Για τη συλλογή διηγημάτων του Don DeLillo, Άγγελος Εσμεράλντα (μτφρ. Ελένη Γιαννακάκη, εκδ. Εστία).
Του Γιώργου Βέη
«Να βιώνω τη συγκλονιστική στιγμή που ένα κοντινό πλάνο θα έχει τη δύναμη ακόμη και να σου αλλάξει τη ζωή».
Viggo Mortensen
Το παιχνίδι των αντικατοπτρισμών της πραγματικότητας, η οποία μάλλον δεν μας ανήκει, πάνω στο πρόσφορο, φιλόξενο πάντα σώμα της υπερπραγματικότητας, που είναι κατ΄ ουσίαν ό,τι έχουμε και δεν έχουμε, συνεχίζεται αδιάπτωτο όλα αυτά τα χρόνια. Γραμμένα από το 1979 έως το 2011, τα εννέα καλομεταφρασμένα διηγήματα της συλλογής τεκμηριώνουν, για μια ακόμη φορά, τόσο την εντυπωσιακή αλκή, όσο και την πολλαπλή αξία της μυθοπλαστικής τέχνης του βετεράνου της αμερικανικής λογοτεχνίας. Ο Ντον ΝτεΛίλλο είναι, ως γνωστόν, ο στοχαστής μεταιχμίων, τα οποία προκαθορίζουν με μεγάλη μάλιστα ακρίβεια το μέλλον μας. Αυτό που γλιστράει στο πάντα ολισθηρό έδαφος των κεκαλυμμένων ψευδών του περιβάλλοντος είναι η θνησιγενής αθωότητά μας. Και στον Άγγελο Εσμεράλδα καταθέτει ό,τι κατ΄ εξοχήν του προσφέρει το κοίλο κάτοπτρο της δημιουργικής του φαντασίας. Αυτής που συλλαμβάνει εντέχνως την ουσία της εξ αντικειμένου πραγματικότητας, προκειμένου να την προσεταιριστεί στη συνέχεια και να την καταστήσει παραπληρωματική της διάσταση. Σε διαρκή μάλιστα βάση. Η μείξη της όποιας αλήθειας και του καθαρά υπερβατικού στοιχείου είναι ομολογουμένως παραγωγική. Το αισθητικό μόρφωμα που προκύπτει παρέχει πολλαπλές αναγνωστικές ηδονές. Η γραφή καθιστά τους αποδέκτες της συνοδούς-σκιές των διηγητικών προσώπων. Η σκηνή του διηγήματος αναβαθμίζεται σε σκηνή του Όλου. Τα πάθη παύουν να είναι αυστηρώς εξατομικευμένα. Καθίστανται -φευ- καθολικά.
Ο Don DeLillo
Ας προσεγγίσω τώρα τη θεματολογική ποικιλία: οι αστροναύτες του δεύτερου αφηγήματος του τόμου, που γράφτηκε το 1983, αρέσκονται στην διερεύνηση των αιτίων και αιτιατών της συλλογικής μας κακοδαιμονίας. Αναλύουν καταστάσεις και γεγονότα, καθώς περιστρέφονται σε τροχιά γύρω από τον πλανήτη μας κατά τη διάρκεια του τρίτου παγκοσμίου πολέμου. Ο Αρμαγεδδών γι΄ αυτούς δεν χαρακτηρίζεται από ενική υπόσταση, αλλά από θλιβερά πληθυντική. Το Κακό απορρέει εν ολίγοις από γεωμετρική, αμείλικτη δήθεν πρόοδο. Έχουν πάψει όμως να αγωνιούν: ξέρουν ότι κατά βάθος όλα είναι παρελθόν, ένα τίποτα δηλαδή, όπως αυτομάτως θα συμπλήρωνε εν προκειμένω ο Αρθούρος Σοπενχάουερ. Το ύστατο σημαίνον, ήτοι «χρώματα», αποτελεί αναγωγή στο Άλεκτον. Έτσι ανοίγει την πόρτα στη σοφία της σιωπής. Ένα σύμπαν πολιτισμικών δεικτών περιέχεται σε 19 μόνον σελίδες, όπου η οντολογία βαδίζει χεράκι - χεράκι με το κακοφορμισμένο όνειρο του κόσμου. Συγκρατώ: οι λέξεις, ευκίνητες και διαλλακτικές στο έπακρο, σηκώνουν μετ΄ ευχαριστήσεως τα όποια εννοιολογικά φορτία, λες κι είναι μαθημένες με τον καιρό να υπηρετούν αγόγγυστα τον Δάσκαλο ΝτεΛίλλο.
|
Ανάλογα ισχύουν και για το εισαγωγικό κομμάτι. Φέρει τον τίτλο Δημιουργία, έργο του 1979. Η αίσθηση της απώλειας του ερωτικού συντρόφου είναι μια ακόμη έμμεση πλην σαφής υπόμνηση της ευρύτερης απώλειας των μεγάλων ψευδαισθήσεων, οι οποίες επέμεναν για δεκαετίες ματαίως να συστήνουν τον επίγειο παράδεισο ως Νέα Υόρκη. Απώλεια του Άλλου στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι η τελεσίδικη απώλεια του χωρόχρονου. Κατά συνέπεια, η νοσταλγία του Άλλου συνιστά κατά βάθος νοσταλγία του απολεσθέντος Ήθους. Όσα δε αναπτύσσονται στο επιλογικό διήγημα, τη Θεονήστικη, γραμμένο πριν από τέσσερα χρόνια, ανάγονται στην εσωτερική ζούγκλα του εγώ, που παραμένει θανάσιμα μόνο. Χωρίς αυθεντικό ακροατή, χωρίς ουσιαστικό δέκτη. Ένα εγώ στην κυριολεξία του όρου φευγάτο, ρευστό, έτοιμο να εξατμισθεί, αυτοδιαλυόμενο στις «βιβλικές λεωφόρους» της Νέας Υόρκης. Αντέχει όμως ακόμη να συνδέσει δημιουργικά την μνήμη με τον ύπνο, όπως αποτυπώνεται στην κρίσιμη σελίδα 282. Οι φασματικοί διηγητικοί φορείς, οίκοθεν νοείται, κατάγονται κατευθείαν από τα βαθύτερα στρώματα του ασύνειδου.
Η ανώνυμη Θεονήστικη συμπεριφέρεται μάλιστα σαν εκείνο το κοριτσάκι, το οποίο έλεγε στον Λακάν ότι «ήταν καιρός ν΄ ασχοληθεί και κάποιος μαζί της για να φανεί αξιαγάπητη στον εαυτό της». (Βλ. Το Σεμινάριο, Βιβλίο ΧΙ, Οι τέσσερις θεμελιακές έννοιες της Ψυχανάλυσης, 1964, μετάφραση: Ανδρομάχη Σκαρπαλέζου, τελική ανάγνωση: Γιώργος Χειμωνάς, εκδόσεις Ράππα, 1977). Η μόνη διαφορά έγκειται στο ότι η Θεονήστικη αναζητεί στους κινηματογραφικούς ήρωες τον «Κάποιον». Τα κοντινά πλάνα ενδεχομένως είναι το πολλαπλασιασμένο δωμάτιό της. Αλλά και η Φλόρι, η κατ΄ ανάγκην σύντροφος του μόνου άρρενος που κυκλοφορεί πυρετωδώς στις σελίδες αυτού του διηγήματος, μοιάζει να διασπάται, να γεννά ένα άλλο «είμαι» μέσα από σπασμένο της «εγώ». Το δε γεγονός της παρατεταμένης ανωνυμίας της άλλης γυναίκας συμβολοποιεί την αδυναμία μας να εξερευνήσουμε και να χαρτογραφήσουμε την τραυματική ύπαρξη.
Η απαγωγή ενός άλλου μικρού παιδιού, στο διήγημα με τίτλο Ο δρομέας του 1988, όπως τη βλέπει και την επεξηγεί ένας που διανύει τρέχοντας μεγάλες αποστάσεις, αυτόπτης μάρτυς του συμβάντος, προωθεί με υποδειγματική οικονομία των μέσων έκφρασης, την ιδέα της αέναης, ορατής ή ανεπαίσθητης, ρευστότητας, της πιθανότατης αλλαγής των όρων της περιρρέουσας ατμόσφαιρας σε κλάσματα δευτερολέπτου, αλλά και της ενδεχόμενης εκτροπής της αλήθειας. Ό,τι δηλαδή συνέχει την Αμερικανίδα καθηγήτρια, που ζει στην Αθήνα και βιώνει τους σεισμούς του 1981. Αναφέρομαι εδώ στο τέταρτο αφήγημα της συλλογής, την Φιλντισένια ακροβάτισσα, γραμμένη το 1988. Εκεί το μινωικό αγαλματίδιο συνιστά τον κρίκο, ο οποίος κρατά γερά δεμένη την ηρωίδα της ιστορίας με την επικράτεια του φαντασιακού. Τα όρια διευρύνονται σε τέτοιο βαθμό, ώστε όλα να φαίνονται σχεδόν ή απολύτως αναυθεντικά, αν δεν είναι γραμμένα, δηλαδή πιστοποιημένα από τον χρήστη και χειριστή του υπερβατικού, ονομαζόμενο Ντον ΝτεΛίλλο. Αυτό που μοιάζει με διαφθορά της λογικής, με «ψυχής πλάνημα κανακίνησις φρενών», δηλαδή «της ψυχής σύγχυση, του νου ταραχή», που αναστατώνει τον Οιδίποδα (βλ. στίχο 427), δεν είναι τίποτε άλλο παρά το «φυσικό», σε μιαν επαρκώς αναπτυγμένη παραλλαγή του.Έτεροι κάτοικοι του Μανχάταν, επήλυδες και μη, οι οποίοι επιδιώκουν να δουν πέρα από τα φαινόμενα τη γυμνή αλήθεια των όντων, ανήκουν στους χαρακτήρες εκείνους που έλκονται από την αφανή γεωμετρία των πραγμάτων, που αναφέρει ο Οδυσσέας Ελύτης στο Εν λευκώ. Στο διήγημα, γραμμένο το 1994, που έδωσε μάλιστα τον τίτλο του στο βιβλίο αυτό, αντικρίζουν στο πρόσωπο ενός αναίτια δολοφονημένου παιδιού και μάλιστα άστεγου, που μεταλλάχτηκε κατ΄ αυτούς σε Άγγελο, τη μεταφυσική διάσταση των πραγμάτων. Αυτή δηλαδή, η οποία εμφιλοχωρεί σε ζωές, συμπεριφορές, πάθη, λάθη, παραλείψεις, ενίοτε δε κυρίως υπεύθυνη και για παράλογα διαβήματα. Ο Άγγελος Εσμεράλδα είναι εν ολίγοις η άμεση, η ανέξοδη και βεβαίως συναρπαστική προσωποποίηση του αρχαίου πόθου μας για μετά θάνατον Δικαιοσύνη, τελεία, ανέκκλητη και άτρωτη.
* Ο ΓΙΩΡΓΟΣ ΒΕΗΣ είναι ποιητής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου