Παρασκευή 11 Δεκεμβρίου 2015

Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΑΙΤΙΑ ΔΙΑΛΥΣΗΣ ΤΩΝ ΓΕΝΙΤΣΑΡΩΝ



Η κατάσταση της Οθωμανικής αυτοκρατορίας λίγο πριν την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης περιγράφεται με σαφήνεια από τον  Διονύσιο Κόκκινο ο οποίος  αναφέρει:

«Ο σουλτάνος Μαχμούτ Β' επερνούσε κατά τα τελευταία εκείνα χρόνια πολύ ανησύχους ημέρας. Είχεν αναβή εις τον θρόνον με το όνειρον μεγάλων εσωτερικών μεταρρυθμίσεων εις όλους τους κλάδους και απαλλαγής του κράτους από τους παρασιτικούς οργανισμούς του, όπως οι γενίτσαροι, απασχολημένος εξωτερικώς προς όλα τα τουρκικά όρια, όσον κανείς από τους προκατόχους του, και με εσωτερικάς ανοικτάς πληγάς από διαφόρους επαναστάσεις και ανταρσίας. Ο Αλή πασσάς είχε περιχαρακωθεί εις τα Ιωάννινα, διαθέτων όλους σχεδόν τους Αλβανούς και αρκετούς οπλαρχηγούς Έλληνας, και απειλούσεν, αν δεν κατεβάλλετο, να επεκτείνει το αυτόνομον πασσαλίκι του εις ολόκληρον την Ρούμελην. Ο πασσάς της Πτολεμαΐδος είχεν επαναστατήσει. Οι Δρούσοι ενοχλούσαν τας γειτονικάς των επαρχίας δια ληστρικών ενεργειών και εζητούσαν αυτονομίαν. Φίλαρχοι Άραβες απειλούσαν αυτήν την Μέκκαν και την Μεδίναν. Ο σάχης της Περσίας εισέβαλλε διαρκώς εις τας ανατολικάς επαρχίας. Ισχυρά ρωσσικά στρατεύματα συνεκεντρούντο επί των οχθών του Προύθου και επροκαλούσαν δικαίας ανησυχίας εις την Κωνσταντινούπολιν, παρ' όλας τας διαβεβαιώσεις του Ρώσσου πρεσβευτού Στρογγανώφ δια τας είρηνικάς διαθέσεις του Αλεξάνδρου του Α'. Οι Σέρβοι εννοούσαν να επιτύχουν επίσημον αναγνώρισιν του εκλεγέντος από την σερβικήν εθνοσυνέλευσιν ηγεμόνος των Μίλος Οβρένοβιτς και τον καθορισμόν του ετησίου φόρου προς την Τουρκίαν, χωρίς το δικαίωμα της Πύλης να μεταβάλη εις το εξής τους όρους της οικονομικής εξαρτήσεως. Και συγχρόνως εκυκλοφορούσαν φήμαι περί υπάρξεως μυστικής πολιτικής εταιρείας δρώσης εντός αυτού του κράτους με σκοπόν την επανάστασιν των Ελλήνων».
Ο Οθωμανικός στρατός πριν το 1826.

Μετά τις επιτυχίες του τακτικού στρατού του Ιμπραήμ στην Πελοπόννησο, ο σουλτάνος Μαχμούτ Β (1808 – 1839) αποφάσισε να δημιουργήσει και τακτικό τούρκικο στρατό.

 Κάλεσε Γάλλους αξιωματικούς να οργανώσουν τακτικό στρατό κατά τα Ευρωπαϊκά πρότυπα, δημιούργησε κέντρα εκπαίδευσης στους «ορτάδες»  των γενιτσάρων και τους ζήτησε να επανεκπαιδευτούν και να γίνουν τακτικός στρατός, η εκπαίδευση προχωρούσε μέχρι τις 14/6/1826 που ο σουλτάνος αποφάσισε να επισκεφτεί και να επιθεωρήσει τους γενιτσάρους, να δει και την πρόοδό τους.

Οι γενίτσαροι «μπαιντιλσμένοι» από ορθοστασία τους ελιγμούς τις ασκήσεις βηματισμού και γενικά την εκπαίδευση επαναστάτησαν, σκόρπισαν στους δρόμους της Κωνσταντινούπολης και άρχισαν να λεηλατούν και να βιαιοπραγούν κατά των κατοίκων, στο τέλος συγκεντρώθηκαν στο Ατ Μειντάν ( τον βυζαντινό ιππόδρομο) και ζητούσαν από τον Μαχμούτ Β να κόψει το κεφάλι του μεγάλου βεζίρη και του μουφτή που ενέκριναν αυτούς τους ασεβείς νεοτερισμούς.


 Ο Σουλτάνος Μαχμούτ Β Χαλίφης του Ισλάμ ήταν γιος του Σουλτάνου Αμπντούλ Χαμίτ Α΄ και της Νακσιντίλ Σουλτάν η οποία ήταν εξαδέλφη της Ιωσηφίνας (Οθ. τουρκ:   محمود ثان, II. Mahmut),  ήταν τριακοστός Σουλτάνος της Οθωμανικής ΑυτοκρατορίαςΕίναι ο σουλτάνος που αντιμετώπισε την Ελληνική Επανάσταση.

Οι γενίτσαροι ήθελαν να πολεμούν με τον παραδοσιακό τρόπο με την ιαχή «γέκδιρ Αλλάχ» (ένας είναι ο Θεός), έχοντας μπροστά τον «σοιταρή» ( γελωτοποιό)    που φορούσε ένα καπέλο σαν χωνί, στολισμένο με καθρεφτάκια και ουρές αλεπούς.

Ο Μαχμούτ Β συγκέντρωσε τον πιστό σ αυτόν στρατό στο τζαμί Σουλτάν Αχμέτ, τοποθέτησε στους δρόμους πυροβόλα και απέκλεισε τους γενιτσάρους.
Ο ίδιος κατ επανάληψη κάλεσε τους γενιτσάρους να επιστρέψουν στους «καζάρμες»(στρατώνες), αλλά οι γενίτσαροι αρνήθηκαν να υπακούσουν, κατηγόρησαν μέχρι και τον Μαχμούτ Β ως «άπιστο σουλτάνο». Ο Μαχμούτ Β  κράδαινε το μεγάλο πράσινο λάβαρο του προφήτη Μωάμεθ και ζήτησε από όλους τους εξεγερμένους να υπακούσουν στις αποφάσεις του. Αυτοί όμως αρνήθηκαν να υπακούσουν.   

Τότε έδωσε εντολή για επίθεση ο σουλτάνος και άρχισε κανονιοβολισμός και επίθεση με αποτέλεσμα η μάχη να μεταβληθεί σε σφαγή. Σκοτώθηκαν 8.000 γενίτσαροι.
 Το «Ασκέρι Μανσούρι Μωχαμεντιγιέ» (= Νικηφόρος στρατός του Μωχάμεντ) (Asakir-i Mansure-i Muhammediye). Δημιουργήθηκε μετά την σφαγή των γενιτσάρων το 1826.

Ο πρέσβης της Αγγλίας στην Κωνσταντινούπολη Στράτφορντ Κάννινγκ (ξάδελφος του Γεωργίου Κάννινγκ) σε αναφορά του γράφει ότι και μόνο το όνομα γενίτσαρος ήταν λόγος να οδηγηθεί κάποιος σε εκτέλεση, όσοι γλύτωσαν από τα κανόνια και την σφαγή «δικάστηκαν» και καταδικάσθηκαν, μετά την «δίκη» η εκτέλεση ήταν άμεση, γέμισε ο Μαρμαράς με πτώματα.
Ταυτόχρονα έφυγαν ταχυδρόμοι σε όλα τα μέρη της Οθωμανικής αυτοκρατορίας με διαταγή  του σουλτάνου να εξοντωθεί κάθε μονάδα γενιτσάρου που θα προέβαλε αντίσταση.

Αυτό ήταν το τέλος των γενιτσάρων σαν απόηχος της Ελληνικής Επανάστασης, οι τούρκοι το γεγονός αυτό το ονομάζουν «Βακάι Χαϊριγιέ» (Vaka-i Hayriye) που σημαίνει κατά λέξη γεγονός ευνοϊκό ή ευτυχές (ευτυχές γεγονός). Οι στρατιωτικές δυνάμεις που πήραν μέρος στην σφαγή των γενιτσάρων ονομάστηκαν «Ασκέρι Μανσούρι Μωχαμεντιγιέ» (= Νικηφόρος στρατός του Μωχάμεντ) (Asakir-i Mansure-i Muhammediye).
 Ο Κεμάλ Ατατούρκ με στολή γενιτσάρου, απ ότι φαίνεται  το «Βακάι Χαϊριγιέ» (Vaka-i Hayriye) δεν εξάλειψε την αίγλη που εξασκούσε στους τούρκους ο γενιτσαρισμός.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ


Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ 1821 Τόμος Ι του Σ. Ι. Καργάκου εκδόσεις ΡΕΑΛ ΜΕΝΤΙΑ ΑΕ

1821 Η ΓΕΝΝΗΣΗ ΕΝΟΣ ΕΘΝΟΥΣ  - ΚΡΆΤΟΥΣ τόμος Ε του SUKRU ILICAK εκδόσεις ΣΚΑΙ βιβλίο

Ἡ Ελληνική Επανάστασις του  Διονύσιου Κόκκινου τόμος Α

και εδώ

Πέμπτη 10 Δεκεμβρίου 2015

"Η Πιανίστα" της Δήμητρας Κουλούρη



                               επιμέλεια στήλης Βιβή Γεωργαντοπούλου


Μεγάλωσα σε μία μικρή επαρχία της Πελοποννήσου, σε αστική οικογένεια. Μουσική παιδεία δεν είχα, ούτε απέκτησα ποτέ. Η μόνη μου επαφή με τη μουσική ήταν ο χορός. Όπως όλα τα κορίτσια των εύπορων οικογενειών, έτσι κι εγώ παρακολουθούσα μαθήματα κλασικού χορού. 


Η σχολή χορού, πέρα από της μπάρες, τους καθρέφτες και το παρκέ, είχε και ένα πιάνο. Χορεύαμε πάντα με ζωντανή μουσική. Ο κλασικός χορός είναι δύσκολο εγχείρημα. Απαιτεί πειθαρχία, σεβασμό, συγκέντρωση και αφοσίωση. Η δασκάλα μας ήταν μια ξερακιανή Αγγλίδα, μιλούσε σπαστά ελληνικά και ήταν αρκετά απαιτητική, χωρίς να είναι ιδιαίτερα αυστηρή. 

Με το πέρασμα των χρόνων η συμμετοχή μας στο μάθημα αυτοματοποιήθηκε: αποδυτήρια, σκόνη στα παπούτσια για να μην γλιστρούν στο παρκέ και αμέσως στην αίθουσα. Κατά τη διάρκεια του μαθήματος μια μόνο φωνή ακουγόταν, αυτή της δασκάλας. Αυτή μιλούσε, εμείς εκτελούσαμε. Απαγορευόταν οποιαδήποτε συνομιλία, ακόμα και ο θόρυβος των ποδιών στο παρκέ. Α, και η μελωδία του πιάνου ακουγόταν. Μέσα στην αίθουσα υπήρχε ένα ακόμα πρόσωπο, η πιανίστα. Ήταν μια κοντή, γεμάτη κοπέλα, με σγουρά μαλλιά. Ποτέ δεν έμαθα το όνομά της, ποτέ δεν άκουσα τη φωνή της. Ήταν πάντα κολλημένη στο πιάνο και έπαιζε όλο το απόγευμα, χωρίς διακοπή. Δεν χρειαζόταν καν να της πει τι θα παίξει, ήξερε το κομμάτι που αντιστοιχούσε σε κάθε άσκηση. Και σε καμία από εμάς δε φαινόταν περίεργο που δεν επικοινωνούσαμε μαζί της. Η πιανίστα ήταν μέρος του χώρου... το παρκέ, οι καθρέφτες, οι μπάρες, το πιάνο, η πιανίστα. Η πιανίστα ήταν απλά το μέσο για να χορέψουμε... έτσι ακριβώς όπως το λέω, «απλά». 

Πέρασαν αρκετά χρόνια και κληθήκαμε να χορέψουμε σε δύο παραστάσεις: τον μαγικό αυλό και το κοριτσάκι με τα σπίρτα. Οι ρόλοι μοιράστηκαν και θα ξεκινούσαμε εντατικές πρόβες. Ο ενθουσιασμός ήταν μεγάλος! Μέχρι που πήγαμε στην πρώτη πρόβα... καμία δεν κατάφερε να χορέψει. Η παράσταση δεν θα είχε ζωντανή μουσική, έλειπε η πιανίστα. 

Για να καταφέρουμε να βγάλουμε τις πρόβες, η κοπέλα αναγκάστηκε να μάθει να παίζει κάποια κομμάτια για τις απαιτήσεις της παράστασης και να ακολουθήσει το πρόγραμμά μας... σιωπηλή όπως πάντα. 

Μεγάλωσα, σταμάτησα τον χορό και την πιανίστα δεν την έχω συναντήσει από τότε. Θα ήθελα τουλάχιστον να μάθω το όνομά της...



Δήμητρα Κουλούρη














Η Δήμητρα Κουλούρη γεννήθηκε στην Αμαλιάδα. Σπούδασε Ιατρική. Ζει στην Αθήνα. Αγαπά τη μουσική, τη ζωγραφική και το θέατρο. Αγαπά τον γιο της και... «τους άλλους» που την διδάσκουν ψυχιατρική.

Βασίλης Λαλιώτης : Μ Α Σ Ε Ν Κ Α



Μάσενκα, πέντε

Nikolai Myaskovsky Cello Concerto Op. 66 in C minor
Η ευτυχία έχει μια θλίψη από παιδιού
που έμεινε ξαφνικά μοναχό μ’ όλα τ’ αστέρια
κι όσο από την ομορφιά μένει αμοίραστο
κυλάει αίμα τοξικό γλυκά στη φλέβα…
Ακούω ακόμα τη φωνή σου: Βάσια, Βάσια
όπως σου φέρνουν μιαν εκπλήρωση επιθυμίας
κι ύστερα: Τί είναι; Τίποτα, τίποτα.
Είναι πολλά τα λόγια που χωράει ένα τίποτα
λίγο πριν φτάσει το τρένο στο σταθμό
που να πονάνε κιόλας σαν ανάμνηση.
Πως σου φυσάω τα μάτια να μην κλάψεις; Έτσι.
*


Μάσενκα, έξη

Ανάμεσα στον ύπνο και σε σένα μια γεύση πικρό
από μικρού παιδιού που ξύπνησε όλο το ερώτημα
του κόσμου και το κρατάει σαν χάδι μια μητέρα…
Πόσο από το σώμα σου άγραφο χαρτί και πόσο
αντίγραφο απόντος πρωτοτύπου θα πενθούν
τα λόγια που θα δοκιμάσω να σου γράψω.
Θέλω καινούριες λέξεις που να αφήνουν κάτι
από σκόνη πεταλούδας για τα δάχτυλα
συριστικά και ένρινα και υγρά και χειλικά
που τους πήρε ο αέρας τα φωνήεντα και πάει.
Το σίγμα πί από παλιά σ’ αγαπώ όλο διάψευση
ψιθυρισμένα κιόλας στο αυτί σου από ποιήματα
που οι λέξεις τους σε περιείχαν πριν υπάρξεις.
Από κοντά είσαι γυναίκα που μυρίζεις ύπνο
κι από μακριά απλώς εκπλήρωσις ποιήματος.

Μάσενκα, εννιά

Σε κοίταξα σαν ομορφιά που φεύγει
και ξανάγιναν ανώνυμα όλα εκείνα
τα μικρά πράγματα που αγγίξαμε
κι άφησε πάνω τους η νοσταλγία μέλλον.
Η σκιά των ημερών της απουσίας σου
έπεφτε από τώρα στο παρόν και όλα
είχαν το σκυθρωπό φως του ήλιου πίσω από
το σύννεφο που πέρασε και άφησε
ένα ρίγος ψύχους σε αγκαλιασμένα χέρια.
Σε κοίταξα μες στον καθρέφτη
πάνω απ’ το πηγάδι. Μη μου είχαν πει
μα σ’ έβγαλα και σε ήπια σαν νερό.

* * * * * * * * * * * * *

*
Μάσενα, ένδεκα
Υπάρχει μια μητέρα που κοιμάται όλων των βροχών
και που ξυπνάει μέσα μας κάθε βροχή. Σε περιέχει.
Φιλιά βρεγμένα ύστερα από τρέξιμο σε στέγαστρα
κάτω από θόρυβο χόρτων λες από νερό κι αέρας
που φυσάει μιαν άγνωστη μορφή προς τη μορφή σου
μια επιθυμία χωρίς όνομα που έψαχνε τ’ όνομά σου.
Μάσενκα, όνομα από βροχή από βλέμματα σε τζάμι
βρεγμένα ρούχα αφημένα από σώμα ένα γυμνό
που έχει στο στόμα γεύση από λευκό βαμβάκι
και που ξοδεύει νύχτα δίψας για πανάρχαιες αγκαλιές
να μεγαλώσει ένα παιδί να ‘ρθει να σ’ αγαπήσει.
*
Μάσενκα, δεκατρία
Οι λύκοι είναι μόνο ζώα που πεινάνε
το χιόνι που τα φέρνει στους ανθρώπους
μα οι άνθρωποι από ομορφιά διωγμένοι
άλλο το χιόνι που τους πάει λύκους της φήμης…
Από δικά μου έξοδα του έρωτα σου ότι είναι
από αέρα χιόνι κι από αέρα νύχτα
είναι το χέρι που τα χείλη σου αγγίζει
μικρό ανάγλυφο σιωπής για όλες τις λέξεις
Μόνος πηγαίνω και γεμάτος τόσο
απ’ όλα εκείνα που γεμίζει η απουσία
θέλω να κλαίω και να μην το δεις που κλαίω
και μη νομίσεις καν για κάποια θλίψη…
Του παραδείσου είναι που έπεσε στον κόσμο
κι εκεί γεννιέσαι με καινούριο κλάμα.
*

Μάσενκα, δεκατέσσερα

Τον έρωτα που σου αναλογεί να σώζεις
μέσα στα ενδεχόμενα των κόσμων που πεθαίνουν
με λίγη μνήμη γύμνιας καμπύλη από κραυγή
που έπνιξε ένα στόμα φιλημένο κι έπειτα
το χέρι που από τη αφή τραβάει στέρεες λέξεις.
Γράφω: είδα το τρένο να περνάει μακριά
και μακριά το βλέπω να περνάει στις λέξεις του
θροΐζει ο κήπος κάπου ακούγονται νερά
ένα ριγμένο σάλι σ’ άφησε γυμνή
με ίχνη από πέλματα βρεγμένα στα πλακάκια
κι όλα συνωμοτούν ώστε το ποίημα
να είναι λέξεις ανάμεσα σε δύο πράξεις έρωτα.

Μάσενκα, δεκαέξη
Μετά τον έρωτα με πιάνει κάτι ανεύρετο
από τα παιδικά σου χρόνια μακρινό
κι όλο από ερώτημα. Μα, υπήρξες παιδί;
Πώς υπήρξες, πώς τολμούσες να υπάρχεις
χωρίς καν το βλέμμα μου να σου λιώνει
τα σπλάχνα; Σε ποιό χάδι μητέρας ποιά αγκαλιά
έκλεινες τα μάτια σου χωρίς μια εικόνα μου
όπως αυτή η δίψα μέσα μου που στερεώθηκε
στο πρόσωπό σου όταν σε πρωτοείδα.
Νιώθω μια θλίψη, πως να σου το πω,
που απουσιάζω από τα παιδικά σου χρόνια
γι αυτό σου κάνω έρωτα με μιαν απόγνωση
παιδιού που αναίτια στέρησαν από παιχνίδι.
Ψάχνω το παιδικό σου βλέμμα σ’ ότι κοίταξες
το λαχάνιασμά σου σ’ ότι έτρεξες τη δίψα σου
εκεί που έπινες νερό κι έχω μονάχα εσένα και
λέξεις της απουσίας μου από τα παιδικά σου χρόνια.
*
Μάσενκα, είκοσι τρία
Είναι ανάγκη να εφεύρω πάλι σημασίες
λέξεις τελεστήριες του όρκου από εκεί
που τα κορμιά μας πιάνονται να γίνουν ένα
Είναι αλλιώς το έλα στο ποίημα ή στο σεντόνι
αλλιώς το μέσα μου κι αλλιώς το πάλι
είναι τόσο κοντά στα έργα οι λέξεις τους
που να βλέπεις τη δράση του ποιήματος σε σώμα
και να μη μένει πια κανένα έλλειμμα
έξω από κάτι μυκηθμούς μας απερίγραπτους
που διάβηκαν πολιτισμούς χωρίς πήγματα λέξης
Κάτι από ζώου προς άγγελο κάτι από βλέφαρα
που κλείνουν σε κυνήγι ένα μέσα περιστέρι
που όλο του κάνω λέξεις για να πιάνεται
Αν δεν μου είναι λέξεων εξευγενισμός το σώμα σου
είναι πιο δύσκολο απ’ αλλού ν’ ανέβω στην ευγένεια
Coda
Η συντομοτέρα οδός μεταξύ ποιήματος και έρωτος
είναι ο εξευγενισμός μας των τελεστηρίων λέξεων.
*
Μάσενκα, είκοσι οκτώ
Πες δίψασα τη γεύση σου από δροσερό νερό
σ’ ένα φιλί σου τελευταίο, όπως το κατεβαίνω τώρα
από τα χείλη σου στο ποίημα, και γύρω ο χρόνος
έκανε κράτει μια στιγμή να ξοδευτούνε όλα
με σχεδόν το κέντρο τους σε μας, ο μηχανοδηγός
οι ταξιδιώτες, ένα τοπίο ολόκληρο σταθμού
άφησε να περάσει πριν το τρένο φύγει
άμμος στις ράγες από αεράκι του έρωτα.
Κι ύστερα μόνος μου να σκέφτομαι, και πως ζωή
είναι ένα πράγμα κλεισμένο ανάμεσα σε δυο φιλιά
και πως αυτό σου το φιλί το εσπευσμένο είναι
της αλυσίδας των φιλιών που δόθηκαν στον κόσμο
ν’ ανοίξουν το παρόν προς σε μελλοντικά φιλιά.
Κάπου στον κόσμο κάποιος δίνει ένα φιλί, κάποιος
έρχεται όπου αγαπά ή φεύγει σταματώντας
τη μηχανή του χρόνου σε σταθμούς, όπως εγώ
ζητάω τον ξανακερδισμένο χρόνο ενός φιλιού
αφήνοντας μια μνήμη γεύσης σου σ’ αυτά τα λόγια.
Κορίτσι είσαι τόσο των αποχαιρετισμών, κι άλλο
μη μου καταδεχτείς, όσο απ’ το να έρχομαι.

*
Μάσενκα πριν τον έρωτα είσαι δίψα και μετά ένα παρά-
θυρο που βλέπεις τη βροχή, ανάβω ένα τσιγάρο μες στη
νύχτα…Κάπου φυσάει ο χρόνος έρχονται, άλογα γεγο-
νότα είναι, μα το ποίημα τα θέλει άλογα με οπλές που
θερίζουν ανθρώπινα κεφάλια. Μάσενκα σ’ αγαπώ και τε-
τελειώνει ο κόσμος μας.






* * * * * * * * * * * * *
.

Μάσενκα είναι το όνομα μιας γης που δεν γνωρίζει θάλασσα. Το νερό είναι γλυκό. Υπάρχει μια λίμνη. Ένα ποτάμι. Ένα αγρόκτημα. Κι ένας σιδηροδρομικός σταθμός. Τις παρουσίες όλες τις διαποτίζει μια αναπόφευκτη μελλοντική απουσία. Είναι όλοι απόντες εντός του μέλλοντός τους. Έχει αέρα στα χόρτα και φιλιά. Η Μάσενκα είναι φτιαγμένη από ύπνο. Κι από ανάγνωση Ρωσικού μυθιστορήματος. Είναι μια αναπαυτική καρέκλα σε αγρό με πεσμένο δίπλα της ένα βιβλίο. Είναι ο έρωτας ημερών με τη βαθειά συναίσθηση πως θα τελειώσουν για να δώσουν μιαν ανάμνηση. Υπάρχει ένα εγώ που ακούει στο όνομα Βάσιας. Θέλει και δεν θέλει το όνομα ποιητής. Ακολουθεί τη Μάσενκα κατά πόδας σε σιωπηλούς περιπάτους. Ονόματα δέντρων, ανθισμένες πλαγιές, ταπεινά χόρτα πατημένα από τα πόδια του γίνονται εκφράσεις χλοερές για έναν έρωτα. Που διατάζει ανάμεσα στη γυναίκα τη γη και τη γλώσσα. Υπάρχει ακόμα το τρένο. Με μια σκηνή αποχαιρετισμού που αναβάλλεται σε επάλληλες σκηνές αποχαιρετισμού. Από εκεί έρχεται ο μακρινός χρόνος των πόλεων. Και ο ατμός από το τέλος των παιδικών χρόνων. Μάσενκα είναι ένα όνομα. Η σκηνή με το χυμένο γάλα στο τραπέζι. Τα σταματημένα σκυλιά και τα άδεια χέρια τα σταυρωμένα για κείνον που φεύγει. Μάσενκα είναι μια τουφεκιά στο δάσος. Ένα πέταγμα πουλιών που ακολουθεί το βλέμμα μας. Με λίγο άγραφο ανοιχτό στην τελική εκδοχή των κειμένων. Μάσενκα είναι η εκτύλιξη ενός κόσμου μοναχά για να μιλήσω πάλι για σένα.

Τετάρτη 9 Δεκεμβρίου 2015

Η Κατερίνα Αγγελάκη Ρουκ για την ποίηση του Γιάννη Σκληβανιώτη στην παροουσίαση της συλλογής του "Αισθήσεις και παραισθήσεις"


Χαρείτε τον πόνο σας
Η ποίηση του Γιάννη Σκληβανιώτη

Η ποίηση του Γιάννη Σκληβανιώτη είναι μοναδική στο είδος της. Αντιπαθώ αυτή την εμπορική έκφραση, αλλά δεν βρίσκω άλλη για την περίπτωση του Γιάννη Σκληβανιώτη. Προχωρώντας πέφτω σε άλλη κοινοτυπία! Τη λέξη. Ξέρουμε βέβαια ότι το όπλο, η σωτηρία και η καταστροφή του ποιητή, είναι η λέξη. Αλλά η μοναδικότητα του Γιάννη Σκληβανιώτη είναι ακριβώς η λέξη. Τελευταία στην ποίηση έχει επικρατήσει μια τάση παιχνιδιού με τη λέξη, όπου αναποδογυρίζεται το νόημά της. Στον Γιάννη Σκληβανιώτη βλέπουμε λέξεις με αντίθετες λέξεις να συνυπάρχουν αρμονικά. Είναι γιατί δεν πρόκειται για μια επιφανειακή «αντιθετολογία», αλλά για μια σε βάθος οπτική της λέξης, που οδηγεί στην πολυσημία της ύπαρξης κι αυτή με τη σειρά της στη φιλοσοφική θεώρηση των πραγμάτων, «ας μάθουμε κάποτε πως με ύλη που ονειρεύεται / γράφεται η αφήγηση». Ας μάθουμε να κοιμώμαστε χωρίς τους κινδύνους των ονείρων». Και στη ζωή να μην επιχειρούμε «μια αναστήλωση ονείρων / με υλικά παρωχημένα / … ή συνειδητά αλλοιωμένα / για τη δικαίωση μιας παραμυθίας ανωφελούς».
Όσοι διαβάζουν ποίηση για ξεκούραση, ας το ξεχάσουν. Η ποίηση του Γιάννη Σκληβανιώτη είναι ένα διαρκές ξύπνημα που αντικαθιστά τον ύπνο. Εδώ καλύπτονται όλες οι περιοχές, ακόμη και η θανατοαθανασία ( δική μου εφεύρεση). Οι ερωτήσεις δεν σταματούν ποτέ·  οι απαντήσεις έρχονται και φεύγουν γιατί είναι δύσκολο να εκπληρωθούν με τέτοιες ερωτήσεις. Για να αντέξεις «τις δραπετεύσεις των στιγμών» και τις «ρωγμές των διαψεύσεων», «μη ταχτοποιείς το χρόνο στις συνήθειας τις διαστάσεις» και μην αφήνεσαι «στου ορίζοντα την αυταπάτη». Η σοφία της ποίησης του Γιάννη Σκληβανιώτη δεν βρίσκεται μόνο στο περιεχόμενο των λέξεων που διαλέγει αλλά και στον απρόσμενο συνδιασμό μεταξύ τους. Αυτό σε βοηθάει ν’ ανακαλύψεις το βαθύτερο νόημα της κάθε μιας και μαζί ίσως κάποιο στοιχείο του δικού του ψυχισμού. «Χρεία έχει η ψυχή σου να πετάς χωρίς φτερά». Ναι, αν και κολλημένοι στην υλική περιουσία, ας την ψάξουμε και ίσως βρούμε εκεί τροφή για την ψυχή μας, ίσως μάθουμε να πετάμε χωρίς φτερά. Είναι πραγματικά πολύτιμες οι συμβουλές ζωής του Γιάννη Σκληβανιώτη.. Να πάψτε «να λυπάστε για τον εαυτό σας με πρόσχημα την αναχώρηση του».
Και η θρησκευτική πίστη τι θέση έχει; Είναι άραγε κι αυτή μια βοήθεια επιβίωσης μπροστά στο αιώνιο άγνωστο; Ή μήπως, όπως λέει ο Γιάννης Σκληβανιώτης «Ώ εσείς οι μοιραίοι, οι πιστοί / Ώ εσείς πειραματόζωα άγια της ιστορίας». Αλλά υπάρχει μια πίστη, ουσιαστικά θρησκευτική, στην ποίηση του Γιάννη Σκληβανιώτη: η πίστη στο χώμα: «Τα ισχύοντα στης ανύπαρχτης αιωνιότητας τον τόπο, γνώση συνεχώς ελεγχόμενη από την αλήθεια του εδάφους την ψυχρή» ή «Μου δείχνουν κοιτώντας το χώμα τα μνήματα των μύθων». Ως και το ποίημα απ’ αυτή την αλήθεια βγαίνει: «Ακουμπάω το αφτί στη γη μη κι ακούσω μες τη σιωπή ένα ποίημα».
Τελικά στην ενεργό ζωή μας, την μόνη παντοδυναμία που αναγνωρίζει ο Γιάννης Σκληβανιώτης είναι ο εαυτός μας. Αυτός κρίνει, αποφασίζει –σωστά ή λάθος, αυτός πληρώνει το αντίτιμο – απορρίπτει ή δέχεται αυτό που θεωρεί καλύτερο, όχι μόνο για τον εαυτό του, αλλά και για το ανθρώπινο σύνολο που πιστεύει ότι ανήκει. Άλλη μια συνύπαρξη αντιθέτων: εγωισμός κι ανθωπιά.     



8 του Δεκέμβρη 2015 στο "ΑΙΤΙΟΝ"    

Ένα συνέδριο για την κριτική


Η λογοτεχνική κριτική δεν ανήκει στους κήνσορες ή στους θεράποντες της λογοτεχνίας. Η λογοτεχνική κριτική δεν βρίσκεται απέναντιαπό τη λογοτεχνία, ούτε για να της κουνήσει επιτιμητικά το δάχτυλο ούτε, όμως, και για να την κουράρει υπό οιαδήποτε έννοια στο έργο της. Η λογοτεχνική κριτική πλάθεται μαζί με τη λογοτεχνία, αντλεί από τις επιτυχίες και τις αποτυχίες της, αλλά και μαθαίνει από τα κατορθώματα και τις  αβαρίες της. Λογοτεχνική κριτική και λογοτεχνία συνδιαμορφώνουν το λογοτεχνικό πεδίο και επηρεάζονται το ίδιο από την εποχή του και τις ανάγκες της. Παρά τη συνάφεια αυτών των δεσμών, η λογοτεχνική κριτική δεν έχει απασχολήσει συχνά μέχρι τώρα την επιστημονική έρευνα. Και αυτή ακριβώς είναι η σημασία του τριήμερου συνεδρίου «Ελληνική λογοτεχνική κριτική», που πραγματοποιήθηκε στα τέλη της περασμένης εβδομάδας, μεταξύ 4 και 6 Δεκεμβρίου, στην Πανεπιστημιούπολη της Κομοτηνής, ύστερα από πρωτοβουλία του Τμήματος Ελληνικής Φιλολογίας της Σχολής Κλασικών και Ανθρωπιστικών Σπουδών του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης. Το συνέδριο ήταν αφιερωμένο στη μνήμη του Παναγιώτη Μουλλά, ο οποίος κατηύθυνε ένα μέρος της μακράς ερευνητικής του διαδρομής σε κεφαλαιώδη κριτικά ζητήματα.
Οι εισηγητές του συνεδρίου ανέδειξαν ποικίλες όψεις της κριτικής. Ένα από τα βασικά τους θέματα ήταν η συμμετοχή και η συμβολή των κριτικών στην ανάπτυξη της νεοελληνικής λογοτεχνίας, αρχής γενομένης από τον 19ο αιώνα και φτάνοντας μέχρι τις ημέρες μας. Έτσι, ακούστηκαν ανακοινώσεις για κριτικούς όπως ο Κωστής Παλαμάς, ο Γρηγόριος Ξενόπουλος, ο Τέλλος Άγρας, ο Κ. Θ. Δημαράς, ο Ζήσιμος Λορεντζάτος, ο Τίμος Μαλάνος, ο Άλκης Θρύλος, ο Γιώργος Κοτζιούλας, ο Μιχαήλ Μητσάκης, ο Άριστος Καμπάνης και ο Απόστολος Σαχίνης. Πολλοί ομιλητές εστίασαν την προσοχή τους στην κριτική και τη δοκιμιακή δραστηριότητα των ποιητών: ποιητών όπως ο Γιώργος Σεφέρης, ο Οδυσσέας Ελύτης, ο Μανόλης Αναγνωστάκης και ο Νίκος Φωκάς. Κι όλα αυτά πάντοτε σε συνδυασμό με το ερώτημα για το ποιες ήταν οι αισθητικές, οι πολιτικές και οι ιδεολογικές αναζητήσεις της λογοτεχνίας σε δεδομένο τόπο και χρόνο.
Οι σύνεδροι δεν έμειναν στις ατομικές περιπτώσεις των κριτικών. Ασχολήθηκαν και με γενικότερα κριτικά φαινόμενα, όπως και με ιστορικές περιόδους κατά τις οποίες η κριτική απόκτησε κάποια ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Παράδειγμα, η δεκαετία του 1920, όταν ο κριτικός λόγος ασκείται από ποιητές που θητεύουν σε μια κατεξοχήν χαμηλόφωνη και αντιρητορική ποίηση, ή η δεκαετία του 1890, όταν οι κριτικοί επιμένουν να συσχετίζουν τη λογοτεχνική παραγωγή με το ζήτημα της εθνικής ταυτότητας. Μια άλλη διάσταση του συνεδρίου ήταν η συζήτηση για τον τρόπο με τον οποίο μπορεί να αξιοποιηθεί η αναγνωστική εμπειρία των σημερινών, εν δράσει κριτικών προκειμένου να γραφτεί μια ιστορία της σύγχρονης ελληνικής πεζογραφίας. Οι σύνεδροι μίλησαν ακόμα για τη σύγκρουση μεταξύ Γεωργίου Βιζυηνού και Εμμανουήλ Ροΐδη, όπως εκφράστηκε μέσα από τις κριτικές τους απόψεις, για την παταγώδη απουσία της κριτικής της μετάφρασης, αλλά και για την αυτοβιογραφική πλευρά της κριτικής.
Ιδού, λοιπόν, μια πρώτη, γερή μαγιά για να ανοίξουν αργότερα κι άλλοι, πιο συστηματικοί δρόμοι για την ανακάλυψη του παρόντος και του παρελθόντος της λογοτεχνικής κριτικής. 

Εικαστικές Αναζητήσεις


ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ 2016 «ΦΕΓΓΑΡΙ»

Σε ένα μαγικό περιβάλλον, στη θολωτή αίθουσα του Ευγενίδειου
Πλανητάριου, πεζογράφοι και ποιητές της Εταιρείας Συγγραφέων φώτισαν χθες με τη λάμψη της (σ)ελληνικής γλώσσας την αθέατη πλευρά του φεγγαριού.
Στην παρουσίαση του Ημερολογίου 2016 της Εταιρείας Συγγραφέων, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πατάκη, την εκδήλωση άνοιξαν ο Πρόεδρος της Ε.Σ Δημήτρης Καλοκύρης και η εκδότρια Άννα Πατάκη.
Η κυρία Πατάκη τόνισε ότι στο Πλανητάριο του Ευγενίδειου Ιδρύματος καθίσταται ακόμα περισσότερο σαφής και επείγουσα η ανάγκη να βγει η χώρα μας γρήγορα από την εσωστρέφεια και να συμμετάσχει στον ραγδαία εξελισσόμενο, από επιστημονικής και τεχνολογικής άποψης, δυτικό κόσμο. Επίσης, τόνισε ότι πολιτιστικοί φορείς όπως η Εταιρεία Συγγραφέων καλούνται να διαδραματίσουν καθοριστικό ρόλο στην ανάδειξη του πολιτισμού, αλλά και να πρωτοστατήσουν στις προσπάθειες για την υπεράσπιση του βιβλίου μέσω μέτρων όπως η επαναφορά της ενιαίας τιμής.
Η σεληνιακή περιπλάνηση ξεκίνησε με την προβολή της ψηφιακής παράστασης θόλου «Voices of the Past» (βλ. βίντεο εδώ:https://vimeo.com/85935540). Οι παριστάμενοι βρέθηκαν να περιβάλλονται από τον αστρικό θόλο, σε μια επιβλητική περιήγηση στις ελληνικές αρχαιότητες με τη φωνή της Μελίνας Μερκούρη. Η παραγωγή της ψηφιακής παράστασης ήταν του Διονύση Σιμόπουλου, η φωτογραφία του Λουκά Χαψή και η μουσική του Αναστάσιου Κατσάρη.
Στη συνέχεια, οι συγγραφείς Δημήτρης Αλεξίου, Ελένη Ηλιοπούλου-Ζαχαροπούλου, Κατερίνα Ζαρόκωστα, Δημήτρης Καλοκύρης, Τασούλα Καραγεωργίου,  Νίκος Κατσαλίδας, Μάνος Κοντολέων, Μαρία Λαγγουρέλη, Μάριος Μιχαηλίδης, Μιχάλης Μοδινός, Ειρήνη Ρηνιώτη, Λιάνα Σακελλίου, Αγγελική Στρατηγοπούλου, Αγγελική Σιδηρά, Φωτεινή Τσαλίκογλου και Γιώργος Χουλιάρας διάβασαν κείμενά από το ημερολόγιο, ενώ την εκδήλωση συντόνιζε, με ευφάνταστες «αστρονομικές» παρεμβάσεις, η Γενική Γραμματέας της Ε.Σ Αγγελική Στρατηγοπούλου.
Το επιβλητικό σκηνικό συμπλήρωνε, στημένος σε ένα τρίποδο, ο πρωτότυπος πίνακας που κοσμεί το εξώφυλλο του ημερολογίου και ο οποίος έχει φιλοτεχνηθεί από τον συγγραφέα και εικαστικό, μέλος της Ε.Σ, Γιώργο Ρωμανό.


ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ 2016 – ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΑΤΑΚΗ

99 ποιητές/ποιήτριες και πεζογράφοι, μέλη της Εταιρείας Συγγραφέων, συμμετέχουν με κείμενά τους στη συγκεκριμένη έκδοση, στην οποία περιλαμβάνονται επίσης εμβληματικά ποιήματα απόντων –πλην, λαμπρών– μελών της Ε.Σ: του Εγγονόπουλου, του Ελύτη, του Σαχτούρη, του Παπαδίτσα και του Δενέγρη. Το εξώφυλλο έχει φιλοτεχνηθεί από τον συγγραφέα και εικαστικό, μέλος της Εταιρείας, Γιώργο Ρωμανό.
Όπως επισημαίνει στο εισαγωγικό του σημείωμα ο Πρόεδρος της Ε.Σ Δημήτρης Καλοκύρης, «23 χρόνια η Εταιρεία Συγγραφέων εκδίδει θεματικά ημερολόγια με τη συμπαράσταση πολλών εκδοτικών οίκων. Φέτος, σε συνεργασία (για τρίτη φορά) με τις Εκδόσεις Πατάκη, παρουσιάζουμε ένα ημερολόγιο που επιχειρεί να προσεγγίσει ένα πολυχρησιμοποιημένο (έως μπανάλ) –αλλά πάντα γοητευτικό– θέμα που έχει απασχολήσει τη λογοτεχνία από κτήσεως λόγου. «Λίγες οι νύχτες με φεγγάρι που μ᾽ αρέσουν», λέει ο Σεφέρης. Σε πολλές γλώσσες το Φεγγάρι είναι γένους θηλυκού. Η γλώσσα μας διαθέτει δύο, τουλάχιστον, λέξεις (όπως και για άλλες βασικές έννοιες: έρως-αγάπη, ασήμι-άργυρος...) και δύο γένη. Ουδέτερο Φεγγάρι όταν περιγράφει ένα ουράνιο σώμα ή έναν καθρέφτη και γίνεται θηλυκή Σελήνη όταν γεμίζει ερωτισμό και μυθοπλασία». 




Χορηγοί της Εταιρείας Συγγραφέων είναι ο ΟΣΔΕΛ και τα Ιδρύματα Κώστα & Ελένης Ουράνη και Πέτρου Χάρη της Ακαδημίας Αθηνών.

                              

www.osdel.gr                                                   www.idrimaurani.gr



---
Εταιρεία Συγγραφέων
Κοδριγκτώνος 8
11257 Αθήνα

Hellenic AuthorsSociety
8 Kodrigtonos St.
11257 Athens

+30.210.8231890
+30.210.8232543