Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 21 Δεκεμβρίου 2015

«Εισαγωγικός λόγος» στο βιβλίο του Κλαύδιου Φοριέλ: «Chants populaires de la Grece moderne»

Πηγή:http://www.sakketosaggelos.gr/Article/1468/





«Δημοτικά τραγούδια της σύγχρονης Ελλάδος». Έκδοση Τεγόπουλος-Νίκας, Εισαγωγή Ν. Βέη, μετάφραση Α. Χατζηεμμανουήλ:
 «Όσον μεγαλύτερος θα ήτο ο ενθουσιασμός των σοφών δια την γλώσσαν του Ομήρου και του Πινδάρου, τόσον περισσότερον θα ωφελούντο, εάν εμελετούσαν την νέαν Ελληνικήν, η οποία είναι ζωντανός απόγονος της αρχαίας γλώσσης και διαφυλάσσει καλώς χαρακτηριστικά, τα οποία δεν διεσώθησαν εις τα αρχαία κείμενα.» (Σελ. 6)
 «Ίσως οι σοφοί της Ευρώπης, εάν εγνώριζαν τους νέους Έλληνας, θα εσκέπτοντο ότι η Ελλάς θα ημπορούσε να προσθέση σήμερον περισσότερον από ένα παραδείγματα εις εκείνο του Πυθαγόρα, ο οποίος εταξίδευσε τους αρχαίους καιρούς, δια να γνωρίση την σοφίαν των Ινδιών και της Αιγύπτου.» (Σελ. 6)
 «Η νέα Ελληνική είναι μία γλώσσα αξιοσημείωτος από πάσης απόψεως. Κατά βάθος παρουσιάζει ομοιογένειαν και είναι περισσότερον πλουσία της γερμανικής, είναι διαυγής ως η γαλλική, περισσότερον ευλύγιστος της ιταλικής και πλέον αρμονική της ισπανικής και δεν λείπει τίποτε δια να θεωρηθή από τούδε ως η ωραιότερα γλώσσα της Ευρώπης και αναμφιβόλως είναι η πλέον τελειοποιήσιμος.» (Σελ. 74)
 «Έάν οι Έλληνες επανακτήσουν την ανεξαρτησίαν των, εάν έλθη η ημέρα κατά την οποίαν θα δυνηθούν να αναπτύξουν εν ειρήνη τα σπάνια χαρίσματα, με τα οποία τους έχει προικίσει η φύσις, το κάθε τι επιτρέπει την ελπίδα ότι συντόμως θα πλησιάσουν και ίσως θα προηγηθούν κατά τον πολιτισμόν των άλλων εθνών της Ευρώπης.» (Σελ. 86) 
 «Η Ευρώπη θα οφείλη εις τους Έλληνας ευγνωμοσύνην δι' ό,τι θα πράξουν προς διαφύλαξίν των και οι ίδιοι θα είναι γοητευμένοι μίαν ημέραν, διότι θα δύνανται να γνωρίσουν τα προϊόντα μιας σοφής και καλλιεργημένης ποιήσεως, τα απλά αυτά μνημεία του πνεύματος, της ιστορίας και των ηθών των προγόνων των.» (Σελ. 86)
 «Η δημοτική ποίησις της συγχρόνου Ελλάδος... δεν είναι και δεν δύναται να είναι παρά μια συνέχεια, μια εξακολούθησις, μια αργή και βαθμιαία μεταβολή της αρχαίας ποιήσεως και ειδικώς της αρχαίας λαϊκής ποιήσεως των Ελλήνων.» (Από τον πρόλογο της ως άνω δίτομης έκδοσης. Πηγή: Η «Νεοελληνική ποιητική ανθολογία» του Μέμου Παναγιωτόπουλου, έκδοση Ακάδημος, 1968, τομ. Β', σελ. 465.)

Σολωμική ποίηση και δημοτικά τραγούδια



Πηγή:http://www.kathimerini.gr/317862/article/politismos/arxeio-politismoy/solwmikh-poihsh-kai-dhmotika-tragoydia




Του Παντελη Μπουκαλα



«Το επόμενο έργο [»Ο Υμνος εις την Ελευθερίαν»] είναι ξένο προς τα δημοτικά τραγούδια της Ελλάδας. Το έγραψε τον περασμένο Μάιο ο κύριος Δ. Σoλωμός, νεότατος ποιητής, πολυμαθέστατος και προικισμένος με φαντασία ζωηρή. [...] Το προσθέσαμε στο τέλος της συλλογής του [του Κλωντ Φωριέλ] για να προσφέρουμε στον αναγνώστη τη δυνατότητα να συγκρίνει αυτή τη λαϊκή ποίηση, την τόσο ενδιαφέρουσα για τη φυσική της χάρη και πρωτοτυπία της, με την ποίηση των Ελλήνων που διαμορφώθηκε στο σχολείο των μεγάλων προτύπων της αρχαιότητας. Τη μετάφραση οφείλουμε στον κ. Stanislas Julien, γνωστό από την καλαίσθητη μετάφραση στα γαλλικά του ελληνικού ποιήματος του Κολούθου ««Ελένης αρπαγή» και της «Ελληνικής Πατριωτικής Λύρας» του Ζακυνθίου Κάλβου».


Αυτά έγραφε το 1825 ο εκδότης Firmin Didot (τα αντλώ από το βιβλίο «Ο «Υμνος εις την Ελευθερίαν» του Διονύσιου Σολωμού και οι ξενόγλωσσες μεταφράσεις του», επιμ. Κατερίνα Τικτοπούλου, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 1998), αιτιολογώντας την απόφασή του να περιλάβει στον δεύτερο τόμο των «Ελληνικών Δημοτικών Τραγουδιών» του Φωριέλ το σολωμικό ποίημα, «το αισθητικό έργο που πρώτο μετουσίωσε καλλιτεχνικά το ιστορικό γεγονός σε πνευματική κατάθεση και λογοτεχνική μαρτυρία» όπως το χαρακτηρίζει ο Π.Δ. Μαστροδημήτρης στο κείμενό του «Η άλωση της Τριπολιτσάς στον «Υμνον εις την Ελευθερίαν» του Διονύσιου Σολωμού» (βλ. το βιβλίο του «Επτανησιακά - Μελετήματα για την επτανησιακή λογοτεχνία και κριτική (1960-2005)», εκδ. «Πορεία», 2005). «Ο «ύμνος στην Ελευθερία» του Σολωμού, του δημοτικού ποιητή της νέας Ελλάδας, μεταφρασμένος από τον κ. Στανισλάς Ζουλιέν και περασμένος στο τέλος του δεύτερου τόμου των «Δημοτικών Τραγουδιών της Νέας Ελλάδας» του Φωριέλ, είχε τότε γίνει δεκτός με μεγάλη ευμένεια από το κοινό», σημειώνει ο Γεώργιος Τερτσέτης στις 9 Μαρτίου 1857, σε σύντομη νεκρολογία του για τον ποιητή στο περιοδικό Le Moniteur Grec.





Εχουμε πολλούς λόγους να πιστεύουμε ότι η απόφαση του Φερμίνου Διδότου να ταιριάξει τη δημοτική ποίηση με τους στίχους του ανθρώπου που θα γινόταν ο γενάρχης της νεοελληνικής ποίησης θα κατασυγκινούσε τον Σολωμό, λάτρη των δημοτικών τραγουδιών. «Στη Ζάκυνθο», γράφει ο Μαρίνος Σιγούρος, «ο Σολωμός καταγίνεται μελετώντας τα δημοτικά τραγούδια, τον Ερωτόκριτο, τη Βοσκοπούλα κι άλλα, και τη νύχτα συχνάζει σε διάφορες διασκεδάσεις». Αριστος γνώστης ο Ιάκωβος Πολυλάς σημειώνει στα «Προλεγόμενά» του: «Με την αυτομόρφωτη αυτή γλώσσα εσυγγένευε ο ποιητικός νους του Σολωμού, και αυτός άρχισε να τη μελετήσει, άμα επέστρεψε εις την πατρίδα του, ώστε ες ολίγο διάστημα καιρού επήρε το πνεύμα της από το στόμα του λαού και από τα εθνικά τραγούδια, τα οποία ήδη εφρόντιζε να συνάξει από τα διάφορα μέρη της Ελλάδος. Ο ενθουσιασμένος εκείνος ερευνητής των ποιητικών αριστουργημάτων της αρχαιότητας και των νεότερων έκλινε πρόθυμα το αυτί εις τα αυτοσχεδιάσματα ενός τυφλού γέροντος, οπού εζούσε εις την Ζάκυνθο με το τραγούδι· εδυνάμωνε μες στην ψυχή του νέου ποιητή το θάρρος του εις το μέλλον του έθνους, όταν ετύχαινε ν' ακούσει από το άτεχνο στόμα του φτωχού Νικολάου στίχους γενναίους καθώς είναι οι εξής, από μιαν περιγραφή πυρκαϊάς εις τα Ιεροσόλυμα: «Ο Αγιος Τάφος του Χριστού, εκείνος δεν εκάη· / εκεί που βγαίνει τ' Αγιο Φως άλλη φωτιά δεν πάει»».


«Χαίρομαι να παίρνονται για ξεκίνημα τα δημοτικά τραγούδια», έγραφε προς τον Γεώργιο Τερτσέτη ο Σολωμός το 1833, «θα 'θελα, όμως, όποιος μεταχειρίζεται την κλέφτικη γλώσσα, να τη μεταχειρίζεται στην ουσία της και όχι στη μορφή της». Ο ίδιος «συνεκέντρωνε τραγούδια από διάφορα μέρη της Ελλάδος», γράφει ο Εμ. Κ. Χατζηγιακουμής στο έργο του «Νεοελληνικαί πηγαί του Σολωμού - Κρητική λογοτεχνία, δημώδη μεσαιωνικά κείμενα, δημοτική ποίησις» (Αθήνα, 1968), απόδειξη δε «αποτελεί τετράδιον πλήρες δημοτικών τραγουδιών της Κύπρου, το οποίον ευρέθη μεταξύ των χειρογράφων του ποιητού». Ο Χατζηγιακουμής μνημονεύει επίσης τη «μαρτυρία του Ιταλού ποιητή Regaldi, καθ' ην ούτος, ταξιδεύων εις Ηπειρον, έχει ήδη εις χείρας του Μανούσου αντίτυπον της συλλογής του Fauriel πλήρες ιδιογράφων σημειώσεων του Σολωμού. Το αντίτυπον τούτο απωλέσθη και παρά τας έρευνας του καθηγητού Ν.Β. Τωμαδάκη, δεν ανευρέθη, ουδέ έχομεν περί τούτου ετέραν μαρτυρίαν. Ωστε, αν και υπό των περισσοτέρων μελετητών η πληροφορία του Regaldi γίνεται αποδεκτή, εν τούτοις επιβάλλεται κάποια επιφύλαξις».


Ισως -τίποτε δεν απαγορεύει εδώ την υπόθεση- κάποιες από τις «ιδιόγραφες σημειώσεις» του Σολωμού να βρίσκονταν πάνω στις σελίδες της συλλογής του Φωριέλ με τα δύο δημοτικά ποιήματα που αφορούν την άλωση της Τριπολιτσάς, και τα οποία δεν είναι απίθανο να τα είχε ακούσει ο Σολωμός πριν τα διαβάσει τυπωμένα. «Αυτά τα δυο τραγούδια αποτελούν στο μοναδικό αντίγραφο που ήρθε στα χέρια μου μιαν ενιαία σύνθεση», γράφει στο μικρό εισαγωγικό του ο Φωριέλ (βλ. την έκδοση του Πανεπιστημίου της Κρήτης, με επιμέλεια του Αλέξη Πολίτη): «Κρίνοντας από τη διάθεση του ποιητή, ο κύριος σκοπός της σύνθεσης είναι να θρηνήσει τη δυστυχία και την αιχμαλωσία του Κιαμίλ-μπεη, που τον συνέλαβαν στην Τριπολιτσά οι επαναστατημένοι Ελληνες του Μοριά, το 1821. [...] Το πρώτο [τραγούδι] είναι μια αρκετά ζωηρή εικόνα των σπουδαιότερων περιστατικών της πολιορκίας της Τριπολιτσάς. [...] Το άλλο κομμάτι μπορεί να θεωρηθεί σαν θρήνος ή ελεγεία για τις συμφορές των Τούρκων του Μοριά γενικώς, και του Κιαμίλ-μπεη ειδικά, κατά το πρώτο έτος της ελληνικής επανάστασης. Οι στίχοι έχουν χάρη, και το ύφος είναι πολύ παθητικό: ένας βουνίσιος Ελληνας δεν θα ήταν τόσο ευαίσθητος στις ατυχίες των δεσποτών του. Εκτός από αυτό όμως, τίποτε άλλο δεν εμποδίζει το τραγούδι να είναι λαϊκό: οι νικητές τραγουδούν ευχαρίστως τις δυστυχίες των νικημένων».


«Ηταν ημέρα βροχερή και νύχτα χιονισμένη / όταν για την Τριπολιτσάν κίνησεν ο Κιαμίλης» ακούμε στο πρώτο τραγούδι, την «Αλωση της Τριπολιτσάς». «Στον ερχομόν του κι οι Γραικοί επλάκωσαν το κάστρον· / τους Τούρκους έκλεισαν στενά, βαρεά τους πολεμούσαν. [...] «Τώρα να ιδείτε», φώναξε τότ' ο Κολοκοτρώνης, / «να ιδείτε ελληνικά σπαθιά και κλέφτικα τουφέκια», / πώς πολεμούν οι Ελληνες, πώς πελεκούν τους Τούρκους». Δεν είναι εδώ σαν ν' ακούμε, μαζί με τον Σολωμό, «ξύλα και πελέκια»;


Και πάλι φώναξε ο Κολοκοτρώνης: «Μολάτε τα τουφέκια σας, και βγάλτε τα σπαθιά σας, / βάλετε την Τουρκιάν εμπρός, σαν πρόβατα στην μάνδραν». Δεν είναι εδώ σαν να βλέπουμε «χάμου [να] πέφτουνε κομμένα / χέρια, πόδια, κεφαλές, / και παλάσκες και σπαθία / με ολοσκόρπιστα μυαλά, / και με ολόσχιστα κρανία, / σωθικά λαχταριστά;»


«Τους πήγαν και τους έκλεισαν εις την μεγάλην τάμπιαν», συνεχίζει το δημοτικό· «απελογάτ' ο Κεχαϊάς προς τον Κολοκοτρώνην· «Κάμε ισνάφι στην Τουρκιά, κόψε, πλην άφ'σε κιόλας». Πόσο μακριά βρισκόμαστε από το «Ω! φθάνει, / φθάνει· έως πότε οι σκοτωμοί»;


Ο Κολοκοτρώνης του δημοτικού, ο Κολοκοτρώνης των «Απομνημονευμάτων» και ο Σολωμός του «Υμνου» ερμηνεύουν με τον ίδιο τρόπο το «πελέκημα», τον «σκληρόψυχο τον τρόπο του πολέμου»: με τη μνήμη των νεκρών. Στα «Απομνημονεύματά» του ο Γέρος του Μοριά «επαρηγορήθηκε και διά τον σκοτωμόν των Τούρκων», ενθυμούμενος «πόσοι από το σόγι του και από το έθνος του εκρεμάσθησαν». Στο δημοτικό, ο αρχικαπετάνιος απαντά στον Κεχαγιά, υπαρχηγό του Χουρσίτ πασά που για να υποτάξει της επανάσταση είχε μακελέψει τη Βοστίτσα: «Τι φλυαρείς παλαιό-Τουρκε, τι λες παλαιομουρτάτη; / Ισνάφι έκαμες εσύ εις την πικρήν Βοστίτσαν, / όπ' έσφαξες τ' αδέρφια μας και όλους τους δικούς μας;» Και στον «Υμνο», στις στροφές που όπως έχει υποδείξει ο Ν.Β. Τωμαδάκης συγγενεύουν με την ομηρική «Νέκυια», την εντολή της εκδίκησης και του θανάτου είναι σαν να τη δίνει η «εντάφια συντροφιά», «ίσκιοι / αναρίθμητοι γυμνοί, / κόρες, γέροντες, νεανίσκοι, / βρέφη ακόμη εις το βυζί», «όσοι είν' άδικα σφαγμένοι / από τούρκικην οργή». Μ' αυτά στο νου γράφει ο Σπυρίδων Τρικούπης: «Πόσον προσφυής είναι ο τρόπος, με τον οποίον ο ποιητής επιχειρίζεται να δικαιολογήση την τόσην σφαγήν εκείνης της τρομερής ημέρας! Υποθέτει ότι αναρίθμητοι ίσκιοι των αδικοφονευμένων Ελλήνων αναίβαιναν από τα σπλάγχνα εις το πρόσωπον της γης, οι οποίοι χορεύοντες μέσ' τα πηκτά αίματα, βρυχίζοντες βραχνά, και μανίζοντες εις το πλάγι των Ελλήνων έγγιζαν τα στήθη των πολεμιστών· αυτό το έγγισμα έδιωχνεν από την ελληνικήν καρδίαν κάθε αίσθημα λύπης, και κατ' αυτόν τον τρόπον «...αυξάνει του πολέμου / ο χορός τρομαχτικά»».


Στο δεύτερο δημοτικό, η άλωση έχει συντελεστεί («πήραν τα κάστρα, πήραν τα, πήραν και τα δερβένια») και ο ανώνυμος ποιητής, ο δήμος, δεξιώνεται και αναδεικνύει τον πόνο των εχθρών: «Κλαίουν στους δρόμους Τούρκισσες, πολλές εμιροπούλες [...] Κλαίουν τ' αχούρια γι' άλογα και τα τζαμιά γι' αγάδες, / κλαίει και η Κιαμίλαινα τον δόλιον της τον άντρα». Και μόνη αυτή η δεξίωση, που όσο ξέρω έχει επαναληφθεί σε κρητικό μοιρολόγι για Γερμανούς σκοτωμένους, αρκεί για να καταδείξει το ύψος της δημοτικής ποίησης, ύψος που ο Σολωμός το θεώρησε χωρίς να ζαλιστεί.

Κλοντ Φοριέλ



Το 1824 ο Γάλλος λόγιος Κλοντ Φοριέλ συγκέντρωσε, ταξινόμησε και παρουσίασε για πρώτη φορά στο ευρωπαϊκό αναγνωστικό κοινό ένα σεβαστό αριθμό ελληνικών δημοτικών τραγουδιών, σε ένα μεγαλειώδες έργο με τίτλο Δημοτικά Τραγούδια της Σύγχρονης Ελλάδας.Με την πεποίθηση ότι ως ιδέα και ως έκφραση το δημοτικό τραγούδι αφορά άμεσα τους Έλληνες κάθε εποχής, οι εκδόσεις ΝΙΚΑΣ παρουσιάζουν σήμερα μια ανανεωμένη έκδοση της συλλογής του Φοριέλ, που ανταποκρίνεται στις ανάγκες του σύγχρονου αναγνώστη. Προσαρμοσμένο στη ζωντανή, δημοτική γλώσσα, το σημαντικό αυτό έργο-περιπλάνηση στον ανεξάντλητο πλούτο της λαϊκής μας παράδοσης έρχεται να συναντήσει και πάλι το ελληνικό κοινό.


(Κείμενα ἀπὸ τὸν Φλωριέλ)

Ἀπὸ περ. ΝΕΑ ΕΣΤΙΑ, Ἀφιέρωμα στὸ ’21, Χριστούγεννα 1970, Νο 1043 σσ. 246-59

Εἰσαγωγή


Δεν έχουμε τιμήσει αρκετά τον Claude Fauriel, δεν ξέρω να υπάρχη κάπου ο ανδριάντας ή η προτομή του, κι’από όσο ερεύνησα, μόνο σε δύο μακρινές συνοικίες των Αθηνών έχουμε δρόμο με τ’ όνομά του. Είναι ο μεγάλος πνευματικός φιλέλληνας από το Saint–Étienne της Γαλλίας (1772–1844),που με την έκδοση των «Νεολληνικών Τραγουδιών» του («Chants populaires de la Grèce moderne» I-II,à Paris 1824 –1825) έδειξε στο ευρύτερο κοινό της Ευρώπης τα αναμφισβήτητα πνευματικά δικαιώματα των Νεοελλήνων για ελευθερία, κι’εβοήθησε ηθικά τον αγώνα μας, ίσως πολύ περισσότερο από την οποιαδήποτε υλική εξωτερική βοήθεια. (1)

Με φιλελληνικό ζήλο και φιλολογική προσοχή άρχισε ο Φωριέλ να συγκεντρώνη τα τραγούδια της συλλογής του, αμέσως με τα πρώτα μηνύματα των απελευθερωτικών εκδηλώσεων στην Ελλάδα, και το σπουδαιότερο –που είναι και κατόρθωμα ψυχολογικό– μπόρεσε ν’ αξιοποιήση τον ενθουσιασμό που είχαν οι Έλληνες του εξωτερικού, λόγιοι και εμπορευόμενοι, και να τους αποσπάση τα τραγούδια που ήξεραν ή να τονώση τον ζήλο της συλλογής. (2)

Ιδιαίτερη σημασία –φιλολογική αλλά και ιστορική– έχει το γεγονός, ότι συγκροτημένη έκδοση νεοελληνικών δημοτικών τραγουδιών επραγματοποίησε πρώτος ο Φωριέλ, και μάλιστα αμέσως μετά την έναρξη του απελευθερωτικού αγώνα των Νεοελλήνων. (3) Καμαρώνει γι’ αυτό στον πρόλογο της συλλογής του, επειδή έχει υπόψη του προηγούμενες ετοιμασίες άλλων συλλογέων (του γερμανού Haxthausen(4) των ελλήνων Μουστοξύδη ή Σχινά κ.ά.). Εάν, γράφει, «η συλλογή που παρουσιάζω είναι η πρώτη που δημοσιεύεται, αυτό είναι μια εξαιρετική εύνοια της τύχης, που δεν επερίμενα» (Ι σελ.ΙΙ, ελλ. έκδ. σ.2) (5).

Θα το θεωρούσαμε φυσικό, αν στην κατηγορία «τραγούδια ιστορικά» της συλλογής του Φωριέλ ευρίσκαμε μόνο παλιότερα της Τουρκοκρατίας, ή κλέφτικα και αρματολικά ως τα Σουλιώτικα. Το ότι όμως πρόφτασε ο συλλογέας να περιλάβη –έστω και στον Β΄ τόμο του, τυπωμένον στα 1825– τραγούδια εμπνευσμένα από την ίδια την Επανάσταση (ένα για τα Μολδοβλαχικά γεγονότα, ένα για τον θάνατο του Αθ. Διάκου κι’ ένα τρίτο για την άλωση της Τριπολιτσάς), και μάλιστα ενώ βρισκόταν τόσο μακριά από την Ελλάδα, είναι κάτι που μας ξαφνιάζει αλλά και μας διδάσκει πολλά για την άμεση δημιουργία και τη γρήγορη σχετικά διάδοση των τραγουδιών του αγώνα μας, στον τότε Ελληνισμό. (6)

Τραγούδια επίκαιρα σημείωναν κάποτε κι’ οι απομνημονευματογράφοι του αγώνα, αλλά δεν μας τα έδωσαν αμέσως, όπως ο Φωριέλ. Στα «Απομνημονεύματα» του Φωτάκου (υπασπιστή του Θ. Κολοκοτρώνη) ανευρίσκουμε δημοτικά τραγούδια των γεγονότων 1821–28, αλλά αυτά μπήκαν από τη Β΄ έκδοση του βιβλίου του, που έγινε το 1899. (7)

Οι συλλογές που άρχισαν να δημοσιεύονται μετά τον Φωριέλ (του Γάλλου αξιωματικού Voutier, το 1826, που ήταν αυτόπτης του Εικοσιένα, άλλες τοπικές Ανθολογίες, και έπειτα οι συστηματικότερες των Kind, Tommaseo, Μανούσου, Ζαμπέλιου κ.ά., ύστερ’ από το τέλος του απελευθερωτικού πολέμου) (8) μπόρεσαν βέβαια να περιλάβουν και νέα τραγούδια του αγώνα, που μερικά έγιναν επίσης κλασσικά: του Λάλα, τ’ Αναπλιού, του Δράμαλη, του Μάρκου Μπότσαρη, του Μεσολογγιού, του Καραϊσκάκη, του Δηρού. (9)
Μας ενδιαφέρουν όμως εδώ τα πρώτα κείμενα που δημοσιεύτηκαν, τα πρώτα τραγουδήματα του Εικοσιένα, και μάλιστα της πρώτης πολεμικής χρονιάς, που έφτασαν ως τον Φωριέλ κι’ έκαμαν πλατύτερα γνωστά τα πρώτα γεγονότα και τους ήρωες. Πώς γεννήθηκαν αμέσως από τα γεγονότα αυτά, πώς ταιριάστηκαν στον στίχο τους, πως έφτασαν στα χέρια του Φωριέλ, κι’ αν είχαν άλλες παραλλαχτικές εξελίξεις ως σήμερα. 

Τρία είναι τα κείμενα αυτά. Τα σημειώνω με τη σειρά που δημοσιεύτηκαν από τον Φωριέλ, και που, όπως φαίνεται, ακολουθούν έτσι τη χρονική ιστορική διαδοχή τους: 
1. Ο θάνατος του Διάκου [24 Απριλίου 1821] (10).
2. Θάνατος του Γεωργάκη [Ολύμπιου] και Φαρμάκη [Σεπτέμβριος 1821] (Κατά Παπαρρηγόπουλον 23 Σεπτεμβρ.).
3. Άλωση της Τριπολιτσάς – Αιχμαλωσία του Κιαμήλμπεη [24 Σεπτ. 1821].

Πρόκειται για την εξύμνηση τριών από τα πιο συγκλονιστικά γεγονότα της πρώτης χρονιάς του αγώνα, που ήταν φυσικό να εντυπωσιάσουν Έλληνες και ξένους και να κάμουν αισιόδοξον τον μαχόμενο Ελληνισμό, είτε για το παράδειγμα των δύο ηρώων (του Διάκου και του Ολύμπιου), είτε από την αποφασιστική σημασία της νίκης (της Τριπολιτσάς).

Ο Αθανάσιος Διάκος, ωραίος αρματολός και συναρπαστικά γενναίος, πολύ περισσότερο που ήταν κληρικός, εσυγκλόνισε το πανελλήνιο όχι μόνο με τον ηρωϊσμό, αλλά και με το φοβερό θάνατό του, που ήρθε να μαράνη την ωραία ελπίδα για μια νεανική νίκη του στην Αλαμάνα. Ετραγουδήθηκε σαν σύμβολο.

Ο Γιωργάκης Ολύμπιος είχε, εκείνα τα χρόνια, μια φήμη, ιδιαίτερα στους Έλληνες του εξωτερικού, όση εμείς οι νεώτεροι δεν συγκρατήσαμε. Αρματολός του Ολύμπου που από παλιότερα, αναδείχτηκε βαλκανικός ήρωας από το 1800, πολεμώντας, πλάϊ στους Σέρβους, στους Ρουμάνους και στους Ρώσους, τον Τουρκικό εχθρό. Με το κίνημα του Υψηλάντη, το 1820, ο ελληνικός λαός έμαθε ή διαισθάνθηκε, ότι αυτός ήταν η ψυχή του αγώνα στη Μολδοβλαχία. Κι έμεινε έτσι πραγματικά, ως το ηρωϊκό ολοκαύτωμά του στο Μοναστήρι του Σέκου.

Η άλωση τέλος της Τριπολιτσάς ήταν για τον τότε ελληνισμό (που πρέπει να τον βλέπουμε και στην ακμαία διασπορά του) ένα πάρσιμο Πόλης, κάτι σαν προανάκρουσμα, στα εύκολα λαϊκά όνειρα, για μια αντίστροφη αλλαγή της τύχης. Ένας ελεύθερος Μοριάς, αφού πάρθηκε η οχυρή του πρωτεύουσα, θα έφερνε τη λευτεριά ως την Πόλη. («Πήραν τα κάστρα, πήραν τα…»). Αλλά και το ξάφνιασμα από την απίστευτη πτώση των ως τώρα μεγάλων και ισχυρών έφερε και τον συμπληρωματικό (όπως θα δούμε) θρήνο για τον Κιαμήλμπεη και τους Τούρκους… 

Τα τραγούδια ταιριάστηκαν πάνω σ’ αυτά τα ζεστά «ιστορικά» θέματα (άλλοι κόσμοι από τους συνηθισμένους των κλέφτικων) και ταξίδεψαν γρήγορα ως την Ευρώπη, όπου η ξενιτιά, στις δύσκολες ώρες, γίνεται δρόμος εθνικός για την πιο ευαίσθητη μεταβίβαση.

Κάτι που έχει ιδιαίτερη σημασία στη συλλογή του Φωριέλ, είναι ότι μαζί με τα κείμενα των τραγουδιών δημοσιεύονται και περιγραφές από τα γεγονότα (ή την παράδοση) που τα εδημιούργησαν. Οι περιγραφές δόθηκαν από τους ίδιους πληροφορητές. Έτσι έχουμε, κοντά στα τραγούδια, και τις πρώτες «ιστορικές» (έστω και θρυλούμενες) μαρτυρίες, για τα γεγονότα που πραγματεύονται. Στην περίπτωση των τραγουδιών του Εικοσιένα, μπορούμε να πούμε πως ο Φωριέλ μας δίνει, με τα στοιχεία αυτά, και τα πρώτα πολεμικά «ρεπορτάζ» από τον αγώνα που τον συγκινούσε. Ήθελε πολύ να κάμη τους αναγνώστες του να ενδιαφερθούν. Και με το ίδιο αυτό πνεύμα θα του πρόσφεραν «από διάφορες προελεύσεις οι Έλληνες» (11) στοιχεία και κείμενα.

Για τον τρόπο που έφταναν στα χέρια του τα τραγούδια και που τα επεξεργαζόταν, ώσπου να τα δημοσιεύση, ο Φωριέλ μας δίνει γενικές και ειδικές πληροφορίες στους προλόγους του:Γενικά: α) Πήρε μερικά τραγούδια έτοιμα από συλλογή του Κοραή (τ. Ι σ. ΙΙ, ελλ. έκδ. σελ. 2). β) ΄Ελληνες από διαφόρους τόπους του έδιναν ή έστελναν τραγούδια (Ι σ. ΙΙ ελλ. έκδ. σ. 2). γ) Ταξίδεψε ο ίδιος στη Βενετία και στην Τεργέστη, όπου Έλληνες εργατικοί (τεχνίτες και νοικοκυρές) του υπαγόρευαν ή του έγραφαν, ανορθόγραφα αλλά πιστά, τα τραγούδια που ήξεραν και που κάποτε τα τραγουδούσαν (ΙΙ 307, ελλ. έκδ. σελ. 296). δ) Από τις παραλλαγές του κάθε τραγουδιού που έφταναν στα χέρια του, διάλεγε την αισθητικά και γλωσσικά καλύτερη, ή έκανε συνδυασμούς, παίρνοντας όμως και τη γνώμη Ελλήνων λογίων (του εξωτερικού) για τις πρωτοβουλίες του (βλ. Ι σελ. ΙΙΙ, ν και ΙΙ σελ. 306. Ελλ. έκδ. σ. 2, 3 και 297) (12). ε) Έγραφε τις προλογικές σημειώσεις του (στο κάθε τραγούδι) παίρνοντας πληροφορίες από πρόσωπα ενημερωμένα. Κάποτε οι πληροφορητές του είχαν γνωρίσει προσωπικά τους οπλαρχηγούς. (Ι. σελ. ΙΙΙ και ΙΙ σελ. 311. Ελλ. έκδ.σ.3 και 298).
Ειδικά, ως προς τα κείμενα που θα εξετάσουμε: α΄. Το τραγούδι «του Διάκου» το πήρε ο Φωριέλ «από Έλληνα φίλο του», που το κατέγραψε στους ίδιους τόπους όπου στιχουργήθηκε. Είχε όμως, όπως σημειώνει, και δεύτερη παραλλαγή, από όπου εσυνδύασε μερικά σημεία (ΙΙ 33, ελλ. έκδ. σ. 212).
β΄. Τα ιστορικά στοιχεία του τραγουδιού των «Γεωργάκη και Φαρμάκη» του τα έδωσε «νέος Έλληνας με πνευματικότητα», που είχε ακριβείς πληροφορίες και θα μπορούσε να γράψη πλήρη βιογραφία του Ολύμπιου (βλ. ΙΙ σ. 39, ελλ. έκδ. σελ. 214).
γ΄. Τα δυο τραγούδια «της Τριπολιτσάς και του Κιαμήλμπεη» τα πήρε ενωμένα στο χειρόγραφο που του έδωσαν αλλά, «κρίνοντας το πνεύμα του ποιητή», τα χώρισε σε δύο (ΙΙ σ. 55, ελλ. έκδ. σ. 219).

Θα παραθέσω ένα – ένα τα βασικά κείμενα των τραγουδιών αυτών, όπως τα δημοσιεύει ο Φωριέλ, (13) θα τα πλαισιώσω με τα κύρια ιστορικά και πολιτιστικά τους στοιχεία, και θα δείξω κάπως τη φιλολογική μορφολογία και την ποιητική σημασία τους.





ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

1. Για τη ζωή και τη φιλολογική δράση του Φωριέλ γράφει ο αείμνηστος καθηγητής Βέης στην ελληνική έκδοση: «Claude Fauriel, Δημοτικά Τραγούδια της Συγχρόνου Ελλάδος, εισαγωγή Νίκου Α. Βέη (Bees) μετάφρασις Απ. Χατζηεμανουήλ, Αθήνα (εκδ. Νίκα) 1956, α΄– ιδ΄. Ενδιαφέρουσα διεθνώς, για το έργο του Φωριέλ και την απήχηση των συλλογών του στην Ευρώπη, είναι η εργασία του γιουγκοσλάβου καθηγητού M. Ibrovac «Claude Fauriel et la fortune européenne des poesies populaires grecque et serbe, Paris (Didier) 1966.

2. Βλ.τόμ.Ι σελ.ΙΙ και τόμ. ΙΙ σελ. 306-7 (ελλ.έκδοση, σελ. 2-3 και 295-8).

3. Βλ. και Σίμου Μενάρδου, Περί της πρώτης εκδόσεως των Δημοτικών μας τραγουδιών [διάλεξη]. Εν Αθ.1925.

4. Καταρτίσθηκε το 1814 αλλά μπόρεσε να δημοσιευθή πολύ αργά, το 1935 (Werner von Haxthausen, “Neugriechische Volkslieder”, Münster i. w. 1935)

5. Για τις πριν από τον Φωριέλ προσπάθειες ή μικροδημοσιεύσεις ελλ. τραγουδιών, βλ. Δ. Α. Πετροπούλου, «Συμβολή εις την βιβλογραφίαν των ελληνικών δημοτικών τραγουδιών 1771-1850», στην «Επετηρίδα του Λαογρ. Αρχείου»,τομ. Η΄ εν. Αθ. 1953-4, σ. 58-68.

6. Για τα θέματα αυτά, δημιουργίας και διάδοσης του τραγουδιού, βασική μένει πάντα η μελέτη (διάλεξη στον «Παρνασσό») του Ν. Γ. Πολίτη «Γνωστοί ποιηταί των δημοτικών ασμάτων» (περιοδ. «Λαογραφία», τόμ. Ε΄ Αθ. 1915-16 σ. 489-521). Ακολουθεί το άρθρο του Γιάννη Βλαχογιάννη «Λαός ο ποιητής», επίσης στη «Λαογραφία» (Τομ.Ζ΄. Αθ.1923 σελ. 79-84). Από την ξένη βιβλιογραφία σημειώνουμε: A.Lord, “The Singer of Tales” Harvard Un. Press, 1960. 

7. Φωτίου Χρυσανθοπούλου ή Φωτάκου, Απομνημονεύματα περί της Ελληνικής Επαναστάσεως (εκδοθέντα υπό Σταύρου Ανδροπούλου, Αεροπαγίτου) εν Αθήναις 1899 (τ. Α-Β). Νέα πρόσφατη έκδοση: Φωτάκου, Απομνημονεύματα περί της Ελληνικής Επαναστάσεως, τόμοι Α-Β [με συνεχή αρίθμηση] «Φιλολογικά Χρονικά» Αθήναι 1960. (Δίνονται περί τα 15 κείμενα).

8. Βλ. Δ. Α. Πετροπούλου, Συμβολή εις την βιβλιογραφίαν κλπ. ό.π. σελ. 72 – 106.

9. Πρώτη σχετική συγκέντρωση των κειμένων αυτών βρίσκουμε στη συλλογή A. Passow («Τραγούδια Ρωμαίικα», Λειψία 1860), έπειτα στις «Εκλογές» του Πολίτη (Αθ. 1914) με την πλούσια βιβλιογραφία των πηγών, και τελευταία, στην έκδοση της Ακαδημίας Αθηνών («Ελληνικά δημοτικά τραγούδια», Τόμ. Α΄, εν Αθ. 1962), στην κατηγορία πάντα των «Ιστορικών Τραγουδιών».

10. Παίρνω τις χρονολογίες από το βιβλίο: Κώστα Μάγερ, Το ημερολόγιο της Επαναστάσεως του 1821, Αθήναι 1961. (Στους διαφόρους ιστοριογράφους κυμαίνονται).

11. Βλ. τόμ. Ι σελ. ΙΙ (ελλ. έκδ. σελ. 2) και κείμενα. 

12. Ο Γιάννης Αποστολάκης, στο βιβλίο του «Τα Δημοτικά Τραγούδια, μέρος Α΄, οι Συλλογές» (Αθ. 1929) γράφει σχετικά: «Και η συλλογή του Φωριέλ έχει, εδώ κι’ εκεί, τραγούδια με κείμενα αλλαγμένα, ή καλύτερα, φτιασμένα από τις διάφορες παραλλαγές που είχε. Όμως τέτοια τραγούδια είναι λίγα. Ως τόσο κι’ αυτή χρειάζεται εξέταση». (σελ. 10, 1).

13. Κάνω ελάχιστες τακτοποιήσεις στο γραμματικό μέρος και στίξη, αφαιρώ τα καταληκτικά – ν –, που ο ίδιος ο Φωριέλ δηλώνει ότι του τα επέβαλαν λόγιοι Έλληνες (Ι. σ. ΙΙΙ, ελλ. έκδ. σ. 2) και δίνω ενιαία ορθογραφία, κατά το σύστημα Τριανταφυλλίδη.