«Συνάντησα έναν ταξιδιώτη από χώρα αρχαία.
Είπε: τεράστια, δίχως κορμό, δυο πόδια πέτρινα
υψώνονται στην έρημο... Κοντά τους, μες στην άμμο
βυθισμένο, ένα θρυμματισμένο πρόσωπο· τα σκυθρωπά του
χείλη, πτυχωμένα σ' ένα χαμόγελο ψυχρής υπεροχής,
λένε ο γλύπτης τους πως διάβασε σωστά αυτά τα πάθη
που ακόμη ζούνε χαραγμένα στ' άψυχα ετούτα πράγματα
το χέρι που τα περιγέλασε και την καρδιά που τα 'θρεψε.
Και πάνω στο κρηπίδι αυτές οι λέξεις αχνοφαίνονται:
"Οζυμανδίας τ' όνομά μου, ο Βασιλεύς των Βασιλέων,
κοιτάξτε τα έργα μου. Ισχυροί, κι απελπιστείτε! "
Άλλο τίποτα δεν μένει. Γύρω από τη φθορά
των κολοσσιαίων ερειπίων, απέραντη, γυμνή,
μόνη η έρημος, κι επίπεδη, απλώνεται μακριά».
I met a traveller from an antique land
Who said: `Two vast and trunkless legs of stone
Stand in the desert. Near them, on the sand,
Half sunk, a shattered visage lies, whose frown,
And wrinkled lip, and sneer of cold command,
Tell that its sculptor well those passions read
Which yet survive, stamped on these lifeless things,
The hand that mocked them and the heart that fed.
And on the pedestal these words appear --
"My name is Ozymandias, king of kings:
Look on my works, ye Mighty, and despair!"
Nothing beside remains. Round the decay
Of that colossal wreck, boundless and bare
The lone and level sands stretch far away.'
Who said: `Two vast and trunkless legs of stone
Stand in the desert. Near them, on the sand,
Half sunk, a shattered visage lies, whose frown,
And wrinkled lip, and sneer of cold command,
Tell that its sculptor well those passions read
Which yet survive, stamped on these lifeless things,
The hand that mocked them and the heart that fed.
And on the pedestal these words appear --
"My name is Ozymandias, king of kings:
Look on my works, ye Mighty, and despair!"
Nothing beside remains. Round the decay
Of that colossal wreck, boundless and bare
The lone and level sands stretch far away.'
Ozymandias Poem by Percy Bysshe Shelley
Διόδωρος Σικελιώτης (80 - 20π.Χ.)
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΚΗΣ ΒΙΒΛΟΣ ΠΡΩΤΗ ΜΕΡΙΣ ΔΕΥΤΕΡΑ
47. Δέκα στάδια από τους πρώτους τάφους όπου σύμφωνα με την παράδοση έχουν ταφεί οι παλλακίδες του Δία, υπήρχε, λέει, το μνήμα του βασιλιά που ονομάστηκε Οσυμανδύας. Στην είσοδο του υπάρχει πυλώνας από χρωματιστή πέτρα, με μήκος δυο πλέθρα και ύψος σαραντα-πέντε πήχεις. Περνώντας τον πυλώνα υπάρχει πέτρινο τετράγωνο περίστυλο, με πλευρά τέσσερα πλέθρα, που στηρίζεται, αντί σε κίονες, σε μονόλιθες μορφές, δεκάξι πήχεις η καθεμιά, δουλεμένες με την αρχαία τεχνοτροπία. Η οροφή ολόκληρη είναι μονόλιθη με πλάτος δυο οργιές, διακοσμημένη με αστέρια σε κυανό φόντο. Μετά το περίστυλο, υπάρχει κι άλλη είσοδος και πυλώνας παρόμοιος με τον πρώτο, εκτός από τα σκαλίσματα που είναι περισσότερα. Πλάι στην είσοδο βρίσκονται τρεις ανδριάντες όλοι από μαύρη πέτρα της Συήνης, εκ των οποίων ο ένας, ο καθιστός, ξεπερνάει σε μέγεθος όλα τα αγάλματα της Αιγύπτου. Αν μετρήσεις το πόδι του, είναι παραπάνω από επτά πήχεις. Τα δυο άλλα αγάλματα στα γόνατα του πρώτου, το ένα δεξιά και το άλλο αριστερά, της κόρης και της μάνας του, έχουν μέγεθος μικρότερο από το προαναφερθέν. Τούτο το έργο δεν είναι μόνο αξιοθαύμαστο για το μέγεθος του αλλά κι επειδή είναι δουλεμένο με σπάνια τέχνη και η πέτρα του είναι εξαιρετικής ποιότητας, αφού σε τόσο μεγάλη επιφάνεια δεν παρατηρείται μήτε ρωγμή μήτε ψεγάδι. Πάνω του υπάρχει η επιγραφή «Είμαι ο Οσυμανδύας, ο βασιλεύς των βασιλέων. Αν κάποιος θέλει να μάθει πόσο μεγάλος είμαι και πού βρίσκομαι, ας ξεπεράσει κάποιο από τα έργα μου». Υπάρχει και άλλο άγαλμα, μόνο του, της μητέρας του, είκοσι πήχες μονόλιθος, που φέρει τρία διαδήματα στο κεφάλι για να δείχνουν ότι υπήρξε κόρη, γυναίκα και μητέρα βασιλιά. Μετά τον πυλώνα, είναι ένα περίστυλο πιο αξιόλογο από το πρώτο, όπου υπάρχουν κάθε είδους ανάγλυφες παραστάσεις που απεικονίζουν τον πόλεμο που έκαμε εκείνος ο βασιλιάς εναντίον των αποστατών στα Βάκτρα, κατά των οποίων εκστράτευσε με τετρακόσιες χιλιάδες πεζούς και είκοσι χιλιάδες ιππείς, με τη στρατιά του χωρισμένη σε τέσσερα μέρη, των οποίων αρχηγοί ήταν οι γιοι του βασιλιά.
48. Στον πρώτο τοίχο απεικονίζεται ο βασιλιάς, κατά την πολιορκία τείχους που το τριγυρίζει ποτάμι, στην πρώτη γραμμή να αγωνίζεται εναντίον αντιπάλων και να συνοδεύεται από ένα λιοντάρι που τον βοηθάει στον πόλεμο και προκαλεί τρόμο. Για την ερμηνεία της παράστασης, άλλοι έλεγαν πως στ' αλήθεια ο βασιλιάς είχε εξημερωμένο λιοντάρι που κινδύνευε μαζί του στις μάχες κι έτρεπε σε φυγή τους αντιπάλους με τη δύναμη του, ενώ άλλοι έλεγαν πως ήταν ο ίδιος ο βασιλιάς πάρα πολύ γενναίος κι εννοούσε φορτικά να τον εγκωμιάζουν, θέλοντας με την παράσταση του λιονταριού να δηλώσει την τάση της δικής του ψυχής. Στον δεύτερο τοίχο παριστάνονται οι αιχμάλωτοι που πήρε ο βασιλιάς, και μάλιστα χωρίς γεννητικά όργανα και χέρια, πράγμα που ήθελε να δηλώσει ότι ήταν άνανδροι στην ψυχή και δεν είχαν χέρια για να πολεμούν στις μάχες. Ο τρίτος τοίχος φέρει κάθε είδους ανάγλυφα κι εξαίρετες ζωγραφιές, που παριστάνουν θυσίες βοδιών από τον βασιλιά κι έναν θρίαμβο με την επιστροφή του από τον πόλεμο. Στο κέντρο τώρα του περίστυλου, βρίσκεται υπαίθριος βωμός χτισμένος από την ωραιότερη πέτρα, εξαιρετικός για τη δουλειά του και θαυμαστός για το μέγεθος του. Στον τελευταίο τοίχο υπάρχουν δυο μονόλιθοι ανδριάντες καθήμενοι, με ύψος είκοσι επτά πήχεις ο καθένας, πλάι στους οποίους έχουν κατασκευαστεί τρεις είσοδοι από το περίστυλο, που οδηγούν σε χώρο υπόστυλο, κατασκευασμένο σαν ωδείο, με μήκος κάθε πλευράς δύο πλέθρα. Εδώ βρίσκεται πλήθος ξύλινων ανδριάντων που παριστάνουν ανθρώπους που δικάζονται κι έχουν τα μάτια στραμμένα στους κριτές. Αυτοί παριστάνονται σ' έναν από τους τοίχους, τριάντα συνολικά, χωρίς χέρια, ενώ στο μέσον βρίσκεται ο αρχιδικαστής, με την Αλήθεια κρεμασμένη στον λαιμό του, με μάτια κλειστά, και πλάι του πλήθος βιβλία. Εικόνες που σημαίνουν πως οι δικαστές δεν πρέπει να δέχονται δώρα και πως ο αρχιδικαστής πρέπει να βλέπει μόνο προς την αλήθεια.
49. Στη συνέχεια υπάρχει περίπατος με πλήθος οικήματα κάθε μορφής, μέσα στα οποία αναπαρίστανται πλήθος φαγώσιμα, τα καλύτερα στο είδος τους. Εδώ επίσης υπάρχουν ανάγλυφα όπου ο βασιλιάς, έγχρωμος, προσφέρει στον θεό χρυσό και ασήμι, που μάζευε απ' όλη την Αίγυπτο κάθε χρόνο από τα μεταλλεία αργύρου και χρυσού' η επιγραφή μάλιστα από κάτω δίνει και το τελικό ποσό, που η αξία του σε άργυρο υπολογίζεται σε τριάντα δύο εκατομμύρια μνες. Στη συνέχεια βρίσκεται η ιερή βιβλιοθήκη που φέρει την επιγραφή «Ψυχής ιατρείον» και ακολουθούν οι ανδριάντες όλων των θεών της Αιγύπτου, καθώς και του βασιλιά που προσφέρει στον καθένα τις προσφορές που του αρμόζουν, θέλοντας μ' αυτό τον τρόπο να αποδείξει στον Όσιρι και στους θεούς του κάτω κόσμου ότι έζησε τη ζωή του με ευσέβεια και δικαιοσύνη απέναντι σε θεούς και ανθρώπους. Δίπλα στη βιβλιοθήκη, χωρισμένη απ' αυτή με μεσότοιχο, έχει χτιστεί πολυτελής αίθουσα με είκοσι ανάκλιντρα τριγύρω, αγάλματα του Δία της Ήρας και του βασιλιά, όπου θεωρείται ότι έχει ταφεί το σώμα του βασιλιά. Γύρω από αυτή, είναι χτισμένες πλήθος αίθουσες με εξαιρετικές ζωγραφιές από όλα τα ζώα που θεωρούνται ιερά στην Αίγυπτο. Η ανοδική πορεία προς τον τάφο περνά μέσα απ' αυτά. Στο τέλος της ανόδου, γύρω από τον τάφο υπάρχει κυκλικός δακτύλιος από χρυσάφι με περιφέρεια τριακόσιες εξήντα πέντε πήχεις και πάχος έναν. Πάνω στον δακτύλιο αναγράφονται οι μέρες του χρόνου, μία για κάθε πήχη, και σε κάθε μέρα η ανατολή και η δύση των άστρων σύμφωνα με τους φυσικούς νόμους, καθώς και η ερμηνεία τους σύμφωνα με τους Αιγυπτίους αστρολόγους. Τούτος ο δακτύλιος λεηλατήθηκε από τον Καμβύση και τους Πέρσες, την εποχή που είχαν κατακτήσει την Αίγυπτο. Τέτοιος ήταν, λένε, ο τάφος του βασιλιά Οσυμανδύα, για τον οποίο θεωρείται πως όχι μόνο ξεπέρασε κατά πολύ τους άλλους στη δαπάνη αλλά και στην καλλιτεχνική δουλειά.
"TA NEA" Δευτέρα 6 Μαρτίου 2000
Αρ. Φύλλου 16685
ΧΑΡΗΣ ΒΛΑΒΙΑΝΟΣ
ΕΠΙΦΥΛΛΙΔΕΣ
Τα συστατικά της ιδιοφυΐας
(Στον Γκ. Ντ. for the record)
Χειμωνιάτικο απόγευμα του 1817. Στη μεγάλη βιβλιοθήκη ενός ευχάριστου σπιτιού, που βρίσκεται στις παρυφές της κωμόπολης Μάρλοου, ένας τραπεζίτης από το Λονδίνο, ονόματι Οράτιος Σμιθ, απολαμβάνει ήρεμος το βιβλίο του. Ο οικοδεσπότης του, ένας νεαρός άνδρας, μια εβδομάδα τώρα μελετάει Γίββωνα, Μπούρκχαρντ και τα έργα του Κόμητος Σωσμπέφ ντε Βολνέ· τον έχει γοητεύσει ιδιαίτερα το έργο του τελευταίου «Ερείπια, ή Στοχασμοί πάνω στο Πεπρωμένο των Αυτοκρατοριών» και ανταλλάσσει με τον τραπεζίτη κάποιες συναφείς σκέψεις. Η σύζυγός του κάθεται σιωπηλή πλάι στη φωτιά, διαβάζοντας Τάκιτο. Το πρώτο της μυθιστόρημα βρίσκεται ήδη στον τυπογράφο. Τίτλος του, «Φρανκενστάιν ή ο Σύγχρονος Προμηθέας».
Ο τραπεζίτης μας διαβάζει Διόδωρο. Σκέφτεται να γράψει ένα στοχαστικό σονέτο: τον έχει εμπνεύσει η περιγραφή ενός ερειπωμένου μνημείου που συνάντησε ανάμεσα στις εκατοντάδες σελίδες του ιστορικού. Πριν από 3.300 χρόνια, περίπου, ο μεγαλύτερος Φαραώ στην ιστορία της Αιγύπτου, ο Ραμσής Β', παρήγγειλε ένα άγαλμα και το έστησε στην πόλη των Θηβών. Είχε ύψος είκοσι μέτρα, ζύγιζε χίλιους τόνους και στη βάση του έφερε την επιγραφή: «Είμαι ο Ούσερ-μα-Ρα, ο Βασιλεύς των Βασιλέων, Κυρίαρχος της Άνω και της Κάτω Αιγύπτου... Όποιος επιθυμεί να γνωρίσει το μεγαλείο μου, ιδού εγώ, ας προσπαθήσει να υπερβεί όσα έπραξα».
Εξακόσια χρόνια αργότερα, ο Έλληνας περιηγητής Εκαταίος επισκέφθηκε την Αίγυπτο και φιλοτέχνησε μια περιγραφή του αγάλματος του Ραμσή, προσπαθώντας να είναι όσο ακριβέστερος μπορούσε. Έκανε όμως λάθος στη μεταγραφή του ονόματος. Το Ούσερ-μα-Ρα έγινε Οζυμανδύας μια λέξη πιο οικεία στο ελληνικό αυτί. Το βιβλίο του χάθηκε, αλλά ο Διόδωρος συμπεριέλαβε αυτήν την περιγραφή στην παγκόσμια ιστορία που έγραψε την εποχή του Αυγούστου και η οποία επεκτεινόταν σε σαράντα ολόκληρους τόμους. Η επιγραφή στη βάση του αγάλματος είχε μεταφερθεί ως εξής: «Ο Βασιλεύς των Βασιλέων Οζυμανδύας είμαι εγώ. Όποιος επιθυμεί να γνωρίσει πόσο μεγάλος είμαι και πού κείτομαι, ας υπερβεί τις πράξεις μου, αν μπορεί».
Έτσι, ενώ ο χειμωνιάτικος ήλιος έδυε, στο αδύναμο φως ενός κεριού, ο λογοτέχνης-τραπεζίτης Οράτιος Σμιθ έγραψε:
«Στην αμμώδη σιωπή της Αιγύπτου
στέκει γιγάντιο πόδι που σκορπίζει
τη μόνη σκιά που η έρημος γνωρίζει».
Πριν προλάβει να ολοκληρώσει τη στροφή, ο οικοδεσπότης του τον πλησιάζει. Προτείνει να γράψει κι εκείνος ένα σονέτο πάνω στο ίδιο θέμα. Και γράφει:
«Συνάντησα έναν ταξιδιώτη από χώρα αρχαία.
Είπε: τεράστια, δίχως κορμό, δυο πόδια πέτρινα
υψώνονται στην έρημο... Κοντά τους, μες στην άμμο
βυθισμένο, ένα θρυμματισμένο πρόσωπο· τα σκυθρωπά του
χείλη, πτυχωμένα σ' ένα χαμόγελο ψυχρής υπεροχής,
λένε ο γλύπτης τους πως διάβασε σωστά αυτά τα πάθη
που ακόμη ζούνε χαραγμένα στ' άψυχα ετούτα πράγματα
το χέρι που τα περιγέλασε και την καρδιά που τα 'θρεψε.
Και πάνω στο κρηπίδι αυτές οι λέξεις αχνοφαίνονται:
"Οζυμανδίας τ' όνομά μου, ο Βασιλεύς των Βασιλέων,
κοιτάξτε τα έργα μου. Ισχυροί, κι απελπιστείτε! "
Άλλο τίποτα δεν μένει. Γύρω από τη φθορά
των κολοσσιαίων ερειπίων, απέραντη, γυμνή,
μόνη η έρημος, κι επίπεδη, απλώνεται μακριά».
Χρειάστηκαν δέκα λεπτά (ή περίπου) για να γράψει ο Σέλλεϋ ένα από τα αριστουργήματα της αγγλικής ποίησης. Είχαν συνδράμει ένας Φαραώ, μια ομάδα ιστορικών, εξερευνητών και περιηγητών και ο λησμονημένος σήμερα Οράτιος Σμιθ. Ιδιοφυΐα σημαίνει, όπως έχει γράψει ένας γνωστός κριτικός, να βρίσκεσαι στον κατάλληλο τόπο τον κατάλληλο χρόνο, έτοιμος να αδράξεις τη στιγμή. Ο Οράτιος Σμιθ και ο Πέρσυ Μπ. Σέλλεϋ έστειλαν τα σονέτα τους σε μια εφημερίδα, η οποία δημοσίευσε και τα δύο. Ο έντιμος και σχολαστικός Σμιθ τιτλοφόρησε το ποίημά του «Πάνω σε ένα επιβλητικό γρανιτένιο πόδι, που ανακαλύφθηκε να ίσταται μόνο στην έρημο της Αιγύπτου, με τη σχετική επιγραφή χαραγμένη στη βάση». Ο Σέλλεϋ ονόμασε το δικό του «Οζυμανδύας». Ιδιοφυΐα ίσως σημαίνει και το να ξέρεις πώς να τιτλοφορήσεις ένα ποίημα.
Ο Χάρης Βλαβιανός είναι ποιητής και διευθύνει το περιοδικό «Ποίηση».
ΤΑ ΝΕΑ , 06/03/2000 , Σελ.: P06
Κωδικός άρθρου: A16685P062
Το ποίημα του Σέλλεϋ, Ozymandias όπως το απαγγέλει ο Sir Ben Kingsley, [βρετανός ηθοποιός ινδικής καταγωγής, γεννήθηκε με το όνομα Krishna Pandit Bhanji (Gujarati language:કૃષ્ણા પંડિત ભાનજી) στο Snainton του North Yorkshire]. Το παρακάτω video είναιδιαφημιστικό spot της Union Bank of Switzerland:
OZYMANDIAS.
I met a traveller from an antique land Who said:
Two vast and trunkless legs of stone Stand in the desert...
Near them, on the sand,
Half sunk, a shattered visage lies, whose frown,
And wrinkled lip, and sneer of cold command, 5
Tell that its sculptor well those passions read
Which yet survive, stamped on these lifeless things,
The hand that mocked them, and the heart that fed:
And on the pedestal these words appear:
'My name is Ozymandias, king of kings: 10
Look on my works, ye Mighty, and despair!'
Nothing beside remains. Round the decay
Of that colossal wreck, boundless and bare
The lone and level sands stretch far away.
NOTE:
_9 these words appear ] this legend clear B (Αυτή είναι μάλλον μια δεύτερη εκδοχή του Σέλλεϊ για τον στίχο 9) [Πρώτη Δημοσίευση: Hunt , "The Examiner", Ιανουάριος του 1818. Ανατυπώθηκε από "Rosalind and Helen", το 1819. Υπάρχει ένα προσχέδιο μεταξύ των χειρογράφων του Shelley στη βιβλιοθήκη Bodleian. Δείτε Mr. C.D. Locock's "Examination", κ.λπ., 1903, σελ. 46.]
1817 draft of Ozymandias. Bodleian Library, Oxford
Όλα τα έργα (στα αγγλικά) του Percy Bysshe Shelley υπάρχουν εδώ:
The Complete Works of Percy Bysshe Shelley 1792-1822
The Complete Works of Percy Bysshe Shelley 1792-1822— Volume 2
The Complete Works of Percy Bysshe Shelley 1792-1822— Volume 3
Αφού ευχαριστήσουμε τη Union Bank of Switzerland και της ευχηθούμε "και στα δικά της", κατ’ αντιστοιχία του ποιήματος, δεν μπορούμε να μην παρατηρήσουμε την ποιητική «σύμπτωση» που συνδέει το συγκεκριμένο ποίημα με τις τράπεζες. Με τον Οράτιο Σμιθ, τον τραπεζίτη απ’ το Λονδίνο, φίλο του Shelley και την Union Bank of Switzerland, όπου εύχεται στον εαυτό της, μέσω του ποιήματος: «Here Today, Here Tomorrow».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου