Σάββατο 18 Ιανουαρίου 2020

LALLA ROMANO





Τάμα

Καμιά φορά σκέφτομαι
πως θα ήθελα να βρίσκομαι σε μια
από κείνες τις απλοϊκές παραστάσεις των ναών
που οι ταπεινοί ζωγραφίζουν ως αφιέρωμα.
Σε ένα ήσυχο δωματιάκι
με λευκό κρεβάτι, λευκές κουρτινούλες,
και μια ευσεβής κυρία να προσεύχεται,
ντυμένη στα μαύρα, γονατισμένη
στο πάτωμα με τις λευκές και γαλάζιες πλάκες.
Εκεί τα πράγματα δεν έχουν σώμα:   
είναι απλώς ένα πέπλο
της ψυχής.
Μιας ψυχής απλής και πιστής
όπως εκείνη των ήρεμων μικρών ζώων.

                                   Poesie (appunti), inedite

         * * *

Πριν την αυγή

Απότομα τη νύχτα μάς ξυπνά
βραχνό ουρλιαχτό πετεινών˙ και πιστεύουμε
ήδη στον χαιρετισμό της αυγής˙ όμως μας συνταράζει 
και μας διεγείρει, βυθισμένους ακόμη στον ύπνο
και απροετοίμαστους, η μυστηριώδης έκκληση.
Αντηχεί στα έντρομα πνεύματα
μέσα από τη σιωπή, και με φόβο
και άγνωστο πανικό σκεπάζει τη νύχτα.                                       

         * * *

Έρωτας

Αν στα μάτια με κοιτάς, δεν ακούω
τις λέξεις σου˙
άλλες λέξεις λένε τα μάτια σου,
μάλλον μόνο μία:
την πιο γλυκιά, τη μόνη που αντιλαμβάνομαι.
Κι όμως τη φοβάμαι:
διότι αν μετά σιωπάς, ακόμη ζητώ λέξεις.

                                                        Fiore (1941)

         * * *

Χαρούμενη κατέρχομαι προς τα όνειρα
γιατί εκεί θα σε αντικρίσω
και θα πετάξω στην αγκαλιά σου
γελώντας

Όμως καμιά φορά
φαίνεται πως δεν με βλέπεις και απομακρύνεσαι
στους άδειους δρόμους

και αφού μάταιο
είναι να σε φωνάξω, εκεί κάτω,
άλαλη ανεβαίνω ξανά                   
                                
                  * * *

Δεν ωφελούν τα τείχη
η βροχή με χτυπά και με μουσκεύει
δεν ωφελούν οι κουβέρτες η λάμπα
η βροχή με διαπερνά και σκάβει

Μέσα από το αίμα μέσα από τη σάρκα
μέχρι να σβήσει την καρδιά
                                       
                  * * *

Η μακρινή φωνή σου
είναι μοναξιά
περισσότερο απ’ όσο η απουσία

Έτσι βλέπουν τον ουρανό
οι θαμμένοι
λευκός ουρανός των φυλακών 
απαγορευμένος ουρανός των τυφλών
που δεν δόθηκε στη μνήμη
                                                                                                                  
                  * * *

Το φορτηγό με τα βιολετί φανάρια
στο βάθος της νύχτας
είναι φόβος
και η κενή θέση σου
τα απόντα χέρια σου
το τρεμάμενο βήμα μου
στο μοναχικό πεζοδρόμιο  
                          
         * * *

Το ζωηρό πρωινό
είναι ατελείωτη νύχτα
είναι η μοναχική
απραξία των φυλακών
το βασανιστικό
κρεβάτι των νοσοκομείων
είναι η αργή αφαίμαξη
μιας πληγής

                               Giovane è il tempo (1974)
                                                                                  
              
Η Ιταλίδα συγγραφέας και ζωγράφος Lalla Romano (Demonte, 1906 – Milano, 2001) σπούδασε φιλολογία στο Πανεπιστήμιο του Torino και παρακολούθησε τη σχολή ζωγραφικής του Felice Casorati. Εργάστηκε ως βιβλιοθηκάριος, δίδαξε ιστορία της τέχνης και συνεργάστηκε με γνωστές εφημερίδες ως τεχνοκριτικός. Κατά τη διάρκεια του πολέμου φεύγει από το Torino και επιστρέφει στο πατρικό της στο Cuneo, όπου έρχεται σε επαφή με ομάδες παρτιζάνων και προσχωρεί στο παράνομο Κόμμα Δράσης (Partito d’Azione). Ο Montale την ενθάρρυνε να εκδώσει την πρώτη της ποιητική συλλογή, Fiore (1941). Η Romano συνήθως δημιουργεί μια λεπταίσθητη ατμόσφαιρα, αναλύοντας απλά και προσωπικά αισθήματα. Εκτός από την ποίηση, έγραψε κυρίως πεζά: Le metamorfosi (1951), Maria (1953), Tetto Murato (1957), Diario di Grecia (1960), L’uomo che parlava solo (1961), La penombra che abbiamo attraversato (1964), Nei mari estremi (1987), Dall’ombra (1999) κ.ά.

Η επιλογή των ποιημάτων έγινε από τον τόμο: Lalla Romano, Poesie, a cura di Cesare Segre, Einaudi, Torino 2001.



Μετάφραση: Μαρία Φραγκούλη






Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου