της Ολβίας Παπαηλίου
"Τις νύφες πάντοτε τις έγδυνε ο άνεμος, νομίζω: αλλιώς, ίσως γδύνονταν μόνες τους, για να γλυτώσουνε απ΄τις ταλαιπωρίες. Δεν ξέρω αν ακόμα το θυμόσαστε: πως είχα οργανώσει για τα μάτια σας μια νέου τύπου σαγηνευτικότητα, ένα παιχνίδι αποκαλύψεων παλιών μου μυστικών που θα με δένανε παντοτινά μαζί σας (ίσως ψεύδομαι). Τότε είχα αρχίσει μ' έναν τίτλο δανεισμένο από την τέχνη του υπερρεαλισμού, γιατί είσασταν μια υπερπραγματικότητα, κι ο τίτλος σας θα ήταν Κύριός μου. Κάποτε, μια κοπελίτσα φόρεσε ρούχα χακί (σα να ήταν στρατιώτης) και πήγε με βηματισμό μισοαποφασιστικό και μισαφηρημένο σε μια οδό Αφροδίτης, εκεί να αποποιηθεί την αρετή της που της έπεφτε - άλλοι είπαν στενή, άλλοι βαρειά - και ποιός να είχε δίκιο, ποιός το ξέρει. Εκείνο που θα ήταν (αν θυμάμαι) δεδομένο, ήταν ότι η κόρη έβγαλε τα ρούχα της, τα δίπλωσε προσεκτικά και ξάπλωσε σ' ένα διπλό κρεβάτι: από κει κι έπειτα, ήταν υπόθεση κυρίως αλλουνού, το μέρος το δικό της είχε λήξει.
Εικοστή πέμπτη του Μαρτίου: αγαλλιάζουνε τ' αγγελικά φτερά - και τα δικά μου μάτια θα σε έβλεπαν, έτσι που ήμουν κολλημένη σ' έναν τοίχο, πόζα του μήνα Μάρτη σε παλιό ημερολόγιο της Πιρέλλι. (Ήτανε βέβαια μια άλλη, εγώ δεν είχα ακόμα γεννηθεί - νομίζω πως γεννήθηκα την ώρα που με είδες).
Τί μας μαθαίνει αυτό για τα κορίτσια; Πως είναι, πιθανώς, σουρτούκες. Ότι δεν έχουν το θεό τους, κι η ευτυχία τους δωρίζεται λαθραία; Ότι έχουν στο αίμα τους μια τάση επανάστασης - που δε θα σταματήσει ούτε εν μέσω της νυφικής παστάδας, εν ανάγκη; Δεν έχω την παραμικρή ιδέα για το ποιόν τους (που έλεγε και ο Αριστοφάνης, πλάσματα άγρια): το μόνο που γνωρίζω, είναι ότι σε κάποιες πάει ωραία το κραγιόν, σε άλλες πάει ωραία τ' αρχηγιλίκι.
Ένας μήνας του μέλιτος - πόσος καιρός να είναι; Μου άρεσε κυρίως αυτό το γέλιο σου, που θα κορόϊδευε (χωρίς εσύ να το γνωρίζεις) τους θεούς. Κάποτε, (έτσι το είχα υπολογίσει) θα γινότανε σ' εννιά συνέχειες το στριπτίζ των μυστικών μας. Εννέα κείμενα ερωτοτροπίας εκείνων των στιγμών που θα μπορούσες ίσως και ν' αναγνωρίσεις: σαν πόκερ, με αντίτιμο ένα φύλλο καρδιάς για κάθε χάσιμο - και συ θα είχες πάντοτε καλύτερο χαρτί και δυνατότερο (αυτή ήταν η συμφωνία με τ' αστέρια). Ως έχει, αποδεικνύεται ανούσιο. Δύο ξεχωριστές πραγματικότητες, μπορούνε μόνο να συμπορευτούν με αμοιβαία ανοχή: ούτε οι πιο δεμένες αναμνήσεις δυο ανθρώπων δε θα ταυτίζονταν στο χρώμα και στην αίσθηση - το μάθαμε αυτό απ΄τις μητέρες μας ακόμα, ενδομητρίως. Ώστε, δεν έχει νόημα ένα τέτοιο εγχείρημα: ίσως θα πρέπει να κρατήσω τα ενδύματα των αναμνήσεών μου, και να σ' αφήσω να γυμνώσεις την καρδιά μου όπως θέλεις - αυτό έλεγε η Νύφη στο Θεό της. Για μένα γίνε Ταύρος, αν και στ' αλήθεια ή στα ψέμματα, δε σ' ήθελα. Όχι, Αγαπημένε: ποιά είναι αυτή που οικιοθελώς θα πάει να μπλέξει τα μαλλιά της με τα βάτα, ποιά έχει όρεξη τώρα να ερωτεύεται, όταν δε φτάνουνε τριάντα μέρες για να σε αποξεχάσει; Όχι μονάχα ένας μήνας δε θα έφτανε, δε φτάνει ούτε η ίδια η ζωή. Είσαι για μένα ένας, είσαι δύο, είσαι μια φαντασία και μια αλήθεια. Αν θέλεις διώξε με, και αν το θέλεις φύγε - θεός μου είσαι, τί να κάνω να το αλλάξω; Και σα θεό μου σε ξεχνώ, και σαν αγάπη μου σε βρίσκω. Και τα μεγάλα λόγια ήταν πάντα η γειτονίτσα μου: νοιώθω μεγάλα και καθόλου - κι ίσως γι΄αυτό μ΄έχεις διαλλέξει, υποψιάζομαι."
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου