Σάββατο 2 Ιανουαρίου 2016

Επιστημονική Επανάσταση και Ορθόδοξη Ανατολή -Η περίπτωση του 18ου αιώνα-

Διπλωματική εργασία της Σουλτάνας Λευκοπούλου  Α.Ε.Μ.: 953 Επιβλέπουσα καθηγήτρια:Άννα Καραμανίδου  ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΙΟΥΝΙΟΣ  2015


Εισαγωγή 

Το θέμα της παιδείας κατά την μακρά περίοδο της τουρκοκρατίας είναι ευρύ και πολύπλευρο. Ειδικότερα η μελέτη της ζωής και του έργου όσων ασχολήθηκαν με τις θετικές επιστήμες στον υπόδουλο ελληνισμό, κατά τη χρονική περίοδο από την Άλωση της Κωνσταντινουπόλεως μέχρι την εξέγερση του Γένους, κατά τη διάρκεια δηλαδή μιας τραγικής περιό- δου τεσσάρων αιώνων, δείχνει ότι η επιστήμη «δεν είχε πεθάνει στον ελληνικό χώρο»1 . Και ως ελληνικός χώρος θεωρείται ο χώρος στον οποίο το ελληνικό στοιχείο άσκησε πρωταρχικό και καθοριστικό ρόλο στον τομέα των γραμμάτων και της παιδείας, πολύ ευρύτερα από τα αυστηρά εθνικά του όρια2 . Υπήρξαν συνεχείς προσπάθειες και αγώνες των δασκάλων του Γέ- νους για να αφυπνίσουν τον ελληνικό λαό, και ιδιαίτερα τους νέους, με όποιον τρόπο ο καθένας μπορούσε. Και για ένα μορφωμένο της εποχής, ένας από τους τρόπους ήταν και η μετάδοση των εξελίξεων γύρω από τις θετικές επιστήμες, που συνέβαιναν στη Δύση3 . Οι νέες επιστημονικές ιδέες και τάσεις εισάγονται και στην Ελλάδα από τις αρχές του 18ου αιώνα, δεδομένου ότι πολλοί Έλληνες, μεταξύ των οποίων και πολλοί κληρικοί, σπουδάζουν σε κέντρα της Ιταλίας, της Γαλ- λίας και της Γερμανίας. Πιο συγκεκριμένα υπήρξαν πολλοί λόγιοι κληρικοί, κορυφαίοι εκπρόσωποι των Θετικών Επιστημών, οι οποίοι είτε συνέγραψαν πρωτότυπες μελέτες, είτε μετέφρασαν ξένα επιστημονικά εγχειρίδια, είτε συγκέντρωσαν και αντέγραψαν, σχολίασαν και εξέδοσαν χειρόγραφα. Επιπλέον πολλοί εκκλησιαστικοί άνδρες, λόγιοι εκπόνησαν μελέτες στα Μαθηματικά και τη Γεωμετρία, ασχολήθηκαν με μεταφρά- σεις ξένων εγχειριδίων - φημισμένων Ευρωπαίων επιστημόνων -, έγρα- ψαν σπουδαίες για την εποχή αυτή μελέτες ιστορικού, φιλοσοφικού, ια- τρικού, αστρονομικού και νομοκανονικού περιεχομένου και συνέβαλαν με την οικονομική τους στήριξη στην εκτύπωση γραπτών βοηθημάτων Χημείας, Αριθμητικής, Γεωμετρίας και άλλων μαθημάτων. Το εκπληκτικό, για τις συνθήκες κάτω από τις οποίες εμφανίστηκε, φαινόμενο της ανα- πτύξεως των Θετικών Επιστημών τον 18ο αιώνα δεν ήταν ξαφνικό αλλά αποτέλεσμα των πνευματικών διεργασιών στους αιώνες που προηγήθη- καν. Όπως σχολιάστηκε: «Η ζοφερότητα των καιρών με την έλλειψη της ελευθερίας, τους δυσμενείς υλικούς όρους ζωής και την απαιδευσία, δεν στάθηκαν σοβαρά, ανυπέρβλητα εμπόδια για την πνευματική και Εθνική παλιγγενεσία»4 . 
 1 Β. Σπανδάγος – Ρ. Σπανδάγου – Δ. Τραυλού, Έλληνες θετικοί επιστήμονες από το 1453 έως το 1821, σ. 6. 
2 Γ. Καράς, Οι θετικές επιστήμες στον ελληνικό χώρο (15ος-19ος αιώνας), σ. 16. 
3 Δ. Κωτσάκης, Διδάσκαλοι του Γένους και Αστρονομία (1453-1821), σ. 30. 
4 Κ. Γάλλος, Εκκλησία, Σχολεία και επιστήμη κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας. 
7 Στα δύσκολα εκείνα χρόνια ο ρόλος της Εκκλησίας υπήρξε καθοριστικός δεδομένου ότι όλη την ευθύνη για την Παιδεία είχε η Εκκλησία, η οποία καθόριζε το παιδαγωγικό πρόγραμμα, προσέφερε τα καταρτισμένα στελέχη της για τη διδασκαλία στα σχολεία και αναλάμβανε τα έξοδά τους. «Ο δάσκαλος είναι τώρα ταυτόχρονα και ιερέας ή μοναχός. Αλλά και ο λόγιος είναι, συνήθως, ταυτόχρονα μητροπολίτης ή Αρχιμανδρίτης. Εκκλησία, Παιδεία και Λογοτεχνία υπηρετούνται απ' τους ίδιους Κληρι- κούς λειτουργούς»5 . Η πολεμική ορισμένων ιστορικών κατά της Εκκλησίας για το θέμα της εισαγωγής της διδασκαλίας των θετικών επιστημών στον υπόδουλο ελληνισμό, χαρακτηρίζεται από διάφορους ερευνητές άδικη6 . Οι λίγες εξαιρέσεις που υπάρχουν και οι οποίες έχουν σχέση με την επιφυλακτική αποδοχή του νέου πνεύματος των Θετικών Επιστημών εκ μέρους της Εκκλησίας, απλώς επιβεβαιώνουν τον κανόνα. Πριν από την άλωση, οι διανοητές της εποχής στη Χριστιανική Ανατολή, διατηρούν τη συνέχεια με την ελληνική αρχαιότητα και συγχρό- νως μελετούν τις Θετικές Επιστήμες διασώζοντας τη διπλή φύση της έρευνας «ως ελλόγου ανιχνεύσεως των φαινομένων και μυητικής οικειώ- σεως των αιτίων του»7 . Η άλωση της Κωνσταντινουπόλεως οδηγεί ανα- πόφευκτα σε αποδυνάμωση κατ’ αρχήν και εγκατάλειψη στη συνέχεια αυτής της προσπάθειας «συγκράσεως λόγου και αποκαλύψεως»8 . Έτσι, οι ιδέες του Διαφωτισμού, προερχόμενες από τις σπουδές στη Δύση, θα βρουν το Γένος ανέτοιμο να αρθρώσει ενοποιητικό και καθολικό λόγο στηριζόμενο στις πνευματικές του καταβολές, με αποτέλεσμα να υπάρχει κίνδυνος «αντικειμενοποιήσεως του κόσμου και απωλείας της υπερβατι- κής του διαστάσεως»9 . Ο κίνδυνος αυτός οδήγησε επιφανείς λογίους στην προσπάθεια μελέτης των Θετικών Επιστημών και ερμηνείας των φαινομένων και με την κλασική και με την πατερική οπτική. 5 Κ. Γάλλος, Εκκλησία, Σχολεία και επιστήμη κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας. 6 Είναι χαρακτηριστική η αποστροφή: «Στο βολικό πλαίσιο συντηρητικοί-προοδευτικοί, αριστοτελικοί-νευτώνειοι, θρησκευόμενοι-διαφωτιστές, ο Ευγένιος Βούλγαρης θα προσγραφόταν στους πρώτους και ο Νικηφόρος Θεοτόκης στους δεύτερους. Καθώς, όμως, η έρευνα προχωρεί, οι πρώτοι ενθουσιασμοί καταλαγιάζουν και το μικροσκόπιο της προ- σεκτικής μελέτης και της αντικειμενικής αξιολόγησης, που έχει αποφορτιστεί από ιδεολογικές προκείμενες, αναδεικνύει φαινόμενα λεπτής υφής, αποδεικνύεται ότι αυτοί οι σαφείς διαχωρισμοί ουσιαστικά δεν υφίστανται». Γ. Βλαχάκης, «“Πόσοι Ευγένιοι, πόσοι Θεοτόκαι άλλοι δεν έμελλον ήδη να περιπολώνται περὶ ημών”», σσ. 50-51. 
7 Ε. Βαρέλλα, «Παράμετροι ασκήσεως των φυσικών επιστημών στη βυζαντινή “Ανατο- λή”», σ. 125.
 8 Ε. Βαρέλλα, «Παράμετροι ασκήσεως των φυσικών επιστημών στη βυζαντινή “Ανατο- λή”», σ. 129.
 9 Ε. Βαρέλλα, «Παράμετροι ασκήσεως των φυσικών επιστημών στη βυζαντινή “Ανατο- λή”», σ. 129.
 8 Είναι επίσης αξιοσημείωτοι οι χαρακτηρισμοί, οι οποίοι αποδίδονται στη συγκεκριμένη χρονική περίοδο, από τους ερευνητές της ιστορίας των επιστημών. Άλλοι τη χαρακτηρίζουν ως νεοελληνική αναγέννηση, άλλοι ως νεοελληνικό διαφωτισμό και άλλοι ως μεταβυζαντινό ουμανισμό, χαρακτηρισμοί οι οποίοι υποδηλώνουν έμμεσα μία διαφορετική ιδεο- λογική προσέγγιση10. Τον όρο «νεοελληνικός ή απλά ελληνικός διαφωτισμός» υιοθετούν όσοι «εστιάζουν την προσοχή τους στον ρόλο που έπαιξε η δυτικοευρωπαϊκή διανόηση… για την ανάπτυξη στον ελληνικό χώρο των γραμμάτων κατ’ αρχήν και των επιστημών στη συνέχεια»11. Όσοι υι- οθετούν τον όρο Νεοελληνική Αναγέννηση «φαίνεται ότι πιστεύουν πως από τη διεξοδική μελέτη των επιστημονικών κυρίως κειμένων της περιό- δου αυτής προκύπτει η πρόθεση των λογίων του 18ου αιώνα να συνθέσουν κριτικά την αρχαία ελληνική επιστήμη και φιλοσοφία με τα σύγχρονά τους δυτικά επιτεύγματα επιτυγχάνοντας, όπου ήταν αυτό δυνατόν μια σύζευξη ευρισκόμενη σε αρμονία με τα δόγματα της Ορθόδοξης Ελληνικής Εκκλησίας αλλά και μία αυτόνομη διαδικασία ανάπτυξης των επι- στημών απαλλαγμένη τόσο από άκριτο μιμητισμό όσο και από στείρα άρ- νηση»12. Τέλος ο όρος μεταβυζαντινός ουμανισμός χρησιμοποιείται από όσους συνδέουν την περίοδο αυτή με το Βυζάντιο και τη Χριστιανική σκέψη. Οι μελετητές της ιστορίας των Θετικών Επιστημών ακολουθούν στην έρευνά τους δύο μεθόδους: α) την εργοκεντρική μέθοδο γραμματολογίας, η οποία στηρίζεται στα κείμενα, προσπαθώντας να ανιχνεύσει συλλογικές νοοτροπίες για την ιστορία των ιδεών και γενικότερα της σκέψεως και β) τη βιογραφική με άξονα τους λογίους, μελετώντας τι πρόσφερε ο καθένας σε σχέση με το υπό έρευνα θέμα. Η πρώτη από αυτές τις μεθόδους προτιμάται από εκείνους που υ- ποστηρίζουν ότι για την ιστορία της επιστημονικής και φιλοσοφικής σκέ- ψεως «το αιτουμενο δεν είναι οι αιχμές αλλά οι μέσοι όροι», ότι δεν είναι τόσο σημαντικό το τι έγραψε ή το πώς έδρασε «το κάθε άτομο χωριστά, αλλά το τι η συλλογική σκέψη της εποχής –η συνισταμένη των ατομικών 
 10 Γ. Βλαχάκης, «Η άλλη άποψη: Η «επιτομή Φυσικής Ακροάσεως» του Σέργιου Μακραί- ου», σ. 250. 
11 Τον όρο εισήγαγε ο Κωνσταντίνος Δημαράς το 1945, και οριοθετεί χρονικά την περίοδο από 1775 μέχρι το 1821, η οποία, κατά τον Δημαρά, χαρακτηρίζεται από την υιοθέτηση του ορθού λόγου στα ζητήματα της κοινωνικής ζωής και από την αφομοίωση των νεότε- ρων επιστημονικών ιδεών. Φορείς του νέου πνεύματος είναι οι «φωτισμένοι» λόγιοι που ταξιδεύουν στη Δύση και μεταφέρουν το νέο ευρωπαϊκό πνεύμα. Μ. Πατηνιώτης, Στοι- χεία Φυσικής Φιλοσοφίας, σσ. 59-61. 
12 Γ. Βλαχάκης, «Η άλλη άποψη: Η «επιτομή Φυσικής Ακροάσεως» του Σέργιου Μακραί- ου», σ. 250. 
 9 σκέψεων και συμβολών- συγκράτησε, το πώς το συλλογικό σώμα αξιολό- γησε τις επί μέρους προσφορές»
13 . Η μελετώμενη όμως περίοδος έχει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Είναι περίοδος στυγνής δουλείας καί, όπως χαρακτηριστικά γράφει ο Βούλγαρης, «ο πεινών έχει ανάγκη πρώτιστα πάντων άρτου και όταν αυτός στερή- ται του αναγκαιοτέρου μόλις ήθελε κυνηγήση τα περιττά, και εκείνα, ων την χρήσιν αζημίως ηδύνατο να αναβάλη» 
14. Γι’ αυτό και η επιμονή των δι- δασκάλων στην προσπάθειά τους να αφυπνίσουν πνευματικά το δούλο Γένος και να μεταδώσουν σε αυτό τις εξελίξεις της Δύσεως γὐρω από τις Θετικές Επιστήμες κρίνεται και τολμηρή και ουσιαστική. Οι διδάσκαλοι του Γένους «ταλαιπωρούνται ποικιλοτρόπως για να μπορέσουν να στα- θούν στα πόδια τους οι διάφορες σχολές αλλά κυρίως για να μεταδώσουν στους νέους τη φλόγα της μαθήσεως»15. Αγωνίζονταν να σπουδάσουν στην ελεύθερη Δύση και στη συνέχεια, επιστρέφοντας στη δούλη πατρίδα, να συγγράψουν, να μεταφράσουν και να προσαρμόσουν συγγράμματα για τη διδασκαλία τους και συγχρόνως να τα εκτυπώσουν, πάλι με αγώ- να, στις μεγάλες πολεις της Δύσεως, με την ευγενική χορηγία Ελλήνων εμπόρων και άλλων πλουσίων. Είναι, λοιπόν, αυτοί, οι οποίοι ουσιαστικά οργάνωσαν παιδευτικά την Ελλάδα, υπερνικώντας δυσκολίες και εμπόδια και επομένως η μελέτη της ζωής και της δράσεὠς τους εκφράζει, εκτός από τους ίδιους ως φορείς και εκφραστές ιδεών, και τη σχέση τους με τον περίγυρο της υπόδουλης πατρίδας. Είναι χαρακτηριστική η αναφορά ενός ερευνητή που υποστηρίζει την εργοκεντρική μέθοδο με το αιτιολογικό ότι «το αιτούμενο δεν είναι οι αιχμές αλλά οι μέσοι όροι»16, στη σημασία των προσωπικοτήτων στη με- λέτη της ιστορίας της επιστήμης. «Η Ιστορία των Επιστημών… μελετά τη διαδοχή μέσα στον χρόνο και στον χώρο των επιστημονικών επιτευγμά- των κι εκεί συναντά τον άνθρωπο-φορέα των επιτευγμάτων αυτών. Και τούτο γιατί η γνώση της επιστημονικής σκέψης μιας εποχής είναι άρρη- κτα συνδεδεμένη με τους ανθρώπους που παράγουν τη γνώση αυτή, με την ιστορία τους. Από την άποψη αυτή και οι εργογραφί- ες/προσωπογραφίες εντάσσονται στην ιστορία της Επιστήμης, με την προϋπόθεση πάντα, ότι το έργο του υπό μελέτη ατόμου εξετάζεται συ- γκριτικά με το έργο των προηγουμένων του, αλλά και των συγχρόνων του μέσα σε δεδομένο και αυστηρά καθορισμένο ιστορικο-κοινωνικό χωρό- 13 Γ. Καράς, Οι θετικές επιστήμες στον ελληνικό χώρο (15ος-19ος αιώνας), σ. 14. 14 «Ενδέον δε των αναγκαιοτέρων, μόλις αν επιστραφείη των περιττών, και ων την χρήσιν υπερθέσθαι έχειν υπείληφον». Βούλγαρης Ευγένιος, Η Λογική, σ. 40, βλ. Δ. Κωτσάκης, Διδάσκαλοι του Γένους και Αστρονομία (1453-1821), σ. 28. 15 Δ. Κωτσάκης, Διδάσκαλοι του Γένους και Αστρονομία (1453-1821), σ. 30. 16 Κ. Δημαράς, Ελληνικός Ρωμαντισμός, σ. 430 στο Γ. Καράς, Οι θετικές επιστήμες στον ελληνικό χώρο (15ος-19ος αιώνας), σ. 14. 10 χρονο, όπως επίσης και εν σχέσει με τις προοπτικές που δημιουργεί για την περαιτέρω ανάπτυξη της επιστημονικής σκέψης»17 . Στη εργασία αυτή μελετώνται, με τη μέθοδο των βιογραφιών, οι προσωπικότητες εκείνες που προώθησαν τη μελέτη των Θετικών Επιστη- μών στην υπόδουλη Ελλάδα τον 18ο αιώνα, μέσα από το πρίσμα της σχέ- σεώς τους με την Ορθόδοξη Εκκλησία έτσι, ώστε να αναδειχθεί αφ’ ενός μεν η συμβολή τους στην αναγέννηση της μελέτης και διδασκαλίας των Επιστημών τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο και αφ’ ετέρου η στάση τους απέναντι στην Εκκλησία και την Ορθόδοξη Πίστη γενικότερα. Στο πρώτο κεφάλαιο παρουσιάζεται η πορεία των Φυσικών Επιστημών από την άλωση μέχρι την επανάσταση. Στο δεύτερο κεφάλαιο οριοθετείται ο προσδιορισμός «Επιστημονική επανάσταση» και σκιαγραφείται αδρομερώς η σχέση της με την Ορθοδοξία. Στο επόμενο κεφάλαιο παρουσιάζονται οι σημαντικές προσωπικότητες του 18ου αιώνα, οι οποίες συνέβαλαν στη διάδοση των θετικών Επιστημών στον υπόδουλο ελληνι- σμό και η σχέση τους με την Ορθοδοξία. Τέλος καταγράφονται τα συμπε- ράσματα της παρούσας μελέτης.
 17 Γ. Καράς, Η εξέλιξη της νεοελληνικής επιστήμης, σ. 13. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου