Κυριακή 22 Νοεμβρίου 2015

Ακριτικά τραγούδια




Ακριτικά τραγούδια ονομάζονται τα δημοτικά τραγούδια που αναφέρονται στα κατορθώματα των Ακριτών, των φρουρών των ανατολικών συνόρων της Βυζαντινής αυτοκρατορίας. Τα ακριτικά τραγούδια είναι τα παλαιότερα ελληνικά δημοτικά τραγούδια που σώζονται και συγγενεύουν με το έμμετρο αφήγημα του 12ου αι., το γνωστό ως «Έπος του Διγενή Ακρίτα».
Η αναφορά των ακριτικών δημοτικών τραγουδιών ανάγεται στα βυζαντινά χρόνια, την εποχή που δημιουργήθηκαν τα θέματα ειδικότερα στη περιοχή του Ευφράτη, του Ταύρου και του Αντίταυρου (8ο - 9ο αιώνα), για την ασφάλεια των οποίων άκμαζε ο θεσμός των Ακριτών, εξ ου και η ονομασία τους. Η σύνθεση αυτών ανάγεται μεταγενέστερα (11ο - 12ο αιώνα), στον Πόντο, την Καππαδοκία και γενικότερα στη Μικρά Ασία. Μαρτυρία για την ύπαρξη ηρωικής ποίησης στο Βυζάντιο θεωρείται η αναφορά του Αρέθα, αρχιεπισκόπου Καισαρείας (9ος-10ος αι.) στους Παφλαγόνες ραψωδούς που τραγουδούσαν από σπίτι σε σπίτι «ᾠδάς τινας πάθη περιεχούσας ἐνδόξων ἀνδρῶν».
Το παλαιότερο σωζόμενο ακριτικό τραγούδι είναι το «Άσμα του Αρμούρη» που παραδίδεται σε χειρόγραφο του 15ου αι. Τα περισσότερα όμως ακριτικά που είναι γνωστά σήμερα είναι όψιμες καταγραφές, του 19ου ή και των αρχών του 20ου αι., και προέρχονται από τον Πόντο, την Κύπρο και την Κρήτη. Η παλαιότητα του υλικού των τραγουδιών γίνεται αντιληπτή από την μνεία των Σαρακηνών, της Συρίας και της Αραβίας και τα βυζαντινά ονόματα των ηρώων: Αλέξιος, Κωνσταντίνος, Θεοφύλακτος. Σε κάποιες από τις παραλλαγές όμως με την πάροδο του χρόνου προστέθηκαν και νεότερα ιστορικά στοιχεία, όπως η αναφορά στους Τούρκους και την άλωση της Κωνσταντινούπολης (παράδειγμα οι ποντιακές παραλλαγές Του υιού του Ανδρόνικου, όπου στους πρώτους στίχους, αντί για «Κουρσεύουν οι Σαρακηνοί, κουρσεύουν οι Αραβίδες», που υπάρχει στις άλλες παραλλαγές, λέγεται «Οι Τούρκ' όνταν εκούρσευαν την Πόλ', την Ρωμανίαν»).
Γενικά, τα ακριτικά τραγούδια διακρίνονται από τα πλούσια χαρακτηριστικά του δημοτικού τραγουδιού και ιδιαίτερα για την πνοή τους, την ηρωική και πολεμική αναφορά τους, την πυκνότητα αλλά και τη λιτότητα του λόγου καθώς και για την πλαστική τους δύναμη. Κύριος στόχος τους είναι η έξαρση της τιτάνιας προσωπικής λεβεντιάς που στο στόμα του ελληνικού λαού γίνεται τραγούδι - θρύλος. Αποτελούν έκφραση εν προκειμένω της τιτάνιας αντιπαλότητας του Βυζαντίου κατά των βαρβάρων και του αγροίκου χαρακτήρα των Αράβων και κάθε άλλων επιδρομέων ως παρασιτικών στοιχείων της Αυτοκρατορίας.
Συνέπεια των παραπάνω είναι οι ήρωες αυτών των τραγουδιών να παρουσιάζονται σαν άτομα εξαιρετικής ανδρείας, συχνά με υπερφυσικές δυνατότητες και διαστάσεις: επιδεικνύουν πολεμικές ικανότητες από μικρή ηλικία και είναι σε θέση να κατατροπώσουν μόνοι μεγάλα στρατεύματα. Τα κατορθώματα των ακριτικών ηρώων παρουσιάζουν διάφορες μορφές: Στο Άσμα του Αρμούρη ο νεαρός ήρωας, ο Αρέστης, γιος του Αρμούρη, κάνει έφοδο στο στρατόπεδο των Σαρακηνών για να ελευθερώσει τον αιχμάλωτο πατέρα του, εξοντώνει τους εχθρούς και προκαλεί τον θαυμασμό του Εμίρη για το θάρρος και την αποφασιστικότητά του, με αποτέλεσμα ο Εμίρης να του προσφέρει ως σύζυγο την κόρη του. Στο τραγούδι Των γιων του Ανδρόνικου ο ήρωας (γιος του Ανδρόνικου) γεννήθηκε στην αιχμαλωσία, αφού οι Σαρακηνοί σε μια επιδρομή απήγαγαν την έγκυο μητέρα του. Σε πολύ νεαρή ηλικία νίκησε σε αγώνισμα τους Σαρακηνούς και δραπέτευσε για να βρει τον πατέρα του. Σε άλλα τραγούδια εμφανίζεται το μοτίβο της αρπαγής μιας κοπέλας από τους Σαρακηνούς και της απελευθέρωσής της από τον άντρα της. Ο ήρωας σε πολλά από αυτά είναι ο Διγενής Ακρίτας, αλλά υπάρχουν και παραλλαγές με άλλους ήρωες, όπως το μικρό Βλαχόπουλο. Τέλος, μεγάλη ομάδα τραγουδιών είναι αυτή που εξιστορεί τον θάνατο του Διγενή μετά την μάχη με τον Χάρο.
Εκ του περιεχομένου τους όσα πολεμικά ή ηρωικά, δημοτικά τραγούδια έχουν συγγένεια θέματος ανήκουν σε μια ενότητα ή σύνολο που αποκαλείται κύκλος (ακριτικών τραγουδιών). Διακρίνονται δύο τέτοιοι κύκλοι, ο κύκλος γνησιότητας και ο κύκλος διασκευών. Εν προκειμένω ο πρώτος κύκλος φέρει το όνομα του Διγενή ακρίτα. Λόγω δε της μεγάλης ποικιλίας των ακριτικών τραγουδιών προέκυψε το ακριτικό έπος του οποίου κύριο πρόσωπο είναι ο Διγενής. Σημειώνεται ότι σε όλες τις παραλλαγές και χειρόγραφα παραμένει απροσδιόριστος ο χρόνος καταγραφής τους.
Με τα ακριτικά τραγούδια, όπως και με το «Έπος του Διγενή Ακρίτα», όπως αυτά διασώζονται σήμερα είναι συνδεδεμένα πολλά φιλολογικά προβλήματα, σχετικά με την παλαιότητα των τραγουδιών απέναντι στο «Έπος». Έχουν υποστηριχθεί δύο απόψεις, ότι δηλαδή το έπος βασίστηκε στο υλικό των δημοτικών τραγουδιών, ή ότι τα τραγούδια αυτά είναι στο σύνολό τους παράγωγα του έπους. Η άποψη που είναι σήμερα ευρύτερα αποδεκτή είναι ότι στα βυζαντινά χρόνια υπήρχε ηρωική προφορική ποίηση, για την μορφή της οποίας βέβαια ελάχιστα είναι γνωστά, αλλά με βάση το Άσμα του Αρμούρη που σώζεται σε αρκετά παλιά καταγραφή, καθώς και την σύγκριση του Έπους με τα σύγχροναδημοτικά τραγούδια, μπορούν να εντοπιστούν κοινά θεματικά και φραστικά μοτίβα που έχουν την προέλευσή τους στα βυζαντινά χρόνια και επιβίωσαν δια μέσου της προφορικής παράδοσης, επομένως αποτέλεσαν το υλικό από το οποίο άντλησε το έπος. Ωστόσο δεν μπορεί να αποκλειστεί το γεγονός κάποια ακριτικά τραγούδια να προήλθαν από το έπος. Επίσης, κάποιοι μελετητές σήμερα αμφισβητούν την σκοπιμότητα της διάκρισης μιας ιδιαίτερης ομάδας ακριτικών τραγουδιών[1] ή κάποιοι άλλοι αμφισβητούν τον ακριτικό χαρακτήρα κάποιων τραγουδιών που έχουν χαρακτηριστεί ακριτικά[2], χωρίς όμως να μπορούν να παρουσιάσουν ουσιώδη επ΄ αυτού επιχειρήματα.

Απόσπασμα από ακριτικό τραγούδι

Το παρακάτω απόσπασμα προέρχεται από το Άσμα του Αρμούρη (κατά την έκδοση Αλεξίου), στ. 85-98

Και συγκροτά τον πόλεμον καλά και ανδρειωμένα.
τας άκρας άκρας έκοπτεν και η μέση εδαπανάτον.
Μα τον κυρ Ήλιον τον γλυκύν, μα την γλυκέαν του μάναν,
όλη μέρα τους έκοπτεν την άνω ποταμίαν
και όλη νύκτα τους έκοπτε την κάτω ποταμίαν.

Έθεσεν και αποθέσεν τους, κανένα δεν αφήκε.
Απέζευσε ο νεώτερος να τον βαρήση ο αέρας
και ένα σκυλίν, Σαρακηνός, σκυλίν μαγαρισμένον,
εγκρύμματα τον έβαλεν και επήρε του τον μαύρον,
επήρε του τον μαύρον του, επήρε τον ραβδίν του.
Μα τον κυρ Ήλιον τον γλυκύν, μα την γλυκέαν του μάναν
σαράντα μίλια τον εδίωχνε πεζός με το λουρίκιν
και άλλα σαράντα τέσσαρα πεζός με τα γονάτια.
εκεί τον εκατέφθασε εις της Συρίας την Πόρταν
και εβγάνει το σπαθίτσι του και επαίρνει του το χέριν.




Δημήτριος Καντιμήρης



Ο Δημήτριος Καντιμήρης (ρωσ. Дмитрий Кантемир, τουρκ. Kantemiroğlu) (26 Οκτωβρίου 1673 - 21 Αυγούστου 1723) υπήρξε Μολδαβός, αργότερα Ρώσος λόγιος του 18ου αιώνα. Ήταν ηγεμόνας της Μολδαβίας, ειδήμονας της ελληνικής, λατινικής, αραβικής και ρωσικής γλώσσας. Είχε άριστη εκπαίδευση στη φιλοσοφία, την πολιτική τέχνη και την ιστορία. Έγραψε την ιστορία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, εξαίρετο βιβλίο που μεταφράστηκε σε πολλές γλώσσες. Έγραψε επίσης χρονικό της Μολδαβίας. Ήταν επίσης γεωγράφος, μουσικοθεωρητικός, ουμανιστής και εγκυκλοπαιδιστής. Αδελφός του ήταν ο Αντίοχος Καντιμήρης, γιος του ήταν οΑντίοχος Δ. Καντιμήρης.
Γεννήθηκε στις 26 Οκτωβρίου 1673 στην Σιλιστένη της Ρουμανίας. Η γενέτειρά του αργότερα, για να τον τιμήσει, ονομάστηκε «Δημήτριος Καντιμήρης». Πατέρας του ήταν ο βοεβόδας Κωνσταντίνος Β΄ Καντιμήρης. Ήταν γόνος της παλιάς βογιάρικης οικογένειαςΚαντιμήρη, η οποία ήταν οικογένεια της κατώτερης αριστοκρατίας της Μολδαβίας. Μητέρα του ήταν η τρίτη γυναίκα του πατέρα του, Άννα Μπαντάς, επίσης αριστοκράτισσα, με σημαντική μόρφωση, και διανοούμενη του Διαφωτισμού. Ο μικρός Δημήτρης, μαζι με τον αδερφό του Αντίοχο, διδάχτηκε τα ελληνικά και λατινικά γράμματα στο σπίτι. Δάσκαλός του ήταν ο Έλληνας Ιερεμίας Κακαβέλας, και απόκτησε βαθιά γνώση των αρχαίων κλασικών και εκκλησιαστικών Σλάβων συγγραφέων, λογική, φιλοσοφία και ρητορική. Έφηβος ακόμα αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την πατρίδα του και να πάει στην Κωνσταντινούπολη, παιδί όμηρος και σκλάβος των Τούρκων για να έχουν τον πατέρα του στο χέρι. Ο Δημήτριος αντικατέστησε τον αδερφό του Αντίοχο, ο οποίος από το 1685 ήδη εκπλήρωνε την ίδια θητεία. Διέμεινε εκεί από το 1688, σπούδασε στην Ελληνική Ακαδημία του Ορθόδοξου Πατριαρχείου, έμαθε τουρκικά, ελληνικά, γαλλικά, ρωσικά, αραβικά και περσικά, και σπούδασε φιλολογία, μαθηματικά, φιλολογία, ιστορία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και μουσική. Το 1691 επέστρεψε στο Ιάσιο, ενώ ο αδερφός του Αντίοχος ήρθε στην Κωνσταντινούπολη για να τον απαλλάξει από τον ρόλο του ομήρου. Το 1693, όταν ο πατέρας του πέθανε, ο Δημήτριος εκλέχτηκε βοεβόδας της Μολδαβίας, αλλά ο Σουλτάνος Αχμέτ Β΄ αρνήθηκε να τον αναγνωρίσει, διορίζοντας τον Κωνσταντίνο Δούκα. Ο Δημήτριος επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη και συνέχισε τις σπουδές, και έγινε προσωπικός φίλος του μεγάλου βεζίρη Ραμί Μεχμέτ Πασά. Το 1697 πολέμησε με το μέρος των Οθωμανών στη μάχη της Ζέντας, στην οποία οι Τούρκοι ηττήθηκαν από τους Αυστριακούς. Το 1698 ηγεμόνας της Μολδαβίας έγινε ο αδερφός του Αντίοχος. Ο Δημήτριος τον βοηθούσε από την Κωνσταντινούπολη ως απεσταλμένος και σύμβουλός του. Την εποχή αυτή γνωρίστηκε με τους πρέσβεις της Γαλλίας, της Ρωσίας και της Ολλανδίας.


Στις 14 Νοεμβρίου 1710 ανέλαβε ο ίδιος το αξίωμα του βοεβόδα και επέστρεψε στην Μολδαβία. Ηγεμόνευσε για ένα έτος, μέχρι το 1711. Προτίμησε να συμμαχήσει με τον Μεγάλο Πέτρο της Ρωσίας, υπογράφοντας το σύμφωνο του Λουτσκ τον Απρίλιο του 1711, το οποίο εξασφάλιζε την κληρονομική ηγεμονία για την οικογένειά του. Στο μικρό χρονικό διάστημα της βασιλείας του ο Καντιμίρης ξεκίνησε μεταρρυθμιστικό έργο, ιδιαίτερα στον τομέα της αριστοκρατίας και της εκπαίδευσης. Έθεσε τη Μολδαβία υπό την εξουσία της Ρωσίας, και πήρε μέρος στον πόλεμο εναντίον των Τούρκων. Όμως, μετά από μια χαμένη μάχη των ρωσικών δυνάμεων στο Στανιλέστι, στον ποταμό Προύθο, τον Ιούλιο του 1711, αναγκάστηκε να καταφύγει στην Ρωσία και να εγκατασταθεί εκεί. Τιμήθηκε με τον τίτλο του πρίγκιπα της Ρωσικής Αυτοκρατορίας, ενώ ο αυτοκράτορας της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας Κάρολος ΣΤ' τον τίμησε με το αξίωμα του δούκα. Εγκαταστάθηκε στο Χάρκοβο, αλλά συχνά βρίσκονταν στην Αγία Πετρούπολη, ως κύριος σύμβουλος του Πέτρου.
Παντρεύτηκε στο Ιάσιο στις 9 Μαΐου 1699 την Κασσάνδρα Καντακουζηνή (1682-1713), και στις 14 Ιανουαρίου 1717 ξαναπαντρεύτηκε στην Αγία Πετρούπολη την Αναστασία Τρουμπέσκαγια (1700-1755). Απεβίωσε στις 21 Αυγούστου 1723 στην Δημητρόφκα, κοντά στο Χάρκοβο της Ουκρανίας.
Το έτος 1714 ο Καντιμήρης έγινε μέλος της Βασιλικής Πρωσικής Ακαδημίας των Επιστημών στο Βερολίνο. Τα έτη 1711 έως 1719 ήταν τα πιο καρποφόρα, αφού τότε έγραψε τα σημαντικότερα έργα του. Συγκαταλέγεται ανάμεσα στους αξιολογότερους γλωσσολόγους της εποχής του, ενώ χαρακτηριστικά μιλούσε άπταιστα ένδεκα γλώσσες. Σημαντικό έργο του είναι η «Ιστορία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, από την απαρχή ως την πτώση της». Αρχικά κυκλοφόρησε ως χειρόγραφο ανά την Ευρώπη, και τελικά δημοσιεύτηκε το 1734 στο Λονδίνο. Μεταφράστηκε στα γερμανικά και γαλλικά, και ήταν το κατεξοχήν έργο για το θέμα αυτό, μέχρι τα μέσα του 19ου αιώνα. Έγραψε επίσης διάφορα βιβλία για τη μουσική της Εγγύς Ανατολής, και το πρώτο βιβλίο της ιστορίας της Ρουμανίας, με τίτλο Historia Hieroglyphica. Άλλο έργο του ήταν το φιλοσοφικό δοκίμιο με τίτλο Divanul, sau Gâlceava Înțeleptului cu lumea sau Giudețul sufletului cu trupul, το οποίο μεταφράστηκε στα ελληνικά, τα αραβικά και τα γαλλικά (Le divan, ou la dispute du sage avec le monde ou le jugement de l'âme avec le corps), και τα αγγλικά (The Divan, or The Wise Man's Parley with the World or The Judgement of the Soul with the Body).
Ο Καντιμήρης διέπρεψε και ως μουσικός, συνθέτης και θεωρητικός της οθωμανικής μουσικής. Δημοσίευσε το 1698 στο Ιάσιο βιβλίο με τίτλοKitâbu 'Ilmi'l-Mûsikí alâ Vechi'l-Hurûfât (Το βιβλίο της γραπτής μουσικής επιστήμης). Το βιβλίο αυτό, στο οποίο περιγράφει τις μελωδίες και τους ρυθμούς της οθωμανικής μουσικής, με βάση μουσικά σημεία που επινόησε ο ίδιος, θεωρείται μέχρι και σήμερα σημαντικό.
Το 1714 δημοσίευσε στο Βερολίνο την πρώτη γεωγραφική, εθνογραφική, και οικονομική σύνοψη της Μολδαβίας με τίτλο Descriptio Moldaviae, το οποίο μεταφράστηκε στα γερμανικά και τυπώθηκε το 1769 σε αποσπάσματα και το 1772 ως μονογραφία. Για το βιβλίο αυτό ο Καντιμήρης σχεδίασε τον πρώτο γεωγραφικό χάρτη της Μολδαβίας. Ο χάρτης τυπώθηκε το 1737 στην Ολλανδία.
  • Ο Καντιμήρης είναι ονοματοδότης του Χριστιανικού Πανεπιστημίου «Δημήτριος Καντιμήρης» στις ρουμανικές πόλεις Βουκουρέστι,ΜπρασόβΚλουζ-ΝαπόκαΚωνστάντζαΣίμπιουΤιμισοάρα