Ο Φιρντάουσι έχει μείνει γνωστός σε εμάς ως ο ποιητής του μεγαλειώδους Περσικού έπους: του Σαχ-Νάμα ή Βίβλου των Βασιλέων. Είναι μία ιστορικώς γνωστή μορφή. Φιρντάουσι είναι το λογοτεχνικό ψευδώνυμο του Αμπντούλ Κασίμ Μανσούτ που έζησε περίπου από το 932 εώς το 1021. Το έπος περιέχει περίπου 12.000 δίστιχα (και εδώ επίσης εντυπωσιαζόμαστε από το γιγαντιαίο μέγεθος του ποιήματος) και ήταν αφιερωμένο στον Μαχμούντ βασιλιά του Γκαζνί (999-1032) ο οποίος, εντούτοις, δεν αντέμοιψε προφανώς τον ποιητή για αυτό όσο προσδοκούσε ο τελευταίος. Παρόλα αυτά ήταν μία μεγάλη τιμή για το βασιλιά. Οι Μωαμεθανικές δυναστείες που ανήλθαν στον περσικό θρόνο, θεωρούσαν ως μεγάλης αξίας το να θεωρούνται νόμιμοι απόγονοι των παλαιών βασιλικών γενεών. Ο Μαχμούντ αρεσκόταν στο αναγνωρίζει τους προγόνους του στις θαυμαστές μορφές της προισλαμικής παραδόσεως.
Όσο επικό υλικό και αν περιέχεται στην Βίβλο των Βασιλέων, είναι κατά βάσην η ιστορία μίας δυναστείας που φθάνει πίσω στο περσικό παρελθόν. Η ιστορία της Περσίας μέχρι τον θάνατο του Χοσρόη Β’ το 628 είχε καταγραφεί στο Κουανταϊναναμάγκ ή Βίβλο των Πριγκήπων, η οποία γράφτηκε πιθανόν κατά την βασιλεία του Γιαζντγκάρντ Γ’: μετά το έτος 632. Μετά την κατάκτηση της Περσίας από τους Μωαμεθανούς, δηλ. λείαν συντόμως μετά την σύνθεση της Βίβλου των Πριγκήπων, πολλές μεταφράσεις του έγιναν διαθέσιμες στα αραβικά, μερικές εκ των οποίων έχουν τώρα χαθεί. Κατά τα μέσα του δέκατου αιώνος δημιουργήθηκε το Σαχ-Νάμα γραμμένο σε Νέο-Περσικό πεζό λόγο. Κατά τη παράδοση ο Ντακίκι, ποιητής της αυλής της Μπουχάρα, συνέθεσε μία ποιητική εκδοχή του μεταξύ του 977 και του 997 την οποία , εντούτοις, δεν ολοκλήρωσε ο ίδιος. Αυτό έγινε από τον Φιρντάουσι ο οποίος υποτίθεται πως την ολοκλήρωσε γύρω στο 1010.
Αυτό το καθαρώς λογοτεχνικό και γραπτό κείμενο είναι τοιουτοτρόπως κυρίως ιστορικού χαρακτήρος και δεν πρέπει να τοποθετείται στο ίδιο επίπεδο με την γνησίως ηρωική επική ποίηση που έχουμε συναντήσει εώς τώρα. Η Βίβλος των Βασιλέων ασχολείται με την ιστορία του Γιασμέντ μέχρι την πτώση του βασιλείου των Σασσανιδών και έτσι εκτείνεται από τους μυθικούς χρόνους εώς το τέλος της περσικής ανεξαρτησίας. Όμως μέσα από αυτήν την σειρά βασιλέων αναδύεται ο πραγματικός ήρωας, ο Ρουστούμ ο πιστός υπηρέτης, ο οποίος δεν μπορεί να πεθάνει, αλλά δίνει τη ανεκτίμητη βοήθειά του σε διαδοχικές γενεές αρχόντων. Η καταγωγή του ανάγεται στην περιοχή του Σκιστάν στο νοτιοανατολικό Ιράν και κατ’ αρχάς διαδραματίζει κάποιο ρόλο στην βασιλεία του Μινουτσίρ. Ο πόλεμος με τις τουρανικές φυλές στον βορρά αρχίζει να προσλαμβάνει απειλητικό χαρακτήρα και ο βασιλιάς τους Αφράσιαμπ επιτυγχάνει να θέσει ένα τέλος στην περσική δυναστεία. Τότε ο Ρουστούμ φέρνει τον Κατζ Καβάντ από το Έλμπουρζ και τον στέφει. Ο βασιλιάς ζει για εκατό χρόνια και γίνεται ο ιδρυτής της δυναστείας των Καγιανιδών. Ο διάδοχός του είναι ο Κατζ Καούς, ένας φιλόδοξος άρχοντας, για τον οποίο λεγόταν ο μύθος πως προσπάθησε να πετάξει προς τον ουρανό με εκπαιδευμένους αετούς: ένα δάνειο από τον βαβυλωνιακό μύθο του Ετάνα το οποίο αντικατοπτρίζεται επίσης στην ευρέως γνωστή ιστορία της πτήσεως του Αλεξάνδρου προς τον ουρανό. Διάδοχός του είναι ο Κατζ Κόσρεβ, ο οποίος ανατράφηκε σε ένα μυστικό μέρος και ο οποίος, όπως ο Άμλετ, πρέπει να προσποιηθεί παράνοια. Ο πόλεμος με το Τουράν, κατά τον οποίο ο Ρουστούμ παίζει σημαντικό ρόλο, αναζωπυρώνεται και πάλι. Με τον βασιλιά Λόρασπ μία νέα γενιά βασιλέων αρχίζει στο Μπάλκ την πρωτεύουσα της Βακτρίας. Ο γιος του είναι ο Βιστάσπης, κατά την βασιλεία του οποίου ο Ζαρατούστρα κήρυξε την διδασκαλία του. Υπό τον διάδοχό του Ισφάντιαρ, ο Ρουστούμ εμφανίζεται για ακόμη μία φορά στο προσκήνιο, αφού προηγουμένως είχε αναγκαστεί να παραδώσει για κάποιο διάστημα την θέση του ως αρχηγός του στρατού σε κάποιον άλλο. Ο Ισφάντιαρ είναι άτρωτος εκτός από το μάτι του. Ο Ρουστούμ πρέπει να ξεφύγει από αυτόν , αλλά ακούει από το πουλί Σίμουργκ πως υπάρχει ένα φυτό με το οποίο είναι δεμένη η ζωή του Ισφάντιαρ. Με αυτό το φυτό κατασκευάζει ένα βέλος με το οποίο τοξεύει τον Ισφάντιαρ στο μάτι. Το μόνο τρωτό σημείο ενός ήρωος, από το οποίο μπορεί να σκοτωθεί μας είναι επίσης γνωστό εκ των θρύλων του Αχιλλέως και του Ζίγκφρηντ· μας υπενθυμίζει ιδίως τον ιρλανδικό θρύλο του Μπάλορ που παρομοίως μπορεί να φονευθεί μόνο από χτύπημα στο μάτι, και το φονικό φυτό μας είναι γνωστό από τον σκανδιναβικό μύθο του Μπάλντερ και τον φινλανδικό μύθο του Λεμινκάϊνεν.
Το επεισόδιο της μάχης ανάμεσα στον Ρουστούμ και τον γιο του Σοράμπ είναι δικαίως διάσημο. Έχουμε ήδη συναντήσει το ίδιο μοτίβο στον γερμανικό θρύλο του Χίλντεμπραντ και του Χάντουμπραντ,, στην ιρλανδική ιστορία του Κούχουλάιν και θα το δούμε ξανά στον ρωσσικό ηρωικό θρύλο του Ίλυα Μούρομετς. Είναι αναμφιβόλως ένα αρχαίο μοτίβο, αλλά η άποψη πως πέρασε από έθνος σε έθνος και ότι έτσι μεταδόθηκε από τους Πέρσες στους Ιρλανδούς μέσω των Ρώσσων και των Γερμανών είναι υποκείμενη σε σοβαρές ενστάσεις. Είναι ιδιαιτέρως η πρώιμη εμφάνισή του στην ιρλανδική ποίηση που είναι ασύμβατη με αυτή την άποψη. Θα έτεινα να σκεφτώ πως είναι μάλλον μία Ινδοευρωπαϊκή ιστορία που διατηρήθηκε από μερικά, αλλά όχι από όλα τα ξεχωριστά έθνη. Πολύ περισσότερο είναι εμφανές πως η απαρχή της ήταν ένας μύθος Συμπιεσμένος σε βασιλική γενεαλογία και παρατεινόμενος κατά πολλές γενεές, ο ηρωικός θρύλος του Ρουστούμ δεν εξοβελίστηκε ποτέ εντελώς. Η πιθανώς θα ήταν πιο σωστό να ειπωθεί πως η αρχική ενότητα διασπάστηκε καλειδοσκοπικώς ως αποτέλεσμα αυτής της μεταχειρήσεως. Πάντως στην Περσία και την Ινδία βρίσκουμε επικά βιβλία, δηλαδή γραπτά έργα γιγαντιαίου μεγέθους , τέτοια που η Δύση ποτέ δεν παρήγαγε. Δεν υπάρχει αμφιβολία πως αυτό είναι το τέλος μίας πολύ μακράς εξελίξεως η οποία πρέπει να είχε την απαρχή της στην προφορική λαϊκή επική ποίηση. Μπορεί να υποτεθεί πως αυτή η επική δραστηριότητα διήρκεσε για χίλια περίπου χρόνια για το Μαχάμπχάρατα. Για το Ραμαγιάνα διήρκεσε για τουλαχιστον οκτακόσια χρόνια. Έχει δικαίως παρατηρηθεί πως η αφηγηματική ποίηση πρέπει να υπήρχε ήδη πριν τον Ντακίκι, από τον οποίο το Σαχ-Νάμα έλκει όχι μόνο το μέτρο του, αλλά και τις καθορισμένες φόρμουλες και τα υφολογικά στοιχεία του.
Όχι λιγότερο αξιοσημείωτη είναι η ιστορία του Αρτακσίρ Ι Παπακάν. Ο Αρτακσίρ είναι ο εγγονός του Παπάκ, κυβερνήτου του Παρς. Όταν είναι δεκαπέντε ετών καλείται στην αυλή από τον βασιλιά του Ιράν, Αρνταουάν. Παρότι αρχικά ανατρέφεται τιμητικώς εκεί, στην συνέχεια υποβαθμίζεται σε καθεστώς σταβλίτου ως αποτέλεσμα φιλονικίας κατά την διάρκεια ενός κυνηγιού. Όμως μία από τις παλλακίδες του Αρνταουάν τον ανακαλύπτει και τον ερωτεύεται. Του λέει για ένα όνειρο που είχε ο βασιλιάς και το οποίο υποδεικνύει πως ο θρόνος θα μεταβιβασθεί σε έναν υπηρέτη που θα δραπετεύσει από αυτόν μέσα στις επόμενες τρεις ημέρες. Τότε το ζεύγος αποφασίζει να διαφύγει. Παίρνουν σημαντικούς θησαυρούς από το παλάτι και απομακρύνονται ιππεύοντας. Αυτό μας υπενθιμίζει ζωηρώς την ιστορία του Βάλτερ και της Χίλντγκουντ που διαφεύγουν από την αυλή του Αττίλα κατά παρόμοιο τρόπο.
Στον δρόμο δύο γυναίκες τον χαιρετίζουν ως τον μελλοντικό άρχοντα του Ιράν και τον συμβουλεύουν να ιππεύσει δυτικώς προς την κατεύθυνση της θαλλάσης. Όταν ο Αρνταουάν ανακαλύπτει την επόμενη ημέρα την διαφυγή, εξοπλίζει έναν στρατό για να τους καταδιώξει. Το απόγευμα μαθαίνει από τους κατοίκους ότι ο Αρτακσίρ πέρασε από εκεί κατά το ηλιοβασίλεμα. Στην επόμενη στάση μαθαίνει πως οι φυγάδες πέρασαν από εκεί το απόγευμα και πως ένα κριάρι προχωρούσε πίσω τους. Όμως την επόμενη ημέρα ο Αρνταουάν μαθαίνει από ένα καραβάνι πως είναι είκοσι παρασάγγες μπροστά του και ότι ένα κριάρι καθόταν πίσω από έναν από τους ιππείς. Ο Αρνταουάν τώρα συνειδητοποιεί την ματαιότητα της καταδιώξεως. Διότι το κριάρι που ακολουθούσε τον Αρτακσίρ ήταν το σύμβολο του βασιλικού μεγαλείου. Είχε στραφεί από τον Αρνταουάν προς τον νεαρό ήρωα.
Αυτή η ιστορία η οποία μπορεί να βρεθεί και σε ένα Μεσο-Περσικό χειρόγραφο και η οποία συναντάται επίσης στην Βίβλο των Βασιλέων του Φιρντάουσι, έχει ως κεντρικό χαρακτήρα της τον ιδρυτή του Μέσου Περσικού βασιλείου των Σασσανιδών το 226 μ.Χ. Ο Nöldeke παρατηρεί σχετικώς προς αυτόν τον θρύλο, ότι είναι αξιοσημείωτο πως τέτοιες ρομαντικές ιστορίες περί του ιδρυτού του βασιλείου που η ιστορία του ήταν γνωστή με τόση ακρίβεια, ήταν συνήθεις. Βεβαίως αξιοσημείωτο, αλλά όχι περισσότερο από ότι σε παρόμοιες περιπτώσεις που θα αναφερθούν αργότερα. Εδώ αγγίζουμε το πρόβλημα της μεταβάσεως από την ιστορία στον ηρωικό θρύλο, το οποίο θα συζητηθεί κατά πληρέστερο τρόπο στο κεφάλαιο 10.
Μετάφραση-Απόδοση: Τήμενος
Πηγή