Τετάρτη 25 Νοεμβρίου 2015

Amor ex nihilo

Πηγή:http://www.stokokkino.gr/article/1000000000020687/Amor-ex-nihilo

Ομιλία του Σάββα Μιχαήλ στην παρουσίαση των ποιητικών βιβλίων του Μανόλη Πολέντα, Polis Café, Κυριακή 22 Νοεμβρίου 2015 



  Μπορεί ένας άγιος να είναι μισάνθρωπος; Δεν πρόκειται για αντίφαση εν τοις όροις; Κι όμως,  με αυτό το οξύμωρο, σαν τίτλο σε ποίημα και στην πρώτη ποιητική συλλογή του, το 1983, κάνει την είσοδό του στα νεοελληνικά γράμματα ο Μανόλης Πολέντας (ΜΠ): Ο Άγιος Μισάνθρωπος .  

Ένας τέτοιος άγιος  είναι κυριολεκτικά, “μια μορφή που αυτοαναιρείται” , καταπώς θα πει ο ίδιος ο ποιητής το 2014,πάνω από τριάντα χρόνια αργότερα, στην τελευταία συλλογή του Βροχή στο Ναύπλιο.
Άγιος, στα εβραϊκά Καντός,  σημαίνει στην βιβλική γλώσσα ο ξε-χωριστός, ο δια-χωρισμένος από τα κρατούντα. Συνεπώς η μοναξιά δεν του είναι ξένη, το αντίθετο, μάλλον είναι το στοιχείο του, όπως η θάλασσα είναι το στοιχείο των ναυτικών.
 
΄Ένα βράδυ τον βρήκαμε πίσω από τον φάρο.
Μας φάνηκε παράξενο που ήταν μονάχος
κι είχε δέσει το αριστερό του πόδι σε μια πέτρα.
Πάνω στην πέτρα είχε σκαλίσει την σκιά του
πάνω στην σκιά του ακουμπούσε το πόδι του
ανάμεσα στο πόδι του και στη σκιά του,
 μια υγρασία
      σαν το αίμα που τρέχει στις φλέβες μου
στις φλέβες σου, στα ποτάμια ή στα βουνά
όπου ακουμπισμένη η Ελλάδα
αγναντεύει τα πελάγη και τους ωκεανούς
για να βρει αυτούς που έφυγαν
για να μην ξαναγυρίσουν 
      Μονάχος ο Άγιος, σαν τον Συμεών τον Στυλίτη του Συναξαριστή αλλά και σαν τον Στυλίτη του Pier Paolo Pasolini, δεμένος, όμως με τον ποιητή, με σένα, με μένα, με όλους, με τον τόπο,  αναζητώντας στην απεραντοσύνη των θαλασσών αυτούς που χάθηκαν χωρίς επιστροφή. 
       Μπορεί ένας τέτοιος άγιος να μισεί το ανθρώπινο; Ποτέ. Εκείνο που μισεί είναι η απώλεια του ανθρώπινου. Γράφει ο Πολέντας στο Evil I
 
Μιλώ 
γιατί έχω το δικαίωμα
γιατί ποτέ δεν έκλαψα
για μία δική μου απώλεια
γιατί έκλαψα μόνος
ολομόναχος για την απώλεια του κόσμου 
       Η απώλεια του κόσμου δεν είναι άλλο από τον μη κόσμο του κεφαλαίου, των κάθε είδους υπηρετών και διαχειριστών του και των εθελούσιων δούλων του. Η απώλεια κορυφώνεται στην εποχή της χωρίς κόσμο χρηματιστικής  καπιταλιστικής παγκοσμιοποίησης και της κατάρρευσής της.  Μάταια θα κραυγάζει ο ποιητής
άφησέ με εδώ στο φώς
   εγώ δεν σου τάραξα
τις αγορές
      Ο ποιητής, εσύ, εγώ, ο καθένας που γίνεται κανένας σε τούτη την εποχή παραμένει
εκείνος ο θλιμμένος περιπατητής, ο ελάχιστος
κατακρημνισμένος άνθρωπος
στο τέλος της εποχής του ανθρώπου 
 
     Πώς να μην μισείς τον μη κόσμο της απώλειας του ανθρώπινου;
      
     Αλλά τί είναι το ανθρώπινο, ακόμα και ό,τι θεωρούσε “ υπερβολικά ανθρώπινο” ο Nietzsche;
      Στην πρώτη συλλογή του ΜΠ  βρίσκουμε κάποιους καίριους στίχους που ενσωματώνονται ξανά σε ένα άλλο ποιητικό συγκείμενο στην δεύτερη συλλογή του Ζώα μικρά δημοσιευμένη  20 χρόνια αργότερα
ΕΓΩ- που μίσησα όλα τα γένη που κουβαλώ
στην ύπαρξή μου- που δεν αγάπησα τίποτα
περισσότερο από τον άνθρωπο
                                                   της παγωνιάς
που ψάχνει ν' αγαπήσει
       “Όλα τα γένη που κουβαλά στην ύπαρξή του και την ύπαρξή της” ο καθένας κι η καθεμιά είναι μια αφηρημένη ταυτότητα που μια ολόκληρη μεταφυσική παράδοση, συμπεριλαμβανομένου του ανθρωπολογικού υλισμού του Feuerbach, ονομάζει “ ουσία του ανθρώπου”. Με τις Θέσεις στον Φόϋερμπαχ ο Καρλ Μαρξ, ιδιαίτερα με την Θέση 6, έρχεται σε οριστική ρήξη με όλη αυτήν την παράδοση που μετατρέπει το ανθρώπινο σε μιαν  αφαίρεση που κατοικεί σαν στοιχειό [inwohnendes Abstraktum] μέσα στον κάθε εξατομικευμένο άνθρωπο.  “ Στην ενεργό πραγματικότητά ”, θα πει ο Μαρξ, δηλαδή  στην ιστορική, μεταβαλλόμενη, αντιφατική πραγματικότητα της ανθρώπινης κοινωνικής πράξης, η ουσία του ανθρώπου,  το ανθρώπινο είναι “ το σύνολο των κοινωνικών σχέσεων”: ένα ανοιχτό, όχι κλειστό, δυναμικό σύνολο που κινείται από τις αντιφάσεις του, αλλάζει, μπαίνει σε διαρκώς οξύτερες κρίσεις, και τελικά καταρρέει ή κατορθώνει να υπερβεί επαναστατικά τις αντιφάσεις και τον εαυτό του, αλλάζοντας τον κόσμο.
      Αργότερα ο Μαρξ στα Grundrisse θα χαρακτηρίσει τον καπιταλισμό ως “δικτατορία των αφαιρέσεων”. Ποτέ δεν ήταν πιο επίκαιρη αυτή η αλήθεια όσο σήμερα, προπαντός  στα χρόνια της κρίσης και των μνημονίων,  με την διαρκή επίκληση  του μυθικού τέρατος που λέγεται “ διεθνείς αγορές”, των “θεσμών”, της τρόικας ή του “κουαρτέτου”,  μιας  σχεδόν αόρατης υπερεθνικής Ιερής Εξέτασης που κρίνει την ζωή ή τον θάνατο συγκεκριμένων, ορατών και απτών ανθρώπινων υπάρξεων.
        Το εξατομικευμένο άτομο νοιώθει ανίσχυρο κάτω από την δικτατορία των                    αφαιρέσεων που  στοιχειώνουν τη ζωή του που κατοικούν ακόμα  και μέσα στα μύχια της ύπαρξής του. Το πρώτο βήμα προς την πράξη απελευθέρωσης είναι το γκρέμισμα των τειχών της εξατομίκευσης, η αναγκαία, αλληλέγγυα ανασύνθεση του κοινωνικού δεσμού που διαλύεται 
κατέβα στις γειτονιές των ανθρώπων
με την αγάπη αυτή,
αγνόησε με υπεροψία τον εαυτό σου
σε καλό θα σου βγει, μικρέ καρτέσιε  
       Στο ποίημα Βροχή στο Ναύπλιο (που δίνει τον τίτλο και στην συνολική συλλογή), ο ΜΠ αρνείται τον εγκλεισμό στο ιδιωτικό “σαράκι”, γράφοντας ποίηση στους αντίποδες  αυτού που ονομάστηκε “ποίηση του ιδιωτικού οράματος” στην δεκαετία του '80, τον καιρό του ανερχόμενου νεοφιλελευθερισμού, καθώς οδεύαμε στην δεκαετία του '90 του “εκσυγχρονιστικού” ατομικιστικού κυνισμού.
         Η μελαγχολική βροχή στο Ναύπλιο του Πολέντα  απηχεί, σίγουρα, έντονο προσωπικό βίωμα
μιαν εντύπωση που άφησαν τα βήματα
ενός μοναχικού ανθρώπου μια νύχτα 
        βροχερή
μια γκρίζα γάτα που τον μάτιζε με
νόημα καθώς περνούσε και της έριξε μια ματιά
με κατανόηση 'κεί που καθόταν
στο περβάζι του σπιτιού του Τερζάκη     
       Καθώς ο ΜΠ γράφει συχνά  όχι ποίηση ποιητικής αλλά ποίηση ποιητών (με κεντρικές φιγούρες τον Ezra Pound, τον Samuel Beckett, τους Beatniks ή τον  Κ.Π. Καβάφη  και τον Νίκο Καρούζο)  δεν μπορεί στο Ναύπλιο να μην θυμηθεί τον κορυφαίο ποιητή που είδε το φως στην πόλη τούτη κι έγραψε  το Θανάσιμο Ανάπλι για  τις εκτελέσεις των ΕΠΟΝιτών συντρόφων του ή τον πασχαλινό εκείνον ύμνο στην μητρίδα του Στ' Ανάπλι χαίρομαι 
       Έτσι και στην Βροχή στο Ναύπλιο μνημονεύεται  Καρούζος
( και πιο κοντά σε μένα)
σίγουρα από υπόγειο της Αθήνας
άκουγε τη βροχή που έπεφτε στο Ναύπλιο
ένα απόγευμα και ο Καρούζος,
την ώρα που έπεφτε-πιο βαριά-
πάνω σε κάποιες ψυχές
της εποχής μου
       Ο Καρούζος αποκάλεσε το Βενετσιάνικο Ανάπλι, στο ποίημά του μ' αυτόν τον τίτλο οχυρωμένη ερημιά Ο  μη κόσμος γίνεται το αντεστραμμένο είδωλό του: ένα ερημωμένο οχυρό να το περπατάν ελεύθερα τα ερπετά και με τα κελιά γεμάτα από απομονωμένες ανθρώπινες υπάρξεις. Ο Πολέντας, βαδίζοντας από κοντά στον μοναχικό δρόμο του Νίκου Καρούζου, του  Ποιητή που κατεξοχήν συνύφανε το υπαρξιακό με το Ιστορικό, σπάζει την πόρτα του ιδιωτικού κελιού κι ανοίγει το προσωπικό του βίωμα, το “σαράκι-Ναύπλιο”,  στην καθολική καταστροφή  ενός ολόκληρου λαού στα χρόνια της μνημονιακής φρίκης
...    Ριζώνει και αλλού
ένα σαράκι-Ναύπλιο ή μια Αθήνα.
Πάρε αυτό το σαράκι  και δείξ' το στον άδικο
χαμό μιας χώρας ολόκληρης που δεν είδε φως 
       
       Ο ποιητής δεν περιορίζεται, βεβαίως, να δείξει τον δικό του προσωπικό σκώλοπα εν σαρκί  σε ένα λαό τραυματισμένο βαριά μα ανυπότακτο. Ίσα-ίσα, δείχνοντάς το σαράκι-Ναύπλιο θέλει να αγνοήσει “υπεροπτικά” το εγώ, να  απελευθερωθεί από τον οικείο στους ποιητές  ναρκισσισμό
Έτσι ο κάθε  εις ποιητής οίδε δεν οίδε, αν δεν 
είδε δείξ' του εσύ που οίδες
την αγάπη πάνω σε μια στιγμή 
       Ο ποιητής Μανόλης Πολέντας που είναι συχνά ο ποιητής των ποιητών που αγαπά, αναζητάει τώρα την δυνατότητα
μιας ποίησης χωρίς ποιητή, μόνη και από μόνη της,
        ανάποδα λοιπόν,
στο δρόμο που συντηρούν
τα ποίμνια που σιωπούν
και σχεδιάζουν, το θέλουν ή όχι, το κακό του άλλου
    Μια τέτοια ποίηση δεν υπάρχει χωρίς αγάπη. Αλλά, τί εστί αγάπη;
    Στη συλλογή Ζώα μικρά , ο ΜΠ μιλάει για ένα όνειρο που αφήνεις πίσω και κάνει τον άλλο ή την άλλη να αγαπά όπως την πρώτη νύχτα
ex nihilo  
     Amor ex nihilo , αγάπη εκ του μηδενός, όπως στην βιβλική Δημιουργία, σημαίνει δημιουργία ενός Νέου Κόσμου που δεν υπάρχει ακόμα, με την αγάπη δεσμό χωρίς δεσμά των πάντων.  Άνευ ορίων άνευ όρων, όπως  προφήτευε ο Ανδρέας Εμπειρίκος. Ή, όπως γράφει ο Πολέντας
οι μη όροι της ψυχής που αγαπάει ex nihilo ας γίνουν όρια  
 
      Τούτο δεν θα γίνει χωρίς αγώνα 
 
                              Είτε με γιασεμί είτε
 
με κάκτο, αγώνας είναι ο λόγος πριν γίνει
 
λόγος για μια βροχή που έπεφτε ένα
απόγευμα στο Ναύπλιο 
      Ένας αγώνας για την διαρκή επανάσταση  εν φαντασία και εν λόγω και εν πράξει  που θα ανασυνθέσει το ανθρώπινο  ως δεσμό χωρίς δεσμά. 
   Δεν υπάρχει συνανήκειν χωρίς συμπάσχειν.

Τα προτελευταία λόγια του Κομμουνιστικού Μανιφέστου, - πριν το αναστάσιμο ΠΡΟΛΕΤΑΡΙΟΙ ΟΛΟΥ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ ΕΝΩΘΕΙΤΕ!-  και τα οποία τονίζουν ότι κομμουνισμός σημαίνει ότι “ η ελεύθερη ανάπτυξη του καθενός είναι ο όρος για την ελεύθερη ανάπτυξη όλων” ο Μανόλης Πολέντας τα παραλλάσσει, χωρίς να τα αρνείται,   με τους δοξαστικούς στίχους για την αλληλεγγύη 
...πλάι στον έναν που πονά για όλους
πλάι στους όλους που πονούν τον έναν
      Αυτός ο πρακτικός κομμουνισμός της συνανθρώπινης οδύνης είναι η πολιτική ευθύνη για την καθολική ανθρώπινη χειραφέτηση, τον πανανθρώπινο ελευθεριακό κομμουνισμό,  ώστε , επιτέλους, να πουν όλοι οι ταπεινωμένοι και καταπιεσμένοι και της γης οι κολασμένοι:
εγένετο εσπέρα, εγένετο πρωί, Ημέρα Πρώτη!    
 
                                                                     20 Νοεμβρίου 2015

   

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου