ΣΥΖΗΤΗΣΕΙΣ ΤΟΥ ΑΝΤΟΝΙΟ ΤΑΜΠΟΥΚΙ
ΜΕ ΤΟΝ ΜΕΤΑΦΡΑΣΤΗ ΤΟΥ ΑΝΤΑΙΟ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΙΔΗ
Στο βιβλίο «ΕΝΑ ΠΟΥΚΑΜΙΣΟ
ΓΕΜΑΤΟ ΛΕΚΕΔΕΣ» ο Αντόνιο
Ταμπούκι μίλησε για τα βιβλία του αλλά προτίμησα να σας γράψω για τον ίδιο τον συγγραφέα
και τις απόψεις του για τη Λογοτεχνία γενικότερα όπως εκφράζονται μέσα από τη
συζήτηση.
Ο Ταμπούκι, μέσα από τις
σελίδες του βιβλίου, ταξιδεύει στον χώρο
και στον χρόνο με συνεπιβάτη τον μεταφραστή εφτά έργων του τον Ανταίο
Χρυσοστομίδη. Οι δυο τους επισκέφτηκαν χώρες όπως η Πορτογαλία, η Ισπανία, η
Ιταλία, η Ελλάδα αλλά και μίλησαν για χώρες που διέσχισαν με τον νου όπως η
Αργεντινή που παρέμεινε μία χώρα όνειρο προορισμού.
Διαβάζω στο οπισθόφυλλο του βιβλίου, εκδόσεις
ΑΓΡΑ, ότι ο Ταμπούκι ξεκινά μια μακριά εξομολόγηση για τον εαυτό του και τα
βιβλία που έχει γράψει.
Το ταξίδι στον χρόνο τον
πάει πίσω στην παιδική του ηλικία όπου μικρός κοιτούσε τα άστρα γιατί ήθελε να
γίνει αστρονόμος. Την ημέρα που γεννήθηκε, τον Σεπτέμβριο του 1943, τα παράθυρα
του νοσοκομείου της Πίζας έγιναν θρύψαλα από τις βόμβες καθώς η πόλη
βομβαρδιζόταν από τους Συμμάχους. Μεγάλωσε με τις ιστορίες των παππούδων του και
άκουγε τα γεγονότα του πολέμου όπως τους θρύλους.
Το πρώτο του βιβλίο το
«Πλατεία Ιταλίας» είναι ένα βιβλίο «μακριάς μνήμης που αντιτίθεται στην βραχεία
μνήμη των Μ.Μ.Ε.» όπως παρατηρεί ο Ανταίος Χρυσοστομίδης.
Το πρώτο μάθημα
λογοτεχνίας, για τις διαφορετικές οπτικές γωνίες, το πήρε από την γιαγιά του
όταν ο μικρός Αντόνιο διάβασε το Ευαγγέλιο που είχε δωρίσει σε κάθε παιδί του
Βεκιάνο, χωριό της Πίζας, ο παππάς της ενορίας. Ο μικρός είπε στην γιαγιά του: «
Γιαγιά, είναι η ίδια ιστορία, κι όμως τη διηγούνται τέσσερις. Γιατί;» Εκείνη
του απάντησε με μια αγροτική παροιμία: «Το κάθε κεφάλι, ένα διαφορετικό μυαλό».
Η ταινία του Φελλίνι
«Ντόλτσε Βίτα» τού άλλαξε τη ζωή. Όταν την είδε, στην Φλωρεντία, «ο κόσμος του
κατέρρευσε» όπως είπε χαρακτηριστικά στον Ανταίο Χρυσοστομίδη. Τότε ήταν που
αποφάσισε να μην γραφτεί στο πανεπιστήμιο και να φύγει για την Γαλλία. Σε αυτήν
την ταινία είχε δει την πραγματική πουριτανή Ιταλία της εποχής του και θέλησε
να ελευθερωθεί. Ωστόσο, πήρε μαζί του την αγάπη του για τους Ιταλούς συγγραφείς
Ίταλο Σβέβο, Γκάντα, Σάσα και Καλβίνο.
Μαθητής του φιλόσοφου Γιανκελεβίτς
συνάντησε τυχαία την ποίηση του Πεσσόα μέσα από ένα βιβλιαράκι στα γαλλικά με
τίτλο «Bureau
de tabac». Η «γνωριμία» με τον Πεσσόα τον οδήγησε
στην επόμενη καθοριστική απόφαση να σπουδάσει πορτογαλική φιλολογία. Μετά η ζωή
του άλλαξε καθώς γνώρισε την Πορτογαλία, μια πολυπολιτισμική χώρα, έζησε εκεί
αλλά και παντρεύτηκε, την Μαρία Ζοζέ, μια πορτογαλίδα.
Έγινε καθηγητής στο
πανεπιστήμιο και δίδαξε πορτογαλική μυστικιστική ποίηση του 16ου αιώνα. Πολιτικά
ανήκε στην αριστερά αλλά δεν του άρεσε να είναι «διδακτικός». Κατέγραψε τα
γεγονότα της εποχής του. Η πολιτική στα διηγήματά του μπήκε ως μία ανθρώπινη
διάσταση, ως ένα μέτρο της πραγματικότητας.
Πίστευε
πως το να είσαι συγγραφέας δεν αποτελεί επάγγελμα. Η Λογοτεχνία είπε στην
εξομολόγησή του στον Ανταίο Χρυσοστομίδη «χρειάζεται δύο πράγματα. Το ένα είναι
η έμπνευση, που αποτελεί δώρο θεών, το άλλο είναι να δουλεύεις ταπεινά σαν τον
τεχνίτη, σα να κάνεις μία χειρωνακτική εργασία, όπως τόσες άλλες.
Ο Ταμπούκι έγραφε για να μιλήσει για μια άλλη πραγματικότητα. Πίστευε
πως η φαντασία είναι και αυτή μία μορφή πραγματικότητας. «Η ζωή ενός συγγραφέα
δεν μετριέται με την εξωτερική αλλά με την εσωτερική του ζωή. Μετριέται με την
ικανότητα να φαντάζεται, να δημιουργεί άλλες ζωές» είπε στον Ανταίο Χρυσοστομίδη.
Στην ερώτηση «ποια είναι η καλή λογοτεχνία» ο Αντόνιο Ταμπούκι απάντησε
«ό,τι είναι αυθεντικό». «Η τέχνη είναι ένα παιχνίδι» πρόσθεσε. Ο Ταμπούκι δεν
πίστευε στις θεωρητικές σχολές της λογοτεχνίας ούτε και στα λογοτεχνικά είδη. «Τα
λογοτεχνικά είδη τα εφηύραν οι κριτικοί και όχι οι συγγραφείς. Τα λογοτεχνικά
είδη δεν ταυτίζονται με τη λογοτεχνία είναι κατηγορίες που μπήκαν εκ των
υστέρων» σημείωσε.
Ο Πεσσόα επηρέασε τον
Ταμπούκι ωστόσο στο έργο του είπε πως «διασχίζει απλά την σκηνή, υπάρχει ως
ατμόσφαιρα». «Ο Πεσσόα και ο Μπέκετ είναι όριο». Ο συγγραφέας εξήγησε πως «Ο
ήρωας στον Πεσσόα μπαίνει στο παιχνίδι σαν υπαρκτό πρόσωπο, με τους ίδιους
όρους. Εάν δεν γνωρίζεις ότι δεν είναι φυσικό πρόσωπο βλέπεις μια διαλεκτική
σχέση με τον δημιουργό του, διότι πολλές φορές δημιουργός και δημιούργημα δεν
συμφωνούν μεταξύ τους. Ο ριζοσπαστισμός της ποιητικής του Πεσσόα φτάνει στα
άκρα. Το ίδιο συμβαίνει και με τον Μπέκετ. Εάν πας παραπέρα κάνεις μπεκετισμό».
Τα πολλά πρόσωπα του
Πεσσόα τον βοήθησαν να απαντήσει σε ένα καίριο δίλημμα: ή ζεις ή γράφεις. Με τα
χρόνια συνειδητοποίησε πως ήταν ένα ψεύτικο δίλημμα. «Όταν γράφεις λογοτεχνία
εφευρίσκεις διαρκώς τη ζωή, εφευρίσκεις χιλιάδες πρόσωπα, εφευρίσκεις την
Ανθρώπινη Κωμωδία του Μπαλζάκ, εφευρίσκεις έναν άλλο κόσμο, αλλά η ζωή είναι
μονίμως απούσα, κι εσύ δεν μπορείς να κάνεις τίποτα» εξομολογείται στον Ανταίο
Χρυσοστομίδη. Αυτά τα λόγια τώρα που και οι δυο τους απουσιάζουν αποκτούν έναν
τόνο συγκίνησης αλλά και ηχούν σαν ένα δελφικό ρητό που «μιλάει» την αλήθεια
αλλά δεν έχει μία ερμηνεία.
Ο Αντόνιο Ταμπούκι και ο
Ανταίος Χρυσοστομίδης μέσα από την συζήτησή τους μας έβαλαν να κρυφοκοιτάξουμε
στο εργαστήρι του συγγραφέα και του μεταφραστή του. Μία σχέση που σφυρηλατήθηκε
μέσα από την δική τους πραγματικότητα, την πραγματικότητα του κόσμου της
λογοτεχνίας και που τους μέθυσε όπως το καλό κρασί που αγαπούσαν και οι δυο.
Το εξαίρετο αυτό βιβλίο μοιάζει
με συνέντευξη ή ακόμη και με επιστολικό μυθιστόρημα, στο οποίο παρέλασαν πολλοί
συγγραφείς και χώρες με τη μορφή αναφορών και αναμνήσεων. Ο ίδιος ο Ταμπούκι θα
αντιδρούσε εάν διάβαζε το άρθρο αυτό και πιθανόν να έλεγε ότι τον κατηγοριοποιώ
και δεν θα είχε άδικο. Ωστόσο, η
συζήτηση αυτή μου θύμισε τις ρομαντικές επιστολές του Γκαίτε στον φίλο του ή
ακόμη τις συμβουλές του Ρίλκε σε έναν νέο ποιητή.
Κλείνοντας αυτό το άρθρο
θέλω να σταθώ στο καλαίσθητο εξώφυλλο του βιβλίου «ΕΝΑ ΠΟΥΚΑΜΙΣΟ ΓΕΜΑΤΟ
ΛΕΚΕΔΕΣ» που είναι της Χρύσας Ρωμανού, της οποίας ο Ανταίος Χρυσοστομίδης
έγραψε την βιογραφία.
Θέλω επίσης να εκφράσω
τον θαυμασμό και την εκτίμησή μου για τις εκδόσεις ΑΓΡΑ που έχουν επιλέξει να
παρουσιάζουν μικρά σε μέγεθος καλαίσθητα βιβλία και να πω πως ήταν μια πολύ
ευχάριστη έκπληξη το γεγονός ότι τα
φύλλα του βιβλίου ενώ ήταν άκοπα μπορούσα να τα κόψω με το δάχτυλό μου, χωρίς
χαρτοκόπτη, και να απολαμβάνω το χρατς μέσα στον ηλεκτρικό που διάβασα το
βιβλίο και πως ένιωθα σαν να μοιράζομαι ένα μυστικό ήχο, κάθε φορά που άλλαζα
σελίδα, με τους συνεπιβάτες μου. Το βιβλίο διεκδικούσε την παρουσία του με τον
ήχο και το βλέμμα μου κι εγώ κρατούσα μέσα εκεί στα χέρια μου δυο φίλους που με
έβαζαν μέσα σε μια άλλη πραγματικότητα και μάλιστα μου είχαν δώσει και τον
χάρτη ώστε να μην χαθώ…
Νότα Χρυσίνα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου