Τρίτη 2 Δεκεμβρίου 2014

Ο Ελληνο-Καναδός ποιητής και συγγραφέας Μανώλης Αλυγιζάκης

Ένα μικρό πορτρέτο του ελληνοκαναδού πολυμεταφρασμένου ποιητή-συγγραφέα και μεταφραστή  Μανώλη Αλυγιζάκη. Ακολουθεί μια συζήτηση με την Νότα Χρυσίνα για την λογοτεχνία που μάς αφορά καθώς η καρδιά της Ελλάδας χτυπάει και στον παγωμένο Καναδά! 





ΘΕΑ

Πανοραμική θέα
απ’ τ’ ανατολικό παράθυρό σου

προς την πλατεία που
τ’άγαλμα του Ερμή ολόγυμνο

γυαλίζει στη λιακάδα
κι αισθάνεσαι την προτροπή

να τρέξεις και να το σκεπάσεις
μ’ ένα ολόασπρο σεντόνι

αλέκιαστο από της νύχτας
το οργασμικό τραγούδι

ντροπή τ’ αθώα μάτια των παιδιών
να τόνε δουν

μ’ ολάνοιχτα τα μάτια και
με την ανεπαίσθητή του στύση
VIEW
Panoramic view
through your eastern window

towards the plaza where
the naked statue of Hermes

gleams in the sunlight
and you feel the urge

to run and cover it with
a white bed-sheet

unstained from last night’s
orgasmic song

shame that young innocent
children see him

with his wide open eyes
and his discernible erection


ΗΧΩ

Άνοιξε το παράθυρό της.
Γυναίκας δύναμη
ευφρόσυνη
που με συντάραξε

και στη μνήμη μου έφερε

παραδείσια φιλιά

κι ονειρεύτηκα να συλλάβω

τον ήχο μιας σταγόνας
μες στην ομίχλη
αόρατη που έπεφτε
στο συντριβάνι της πλατείας.

Γεια σου ζωή, εδώ κι εγώ.

Πλιτς!

ECHO

She opened her window. 
Powerful feminine
exhilarating gesture
that shook me

memory rekindled

paradisiacal kisses

I dreamed of capturing

the echo of a raindrop
falling through fog 
into the plaza fountain.

Greetings, oh life, here I am.

Splash!




ΜΥΗΣΗ

Ονειρεμένη εικόνα
ασυνόρευτη του πεύκου
διαλογισμός και αχλή αφή
δαχτύλων και πνοών
που ζουν θεσπέσιους ήχους

κι εγώ στα μάτια σου
ψάχνω να βρω
σε δάκρυ
ασύλληπτη
τη μύηση του χρόνου


INITIATION

Dreamy image
borderless
of a cypress in meditation
feathery touch
of fingers and breaths
heavenly sounds
experienced

and in your eyes
I want to discover
in your teardrop
inconceivable
the cryptic
initiation of time












Κύριε Αλιγιζάκη είσθε έλληνας του εξωτερικού. Συνέβαλε η νοσταλγία της πατρίδας στην επιθυμία να γράψετε;
 Μια από τις μεγαλύτερες επιρροές στο γραψιμό μου είναι η νοσταλγία, η έλλειψη, αφού ζω τόσα χρόνια μακριά απ’ τα πάτρια χώματα. Πιστεύω όμως ότι η έλλειψη αυτή συνέβαλε θετικά στη δημιουργική μου πορεία γιατί μ’ έκανε να ξαναζήσω και να φέρω στο φως εικόνες γλυκές, εικόνες τρυφερές, εικόνες που μετουσιώνουν την καθημερνότητα και μας φέρνουν πιο κοντά στον πραγματικό μας εαυτό. Επίσης πιστεύω ότι ο μετανάστης που έχει ζήσει σε δυο τόπους έχει κατά κάποιο τρόπο αντικαταστήσει ένα πράγμα με κάτι άλλο όπως έχω γράψει σε κάποιο ποίημά μου
                    
                     Με χέρια μυρωμένα στης Σαντορίνης αλαφρόπετρα
                 και στου Θεοδωράκη τα τραγούδια, με κρασοπότηρο μισογεμάτο
                 διάλεξα τις δυο πατρίδες, μα σαν διαπίστωσα αδύνατο
                 έτσι να ζω πως ήταν ακρωτηρίασα τα δυο μισά
                 και σαν αντάλλαγμα γεμάτου στομαχιού εδέχτηκα το προδομένο
                 ηλιοβασίλεμα και την πικρή τη νοσταλγία

Οι μνήμες της πατρίδας σας της Κρήτης, με το ιδιαίτερο τοπίο αλλά και την μουσικότητα της γλώσσας, σάς έχουν επηρεάσει στον τρόπο γραφής;
 Χωρίς καμιά αμφιβολία όλα όσα φέρνουμε μαζί μας, καταγωγή, ρίζες, ιστορίες, παράδοση, όλα αυτά είναι που εκφράζουμε κι εγώ δεν είμαι εξαίρεση του κανόνα αυτού. Παντού υπάρχουν τα στοιχεία αυτά και παντού στη δημιουργική μου πορεία θα υπάρχουν όσος καιρός και να περάσει στην ξένη χώρα. Αφού ξένη είναι για μένα και ξένη θα είναι για πάντα.

Ποιο είδος γραφής με το οποίο ασχοληθήκατε σας δυσκόλεψε περισσότερο;
 Από πάντα μου άρεσε ο ελεύθερος στίχος και ποτέ δεν δοκίμασα να γράψω σε κάποια άλλη μορφή. Πιστεύω ακράδαντα στην ελευθερία του στιχουργού να αφήσει να ρέουν τα συναισθήματά του και οι εικόνες δίχως να τον κωλύουν τα σχετικά μέτρα και σταθμά. Είναι σα να λέμε ελεύθερος στίχος ή βολεμένος σε κάποιο λούκι. Προτιμώ τον ελεύθερο.

Έχετε βοηθηθεί από την ελληνική κοινότητα στον Καναδά;
 Καθόλου. Ο ελληνισμός, ο οργανωμένος ελληνισμός, οι Κοινότητες δεν είναι καθόλου πνευματικοί φορείς, όσο κι αν αποζητούν να αποκαλούν τον εαυτό τους έτσι. Είναι απλά χριστιανικοί οργανισμοί υποδουλωμένοι στο πρωτόκολο της Αρχιεπισκοπής Καναδά και διοικούμενοι κάθε άλλο παρά με το σκοπό να προωθήσουν και να διαιωνίσουν τον πνευματικό ελληνισμό. Αφού ο καθαρά πνευματικός ελληνισμός είναι ολοκληρωτικά εναντίον του συστήματος της εκκλησίας και ιδιαίτερα στο εξωτερικό που ζω εγώ. Ο έλληνας του εξωτερικού έφυγε από την Ελλάδα για να βρει κάποιο καλύτερο τρόπο ζωής από οικονομική άποψη, δεν τον ενδιαφέρει η λογοτεχνία, ούτε και οι τέχνες σε γενικές γραμμές. Πόσο μάλλον όταν έχει επάνω του και την εκκλησία που απαιτεί να διατηρούνται τα χριστιανικά έθιμα όχι απαραίτητα και ο πνευματικός τομέας του έλληνα. Ο έλληνας του εξωτερικού γνωρίζει μόνο τα ελληνικά πανηγύρια και τις χοροεσπερίδες. Ο έλληνας του εξωτερικού γνωρίζει το σουβλάκι, τα πανηγύρια, τις εκκλησιαστικές γιορτές, κι αυτά προωθούν στον ξένο που νομίζει ότι η Ελλάδα δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένας τόπος γλεντιού.

Πώς αντιμετωπίζουν οι έλληνες τρίτης και τέταρτης γενιάς την ελληνική γλώσσα; Διαβάζουν ελληνική λογοτεχνία;
 Πολύ λίγο. Τα περισσότερα παιδιά ελλήνων στο εξωτερικό δεν μιλούν καλά τα ελληνικά κι αν τα μιλούν τα περισσότερα δεν ξέρουν να γραφουν ή να διαβάζουν ελληνικά. Κι εδώ ο κύριος λόγος είναι αν οι γονείς δεν ενδιαφέρονται για τη γλώσσα και τη λογοτεχνία πώς είναι δυνατόν να μεταβιβάσουν κάτι στα παιδιά τους. Ναι, υπάρχουν ελληνικά σχολεία, ήμουν μάλιστα και δάσκαλος στα ελληνικά σχολεία της κοινότητας του Βανκούβερ για μερικά χρόνια, αλλά το όλο σύστημα, η όλη οργάνωση των σχολείων ήταν στα χέρια ανεκπαίδευτων γονέων που ήταν οι εκάστοτε γραμματείς και σύμβουλοι των Κοινοτήτων. Ποιο μπορεί νάταν το αποτέλεσμα! 

Τι θα θέλατε να πείτε στους έλληνες για την γλώσσα και την παιδεία σε σχέση με την κρίση που βιώνουμε;
  Να προσπαθήσει ο έλληνας να διατηρήσει τον πνευματικό άνθρωπο και να τον εμπεδώσει στη νέα γεννιά με κάθε τρόπο. Να συνεχιστεί αυτό το υπέροχο δημιουργικό ελληνικό πνεύμα να δημιουργεί και όχι μόνο στον οικονομικό τομέα αλλά πρώτιστα στον ανθρωπιστικό και καλλιτεχνικό χώρο. Αυτό ελπίζω κι εύχομαι να είναι το ελληνικό μέλλον.








Βιογραφικο Σημείωμα Μανώλη Αλυγιζάκη

O Μανώλης Αλυγιζάκης, είναι ένας Ελληνο-Καναδός ποιητής και συγγραφέας. Τελευταία έγινε επίτιμος καθηγητής και συνεργάτης της International Arts Academy και του απενεμήθη ο τιμητικός τίτλος Master of the Arts in Literature. Ξεχωρίζει για τη δυνατότητά του να κομίζει εικόνες και ιδέες με πλούσιο και συνειρμικό τρόπο που αγγίζουν βαθειά τον αναγνώστη. 
Γεννήθηκε στο χωριό Κολυμπάρι δυτικά από τα Χανιά της Κρήτης το 1947. Όταν ήταν σε παιδική ηλικία η οικογένεια του μετακόμισε πρώτα στη Θεσσαλονίκη και μετά στην Αθήνα όπου εσπούδασε παίρνοντας πτυχίο Πολιτικών Επιστημών από το Πάντειο Πανεπιστήμιο. Υπηρέτησε τη στρατιωτική του θητεία για δυο χρόνια κι ύστερα μετανάστευσε στο Βανκούβερ του Καναδά όπου ζει ώς τώρα. 
Παρακολούθησε αγγλική φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Σαϊμον Φρεϊζερ για ένα χρόνο. Έχει γράψει τρία μυθιστορήματα, ένα μεγάλο αριθμό βιβλίων ποίησης που άρχισαν να εκδίδονται τα τελευταία χρόνια, αρκετά άρθρα, διηγήματα και μελέτες στα αγγλικά και στα ελληνικά που έχουν δημοσιευθεί σε λογοτεχνικά περιοδικά, ανθολογίες και εφημερίδες στον Καναδά, στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, Μεγάλη Βρεττανία, στην Αυστραλία, Ρουμανία, Αυστρία, Ουγγαρία, Σλοβακία, Σουηδία και στην Ελλάδα. 
Η ποίησή του έχει μεταφραστεί στη Ρουμανική γλώσσα, στη Σουηδική, στην Ουγγρική, στα Ισπανικά, στα Γαλλικά, στα Γερμανικά, στη Ρώσικη γλώσσα. Μετά από χρόνια δουλειάς ως βοηθός σιδηρουργού, εργάτης στα τραίνα, ταξιτζής, και χρηματιστής πήρε σύνταξη και τώρα ζει σ’ ένα προάστιο του Βανκούβερ όπου και ασχολείται με το γράψιμο, τον κήπο του και με ταξίδια. Γύρω στο τέλος του 2006 ίδρυσε τον εκδοτικό οίκο Libros Libertad με σκοπό την έκδοση λογοτεχνικών βιβλίων. 




Διακρίσεις και Βραβεία

~Βραβείο Dr. Asha Bhargava Memorial Award, Writers International Network Canada, 2014

~Γιώργου Σεφέρη-Άπαντα, Βραχεία Λίστα στα Κρατικά Βραβεία Λογοτεχνίας, 2014, στην κατηγορία Μετάφραση.

~1ο διεθνές βραβείο ποίησης για τη μετάφρασή του “Γιώργος Σεφέρης-Άπαντα”, 2013

~Master of the Arts in Literature, International Arts Academy

~1ο βραβείο ποίησης, 7ος ετήσιος διαγωνισμός Βόλου, 2012

~Βachelor of Arts in Literature, International Arts Academy, 2012

~Honorary Instructor and fellow, International Arts Academy, 2012

~2ο βραβείο ποίησης, Inetrartia Festival, 2011

~3o βραβείο διηγήματος, Inetrartia Festival, 2011



Βιβλία στα Αγγλικά

Autumn Leaves, poetry, Ekstasis Editions, 2014
Ubermensch/Υπεράνθρωπος, poetry, Ekstasis Editions, 2013
Mythography, paintings and poetry, Libros Libertad, 2012
Nostos and Algos, poetry, Ekstasis Editions, 2012
Vortex, poetry, Libros Libertad, 2011
The Circle, novel, Libros Libertad, 2011
Vernal Equinox, poetry, Ekstasis Editions, 2011
Opera Bufa, poetry, Libros Libertad, 2010
Vespers, poetry by Manolis paintings by Ken Kirkby, Libros Libertad, 2010
Triptych, poetry, Ekstasis Editions, 2010
Nuances, poetry, Ekstasis Editions, 2009
Rendition, poetry, Libros Libertad, 2009
Impulses, poetry, Libros Libertad, 2009
Troglodytes, poetry, Libros Libertad, 2008
Petros Spathis, novel, Libros Libertad, 2008
El Greco, poetry, Libros Libertad, 2007
Path of Thorns, poetry, Libros Libertad, 2006
Footprints in Sandstone, poetry,
Authorhouse, Bloomington, Indiana, 2006
The Orphans - an Anthology, poetry,
Authorhouse, Bloomington, Indiana, 2005

Μεταφράσεις στην Αγγλική Γλώσσα

Idolaters,by Ioanna Frangia, a novel, Libros Libertad, 2014

Tasos Livaditis-Selected Poems, poetry,  Libros Libertad, 2014

Yannis Ritsos-Selected Poems,poetry, Ekstasis Editions, 2013

Cloe and Alexandra,poetry, Libros Libertad, 2013

George Seferis-Collected Poems,poetry, Libros Libertad, 2013

Cavafy-Selected Poems, Ekstasis Editions, 2011
Yannis Ritsos-Poems, edited by Apryl Leaf, Libros Libertad, 2010
Constantine P. Cafavy - Poems, edited by George Amabile, Libros Libertad, 2008


Βιβλία σε άλλες γλώσσες
Eszmelet, (Hungarian), poetry by Manolis Aligizakis, translated into Hungarian by Karoly Csiby, AB-ART, Bratislava, Slovakia, 2014
Ιερόδουλες, ποίηση, Σαιξπηρικόν, Θεσσαλονίκη, 2014
Υπεράνθρωπος, ποίηση, Εκδόσεις Ένεκεν, Θεσσαλονίκη, 2014
Ubermensch, (translated into German by Enikoe Thiele Csekei), poetry, WINDROSE, Austria, 2014
Nostos si Algos, (translated into Romanian by Lucia Gorea), poetry, DELLART, Cluj-Napoca, Romania, 2013
Τολμηρές Ανατάσεις, ποίηση, Γαβριηλίδης, Αθήνα 2013
Φυλλορροές, ποίηση, Εκδόσεις Ένεκεν, Θεσσαλονίκη, 2013
Εαρινή Ισημερία, ποίηση, Εκδόσεις Ένεκεν, Θεσσαλονίκη, 2011
Στρατής  Ρούκουνας, μυθιστόρημα, Εκδόσεις Αριστείδη Μαυρίδη, Αθήνα, 1981



Έχουν γραφτεί για τον Μανώλη Αλιγιζάκη:





















Η ΑΥΞΗΣΗ ΤΟΥ ΦΠΑ ΣΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΠΑΡΑΒΙΑΖΕΙ ΤΟΝ ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΟ ΧΑΡΤΗ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ ΤΗΣ ΟΥΝΕΣΚΟ



bibliofil-basket
Αναδημοσίευση: http://www.farfoulas.gr
Καλό είναι πριν από οποιαδήποτε άλλη κουβέντα να ξεκαθαρίσουμε πρώτα το εξής: Ο χαμηλός συντελεστής του ΦΠΑ στο βιβλίο (ο ποίος έχει αυξηθεί ήδη 2 φορές τα τελευταία 5 χρόνια) δεν αποτελεί συντεχνιακό προνόμιο, ούτε φιλευσπλαχνία της εκάστοτε κυβέρνησης. Αποτελεί ένα θεμελιώδες δικαίωμα που προστατεύεται ευλαβικά σε όλον τον επονομαζόμενο πολιτισμένο κόσμο, και έχει κατοχυρωθεί από την ΟΥΝΕΣΚΟ με ψήφισμά της, ήδη από το 1971, χωρίς να έχει υπάρξει κάποια αναθεώρηση από τότε. Ονομάζεται «ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ» και στο τελευταίο άρθρο ΙΧ γράφει:
«Για να είναι προσιτά σ' όλους τα δημιουργημένα μέσα στον κόσμο έργα, γεγονός ύψιστης σπουδαιότητας, τα βιβλία πρέπει να κυκλοφορούν ελεύθερα. Εμπόδια, όπως τελωνειακά τιμολόγια και φόροι, μπορούν να καταργηθούν με μια γενική εφαρμογή των συμφωνιών τής Ουνέσκο και με άλλες συστάσεις και διεθνείς συνθήκες πού συναφθήκανε γι' αυτό τον σκοπό. Οι άδειες εισαγωγής και το αναγκαίο συνάλλαγμα για την αγορά βιβλίων και πρώτων υλών προοριζο­μένων για την κατασκευή βιβλίων πρέπει να παρέχονται παντού ελεύθερα και πρέ­πει να υποβιβαστούν στο ελάχιστο οι εσωτερικοί φόροι και οι άλλες επιβαρύνσεις της εμπορίας του βιβλίου.
Ο «ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ» δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Ευθύνη το 1972 και τον αναδημοσιεύουμε ολόκληρο από εκεί. xarta-vivliou.pdf
Διαβάζοντάς το θα παρατηρήσει κανείς ότι η Ελληνική Πολιτεία όχι μόνο δεν προστατεύει το βιβλίο όσο αφορά το ΦΠΑ, αλλά καταστρατηγεί τους κανονισμούς αυτούς και σε άλλα ουσιαστικά σημεία, όπως η απαλλαγή των τελών για την διακίνηση των βιβλίων μέσω των ταχυδρομείων (βλ. άρθρο VI για τους βιβλιοπώλες)

.Πηγή: 

Μένης Κουμανταρέας: Όλοι μας έχουμε μια σκοτεινή πλευρά

koymanta
Συνέντευξη στον Γιάννη Ν. Μπασκόζο
Μια συνέντευξη – ποταμός για το νέο του βιβλίο «Θησαυρός του χρόνου «(Πατάκης),  για τη γραφή, το σεξ, την διπλή υπόσταση του ανθρώπου.
(φωτό: Άρτεμις Μανούκη)
Το νέο σας βιβλίο είναι ένας απολογισμός ζωής. Αισθανθήκατε την ανάγκη να κάνετε έναν απολογισμό;

Δεν έχετε άδικο, είναι απολογισμός αλλά ταυτόχρονα και αυτό-θεραπεία. Ένας είδος εξομολόγησης και αυτό-κάθαρσης. Το βιβλίο το άρχισα όταν η γυναίκα μου η Λιλή ήταν στην αρχή της αρρώστιας. Το έγραφα με προσοχή και με δέος. Είναι τρομερό να παρακολουθείς την πορείας ενός αρρώστου και ταυτόχρονα να παρακολουθείς τις σκέψεις μέσα στη δημιουργία ενός μυθιστορήματος. Πολλές φορές αυτά συγκρούονται.
Είναι ένα τολμηρό βιβλίο καθώς το alter ego σας ζει μια διπλή σεξουαλική ζωή, ως αρσενικό και ως θηλυκό….

Θέλει ένα σθένος να τα πεις αυτά τα πράγματα  αλλά η ανάγκη να το κάνεις είναι μεγαλύτερη από το φόβο. Έναν φόβο που τον είχα για λίγους φίλους. Μια φίλη μου είπε είναι ένα τολμηρό βιβλίο, όχι για τα σεξουαλικά αλλά για τον τρόπο που το προχωράς . Ούτε νομίζω ότι κάνω κατάχρηση με τα σεξουαλικά. Το βλέπω πιο πολύ σαν μια νωπογραφία μεταναστών. Γιατί αυτοί είναι που έχουν ανάγκη από χρήματα και βρίσκουν τους ανθρώπους που έχουν ανάγκη από σεξ.
Ο ήρωας που είναι ανδρόγυνος, τον βλέπετε σαν εξαίρεση του κανόνα;

Δεν πιστεύω ότι είναι εξαίρεση, δεν το λέω με βεβαιότητα. Το λέω και μέσα στο βιβλίο. Κάπου ο αφηγητής λέει ότι «μου είναι αδιανόητο να ζήσω με έναν άνθρωπο, που αγαπώ χωρίς αυτός να ξέρει τον διπλό σεξουαλικό προσανατολισμό μου». Έχω ένα φίλο που ζει αρμονικά με τη γυναίκα του και η γυναίκα του δεν ξέρει τίποτα. Όμως να ξέρετε οι γυναίκες είναι σοφές γάτες , ξέρουν τα πάντα.
Ο ήρωας διαχωρίζει το σεξ και την αγάπη. Το συμμερίζεστε;
Βέβαια. Υπάρχουν σεξουαλικοί σύντροφοι που αρχίζεις και τους αγαπάς ως ανθρώπους αν συνεχίσει η σχέση σου μαζί τους. Δεν είναι όμως αγάπη, είναι κατανόηση, φιλία, γιατί ανάμεσα σε άντρες μπορεί να αναπτυχθεί φιλία , στις γυναίκες αποκλείεται. Αν ο άντρας αλλαξοπιστήσει η γυναίκα γίνεται τίγρης.

Ο ήρωας κυνηγώντας αγόρια πολλές φορές μπλέκει σε περίεργες καταστάσεις. Παθαίνει αλλά δεν μαθαίνει. Είναι  έτσι και στην πραγματικότητα, ας πούμε ότι είναι ίδιον του έρωτος αυτό…
Ναι, κατά Καβάφη..
Ο ήρωας τελικά έχει μια υπαρξιακή διχοστασία , δύο μισά και δεν μπορεί να τα ελέγξει. Πόσο εύκολο είναι αυτό να το ζει κανείς;
Αυτό είναι το λιγότερο. Οι άνθρωποι είναι διχασμένοι σε πάρα πολλά πράγματα, δεν προέρχονται όλα από τη σεξουαλική ζωή. Δεν ζούμε πια στην εποχή του Φρόιντ , η διαίρεση του ατόμου ανάμεσα σε δύο επιθυμίες, σε δύο ζωές, ή σε δύο σεξουαλικές ζωές ακόμα σε δύο ιδέες είναι υπαρκτή.
Σας απασχολεί ο χρόνος , το βιβλίο σας είναι μια αναπόληση της ζωής σας. Παλιότερα δεν σας απασχολούσε ο χρόνος;
Εάν δεν με απασχολεί εμένα, ο χρόνος ασχολείται με μένα. Δεν γλυτώνεις. Στον τίτλο του βιβλίου η έμφαση είναι στη λέξη θησαυρός.  Ο τίτλος έχει πάντα σημασία, είναι το δυσκολότερο πράγμα, εκτός αν τον έχεις βρει από την αρχή ,ας πούμε όπως εγώ στον Ωραίο λοχαγό.. .
Βοηθάει αυτό;
Tίποτα δεν βοηθάει αν δεν στρωθείς να γράψεις. Μόνον εσύ βοηθάς τον εαυτό σου. Ποτέ δεν διάβαζα σε φίλους και συγγενείς τα πράγματα που έγραφα. Μόνον όταν άρχιζα να είμαι σίγουρος ζητούσα τη γνώμη των άλλων.
Σας έχει τύχει να σας αλλάξουν τη γνώμη;
Όχι, γιατί όταν αποφασίζω να τους το διαβάσω έχει πάρει μια τέτοια φόρμα που έχει στερεοποιηθεί, στις λεπτομέρειες φυσικά αλλάζω πράγματα. Ακούω τις παρατηρήσεις των  φίλων, αλίμονο αν κανείς δεν ακούει γιατί αλλιώς είσαι τόσο σίγουρος όσο ο Ναπολέων.

Στο βιβλίο σας λέτε ότι θα μπορούσατε να έχετε γίνει πιανίστας;
Ο αφηγητής στο βιβλίο, όπου εν μέρει είμαι εγώ αλλά εν μέρει δεν είμαι. Ο αφηγητής ξέρει πιάνο που εγώ δεν ξέρω. Είμαι δεμένος με τη μουσική την κλασική αλλά δεν αγνοώ τον Χατζιδάκη, τον Ξαρχάκο και τους νεότερους, τον Αλκίνοο Ιωαννίδη. Η τζαζ με ενδιαφέρει λιγότερο αλλά καμιά φορά με παρασέρνει. Τα ρεμπέτικα, που μου τα ΄μαθε ο Χατζιδάκις επίσης μ΄αρέσουν. Με τη διαφορά που έχουν μεταφερθεί στα σαλόνια, όπως ο Τσαρούχης. Όταν ο Τσαρούχης ζωγράφιζε τους γυμνούς άντρες  οι αστοί λέγανε :”πώ πω τι είναι αυτά!» , τώρα τρέχουν να τα βάλουν στα σαλόνια τους. Οι ρεμπέτες ήταν διωγμένοι και από την αριστερά και από την δεξιά. Παρόλα αυτά επειδή έχω κάνει μια βδομάδα ομηρίας στο Περιστέρι το ΄44 είδα τις ελασίτισσες να χορεύουν ζειμπέκικα και με μεγάλο πάθος μάλιστα. Τα τραγούδια δεν έχουν ιδεολογίες, ή μπορεί να έχουν όταν βγαίνουν, όταν ακούς  σήμερα το γελαστό παιδί δεν σκέπτεσαι τους αγώνες του 60, ίσως το θεατρικό έργο του Μέρταν Μπίαν. Μ΄αρέσουν πολλά είδη μουσικής. Έχω αδυναμία, ίσως, να καταλάβω τον Ιάννη Ξενάκη, εκτός από λίγες στιγμές…και θυμάμαι ότι είχαν κατηγορήσει τον Μάνο ότι δεν ξέρει να διευθύνει κι αυτός διεύθυνε στις Βρυξέλλες Ξενάκη και τους αποστόμωσε.
Σήμερα ο Μάνος Χατζιδάκις έχει την ίδια επίδραση.
Εξαρτάται για αυτούς που ακούνε αυτά τα απαίσια τραγούδια που βάζουν οι καφετέριες, που τα ακούς και φεύγεις τρέχοντας, αυτοί δεν θα τον ακούσουν ποτέ. Η νεολαία που ακούει σύγχρονη μουσική ραπ ή τι άλλο νομίζω ότι ακούνε. Με την πάροδο του χρόνου ο Μάνος Χατζιδάκις έχει αποκτήσει ένα φωτοστέφανο ως μουσικός, είναι ένας άγιος της μουσικής και του αξίζει.
Τι σας κάνει να φυλάτε για χρόνια βιβλία στο συρτάρι, όπως τις «Αλεπούδες του  Γκόσπορτ» ή το «Θάνατος στο Βαλπαραίζο;;
Δεν χρειάζεται να βγάζεις συχνά βιβλία, είναι αμηχανία . Ο Βασίλης Βασιλικός με έσπρωχνε χρόνια να βγάλω το «Θάνατο στο Βαλπαραίζο»…
Ο Θάνατος στο Βαλπαραίζο είχε ένα πολιτικό θέμα, η πολιτική υπεισέρχεται  στα βιβλία σας;
Ναι, υπεισέρχεται με έναν τρόπο κοινωνικό. Δεν ανήκα ποτέ σε ένα κόμμα. Δεν υπερασπίστηκα ποτέ ένα κόμμα αλλά ούτε και λοιδόρησα ένα κόμμα. Εκτός αν έχεις έναν ήρωα και θέλεις να τον κάνεις παθιασμένο με τα πολιτικά. Η πολιτική έρχεται μόνη της. Ένα μυθιστόρημα που αγκαλιάζει ένα κοινωνικό γίγνεσθαι είναι ταυτόχρονα και πολιτικό μαζί. Δεν μπορείς να εξαιρέσεις την κοινωνική ατμόσφαιρα. Ναι, και στο παρόν βιβλίο μου υπάρχει η Αθήνα της κρίσης. Δεν το κάνω για να μοιάσω σε εκείνους όλους που θέλουν να δοξαστούν μέσω της κρίσης. Διότι όταν ο ήρωας μου βλέπει τρεις ανθρώπους να μάχονται μεταξύ τους για τη λεία από τα σκουπίδια και ο περιπτεράς να κοιτάζει σαν διαιτητής . Για μένα το βασικό είναι η ατμόσφαιρα σε ένα βιβλίο. Αν δεν έχεις ατμόσφαιρα έχεις χάσει ένα μέρος του βιβλίου, δεν φτάνει να έχεις δυο τρεις καλούς χαρακτήρες και μια καλή πλοκή. Τι να την κάνεις την πλοκή αν ο αναγνώστης δεν είναι εκεί. Να βλέπει σαν σε οθόνη αυτά που γίνονται; Υπάρχουν κι αναγνώστες που λόγω διαδικτύου και τηλεόρασης εικονοποιούν τη λογοτεχνία, πράγμα που στην αρχή με θύμωνε αλλά τώρα το βρίσκω φυσιολογικό.

Παρατήρησα ότι οι περισσότεροι ήρωες με την οποία ξεκινάτε το βιβλίο σας είναι αυτοί με τους οποίους κλείνει. Νοσταλγία, ίσως;
Με μουσικούς όρους είναι ένα μοτίβο επαναλαμβανόμενο με το οποίο κλείνει κάπως το βιβλίο. Βέβαια το βιβλίο κλείνει με το σκληρό  αγόρι που απαγγέλει το «κατηγορώ της υγείας»…

Σας αρέσει ακόμα η ποίηση;
Πιστεύω πολύ στην ποίηση, και στην ανάγνωσή της αλλά μ΄αρέσει και το πεζό όταν διαβάζεται ωραία. Χειρότερα διαβάζουν οι ηθοποιοί. Οι ηθοποιοί το παίζουν , οι συγγραφείς μπορούν να αποδώσουν την ατμόσφαιρα. Το ζήτημα είναι να αποδώσεις τον εσωτερικό ρυθμό του κειμένου. Εγώ δεν μπορώ να συνεχίζω να γράφω ή να διαβάσω αν δεν μπορώ να έχω ως χαλί τον δικό μου εσωτερικό ρυθμό.

Στο βιβλίο σας συναντάμε περίεργους ανθρώπους , όπως ο Ροβεσπιέρος…
Α, ναι  ο άνθρωπος στο μπαρ που είναι ρέκτης μικρών αγοριών αλλά δεν πηγαίνει μαζί τους. Όποιος πάει με τον Ροβεσπιέρο πεθαίνει.  Αυτό τον άνθρωπο τον συναντώ καμιά φορά, στα μπαρ, αλλά δεν ξέρει ότι τον έχω κάνει μυθιστορηματικό ήρωα, ούτε και μπορεί να το καταλάβει. Είναι μεταφορικά ένας ψυχοπομπός…
Γιατί τον ονομάσατε Ροβεσπιέρο, έναν ήρωα της γαλλικής επανάστασης;
Όλες οι επαναστάσεις περίεργες είναι. Από τη Γαλλική επανάσταση έμεινε τοLibertéÉgalitéFraternité κλπ Όλες είχαν άδοξο τέλος η έσβησαν ή κόπηκαν. Ποιος θα περίμενε το 1987 ότι η επανάσταση του 1917 θα τελείωνε;
Πώς διαλέγετε τους ήρωες σας;
Ο καθένας μπορεί να γίνει ένας μυθιστορηματικός ήρωας. Απλώς είναι κοιμισμένοι, όπως οι βασιλοπούλες.  Πρέπει να τις φιλήσει ο συγγραφέας. Αλλά δεν έχω διάθεση να φιλάω οποιονδήποτε. Θεωρώ το φιλί πολύ ακριβό πράγμα για να το δίνω όπου να είναι.
Που βρίσκετε τους ήρωες σας;
Κάποιος «έξυπνος» μου είπε κάποτε, «πας στα μπαρ για να βρεις ήρωες». Του απάντησα: «είσαι χαζό ς, πάω στα μπαρ για να πιω, να μιλήσω με ανθρώπους, να διασκεδάσω. Τι είναι οι ήρωες;ψάρια να τα ψαρέψεις!”
Τι χρειάζεται να έχει ένας συγγραφέας;
Τα δύο συστατικά της πεζογραφίας είναι η παρατηρικότητα και το άλλο η φαντασία. Συν το χρόνω αποκτάς κι άλλα εφόδια όπως είναι το χιούμορ όπου μια κατάσταση δραματική να μπορείς να τη δώσεις με χιούμορ χωρίς να χάσει το βάρος της…

Ο Καμικάζι, είναι στο βιβλίο ο πιο συμπαθής ήρωας σας…
Είναι πράγματι σε ανθρώπινο επίπεδο. Ο  ένας θαυμάζει τον άλλον, ο καμικάζι είναι ένα δαιμόνιος νεαρός που σέβεται  τον ηλικιωμένο ήρωα μου γιατί βλέπει ότι δεν είναι αδιάφορος για την νεότητα.

Θαυμάζετε τους νέους;
Υπάρχει μια νεολατρεία, ωραία σώματα, ωραία χτενίσματα, δεν συμφωνώ. Γι αυτό βλέπεις πολλούς νέους να φέρονται αγενώς. Από την άλλη τους συμπονώ, η εφηβεία είναι η πιο δύσκολη περίοδος της ζωής του ανθρώπου. Αν ήθελα να ξαναγίνω νέος θα άρχιζα από τα 30.Αν ξαναγυρνούσα πίσω θα ήθελα να αρχίσω τη ζωή μου από τα 30. Υπάρχουν και “νέοι- γέροι” όπως τους έλεγε ο Χατζιδάκις που δεν αισθάνονται νέοι και δεν ζουν ως νέοι..
Σας εμπνέει το παρελθόν;

Δεν μ΄αρέσει να γυρίζω στο παρελθόν…Βέβαια το παρελθόν είναι μια ανεξάντλητη δεξαμενή για να γράψει κανείς. Ο Ρεμπώ έγραψε σε ηλικία 16 ετών, για τον παρόντα του χρόνο. Βλέπεις μερικούς που αρχίζουν και σου λένε όλο ιστορίες από το παρελθόν…
Ο συγγραφέας είναι σαν τη μοδίστρα λέτε κάπου..
Ναι, κόβει και ράβει..
Κάτι που ήδη υπάρχει…
Ναι, αλλά δεν εννοώ λογοκλόπος. Μπορεί να πάρει μια παλιά ιστορία και να την δει αλλιώς, γιατί κάτι του λέει, κάτι τον πονάει. Λογοκλόπος είναι όταν το κείμενό του είναι σχεδόν πανομοιότυπο με το άλλο. Βέβαια η λογοκλοπή στη λογοτεχνία όπως και στη μουσική είναι γεγονός.  Το ζήτημα είναι να το δηλώνεις όπως ο Χατζιδάκις. Ύστερα υπάρχουν και οι επιρροές, όταν ο ένας επηρεάζεται από τον άλλον .
Η διακειμενικότητα πώς σας φαίνετε , το να ενσωματώνεις κείμενα άλλων στο δικό σου;
Μοντερνιά ή ποστ-μοντερνιά
Θέλετε να σχολιάσετε τους νέους συγγραφείς;
Το πλεονέκτημα είναι ότι ως νέοι έχουν ένα καινούργιο βλέμμα στον κόσμο, οι πιο προσεκτικοί γράφουν καλά. Κάποιοι βιάζονται, ακούω να λένε ότι το γράφουν μια κι έξω, δεν έχουν αντιληφθεί ότι τα πολυτιμότερα συστατικά ενός γραπτού βγαίνουν με την επεξεργασία. Ο αγώνας του συγγραφέα είναι από την αρχική ιδέα να ανέβει παραπάνω. Και υπάρχουν πολλοί νέοι αξιόλογοι …Π.χ. ο Τσίρμπας στο «Βικτώρια δεν υπάρχει», όταν το πρωτοδιάβασα ήμουν έξω φρενών γιατί νόμιζα ότι παραποιεί την αγαπημένη μου πλατεία Βικτωρίας, αργότερα είδα σε αυτόν πολύ ωραίες σκηνές. Όπως   ο Χρ.Οικονόμου ή η Γαλάτεια Ριζιώτη, η οποία είναι μοναδική στο να δίνει μια δραματική κατάσταση με σχεδόν σουρεαλιστικό τρόπο…και υπάρχουν πολλοί άλλοι.

Ποιους συγγραφείς αγαπάτε….
Τον Ιωάννου, τον Ταχτσή. Σήμερα τον Βασιλικό και τον Βαλτινό. Είναι οι δύο κορυφαίοι. Ο Βαλτινός έχει μια βραχυλογία και μια δωρική γλώσσα που δεν την έχω. Ο Βασιλικός έχει το ταλέντο να σου βγάλει από ένα γεγονός, ένα ντοκουμέντο, μια καλή λογοτεχνία. Βέβαια όλοι, κι εγώ, μπορούμε κάποια στιγμή να αποτύχουμε.
Έχω την αίσθηση ότι σήμερα γίνεσαι εύκολα συγγραφέας ή όχι;
Δύσκολο παλιά να γίνεις συγγραφέας. Σήμερα οι εκδότες βγάζουν πολύ εύκολα κι αυτή λογική οδηγεί σε χαράδρα. Βγάζει όλες αυτές τις κυρίες της ροζ λογοτεχνία που χορεύουν τον χορό του Ζαλόγγου χωρίς να δοξάζονται.
Έχει τύχει να βαρεθείτε ένα βιβλίο;
Πολλές φορές έχω βαρεθεί να βιβλίο. Προσπαθώ όμως να νιώσω τον συγγραφέα. Μερικές φορές συνεχίζω για να ανακαλύψω ωραία πράγματα, όπως πρόσφατα μου συνέβη με τον Βάλζερ.
Έχουν πει ότι εμείς σα χώρα δεν έχουμε αστικό μυθιστόρημα, επειδή δεν είχαμε ποτέ εθνική αστική τάξη, το πιστεύετε;  
Το πίστευα παλιότερα. Mια χαρά μπορεί να γράψει κάποιος ένα μυθιστόρημα. Eίμαστε μια μεγαλούπολη, με κοινωνικές, τάξεις, προοπτική. Να προσθέσω ότι η Αθήνα έχει υποστεί πολλά πλήγματα, θα τα δεις  αρκεί να περπατήσεις την Σταδίου. Πιστεύω ότι όλα θα φτιάξουν αλλιώς οδηγούμαστε σε έναν μηδενισμό. Και  θα φτιάξουν όλα όταν  όλοι οι μετανάστες, έλληνες και ξένοι αγαπήσουν αυτή την πόλη.

Ζούμε, όπως λένε πολλοί, όμως μια αντιπνευματική εποχή;
Δεν συμφωνώ, στους ανθρώπους εναπόκειται να οδηγήσουν σε ένα καλό .Ακούμε τόσα παραμύθια, πληροφορίες, ειδήσεις από μακριά, τα ζούμε όλα αυτά χωρίς να τα αισθανόμαστε. Οι λίγοι που διατηρούν φωτεινό το μυαλό και δημιουργικά τα χέρια τους θα αποδείξουν ότι όλα αυτά είναι περαστικά. Το κακό πάντα θα βρίσκει τρόπο να μπει στην ανθρώπινη κοινωνία, όλοι μας εξάλλου έχουμε και μια σκοτεινή πλευρά, οι περισσότεροι δεν το ξέρουν. Οι άνθρωποι που γράφουν, ζωγραφίζουν και οι καλοί αναγνώστες το ξέρουν…

(*) Συντομευμένη εκδοχή αυτής της συνέντευξης δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα ΕΠΕΝΔΥΣΗ, Σάββατο, 15 Νοεμβρίου 2014.

Δευτέρα 1 Δεκεμβρίου 2014

NICOLA CROCETTI

Η μοναξιά του ανθολόγου

Nicola-Crocetti
του NICOLA CROCETTI
Θα ξεκινήσω με μια κοινοτοπία και συγχρόνως μια αναμφισβήτητη αλήθεια: οι χώρες μας –Ιταλία και Ελλάδα– μοιάζουν, προπαντώς στα ελαττώματα και στα αρνητικά. Ένα από αυτά είναι πως οι κυβερνήσεις και οι θεσμοί τους δεν αγαπούν ιδιαίτερα τον πολιτισμό. Ο ελληνικός και ο ιταλικός πολιτισμός (από τον αρχαίο κλασικό μέχρι τον σύγχρονο, σε κάθε έκφανση, τέχνη, θέατρο, λογοτεχνία κ.ά.) εκτιμούνται πολύ περισσότερο στο εξωτερικό απ’ ό,τι στη χώρα του ο καθένας. Τα δε πολιτιστικά ινστιτούτα που μας αντιπροσωπεύουν στο εξωτερικό βρίθουν συχνά από προσωπικότητες μέτριες και «συστημένες», που εκτελούν αδέξια τα καθήκοντά τους. Τα παραδείγματα κακής διαχείρισης της πολιτισμικής πολιτικής των κρατών μας θα μπορούσαν να γεμίσουν όχι απλώς έναν τόμο, μα μια εγκυκλοπαίδεια.
Όποιος ασχολείται με τον πολιτισμό σε Ελλάδα και Ιταλία, με την τέχνη είτε τη λογοτεχνία, δεν πρέπει ποτέ να έχει μεγάλες προσδοκίες ούτε ελπίδες. Όχι επειδή το Κράτος όπου ζει δεν θα τον βοηθήσει, αλλά γιατί θα κάνει τα πάντα για να τον εμποδίσει, με τα πιο επινοητικά και κακοήθη μέσα. Για παράδειγμα, αν ευελπιστεί να διδάξει στο Πανεπιστήμιο, και διαθέτει τα καλύτερα προσόντα, μπορεί να είναι σίγουρο ότι αντί γι’ αυτόν θα προτιμήσουν κάποιον κατώτερο υποψήφιο (οι εξαιρέσεις είναι ελάχιστες), αρκεί να επρόκειτο για τον συγγενή ή τον φίλο κάποιου ισχυρού. Αν έχει γράψει ένα βιβλίο και φιλοδοξεί να λάβει κάποιο βραβείο, έστω και αν το αξίζει, είναι σχεδόν βέβαιο πως δεν θα το κερδίσει αυτός, μα κάποιος άλλος λιγότερο άξιος, με φίλους στην κριτική επιτροπή. Αν πάλι διευθύνει έναν ποιοτικό εκδοτικό οίκο και ζητάει κρατική επιχορήγηση, είναι μαθηματικά βέβαιο ότι δεν θα τη λάβει ποτέ αν δεν έχει ισχυρούς φίλους ή συγγενείς, ή ακόμη πολιτικές γνωριμίες.
Η ανθολογία που παρουσιάζεται σήμερα είναι μια χαρακτηριστική περίπτωση και μπορεί να λειτουργήσει ως παράδειγμα, διότι εμπλέκει περισσότερους τομείς και θεσμούς: λογοτεχνικό χώρο, εκδοτικούς οίκους, πανεπιστήμια, κρατικά πολιτιστικά ινστιτούτα, Τύπο, κριτικούς λογοτεχνίας και κριτικές επιτροπές των κρατικών βραβείων.
Γύρω στις αρχές του 2000, ο μεγαλύτερος εκδοτικός οίκος της Ιταλίας, ο Mondadori, αποφασίζει να εκδώσει μια ανθολογία σύγχρονης ελληνικής ποίησης. Απευθύνεται, όπως θα ήταν φυσικό, στο πανεπιστήμιο, και μάλιστα σε ένα από τα πιο έγκυρα με έδρα νεοελληνικής γλώσσας και φιλολογίας. Αναθέτει το καθήκον στον κάτοχο της έδρας, με τον όρο να το ολοκληρώσει μέσα σε τέσσερα χρόνια. Ύστερα από έξι χρόνια ο Mondadori ακυρώνει τη συμφωνία με τον/την νεοελληνιστή/-τρια και αναθέτει το έργο σε δύο άλλα πρόσωπα, αμφότερα ξένα στο ακαδημαϊκό περιβάλλον των νεοελληνικών σπουδών: ο πρώτος, ο Filippomaria Pontani, είναι κλασικιστής, ο άλλος, ο ομιλών, εκδότης και μεταφραστής. Περίπου μέσα σε έναν χρόνο η εργασία ολοκληρώνεται και, επιτέλους, δέκα χρόνια μετά, τον Οκτώβριο του 2010, η ανθολογία βλέπει το φως.
Τυπωμένο σε 5.000 αντίτυπα στην περίφημη σειρά I Meridiani*, το Poeti greci del Novecento παρουσιάζεται με εγκωμιαστικά λόγια στον ιταλικό Τύπο καθώς επίσης στο Journal of Modern Greek Studies του Πανεπιστημίου John Hopkins. Μάλιστα, το Πανεπιστήμιο Stony Brook της Νέας Υόρκης προσκάλεσε το 2013 τους δύο επιμελητές για να παρουσιάσουν την ανθολογία. Μέσα σε τρεις μήνες ο τόμος εξαντλήθηκε, παρά τη μη οικονομική τιμή των 65 ευρώ.
Και η Ελλάδα τι κάνει γι’ αυτό, πώς αντιδρά; Πρόκειται για την πιο σημαντική εργασία που έγινε ποτέ στο εξωτερικό για την ελληνική ποίηση: μια πολυτελής δίγλωσση (σε πολυτονικό σύστημα) έκδοση 2.000 σελίδων (η εισαγωγή του Filippomaria Pontani καλύπτει 100 σελίδες), με 66 ποιητές, ορισμένοι από τους οποίους, όπως ο Κάλβος, ο Παλαμάς και ο Σολωμός, παρουσιάζονταν για πρώτη φορά στους Ιταλούς αναγνώστες. Θα μπορούσε επομένως να περιμένει κανείς κάποια αντίδραση της Ελλάδας σε κρατικό επίπεδο, και ενδεχομένως ιδιωτικό. Λόγου χάρη, μια κριτική σε εφημερίδα ή λογοτεχνικό περιοδικό, μια παρουσίαση του τόμου –δεν εννοώ στο τμήμα ιταλικής φιλολογίας του Πανεπιστημίου της Αθήνας ή της Θεσσαλονίκης, ή σε κάποια άλλη σημαντική έδρα– έστω σε κάποιο βιβλιοπωλείο ή στο Ιταλικό Μορφωτικό Ινστιτούτο. Αντιθέτως, τίποτα. Εκτός από δύο αναφορές στον Τύπο με τη μορφή απλής είδησης για την κυκλοφορία της ανθολογίας, υπήρξε μια αναλυτική παρουσίαση στο περιοδικό Φάρμακο (τχ. 2, Φθινόπωρο-Χειμώνας 2013). Το βιβλίο δεν κρίθηκε άξιο να λάβει ούτε καν ένα μικρό βραβείο, από εκείνα που δίδονται μέχρι και σε αδέξιους ή κάκιστους μεταφραστές, όπως όλοι πολύ καλά γνωρίζουμε.
Στην Ελλάδα όχι μόνο δεν μίλησε κανείς γι’ αυτό, λες και –αντί να αποτελεί μια σπουδαία ανταπόδοση στην ποίηση και στον πολιτισμό αυτής της χώρας– ήταν κάτι επιζήμιο ή αρνητικό, κάτι που κανείς πρέπει να αγνοήσει ή να απομακρύνει. Και το κερασάκι στην τούρτα: όταν το βιβλίο στάλθηκε στο Υπουργείο Πολιτισμού στην Αθήνα ώστε να συμμετέχει στις υποψηφιότητες για το κρατικό βραβείο μετάφρασης ελληνικού έργου σε ξένη γλώσσα, το 2011, μου απάντησαν προσωπικά ότι δεν μπορούσε να συμπεριληφθεί, διότι ο κανονισμός προβλέπει (ψέμα) πως οι μεταφραστές πρέπει να ζουν, ενώ ένας από τους δύο επιμελητές-μεταφραστές της ανθολογίας –ο Filippomaria Pontani– ήταν νεκρός (πράγμα που δεν ισχύει, αφού πρόκειται για τον υιό και όχι για τον πατέρα, ο οποίος λεγόταν Filippo Maria…!). Αν είχαν κάνει τον κόπο έστω να ξεφυλλίσουν τον τόμο, θα είχαν διαβάσει τα βιογραφικά των δύο επιμελητών και θα είχαν συνειδητοποιήσει ότι ο Filippomaria Pontani (γεννημένος το 1976) ήταν τότε 35 ετών και, όπως λέτε, ζει και βασιλεύει. Είναι ολοφάνερο πως το Υπουργείο είπε δύο απανωτά ψέματα ώστε να μπορέσει να αποκλείσει την υποψηφιότητα και να βραβεύσει κάποιο άλλο βιβλίο.
Ας έρθουμε όμως στην ίδια την ανθολογία. Οι ανθολογίες ποίησης είναι αναπόφευκτα ένα ναρκοπέδιο. Καμιά ανθολογία δεν ικανοποιεί ποτέ τις προσδοκίες των κριτικών, πόσο μάλλον εκείνες των ποιητών: όσων αποκλείονται –και είναι κατανοητός ο λόγος της δυσαρέσκειάς τους–, αλλά συχνά και όσων περιλαμβάνονται, οι οποίοι παραπονιούνται ότι το μεγαλύτερο μέρος αφιερώθηκε σε ποιητές που οι ίδιοι θεωρούν κατώτερους ή «αντιπάλους» τους. Έπειτα, οι κριτικοί σχεδόν πάντα παρασύρονται από την τετριμμένη συνήθεια να υπογραμμίζουν ποιοι αποκλείστηκαν: γιατί αυτός ο ποιητής και όχι εκείνος; Συνήθεια που θυμίζει με θλίψη τις κουβεντούλες του καφενείου, το πρωί της Δευτέρας, για τα αποτελέσματα των κυριακάτικων αγώνων ποδοσφαίρου: αν ο προπονητής είχε βάλει στην ομάδα εκείνον τον παίκτη αντί για τον άλλον, θα είχαμε κερδίσει τον αγώνα.
Αντιθέτως, προσωπική μου γνώμη είναι πως προπαντώς στην περίπτωση μιας ανθολογίας μεταφρασμένης σε μια ξένη γλώσσα, θα έπρεπε να είναι άλλα τα κριτήρια αξιολόγησης. Για παράδειγμα, τι το διαφορετικό έχει αυτή η ανθολογία σε σχέση με προηγούμενες αντίστοιχες στην Ιταλία, ή σε σχέση με άλλες ανθολογίες ελληνικής ποίησης σε άλλες γλώσσες· αν η μετάφραση είναι καλή, κακή ή κάκιστη· αν η εν λόγω ανθολογία αναπληρώνει ένα κενό στον πολιτισμό της χώρας όπου κυκλοφόρησε (εν προκειμένω της Ιταλίας), τι υποδοχή είχε, κ.λπ.
Προσοχή, το μικρό μου cahier de doléances δεν σκοπεύει να είναι απλώς μια κατηγορία στους πολιτιστικούς θεσμούς της Ελλάδας, αλλά και της Ιταλίας. Διότι αν είναι αλήθεια ότι οι μεγαλύτερες ιταλικές εφημερίδες έγραψαν ενθουσιώδη άρθρα για την ανθολογία, και αρκετά βιβλιοπωλεία και ιδιωτικά ιδρύματα οργάνωσαν παρουσιάσεις, είναι επίσης αλήθεια ότι κανένα τμήμα νεοελληνικών σπουδών στα ιταλικά πανεπιστήμια (νομίζω ότι αριθμούν καμιά δεκαριά) δεν την παρουσίασε στους φοιτητές του. Και κανένας «λαμπρός» διδάσκων ή διδάσκουσα των νεοελληνικών δεν έγραψε έστω ένα σχετικό άρθρο. Ακόμη και αυτό το γεγονός όμως εξηγείται εύκολα, δεδομένου του ότι οι δύο επιμελητές-μεταφραστές είναι ξένοι στο ακαδημαϊκό περιβάλλον των νεοελληνικών στην Ιταλία.
Θα ήθελα να καταλήξω με μια παρατήρηση που προέρχεται από την πολύχρονη εμπειρία μου στον χώρο της ποίησης. Στη Πολιτεία των Γραμμάτων γενικά, και σε αυτήν της Ποίησης ιδιαίτερα, η Δικαιοσύνη δεν υφίσταται, και υπάρχει μία και μοναδική ανώτερη θεότητα που μπορεί να την επιβάλει: ο Χρόνος. Πριν από είκοσι πέντε περίπου χρόνια, ένας Γάλλος κριτικός δημοσίευσε μια έρευνα για 130 ποιητές της εποχής του Baudelaire. Ήταν εκείνοι που εκδίδονταν από τους μεγαλύτερους εκδοτικούς οίκους και τα πιο σημαντικά περιοδικά, εκείνοι που όλοι διάβαζαν και για τους οποίους όλοι μιλούσαν, που κέρδιζαν τα πιο μεγάλα βραβεία, δημοσίευαν άρθρα στις εφημερίδες και απολάμβαναν εξουσία και λογοτεχνικές φιλίες. Ανάμεσα σε αυτούς τους ποιητές δεν υπήρχε ο Baudelaire. Γι’ αυτόν μιλούσαν μόνο επειδή δικάστηκε για βλασφημία με Τα άνθη του κακού. Λοιπόν, περισσότερο από ενάμιση αιώνα μετά, κανείς δεν θυμάται το όνομα κανενός από αυτούς τους 130 ποιητές, ενώ ο μοναδικός που ξεχωρίζει στην ιστορία της παγκόσμιας λογοτεχνίας είναι ο Baudelaire.
Θα ήθελα να ευχαριστήσω το Νέο Πλανόδιον που πήρε την πρωτοβουλία να οργανώσει αυτή την παρουσίαση, τους ομιλητές που συμμετείχαν και όλους εσάς που είχατε την καλοσύνη να παρευρεθείτε.
Το κείμενο αυτό του ΝΙΚΟΛΑ ΚΡΟΤΣΕΤΤΙ διαβάστηκε από τον ίδιο στην εκδήλωση πυο διοργάνωσε το Νέο Πλανόδιον προς τιμήν του στις 29.11.2014 στον Πολυχώρο της Άγκυρας στην Αθήνα. Για τον Κροτσέττι και την Ανθολογία των Ελλήνων ποιητών που συνεπιμελήθηκε με τον Φιλιππομαρία Ποντάνι, μίλησαν ο Αντώνης Φωστιέρης, ο Παντελής Μπουκάλας και ο Κώστας Κουτσουρέλης. 
* Η σειρά "Meridiani" εγκαινιάστηκε το 1969 από τον Vittorio Sereni. Φιλοδοξία του Mondadori ήταν να δημιουργήσει μια σειρά αντίστοιχη με τη "Bibliothèque de la Pléiade". Πρόκειται για έγκυρες, πολυτελείς (πολύ λεπτό χαρτί, κομψό δέσιμο) εκδόσεις με τα άπαντα των μεγαλύτερων πεζογράφων και ποιητών της ιταλικής και της παγκόσμιας λογοτεχνίας, από την κλασική αρχαιότητα ώς τις μέρες μας. Μέχρι σήμερα έχουν κυκλοφορήσει 350 τόμοι. Ο τόμος Poeti greci del Novecento είναι η πρώτη ποιητική ανθολογία της σειράς.

Γιάννης Δάλλας, [σχόλιο για το ποίημα «Νέοι της Σιδώνος (400 μ.Χ.)»]

ΝΕΟΙ ΤΗΣ ΣΙΔΩΝΟΣ (400 μ.Χ.)

Ο ηθοποιός που έφεραν για να τους διασκεδάσει
απήγγειλε και μερικά επιγράμματα εκλεκτά.

Η αίθουσα άνοιγε στον κήπο επάνω·
κ’ είχε μιαν ελαφρά ευωδία ανθέων
που ενώνονταν με τα μυρωδικά
των πέντε αρωματισμένων Σιδωνίων νέων.

Διαβάσθηκαν Μελέαγρος, και Κριναγόρας, και Pιανός.
Μα σαν απήγγειλεν ο ηθοποιός,
«Aισχύλον Ευφορίωνος Aθηναίον τόδε κεύθει -»
(τονίζοντας ίσως υπέρ το δέον
το «αλκήν δ’ ευδόκιμον», το «Μαραθώνιον άλσος»),
πετάχθηκεν ευθύς ένα παιδί ζωηρό,
φανατικό για γράμματα, και φώναξε·

«A δεν μ’ αρέσει το τετράστιχον αυτό.
Εκφράσεις τοιούτου είδους μοιάζουν κάπως σαν λιποψυχίες.
Δώσε — κηρύττω — στο έργον σου όλην την δύναμί σου,
όλην την μέριμνα, και πάλι το έργον σου θυμήσου
μες στην δοκιμασίαν, ή όταν η ώρα σου πια γέρνει.
Έτσι από σένα περιμένω κι απαιτώ.
Κι όχι απ’ τον νου σου ολότελα να βγάλεις
της Τραγωδίας τον Λόγο τον λαμπρό —
τι Aγαμέμνονα, τι Προμηθέα θαυμαστό,
τι Ορέστου, τι Κασσάνδρας παρουσίες,
τι Επτά επί Θήβας— και για μνήμη σου να βάλεις
μ ό ν ο  που μες στων στρατιωτών τες τάξεις, τον σωρό
πολέμησες και συ τον Δάτι και τον Aρταφέρνη.» 


Σκοπιά συνοπτική της ποιητικής του είναι οι Νέοι της Σιδώνος (400 μ.Χ.). Ένα ποίημα, που ανεξάρτητα από τη στάθμη του προβάλλει την εποπτεία του ποιητικού φαινομένου. […]
Image
Από την εποχή του Σολωμού είχαμε να δούμε τέτοια καταπόνηση υλικού. Αλλά και σε σαφή διάκριση, προσδιορισμένη από τις χωριστές ιδιοσυγκρασίες και την απόσταση των συνθηκών: ο Σολωμός, αν κρίνουμε από τις παραλλαγές και τα διαδοχικά σχεδιάσματά του, λαξεύει αποσπάσματα και μάλιστα επιφάνειες στα προστάδια πάντοτε της εντέλειας. Ενώ στον Καβάφη, αν συγκρίνουμε πρώτες και δεύτερες μορφές ποιημάτων ή τα δημοσιευμένα με τα περισσότερα από τ’ ανέκδοτά του, βλέπομε παραριγμένα στο εργαστήρι του κομμάτια ολοκληρωτικής αφασίας ν’ ανασύρονται μετά από χρόνια ολόσωμα και να (ξανα)στήνονται σαν πλάσματα αισθητικής ευγλωττίας. Άλλη διαφορά: ο Σολωμός, έναν αιώνα πριν, καμινεύει τις λέξεις σαν φυσικά αγαθά, ενώ ο Καβάφης τις κατεργάζεται σαν τεχνικά αγαθά. Αντί για εμπνεύσεις και συλλήψεις, μιλά για «εργασία», «δούλεψι», «τεχνική».

Γιάννης Δάλλας, «Ο Καβάφης και η καλλιτεχνική εμπειρία» (στο συλλογικό τόμοΕισαγωγή στην ποίηση του Καβάφη), Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης
Πηγή: dikosmaskavafis.com

"Ώστε ανελλήνιστοι δεν είμεθα, θαρρώ."

Φιλέλλην


Κωνσταντίνος Καβάφης


Αναγνωρισμένα

Την χάραξι φρόντισε τεχνικά να γίνει.
Έκφρασις σοβαρή και μεγαλοπρεπής.
Το διάδημα καλλίτερα μάλλον στενό·
εκείνα τα φαρδιά των Πάρθων δεν με αρέσουν.
Η επιγραφή, ως σύνηθες, ελληνικά·
όχ’ υπερβολική, όχι πομπώδης—
μην τα παρεξηγήσει ο ανθύπατος
που όλο σκαλίζει και μηνά στην Pώμη —
αλλ’ όμως βέβαια τιμητική.
Κάτι πολύ εκλεκτό απ’ το άλλο μέρος·
κανένας δισκοβόλος έφηβος ωραίος.
Προ πάντων σε συστήνω να κυττάξεις
(Σιθάσπη, προς θεού, να μη λησμονηθεί)
μετά το Βασιλεύς και το Σωτήρ,
να χαραχθεί με γράμματα κομψά, Φιλέλλην.
Και τώρα μη με αρχίζεις ευφυολογίες,
τα «Πού οι Έλληνες;» και «Πού τα Ελληνικά
πίσω απ’ τον Ζάγρο εδώ, από τα Φράατα πέρα».
Τόσοι και τόσοι βαρβαρότεροί μας άλλοι
αφού το γράφουν, θα το γράψουμε κ’ εμείς.
Και τέλος μη ξεχνάς που ενίοτε
μας έρχοντ’ από την Συρία σοφισταί,
και στιχοπλόκοι, κι άλλοι ματαιόσπουδοι.
Ώστε ανελλήνιστοι δεν είμεθα, θαρρώ.
(Από τα Ποιήματα 1897-1933, Ίκαρος 1984)