον βαλέτω», αναφέρει η βιβλική παράδοση. Για το Ντοστογιέφσκι δεν υπάρχουν αναμάρτητοι. Κι αυτό είναι που κάνει εμάς, τους αναγνώστες των έργων του μεγάλου μελαγχολικού να νιώθουμε συγγενείς με τους ήρωες του, να ταυτιζόμαστε μ’ αυτούς και με ευγνωμοσύνη να συνειδητοποιούμε ότι ο συγγραφέας όχι μόνο τους ταπεινώνει αλλά και, συνάμα, συμπονάει τα πάθη, τα βάσανα, τις δυσκολίες τους. Η υπερβολή, είναι μια από τις μεθόδους μυθιστοριογραφίας που με μεγάλη επιτυχία χρησιμοποιεί ο Ντοστογιέφσκι. Αποδεικνύεται πως είμαι μεγάλος τεχνίτης της υπερβολής συνδυάζοντας τον σαδισμό με την συμπόνια και αυτό τον καθιστά ιδιαίτερα προσφιλή συγγραφέα γενιών και γενιών στα πέρατα του κόσμου. Ιδιαίτερα σήμερα, σε μια εποχή γενικευμένης ανασφάλειας και κατάρρευσης όλων των σταθερών που γνώριζε ο κόσμος, σε μια εποχή αναζήτησης σημείων προσανατολισμού και πορείας, η λεπτή σαν τον διαυγή ανοιξιάτικο πάγο, ψυχολογική ανάλυση που κάνει στους ήρωες του, μπορεί να αποτελέσει παρηγοριά και ανακούφιση για νέες γενιές αναγνωστών.
DOST Pietro SpicaΟ άνθρωπος που έγραψε την φράση «η ομορφιά θα σώσει τον κόσμο» δεν μπορούσε να μείνει απαθής απέναντι στις ταπεινώσεις του ανθρώπου. Ξεπεσμένος αριστοκράτης, διάσημος συγγραφέας, φυλακισμένος, μελλοθάνατος, εξορισμένος, ο Ντοστογιέφσκι με ιδιαίτερη ευαισθησία αντιμετωπίζει το πρόβλημα των πτήσεων και των πτώσεων του ανθρώπου, αφού άλλωστε ο ίδιος, λόγω της ασθένειας του, ήταν συνεχώς αντιμέτωπος μ’ αυτό. Η επιληπτική κρίση, ως γνωστό, δεν είναι ένα καθόλου όμορφο θέαμα. Το γνώριζε ο ίδιος, τρόμαζε με τη σκέψη ότι μπορεί να έχει μια τέτοια κρίση μπροστά σε ξένους, πράγμα άλλωστε που συνέβη αρκετές φορές στη ζωή του. Την ίδια στιγμή όμως το θλιβερό αυτό θέαμα του προκαλούσε αισθήματα συμπόνιας και κατανόησης. Αισθήματα μετοχής αλλά και διάθεσης υπεράσπισης των αδυνάμων. Γόνος μιας οικογένειας  ο ίδιος, όπου για τέσσερις γενιές καταγράφονται επιληπτικοί, κατόρθωσε μέσα από τα έργα του να γίνει ο «Κολόμβος» του υποσυνείδητου κόσμου του ανθρώπου.
DOST Pietro SpicaΟι ειδικοί του ψυχικού κόσμου του ανθρώπου, ίσως χρειαστεί να κάνουν εμβριθείς μελέτες για το πώς επέδρασε η επιληψία στο δημιουργικό έργο του Φ. Μ. Ντοστογιέφσκι. Ίσως ανακαλύψουν πράγματα θαυμαστά μα και συνάμα τρομερά. Ένα είναι σίγουρο και προφανές, επί του παρόντος, οι προσωπικές ιδιαιτερότητες του συγγραφέα, η ψυχοπαθολογία του, τόσο όταν συμπεριφέρεται σαδιστικά στους ήρωες του, όσο κι όταν συμπάσχει μ’ αυτούς και τους συμπονά είναι γεγονός αδιαμφισβήτητο. Παρόλα αυτά όμως ο Ντοστογιέφσκι παραμένει μεγάλος ανθρωπιστής, όσο τρομακτικές κι αν είναι οι εικόνες που σκιαγραφεί μέσα από τα έργα του, όσο σαδιστικές εξάρσεις κι αν περιγράφει, όσο κι αν φοβόταν την ίδια την έννοια της ελευθερίας, όσο αδύναμους κι αν περιέγραψε τον Αλιόσα Καραμάζοφ και τον στάρετς Ζωσιμά στους «Αδελφούς Καραμάζοφ», απέναντι στον Ιβάν Καραμάζοφ ή τον Μεγάλο Ιεροεξεταστή. Και αυτό είναι που τον κάνει όχι απλά μεγάλο αλλά οικουμενικό συγγραφέα, ταυτισμένο με τον χαρακτηρισμό «μέγας ανατόμος της ανθρώπινης ψυχής».
Φ. Μ. Ντοστογιέφσκι «Ηλίθιος»Μτφ: Ελένη Μπακοπούλου, Εκδόσεις Ίνδικτος, Αθήνα 2008
… «Αναλογίστηκε, μεταξύ άλλων, ότι στην επιληπτική του κατάσταση υπήρχε ένα στάδιο, σχεδόν ελάχιστα πριν την κρίση (όταν βέβαια η κρίση τον έβρισκε ξύπνιο), που ξαφνικά, μέσα στη θλίψη, την ψυχική μαυρίλα, την πίεση, για κάποια δευτερόλεπτα έμοιαζε να φλογίζεται ο εγκέφαλος του και να εκρήγνυται με πρωτοφανή δύναμη όλες οι ζωτικές του δυνάμεις. Κάτι τέτοιες στιγμές, που κρατούσαν όσο μια αστραπή, η αίσθηση της ζωής, της αυτοσυνείδησης, δεκαπλασιαζόταν σχεδόν. Το πνεύμα και η καρδιά πλημμύριζαν από ένα πρωτόγνωρο φως· όλες οι ταραχές, όλες οι ανησυχίες του, σαν να καταλάγιαζαν δια μιας, και κατέληγαν σε μια ανώτερη γαλήνη, γεμάτη από διαυγέστατη, αρμονική χαρά κι ελπίδα, γεμάτη από σύνεση και γνώση. Οι στιγμές αυτές όμως, οι αναλαμπές, ήταν μόνο προάγγελος του κρίσιμου δευτερολέπτου (ποτέ πάνω από δευτερόλεπτο) με το οποίο ξεκινούσε η κρίση. Αυτό το δευτερόλεπτο βεβαίως ήταν ανυπόφορο. Συλλογιζόμενος εκ των υστέρων αυτή τη στιγμή, υγιής πια, έλεγε συχνά στον εαυτό του: όλες αυτές οι αστραπές και οι αναλαμπές της ύψιστης αυτοεπίγνωσης και αυτοσυνείδησης, και άρα ενός «ανώτερου βιώματος», δεν είναι τίποτα περισσότερο από αρρώστια, από διατάραξη της φυσιολογικής κατάστασης, κι αν είναι έτσι, τότε δεν είναι καθόλου ανώτερο βίωμα, αλλά, αντιθέτως, θα πρέπει να θεωρηθεί ως το κατώτερο. Κι ωστόσο, κατέληξε, τελικά, στο εξαιρετικά παράδοξο συμπέρασμα: «Και τι μ’ αυτό, αν είναι αρρώστια;». Το πειράζει αν αυτή η αφύσικη ένταση, το αποτέλεσμα, αυτή η βιωματική στιγμή, όταν την αναλογίζεσαι και τη σκέφτεσαι όντας σε κατάσταση υγιή, αποδεικνύεται ύψιστη αρμονία, ομορφιά, σου δίνει το ανήκουστο και ασύλληπτο μέχρι τούδε αίσθημα της πληρότητας, του μέτρου, της συμφιλίωσης και της εκστατικής θρησκευτικής ταύτισης με την πεμπτουσία της ζωής:» Αυτές οι θολές διατυπώσεις του φαίνονταν πολύ κατανοητές, αν και ακόμη αρκετά αδύναμες. Δεν μπορούσε να αμφιβάλλει πως αυτό είναι πράγματι «ομορφιά και θρησκευτική έκσταση», ότι είναι πράγματι η «πεμπτουσία της ζωής», ούτε μπορούσε να δεχτεί οποιαδήποτε αμφισβήτηση. Διότι εκείνη τη στιγμή δεν έβλεπε οράματα, αφύσικα και φανταστικά, σαν αυτά που βλέπει κανείς με το χασίς, το όπιο ή το ποτό, που μειώνουν τη λογική και διαστρεβλώνουν την ψυχή. Αυτό μπορούσε να το κρίνει με απόλυτη λογική όταν τέλειωνε η κρίση.
.
.

Οι στιγμές αυτές ήταν ακριβώς μόνον μια ασυνήθιστη ενδυνάμωση της αυτοσυνείδησης- αν έπρεπε να ορίσει κανείς την κατάσταση αυτή με μια λέξη – , αυτοσυνείδηση και ταυτόχρονα αυτοεπίγνωση, άμεση σε ακραίο βαθμό.Αν τη στιγμή εκείνη, δηλαδή το τελευταίο ενσυνείδητο δευτερόλεπτο πριν το ξέσπασμα της κρίσης, του συνέβαινε να προλάβει να πει στον εαυτό του, με διαύγεια και συνειδητά: «Ναι, για μια τέτοια στιγμή μπορεί κανείς να δώσει και τη ζωή του!» – τότε φυσικά αυτή η στιγμή από μόνης της άξιζε μια ολόκληρη ζωή. Πάντως, για τη διαλεκτική πλευρά του συμπεράσματός του δεν επέμεινε: η αποβλάκωση, ο ψυχικός ζόφος, η ηλιθιότητα, ορθώνονταν μπροστά του ως ολοκάθαρη συνέπεια αυτών των «ανώτερων στιγμών». Στα σοβαρά δεν θα μπορούσε να το συζητήσει, εννοείται. Στο συμπέρασμα, δηλαδή στην αποτίμηση αυτής της στιγμής, εμπειριείχετο, χωρίς αμφιβολία, ένα λάθος, αλλά ο ρεαλισμός της αίσθησης, όσο να ‘ναι, τον μπέρδευε λίγο. Τι στ’ αλήθεια μπορούμε να κάνουμε με την πραγματικότητα; Αυτό, βλέπεις, είχε συμβεί, και ο ίδιος, βλέπεις, προλάβαινε να πει στον εαυτό του εκείνη τη συγκεκριμένη στιγμή, ότι αυτή η στιγμή, σ’ αυτόν, μάλλον, θα μπορούσε να αξίζει μια ολόκληρη ζωή. «Αυτή τη στιγμή» – όπως έλεγε κάποτε στον Ραγκόζιν, στη Μόσχα, κατά τη διάρκεια των εκεί συναντήσεων τους- «αυτή τη στιγμή μου γίνεται κατανοητός ο ασυνήθιστος ισχυρισμός ότι δεν θα υπάρξει άλλος χρόνος. Πιθανόν» – συμπλήρωσε χαμογελώντας – «να είναι εκείνο το δευτερόλεπτο στο οποίο δεν πρόλαβε να χυθεί το νερό από την αναποδογυρισμένη στάμνα του επιληπτικού Μωάμεθ, που πρόφτασε μέσα σ’ εκείνο το δευτερόλεπτο να περιτρέξει όλους τους οίκους του Αλλάχ»…Σελ: 393 – 395…
.
.
.
«Από την αρχή ακόμη, όταν ο πρίγκιπας μπήκε στο σαλόνι, κάθησε όσο πιο μακριά γινόταν από το κινέζικο βάζο, με το οποίο τον είχε τρομοκρατήσει τός η Αγκλάια. Θα μπορούσε να φανταστεί κανείς ότι μετά τα χτεσινά λόγια της Αγκλάιας ρίζωσε μέσα του η ανεξίτηλη πεποίθηση, ένα εκπληκτικό και αδιανόητο προαίσθημα ότι αύριο κιόλας θα το σπάσει οπωσδήποτε το βάζο αυτό, όσο κι αν κρατιόταν μακριά του, όσο κι αν το απέφευγε; Κι όμως, έτσι ήταν. Στη διάρκεια της βραδιάς άλλες δυνατές αλλά ευχάριστες εντυπώσεις άρχισαν να καταλαμβάνουν την ψυχή του· αναφερθήκαμε ήδη σ’ αυτό. Ξέχασε το προαίσθημα του. Όταν άκουσε για τον Παβλίσιεφ και ο Ιβάν Φιοντόροβιτς τον οδήγησε στην Ιβάν Πετρόβιτς για να του τον παρουσιάσει και πάλι, ήρθε πιο κοντά στο τραπέζι και βρέθηκε ακριβώς στην πολυθρόνα δίπλα από το τεράστιο, κόκκινο κινέζικο βάζο, που έστεκε πάνω σε έναν ανθοστάτη, σχεδόν δίπλα στον αγκώνα του, ελαφρώς πιο πίσω. 
Με τα τελευταία λόγια σηκώθηκε από τη θέση του, κούνησε απρόσεχτα το χέρι, τίναξε κάπως τον ώμο του και … τότε ακούστηκε μια γενική κραυγή! Το βάζο ταλαντεύτηκε, στην αρχή, σαν αναποφάσιστο: να πέσει μήπως το κεφάλι κανενός από τα γεροντάκια; Όμως ξαφνικά έγειρε προς την αντίθετη μεριά, προς τη μεριά του γερμανάκου που μόλις πρόλαβε με τρόμο να κάνει στην άκρη, και σωριάστηκε στο δάπεδο. Θόρυβος, φωνές, πολύτιμα θραύσματα σκορπισμένα στο χαλί, φόβος, απορία, ω, τι συνέβαινε στον πρίγκιπα ήταν δύσκολο κι ίσως δεν χρειαζόταν να το φανταστείς! Αλλά δεν μπορούμε να μην αναφέρουμε μια παράξενη αίσθηση που τον συγκλόνισε ακριβώς την ίδια στιγμή: ούτε η ντροπή, ούτε το σκάνδαλο, ούτε ο φόβος, ούτε το αναπάντεχο τον συγκλόνισαν περισσότερο, αλλά η πραγμάτωση της προφητείας! Τι ακριβώς ήταν αυτό που τον αιχμαλώτισε στη σκέψη αυτή, δεν θα ήταν σε θέση να το εξηγήσει· αισθάνθηκε απλά ότι έχει συγκλονισθεί ως τα τρίσβαθα της ψυχής του και στεκόταν πλημμυρισμένος από ένα φόβο σχεδόν μυστικιστικό. Μια στιγμή ακόμη, και σαν όλα μπροστά να διευρύνονται, στη θέση του τρόμου φως και χαρά, έκσταση· άρχισε να πνίγεται, και … αλλά η στιγμή πέρασε. Δόξα τω Θεώ, δεν ήταν αυτό! Πήρε ανάσα και κοίταξε ένα γύρω.» Σελ 935 – 936
.
.
Αϊμέ Ντοστογιέφσκι, Η ζωή του πατέρα μου, Μτφ: Στέλιου Ι. Ζερβού,Εκδόσεις Δωδώνη, Αθήνα 1971
… Τότε ο Ντοστογιέφσκυ άρχισε να ‘χει αμφιβολίες για το ταλέντο του. Η υγεία του άρχισε να κλονίζεται. Έγινε νευρικός και υστερικός. Η φοβερή ασθένεια της επιληψίας που κοιμότανε μέσα του χωρίς να εκδηλώνεται σε κρίσεις, άρχισε να του φέρνει πιεστικές ενοχλήσεις. Άρχισε ν’ αποφεύγει τα φιλολογικά σαλόνια και κλεινότανε σπίτι του για πολλές ώρες ή γύριζε μονάχος στους σκοτεινούς και έρημους δρόμους της Πετρούπολης. Περπατώντας μιλούσε μονάχος του, χειρονομούσε και έκανε τους διαβάτες να γυρίζουν να τον δουν. Ακόμη και οι φίλοι του που τον συναντούσαν στο δρόμο νόμιζαν πως παλάβωσε…Σελ. 57
Την εποχή εκείνη ο πατέρας μου θεωρούσε τον εαυτό του άρρωστο και ανίκανο για γάμο. Η επιληψία που μέχρι τότε ήτανε σε κατάσταση λανθάνουσα άρχισε πια να εκδηλώνεται. Είχε σοβαρές κρίσεις και ζωηρούς σπασμούς που τον εξουθένωναν και τον έκαναν ανίκανο για κάθε εργασία. Οι γιατροί του συντάγματος που τον κουράριζαν δίσταζαν ακόμη να που τι ήταν η αρρώστια του· πολύ αργότερα έδωσαν το όνομα επιληψία, στην αρρώστια του Ντοστογιέφσκυ…Σελ. 98…
.


.Η επιληψία του πατέρα μου είχε πια εκδηλωθεί τελείως κι αυτό του είχε καλμάρει τα νεύρα. Υπόφερε βέβαια πολύ όταν είχε κρίση, όμως είχε την ανταμοιβή του όταν η κρίση περνούσε να γίνεται το πνεύμα του πιο καθαρό και πιο ήρεμο… Σελ. 101
Αργότερα οι γιατροί εξήγησαν στους δικούς μου ότι η αιτία του θανάτου του Αλέξη ήταν η ανώμαλη διαμόρφωση του μετώπου του. Ο εγκέφαλος του μεγαλώνοντας δεν βρήκε αρκετό χώρο να αναπτυχθεί μέσα στο μικρό και παραμορφωμένο κρανίο. Εγώ προσωπικά σκεφτόμουν πάντα ότι ο Αλέξης, που έμοιαζε σε όλα του πατέρα μου, θα του είχε κληρονομήσει και την επιληψία. Ο Θεός όμως στάθηκε γι’ αυτόν πολύ καλός και τον πήρε κοντά του με την πρώτη του κρίσης της αρρώστιας. Σελ. 180
Το μυαλό των επιληπτικών δεν είναι φυσιολογικό. Η μνήμη τους δεν κρατάει παρά τα γεγονότα που τους κάνουν ιδιαίτερη εντύπωση. Είναι πιθανόν πως η Παυλίνα Ν. ήταν από κείνες τις πολύ όμορφες κοπέλες που αγαπάνε οι άντρες πολύ όταν τις έχουν κοντά τους, μα που τις ξεχνούν γρήγορα όταν πάψουν να τις βλέπουν…Σελ. 188

[1] Merezkovskijj D. S. Lev Tolstoi I Dostoyevskii. Cobr. Soc. T. 9, 1914, c. 101.
Stefan Cveig Tri mastera. Moskva, 1992. c. 83
Grossman Leonid Poetika Dostoyevskogo. Moskva, 1925, c. 132
[2] Volockii M. V. Chronika rodoslovija Dostoyevskogo Moskva 1993.
[3] Vrangl’ A. E. Iz vospominanii o F. M. Dostoyevskom v Sibiri στο F.M. Dostoyevskij v vospominanjach sovremenikov, t.1, Moskva 1990, c. 345. Vsevolod Solov’ev o F. M. Dostoyevskom ibid. t.2, Moskva, 1990, c. 205. Rezinkampf AE. Vospominanija o Fiodore Michailovice Dostoyevskom στο F.M. Dostoyevskij v vospominanjach sovremenikov, t.1, Moskva 1990, c.. 552. Janovskii S. D. Vospominanje o Dostoyevskom στο F.M. Dostoyevskij v vospominanjach sovremenikov, t.1, Moskva 1990, c. 234
[4] Michailovskii N. K., Zestokii talent. Moskva, 1957. 

Ομαδική Έκθεση έργων Φως, έως 30/11/2014


ΠΙΝΑΚΟΘΗΚΗ ΔΗΜΟΥ ΚΕΡΚΥΡΑΣ
ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ
Την Παρασκευή 31 Οκτωβρίου 2014 στο Τμήμα Περιοδικών Εκθέσεων (Β, Περιστύλιο) της Πινακοθήκης εγκαινιάζεται ομαδική έκθεση εικαστικών έργων με θέμα το ΦΩΣ. Το μεγάλο αυτό ζήτημα για την απεικόνιση και ανάδειξη της μορφής στις εικαστικές τέχνες ερμηνεύεται στο έργο δεκαέξι σύγχρονων δημιουργών που δραστηριοποιούνται στην Κέρκυρα, ως Κερκυραίοι και μη και ελεύθερα παρουσιάζουν εδώ την προσωπική τους άποψη. Ποικίλες αισθητικές τάσεις αλλά και διαφορετικές στάσεις στην χρήση των τεχνικών μας οδηγούν σε μία ενδιαφέρουσα συνάντηση που καταγράφει και σφιγμομετρά την δυναμική της σύγχρονης τέχνης στην Κέρκυρα και κυρίως της τελευταίας γενιάς καλλιτεχνών.

Με την παρούσα έκθεση ένας ουσιαστικός και γόνιμος διάλογος της ομάδας με την Πινακοθήκη συνεχίζει το ταξίδι του.

Συμμετέχουν Μάντυ Αλμπάνη, Γιολάντα Άνθη, Αλέξανδρος Βέργης, Βασίλης Βούλγαρης, Αλέξανδρος Θεοχαράτος, Κώστας Δημητράτος, Δώρα Κένταρχου, Σπύρος Κολυβάς, Στέλιος Κοντομάρης, Μαρία Κρίγκα, Αναστασία Κροκίδη, Δημήτρης Μηλιώτης, Κώστας Μηνάς, Γιώργος Πέννας, Κώστας Τόμπρος, Γιώργος Τσιριγώτης.
Έναρξη 19.30
Διάρκεια 31 Οκτωβρίου-30 Νοεμβρίου 2014

ΕΜΙΛ ΖΟΛΑ Ο ΘΕΜΕΛΙΩΤΗΣ ΤΟΥ ΝΑΤΟΥΡΑΛΙΣΜΟΥ

Πηγή:

Ο Νατουραλισμός του Εμίλ Ζολά
ΕΜΙΛ ΖΟΛΑ
ΕΜΙΛ ΖΟΛΑ
Η ποικιλομορφία και η εμφάνιση νέων εκδοχών του Ρεαλισμού στον 20ο αιώνα οφείλεται, κυρίως στο γεγονός ότι συνιστά ένα γενικό τύπο γραφής και προσέγγισης της πραγματικότητας. Αντίθετα, ο Νατουραλισμός συνοδεύεται από συγκεκριμένες αντιλήψεις και μεθοδολογία. Στην αρχαία φιλοσοφία, απέδιδε τον υλισμό στις διάφορες εκδοχές του. Ενώ, τον 18ο αιώνα χαρακτηρίζει το φιλοσοφικό σύστημα που που θεωρούσε πως το σύμπαν και η ανθρώπινη ζωή μέα σ’ αυτό καθορίζονταν από φυσικές κι όχι υπερβατικές δυνάμεις.
Στον 19ο αιώνα, ο όρος κληρονομείται με τις αρνητικές αποχρώσεις του υλισμού και του αθεϊσμού και τη θετική της επιστημονικής εξέτασης των φυσικών φαινομένων. Επιπλέον, ο όρος «νατουραλιστής» στις καλές τέχνες, χαρακτηρίζει το ζωγράφο που αναπαριστά τη φύση και τη σύγχρονη ζωή αντί για μυθικές, ιστορικές ή αλληγορικές σκηνές. Ο όρος μεταφέρεται στη λογοτεχνία από τον Εμίλ Ζολά στη δεκαετία του 1860, όταν υπερασπίστηκε τους νέους ιμπρεσιονιστές ζωγράφους, που αντλούσαν τα θέματά τους από τη φύση.
Ο νατουραλισμός συνιστά συνέχεια και επίταση του ρεαλισμού, συνάμα αποτελεί και λογοτεχνικό κίνημα το οποίο, εκδηλώνεται μεν σε διαφορετικό χρόνο και με διαφορετική μορφή σ’ όλες τις χώρες της Ευρώπης, είναι δε σαφώς προσδιορισμένος από συγκεκριμένη θεωρία, μέθοδο και θεματική.
Θεωρία: επηρεάζεται από τη βιολογία. Πιο συγκεκριμένα από τη θεωρία της εξέλιξης του Δαρβίνου, όπου τα ζώα εξελίσσονται με τη διαδικασία της φυσικής επιλογής, κατά την οποία επικρατούν τα ισχυρότερα. Επίσης, από τη θεωρία κληρονομικότητας του Ιππολύτ Ταιν, κατά την οποία η ανθρώπινη συμπεριφορά καθορίζεται από κληρονομικές έμφυτες ορμές, από την επίδραση του περιβάλλοντος και από την πίεση της τυχαίας στιγμής. Η νατουραλιστική θεώρηση του ανθρώπου ως όντος στερημένου από ευγενικές ή θείες καταβολές, [....] παραπέμπει στις παραπάνω θεωρίες. Ο τίτλος του μυθιστορήματος του Ζολά, Το ανθρώπινο κτήνος συμπικνώνει εύγλωτα την εικόνα του «φυσιολογικού ανθρώπου» που προβάλει το νατουραλιστικό μυθιστόρημα.
Μέθοδος: Καθοριστική είναι η επίδραση της επιστήμης ως προς τη μέθοδο της ουδέτερης παρατήρησης, της εξονυχιστικής καταγραφής και της αντικειμενικής ανάλυσης. Έτσι, στο έργο των νατουραλιστών, ο άνθρωπος παράγει το καλό ή το κακό χωρίς να ευθύνεται γι’ αυτό. Ενώ, και ο συγγραφέας δεν ευθύνεται για τα «ντοκουμέντα» που καταγράφει αμέτοχος. Η συγκεκριμένη στάση, αφενός είναι απαισιόδοξη και βαρετή, εφόσον διαγράφει την ελευθερία της ανθρώπινης βούλησης. Αφετέρου, θεωρείται αμοραλιστική, γιατί αρνείται κάθε δυνατότητα ανθρώπινης παρέμβασης.
Θεματική: Η καταθλιπτική θεματική του νατουραλισμού επέτεινε τις κατηγορίες για αμοραλισμό. Συνήθως επικεντρώνεται στην χρηματική και σεξουαλική διαφθορά ης άρχουσας τάξης, την εξαθλίωση των εργατών, τον αλκοολισμό, την πορνεία και την στυγνή καταπίεση των γυναικών.
Κύριος εκφραστής και απόστολος του κινήματος στη Γαλλία είναι ο Ζολά, ο οποίος θεμελίωσε θεωρητικά το νέο δόγμα με μια σειρά δοκιμίων και το εφάρμοσε στα μυθιστορήυματά του. Στον πρόλογο (Β’ έκδοση) του πρότυπου νατουραλιστικού μυθιστορήματος Τερέζ Ρακέν και στο Πειραματικο μυθιστόρημα, συμπικνώνονται οι συγκεκριμένες αρχές: ο νατουραλιστής εργάζεται επιστημονικά όπως ένας γιατρός:
  • Παρατηρεί αποστασιοποιημένος το περιστατικό που έχει μπροστά του,
  • διατυπώνει μια θεωρία για τα αίτια του
  • και πειραματίζεται με τις συνθήκες που προκαλούν στους χαρακτήρες του τη συγκεκριμένη παθολογική συμπεριφορά, ώστε να επαληθεύσει την αρχική του υπόθεση.
Η ταύτιση της τέχνης με την επιστήμη δίνει έμφαση στην κλινική μέθοδο αδιαφορώντας για την αισθητική. Συνεπώς, στα τρωτά σημεία του νατουραλισμού συγκαταλέγονται:
  • Η παραμέληση της μορφής,
  • η ρηχή ντετερμινιστική θεώρηση της ανθρώπινης ζωής
  • Το λογικά ανεφάρμοστο των νατουραλιστικών κανόνων αφενός γιατί η ανθρώπινη συμπεριφορά είναι ιδιοσυγκρασιακή και συχνά απροσδόκητη, αφετέρου ο νατουραλιστής δημιουργός καθορίζεται από τον υποκειμενισμό της δικής του ματιάς, ψυχοσύνθεσης και έκφρασης.
Το αυστηρό νατουραλιστικό εγχείρημα δέχτηκε αυστηρή κριτική και δεν άντεξε στο χρόνο. Τα δύο πιο αξιόλογα μέλη της ομάδας του Μεντάν, ο Μωπασσάν και ο Ζορίς-Καρλ Ουισμάν στρέφονται σε τρόπους γραφής που συνταιριάζουν την πραγματιστική γραφή και την ποιητικότητα της έκφρασης, το μυστήριο ή την πνευματική αναζήτηση. Όπως κι ίδιος ο Ζολά, παραμένει αξιανάγνωστος χάρη στις συμβολικές και αλληγορικές πτυχές του έργου του.
Στις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες εμφανίστηκαν νατουραλιστικά έργα που έδιναν έμφαση στην εγγενή σκληρότητα της βιομηχανικής κοινωνίας αλλά δεν ασπάζονταν όλες τις αρχές του γαλλικού κινήματος. Στην ειδική μορφή του ιταλικού νατουραλισμού, γνωστού ως βερισμού, ο σημαντικότερος εκπρόσωπός του ο Τζιοβάνι Βέργκα, καλλιεργεί μια γραφή που τρέπεται προς τον συναισθηματικό λυρισμό.
Η ΝΑΤΟΥΡΑΛΙΣΤΙΚΗ ΣΧΟΛΗ. ΟΙ ΣΧΕΣΕΙΣ ΤΗΣ ΜΕ ΤΟΝ ΡΕΑΛΙΣΜΟ
Αδιαμφισβήτητος θεμελιωτής του νατουραλισμού είναι ο Εμίλ Ζολά. Από την Γαλλία που εμφανίστηκε στη δεκαετία του 1870, ο νατουραλισμός απλώνεται κατά τα επόμενα 20 χρόνια σε όλη την Ευρώπη, δίνοντας διέξοδο στις ήδη υπάρχουσες στο εσωτερικό των διαφόρων εθνικών λογοτεχνιών ανάλογες αναζητήσεις. [.....]
Ρεαλισμός και νατουραλισμός είναι έννοιες υπάλληλες, σε ότι αφορά τουλάχιστον τα λογοτεχνικά πράγματα: ο ρεαλισμός είναι ευρύτερη και ο νατουραλισμός στενότερη, εφόσον ο τελευταίος προϋποθέτει και δέχεται όλες τις βασικές θεωρητικές αρχές και τη θεματική του ρεαλισμού.
[....] η νατουραλιστική σχολή, μέσω της θεωρίας του Ζολά, απαιτεί από τον λογοτέχνη να εφαρμόσει και συγκεκριμένη μέθοδο κατά τη διαδικασία παραγωγής του έργου του. Πρόκειται για μέθοδο αυστηρά επιστημονική, ανάλογη με την μέθοδο των φυσικών επιστημών, η οποία είχε χρησιμοποοιηθεί για πρώτη φορά από τον Σαιντ-Μπεβ, κυριότατα όμως από τον Ταιν, σε μια θετικιστική κριτική των λογοτεχνικών φαινομένων.
Η ΘΕΤΙΚΙΣΤΙΚΗ ΚΡΙΤΙΚΗ. ΤΟ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ
Ο Ιππόλυτος Ταιν, φιλόσοφος, ιστορικός και κριτικός, θέτει ως στόχο να ανακαλύψει τους νόμους που καθορίζουν, σύμφωνα με το σχήμα αίτιο-αιτιατό, και τη λογοτεχνία, όπως και κάθε ζωντανό οργανισμό. Έτσι, διατυπώνει τη θεωρία ότι οι συνθήκες μέσα από τις οποίες αναδύεται μια λογοτεχνία, δηλαδή η φυλή, το περιβάλλον – φυσικό, κοινωνικό, πολιτικό – και η στιγμή, προκαθορίζουν και τα κυρίαρχα χαρακτηριστικά και την εξέλιξη της λογοτεχνίας αυτής.
Τον επόμενο χρόνο οι αδελφοί Έντμοντ και Ζυλ ντε Γκονκούρ εκδίδουν το έργο τους Ζερμινί Λασερτέ συνοδεύοντας το με ένα διάσημο πρόλογο. Στο μυθιστόρημα αυτό εμφανίζονται για πρώτη φορά δύο από τα βασικά γνωρίσματα του νατουραλισμού: ηρωίδα είναι μια υπηρέτρια, πρόσωπο δηλαδή από τα κατώτερα λαϊκά στρώματα, και επιπλέον η συμπεριφορά της μελετάται χωρίς προκατάληψη και ανατέμνεται από γραφίδα που δε διαφέρει από τον φακό κλινικού γιατρού, του βιολόγου ή του ανατόμου.
Το έργο του Ζολά, Τερέζ Ρακέν μπορεί να θεωρηθεί ως το πρώτο νατουραλιστιό μυθιστόρημα. Ο νατουραλισμός έγκειται όχι στην υπόθεση (σύζηγος και εραστής δολοφονούν το σύζυγο και αυτοκτονούν από τύψεις), αλλά στην ερμνεία των πράξεων των ηρώων και της εξέλιξής τους. Οι αντιδράσεις και οι επιλογές των πρωταγωνιστών παρουσιάζονται να προκαθορίζονται αναπόφευκτα από τυφλές εσωτερικές παρορμήσεις, από «το νευρικό σύστημα και το αίμα τους» που τους εξουσιάζουν και δεν αφήνουν κανένα περιθώριο στην ελεύθερη ανθρώπινη βούληση ή στην ηθική.
Ο ΕΜΙΛ ΖΟΛΑ ΚΑΙ ΤΟ ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΟ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ
[...] [Πρόλογο Τερέζ Ρακέν, Πειραματικό μυθιστόρημα, κριτικά κείμενα] Ο Ζολά διατυπώνει τη θεωρία του για το «πειραματικό», όπως το ονομάζει, μυθιστόρημα: μ’ αυτήν φιλοδοξεί να δώσει στο νατουραλισμό χαρακτήρα επιστημονικής μάθησης και στους συγγραφείς εργαλείο μιας αυστηρής μεθόδου. [....] ο Ζολά υποστηρίζει την άποψη ότι «ο μυθιστοριογράφος είναι καμωμένος από έναν παρατηρητή και έναν πειραματιστή». Ο παρατηρητής επιλέγει το θέμα του (π.χ. ο αλκοολισμός) και διατυπώνει την υπόθεσή του (π.χ. ο αλκοολισμός οφείλεται στην κληρονομικότητα ή στην επίδραση του περιβάλλοντος). Ο πειραματισμός συνίσταται στο γεγονός ότι ο συγγραφέας «παρεμβαίνει με τρόπο άμεσο για να τοποθετήσει τον ήρωά του σε συνθήκες», οι οποίες θα αποκαλύψουν τον μηχανισμό του πάθους του, επαληθεύοντας την αρχική υπόθεση. «Στο τέλος υπάρχει η γνώση του ανθρώπου, γνώση επιστημονική, με την ατομική και κοινωνική της διάσταση».[....]
Κύριος στόχος του Ζολά στο πρόγραμμα αυτό είναι να αποδείξει τον καθοριστικό ρόλο του περιβάλλοντος (φυσικού, κοινωνικού,κ.λ.π) και της κληρονομικότητας στη ζωή του ανθρώπου, του μόνου που δεν ευθύνεται, τελικά, για την ηθική εξαχρείωσή του. [....] Οι δυνατές και τολμηρές περιγραφές του ξετυλίγουν μπροστά μας το δράμα του ατόμου που η κοινωνική αδικία και αδιαφορία αναγκάζουν να επιστρέψει σταδιακά στην κατάσταση του ζώου.
Η ΓΑΛΛΙΚΗ ΝΑΤΟΥΡΑΛΙΣΤΙΚΗ ΟΜΑΔΑ
Το 1880, όταν ο Ζολά ήταν ο αδιαμφισβήτητος ηγέτης του νατουραλισμού, μια ομάδα νεαρών μυθιστοριογράφων εκδίδει μια συλλογή διηγημάτων με τίτλο Οι βραδιές του Μεντάν, τίτλος που παραπέμπει στο εξοχικό του Ζολά, όπου συνήθιζαν να συγκεντρώνονται. Το θέμα των διηγημάτων είναι κοινό: ο γαλλοπρωσικός πόλεμος του 1870.
Ο Γκυ ντε Μωπασάν πρωτοεμφανίζεται στα γράμματα με τη νουβέλα Η χοντρομπαλού (1880). Η αξία του αναγνωρίζεται αμέσως και ο ίδιος γίνεται γρήγορα διάσημος με μια σειρά διηγημάτων που έχουν συνήθως ως θέμα την επαρχιακή ζωή στην Νορμανδία. [....] Από το σύνολο του έργου του αναδύεται μια πεσιμιστική άποψη για την ανθρώπινη μοίρα: «Τα πάντα επαναλλαμβάνονται οικτρώς και αενάως».[...]
Πλην του Ζολά, του Μωπασάν και ίσως του Ντωντέ, τα άλλα μέλη της ομάδας του Μεντάν ξεχάστηκαν γρήγορα. Έτσι στην ίδια την πατρίδα του ο νατουραλισμός ξεθύμανε γρήγορα και εγαταλείφθηκε από τους οπαδούς του.
Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΠΡΟΣΛΗΨΗ ΤΟΥ ΝΑΤΟΥΡΑΛΙΣΜΟΥ
Ο νατουραλισμός προκαλεί παντού το ενδιαφέρον, ακόμα κι όταν γίνεται αντικείμενο κριτικής, κυρίως ως θεωρία και λιγότερο ως λογοτεχνική πράξη. Αντιμετωπίζεται με σκεπτικισμό η άποψη ότι ο συγγραφέας μπορεί να χρησιμοποιεί μεθόδους αυστηρές και επιστημονικές. Ακόμη, διατυπώνονται διαμαρτυρίες κατά του υλισμού του νατουραλισμού, κατά του ντετερμινισμού, ο οποίος παρουσιάζεται να προκαθορίζει τη ζωή του ανθρώπου μέσω της επίδρασης του περιβάλλονοτος και της κληρονομικότητας. [....]
Στον αντίποδα, ο νατουραλισμός γίνεται αντικείμενο θετικής υποδοχής, καθώς αναγνωρίζεται πως το ρεύμα αυτό πλουτίζει τη θεματική παρακαταθήκη του μυθιστορήματος με την εισαγωγή νέων μοτίβων, όπως είναι η κοινωνική αδικία ή η επίδραση του περιβάλλοντος στη συμπεριφορά του ανθρώπου, και ανανεώνει τη μυθιστοριματική γραφή με τη ζωγραφική ζωντάνια και τον έντονο χρωματισμό των περιγραφών.
ΠΗΓΕΣ
  1. Βάρσος Γιώργος, Ιστορία της Ευρωπαϊκής λογοτεχνίας. Από τον 6ο έως τις αρχές του 18ου αιώνα, εκδ. Ε.Α.Π., Πάτρα 1999.
  2. Benoit Annick & Fontaine Gay (επιμ.), Ευρωπαϊκά Γράμματα: Ιστορία της Ευρωπαϊκής Λογοτεχνίας Εκδ. Σοκόλη,μτφρ. Α. Ζηράς κ.ά., τ. Α, Αθήνα 1999 (Lettres Européenes: Histoire de la Literature Européene, 1992)
  3. Benoit Annick & Fontaine Gay (επιμ.), Ευρωπαϊκά Γράμματα: Ιστορία της Ευρωπαϊκής Λογοτεχνίας Εκδ. Σοκόλη,μτφρ. Α. Ζηράς κ.ά., τ. Β, Αθήνα 1999 (Lettres Européenes: Histoire de la Literature Européene, 1992).
  4. Γκότση Γ. & Προβατά Δ., Ιστορία της Ευρωπαϊκής λογοτεχνίας. Από τις αρχές του 18ουέως τον 20ο αιώνα, εκδ. Ε.Α.Π., Πάτρα 2000.

Σάββατο 15 Νοεμβρίου 2014

Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας


ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ 
Πηγή:http://ellinikifilologiaauth.blogspot.gr/2009_09_01_archive.html





Νεοελληνική λογοτεχνία .
Με τον όρο Νεοελληνική λογοτεχνία αναφερόμαστε στην λογοτεχνία του νέου ελληνισμού.
Οι περισσότεροι μελετητές ανάγουν τις αρχές της νεοελληνικής λογοτεχνίας ήδη στα βυζαντινά χρόνια, στα πρώτα γραπτά κείμενα σε δημώδη γλώσσα που εμφανίζονται κατά τον 11ο αι. περίπου
Κριτήριο της διάκρισης αυτής δεν είναι μόνο η γλώσσα των κειμένων, αλλά και το γεγονός ότι σε αρκετά από αυτά τα λογοτεχνικά έργα εμφανίζονται στοιχεία που επιβιώνουν και παίζουν σημαντικό ρόλο στην διαμόρφωση της λογοτεχνικής παραγωγής μετά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1453. 
Γι' αυτόν τον λόγο, και παρά τις ποικίλες απόψεις σχετικά με το θέμα των αρχών της νεοελληνικής λογοτεχνίας[1], τα σχετικά εγχειρίδια ξεκινούν την εξέταση της νεοελληνικής λογοτεχνίας από τα δημώδη κείμενα των τελευταίων αιώνων της Βυζαντινής αυτοκρατορίας.
Η νεοελληνική λογοτεχνία μπορεί να διακριθεί σχηματικά σε τρεις μεγάλες περιόδους:
• Την υστεροβυζαντινή περίοδο, από την οποία έχουν ενδιαφέρον για τον μελετητή της νεοελληνικής λογοτεχνίας τα κείμενα σε δημώδη γλώσσα που προέρχονται είτε από περιοχές της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας είτε από φραγκοκρατούμενες περιοχές.

 • Την περίοδο 1453-1821, κατά την οποία παρουσιάζονται δύο διακριτοί πόλοι στην λογοτεχνική παραγωγή: οι φραγκοκρατούμενες (Κρήτη, Επτάνησα, Κύπρος) και οι τουρκοκρατούμενες περιοχές. Η μεγαλύτερη άνθηση παρουσιάζεται στις φραγκοκρατούμενες και ιδίως στην Κρήτη μέχρι το 1669. 
Τους δύο επόμενους αιώνες η λογοτεχνία επιζεί στα Επτάνησα και σταδιακά εμφανίζεται ένας νέος πόλος, το περιβάλλον των Φαναριωτών, που θα παίξει ρόλο στην περίοδο του Διαφωτισμού και στα πρώτα χρόνια της ανεξαρτησίας.

 • Την νεότερη ελληνική λογοτεχνία, από το 1821 έως σήμερα: μετά την απελευθέρωση η λογοτεχνία στην Ελλάδα γνωρίζει μεγάλη άνθηση. 
Οι Έλληνες λογοτέχνες παρακολουθούν τις λογοτεχνικές εξελίξεις της Ευρώπης και συντονίζονται με αυτές, αξιοποιώντας παράλληλα τα στοιχεία της ελληνικής λογοτεχνικής και πνευματικής παράδοσης. 

1.Οι αρχές της νεοελληνικής λογοτεχνίας
Η χρονολογία 1453, έτος κατάλυσης της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, φαίνεται προβληματική ως αφετηρία της νεοελληνικής λογοτεχνίας επειδή δημιουργεί μια τομή στην λογοτεχνική παραγωγή η οποία δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα, αφού ανάμεσα στα κείμενα σε δημώδη γλώσσα της Βυζαντινής περιόδου και στα αντίστοιχα των πρώτων αιώνων μετά την άλωση υπάρχουν πολλές ομοιότητες, γλωσσικές και θεματικές. 
Επιπλέον, το γεγονός ότι στα τέλη του 19ου αιώνα και στις αρχές του 20ου οι ιστορικοί (για παράδειγμα ο Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος) αναζητούσαν τις αρχές του Νέου Ελληνισμού στο ύστερο Βυζάντιο, σε συνδυασμό με το έντονο επιστημονικό ενδιαφέρον εκείνης της εποχής για πολλά δημώδη κείμενα που τότε ανακαλύφθηκαν και εκδόθηκαν για πρώτη φορά, είχε δημιουργήσει ήδη μια παράδοση σύμφωνα με την οποία στα δημώδη κείμενα των τελευταίων αιώνων του Βυζαντίου διαφαίνονταν οι ρίζες της νεοελληνικής εθνικής συνείδησης και εντοπίζονταν οι απαρχές της νεοελληνικής λογοτεχνίας. Για παράδειγμα ο Νικόλαος Πολίτης χαρακτήριζε τον Διγενή Ακρίτη «εθνικό έπος των νεωτέρων Ελλήνων» και διατύπωνε την άποψη ότι «ἀσφαλεστάτη ἀφετηρία τῆς νέας ἑλληνικής ποιήσεως δύναται νὰ χρησιμεύση τὸ ἐθνικόν ἔπος, ἐν ᾧ παρακολουθοῦμεν τὴν ἱστορικήν ἀνάπτυξιν τῆς ἑλληνικής ψυχῆς»
[2].Έτσι, ήδη σε κάποιες από τις πρώτες Ιστορίες της νεοελληνικής λογοτεχνίας του 20ου αι. (για παράδειγμα Άριστου Καμπάνη, Ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας (1000 μ.Χ.-1900) (1925), Ηλία Βουτιερίδη, Σύντομη ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας (1000-1930) (1933), η εξέταση άρχιζε από τα βυζαντινά χρόνια, σχήμα που καθιερώθηκε και στις επόμενες Ιστορίες.
Ο Λίνος Πολίτης στο πρώτο κεφάλαιο της Ιστορίας της Νεοελληνικής λογοτεχνίας (1978) του έγραφε σχετικά: «Στους τελευταίους αιώνες του Βυζαντίου παρουσιάζονται ορισμένα στοιχεία με έκδηλο χαρακτήρα, μπορούμε να πούμε, νεοελληνικό.[...] Από τον Διγενή έως τον Ερωτόκριτο υπάρχει ενότητα και εξέλιξη οργανική, αδιάσπαστη, ώστε μια τομή στα 1453 [...] θα ήταν αυθαίρετη.[..] 
Φυσικότερο είναι να παραδεχτούμε πως το νεοελληνικό στοιχείο φανερώνεται[...] από τα βυζαντινά ακόμη χρόνια, και να θεωρήσουμε πως η "δημώδης γραμματεία" της βυζαντινής εποχής [...] αποτελεί την αρχή της καθαυτό νέας ελληνικής λογοτεχνίας»
[3].Αντιθέτως, άλλοι μελετητές επέμεναν ιδιαιτέρως στα μεσαιωνικά χαρακτηριστικά της δημώδους παραγωγής των υστεροβυζαντινών και πρώτων μεταβυζαντινών χρόνων και πρότειναν άλλου είδους διακρίσεις: ο Εμμανουήλ Κριαράς χαρακτήριζε την περίοδο από το 1204 έως περίπου τα τέλη του 17ου αι. ως «υστεροβυζαντινή» ή «υστερομεσαιωνική» αλλά ταυτόχρονα και «πρωτονεοελληνική», αναγνωρίζοντας σε αυτήν την περίοδο της λογοτεχνίας διττό χαρακτήρα, με στοιχεία μεσαιωνικά και νεοελληνικά.
[4]. Ο Γ.Π. Σαββίδης πρότεινε ως συμβολική χρονολογία αρχής της νεοελληνικής λογοτεχνίας το έτος της πρώτης έκδοσης του Απόκοπου, του πρώτου, απ' όσο γνωρίζουμε, νεοελληνικού λογοτεχνικού κειμένου που τυπώθηκε, δηλαδή το 1519 ή 1509 (όπως διορθώθηκε αργότερα με την εύρεση μιας προγενέστερης έκδοσης)
[5], ενώ ο Στυλιανός Αλεξίου τοποθέτησε τις αρχές της νεοελληνικής λογοτεχνίας στα πρώτα έργα που έχουν τα χαρακτηριστικά της Αναγέννησης, δηλαδή τα κυπριακά ερωτικά ποιήματα και την περίοδο της ακμής της κρητικής λογοτεχνίας, προτείνοντας για τα προγενέστερα κείμενα τον όρο «βυζαντινή λογοτεχνία σε δημώδη γλώσσα»
[6] 2.Η «νεοελληνική λογοτεχνία» ώς το 1453Το πρώτο γραπτό μνημείο σε δημώδη γλώσσα, το οποίο θεωρείται παραδοσιακά ότι σηματοδοτεί την αρχή της νεοελληνικής λογοτεχνίας, είναι το έμμετρο επικό-μυθιστορηματικό αφήγημα γνωστό ως «Έπος του Διγενή Ακρίτη», του 11ου-12ου αι. Από τα μέσα του 12ου αιώνα έχουμε μια σειρά σατιρικών και ηθικοδιδακτικών ποιημάτων. Τα λεγόμενα Πτωχοπροδρομικά ποιήματα, που απευθύνονται στους αυτοκράτορες Ιωάννη Β' Κομνηνό και Μανουήλ Κομνηνό, εξιστορούν με σατιρικό τρόπο τα βάσανα του ποιητή από την ανυπόφορη γυναίκα του και την φτώχεια που ταλαιπωρεί τους ανθρώπους των γραμμάτων και σατιρίζουν τον κλήρο. Αντίθετα, ηθικοδιδακτικό στόχο έχουν τα ποιήματα Στίχοι γραμματικοί του Μιχαήλ Γλυκά και Ο Σπανέας.Μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Λατίνους (1204) η χρήση της δημώδους επεκτάθηκε. Η πολυπληθέστερη ομάδα κειμένων σε δημώδη γλώσσα είναι έμμετρες μυθοπλαστικές αφηγήσεις που γενικά κατατάσσονται στο λογοτεχνικό είδος του μυθιστορήματος (ή ακριβέστερα της μυθιστορίας) και έχουν θεματολογία ερωτική ή μυθολογική. Τα έργα αυτά είναι είτε μεταφράσεις δυτικών έργων -λιγότερο ή περισσότερο πιστές- είτε πρωτότυπες συνθέσεις στις οποίες διασταυρώνεται η παράδοση των ελληνιστικών και λόγιων βυζαντινών μυθιστορημάτων με δυτικά πρότυπα. Τα πρωτότυπα έργα είναι τα: Αχιλληίς, Καλλίμαχος και Χρυσορρόη, Βέλθανδρος και Χρυσάντζα, Λίβιστρος και Ροδάμνη, Διήγησις γεναμένη εν Τροία, με ερωτικό περιεχόμενο, καθώς και τα περισσότερο ηρωικού χαρακτήρα έργα Διήγησις του Αλεξάνδρου και Ιστορία του Βελισσάριου. Τα μεταφρασμένα είναι τα: Ο Πόλεμος της Τρωάδος, Φλώριος και Πλάτζια-Φλώρα, Ιμπέριος και Μαργαρώνα, Απολλώνιος ο Τύριος, Θησηίδα (μετάφραση από τον Βοκκάκιο).Μια άλλη ομάδα έργων σε δημώδη γλώσσα είναι οι αλληγορικές διηγήσεις με πρωταγωνιστές ζώα ή φυτά, όπως τα ἐμμετρα Ο Φυσιολόγος, Ο Πουλολόγος, το Συναξάριον του τετιμημένου γαϊδάρου και το πεζό Ο Πωρικολόγος. Ακόμη, δημώδης γλώσσα χρησιμοποιήθηκε και σε χρονικά (τα έμμετρα Χρονικόν του Μορέως, 14ος αι., το Χρονικό των Τόκκων, 15ος αι., και τα πεζά κυπριακά χρονικά του Λεοντίου Μαχαιρά, 14ος αι. και του Γεωργίου Βουστρωνίου, 15ος αι.). 
Τέλος, τον 14ο αι. εμφανίζονται και τα πρώτα λογοτεχνικά έργα της κρητικής λογοτεχνίας: τα ποιήματα του Στέφανου Σαχλίκη και του Λεονάρδου Ντελλαπόρτα που έζησαν και έγραψαν στο δεύτερο μισό του 14ου αι. 
[7]3.Η λογοτεχνία ώς την απελευθέρωση (1453-1821)3.1.Λογοτεχνία και πνευματική κίνηση έως και τον 17ο αιώναΤο σημαντικό γεγονός της κατάλυσης της Βυζαντινής αυτοκρατορίας μετά το 1453 δεν άφησε ανεπηρέαστη την λογοτεχνία: κάποια από τα πρώτα κείμενα που εμφανίστηκαν ήταν ανώνυμα ή επώνυμα στιχουργικά κείμενα αναφερόμενα στην άλωση, τα οποία είναι γνωστά ως Θρήνοι
Το πιο γνωστό από αυτά τα κείμενα είναι το Ανακάλημα της Κωνσταντινόπολης. Άλλα παρόμοια κείμενα είναι τα Άλωσις Κωνσταντινουπόλεως, Θρήνος των τεσσάρων Πατριαρχείων, Θρήνος της Κωνσταντινουπόλεως. Η μεγαλύτερη λογοτεχνική άνθηση της περιόδου όμως προήλθε από τις περιοχές που τελούσαν υπό φράγκικη κυριαρχία και ώς ένα βαθμό οφείλεται στην αλληλεπίδραση μεταξύ της ελληνικής και της δυτικής κουλτούρας. Τα αξιολογότερα λογοτεχνικά δείγματα της περιόδου προέρχονται από την Κύπρο, την Ρόδο, την Κρήτη και τα Επτάνησα.3.1.1.
Οι Φραγκοκρατούμενες περιοχές: Ρόδος, Επτάνησα, Κύπρος, Κρήτη και νησιά του Αιγαίου
Από την Ρόδο προέρχεται μια συλλογή ερωτικών ποιημάτων του 15ου αιώνα που είναι γνωστή με τον τίτλο Καταλόγια ή Ερωτοπαίγνια και ένα έμμετρο χρονικό με τίτλο Το θανατικό της Ρόδου, του Εμμανουήλ Λιμενίτη, που αναφέρεται στην επιδημία πανούκλας που έπληξε την Ρόδο το 1498-1499. 
Από τα Επτάνησα σώζονται τα στιχουργήματα του Κερκυραίου Ιάκωβου Τριβώλη Ιστορία του Ταγιαπιέρα (τυπώθηκε το 1528) και Ιστορία του ρε της Σκότζιας με την ρήγισσα της Εγγλιτέρας (τυπώθηκε το 1543) και του Ζακυνθηνού Μάρκου Δεφαράνα Λόγοι διδακτικοί του πατρός προς τον υιόν (1543) και Ιστορία της Σωσάννης (1569).
Στην Κύπρο είχε αναπτυχθεί αξιόλογη πνευματική κίνηση μέχρι την άλωση από τους Τούρκους το 1571. Από τα μέσα του 16ου αι. προέρχεται μία συλλογή ερωτικών ποιημάτων, γνωστή με τον τίτλο Κυπριακά ερωτικά ποιήματα. 
Περιέχει 156 ποιήματα στην κυπριακή διάλεκτο, επηρεασμένα από την ιταλική ποίηση της Αναγέννησης και κυρίως από τον Πετράρχη. Σε αυτήν την συλλογή βρίσκονται τα πρώτα ελληνικά σονέτα.
Η λογοτεχνική παραγωγή στην βενετοκρατούμενη Κρήτη διακρίνεται σε δύο περιόδους: την περίοδο της προετοιμασίας (ώς το 1590 περίπου) και την περίοδο της ακμής (1590-1669). 
Τα ποιήματα της πρώτης περιόδου έχουν περιεχόμενο σατιρικό, ηθικοδιδακτικό, ιστορικό και σπανιότερα ερωτικό. Από την περίοδο αυτή περισσότερο γνωστά είναι τα ποιήματα Απόκοπος του Μπεργαδή, η Κοσμογέννησις του Γεώργιου Χούμνου, τα ανώνυμα Γαδάρου, λύκου και αλεπούς διήγησις ωραία, Ο κάτης και οι ποντικοί, το Ερωτικόν ενύπνιον του Μαρίνου Φαλιέρου, το ανώνυμο Ριμάδα κόρης και νιου, η Συμφορά της Κρήτης του Μανόλη Σκλάβου.
Κατά την δεύτερη περίοδο σημειώνεται η μεγάλη άνθηση κυρίως του θεάτρου και η καλλιέργεια του κρητικού ιδιώματος που εξυψώνεται σε άρτια επεξεργασμένη λογοτεχνική γλώσσα. Ο σημαντικότερος συγγραφέας θεατρικών έργων είναι ο Γεώργιος Χορτάτσης, συγγραφέας του πιο διαδεδομένου θεατρικού έργου της εποχής, της Ερωφίλης, αλλά και της κωμωδίας Κατσούρμπος (ενδεχομένως και του Στάθη) και του ποιμενικού δράματος Πανώρια. Άλλα θεατρικά έργα είναι η Θυσία του Αβραάμ (ενδεχομένως του Κορνάρου), ο Φορτουνάτος και ο Ζήνων.
Από την ίδια περίοδο προέρχεται και η έμμετρη μυθιστορία Ερωτόκριτος του Κορνάρου καθώς και το ειδύλλιο Η Βοσκοπούλα.Παράλληλα με το κρητικό θέατρο, στα νησιά του Αιγαίου παρουσιάζεται ανάπτυξη της θεατρικής παραγωγής με έργα θρησκευτικού περιεχομένου.
Αυτή η τάση σχετίζεται με την προσηλυτιστική δράση των ιησουιτών μοναχών στα κολέγια που είχαν ιδρύσει σε διάφορα νησιά του Αιγαίου, όπου οι θεατρικές παραστάσεις αποτελούσαν μέρος του εκπαιδευτικού προγράμματος. Αποτέλεσμα αυτού ήταν και η «απάντηση» ορθοδόξων ιερέων με άλλα θεατρικά έργα. Τα σωζόμενα κείμενα είναι 10 και παραδίδονται πλήρη ή αποσπασματικά. 
Σε αυτά εντοπίζονται επιδράσεις του κρητικού θεάτρου και ίχνη των τεχνοτροπιών του Μπαρόκ και του Ροκοκό. 
Από τη Χίο προέρχονται πέντε επώνυμα έργα του 17ου αι.: τρία γράφτηκαν από τον Μιχαήλ Βεστάρχη (Διάλογος της Υπεραγίας Θεοτόκου, Στίχοι... εις την Ανάστασιν του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, Στίχοι... εις τον Ελεάζαρον και τους επτά παίδας τους Μακκαβαίους...) και τα άλλα δύο από τους ορθόδοξους ιερείς Γρηγόριο Κονταράτο (Στίχοι... εις τους τρεις παίδας παρά Ναβουχοδονόσωρ βασιλέον βαλθείσιν εις την κάμινον...) και Γαβριήλ Προσοψά (Δράμα περί του γεννηθέντος τυφλού). Μεταγενέστερο, επίσης από την Χίο, είναι το έργο Δαβίδ.
Από τις Κυκλάδες προέρχεται η Τραγέδια του Αγίου Δημητρίου, που παραστάθηκε στη Νάξο το 1723, και ένα άτιτλο πεζό δράμα για τον Ηρώδη και τη σφαγή των νηπίων (είναι μάλιστα το πρώτο νεοελληνικό θεατρικό σε πεζό λόγο). 
Σώζονται ακόμη αποσπάσματα από έργα για τον Άγιο Ισίδωρο και τον Άγιο Γεώργιο, καθώς και ένα τμήμα από έργο με μη θρησκευτικό περιεχόμενο, το ποιμενικό δράμα Καλλίμαχος και Ροδάμνια.
3.1.2.Τουρκοκρατούμενη Ελλάδα και Διασπορά
Η Παλαιά τε και Νέα Διαθήκη, ένα από τα δημοφιλέστερα αναγνώσματα της ΤουρκοκρατίαςΕκτός από τις φραγκοκρατούμενες περιοχές, καθαρά λογοτεχνική παραγωγή δεν εμφανίστηκε στην υπόλοιπη Ελλάδα. 
Όμως στις ελληνικές κοινότητες της διασποράς (κυρίως της Βενετίας και στους κύκλους του Πατριαρχείου της Κωνσταντινούπολης) άρχισε σταδιακά να αναπτύσσεται πνευματική κίνηση και να γίνονται προσπάθειες καλλιέργειας της ομιλουμένης γλώσσας, με στόχο την επικοινωνία με τον λαό. Αξιομνημόνευτος από αυτήν την άποψη είναι ο Νικόλαος Σοφιανός, Κερκυραίος λόγιος που έζησε τον 16αι. στην Βενετία και έγραψε γραμματική της νέας ελληνικής γλώσσας, η οποία όμως δεν δημοσιεύτηκε τότε. Η λαϊκή γλώσσα χρησιμοποιήθηκε κυρίως σε κείμενα θρησκευτικά, ομιλίες ή διασκευές θρησκευτικών κειμένων, όπως Η Παλαιά τε και Νέα Διαθήκη του Ιωαννίκιου Καρτάνου (1536), ο Θησαυρός του Δαμασκηνού Στουδίτη (1561 περίπου), ένα από τα αγαπημένα λαϊκά αναγνώσματα που είχε πολλές επανεκδόσεις κατά την διάρκεια της Τουρκοκρατίας, οι Διδαχές του Αλέξιου Ραρτούρου (1560), ομιλίες και μεταφράσεις κειμένων του Μελέτιου Πηγά, Πατριάρχη Αλεξανδρείας (1549-1601) και του Μάξιμου Μαργούνιου (1530-1602).
Ηλίας Μηνιάτης, ο μεγαλύτερος ρήτορας της Τουρκοκρατίας
Κατά την διάρκεια του 17ου αι. συνεχίστηκε η συγγραφή θρησκευτικών κειμένων σε λαϊκή γλώσσα, όπως η Αμαρτωλών σωτηρία του Αγάπιου Λάνδου και αφηγήσεις θαυμάτων και Βίων Αγίων από τους Ιωάννη Μορεζήνο και του Νεόφυτο Ροδινό. Τα πιο αξιόλογα όμως δείγματα καλλιέργειας της λαϊκής γλώσσας προέρχονται από τον Φραγκίσκο Σκούφο (1644-1697), συγγραφέα εγχειριδίου ρητορικής με εξαιρετικά παραδείγματα σε απλή γλώσσα και τον Ηλία Μηνιάτη (1669-1714), τον μεγαλύτερο ρήτορα της περιόδου. 
Οι Διδαχές του Μηνιάτη είναι κείμενα σε δημοτική γλώσσα με περίτεχνα επεξεργασμένο ύφος σύμφωνα με τους κανόνες του λογοτεχνικού μπαρόκ.
3.2.Η λογοτεχνία μέχρι την εποχή του Διαφωτισμού
Μετά την άλωση της Κρήτης το 1669 οι μόνες πνευματικές εστίες που απέμειναν ήταν τα Επτάνησα, ο ελληνισμός της Διασποράς και το Φανάρι, αλλά παράλληλα υπήρξε σταδιακή οικονομική και πνευματική άνθηση και στις τουρκοκρατούμενες περιοχές της ηπειρωτικής Ελλάδας. 
Ο 18ος αι. συχνά χαρακτηρίζεται ως «αντιποιητικός», επειδή τα λογοτεχνικά έργα της εποχής δεν φτάνουν στο ύψος της κρητικής λογοτεχνίας. Αυτό δεν σημαίνει όμως ότι δεν υπάρχουν αρκετά ενδιαφέροντα λογοτεχνικά δείγματα.Στα Επτάνησα παρατηρείται πνευματική κίνηση και μικρή άνθηση του θεάτρου, στην οποία συνετέλεσε και το γεγονός ότι πολλοί Κρήτες κατέφυγαν εκεί μετά την πτώση της Κρήτης στους Οθωμανούς. Βέβαια θεατρικά δείγματα υπήρχαν στα επτάνησα και πριν από το 1669, για παράδειγμα η Ευγένα του ζακυνθινού Θεόδωρου Μοντσελέζε που τυπώθηκε το 1646 και η μετάφραση του Pastor Fido (Ο Πιστός Βοσκός) από τον επίσης Ζακυνθινό Μιχαήλ Σουμμάκη, το 1658. Στις αρχές του 18ου αι. ο σημαντικότερος επτανήσιος ποιητής ήταν ο Κεφαλλονίτης Πέτρος Κατσαΐτης που έγραψε δύο θεατρικά έργα, την Ιφιγένεια (1720) και τον Θυέστη (1721) καθώς και το ποίημα Κλαυθμός Πελοποννήσου, ενώ πιθανολογείται επίσης ότι δικό του έργο είναι και το στιχούργημα Νέα ιστορία Αθέσθη Κυθηραίου που τυπώθηκε ανώνυμα το 1749 στην Βενετία. 
Η κρητική επίδραση είναι φανερή σε όλα αυτά τα έργα• εξάλλου το κρητικό θέατρο επιβίωνε και σε παραστάσεις έργων, γνωστές ως Ομιλίες.
Ένα από τα πιο σημαντικά λογοτεχνικά γεγονότα των αρχών του 18ου αι. είναι η έκδοση της ποιητικής συλλογής Άνθη Ευλαβείας, από Έλληνες σπουδαστές του Φλαγγινιανού εκπαιδευτηρίου της Βενετίας, το 1708. Πνευματική και λογοτεχνική κίνηση αναπτύχθηκε επίσης στην Κωνσταντινούπολη, στους κύκλους του Πατριαρχείου και των Φαναριωτών, όπου έγιναν απόπειρες διαμόρφωσης μιας ποιητικής που χρησιμοποιούσε το ιδίωμα των ελλήνων της Κωνσταντινούπολης. Ενδιαφέρον παρουσιάζουν δύο στιχουργήματα των μέσων του 18ου αι., η Στοιχειομαχία του Ιωάννη Ρίζου Μανέ (1746), που περιγράφει την πάλη των φυσικών στοιχείων και η Βοσπορομαχία (1752) του Momars, υπηκόου της Αυστρίας που ζούσε στην Κωνσταντινούπολη, η οποία περιγράφει τον ανταγωνισμός μεταξύ των δύο ακτών του Βοσπόρου. 
Στο αστικό περιβάλλον του Φαναρίου και των Ελλήνων της διασποράς (κυρίως παραδουνάβιες ηγεμονίες) διαμορφώθηκε και η συνήθεια σύνταξης στιχουργημάτων ερωτικού περιεχομένου κυρίως που κυκλοφορούσαν σε ανώνυμες συλλογές, γνωστές ως «μισμαγιές».
Από τον κύκλο των Φαναριωτών προέρχεται και ένα πεζό έργο που χαρακτηρίζεται συχνά ως η πρώτη απόπειρα σύνταξης μυθιστορήματος: είναι το Φιλοθέου Πάρεργα που γράφτηκε το 1718 από τον Νικόλαο Μαυροκορδάτο, αλλά τυπώθηκε το 1800.Στην ηπειρωτική Ελλάδα κυριαρχεί τον 18ο αι. η μορφή του Καισάριου Δαπόντε, πολυγραφότατου ποιητή και μοναχού που έγραψε πολλές χιλιάδες στίχους με περιεχόμενο αυτοβιογραφικό, ηθικοδιδακτικό και θρησκευτικό.
3.3.
Η ποίηση στην εποχή του Διαφωτισμού: 
Φαναριώτες, «πρόδρομοι» και ΕπτανήσιοιΤο τελευταίο τέταρτο του 18ου αι. χαρακτηρίζεται από την εμφάνιση του νεοελληνικού διαφωτισμού. Οι κυριότερες πνευματικές κατευθύνσεις της περιόδου είναι η συζήτηση για το γλωσσικό ζήτημα, το οποίο σχετίζεται άμεσα με το ζήτημα της παιδείας του έθνους, καθώς και η προετοιμασία της επανάστασης και της επακόλουθης πολιτικής και πνευματικής αναγέννησης.Στα χρόνια εκείνα παρατηρείται και μια μερική άνθηση του ποιητικού λόγου με δύο πόλους: από τη μία ποιητές που ανήκουν στο κλίμα των φαναριωτών και από την άλλη οι επτανήσιοι ποιητές που χαρακτηρίζονται ως προσολωμικοί. Κεντρικές προσωπικότητες όμως είναι οι λεγόμενοι «πρόδρομοι», ο Αθανάσιος Χριστόπουλος, ο Ρήγας Φεραίος και ο Ιωάννης Βηλαράς.Στο κλίμα των Φαναριωτών κινούνται ποιητές όπως ο Διονύσιος Φωτεινός (1777-1821), με γνωστότερο έργο του μία μεταγραφή του Ερωτόκριτου σύμφωνα με τις γλωσσικές και αισθητικές αντιλήψεις των φαναριωτών, ο Μιχαήλ Περδικάρης (1766-1828), που έγραψε την σκληρή σάτιρα Ερμήλος ή Διμοκριθηράκλειτος (1817), στην οποία ελέγχει αυστηρά τόσο τους κληρικούς όσο και τους αστούς υποστηρικτές των νέων ιδεών, και ο Γεώργιος Σακελλάριος (1765 -1838), που αξίζει να μνημονεύεται γιατί είναι από τους εισηγητές του προρομαντισμού στην Ελλάδα.
Ως «πρόδρομοι» χαρακτηρίζονται οι Αθανάσιος Χριστόπουλος, Ρήγας Φεραίος και Ιωάννης Βηλαράς για τον προδρομικό ρόλο τους στην διάδοση της παιδείας, την καλλιέργεια της δημοτικής γλώσσας και την επίδρασή τους σε μεταγενέστερους λογοτέχνες. Εμπνευσμένοι από τις ιδέες του διαφωτισμού είχαν στόχο τον φωτισμό του γένους και με πλούσιο πρωτότυπο και μεταφραστικό έργο στην δημοτική γλώσσα επιδιώξαν την πνευματική αναγέννηση του ελληνισμού. 
Ο Ρήγας μετέφρασε λογοτεχνικά και επιστημονικά έργα και μετέφρασε ελεύθερα κάποια διηγήματα του Γάλλου Rétif de la Bretonne στο έργο του Σχολείον των ντελικάτων εραστών, στο οποίο ενσωμάτωσε πολλά φαναριώτικά ποιήματα. Ο Αθανάσιος Χριστόπουλος εξέδωσε το 1811 την συλλογή ποιημάτων Λυρικά, με ερωτικό, αρκαδικό και βακχικό περιεχόμενο, για τα οποία χαρακτηρίστηκε «ο νέος Ανακρέων». Λυρικά ποιήματα πιο κοντά στην δημοτική γλώσσα καθώς και σατιρικά έγραψε και ο Ιωάννης Βηλαράς, τα οποία εκδόθηκαν μετά τον θάνατό του. 
Ο Βηλαράς αξίζει βέβαια να μνημονεύεται και για την μαχητική υπεράσπιση της δημοτικής και για τις πρωτοποριακές ιδέες του, όπως αυτή της καθιέρωσης της φωνητικής ορθογραφίας, τις οποίες υποστήριξε στο βιβλίο του Ρομέηκη γλόσα (1815).Στα τέλη του 18ου αι. παρατηρείται ακμή της ποίησης στην Ζάκυνθο και οι ποιητές της περιόδου χαρακτηρίζονται προσολωμικοί επειδή θεωρείται ότι με το έργο τους διαμόρφωσαν τις κατάλληλες συνθήκες για την πνευματική ανάπτυξη και την μελλοντική εμφάνιση και διαμόρφωση της επτανησιακής σχολής.
Η ποίηση αυτή είναι κυρίως πατριωτική και σατιρική. Τα σημαντικότερα έργα είναι οι Θούριοι του Αντώνιου Μαρτελάου και του Νικόλαου Κούρτσολα και οι σάτιρες του Αντώνιου Κατήφορου και του Νικόλαου Κουτούζη.
4.Η νεότερη ελληνική λογοτεχνία (1821 έως σήμερα)
4.1.Ρομαντικά χρόνια (1820-1880)Το μεγάλο γεγονός της Επανάστασης του 1821 επηρέασε σημαντικά τη λογοτεχνία των πρώτων χρόνων του νεοσύστατου ελληνικού κράτους. Μέσα στην δεκαετία του 1820 γράφτηκαν τα πρώτα ποιήματα με θέμα την Επανάσταση από δύο Επτανήσιους ποιητές, τον Σολωμό (Ύμνος εις την Ελευθερίαν, 1823) και τον Κάλβο (Λύρα, 1824, Λυρικά, 1826). 
Η Επανάσταση αποτελούσε βασικό θέμα και στα ποιήματα των Αθηναίων ποιητών καθώς και σε αρκετά πεζογραφικά έργα των πρώτων χρόνων της περιόδου, ενώ το ρεύμα που καθόρισε την φυσιογνωμία της νεοελληνικής λογοτεχνίας ώς το 1880 ήταν ο ρομαντισμός, που επηρέασε το έργο τόσο των Αθηναίων όσο και των Επτανησίων ποιητών, αν και εμφανίστηκε με διαφορετικές μορφές στην Αθήνα και τα Επτάνησα. Ο ρομαντικός χαρακτήρας της Επτανησιακής σχολής άρχισε να αναγνωρίζεται τα τελευταία χρόνια[8], επειδή η παλαιότερη κριτική αντιμετώπιζε αρνητικά τον ελληνικό ρομαντισμό, καθώς τον ταύτιζε με την καθαρεύουσα και τους εκφραστικούς τρόπους της Α' Αθηναϊκής Σχολής.
4.1.1.Η ποίηση σε Αθήνα και ΕπτάνησαΤις πρώτες δεκαετίες μετά την Επανάσταση η ποίηση αναπτύχθηκε σε δύο πόλους, τα Επτάνησα και την Αθήνα.
Η βασική διαφορά μεταξύ των δύο ποιητικών «σχολών» ήταν η χρήση της γλώσσας: οι σπουδαιότεροι Επτανήσιοι ποιητές έγραψαν στην δημοτική (χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν υπήρχε μεγάλος αριθμός ποιητών που έγραφαν σε καθαρεύουσα γλώσσα), ενώ στην Αθήνα η γλώσσα της ποίησης γινόταν όλο και πιο αρχαΐζουσα, υπό την επίδραση των μεγαλοϊδεατικών τάσεων και της επιθυμίας να αναδειχθεί η ιστορική συνέχεια μεταξύ αρχαίων και νέων Ελλήνων• η καθαρεύουσα επιβαλλόταν εξάλλου και από τους Ποιητικούς διαγωνισμούς.
Ορόσημο για την εμφάνιση του ρομαντισμού της Α' Αθηναϊκής Σχολής είναι το 1831, έτος δημοσίευσης των ποιημάτων Οδοιπόρος του Παναγιώτη Σούτσου και Δήμος και Ελένη του Αλέξανδρου Ρίζου Ραγκαβή. Η εξέλιξη της αθηναϊκής ρομαντικής ποίησης έχει διακριθεί σε τρεις φάσεις[9]: «τα χρόνια της εξόρμησης» (1830-1850), που είναι περίοδος διαμόρφωσης της φυσιογνωμίας, «τα χρόνια της ακμής» (1850-1870), όταν οι κυριότεροι εκπρόσωποι (Α. Σούτσος, Π. Σούτσος, Ραγκαβής) έχουν φτάσει στην ωριμότητα, ενώ εμφανίζονται και νεότεροι (Δημήτριος Παπαρρηγόπουλος, Σπυρίδων Βασιλειάδης)
Τα χρόνια αυτά σηματοδοτούνται από την κυριαρχία των Ποιητικών διαγωνισμών του Πανεπιστημίου Αθηνών και την στροφή προς τον αρχαϊσμό. Η τελευταία δεκαετία ονομάζεται περίοδος της «παρακμής», γιατί τότε, και ενώ οι κυριότεροι εκπρόσωποι έχουν πεθάνει και οι Ποιητικοί διαγωνισμοί, φτάνουν σε ακραίες μορφές τα αρνητικά χαρακτηριστικά του ρεύματος (ατημέλητη έκφραση, υπερβολική μελαγχολία που έφτανε στην θανατολαγνεία). Κυρίαρχη ποιητική μορφή είναι ο Αχιλλέας Παράσχος, όμως μέσα στην δεκαετία αυτή εμφανίζονται και κάποιοι ποιητές που προαναγγέλλουν την εμφάνιση της Νέας Αθηναϊκής Σχολής, όπως ο Γεώργιος Βιζυηνός, ο Αριστομένης Προβελλέγγιος και ο Ιωάννης Παπαδιαμαντόπουλος.Στα Επτάνησα η ποίηση ακολουθεί διαφορετικές κατευθύνσεις υπό την επίδραση κυρίως της μακρόχρονης επαφής με την ιταλική παιδεία. 
Οι Επτανήσιοι ποιητές μπορούν, σχηματικά, να διακριθούν σε δύο ομάδες: τους «σολωμικούς ποιητές», που προσπάθησαν να ακολουθήσουν τον δρόμο του Διονύσιου Σολωμού, γράφοντας ποιήματα σε δημοτική γλώσσα με τον 15σύλλαβο του δημοτικού τραγουδιού ή σύντομες φόρμες της ιταλικής στιχουργίας, και τους ποιητές που ακολούθησαν προσωπικές επιλογές, όπως ο Ανδρέας Κάλβος, με την ιδιότυπη και μοναδικές στιχουργικές και γλωσσικές επιλογές του, ο Ανδρέας Λασκαράτος που συνέχισε την μακρά σατιρική παράδοση των Επτανήσων και ο Αριστοτέλης Βαλαωρίτης που έχει κοινά στοιχεία τόσο με τους Επτανήσιους ποιητές (δημοτική γλώσσα) όσο και με τους αθηναίους ρομαντικούς (ρητορεία και στόμφος).
4.1.2.Η πεζογραφίαΕμμανουήλ Ροΐδης, ένας από τους γνωστότερους πεζογράφους του 19ου αι.
Η πεζογραφία μέχρι το 1880 καλλιεργήθηκε κυρίως στην Αθήνα και σε άλλα πνευματικά κέντρα όπως η Σύρος ή η Κωνσταντινούπολη, όχι όμως και στα Επτάνησα (με ελάχιστες εξαιρέσεις όπως Τα μυστήρια της Κεφαλλονιάς του Λασκαράτου και η Αυτοβιογραφία της Ελισάβετ Μουτζάν-Μαρτινέγκου). Τα χρόνια αυτά είναι τα χρόνια της διαμόρφωσης του νεοελληνικού μυθιστορήματος και τα έργα παρουσιάζουν ποικιλία στην μορφή και το περιεχόμενο. Τα κυρίαρχα θέματα είναι περιπετειώδεις ερωτικές ιστορίες ή ιστορικά γεγονότα από την Επανάσταση ή παλιότερες περιόδους της ελληνικής ιστορίας, αλλά είναι εμφανής κάποιες φορές και η σατιρική ή η κριτική διάθεση. 
Η γλώσσα των κειμένων είναι η καθαρεύουσα με αρκετές διαβαθμίσεις από απλούστερες μορφές έως ακραία αρχαΐζουσα γλώσσα, ενώ παρατηρείται κάποιες φορές και προσπάθεια απόδοσης του προφορικού λόγου και των ιδιωματισμών. Το πιο διάσημο σήμερα έργο της περιόδου είναι η Πάπισσα Ιωάννα του Ροΐδη
• άλλα έργα που ξεχώρισαν είναι ο Αυθέντης του Μορέως του Ραγκαβή, ο Θάνος Βλέκας του Παύλου Καλλιγά, η Στρατιωτική Ζωή εν Ελλάδι του Χαρίλαου Δημόπουλου και ο Λουκής Λάρας του Δημήτριου Βικέλα, ενώ μυθιστορήματα που ήταν δημοφιλή τότε, όπως η Ορφανή της Χίου και η Ηρωίς της Ελληνικής Επαναστάσεως ξεχάστηκαν 
4.2.1880-1930
Η χρονολογία 1880 σηματοδοτεί μία σημαντική στροφή τόσο στην ποίηση όσο και στην πεζογραφία. Νέα ευρωπαϊκά ρεύματα, όπως ο παρνασσισμός, ο συμβολισμός ο ρεαλισμός και ο νατουραλισμός, είναι πλέον πηγές έμπνευσης των λογοτεχνών, ενώ η ανάπτυξη της επιστήμης της Λαογραφίας οδηγεί σε θεματική ανανέωση των λογοτεχνικών έργων.
Παράλληλα η δημοτική καθιερώνεται στην ποίηση πρώτα και αργότερα και στην πεζογραφία. Η χρονιά 1930 είναι επίσης οριακή, αφού τότε εμφανίζονται τα πρώτα δείγματα του μοντερνισμού στην ποίηση και την πεζογραφία. Το χρονικό διάστημα μεταξύ των ετών 1880-1930 χαρακτηρίζεται από πλούσια παραγωγή ποιητικών και πεζών έργων, την εμφάνιση πολλών και σημαντικών λογοτεχνών και την κυριαρχία ποικίλων τάσεων.
4.2.1Η ποίησηΤο 1880 εκδίδονται δύο ποιητικές συλλογές που σηματοδοτούν την εμφάνιση της Νέας Αθηναϊκής Σχολής: οι Στίχοι του Νίκου Καμπά και οι Ιστοί Αράχνης του Γεώργιου Δροσίνη. Η τεχνοτροπική αλλαγή και η απομάκρυνση από τον αθηναϊκό ρομαντισμό είναι εμφανής: η γλώσσα των ποιημάτων είναι δημοτική, τα θέματα είναι οικεία, καθημερινά, και οι τόνοι χαμηλοί. Ο κυριότερος εκπρόσωπος της γενιάς αυτής όμως είναι ο Κωστής Παλαμάς, που κυριάρχησε στην νεοελληνική πνευματική ζωή για τις επόμενες δεκαετίες. Το ποιητικό του έργο είναι πλούσιο και ποικίλο: εμπνέεται από θέματα καθημερινά, από την εσωτερική ζωή, από ιστορικά γεγονότα ή από την επικαιρότητα, γράφει είτε σύντομα ποιήματα είτε μεγαλύτερες, επικολυρικές συνθέσεις (Ο Δωδεκάλογος του Γύφτου, Η Φλογέρα του Βασιλιά), φροντίζοντας πάντα για την μορφική αρτιότητα του στίχου και εμπνεόμενος από την νεοελληνική ποιητική παράδοση αλλά και από τα σύγχρονα ευρωπαϊκά ρεύματα. Από τους πρώτους ποιητές της Γενιά του 1880, μόνο ο Παλαμάς παρουσίασε σημαντική εξέλιξη στην ποιητική του, ενώ σύντομα εμφανίστηκαν νεότεροι ποιητές που συνέχισαν την ανανέωση ακολουθώντας τα ρεύματα του παρνασσισμού (τα σονέτα του Κωνσταντίνου Θεοτόκη, του Λορέντζου Μαβίλη και του Ιωάννη Γρυπάρη) και του συμβολισμού (Κωνσταντίνος Χατζόπουλος, Λάμπρος Πορφύρας) ή δικούς τους εκφραστικούς δρόμους (Μιλτιάδης Μαλακάσης, Κώστας Κρυστάλλης).
Τα χρόνια γύρω στα 1910, όταν ο Κωστής Παλαμάς έγραφε τις κεντρικές ποιητικές συνθέσεις του, τον Δωδεκάλογο του Γύφτου και την Φλογέρα του Βασιλιά, στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου έφτανε στην ωριμότητά του ο Κ.Π.Καβάφης, ο οποίος όμως έγινε ευρύτερα γνωστός στην Αθήνα μετά το 1920, κυρίως εξαιτίας της ιδιότυπης, για την ποιητική παράδοση της εποχής, γραφής του, με την καθαρεύουσα γλώσσα και τον σχεδόν πεζολογικό τόνο. Τα ίδια χρόνια όμως εμφανίστηκαν και νεότεροι ποιητές που ακολούθησαν προσωπικούς δρόμους και διαφοροποιήθηκαν από την ποίηση του Παλαμά. 
Ο πρώτος από αυτούς ήταν ο Άγγελος Σικελιανός με το εκτενές ποίημα «Αλαφροΐσκιωτος» το 1909, το οποίο ακολούθησαν πολλά εκτενή ή συντομότερα ποιήματα με χαρακτηριστικό τους τον πληθωρικό λυρισμό αλλά και την μερική αποδέσμευση από τον παραδοσιακό στίχο. Συνομήλικος του Σικελιανού ήταν ο Κώστας Βάρναλης ο οποίος έδωσε τα χαρακτηριστικότερα έργα του, στα οποία εκφράζονται οι αριστερές ιδεολογικές του πεποιθήσεις, μετά το 1920. 
Παράλληλα όμως, τα χρόνια του μεσοπολέμου έκανε την εμφάνισή της και μια ομάδα ποιητών που είχαν γεννηθεί περίπου στα 1890, οι οποίοι εξέφρασαν την απογοήτευση από την Μικρασιατική καταστροφή και την αποτυχία της «Μεγάλης Ιδέας» με μία ποίηση η οποία χαρακτηρίστηκε νεορομαντική ή νεοσυμβολιστική, με κύριο χαρακτηριστικό την απογοήτευση και την έλλειψη ιδανικών. Ο σημαντικότερος εκφραστής αυτών των αναζητήσεων ήταν ο Κώστας Καρυωτάκης.4.2.2.
Η πεζογραφίαΠεζογραφία 1880-1930
Μετά το 1880 σημειώνεται αλλαγή στην θεματολογία και στον τρόπο πραγμάτευσης του υλικού από τους πεζογράφους. Ενώ κατά τα προηγούμενα χρόνια επικρατούσαν τα ρομαντικά-ερωτικά ή τα ιστορικά μυθιστορήματα, οι συγγραφείς μετά το 1880 καλλιέργησαν κυρίως το διήγημα και στράφηκαν σε θέματα από την καθημερινή ζωή της επαρχίας αρχικά και αργότερα των μεγαλουπόλεων. Η πεζογραφική παραγωγή της περιόδου χαρακτηρίζεται συνήθως με τον όρο ηθογραφία, που αναφέρεται στην πιστή αναπαράσταση των ηθών και του τρόπου ζωής μιας κοινότητας.Χρονολογία-σταθμός θεωρείται το έτος 1883, όταν δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Εστία το πρώτο διήγημα του Γεώργιου Βιζυηνού, 
Το αμάρτημα της μητρός μου, ενώ ένα μήνα αργότερα προκηρύχθηκε από το ίδιο περιοδικό διαγωνισμός για συγγραφή διηγήματος. Η προκήρυξη παρότρυνε τους συγγραφείς να αξιοποιήσουν θέματα από την παραδοσιακή ζωή του λαού ή την ελληνική ιστορία και, παρόλο που τα διηγήματα που γράφτηκαν με αφορμή των διαγωνισμό δεν ήταν όλα επιτυχημένα, ή αρκετά από αυτά δεν ήταν τόσο διηγήματα όσο συλλογή λαογραφικού υλικού, η συγκεκριμένη θεματολογία επικράτησε κατά τις επόμενες δεκαετίες, με δύο γενικές κατευθύνσεις στον τρόπο αντιμετώπισης του θέματος: αφ’ ενός την ωραιοποιημένη και ειδυλλιακή απεικόνιση του αγροτικού τρόπου ζωής, με συχνή την πληθώρα λαογραφικών στοιχείων (όπως τα έργα των Γ. Δροσίνη, Κ. Κρυστάλλη κ.α.) και αφ’ ετέρου τις ποικιλότερες προοπτικές, όπως η ψυχογραφία (Γ. Βιζυηνός) ή ο ρεαλισμός και ο νατουραλισμός (Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, Ανδρέας Καρκαβίτσας). 
Αυτοί οι τρεις συγγραφείς θεωρούνται οι κορυφαίοι αυτής της κατεύθυνσης. Από αυτούς, οι δύο πρώτοι έμειναν πιστοί στην καθαρεύουσα, ενώ ο Καρκαβίτσας στράφηκε γρήγορα προς την δημοτική, για την χρήση της οποίας στην πεζογραφία άνοιγαν νέοι ορίζοντες με Το Ταξίδι μου του Ψυχάρη και την σημαντικότερη απόπειρα του Παλαμά να γράψει πεζό κείμενο, το διήγημά του Θάνατος Παλληκαριού.Γύρω στα 1900 παρουσιάζεται μία νέα στροφή στην θεματική, αυτήν την φορά προς αστικά περιβάλλοντα.
Ένας από τους πρωτεργάτες της «αστικής πεζογραφίας» είναι ο Γρηγόριος Ξενόπουλος που αναπαριστά στα μυθιστορήματά του το αστικό περιβάλλον της Αθήνας και της Ζακύνθου. Παράλληλα αρχίζουν να γράφονται έργα με εντονότερες κοινωνικές προοπτικές και νατουραλιστικές επιδράσεις που τοποθετούνται σε αστικά περιβάλλοντα όχι μόνο της Αθήνας αλλά και άλλων πόλεων, όπως τα έργα των Κώστα Χατζόπουλου και Κων/νου Θεοτόκη, (βλ. για παράδειγμα Πίστομα). Τη δεκαετία του 1920, ενώ οι σημαντικότεροι εκπρόσωποι της προηγούμενης γενιάς (Παπαδιαμάντης, Καρκαβίτσας, Θεοτόκης κ.α.) έχουν πεθάνει, εμφανίζονται κάποιοι πεζογράφοι που αργότερα έπαιξαν σημαντικό ρόλο ως εκπρόσωποι της γενιάς του '30, οι οποίοι είτε εμπνέονται από τις πρόσφατες εμπειρίες του Α' Παγκοσμίου πολέμου και της μικρασιατικής καταστροφής (Στράτης Μυριβήλης, Ηλίας Βενέζης), είτε ακολουθούν άλλους δρόμους, όπως ο Φώτης Κόντογλου με την«εξωτική» ιστορία Pedro Cazaz και ο Θράσος Καστανάκης με τον κοσμοπολίτικο χαρακτήρα των μυθιστορημάτων του.4.3.

Η Γενιά του ’30 και η λογοτεχνία μέχρι το τέλος του εμφυλίουΤα χρόνια γύρω στο 1930 είναι τα χρόνια εμφάνισης μοντερνιστικών τάσεων στην ποίηση και την πεζογραφία, γι’ αυτό και οι συγγραφείς που πρωτοδημοσίευσαν έργα με ανανεωτική διάθεση εκείνη την περίοδο ή και λίγο νωρίτερα, εντάσσονται στην λεγόμενη «Γενιά του ’30». Το βασικό χαρακτηριστικό της ποιητικής ανανέωσης είναι η καθιέρωση του ελεύθερου στίχου και η εισαγωγή του υπερρεαλισμού, ενώ στην πεζογραφία καλλιεργείται ιδιαιτέρως το αστικό μυθιστόρημα και εμφανίζονται κάποιες μοντερνιστικές τάσεις όπως ο εσωτερικός μονόλογος.
4.3.1.Η ποίηση της Γενιάς του '30
Η ποιητική γενιά του ’30 συνδέεται με την πλήρη αποδέσμευση από τον παραδοσιακό στίχο. Δείγματα ελεύθερου στίχου πρωτοεμφανίστηκαν μέσα στην δεκαετία του ’20, με τα ποιήματα του Τ.Κ. Παπατσώνη, ενώ γύρω στα τέλη της δεκαετίας και στις αρχές της δεκαετίας του ’30 πύκνωσαν οι εκδόσεις ποιημάτων με ελεύθερο στίχο: το 1929 εκδόθηκαν ποιήματα του Αναστάσιου Δρίβα, το 1930 η συλλογή Στου γλυτωμού του χάζι του Θεόδορου Ντόρρου, το 1933 τα ποιήματα του Νικήτα Ράντου και το 1933 του Γιώργου Σαραντάρη. Αντίθετα ποιητές που πρωταγωνίστησαν αργότερα στην «γενιά του ’30» με ποιήματα σε ελεύθερο στίχο ξεκίνησαν με παραδοσιακό, όπως ο Γιώργος Σεφέρης στις δύο πρώτες συλλογές του, Στροφή (1931) και Στέρνα (1932) και ο Γιάννης Ρίτσος στην συλλογή Τρακτέρ (1934) και τον Επιτάφιο (1936).
Ο πιο σημαντικός σταθμός στην ποίηση της «γενιάς του ’30» είναι το έτος 1935. Εκείνη την χρονιά, που κατά σύμπτωση δημοσιεύεται και η τελευταία συλλογή του Παλαμά, ιδρύεται το περιοδικό Νέα Γράμματα, με το οποίο συνεργάζονται οι κυριότεροι εκπρόσωποι της γενιάς, εκδίδεται το Μυθιστόρημα του Σεφέρη, δημοσιεύονται τα πρώτα ποιήματα του Ελύτη και εισάγεται στην Ελλάδα ο υπερρεαλισμός με την Υψικάμινο του Εμπειρίκου. Μέσα στην ίδια δεκαετία δημοσίευσαν τα πρώτα ποιήματα σε ελεύθερο στίχο ο Ρίτσος και ο Βρεττάκος και πρωτοεμφανίστηκε και ο δεύτερος σημαντικός εκπρόσωπος του υπερρεαλισμού, ο Νίκος Εγγονόπουλος.
4.3.2.Η πεζογραφία της γενιάς του '30
Ο Κωνσταντίνος Χατζόπουλος, ένας από τους πρώτους εκπροσώπους της κοινωνικής πεζογραφίαςΟι πεζογράφοι που εντάσσονται στην «Γενιά του '30» είναι σύνολο συγγραφέων με συχνά διαφορετικά χαρακτηριστικά, αλλά με κοινό στόχο την ανανέωση της πεζογραφίας. 
Οι γενικές τάσεις που επικράτησαν μπορούν να διακριθούν σε τρεις ομάδες: πεζογράφους με καταγωγή από την Μικρά Ασία,που εμφανίστηκαν ήδη από την δεκαετία του '20 και έμειναν πιο κοντά στην παράδοση, εμπνεόμενοι κυρίως από τον τόπο καταγωγής τους και οι οποίοι συχνά αποκαλούνται «Αιολική Σχολή» (Στράτης Μυριβήλης, Ηλίας Βενέζης, Φώτης Κόντογλου και Στρατής Δούκας), τους πεζογράφους που ακολούθησαν κυρίως την τάση του αστικού ρεαλιστικού μυθιστορήματος (Γιώργος Θεοτοκάς, Άγγελος Τερζάκης, Μ. Καραγάτσης κ.α.) και τέλος πεζογράφους που εισήγαγαν μοντερνιστικές τάσεις όπως η παραβίαση των ρεαλιστικών συμβάσεων και νέες αφηγηματικές τεχνικές όπως ο εσωτερικός μονόλογος. Αυτή η ομάδα συχνά ονομάζεται «Σχολή της Θεσσαλονίκης», επειδή οι κύριοι εκπρόσωποι (Στέλιος Ξεφλούδας, Νίκος Γαβριήλ Πεντζίκης κ.α.) έζησαν και έδρασαν στην Θεσσαλονίκη.Μία αξιοσημείωτη τάση που παρατηρείται στην πεζογραφία της γενιάς του '30 μετά την δικτατορία του Μεταξά το 1936 είναι η στροφή πολλών συγγραφέων στο άμεσο ή απώτερο παρελθόν, δηλαδή σε αναμνήσεις από την παιδική τους ηλικία (για παράδειγμα ο Λεωνής του Θεοτοκά) ή ιστορικά μυθιστορήματα (όπως η Πριγκηπέσσα Ιζαμπώ του Τερζάκη)
Αυτή η στροφή ερμηνεύεται ως εθελοντική «λογοκρισία» των συγγραφέων απέναντι στο καθεστώς αλλά σχετίζεται και με την αναζήτηση της εθνικής ταυτότητας και την αξιοποίηση της παράδοσης.
4.3.3.Η λογοτεχνία κατά την διάρκεια της Κατοχής και του εμφυλίουΟι εμπειρίες του πολέμου επέδρασαν άμεσα στην λογοτεχνία της εποχής, και κυρίως στην ποίηση: σε πολλά ποιήματα που γράφτηκαν κατά την διάρκεια της δεκετίας 1940 γίνονται αναφορές στο ιστορικό παρόν, είτε ευθέως, όπως στο Άσμα ηρωικό και πένθιμον.

Η Θυσία του Αβραάμ

 Η Θυσία του Αβραάμ: Πρόκειται για ένα θρησκευτικό δράμα, είδος πολύ δημοφιλές στην εποχή του, που οι πηγές του βρίσκονται στα βυζαντινά και τα ευρωπαϊκά «μυστήρια» του Μεσαίωνα. Τα «μυστήρια» (δραματικές αναπαραστάσεις) είναι ένα θεατρικό είδος που αναπτύχθηκε στο Μεσαίωνα και περιλαμβάνει δράματα θρησκευτικής φύσης που απορρέουν από τους θρύλους των αγίων, από την Παλαιά Διαθήκη και κυρίως από την Καινή Διαθήκη. Υπόθεση του έργου είναι το γνωστό επεισόδιο της Παλαιάς Διαθήκης, όπως αναφέρεται στο 24ο κεφάλαιο της Γενέσεως.

Υπόθεση της Θυσίας του Αβραάμ: Ένας άγγελος εμφανίζεται στον Αβραάμ και του ανακοινώνει την επιθυμία του Θεού να θυσιάσει το μονάκριβο γιο του Ισαάκ. Η φοβερή αναγγελία συγκλονίζει τον Αβραάμ, όπως και τη Σάρρα και τον Ισαάκ που το πληροφορούνται αργότερα. Ο καθένας όμως αντιδρά με το δικό του τρόπο, ανάλογα με το χαρακτήρα του. Ο Αβραάμ δε διστάζει ούτε στιγμή να υπακούσει στο θέλημα του Θεού και να τελέσει τη θυσία. Την τελευταία όμως στιγμή ο Κύριος σώζει τον Ισαάκ έχοντας ήδη δοκιμάσει την πίστη του πατέρα του.
«Η Θυσία του Αβραάμ» («Κειμήλια προσφύγων από τη Μικρά Ασία»), 19ος αιώνας (Βυζαντινό Μουσείο Αθηνών)
«Η Θυσία του Αβραάμ» («Κειμήλια προσφύγων από τη Μικρά Ασία»), 19ος αιώνας(Βυζαντινό Μουσείο Αθηνών)

Το έργο παραδόθηκε ανώνυμο. Πολλοί μελετητές όμως δέχονται ότι ποιητής της Θυσίας είναι ο Κορνάρος. Το άμεσο πρότυπό του είναι το δράμα Lo Isach του Λουίτζι Γκρότο (Luigi Groto), έργο ιταλικό.
Ο ποιητής ενδιαφέρεται λιγότερο για την εξωτερική δράση και περισσότερο για την εσωτερική εξέλιξη των προσώπων. Με ιδιαίτερη ευαισθησία ψυχογραφεί τη Σάρρα, τη μάνα που αγωνίζεται να γλιτώσει το γιο της χωρίς όμως να εναντιώνεται στο θέλημα του Θεού.
Το ποιητικό κατόρθωμα του Κρητικού ποιητή είναι ότι κατάφερε να συνθέσει ένα έργο ανώτερο από τα ευρωπαϊκά πρότυπά του. Η δέση και η λύση του μύθου, οι περιπέτειες, η σκηνική οικονομία, οι ζωντανοί χαρακτήρες, ο λυρισμός και η λιτότητα του ύφους θυμίζουν κλασική τραγωδία. Το έργο είναι γραμμένο στη λαϊκή κρητική γλώσσα εμπλουτισμένη με λαϊκές παροιμίες, δίστιχα, ευχές, γνώμες και μοιρολόγια.
Η Θυσία του Αβραάμ έγινε λαϊκό ανάγνωσμα στην Κρήτη και στα Επτάνησα. Πολλοί στίχοι του έργου έγιναν λαϊκά μοιρολόγια και μαντινάδες.

Η Φυλλάδα του Γαδάρου ήτοι Γαδάρου, λύκου και αλεπούς διήγησις ωραία

Πηγη
 Η Κρήτη έμεινε κάτω από την κυριαρχία των Βενετών από το 1211 ως το 1669, όταν και αυτή υποδουλώθηκε στους Τούρκους. Στη διάρκεια της βενετοκρατίας το νησί γνώρισε οικονομική και εμπορική ανάπτυξη και παρουσίασε τα περισσότερα δείγματα λογοτεχνικής ακμής. Τους δύο πρώτους αιώνες ο ντόπιος πληθυσμός έτρεφε εχθρικά αισθήματα προς τους Βενετούς κατακτητές. Βαθμιαία όμως η επικοινωνία Βενετών και Ελλήνων έγινε στενότερη. Την περίοδο αυτή πολλά χειρόγραφα αρχαίων Ελλήνων και Βυζαντινών συγγραφέων αντιγράφονταν στο νησί που γρήγορα εξελίχτηκε σε πολιτισμικό κέντρο. Οι μορφωμένοι μιλούσαν και τις δύο γλώσσες, ενώ ανάμεσα στους ευγενείς Βενετούς, πολλοί ήταν εκείνοι που δε θυμούνταν πια την ευγενική τους καταγωγή και δε διατηρούσαν παρά το επώνυμό τους και τα λίγα φέουδα που τους απέμειναν.
 Η άνθηση της λογοτεχνίας στην Κρήτη και η θαυμαστή κορύφωση στην οποία έφτασε οφείλεται στην επιρροή της Ευρωπαϊκής Αναγέννησης, η οποία συνετέλεσε στη δημιουργία της «Κρητικής Αναγέννησης». Ο Λίνος Πολίτης ονομάζει την περίοδο αυτή «χρυσή περίοδο στην ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας».
Από τα λογοτεχνικά έργα της εποχής ξεχωρίζει ο Απόκοπος του Μπεργαδή, ποίημα που γνώρισε μεγάλη εκδοτική επιτυχία και ήταν το πρώτο ελληνικό έργο που τυπώθηκε στη Βενετία (1519). Ο τίτλος του Απόκοπος (= αποκαμωμένος) οφείλεται στον πρώτο του στίχο («Μιαν από κόπου νύσταξα» = κάποτε από κούραση νύσταξα) και το θέμα του είναι μια ονειρική κατάβαση του ποιητή-αφηγητή στον κάτω κόσμο, όπου ακούει δύο νέους να του μιλούν από μέρους των νεκρών. Αντί όμως για σκοτάδι ο αφηγητής μιλά με παραστατικές περιγραφές για το φως και την άνοιξη. Για τον ποιητή δεν υπάρχουν πληροφορίες, μόνο το επίθετό του μας είναι γνωστό. Το ποίημα αγαπήθηκε πολύ και μερικοί στίχοι του τραγουδιούνταν στην Κρήτη ως μοιρολόγια.
Είκοσι χρόνια μετά τον Απόκοπο (1539) τυπώθηκε στη Βενετία ένα άλλο έργο που είχε και αυτό μεγάλη διάδοση. Πρόκειται για το Γαδάρουλύκου και αλουπούς διήγησις χαρίεις (= ωραία), ή, όπως την έλεγε ο λαός, «Η Φυλλάδα του Γαϊδάρου». Το έργο ανάγεται στο πολύ αγαπητό είδος των διηγήσεων για τα ζώα και είχε πρότυπο του, όπως είδαμε, το Συναξάριον του τιμημένου γαδάρου. Ο ποιητής διασκεύασε το πρότυπό του σε ομοιοκατάληκτους στίχους που ήταν η μόδα της εποχής.
Τα έργα αυτά ανήκουν στο πρώτο μισό του 16ου αιώνα. Στο δεύτερο μισό στην Κρήτη κορυφώνεται η λογοτεχνική ακμή που θα διαρκέσει ως το 1669, χρονιά που το νησί θα περάσει στην τουρκική κατάκτηση.

Αλεξίου Λ.

Εκδίδεται κριτικά η Φυλλάδα του Γαδάρου ήτοι Γαδάρου, λύκου και αλεπούς διήγησις ωραία. Στην εισαγωγή που προτάσσεται του κειμένου, ο εκδότης πραγματεύεται μία σειρά θεμάτων, όπως η ελληνική εκδοτική παραγωγή της Βενετίας στις αρχές του 20ου  αιώνα, η φιλολογία με τα ζώα στον αρχαίο ελληνικό, το ρωμαϊκό και το μεσαιωνικό κόσμο, ο κύκλος των δυτικοευρωπαϊκών παραμυθιών που έχουν πρωταγωνίστρια την αλεπού, οι κοινωνικές τάξεις που αντιπροσωπεύουν τα τρία ζώα του ποιήματος, οι πηγές του, η κειμενική του παράδοση, η ένταξή του στην κρητική γραμματεία της Αναγέννησης, ο τιμητικός τίτλος "Νίκος" που αποδίδεται στον γάιδαρο, η σχέση της Φυλλάδας με το Συναξάριον του Τιμημένου Γαδάρου και η γλωσσική μορφή της. Η έκδοση συνοδεύεται από κριτικά κι ερμηνευτικά σχόλια και γλωσσάρι.


Η ΦΥΛΛΑΔΑ ΤΟΥ ΓΑΔΑΡΟΥ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ


Λοιπὸν ὁ λύκος ἤρξατο τοῦ ἐξομολογεῖσθαι,
λέγει· «ἐγὼ καὶ πρόβατα, βόδια καὶ μοσχάρια,
ἐλάφους καὶ γουρούνια καὶ πάντα ὅσα εὕρω
σκοτώνω τα καὶ τρώγω τα καὶ τ' ἄλλα πάλε κρύβω
εἰς τὸ βουνίν, εἰς τὸ κλαδίν, αὔριον πάλε νά 'χω.
Πλὴν ἀνεβαίνω εἰς τὸ βουνὶν ὅποῦ 'ναι τὸ τσημάδι,
καὶ κυλιοῦμαι παρευθὺς καὶ ἐξομολογοῦμαι,
καὶ γίνομαι καλόγερος, τὴν ράχην μου μαυρίζω,
γίνομαι μεγαλόσχημος, ἡγούμενον ὁμοιάζω.
Καὶ μεταγνώθω τὸ κακόν, τὸ πολεμῶ εἰς τὸν κόσμον,
ἄλλον οὐδὲν ἐπίσταμαι ἁμάρτημα νὰ ποίσω.»
Ἀκούσας δὲ ἡ ἀλουποὺ τὴν ἀρετὴν τοσαύτην
ἐθαύμασεν, ἐπαίνεσεν, καὶ ἐσυγχώρησέ τον
καὶ ἐδικαίωσεν αὐτὸν πρὸς τὴν ἐπίγνωσίν του.
Συναξάριον τοῦ τιμημένου γαϊδάρου, στ. 125-138