Δευτέρα 29 Μαρτίου 2021

"ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΨΥΧΟΣΑΒΒΑΤΟ" ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ ΜΑΡΚΟΡΑΣ

 


                                                                                     Καὶ σὰν πρῶτα ἀντρειωμένη
                                                                                        χαῖρε, ὢ χαῖρε, Ἐλευθεριά!
                                                                                                                  ΣΟΛΩΜΟΣ

Αὐτός, Θεά, 'ποὺ σ' ἔκραξε,
Μ' ἀρμονικὴ γλυκάδα,
Νὰ κλάψῃς 'ς ἕνα λείψανο, (α)
Μία 'μέρα, 'ς τὴν Ἑλλάδα,
Κ' ἕνα σου δάκρυ ἀκόμα
Τώρα 'ς τοῦ χάρου κείτεται Τὸ παγωμένο στρῶμα,
Τῆς νειότης φαντασία,
Ἀποζητάει κ' ἐκεῖ. Αὐτὸς, μὲ τὴν ὁλόθερμη Ὀχ τῶν Ἡρώων τὰ κόκκαλα
Τ' Ἀγαρινοῦ τ' ἀστέρι,
Σ' εἶδε νὰ βγῇς, ὦ! Θεία! Μὲ τὸ σπαθὶ, ποῦ 'τρόμαξε Μὲ τὸ σταυρὸ 'ς τὸ χέρι
'Σὰν ἡ λαμπρὴ 'κυμάτισε
Σ' εἴδε νά βγῇς μ' ὁρμή. Θυμᾶσαι πῶς 'χαιρέτησε Τῆς νίκης τὴν ἡμέρα, Σημαία σου 'ς τὸν ἀέρα;
Ἔλα, Θεά! — δὲν πρέπουνε
Ἀλοιά! τὸν ἀγροικήσαμε Καὶ πρὶν νὰ ξεψυχήσῃ, Γλυκὰ νὰ τραγουδήσῃ Τὸ θεῖο χαιρετισμό! (β)
Στεφάνι τιμημένο,
Τῆς δάφνης τὰ κλανάρια Μόνον ἐκεῖ 'ποῦ 'πέσανε Τ' ἀνδρεῖα σου παλληκάρια — Νὰ πλέξῃς ὁλοπράσινο
Τὸ μέτωπο βαστάει·
Μὲ δάκρυα ποτισμένο, Ἔλα γοργὰ κ' ἐδῶ! Ἰδὲς, ἰδὲς περίλυπη Κι' ἄλλη Θεὰ περνάει, Καὶ 'ς τὴν ἀχνὴ παλάμη της
Κ' ᾑ δύο 'ς αὐτὸ τὸ Σῶμα,
Λύρα κρατεῖ μ' ὁλόμαυρο Μαγνάδι σκεπασμένη, 'Σ τὸ ξόδι ποῦ θὰ γένῃ Παγένοντας κι' αὐτή. Ἀγκαλλιασθεῖτε, κλάψετε
Ἐκεῖνο τὸ κορμί!
'Ποῦ λὲς κι' ἀπὸ τὴ φλόγα Σας Εἶν' ἀναμμένο ἀκόμα· Χαρὰ 'ς τὴ γῆ, 'π' ἀνοίγοντας, Θὰ 'χῃ παρόμοια χάρι 'Σ τὰ σπλάγχνά της νὰ πάρῃ
Ἡ γῆ λουλούδια πλῆθος,
Ὦ! πέστε, Σεῖς Ἀθάναταις, Τὶ θησαυρὸ θὰ κλείσῃ Κι' ὁ λάκκος ὀχ τὰ βάθη του Μὲ μιᾶς νὰ λαχταρίσῃ; Τ' ἄστρα δροσιὰ νὰ ῥίξουνε, 'Σ τὸ παγωμένο στῆθος,
Θὲ νὰ 'βγη τραγουδῶντας,
'Σ τὴν ἄσπρη κεφαλή. Πέστε, ν' ἀκούσουν Ἕλληνες, Φίλοι κ' ἐχθροί μας ξένοι, 'Ποῦ μὲ τὸν Ὕμνο ἡ Τέχνη του Δὲν εἶναι ἀπεθαμμένη· Ὁποῦ 'ς τὸν κόσμο 'γλίγορα
Μ' ἀναλαμπὴ μεγάλη,
Πατόκορφα φορῶντας Λαμπρότατη στολή. Καὶ ζῇ — καθάρια, ξάστερη Ἡ θεία ψυχὴ μᾶς μένει 'Σ τὸ στίχο τὸν ἀθάνατο Πιστὰ ζωγραφισμένη· Ἐκεῖ τὸ Πνεῦμα δείχνεται
Ὀποῦ 'χε 'ς τὴ θωριά.
Φέγγουν ἐκεῖ τὰ κάλλη

                                                                                         ΓΕΡΑΣΙΜΟΥ ΜΑΡΚΟΡΑ

(α) Λευτεριὰ γιὰ 'λίγο πᾶψε — Νὰ χτυπᾷς μὲ τὸ σπαθὶ — Τώρα σίμωσε καὶ κλᾶψε — εἰς τοῦ Μπάϊρον τὸ κορμί. — Στροφὴ α΄. Ὕμνος εἰς τὸν θάνατο Λόρδ Μπάϊρον.
(β) Λίγαις στιγμαῖς προτοῦ ὁ Ποιητὴς ἀπεθάνῃ, ἐτραγουδοῦσε τὸν Ὕμνον τῆς Ἐλευθερίας

Τὸ ἔντυπο φύλλο, ὅπου τυπώθηκε τὸ «Πρῶτο Ψυχοσάββατο», ἔχει καὶ τὶς μικρὲς αὐτὲς ἐπεξηγηματικὲς σημειώσεις τοῦ ἴδιου τοῦ ποιητῆ. Ἀπὸ τὸν τίτλο του, φαίνεται καθαρὰ ὅτι εἶναι τὸ πρῶτο γράψιμο τοῦ γνωστοῦ ποιήματος ἀπὸ τὰ «Ἅπαντα» τοῦ Μαρκορᾶ (σελ. 179), ποὺ ἔχει κ' ἐκεῖ τὸν τίτλο «Τὸ πρῶτο Ψυχοσάββατο», στροφὲς 10, ἀλλὰ μὲ σημαντικὲς διαφορές. Ὁ Μαρκορᾶς, δηλαδή, στὰ «Ἅπαντά» του, ἔκαμε ἀπὸ τὴν ἀρχὴ μία νέα ἀνάπλαση τοῦ ποιήματος. Ἡ «Νέα Ἑστία», σύμφωνη μὲ τὴ γνώμη τοῦ κ. Βλαχογιάννη, ἐνόμισε ὅτι ἔπρεπε νὰ διασωθῇ καὶ ἡ πρώτη «ἔκδοση» τοῦ ποιήματος, ποὺ δείχνει τὴν πρώτη αἰσθηματικὴ ἐντύπωση τοῦ θανάτου τοῦ Σολωμοῦ στὴ φαντασία τοῦ μαθητῆ του καὶ πιστοῦ φίλου του.


Πηγή: «Νέα Ἑστία» τχ. 224, 1936
Φωτογραφία: «Νέα Ἑστία» τχ. 413-414, 1944

Ἑλληνων Φῶς

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου