της Νότας Χρυσίνα
Ο
Λουκιανός (περίπου 120 -180 μ.Χ.) θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους
συγγραφείς της «Δεύτερης Σοφιστικής», όρος που υιοθετήθηκε εξαιτίας της
σύζευξης της φιλοσοφίας και ρητορικής στο πνευματικό και παιδευτικό ιδεώδες της
αυτοκρατορικής περιόδου.
Ο
Λουκιανός ακολούθησε στην αρχή τον δρόμο του σοφιστικού μεγαλόσχημου ρήτορα με
μεγάλη επιτυχία. Από την περίοδο αυτή σώζονται αρκετά έργα του.
Υπερβαίνοντας
τις ρητορικές καταβολές του, κατάφερε να συνδυάσει λογοτεχνικά είδη που υπήρχαν
και να δημιουργήσει ένα δικό του εκφραστικό μέσο, τον σατιρικό διάλογο.[1]
Ο διάλογός του με το πείραγμα, την
πολεμική, με το γέλιο της περιφρόνησης, με το δηκτικό γέλιο υπηρέτησε την
καθημερινότητα. Έχει στόχο να ψυχαγωγήσει και να σατιρίσει την κοινωνία της
εποχής του, έστω και αν μιλάει για την εποχή αυτή με πρόσωπα και πράγματα του
παρελθόντος.
Προσφέρει
γέλιο με ύφος σοβαρό, μιλάει με αστείο τρόπο για τα σοβαρά εκφράζοντας αυτό για
το οποίο στην αρχαιότητα χρησιμοποιούσαν τον όρο σπουδογέλοιος (μείξη σοβαρού και αστείου). Το σοβαρό (σπουδαίον)
έλκει την καταγωγή του από τον διάλογο, που εκπροσωπεί τον πεζό λόγο, και το
αστείο (γελοίον) από την κωμωδία, που εκπροσωπεί τον έμμετρο λόγο. Αντιπροσωπευτικός
διάλογος του είδους είναι ο Ικαρομένιππος
ή Υπερνέφελος με πρωταγωνιστή τον Μένιππο, που επισκέφτηκε τον Άδη και τον
Όλυμπο.
«Ούτε
ένα στάδιο δεν είχα ανέβει και η σελήνη «Μένιππε», μου λέει με φωνή γυναίκας, «σε
παρακαλώ, μπορείς να με διευκολύνεις σε κάτι
με τον Δία;» «Μια απλή παραγγελία θα μεταφέρεις»
Λουκιανός
Ικαρομένιππος §§ 20-21
Ο
Λουκιανός σατιρίζει τους φιλοσόφους, που με την υποκρισία τους και τον τρόπο
ζωής τους ευτέλισαν τη διδασκαλία των φιλοσοφικών σχολών.
«έχω
απαυδήσει πιά, Μένιππε, ν’ακούω τα πολλά και φοβερά από τους φιλοσόφους…»
….
«πόσα
δεν ξέρω εγώ γι’αυτούς, πράξεις αισχρές και κατάπτυστες που κάνουν τη νύχτα
εκείνοι που την ημέρα εμφανίζονται σοβαροί και ανδροπρεπείς…καμάρι των πολιτών…σκεπάζω
το πρόσωπό μου για να μη δείξω στον κόσμο γέρους ανθρώπους να ντροπιάζουν την
αρετή και το μακρύ τους γένι.»
….
«να
εξοντώσει τους φυσικούς, να φιμώσει τους διαλεκτικούς, να ανασκάψει τη Στοά, να
πυρπολήσει την Ακαδημία και να σταματήσει τις συζητήσεις στους Περιπάτους»
Λουκιανός Ικαρομένιππος §§ 20-21 μτφρ. Α.Σιδέρη
Στους
Μενίππειους διαλόγους ανήκουν και οι Νεκρικοί Διάλογοι. Ο Λουκιανός παρουσιάζει
διαλογικά στιγμιότυπα στα οποία συμμετέχουν γνωστές προσωπικότητες που έχουν
πεθάνει και βρίσκονται στον Άδη. Η ιδέα που κυριαρχεί είναι ότι η ευτυχία σε
αυτόν τον κόσμο είναι πρόσκαιρη, ενώ στον Κάτω κόσμο οι νεκροί είναι όλοι ίσοι.
[2]
Στους
Νεκρικούς Διαλόγους 2 ο διάλογος διεξάγεται μεταξύ του Χάρωνα και του κυνικού
φιλοσόφου Μένιππου. Η κυνική λαϊκή φιλοσοφία επιδρούσε στον Λουκιανό περισσότερο από
οποιαδήποτε άλλη φιλοσοφία της εποχής του.[3]
«Χάρων:
Πλήρωσε, σου λέω, που σε πέρασα από τη λίμνη!
Μένιππος: Δεν μπορείς να πάρεις από όποιον δεν
έχει.
…
Χάρων:
Δεν ήξερες ότι έπρεπε να φέρεις τα ναύλα σου μαζί σου;
Μένιππος: Το ήξερα, αλλά
δεν είχα. Κι’ύστερα; Έπρεπε γι’αυτό να μην πεθάνω;».
Λουκιανός
Νεκρικοί Διάλογοι 2
Στους
σατιρικούς του διαλόγους χρησιμοποίησε στοιχεία των σωκρατικών πλατωνικών
διαλόγων και της κωμωδίας. Ο Λουκιανός ρίχνει τα πιο ακονισμένα
βέλη του εναντίον της θρησκείας, της παράδοσης και του μύθου, στον οποίο
αντιθέτει την ευτυχία αυτών που είναι ολιγαρκείς, προς την ξιπασιά και την
ιδιοτροπία των πλουσίων.[4]
«Χάρων: Βρε Ερμή, από πού μας τον έφερες αυτόν τον
σκύλο; Ο μόνος που τραγουδούσε όταν εκείνοι έκλαιγαν!
Ερμής: Μα δεν ξέρεις, Χάρων, ποιόν κουβάλησες με τη
βάρκα σου; Έναν άνθρωπο αληθινά ελεύθερο. Είναι ο Μένιππος!
…
Χάρων:
Εσύ μόνο λοιπόν θα καυχιέσαι πως πέρασες τζάμπα;
Μένιππος:
Καθόλου τζάμπα…ήμουν ο μόνος που δεν έκλαιγα!
Χάρων:
Πρέπει να δώσεις οβολό, είναι νόμος.
Μένιππος:
Τότε ξαναγύρισέ με στη ζωή.»
Λουκιανός
Νεκρικοί Διάλογοι 2
Η ειρωνική απλοϊκότητα του Λουκιανού παίζει με
θέματα που πρόσφερε με αφθονία η κλασσική ποίηση. Ο
μύθος για το Λουκιανό σημαίνει λίγη πραγματικότητα, ωστόσο μένει στην λεωφόρο
των πασίγνωστων πραγμάτων και δεν αναζητά απομακρυσμένους τοπικούς θρύλους για
να πραγματώσει το λόγιο παιγνίδι του με αυτούς.
Η
φιλοσοφία και ιδιαίτερα ο σκεπτικισμός του Λουκιανού μέσα από τις ιδέες των
Στωικών, Κυνικών και Επικούρειων γίνεται φανερός σε αρκετά έργα του.
«Στον
γλωσσικό τομέα η επιμέλεια και το γούστο έδωσαν σ’ αυτόν τον μη Έλληνα μιαν
καταπληκτική κατοχή της αττικής γλώσσας, η οποία με την ομαλή χάρη του ύφους
του παίρνει κοντά του κάποια ζωή».[5]
Ο
Λουκιανός σατίρισε τον υπεραττικισμό, καθώς ο ίδιος εκφράστηκε με μετρημένο
αττικό λόγο. Η επίδραση του ύφους του Λουκιανού στηρίχθηκε στο μέτρο[S1] .
[1] Ε.
Ηλιάδου, «Λουκιανός» στο Βερτουδάκης Β. – Ηλιάδου Ε., κ.ά., Γράμματα Ι: Αρχαία Ελληνική και Βυζαντινή
Φιλολογία, τόμος Β´, Ελληνιστική και
Αυτοκρατορική Περίοδος, εκδ. Ε.Α.Π., Πάτρα 2001, σελ. 199.
[2] Ανθολογία
Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας, Παράλληλα Κείμενα, Ο.Ε.Δ.Β., Πάτρα 2009,
κείμενο αρ. 231, σελ.403.
[3]
Lesky A., Ιστορία της Αρχαίας Ελληνικής Λογοτεχνίας, μτφρ. Τσοπανάκη Γ. Α.,
εκδ. Αδελφών Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 2008, σελ. 1148.
[4]
Στο ίδιο, σελ. 1149.
[5] Ό.π.,
σ.σ. 1147-1149.
[S1]Το
σχόλιο αυτό μάλλον περισσεύει δεδομένου ότι τα κείμενα εξετάζονται από
μετάφραση και όχι στο πρωτότυπο!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου