Δευτέρα 26 Απριλίου 2021

Giovanni Peli "Εις μνήμην του Pier Paolo Pasolini"

 

Monte Testaccio (1960) foto di Paolo Di Paolo 

 

ΑΝΔΡΑΣ

Εκείνη τη μέρα ξύπνησα ήδη κουρασμένος

ενώ τα όνειρα θάμπωναν απέναντι στην πραγματικότητα

άνοιγα τα μάτια προς την πόλη μου

ασαφές τέρας με φλόγες και θορύβους:

θα διέσχιζα πάλι την Κόλαση.

 

ΓΥΝΑΙΚΑ

Επιμένει ο άνεμος πάνω στο σκληρό

δέρμα σου. Θυμάσαι εκείνο που δεν επιστρέφει.

Να ήμουν μια νέα γυναίκα,

να έδινα μορφή ήχου στο οστεώδες

πρόσωπό σου. Τώρα είμαι μόνο μητέρα.

 

ΑΝΔΡΑΣ

Δες: φεύγει από τη χούφτα μου η άμμος.

Με τον άνεμο γυρίζει στο πρόσωπό μου,

στα μάτια η χειρονομία ενός σαδιστικού αγοριού.

Μα ενάντια σε κάθε κανόνα βλέπω ακόμη:

έναν ακίνητο κόσμο όπου Ισότητα

δεν είναι τίποτε άλλο παρά διάχυτη σιωπή. 

 

ΓΥΝΑΙΚΑ

Κάποιος μου κλέβει τη σκέψη

μετέωρη μαριονέτα από πάγο

μια σταγόνα και χάνεται η μνήμη.

 

ΑΝΔΡΑΣ

Αυτή η γλώσσα είναι σαν κτήνος.

Μόνος σου, υπάρχει ένας δρόμος που δεν μπορείς να πάρεις,

όταν σου φράζουν τον δρόμο τρία θηρία,

και πλησιάζουν, κι είναι όμοια με σένα.

 

ΓΥΝΑΙΚΑ

Η νύχτα κατηγορεί την απαθή καρδιά μου.

Ποιους ήχους μού έδειξε το πεπρωμένο;

Τίποτα. Ο γιος μου και ο κόσμος δεν μιλούν.

 

ΑΝΔΡΑΣ

Η νύχτα κρατά κρυφές τις αιτίες

ενώ ο ορίζοντας συνθλίβεται

στη θάλασσα. To διυλιστήριο θα είναι

το ιερό μας, σαν τέρας

που λούζεται στην αθώα όχθη.

Τελετουργία της ενέργειας και της προόδου.

Μας χωρίζουν ήχοι που κανείς δεν αντέχει.

 

                 Ένα φίδι διασχίζει το στόμα μου

                 δεν αργεί, είναι ήδη μέσα σου:

                 ο έρωτας που καίει κι εσύ δεν καταλαβαίνεις.

 

ΓΥΝΑΙΚΑ

Εδώ στη θάλασσα όπου γεννιέται το πετρέλαιο

αποκαλύπτω τα μυστικά εκείνου που κουβαλώ ακόμη

στην κοιλιά. Νιώθω ότι έχω μέσα μια φωνή.

 

ΑΝΔΡΑΣ

Μόνος σου, υπάρχει ένας δρόμος που δεν μπορείς να

πάρεις, όταν σου φράζουν το πέρασμα τρία

θηρία, και πλησιάζουν, κι είναι όμοια με σένα.

 

Αυτή η γλώσσα είναι σαν κτήνος.

Ασαφής σαν τον Λύγκα.[1]

Άγρια σαν τον Λέοντα.

 

Κουβαλήσαμε πελώριους ογκόλιθους

σκάψαμε σε βάθος

μείναμε ακίνητοι και φωνάξαμε.

Ο θάνατος δεν θα αφανίσει τον έρωτά μας.

 

ΓΥΝΑΙΚΑ

Ο κόσμος φιλοξενεί τρεμάμενος τα πλάσματά του.

 

ΑΝΔΡΑΣ

Ο έρωτας ήταν πια μια λέξη

παρανοημένη κάθε λεπτό παραπάνω:

θέλω αυτόν που με σκοτώνει όπως εσύ.

 

ΓΥΝΑΙΚΑ

Υπάρχουν λέξεις που μας κατασπαράζουν μέσα

και δεν βρίσκουμε πια άνθη να φροντίσουμε

το μυστήριο που μπορούσαμε να αποκαλύψουμε

δεν είναι πια δικό μας.

 

ΑΝΔΡΑΣ

Γι’ αυτό καμιά φορά η αλήθεια χάνεται

είναι σαν να μην υπήρξε ποτέ:

μερικές λέξεις, όπως οι δικές μας, είναι κτήνη.

Και ξάφνου μια Λύκαινα.

Γρύλιζε και της έτρεχαν τα σάλια. Φοβόμουν.

Αναρωτιόμουν ποιος άραγε μπορούσε να με βοηθήσει.

Η μυστηριώδης κορφή τυλιγμένη στη σιωπή

έμοιαζε απρόσιτη.

Τότε η ψύχη μου στράφηκε πάλι

να κοιτάξει πίσω.

 

ΓΥΝΑΙΚΑ

Θα ήθελα να ήσουν ακόμη γιος μου

να διαβάζω τα πρώτα σου ποιήματα.

Με αφήνεις μόνη ενώ ο ορίζοντας

γίνεται διαυγής.

Περιμένω την ειρήνη μας.

 

ΑΝΔΡΑΣ

Στο φως της αλήθειας...

κι εκεί ακόμα πρέπει να σωπάσω.

Στο κατώφλι της Κόλασης

στην πόλη που μαστίζουν σειρήνες

πρέπει να κοιτάξω μπροστά.

 

                       Ζωντανεύουν τα φαντάσματα των σελίδων

                           κάθε θηρίο περιμένει τον πυροβολισμό του:

                           να σιωπάς πάντα ή να λες την αλήθεια

                        στη γλώσσα που καθένας καταλαβαίνει.

                        Στη φύση όμως ελάχιστη παρηγοριά

                       μας οδηγεί εκεί όπου πραγματικά θέλουμε

σε κάθε σταγόνα αίματος υπάρχει ψεύδος:

πολλές σκιές στην αλήθεια μας. 

 

Αυτοί οι ήχοι

μου ξαναδίνουν

μια μητέρα.

Έχω μπροστά

όλο τον χρόνο

που θέλω.

Δεν είμαι νεκρός

και θα μιλήσω.

 

ΑΝΔΡΑΣ ΚΑΙ ΓΥΝΑΙΚΑ

Να που είδα κάποιον να πλησιάζει. Οι εκρήξεις έμοιαζαν πιο μακρινές. Ήταν ένας ποιητής, είχε στο χέρι την ίδια την καρδιά του κι ήθελε να μου τη δώσει. «Θα είμαι ο οδηγός σου, γιατί εσύ με είδες ανάμεσα στις φλόγες. Έλα!» Δεν στεκόταν όρθιος, μα ήταν εκεί για μένα. Δεν είχα επιλογή. Είπα «ναι». Ναι. Τον πλησίασα κι η σιωπή έγινε πλήρης. Τότε κινήθηκε, κι εγώ τον ακολούθησα.

 

 

Μετάφραση: Μαρία Φραγκούλη

 


 



Foto Mario Martinazzi

Ο Giovanni Peli (Brescia, 1978) είναι συγγραφέας και μουσικός. Έχει γράψει ποίηση, πεζογραφία, τραγούδια και λιμπρέτα, καθώς και παιδική λογοτεχνία. Μαζί με τη μεταφράστρια Federica Cremaschi ίδρυσαν το 2015 τις Εκδόσεις Lamantica στη Brescia της Λομβαρδίας. Το παρόν κείμενο γεννήθηκε ως λιμπρέτο για έναν δίσκο σύγχρονης μουσικής που κυκλοφόρησε το 2005, στην επέτειο των 30 χρόνων από τον θάνατο του Pier Paolo Pasolini. Το 2015 εκδόθηκε (από τις εκδ. Lamantica, για τα 40 χρόνια της επετείου) στη μορφή που μεταφράζεται.



[1] Lonza: το όνομα αναφέρεται σε ένα απροσδιόριστο άγριο ζώο, πιθανόν τον λύγκα, τη λεοπάρδαλη ή τον γατόπαρδο. Πρόκειται για ένα από τα τρία ζώα που ο Δάντης συναντάει στο σκοτεινό δάσος (Κόλαση, I, 31-33), σύμβολο της λαγνείας ή του φθόνου σύμφωνα με τις πιο συνήθεις ερμηνείες.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου