Η μεταπολιτευτική κριτική στον καθρέφτη (εκδ. Πόλις, 2013). Πώς επιλέξατε το συγκεκριμένο θέμα και για ποιο λόγο σας έχει απασχολήσει;
Η κριτική με απασχολούσε από τότε που ήμουν μαθητής/φοιτητής και διάβαζα τις εφημερίδες, με απασχόλησε κατά τις σπουδές μου και συνεχίζει να με ερεθίζει έως τώρα, καθώς προβληματίζομαι πάνω στα σημεία στα οποία το βιβλίο συναντά τον αποδέκτη του. Ειδικά, όταν αυτός ο αποδέκτης εκφράζει δημόσιο λόγο, τότε αξίζει να δούμε πώς η λογοτεχνία προσλαμβάνεται και τι ψάχνουμε σ’ αυτήν. Το συγκεκριμένο θέμα με προσέλκυσε, όταν συνειδητοποίησα ότι οι κριτικοί μιλάνε για την κριτική και διασταυρώνουν συχνά τις απόψεις τους απαντώντας ο ένας στον άλλο.
Ποια ήταν η βασική επιθυμία σας όσον αφορά την γραφή και την ολοκλήρωση της μελέτης σας;
Η συγκέντρωση και η μελέτη της μεταπολιτευτικής κριτικής, ενώ έχει απασχολήσει μεμονωμένα τους ίδιους τους κριτικούς, δεν είχε ώς τώρα τύχει ολοκληρωμένης επεξεργασίας. Επιθυμία μου ωστόσο δεν ήταν να καλύψω γραμματολογικά το θέμα, ούτε να γράψω μια ολοκληρωμένη ιστορία της κριτικής αυτής της περιόδου. Σ’ αυτό το βιβλίο δεν με ενδιέφερε να κάνω καταλόγους κριτικών με τα προσόντα τους και τα ενδιαφέροντά τους. Πιο πολύ επιδίωξα να ανοίξω τα θέματα, να τα βάλω μάλλον στο τραπέζι και, αφού τα χαρτογραφήσω, να τα κρίνω με βάση τη θεωρία της λογοτεχνίας και την προσωπική μου πείρα. Από εκεί και πέρα αναμένω έναν συνεχόμενο διάλογο με όσους έχουν γνώμη…
Η συλλογή όλων των απόψεων όσον αφορά έναν μεγάλο αριθμό θεμάτων είναι μεγάλη. Πως εργαστήκατε, ποιες δυσκολίες αντιμετωπίσατε ως προς την συλλογή αλλά και γενικότερα κατά την συγγραφή της μελέτης σας, με ποιες απολαύσεις τις αντισταθμίσατε;
Ακολούθησα ένα είδος σκυταλοδρομίας, αφού κάθε κείμενο που διάβαζα με παρέπεμπε, είτε ευθέως είτε πλαγίως, στο επόμενο κείμενο. Η βασική δυσκολία ήταν να τα ομαδοποιήσω, ώστε να διεξαγάγουν ενεργούς διαλόγους, κι έπειτα δυσκολεύτηκα στην πορεία του ελέγχου, καθώς η θεωρία της λογοτεχνίας έχει απαξιώσει την πρωτογενή κριτική (book review) και ασχολείται μόνο με τη θεωρητική κριτική (criticism). Η απόλαυση ερχόταν όσο το παζλ έπαιρνε μορφή, όσο το τοπίο της μεταπολιτευτικής κριτικής ολοκληρωνόταν.
Νιώθω σαν να έγραψα τον πρώτο τόμο από μια τεράστια εγκυκλοπαίδεια την οποία δεν μπορεί να αποπερατώσει ένα μόνο άτομο. Πολλές παρατηρήσεις περνάνε διάστικτα μέσα στα κεφάλαια, και μερικά βασικά συμπεράσματα συνοψίζω στην τελευταία ενότητα του βιβλίου: οι κριτικοί αντιλαμβάνονται τα προβλήματα της κριτικής, αλλά δύσκολα προωθούν αλλαγές, οι περισσότεροι δεν έχουν θεωρητικό υπόβαθρο και κρίνουν εμπειρικά (λιγότερο από άλλες εποχές αλλά ακόμα συμβαίνει), βαφτίζονται ως τέτοιοι από εκδότες περιοδικών και υπεύθυνους βιβλιοφιλικών ενθέτων, ενώ οι πολιτικές παρωπίδες έχουν ευτυχώς παρέλθει. Φυσικά ο κριτικός έχει την ιδεολογία του που διαμορφώνει το δικό του πρίσμα θέασης της λογοτεχνίας, αλλά προσπαθεί –έστω και υποσυνείδητα- να οριοθετήσει τον αναπόφευκτο υποκειμενισμό του στη δι-υποκειμενικότητα ενός δημόσιου διαλόγου.
Επειδή πιο πολύ έθεσα τα ερωτήματα και άφησα χώρο στους ίδιους τους κριτικούς να μιλήσουν, νομίζω ότι χρειάζεται να ξαναδώ το θέμα καθαρίζοντας ακόμα περισσότερο το ιστορικό και πολιτισμικό πλαίσιο της κριτικής.
Έχω πάντα ιδέες για επόμενες έρευνες, αλλά δεν ξέρω ποια θα αποδώσει καρπούς: από το αστυνομικό μυθιστόρημα στην ελληνική μεταμοντέρνα λογοτεχνία και από τη βιβλιογραφία Καζαντζάκη, που δουλεύω χρόνια τώρα, μέχρι το τοπίο της μεταπολιτευτικής πεζογραφίας.
Περί έρευνας και κριτικής της λογοτεχνίας
Γνωρίσαμε την κριτική σας γραφή στο ένθετο της Βιβλιοθήκης της Ελευθεροτυπίας. Η θεωρητική σας σκευή και οι εμφανείς γνώσεις των ρευμάτων και των σχετικών ιδεών πρόσληψης και λογοτεχνικής κριτικής όριζαν μια διαφορετική ανάγνωση. Ποιες είναι, κατά τη γνώμη σας, τα απαραίτητα εφόδια για την λογοτεχνική κριτική;
Όσο κι αν ο υποκειμενισμός είναι αναπόδραστος, κανείς δεν μπορεί να προβάλλει μόνο το ένστικτο, τη γενική παιδεία και την πείρα από μυριάδες διαβάσματα ως βασικά εφόδια κριτικής. Αυτά είναι καλό να συνοδεύονται από οξυμένα κριτικά εργαλεία που να τον βοηθήσουν να διαβάσει το κείμενο σε πολλά επίπεδα ερμηνείας, να το αξιολογήσει ενδοκειμενικά και εξωκειμενικά, να το εντάξει στην εποχή του αλλά και να αναδείξει την πιθανή διαχρονική του αξία. Επομένως, γνώσεις θεωρίας και ιστορίας της λογοτεχνίας, άλλες γνώσεις των ανθρωπιστικών κυρίως επιστημών, διάθεση ρήξης με την αναμενόμενη ανάγνωση, αποστασιοποίηση από τον συγγραφέα και προσέγγισης του αναγνώστη είναι μερικά απ’ αυτά που μου έρχονται πρόχειρα στο μυαλό. Και τέλος, απροκαταληψία, θετική ή αρνητική, όσο βέβαια αυτό μπορεί να γίνει: απόσταση από το πρόσωπο του συγγραφέα, ώστε αυτό να μην επηρεάσει την αξιολόγηση του κειμένου.
Υπάρχουν συγκεκριμένα έργα που θα προτείνατε στον ενδιαφερόμενο να εισέλθει στον δύσκολο, συχνά «ανεπιθύμητο» κόσμο της κριτικής της λογοτεχνίας;
Θα σταθώ σε ελληνικούς τίτλους, μακριά από τη γενική θεωρία που καταπιάνεται με την πρόσληψη και την ερμηνεία του κειμένου: το βιβλίο του Αντ. Καρτσάκη “Μεταπολεμική κριτική και ποίηση. Ζητήματα αισθητικής και ιδεολογίας” (Εστία 2009), τον τόμο “Κριτική στη Νεότερη Ελλάδα” (Εταιρεία Σπουδών Νεοελληνικού Πολιτισμού και Γενικής Παιδείας/Ίδρυμα Σχολής Μωραϊτη 1981), “Το φάντασμα της θεωρίας. Λογοτεχνία – κριτική – ιστορία” (Πλέθρον 1993) του Δ. Δημηρούλη, φυσικά το βιβλίο του Π.Μουλλά “Η δέκατη Μούσα. Μελέτες για την κριτική” (Σοκόλης 2001) και της Χρ. Ντουνιά “Λογοτεχνία και πολιτική. Τα περιοδικά τής Αριστεράς στο μεσοπόλεμο” (Καστανιώτης 1999). Τονίζω όμως πάλι ότι έχουμε μεγάλο έλλειμμα στην χαρτογράφηση του χώρου και πιο χρήσιμα είναι τα άρθρα των ίδιων των κριτικών που αυτοαναλύονται.
Ποιες είναι οι σπουδές σας και πώς βιοπορίζεστε; Διαπιστώνετε κάποια εμφανή απορρόφηση των σπουδών και της εργασίας σας στις επιλογές των βιβλίων και των θεμάτων με τα οποία ασχολείστε;
Αποφοίτησα από το Τμήμα Φιλολογίας του Ε.Κ.Π.Α. και στη συνέχεια έκανα -με υποτροφία του ΙΚΥ- μεταπτυχιακές σπουδές (μάστερ) στη Νεοελληνική Φιλολογία. Τέλος, στο ίδιο Τμήμα εκπόνησα διδακτορική διατριβή πάνω στη σύγχρονη ελληνική πεζογραφία. Οι σπουδές αυτές έγιναν από χόμπι, αφού βιοπορίζομαι στον χώρο της ιδιωτικής εκπαίδευσης, όπου η διατριβή δεν επηρεάζει καθοριστικά την απόδοσή μου. Πρόκειται για δύο παράλληλες πορείες, από τις οποίες μόνο η δεύτερη, η θεωρητική μου σκευή δηλαδή, με βοηθάει να δω ίσως δεύτερα επίπεδα σε κάθε βιβλίο.
Τι αντικείμενο είχε η διδακτορική σας διατριβή και γιατί επιλέξατε το συγκεκριμένο θέμα; Σκοπεύετε να την εκδώσετε;
Η διατριβή μου με τίτλο “Από την τεχνική τού μοντάζ στην τεχνική τού κολλάζ (στη σύγχρονη ελληνική πεζογραφία)” αφορά στα μυθιστορήματα που είναι γραμμένα με την τεχνική των παραθεμάτων, είναι άκρως αποσπασματικά και αποτελούνται από ετερόκλητα κείμενα, όπως άρθρα, επιστολές, ημερολογιακές καταγραφές. Αναφέρομαι σε κείμενα της Μεταπολίτευσης αρχής γενομένης από τα “Τρία ελληνικά μονόπρακτα” και τα “Στοιχεία για τη δεκαετία του ’60” του Θανάση Βαλτινού ώς τη “Σουνυάτα” του Χρήστου Χρυσόπουλου κι από τη “Φανταστική περιπέτεια” του Αλέξανδρου Κοτζιά μέχρι την “Αυτοβιογραφία ενός βιβλίου” του Μισέλ Φάις κ.ά. Θεώρησα το θέμα ενδιαφέρον, γιατί εστιάζει στην πιο ακραία μορφή του μυθιστορήματος, αφού η ενιαία αφήγηση διασπάται και ο αναγνώστης ωθείται στο να συνδράμει τον συγγραφέα στη νοηματοδότηση του κειμένου.
Με ποια έντυπα και ηλεκτρονικά περιοδικά έχετε συνεργαστεί και συνεργάζεστε σήμερα;
Ξεκίνησα δειλά την κριτική μου παρουσία στο περιοδικό “Διαβάζω”, όπου και ανδρώθηκα στην τριβή μου με τη σύγχρονη πεζογραφία. Αντίστοιχα εργάστηκα για ένα μεγάλο διάστημα στην εφημερίδα “Ελευθεροτυπία” επί εποχής Βιβλιοθήκης, ενώ συνεργάστηκα και με τα περιοδικά “Εντευκτήριο” και “Παράγραφος”. Τώρα κριτικογραφώ στο ηλεκτρονικό περιοδικό www.bookpress.gr και στην έντυπη “Εφημερίδα των Συντακτών”.
Αν είχατε σήμερα την πρόταση να γράψετε μια μονογραφία – παρουσίαση κάποιου προσώπου της λογοτεχνίας ή γενικότερα, ποιο θα επιλέγατε;
Νομίζω ότι δεν θα με ενδιέφερε ένα πρόσωπο και το έργο του, χωρίς αυτό να αποκλείεται για το μέλλον. Θεωρώ ότι τα ίδια τα έργα και όχι ο δημιουργός τους αξίζουν την προσοχή μας, μακριά από βιογραφικές και προθετικές συνιστώσες. Έτσι, θα προτιμούσα θέματα που συναρθρώνουν ομοειδή κείμενα διαφορετικών δημιουργών και τα αναδεικνύουν με πολιτισμικό τρόπο ή τα θέτουν απέναντι στον αναγνώστη, που τα νοηματοδοτεί. Ωστόσο, έχω δουλέψει και θα ήθελα ίσως να κάνω κάτι ευρύτερο στο έργο του Ν. Καζαντζάκη, της Ρ. Γαλανάκη, του Π. Μάρκαρη, του Βασίλη Αλεξάκη, τα διηγήματα του Γιώργου Σκαμπαρδώνη κ.λπ.
Περί ανάγνωσης
Στην Ελλάδα έχουμε εξαιρετικά πρώτα βιβλία. Μετά; Θα ήθελα να σταθώ σε φερέλπιδες συγγραφείς από τους οποίους περιμένω τα μελλοντικά βιβλία τους. Καταρχάς, η Ιωάννα Μπουραζοπούλου, που ήδη έχει δείξει τα λογοτεχνικά της δόντια με βιβλία που καινοτομούν τόσο ολοκληρωμένα που δεν μπορούν να περάσουν απαρατήρητοι. Από τους πιο μεγάλους ο πολύ δοκιμιακός Χρήστος Χρυσόπουλος, ο ή του ύψους ή του βάθους Αύγουστος Κορτώ, ο καφκικός Δημήτρης Σωτάκης, ο Παντελής Κοντογιάννης, η Έλενα Μαρούτσου, ο Γιάννης Μακριδάκης, η Σοφία Νικολαΐδου κ.ά. Συμπληρώνω με χαρά μερικούς νεότερους: τον Χρήστο Οικονόμου, τη Βασιλική Πέτσα, τον Ιάκωβο Ανυφαντάκη, τον Γιάννη Τσίρμπα.
Αγαπημένο σας ελληνικό λογοτεχνικό περιοδικό, «ενεργό» ή μη; Κάποιες λέξεις για τον λόγο της προτίμησης;
Πιστεύω ότι το «Διαβάζω» λειτούργησε για σχεδόν σαράντα χρόνια ως κυψέλη κριτικών, ως κιβωτός βιβλίων, ως πεδίο ιδεών. Και δεν είναι μόνο οι βιβλιοκριτικές, αλλά και τα αφιερώματα σε συγγραφείς και θέματα βρίσκουν μια θέση στη βιβλιοθήκη κάθε αναγνώστη. Η Ιστορία της μεταπολιτευτικής λογοτεχνίας μας πέρασε σίγουρα μέσα από το «Διαβάζω».
Τι διαβάζετε αυτό τον καιρό;
Προσπαθώ να παρακολουθώ στενά τη σύγχρονη ελληνική παραγωγή, με αποτέλεσμα να διαβάζω ό,τι κυκλοφορεί (υπερβολή!). Από την άλλη, καταλαβαίνω ότι η ξένη πεζογραφία δεν μπορεί να μένει εκτός, γιατί αυτή δίνει το στίγμα και θέτει τον πήχυ των παγκόσμιων τάσεων. Θα σταθώ όμως περισσότερο στο παραμελημένο δοκίμιο, που αξίζει να προσεχθεί, γιατί αυτό ακριβώς συλλαμβάνει και αποδεικνύει πού βρίσκεται ο στοχασμός της εγχώριας και διεθνούς σκέψης. Αναφέρομαι στα πολύ πρόσφατα έργα, όπως το βιβλιαράκι της Σοφίας Νικολαΐδου “Πώς έρχονται οι λέξεις” (εκδόσεις Μεταίχμιο), τον τόμο του Σταύρου Ζουμπουλάκη“Ποιος Θεός και ποιος άνθρωπος;” (εκδόσεις Πόλις) και τη συλλογή άρθρων του Δ. Δασκαλόπουλου “Κ.Π. Καβάφης. Η ποίηση και η ποιητική του” (εκδόσεις Κίχλη). Και μια χαρτογράφηση της Θεωρίας της λογοτεχνίας με τίτλο “Η λογοτεχνική θεωρία του εικοστού αιώνα” σε επιμέλεια K.M. Newton(Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης) ή τη συλλογή κειμένων του Δ. Τζιόβα “Κουλτούρα και λογοτεχνία” (εκδόσεις Πόλις). Εντελώς ενδεικτικά και εντελώς εφήμερα… (ή μπορεί και διαχρονικά).
Διαβάζετε λογοτεχνικές παρουσιάσεις και κριτικές; Έντυπες ή ηλεκτρονικές; Κάποια ιδιαίτερη προτίμηση στις μεν ή (και) στις δε;
Παρακολουθούσα πάντα τις λογοτεχνικές κριτικές που δημοσιεύονται στον σαββατοκυριακάτικο τύπο αλλά και στο διαδίκτυο, ενώ μερικές φορές διατρέχω λίγο πιο βιαστικά και τα ιστολόγια. Έγινα κριτικός επειδή από φοιτητής μαθήτευσα στις κριτικές του Σπ. Τσακνιά, του Δ. Κούρτοβικ, του Β. Χατζηβασιλείου, της Ελ. Κοτζιά και άλλων. Σήμερα, το διαδίκτυο είναι το μέλλον, αφού κάνει την κριτική προσιτή σε όλους και έτσι ανοίγει το πεδίο της φιλαναγνωσίας.
Περί αδιακρισίας
Έχετε μπει στον πειρασμό της συγγραφής λογοτεχνίας; Έχετε γράψει ή δημοσιεύσει κάτι; Αν ναι, θα υπάρξει συνέχεια; Αν όχι, για ποιο λόγο;
Νομίζω ότι όποιος διαβάζει θέλει και να γράψει, ενώ θα έπρεπε όποιος γράφει, πρώτα ή παράλληλα να διαβάζει. Μικρός έγραφα ποίηση, αλλά, όπως με προειδοποίησε ένας αγαπημένος μου καθηγητής στο Πανεπιστήμιο, ο στρατός θα ήταν το όριο ή το τέλος. Κι όντως ήταν το τέλος. Το πεζό από εκεί και πέρα θα μπορούσε να είναι μια προοπτική. Αλλά πέρα από τις ιδέες, χρειάζεται και επιμονή στις λεπτομέρειες, συγγραφική συνείδηση, υπομονή με τα αμήχανα σημεία της αφήγησης κ.λπ.
Τι γράφετε τώρα;
Δούλευα μέχρι πρόσφατα μια ανακοίνωση για το αστυνομικό μυθιστόρημα και πώς αυτό κάλυψε ή όχι τη μεταπολιτευτική δημόσια σφαίρα. Αυτή η ανακοίνωση θα χρειαστεί επέκταση και εμβάθυνση για να συμπεριληφθεί σε έναν τόμο που θα κυκλοφορήσει στην Αγγλία για τη σύγχρονη ελληνική πεζογραφία.
Παρακολουθείτε σύγχρονο κινηματογράφο ή θέατρο; Σας γοήτευσε ή σας ενέπνευσε κάποιος σκηνοθέτης, ταινία, θεατρική σκηνή;
Η λογοτεχνία δεν μπορεί να μείνει έξω από τους προβληματισμούς που θέτει γενικά η πορεία της τέχνης τον 21ο αιώνα. Επομένως, ενδιαφέρομαι για τον κινηματογράφο και το θέατρο τόσο ως απλός θεατής, ανίδεος για τα μυστικά που κρύβονται πίσω από την οθόνη ή την αυλαία, αλλά και ως υποψιασμένος φιλόμουσος που προσπαθεί να διακρίνει τις καλλιτεχνικές πρωτοπορίες και το πώς στην κοινωνία της εικόνας η λογοτεχνία μπορεί να εξακολουθήσει να μιλά. Μην ξεχνάμε ότι η διατριβή μου συσχέτιζε την πεζογραφία με τον κινηματογράφο μέσω της τεχνικής του μοντάζ.
Οι εμπειρίες σας από το διαδικτυώνεσθαι;
Η λογοτεχνία αλλά κυρίως η πρόσληψή της περνάνε πλέον και από το διαδίκτυο. Συνεργάζομαι με μια επιθεώρηση βιβλίου (τηνhttp://www.bookpress.gr) που κυκλοφορεί μόνο στο διαδίκτυο, διαβάζω ό,τι προλαβαίνω από τις κριτικές προσλήψεις των εφημερίδων, των περιοδικών, των ιστολογίων, παρακολουθώ τις εξελίξεις εντός και εκτός της λογοτεχνίας, διαβάζω για την επικαιρότητα σε ποικίλες ενημερωτικές ιστοσελίδες, πληροφορούμαι τακτικά για τον αθλητισμό και πάει λέγοντας. Στο διαδίκτυο βρήκα ενημέρωση αλλά και πλούσιο υλικό για τα επιστημονικά θέματα με τα οποία ασχολούμαι. Απορώ πώς δουλεύαμε στο παρελθόν χωρίς την προσβασιμότητα σ’ αυτό το μεγάλο εύρος πηγών…
Κάποια ερώτηση που θα θέλατε να σας κάνουμε μα σας απογοητεύσαμε; Απαντήστε την!
Γιατί η μεταπολιτευτική κριτική δεν θέλει να κοιτάζει στον καθρέφτη; Γιατί έχει πολλά βαρίδια, με πρώτο και σημαντικότερο τη γνωριμία με το πρόσωπο του συγγραφέα, επαφή που την κάνει άλλοτε εγκωμιαστική κι άλλοτε επιφυλακτική και άφωνη. Γιατί έχει επαναπαυτεί σε μια συγκεκριμένη στάση και δυσκολεύεται να δει τον ρόλο της έξω από τη στενή συζήτηση με το εκάστοτε βιβλίο. Γιατί ζει στην ημιμάθεια και προσπαθεί να κρύψει την άγνοιά της. Γιατί ζει με τις προκαταλήψεις της και αποφασίζει να γράψει, πριν καν διαβάσει το βιβλίο. Γιατί δεν συζητά, απλώς μονολογεί…
Ευχαριστώ για το στριπτίζ στο οποίο με υποβάλατε.
Παρουσίαση της Μεταπολιτευτικής Κριτικής στον Καθρέφτη εδώ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου