Γνωρίζω ελληνικά, σήμερα, σημαίνει μαθαίνω από το περιβάλλον, στενότερο και ευρύτερο, τη μητρική μου γλώσσα, ως μικρό παιδί, και μετά πηγαίνω στο σχολείο να μάθω τα ελληνικά μου όπως μου τα μαθαίνει ένα εκπαιδευτικό σύστημα.
Την εποχή του Σολωμού, τέλη 18ου αι. αρχές του 19ου αιώνα, τα σχολεία ήταν ελάχιστα και η διδασκαλία γινόταν, συνήθως, κατ' οίκον, ιδιαίτερα στις εύπορες οικογένειες.
Όμως το παιδί στο οποίο αναφέρομαι, ο μικρός Διονύσης, μιλούσε ελληνικά, δεν ήταν άλαλος, είχε μητέρα ελληνίδα, μια απλή γυναίκα του λαού και αν και γεννήθηκε νόθος, γεγονός που θα ξεκαθαρίσει πολύ αργότερα, αν και ο πατέρας του κόντες Νικόλαος Σολωμός παντρεύτηκε τη μητέρα του έναν χρόνο πριν τον θάνατό του. Ο Σολωμός αισθανόταν νόθος και μεγάλωνε με τη μητέρα του, Αγγελική Νίκλη, με την οποία μιλούσε ελληνικά, καθώς μια απλή ελληνίδα αυτά μιλούσε και τους επιτρόπους του.
Ωστόσο, μαρτυρείται ότι φοίτησε και σε ελληνικό σχολείο (δεν μπορώ να το επιβεβαιώσω αν και η πληροφορία υπάρχει σε βιογραφία του)...
Στα εννιά του χρόνια έφυγε για σπουδές στην Ιταλία, με τη συνοδεία του παιδαγωγού του Ρώσση, όπου φοίτησε σε ιταλικά σχολεία και ήρθε σε επαφή με λόγιους του νεοκλασικισμού και του ρομαντισμού.
Δεν έκρυβε ότι είναι Έλληνας, αντίθετα περηφανευόταν γι' αυτό, καθώς η εποχή το ευνοούσε, ας μην ξεχνάμε ότι ο νεοκλασικισμός είναι η αναβίωση του πνεύματος της αρχαιότητας, αλλά ο 19ος αιώνας είναι και η εποχή των επαναστάσεων και των φλογερών λόγων της ψυχής που εκφράζονται μέσα από τη φιλοσοφία κυρίως τη γερμανική και την ποίηση αγγλική, ιταλική, γαλλική, γερμανική.
Ο Σολωμός επέστρεψε σε μια χώρα, όπου η γλώσσα "ζητούσε" αναμόρφωση, αλλά και σε ένα περιβάλλον που η γλώσσα ήταν ιδεολογικό όπλο φώτισης με τεράστιες συγκρούσεις γύρω από αυτήν, κοινωνικές και ιδεολογικές, συγκρούσεις "πάνω στο άπλαστο κορμάκι της".
Μαζί με το νέο ελληνικό κράτος φτιάχτηκε και γλώσσα. Η γλώσσα έγινε η σημαία κάτω από την οποία δημιουργήθηκε η χώρα, χώρος που τότε οριοθετήθηκε , μια χώρα νέα που κλήθηκε να "κλείσει μέσα της την Ελλάδα", του παρελθόντος την αρχαία κι ένδοξη και να γεννήσει το μέλλον της, τη νέα Ελλάδα.
Ο Σολωμός άρπαξε το κοντάρι της γλώσσας σαν ξίφος και το κράδαινε εναντίον όλων, φωνάζοντας Ελευθερία πατώντας τον Θάνατο. Η Ελευθερία ήταν η Μούσα του, αυτή του παραστάθηκε στις δυσκολίες, την έφερε μαζί του ως Αναστημένη Ιδέα και από την Ευρώπη, που συγκλονιζόταν από το κλίμα των επαναστάσεων για Ελευθερία αλλά ως σύνθημα του Διαφωτισμού. Μαζί της μιλούσε και πάλευε όταν έγραφε ποίηση. Αυτήν την Ιδέα πάσχιζε να υποτάξει μέσα στο ποιητικό υλικό.
Η Ελευθερία θα γίνει πράξη στον ηρωικό αγώνα των Ελλήνων και θα γεννήσει την νέα Ελλάδα και ο Σολωμός θα της ονομάσει κάθε βουνό, κάθε θάλασσα, κάθε φυτό που αναπτύσσεται κάτω από τον Ήλιο, και κάθε έμψυχο ή άψυχο πλάσμα.
Θα της χαρίσει ζωή ως Φύση αναβαπτισμένη στο φως της Ελευθερίας και ως Πίστη στην Ελευθερία. Έτσι η φυσική θα γίνει μεταφυσική και η γλώσσα θα ιερουργήσει στους στίχους του μια νέα θρησκεία, μια θρησκεία προσωπική και με ηθικές προεκτάσεις που φέρει μια πατρίδα και σε αντίθεση με τον μύθο ο Σολωμός θα φτιάξει ιστορία και μνήμη ελληνική όπως έφτιαξαν οι προφήτες νόμους για να παραδώσει σε στίχους τη λαλιά των Ελλήνων, ζωντανή με δυναμική εικόνα όπως πριν από αυτόν ο Δάντης και όπως την οραματίστηκε κάθε μεγάλο πνεύμα.
Την εποχή του Σολωμού, τέλη 18ου αι. αρχές του 19ου αιώνα, τα σχολεία ήταν ελάχιστα και η διδασκαλία γινόταν, συνήθως, κατ' οίκον, ιδιαίτερα στις εύπορες οικογένειες.
Όμως το παιδί στο οποίο αναφέρομαι, ο μικρός Διονύσης, μιλούσε ελληνικά, δεν ήταν άλαλος, είχε μητέρα ελληνίδα, μια απλή γυναίκα του λαού και αν και γεννήθηκε νόθος, γεγονός που θα ξεκαθαρίσει πολύ αργότερα, αν και ο πατέρας του κόντες Νικόλαος Σολωμός παντρεύτηκε τη μητέρα του έναν χρόνο πριν τον θάνατό του. Ο Σολωμός αισθανόταν νόθος και μεγάλωνε με τη μητέρα του, Αγγελική Νίκλη, με την οποία μιλούσε ελληνικά, καθώς μια απλή ελληνίδα αυτά μιλούσε και τους επιτρόπους του.
Ωστόσο, μαρτυρείται ότι φοίτησε και σε ελληνικό σχολείο (δεν μπορώ να το επιβεβαιώσω αν και η πληροφορία υπάρχει σε βιογραφία του)...
Στα εννιά του χρόνια έφυγε για σπουδές στην Ιταλία, με τη συνοδεία του παιδαγωγού του Ρώσση, όπου φοίτησε σε ιταλικά σχολεία και ήρθε σε επαφή με λόγιους του νεοκλασικισμού και του ρομαντισμού.
Δεν έκρυβε ότι είναι Έλληνας, αντίθετα περηφανευόταν γι' αυτό, καθώς η εποχή το ευνοούσε, ας μην ξεχνάμε ότι ο νεοκλασικισμός είναι η αναβίωση του πνεύματος της αρχαιότητας, αλλά ο 19ος αιώνας είναι και η εποχή των επαναστάσεων και των φλογερών λόγων της ψυχής που εκφράζονται μέσα από τη φιλοσοφία κυρίως τη γερμανική και την ποίηση αγγλική, ιταλική, γαλλική, γερμανική.
Ο Σολωμός επέστρεψε σε μια χώρα, όπου η γλώσσα "ζητούσε" αναμόρφωση, αλλά και σε ένα περιβάλλον που η γλώσσα ήταν ιδεολογικό όπλο φώτισης με τεράστιες συγκρούσεις γύρω από αυτήν, κοινωνικές και ιδεολογικές, συγκρούσεις "πάνω στο άπλαστο κορμάκι της".
Μαζί με το νέο ελληνικό κράτος φτιάχτηκε και γλώσσα. Η γλώσσα έγινε η σημαία κάτω από την οποία δημιουργήθηκε η χώρα, χώρος που τότε οριοθετήθηκε , μια χώρα νέα που κλήθηκε να "κλείσει μέσα της την Ελλάδα", του παρελθόντος την αρχαία κι ένδοξη και να γεννήσει το μέλλον της, τη νέα Ελλάδα.
Ο Σολωμός άρπαξε το κοντάρι της γλώσσας σαν ξίφος και το κράδαινε εναντίον όλων, φωνάζοντας Ελευθερία πατώντας τον Θάνατο. Η Ελευθερία ήταν η Μούσα του, αυτή του παραστάθηκε στις δυσκολίες, την έφερε μαζί του ως Αναστημένη Ιδέα και από την Ευρώπη, που συγκλονιζόταν από το κλίμα των επαναστάσεων για Ελευθερία αλλά ως σύνθημα του Διαφωτισμού. Μαζί της μιλούσε και πάλευε όταν έγραφε ποίηση. Αυτήν την Ιδέα πάσχιζε να υποτάξει μέσα στο ποιητικό υλικό.
Η Ελευθερία θα γίνει πράξη στον ηρωικό αγώνα των Ελλήνων και θα γεννήσει την νέα Ελλάδα και ο Σολωμός θα της ονομάσει κάθε βουνό, κάθε θάλασσα, κάθε φυτό που αναπτύσσεται κάτω από τον Ήλιο, και κάθε έμψυχο ή άψυχο πλάσμα.
Θα της χαρίσει ζωή ως Φύση αναβαπτισμένη στο φως της Ελευθερίας και ως Πίστη στην Ελευθερία. Έτσι η φυσική θα γίνει μεταφυσική και η γλώσσα θα ιερουργήσει στους στίχους του μια νέα θρησκεία, μια θρησκεία προσωπική και με ηθικές προεκτάσεις που φέρει μια πατρίδα και σε αντίθεση με τον μύθο ο Σολωμός θα φτιάξει ιστορία και μνήμη ελληνική όπως έφτιαξαν οι προφήτες νόμους για να παραδώσει σε στίχους τη λαλιά των Ελλήνων, ζωντανή με δυναμική εικόνα όπως πριν από αυτόν ο Δάντης και όπως την οραματίστηκε κάθε μεγάλο πνεύμα.
Νότα Χρυσίνα