Πέμπτη 12 Ιουνίου 2014

ΑΝΤΙΓΟΝΗ ΓΚΟΝΗ 


ΜΙΑ ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΜΕ ΤΟΝ ΚΩΣΤΑ ΓΡΗΓΟΡΕΑ
Η Αντιγόνη Γκόνη είναι αναμφισβήτητα μια από τις σημαντικότερες διεθνείς προσωπικότητες της κλασικής κιθάρας, με λαμπρή καριέρα ως σολίστ, αλλά και ως μουσικοπαιδαγωγός. 
Η συνύπαρξή μας στην επιτροπή του Διαγωνισμού Νέων Κιθαριστών της Κρατικής Ορχήστρας Θεσσαλονίκης έδωσε την ευκαιρία για μια συζήτηση, με σκοπό τη δημοσίευση της στο TaR. Και την αναφέρω ως «συζήτηση», μιας και το «συνέντευξη» δε νομίζω πως θα ήταν κατάλληλο. Όχι τόσο για το γεγονός πως δεν είμαι δημοσιογράφος, όσο για το ότι η φιλική και συναδελφική μας σχέση δύσκολα θα μπορούσε να επιτρέψει την κουβέντα σε ένα τυπικό κλίμα. Όπως και δύσκολα θα μπορούσε να με αποτρέψει από τον πειρασμό να εκφράσω (και να θέσω στην κρίση της) και κάποιες δικές μου απόψεις, κάτι όχι επιτρεπτό σε μια σωστή συνέντευξη.
Αφαιρώντας λοιπόν ένα μέρος της φιλικής κουβέντας -αλλά όχι τον εγκάρδιο χαρακτήρα της- κράτησα όσα κατά την κρίση μου θα μπορούσαν να ενδιαφέρουν τους αναγνώστες του TaR. Και πιστεύω πως αυτά είναι πολλά, μιας και η Αντιγόνη εκτός από εξαιρετική μουσικός είναι και αυτό που θα αποκαλούσα αβίαστα «μια ολοκληρωμένη καλλιτέχνης».

Κ.ΓΡ. Η καλλιτεχνική σου ζωή μοιράζεται ανάμεσα στη μουσική διδασκαλία και στις συναυλίες. Σε μια πόλη που υπάρχει μεγάλη μουσική κίνηση όπως οι Βρυξέλλες, πώς μοιράζεται γενικότερα ο χρόνος σου;
Α.ΓΚ.  Oι προτεραιότητες των ανθρώπων αλλάζουν και όπως ξέρεις, καθορίζονται αφενός από τις εκάστοτε επιλογές, και αφετέρου από τις απαιτήσεις που η ζωή επιβάλλει.
Εκείνο που άλλαξε την ζωή μου  και συνετέλεσε στην μεγάλη ανατροπή, ήταν η εγκυμοσύνη στην κόρη μου Αριάδνη. Τότε ήταν που παραιτήθηκα από το "Juilliard" και ανέλαβα την διεύθυνση της σχολής κιθάρας, στo "Koninkljik Conservatorium van Brussels", επιλέγοντας μια ευρωπαϊκή χώρα για το μεγάλωμα των παιδιών μου. Ανατράπηκαν όλες οι ισορροπίες, όσον αφορά στην καριέρα μου και την καθημερινότητά μου. Έκανα καινούργια κατανομή του χρόνου μου, των εκάστοτε αναγκών που προέκυπταν και των δυνατοτήτων μου. Τώρα μπορώ να πω ότι προτεραιότητά έχει η οικογένειά μου και πάνω από όλα οι δύο μου κόρες που μαζί τους, δέκα χρόνια πριν, υπέγραψα το σημαντικότερο συμβόλαιο ζωής.                                    

Κ.ΓΡ. Μα και ιδεολογικά-καλλιτεχνικά, αυτό δεν είναι το υγειές;
Α.ΓΚΈτσι νομίζω. H κιθάρα είναι για μένα σήμερα βασική ανάγκη, αλλά όχι η μοναδική. Βέβαια τώρα διαπιστώνω, ότι ήταν απαραίτητο να προϋπάρξει η πλήρης αφοσίωσή μου στην μουσική και η σε βάθος εξειδίκευσή μου, ώστε να μπορώ να μεθοδεύω τις επιλογές μου και να έχω την πολυτέλεια ώστε τα «όχι» να είναι πλέον περισσότερα από τα «ναι». Το μοίρασμα της ζωής μου ανάμεσα στην οικογένειά μου, στους μαθητές μου (περίπου 12 έως 14 μαθητές, δεν προλαβαίνω να επιβλέπω περισσότερους) της Ακαδημίας και του festival της Volterra, καθιστούν απαγορευτικό το να διδάσκω σε ιδιαίτερα μαθήματα. Και εδώ θα ήθελα να διευκρινίσω, ότι η διδακτική μου δραστηριότητα στη Volterra μπορεί να διαρκεί δέκα ημέρες, ο χρόνος όμως που χρειάζεται για να υπάρξει το αποτέλεσμα που την χαρακτηρίζει, είναι αρκετά μεγαλύτερος. Κατά την διάρκεια του χειμώνα, γίνεται η όλη προετοιμασία και η διεκπεραίωση αυτού του γεγονότος. Φυσικά, δεν είμαι μόνη μου σε όλο αυτό. Ένα σημαντικό μέρος αυτής της-καθόλα σύνθετης- προσπάθειας, το αναλαμβάνει ο σύζυγός μου, ο Mικέλε. Όλο το πρακτικό μέρος και την προβολή την κάνει εκείνος, απαλλάσσοντας με έτσι από ασχολίες που εκ των πραγμάτων δεν θα προλάβαινα. Εδώ θα ήθελα επίσης να υπογραμμίσω πως, παρά το γεγονός ότι δεν έχει καμία σχέση με την μουσική, το μουσικό αυτί που διαθέτει και η ιδιαίτερη καλλιτεχνική αισθητική του, τον κάνουν να υπάρχει δίπλα μου ως πολύτιμος συνεργάτης.
Όσον αφορά την παρουσία μου σε συναυλίες και σε τουρνέ τα τελευταία πέντε χρόνια, δεν επέτρεψα να μου στερήσουν τον χρόνο ώστε να μην είμαι παρούσα στον βραδινό ύπνο και στο πρωινό ξύπνημα των κοριτσιών μου. Κι επειδή, εκ των πραγμάτων, οι παππούδες και οι γιαγιάδες λόγω απόστασης είναι απόντες, φρόντισα, να κρατήσω μακριά τις babysitter, έτσι ώστε να έχουμε εγώ και ο άνδρας μου τον έλεγχο της διαπαιδαγώγησής   τους στα πρώτα  βήματα της ζωής τους. Τα ρεσιτάλ έχουν αρχίσει από πέρσι να εντάσσονται ξανά στο πρόγραμμά μου με μια όμως εντελώς διαφορετική αντιμετώπιση. Τις ατέλειωτες τουρνέ και τα εξήντα, εβδομήντα ρεσιτάλ το χρόνο ανά τον κόσμο, δεν τα χρειάζομαι πια, δεν με ελκύουν. Προτιμώ να καθορίζω εγώ αυτό που θέλω, με τους ανθρώπους που θέλω, όπως εγώ θέλω.


Κ.ΓΡ.  Να σταθούμε λίγο σ’ αυτό το «στήσιμο» της ζωής σου όπως το περιέγραψες, νομίζω πως θα ενδιέφερε τα νέα παιδιά που φιλοδοξούν να ακολουθήσουν μια αντίστοιχη καριέρα με τη δική σου. Ας συνοψίσω λοιπόν: η άποψή σου είναι πως μια επιτυχημένη καριέρα δεν αρκεί (αλλά και δεν είναι καλλιτεχνικά αποδοτική) εάν δεν συνοδεύεται από μια ισορροπημένη προσωπική ζωή.
Α.ΓΚ. Δίχως άλλο. Αυτές όμως είναι αποφάσεις ζωής για τον καθένα. Οι επιλογές πρέπει να  είναι σύμφωνες με την προσωπικότητά σου και να ακολουθούν τα όνειρά σου και τις επιθυμίες σου.
Κ.ΓΡ. Η Volterra κατά κάποιο τρόπο είναι το ιδανικό σχολείο, το ωδείο όπως θα ήθελες εσύ να είναι;
Α.ΓΚ.  Ακριβώς! Το τρίπτυχο που η Volterra προσφέρει στους μαθητές της, είναι το είδος της πολυεπίπεδης σπουδής που εγώ θα ήθελα να είχα στο ξεκίνημά μου.
Κ.ΓΡ. Ωδεία ή και δάσκαλοι μεμονωμένοι; Μήπως μυθοποιούμε στη σύγχρονη εποχή τα ωδεία και τις ακαδημίες περισσότερο από όσο θα έπρεπε; Έχω στο μυαλό μου παραδείγματα μεγάλων μουσικών σχολών που ναι μεν δίνουν εφόδια, όμως πολλές φορές αποτελούν περιβάλλον που καλλιεργεί αντικαλλιτεχνικούς ανταγωνισμούς και απομακρύνει τον ταλαντούχο σπουδαστή από την πραγματική ιδεολογία της Τέχνης. Θέτοντας ταυτόχρονα και πρότυπα ‘επιτυχίας’ τα οποία επηρεάζουν αρνητικά τη διαμόρφωση της μοναδικότητας στην προσωπικότητα του κάθε καλλιτέχνη. Η ιστορία είναι όμως γεμάτη από παραδείγματα σπουδαίων καλλιτεχνών που έφτασαν στο ανώτατο επίπεδο δίπλα σε μεμονωμένους δασκάλους, με συμπληρωματική μόνο χρήση των μουσικών σχολών. Ποια είναι η δική σου γνώμη;
Α.ΓΚ. Δεν υπάρχει αμφιβολία πως το περιβάλλον είναι εξαιρετικά σημαντικό. Είτε είναι το περιβάλλον ενός  εκπαιδευτικού ιδρύματος, είτε είναι η διδασκαλία ενός μεμονωμένου, (όπως ανέφερες), δασκάλου, πρέπει να είναι ένα περιβάλλον θετικό, όπου οι μαθητές αισθάνονται αποδεκτοί και ασφαλείς, χωρίς να στρέφονται ο ένας εναντίον του άλλου μέσα από έναν αρρωστημένο και εξουθενωτικό ανταγωνισμό. 
Αυτό που μόλις περιέγραψα, δεν είναι κατασκεύασμα της φαντασίας μου. Είναι δυστυχώς η πραγματικότητα στα περισσότερα σχολεία, φεστιβάλ και  σεμινάρια. Εγώ το προσπάθησα και πιστεύω πως απεγκλωβίστηκα από αυτή την νοοτροπία. Βέβαια, δεν σου κρύβω ότι μου πήρε χρόνο. 
Η Volterra, λοιπόν, στήθηκε έτσι ώστε οι μαθητές μας να αισθάνονται πως δίπλα μας ο χρόνος σταματάει, το μυαλό ηρεμεί και η ψυχή αφήνεται «ανοιχτή» να νοιώσει. Οι ευκαιρίες είναι ισότιμες, οι υποχρεώσεις επίσης, η υποστήριξη ουσιαστική και οι φιλίες και συνεργασίες που αναπτύσσονται, αποκτούν μια διαχρονικότητα. 
Στη Volterra η σπουδή του οργάνου, πλαισιώνεται ισότιμα από δυο ακόμη εξαιρετικά σημαντικές σπουδαστικές ενότητες: “Business of Music” και “Physiology”. Οι δυο ενότητες αυτές, είναι σχεδόν ανύπαρκτες στις σπουδές των νεων μουσικών κλασσικής κιθάρας. Οι νεοι δικαιούνται απο πολύ νωρίς να εξοικιωθούν με τις απαιτήσεις του επαγγέλματος και παράλληλα οφείλουν στον εαυτό τους και στο ταλέντο τους, να ευαισθητοποιηθούν και να προβληματιστούν πάνω στη σωστή χρήση του σώματός τους. Ακούω νέα παιδιά που με έπαρση ανακοινώνουν ότι διαβάζουν 8 με 10 ώρες την ημέρα! Το ακούω και ξαφνιάζομαι. Μια τέτοιου είδους μελέτη, όχι μόνο είναι εντελώς ανεπίτρεπτη, αλλά επιστημονικώς αποδεδειγμένα, σωματικά επώδυνη.

Κ.ΓΡ. Θα έλεγες πως, κατά κάποιο τρόπο, θα μπορούσε να θεωρηθεί η μουσική και ως μια αθλητική διαδικασία, οπότε είναι επόμενο πως αφορά ολόκληρο το σώμα κι όχι μόνο τα χέρια;
Α.ΓΚ. Δεν θα ονόμαζα τη μουσική “αθλητική διαδικασία”. Προτιμώ  να τη βλέπω ως μια αρμονική συνέργεια του μουσικού οργάνου με τη ψυχή, το μυαλό και ολόκληρο το σώμα. Είναι ελάχιστοι οι νέοι μουσικοί που όταν ασκούνται πάνω στο μουσικό όργανο, έχουν συναίσθηση του τι συμβαίνει πίσω από τα δάχτυλα, το ηχείο και την ταστιέρα. Δυστυχώς, η εικόνα του γνωστού θεάτρου παντομίμας, (όπου δυο άσπρα γάντια κινούνται μέσα στο απόλυτο σκοτάδι), απεικονίζει το πώς εμείς οι μουσικοί, επικεντρωνόμαστε κυρίως στα δάχτυλά μας, παραβλέποντας το υπόλοιπο σώμα μας.

Κ.ΓΡ. Είδα ότι διδάσκεται στη Volterra και η “Alexander technique
Α.ΓΚ. Μέσα στην ενότητα της φυσιολογίας της μουσικής φέτος προσφέρουμε την “Alexander technique”. Κάθε χρόνο όμως, η ενότητα της φυσιολογίας διδάσκεται από διαφορετικό ειδικό, ο οποίος ανάλογα με την εξειδίκευσή του, οργανώνει αντιστοίχως και την διδακτική του ενότητα.
Κ.ΓΡ. Ο Alexander ήταν ένας ηθοποιός, που ανέπτυξε αυτή τη μέθοδο διόρθωσης της λάθος στάσης και της έντασης που αναπτύσσεται στο σώμα λόγω αυτής. Όμως την ανέπτυξε ως εργαλείο για να ξεπεράσει τα προβλήματα που είχε ο ίδιος με την αναπνοή και τη φωνή του. Πως αυτό μεταφέρεται στην εκτέλεση ενός μουσικού οργάνου;
Α.ΓΚ. Στην ουσία, το να χάνεις τη φωνή σου, έχει να κάνει πολλές φορές με το στρες που συσσωρεύεται στους μύες των ώμων και του λαιμού.  Όλα τα νεύρα που περνάνε από εκεί είναι υπεύθυνα για την κίνηση των δακτύλων μας. Η κατανόηση της λειτουργίας του σώματός μας, όπως άλλωστε προαναφέραμε, είναι η μόνη εγγύηση για μια υγιή και μακρόχρονη μουσική καριέρα.
Κ.ΓΡ.  Πολύ σωστό. Διότι η μουσική πρέπει να είναι μια καριέρα ζωής. Πάντως το να καταξιώνονται (αλλά και να ελέγχονται!) κάποιες τεχνικές μέσα από κάποια  σοβαράsummer school όπως είναι η Volterra είναι σημαντικό. Δίνει και έναν μπούσουλα στα παιδιά για την κατεύθυνση που πρέπει να ψάξουν όσον αφορά σε αυτά τα θέματα, μην ξεχνάμε πως υπάρχει και πολύ απάτη με αρκετούς θαυματοποιούς-δάσκαλους.
Α.ΓΚ.  Η Volterra φιλοδοξεί να ανοίξει πόρτες, να κεντρίσει το ενδιαφέρον, να ευαισθητοποιήσει, ευελπιστώντας πως οι μαθητές θα προβληματιστούν, θα ενεργοποιηθούν  και θα είναι ανοιχτοί σε κάθε πληροφόρηση. «Θαυματοποιοί»-δάσκαλοι και μαγικές λύσεις, δεν υπάρχουν! Όπως δεν υπάρχει «μια δακτυλοθεσία», η μια τεχνική λύση για το πώς πχ θα παίξεις τις κλίμακες. Γνωρίζοντας τη φυσιολογία των δικών σου χεριών και κατανοώντας από τη μελέτη της παρτιτούρας τι σου ζητάει ο συνθέτης, μπορείς και βρίσκεις λύσεις.

Κ.ΓΡ. Ένα σημαντικό θέμα διδασκαλίας είναι λοιπόν και η αναλυτική μελέτη της παρτιτούρας. Μια παρτιτούρα αναλύεται «φιλολογικά» περισσότερο με τη βοήθεια ενός εξειδικευμένου δασκάλου ανώτερων θεωρητικών. Μπορεί όμως η (συνήθως) πιο «πρακτική» ανάλυση που κάνει ένας δάσκαλος του οργάνου, η οποία βασίζεται περισσότερο στο μουσικό ένστικτο, να είναι επαρκής;
Α.ΓΚ. Είναι βασικό κατά τη γνώμη μου να μην στηρίζεσαι εντελώς στο ένστικτο. Μια βασική αρμονική και μορφολογική ανάλυση είναι απαραίτητη. Παραδείγματος χάρη, κάτι που εμένα βοηθάει πολύ είναι η ανάλυση των φωνών και των διαστημάτων και η αποκωδικοποίηση τους με έναν δικό μου τρόπο, ώστε να υπάρξει στη συνέχεια συναισθηματική φόρτιση. Για παράδειγμα, το διάστημα της τετάρτης για μένα είναι «αγκαλιά» και εκείνο της πέμπτης είναι «κάλεσμα». Ό,τι πληροφορία χρειάζεται ένας μουσικός για την ερμηνεία ενός έργου, βρίσκεται μέσα στην παρτιτούρα. Με την σωστή της ανάγνωση ανακαλύπτεις τη μουσική.
Κ.ΓΡ. Είναι λογικό το θέμα του ξεκινήματος μιας καριέρας να είναι πρωταρχικής σπουδαιότητας για τα νέα παιδιά. Ψάχνουν τον τρόπο να αναδειχθούν σε μια εποχή που υπάρχει κορεσμός του κοινού της μουσικής από άχρηστες πληροφορίες και εντυπώσεις. Από την άλλη, διαχέεται ο απαράδεκτος μύθος πως «μεγάλα ταλέντα δεν υπάρχουν πια». Ακούω επί παραδείγματι: «Δεν υπάρχει πια Χατζιδάκις». Δεν υπάρχει πια Χατζιδάκις; Εγώ έχω γνωρίσει πάμπολλα αντίστοιχα ταλέντα! Υπάρχει όμως το περιβάλλον, παρέχονται οι ευκαιρίες και τα κίνητρα που θα δώσουν σε αυτά τα νέα ταλέντα τη δυνατότητα να ανθίσουν όπως άνθισε ο Χατζιδάκις στο ξεκίνημά του, αλλά και στην πορεία του; Εδώ όλα οδηγούν σε μια διαδικασία εφήμερης διασημότητας που καλά-καλά δεν προλαβαίνεις να βρεις τον εαυτό σου, για ποια καριέρα να μιλήσουμε; Άρα είναι σημαντικό να διδαχτεί ο επίδοξος καλλιτέχνης το πώς να διαχειριστεί την ικανότητα, τη δημιουργικότητα, αλλά και την επαγγελματική του τοποθέτηση στο χώρο. Και από ότι κατάλαβα η Volterra στήνεται και με τη φιλοδοξία να προσφέρει σε αυτή την κατεύθυνση.
Α.ΓΚ. Ακριβώς. Όσο και αν η ενότητα “Business of music” θεωρείται απο πολλούς πως δεν ανήκει στις καλλιτεχνικές μας αρμοδιότητες, η πραγματικότητα ειναι εντελώς διαφορετική. Καλώς η κακώς, δεν υπάρχει πια ο διάσημος ατζέντης, ο οποίος σε αναλάμβανε πλήρως και σου “έκτιζε” μια διεθνή καριέρα. Ο καλλιτέχνης σήμερα δεν περνάει κατευθείαν από το δωμάτιο μελέτης στη σκηνή σκεφτόμενος μόνο τη μουσική του. Σήμερα αν δεν ξέρεις: πώς να μιλήσεις στο τηλέφωνο, πώς να γράψεις ένα βιογραφικό, πώς να διαβάσεις ένα συμβόλαιο, πώς να στήσεις μια μη κερδοσκοπική εταιρεία, πώς να προβάλλεις τον εαυτό σου χωρίς να γίνεσαι φορτικός, δεν έχεις ελπίδα να κάνεις καριέρα.
Υπάρχει επίσης ένας εξαιρετικά σημαντικός παράγοντας, η ανθρώπινη επαφή. Αισθάνομαι ευγνώμων που είχα την τύχη και τις ευκαιρίες να βρεθώ δίπλα σε διεθνώς καταξιωμένους καλλιτέχνες του χώρου μας, οι οποίοι, όχι μόνο με στήριξαν πιστεύοντας στις ικανότητές μου, αλλά δεν δίστασαν επίσης, να μοιραστούν μαζί μου τη σοφία τους και τις υπαρξιακές αναζητήσεις τους. Αυτή λοιπόν η σημαντική “καλλιτεχνική κοινωνικοποίηση,” είναι μια ακόμη πλευρά της Volterra. Τις οκτώ ημέρες του σεμιναρίου, τις περνάμε όλοι μαζί σε ένα αισθητικά υπέροχο, (αρκετά ρουστίκ) χώρο,  περιστοιχισμένοι από μια πανέμορφη φύση, που μοιάζει να έχει βγει από πίνακα της Ιταλικής Αναγέννησης. Καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας και των διαφορετικών δραστηριοτήτων, καθηγητές και μαθητές συνυπάρχουν και ανταλλάσσουν απόψεις, γνώσεις, εμπειρίες, βιώματα. Αυτή η ανταλλαγή και η μάθηση εκ των πραγμάτων γίνεται μια αμφίδρομη διαδικασία.


Με την Έλενα Παπανδρέου στην Volterra

Κ.ΓΡ. Ένα άλλο θέμα, πολύ ουσιαστικό, είναι αυτό της αυτοπεποίθησης. Η καλλιτεχνική ιδιοσυγκρασία είναι από τη φύση της ευάλωτη. Καλείσαι λοιπόν εσύ που είσαι ο υπερευαίσθητος με την πολύπλοκη ψυχολογία να ανέβεις στη σκηνή και να έχεις το ‘θράσος’ το υπέρμετρο. Βλέπουμε λοιπόν ανθρώπους που, ενώ δεν είναι σημαντικοί καλλιτέχνες, στη σκηνή να υπερισχύουν στις εντυπώσεις, απλά επειδή είναι θαρραλέοι εξ ιδιοσυγκρασίας. Άρα, το επί σκηνής θάρρος (δεν θα ήθελα να το πω θράσος) είναι ένα απαραίτητο εργαλείο που πρέπει να έχει ο σωστός καλλιτέχνης, ώστε να μπορεί να επικοινωνήσει την Τέχνη του. Δεν νομίζεις ότι είναι στις υποχρεώσεις του δασκάλου να χτίσει και την αυτοπεποίθηση ενός μαθητή;
Α.ΓΚ. Η ψυχολογία του καλλιτέχνη είναι ιδιαίτερα πολύπλοκη και η αυτοπεποίθηση του καθενός μια εντελώς προσωπική υπόθεση. Αναπτύσσεται, αλλάζει και εξελίσσεται χέρι-χέρι με τον ίδιο τον καλλιτέχνη. Τροφοδοτείται  και εδραιώνεται με τις επιτυχίες, δέχεται κραδασμούς και αμφισβητήσεις. Όσο πιο ψηλά φθάνεις, όσο πιο πολλά μαθαίνεις, τόσο πιο πολύ μεγαλώνουν οι απαιτήσεις σου. Είναι μια πορεία που τελειώνει την ημέρα που αφήνεις την τελευταία σου ανάσα. Οι δάσκαλοι είμαστε σημείο αναφοράς για το μαθητή κατά τη διάρκεια της φοίτησης, η ευθύνη μας είναι τεράστια. Οι πράξεις μας και οι αντιδράσεις μας, καθορίζουν εξελίξεις και αυτός είναι ένας σοβαρός λόγος, για να υπάρχει μια συνειδητοποιημένη και ισορροπημένη συμπεριφορά από την πλευρά μας. Όσο φυσικά αυτό είναι εφικτό, γιατί, σαφώς, κανένας μας δεν είναι τέλειος.
Κ.ΓΡ.  Βλέπω δασκάλους οι οποίοι «πέφτουν πάνω από το μαθητή», αλλάζουν τα δάκτυλα σε κάθε μουσική φράση, υποβάλλουν ερμηνείες κλπ κλπ. Ουσιαστικά προσπαθούν να φτιάξουν μια κόπια του εαυτού τους. Προσωπικά έχω τη γνώμη πως ο δάσκαλος πρέπει να έχει μια «υψηλή-διακριτική επιστασία». Όχι βέβαια αδιαφορία, αλλά νομίζω πρέπει να δίνεις στον άλλο την εντύπωση ότι είσαι ο ακροατής που κάθεσαι και ακούς εκείνο που αυτός δημιουργεί. Εννοείται ότι μετά θα παρέμβεις και θα διορθώσεις, αλλά αυτό το «από δίπλα», σαν να είσαι ο προπονητής στο μποξ, δεν το θεωρώ σωστό. Συμφωνείς;
Α.ΓΚ. Ο δάσκαλος διαθέτει μια γνώση, η οποία καθοδηγεί τον μαθητή, τον εμπνέει, του δίνει τα απαραίτητα εφόδια, τον διορθώνει, τον στηρίζει και τον προτρέπει. Ο δάσκαλος δεν ελέγχει ασφυκτικά και δεν επιβάλλει τις απόψεις του γιατί, πάνω απ’  όλα, απαιτείται να σέβεται την προσωπικότητα του εκάστοτε μαθητή του. Ο ρόλος μας, είναι να περάσουμε τις γνώσεις μας, γνωρίζοντας πως και αυτές είναι περιορισμένες και να αφήσουμε τους μαθητές μας να ανοίξουν τα φτερά τους αποδεχόμενοι πως μπορεί να πετάξουν πιο ψηλά από εμάς!
Κ.ΓΡ. Ένα άλλο επίσης σημαντικό ζήτημα περί διδασκαλίας είναι αυτό που αποκαλούμε «τεχνική».
Α.ΓΚ. Φυσικά. Χωρίς τεχνική, είσαι αλυσοδεμένος. Δεν έχεις τα μέσα να εκφραστείς ελεύθερα μέσα από την τέχνη σου. Όμως, μια και κουβεντιάζουμε, θα ήθελα να ξεκαθαρίσω: τι είναι η τεχνική; Για πολλούς τεχνική είναι η ικανότητα να παίζεις γρήγορα. Όμως για μένα τεχνική είναι τα πάντα. Είναι ό,τι χρειάζεσαι, έτσι ώστε χωρίς συμβιβασμούς να  δώσεις ζωή και φωνή στα «ασπρόμαυρα σημαδάκια» της παρτιτούρας. Η τεχνική δεν είναι ανεγκέφαλη επίδειξη υπερθεάματος. Κάθε άλλο.
Κ.ΓΡ. Ένα επίσης πολύ σημαντικό θέμα που απασχολεί τους μουσικούς είναι το θέμα του «σκηνικού φόβου», του τρακ. Τι λες γι΄αυτό στους μαθητές σου ώστε να τους βοηθήσεις;
Α.ΓΚ. Τους λέω ό,τι λέω στον εαυτό μου. Τους προκαλώ να πειραματιστούν, να αφεθούν στο να λαθέψουν, να κατανοήσουν τα όρια τους και να τα υπερβούν. Τους προτρέπω να γνωρίζουν τη μουσική τους όπως γνωρίζουν την παλάμη του χεριού τους και κάνω ό,τι μπορώ να τους οργανώνω ευκαιρίες εμφανίσεων μπροστά σε κοινό. Τους μιλάω για τις δικιές μου εμπειρίες και αυτές συναδέλφων βοηθώντας τους να απομυθοποιήσουν τους “μύθους”. Δεν γνωρίζω έναν καλλιτέχνη, ο οποίος εκτίθεται χωρίς άγχος. Σημασία δεν έχει να μην έχεις άγχος, σημασία έχει πώς μπορείς το άγχος να το μετατρέψεις σε δημιουργία. Όλα αυτά και άλλα πολλά, ανήκουν στο κεφάλαιο «ψυχανάλυση κατά τη διάρκεια του μαθήματος» (γέλια).
Κ.ΓΡ.  ‘Όπως είδα, στη Volterra διδάσκονται σε νέους μουσικούς τρόποι αξιοποίησης του διαδικτύου, σε σχέση με την καριέρα τους. Το διαδίκτυο είναι νομίζω «πεδίο δόξης λαμπρόν» για εμάς που κάνουμε ένα είδος τέχνης εστιασμένο, μιας τέχνης που δεν έχει την υποχρέωση να αφορά όλον τον κόσμο. Πώς βλέπεις όλο αυτό το πράγμα με την διαδικτυακή κοινωνική δικτύωση, το αντιμετωπίζεις με φόβο ή με αισιοδοξία;
Α.ΓΚ.  Το διαδίκτυο είναι ένα καταπληκτικό εργαλείο με τεράστιες δυνατότητες. Θέλει όμως πάρα πολύ προσοχή! Όπως κάθε εργαλείο χρειάζεται και αυτό να χρησιμοποιηθεί με έλεγχο και γνώση, έτσι ώστε να περιορισθούν οι ανεπιθύμητες… παρενέργειες. Η  σχέση εξάρτησης των νέων παιδιών (και όχι μόνο) από το διαδίκτυο, είναι ένα φαινόμενο της εποχής μας, το οποίο κάθε άλλο παρά θετικό είναι. Η ναρκισσιστική υπερχρησιμοποίηση του Facebook μπερδεύει προσωπική και επαγγελματική ζωή και μετράει επιτυχίες με το μέγεθος μιας εικονικής (virtual) πραγματικότητας. Η άμεση πρόσβαση, όμως, σε μια παγκόσμια τράπεζα πληροφοριών, είναι κάτι το πραγματικά θαυμάσιο και εξαιρετικά βοηθητικό.
Κ.ΓΡ.  Σε ό,τι αφορά το ρεπερτόριο, στην κλασική κιθάρα δεν νομίζεις ότι είναι προβληματικό το γεγονός πως (σε αντίθεση με ό,τι συμβαίνει πχ στο βιολί ή στο πιάνο) προτού προλάβουμε να φτιάξουμε ένα καταξιωμένο ρεπερτόριο, έχουμε την τάση να το παρατάμε για να πάμε σε ένα άλλο και μάλιστα με πολύ έμφαση στα εφέ του οργάνου, ειδικά τα τελευταία χρόνια;
Α.ΓΚ. Η κιθάρα έχει ένα θαυμάσιο και πολύ πλούσιο ρεπερτόριο που, λόγω της ιδιωματικής φύσης της ως οργάνου, αγκαλιάζει έξι αιώνες μουσικής! Για τους ίδιους ακριβώς λόγους, έχει και πολλές τάσεις. Το κύριο χαρακτηριστικό τους όμως, είναι ότι έρχονται και παρέρχονται. Η ποιότητα όμως πιστεύω πως είναι διαχρονική και αντιστέκεται στο χρόνο.
Κ.ΓΡ. Και μιλώντας για έργα που βασίζονται στα εφέ. Οι «μαγικές νότες» της κιθάρας, οι συνηχήσεις, τα ευρηματικά αρπίσματα κτλ έχουν πλέον υπερχρησιμοποιηθεί. Δεν νομίζεις πως τα νεότερα έργα αυτού του είδους έχουν αρχίσει πια να ακούγονται ίδια;
Α.ΓΚ. Αισθάνομαι πως η κατάρα των καιρών μας, είναι η ποσότητα και όχι η ποιότητα. Η καινοτομία για την καινοτομία, η συνεχής αλλαγή που σε αφήνει ακίνητο και ο κατακλυσμός εντυπώσεων που σε αφήνει μουδιασμένο και προβληματισμένο. Δεν είμαι αντίθετη ως προς  τα “εφέ,” ούτε με τις “μαγικές νότες” της κιθάρας όταν σωστά ενσωματωμένες προσδίδουν μαγεία στο όργανο. Είμαι, όμως, κάθετα αρνητική ως προς τη μονομέρεια και την επανάληψη, καθώς και στο ρεπερτόριο που δημιουργείται για να κερδίζει εντυπώσεις.
Κ.ΓΡ. Είμαστε όμως στην εποχή της πρώτης ακρόασης-εντύπωσης και αυτό είναι ένα πρόβλημα…
Α.ΓΚ. Είναι πρόβλημα εάν δεχτούμε πως είμαστε υποχρεωμένοι να παρουσιάζουμε κυρίως το ρεπερτόριο της κιθάρας που εύκολα κερδίζει  τις πρώτες εντυπώσεις. Κανένας, ούτε καν οι τάσεις των καιρών, δεν μπορούν να καθορίσουν τις καλλιτεχνικές μας επιλογές. Πιστεύω άλλωστε, πως το κοινό μπορεί να ακούσει και να εκτιμήσει ακόμα και το πιο “δύσκολο” ρεπερτόριο, φτάνει αυτό να είναι σωστά παρουσιασμένο και ερμηνευμένο.
Κ.ΓΡ. Ο σωστός ακροατής έχει το ένστικτό να καταλάβει από ποιο σημείο και μετά “ψεύδεσαι”; Η τίμια και αυθεντική καλλιτεχνική διαδικασία είναι τελικά αυτή που γοητεύει τον ακροατή;
Α.ΓΚ. Σαφώς! Η ικανότητα να συγκινείς και να συγκινείσαι οδηγώντας τον ακροατή σου σε ψυχική ανάταση, είναι ένα θείο δώρο  που δεν αφήνει κανέναν αδιάφορο.
Κ.ΓΡ. Στη Volterra υπάρχει διαγωνισμός; 
Α.ΓΚ.  Όχι, στη Volterra δεν υπάρχει διαγωνισμός. Δεν συνάδει  με τη φύση του σεμιναρίου.
Κ.ΓΡ. Και μιας και η συζήτηση γίνεται με την ευκαιρία της κοινής συμμετοχής μας στην κριτική επιτροπή του Διαγωνισμού της Κρατικής Ορχήστρας Θεσσαλονίκης: Τι γνώμη έχεις για τους διαγωνισμούς;
Α.ΓΚ. Για ένα νέο ταλαντούχο μουσικό, οι διαγωνισμοί προσφέρουν ίσως ένα «χέρι βοηθείας» στα πρώτα βήματα της καριέρας του: είτε με τη μορφή απλά μιας ηθικής αναγνώρισης, είτε με τη μορφή κάποιας χρηματικής υποστήριξης. Είτε πάλι ενδεχομένως παρέχει την ευκαιρία για κάποια ρεσιτάλ και ορισμένες φορές ανοίγει το δρόμο για μια δισκογραφική δουλειά.  Στην αρχή της καριέρας μου, αντιμετώπισα τους διαγωνισμούς ως «αναγκαίο κακό», γιατί απλά πίστευα και εξακολουθώ να πιστεύω ότι η τέχνη και η μουσική  δεν είναι πρωταθλητισμός! 
Σήμερα δεν θα έλεγα καν ότι οι διαγωνισμοί  είναι «αναγκαίοι», ούτε υποχρεωτικοί. Τους μαθητές μου δεν τους προτρέπω να συμμετέχουν σε διαγωνισμούς. Αυτό για το οποίο τους ενθαρρύνω, είναι να δουλέψουν σε βάθος το ρεπερτόριο που τους εκφράζει. Τώρα, εάν θέλουν να το παρουσιάσουν και σε διαγωνισμούς, τότε θα είμαι δίπλα τους να τους στηρίξω.  
Πιστεύω ακράδαντα, πως οι καριέρες δεν «χτίζονται» μόνο πάνω στα βραβεία. Σε τελική ανάλυση, είναι πιο εύκολο να «κερδίσεις» μια ειδική επιτροπή ενός διαγωνισμού, από το να γοητεύσεις και να παρασύρεις με την μουσική σου ένα κοινό - μυημένο ή όχι.

Κώστας Γρηγορέας
Ιούνιος 2014

Απομαγνητοφώνηση και επιμέλεια: Τίνα Βαρουχάκη

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου