Σάββατο 31 Μαΐου 2014

Θεοδόσης Βολκώφ, Ποιήματα από τα βιβλία «Missa Brevis» και «Γιουβενάλης»

http://www.poiein.gr/archives/22991

ΜΑΙ31


εκδ. Παρισιάνος 2012


ΣΑΠΦΩ ΙΙ
Ας δώσουμε ό,τι οφείλουμε στον Έρωτα.
Αφού τις μέρες θυσιάζουμε στον Άρη,
από της νύχτας τ’ ακριβά και τ’ αφανέρωτα
δεν θα ευδοκήσουμε το ελάχιστο να πάρει.
Ξάγρυπνες κάθε νύχτα. Ας φυλάξουμε·
στο πάναγνο, πανίερο νυχτέρι
όλες τις πράξεις τού Έρωτα ας πράξουμε
κι ας σκοτωθούμε με της σάρκας το μαχαίρι.
Ό,τι δεν είναι Έρωτας ο θάνατος
και είναι και το έχει και στη χλεύη
του σκουληκιού το παραδίδει· αθάνατος
ο Λόγος μου στο Σώμα που πιστεύει.
Να ‘ξερες, αχ, το πώς, το πόσο θέρομαι
και μόνο απ’ της δερμίδας σου την άψη.
Τους παγερούς και αδιάφορους εχθαίρομαι.
Μύριες φορές η όψη σου ας με κάψει.
Ήριννα, της αγάπης μου αλλώνυμη,
έλα σε μένα κι άσε πια την ηλακάτη·
μη φεύγεις πάντα, μη μ’ αφήνεις μόνη, μη,
χορδή της Λύρας μου και πρώτη και υπάτη.
Ανάξιά σου πάντα τ’ άλλα γνέματα·
σάρκινο πλέκουνε τα σώματα υφάδι·
λούσου μες στης αγάπης μου τα αίματα –
μια μουσική με το φιλί και με το χάδι.
Οι κνήμες, οι μηροί, τα μετατάρσια,
οι πλάτες, η γαστέρα, το κεφάλι,
όλα σου τα οριζόντια και τα εγκάρσια
πλασμένα για της Κύπριδος την πάλη.
Τα μέλη σου, τα στήθη σου τ’ ανάγλυφα
πόσες φορές δεν μ’ έχουν θανατώσει,
κάθε που τα φιλούσα και που τα ‘γλειφα
πίνοντας την πικρή τής σάρκας γνώση.
Γδύσου λοιπόν. Θανάσιμη γυμνότητα,
σε σένα όλες τις λέξεις θυσιάζω,
γλυκιά μου καμπυλόσχημη αγριότητα,
να τραγουδώ με κάνεις και να ουρλιάζω.
Το σώμα σου που ολόγυμνο μού δίνεται
πώς τη γδυτή ψυχή μου μεγαλώνει
και πώς η Γλώσσα απ’ τα φιλιά σου λύνεται
κι η Λέξη της τη σάρκα αποθεώνει.
Τα σώματα, τα σώματα, τα σώματα·
άκρατος οίνος για το υπέρτατο μεθύσι
της σάρκας οι χυμοί και τα αρώματα.
Η φλόγα που με ανάβει θα με σβήσει.
Τα δυο κορμιά που ως ένα περιπλέκονται,
δεμένα, τις ψυχές ελευθερώνουν·
στους λεύτερους τα πάντα επιτρέπονται,
οι ελεύθεροι τα πάντα δικαιώνουν.
Της πράξης την υπέροχη ωμότητα,
γυμνή κι εγώ, με άλλη ψυχή την ντύνω·
σε σμίγω με του ζώου την αγνότητα
ταιριάζοντας το Ρόδο με τον Κρίνο.
Τα σώματά μας δες πώς σοφιλιάζουνε
σοφά τα δυο μαζί περιπλεγμένα
κι άκου πώς ψιθυρίζουν και φωνάζουνε
και πώς γεννούν το ένα τ’ άλλο δίχως γέννα.
Να σε ξαπλώνω πίστομη και ανάσκελη,
στα τέσσερα ξανά, ξανά ριγμένη,
ανάστροφη και πλάγια και διάσκελη,
παντού με τρόπους χίλιους φιλημένη.
Η σάρκα είναι του Λόγου η αποθέωση,
τα χώματα του Θείου τ’ αντιστύλια·
η σύμμειξη και φόνος κι εξιλέωση·
τα πάνω πώς φιλούν τα κάτω χείλια…
Όταν δεν σ’ έχω πλάι μου και αγγίζομαι
εσένα πάλι επάνω μου αγγίζω,
σε σένα πάλι αργά-αργά βυθίζομαι
τα δάχτυλα βαθειά μου όταν βυθίζω.
Ξένη του κόσμου αγάπη κι ασυνήθιστη
στα σπλάχνα μου ριζώνει και με ορίζει·
στους κυκεώνες των καιρών αβύθιστη
ψυχή και πήρα το κορμί σου μετερίζι.
Εγώ που όλα τ’ απίστευτα τα πίστεψα
και που τ’ αβίωτα τού κόσμου τα έχω ζήσει
στον Έρωτα και μόνον μέσα αλήθεψα
και εφταπάρθενη σού δόθηκα ως Φύση.
Και τι να καταλάβει ο κόσμος, Ήριννα,
από το τρυφερό, σκληρό μας φύλο·
κόσμος ψυχρός – μα εντός μου λόγια πύρινα·
λένε της Λέσβος την αγάπη για την Τήλο.
Κι ωστόσο διωκόμαστε απ’ τον Όλεθρο·
κι αφού κάθε στιγμή παραμονεύει,
θα ορκίζομαι με πείσμα στο Ανώλεθρο
κι η Λέξη μου τους τάφους θα φονεύει.
Τα δυο περιπλεγμένα μας τα σώματα,
όσο κι αν φλέγονται και ό,τι κι αν τα φλέγει,
έχουν τ’ ομοιοτέλευτο στα χώματα.
Μα η Ποίησή μου στον Αιώνα θα σε λέγει.


***
MISSA BREVIS
Ιδού ο βράχος απελέκητος
και το αίμα ριζιμιό λιθάρι
Ιδού ο πόνος ατελεύτητος
και το άγραφτο τραχύ τροπάρι.
Νυν των παρθένων η ατίμωση
και των πολέμων η αγυρτεία
Νυν των σεπτών η απογύμνωση
και των ιερών η εμπορία.
Αιέν το έγκλημα απαράγραπτο
και ο στόνος στήθη που έχει γδάρει
Αιέν το στόμα το αργυρώνητο
και της ανάγκης το κιβάρι.





****
Ουαί υμίν γλώσσες που ακκίζεσθε
και των σοφών η διβουλία
Ουαί υμίν οι που αφοπλίζεσθε
και των κορμιών η απραξία.
Αμήν του έρωτα η έλευση
και της μονώσεως το λιοντάρι
Αμήν ο αμνός που τίγρεις τρόμαξε
και το άκαρτο οργής κριάρι.
Εύγε θνητότης μου και έλλειψη
και ηχηρή μου απιστία
Εύγε νεότης μου και πλήρωση
και στιχηρή μου οπλιτεία.



***
EΥΡΩΠΗ ΙΙΙ
Δεν είμαστε παρά η σκέψη του Θανάτου
κι είναι οι ζωές μας, όλων, τ’ όνειρό του,
το πνεύμα μας απλώς το ανάβλεμμά του
που το βυθίζει ο ίδιος στον εαυτό του.
Το ελάχιστο δικό μας – μα δικό μας·
και για το ελάχιστο αυτό θα χτυπηθούμε·
ό,τι κι αν είναι, είναι ανάμεσα στους δυο μας.
Θάνατε που μας μελετάς, σε μελετούμε.
Χτύπα λοιπόν, η Ανάγκη κι η Ιστορία,
και χτύπα, Θάνατε, όποιο όνομα κι αν πάρεις,
χτύπα, εσύ Κράτος, Βία και Εξουσία,
και θα σε γδέρνουμε όσο ζούμε πριν μας γδάρεις.
Έτσι ανδρωθήκαμε και ήρθαμε στα χέρια,
έτσι ορθωθήκαμε ως οι εχθροί που αξίζεις,
έτσι σταθήκαμε στη Γη κάτω απ’ τ’ αστέρια.
Έτσι σε ορίζουμε όσο μας ορίζεις.
Τελειώνουμε. Μα τώρα πια μας ξέρεις.
Ξέρεις τι χάνουμε και ξέρεις τι κερδίζεις.
Ας είσαι ο Κραταιός κι ας επιχαίρεις·
σε λίγο απ’ το αίμα όλων κι αν θα σφύζεις,
Θάνατε, έχουμε όμως για να ενσκήψεις
ζωή αρκετή και, Χρόνε, για να παίξεις.
Το αψευδές του πόνου και της θλίψης
πήρε φωτιά και σάρκα – έγινε λέξεις.


***
ΚΥΡΙΕ
Kύριε των πόνων των λυγμών και των θανάτων
των θανάτων και του Θανάτου μου Κύριε
την πίκρα βύθισε βαθιά μέσα στα σπλάχνα
το γέννημα της τρομερής τριβής ψυχής και κόσμου –
βαθιά και πιο βαθιά μέσα στα σπλάχνα
να μην εκφύεται θρασεία να μη φτάνει
ώς τον κρατήρα των χειλιών και να βροντά.
Μα δώρισέ μου αμόλυντη τη Θλίψη
απίκραντη και ελεύθερη και αγνή
και κάνε μου άπεφθο το μέταλλο του πόνου
και αρραγές – σαν σκοτεινό και άχρονο
στον ήλιο ή στη νύχτα Σου αναλάμπει·
απρόσβλητο απ’ τον στείρο πικρασμό
κι απ’ τις μικρές χαρές κι από τις λύπες.
Ενώπιον της Ζωής και του Θανάτου
ας γίνεται η γλώσσα μου σιωπή
η σκέψη μου ας ακινητεί ως πέτρα
ας με αριθμείς με τους νεκρούς αυτού του κόσμου –
όμως καθάριο κράτησε το βλέμμα και τον λόγο
και λεοντόθυμο απ’ άκρου εις άκρο το κορμί·
κι η μοναξιά μου ας μην επιτιμά
για τον εαυτό της άνθρωπο κανένα·
στη λέξη δώσε ορίζοντα στην πράξη φλόγα
και αρσενική αρσενική κράτα τη Θλίψη. 
Να με αφαιρεί ο πόνος μα ν’ αυξάνω
να δείχνομαι πιο λίγος μα να γίνομαι
να είμαι πιο πολύς.
Τη Θλίψη κράτησέ μου αρσενική.
Χωρώντας μέσα της και αντέχοντας τα δυο
και την οργή και τη συμπόνια
μόνον η Θλίψη άοκνη ας δρα
ο σιωπηλός και ακάματος εργάτης
ώστε τον άντρα ο πόνος πιο άντρα να τον κάνει·
και τη μεγάλη μέσα μου αρθρώνοντας
την άγρια κι ανυπότακτη Χαρά
και με το αίμα στο αίμα της γεννώντας
το ύπατο απ’ τα κρύφια Σου και τ’ άδηλα –
το νόημα που αυτόν τον κόσμο θάλπει.
Κύριε των πόνων των λυγμών και των θανάτων
των θανάτων και του Θανάτου μου Κύριε
των μελλούμενων και του Εσχάτου Ενός
την πίκρα βύθισε βαθιά μέσα στα σπλάχνα
να μην εκφύεται θρασεία να μη φτάνει
ώς τον κρατήρα των χειλιών και να βροντά·
να μη στυφίζει το φιλί ή το τραγούδι.

************************************************* 
  


ΓΙΟΥΒΕΝΑΛΗΣ ΙΙΙ
Ιδού. Να ειπωθώ ήγγικε η ώρα.
Απ’ τις σκιές κατάφρακτος προβάλλω.
Όχι μετά ή πριν· εδώ και τώρα
στην καταιγίδα των καιρών με σάλο
ανταπαντώ - αιμάσσοντα, δικό μου.
Με νου, καρδιά, πνευμόνια και καβάλο
διεκδικώ παντού το μερτικό μου
κι έτσι ζητώ να πράξω ή ν’ αντιπράξω
σε κάθε αντάμωμα ή στροφή του δρόμου –
ό,τι κερδίσω ευθύς να το πετάξω
κατέναντι του κόσμου ή του θανάτου
και αφού σε κάθε σύγκρουση φρυάξω
και χτυπηθώ με όλα Του Αοράτου
και αφού στα πάντα θέλω να ενσκήψω
ακούγοντας παντού το κάλεσμά Του,
τα πάντα σταθερός να εγκαταλείψω
και να γδυθώ τον κόσμο που με ντύνει.
Να υπάρξω ακέριος σε όλα – και να εκλείψω.
Στο κέντρο της Οργής να ΄μαι Γαλήνη,
μα να μην υπολείπομαι σε Βία.
Στο κέντρο του Πολέμου η Ειρήνη
να ηγεμονεύει επάνω στα στοιχεία.
Να πολεμώ μαζί και ν’ αφηγούμαι
και ν’ αντιτάσσω εγώ στην Ιστορία
τη Γλώσσα μου… Ιδού, δεν εξηγούμαι
από καμιά εποχή και επιστήμη
και από νόμους δεν αιτιολογούμαι
και δεν συνάγομαι από κάποια μνήμη·
ελπίδα δεν μπορεί να μ’ ερμηνεύσει.
Ό,τι κι αν με ξερνά με καταπίνει.
Κτηνώδης πράξη και ζωώδης σκέψη
το άπεφθο, ολοδικό μου «Ούτως»
που βλέμμα δεν μπορούσε να προβλέψει.
Και είμαι όνομα και πράγμα Βρούτος.



************************
theodosis-volkof1.jpg


Ὁ Θεοδόσης Βολκὼφ γεννήθηκε τὸ 1980 στὴν Ἀθήνα. Τὸ 2004 ἐξέδωσε τὸ ποιητικὸ ἔργο «Τὰ Τραγούδια τῆς Ψυχῆς καὶ τῆς Κόρης» (Ἐκδόσεις Γαβριηλίδης). Δημοσιεύει ποιήματα και κείμενά του στην ηλεκτρονικὴ σελίδαhttp://theodosisvolkof.blogspot.com

Ουσιαστική συμβολή στην ιστορία του ελληνικού διηγήματος

Ελένη Πολίτου-Μαρμαρινού








συνέντευξη στην Νένα Κοκκινάκη


Το ελληνικό διήγημα μπορεί κάλλιστα να αντλεί την υπόθεσή του «εξ απωτάτων χωρών και χρόνων» χωρίς να διακυβεύονται γι' αυτό ούτε η ελληνικότητα ούτε και η εθνική σημασία του.
Ομότιμη σήμερα καθηγήτρια Νεοελληνικής Φιλολογίας στο Τμήμα Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών, η Ελένη Πολίτου-Μαρμαρινού ερευνά και διδάσκει Συγκριτική Φιλολογία και Θεωρία της Λογοτεχνίας, αντικείμενα που πρώτη εισήγαγε στο πανεπιστημιακό πρόγραμμα διδασκαλίας. Επικεντρωμένη στην ελληνική λογοτεχνία του 19ου και 20ού αιώνα εκδίδει το 1976 τη μελέτη Ο Κωστής Παλαμάς και ο γαλλικός παρνασσισμός. Πρόκειται για την πρώτη διδακτορική διατριβή που εκπονήθηκε σε ελληνικό πανεπιστήμιο για τον ποιητή σύμφωνα με τις θεωρητικές και μεθοδολογικές αρχές της Συγκριτικής Φιλολογίας. Ιδρυτικό μέλος (1987-2000) και στη συνέχεια πρόεδρος (2000-2006) της Εταιρείας Γενικής και Συγκριτικής Γραμματολογίας, δημοσιεύει κείμενα για το έργο του Κάλβου, του Παπαδιαμάντη, του Πορφύρα, του Καβάφη, του Καρυωτάκη. Εχει επίσης μελετήσει θέματα ποιητικής (ρεαλισμός, παρνασσισμός, νατουραλισμός, συμβολισμός, ηθογραφία).
Στον γνωστό ορισμό του διηγήματος που διατύπωσε ο Πόου το 1842, ο συγγραφέας συλλαμβάνει μια «μοναδική εντύπωση» και στη συνέχεια την «παράγει» επινοώντας γεγονότα. Διαβάζοντας την εισήγησή σας με θέμα το βουδικής προέλευσης διήγημα του Παλαμά «Τα μάτια του Κουνάλα», διαπιστώνουμε ότι η «μοναδική εντύπωση» δεν πρέπει κατ' ανάγκην να είναι «ελληνική». Ποια είναι η προσωπική σας άποψη για την ελληνικότητα ενός διηγήματος;
Ενα διήγημα, γραμμένο από έλληνα συγγραφέα, στην ελληνική γλώσσα είναι ελληνικό, ανεξάρτητα από τον τόπο και τον χρόνο που τοποθετείται, το σκηνικό ή την εθνικότητα των χαρακτήρων. Εχει παρέλθει ανεπιστρεπτί ελπίζω η εποχή κατά την οποία με αφετηρία τον διαγωνισμό διηγήματος της Εστίας το 1883 και τις θέσεις του Εφταλιώτη περί «Αληθινής και ψεύτικης τέχνης» (1889), ένα διήγημα για να χαρακτηριστεί «ελληνικό» έπρεπε, κατά την ειρωνική διατύπωση του Παλαμά, να επενδύεται «με εξώφυλλα φέροντα τα εθνικά χρώματα». Αλλωστε, η «μοναδική εντύπωση» για την οποία κάνει λόγο ο Πόου είναι βιωματικού, ανθρώπινου και όχι εθνικού χαρακτήρα, και αυτή αποτέλεσε το έναυσμα και για «βουδικό» διήγημα του Παλαμά.
Αλήθεια, πώς θα δίναμε έναν ολοκληρωμένο ορισμό στο διήγημα;
Ενας ορισμός του διηγήματος που θα κάλυπτε όλα τα επιμέρους είδη τα οποία δημιουργήθηκαν από την εμφάνισή του ώς σήμερα δεν μπορεί παρά να αφορά μόνο τη μικρή έκταση του πεζογραφήματος, χωρίς όμως αυτή η μικρή έκταση να είναι δυνατόν να προσδιοριστεί με ακρίβεια. Από εκεί και πέρα χρειάζονται ειδικότεροι και περισσότερο επεξεργασμένοι ορισμοί για τα διάφορα είδη διηγήματος, το ρεαλιστικό, το νατουραλιστικό, το συμβολιστικό, το ποιητικό κ.ά.
Μεγάλο ενδιαφέρον προκαλεί το θέμα των σχέσεων της νεοελληνικής λογοτεχνίας με τις λογοτεχνίες των άλλων χωρών της Ευρώπης. Διατυπώνεται άλλωστε η άποψη ότι πολλά από τα πρώτα νεοελληνικά διηγήματα, δημοσιευμένα κυρίως σε περιοδικά της εποχής, είναι γραμμένα πάνω σε δυτικά πρότυπα. Πώς ανιχνεύεται κατά την άποψή σας η «συνοχή» και η «παράδοση», για την οποία μιλά ο Αλέξης Πολίτης το 2003;
Σύμφωνα με τις αρχές και τα ευρήματα της Συγκριτικής Φιλολογίας κανένα ξένο έργο δεν μπορεί να λειτουργήσει ως πρότυπο σε μια εθνική λογοτεχνία -μιλάμε βέβαια για μια λογοτεχνία που αξίζει το όνομά της- αν στην ντόπια παράδοση δεν προϋπάρχουν ερείσματα τόσο εσωλογοτεχνικά όσο και εξωλογοτεχνικά που να το γειώνουν και να το στηρίζουν. Με αυτό ακριβώς εξασφαλίζεται η συνοχή και η συνέχεια κάθε εθνικής λογοτεχνικής παράδοσης.
Ισχύει, κατά τη γνώμη σας, η άποψη ότι τα καλλιτεχνικά ρεύματα της Ευρώπης έρχονται στην Ελλάδα αργοπορημένα;
Η άποψη αυτή επικρατούσε πράγματι παλαιότερα μεταξύ των μελετητών, νεότερα όμως ερευνητικά δεδομένα αποδεικνύουν πως είναι αβάσιμη και οφείλεται, συχνά, σε ελλιπή γνώση της λογοτεχνίας μας σε όλη της την έκταση και σε όλο το βάθος και τις διάφορες όψεις της. Γνωρίζουμε τώρα ότι στην ελληνική λογοτεχνική πραγματικότητα υπάρχουν συστατικά των ευρωπαϊκών λογοτεχνικών ρευμάτων, και πάντως των σημαντικότερων, πριν αυτά «εισαχθούν» και γενικευθούν και στην Ελλάδα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ο ρομαντισμός, του οποίου ουσιώδη γνωρίσματα, όπως η νοσταλγία προς τα περασμένα ως επιστροφή σε μια καλύτερη κατάσταση, η μελαγχολία μπροστά σε ένα αποκαρδιωτικό παρόν, η έξαρση του πόθου για κάθε μορφή ελευθερίας, η αχαλίνωτη φαντασία κ.ά. ανιχνεύονται εύκολα ως γενικά χαρακτηριστικά και του δημοτικού μας τραγουδιού, όπως έχει επισημάνει ο Κ. Θ. Δημαράς. Από αυτήν την άποψη, ένας ελληνικός «ρομαντισμός» υπήρχε και πριν από το 1830, όταν δηλαδή η επίσημη εμφάνισή του στην ποίηση της λεγόμενης Παλιάς Αθηναϊκής Σχολής αποδόθηκε σε άμεση επίδραση του γαλλικού ρομαντισμού. Αλλά κι έτσι αν έχουν τα πράγματα, η εμφάνιση του ρεύματος αυτού στην Ελλάδα δεν είναι καθόλου καθυστερημένη, αν μάλιστα στον αθηναϊκό ρομαντισμό συνυπολογίσουμε και τη ρομαντική πλευρά της ποίησης του Σολωμού και του Κάλβου. Το ίδιο συμβαίνει και με τον ρεαλισμό, η εμφάνιση του οποίου στην Ελλάδα γύρω στα 1880 θεωρήθηκε καθυστερημένη σε σχέση με τις λογοτεχνίες της Ευρώπης, ενώ δείγματα ενός ελληνικού «ρεαλισμού» έχ0υμε ήδη σε μυθιστορήματα της δεκαετίας του 1840. Μπορούμε, επομένως, να κάνουμε λόγο για έναν αυτόχθονα ρομαντισμό ή ρεαλισμό στην ελληνική λογοτεχνία, υπαρκτές ήδη τάσεις τις οποίες η μεταγενέστερη επαφή και γνωριμία με τα γενικευμένα στην Ευρώπη λογοτεχνικά αυτά ρεύματα ενίσχυσαν και σταθεροποίησαν. Αλλά και με όρους πραγματικούς, δηλαδή καθαρά χρονολογικούς, δεν είναι εύκολο να δεχτούμε αυτή την καθυστέρηση. Ο νατουραλισμός, π.χ., «εισάγεται» στην Ελλάδα ταυτόχρονα με την άνθησή του στη Γαλλία, αφού η μετάφραση της Νανάς του Ζολά άρχισε να δημοσιεύεται σε συνέχειες στην εφημερίδα Ραμπαγάς τον Νοέμβριο του 1879, με διαφορά λίγων εβδομάδων από τη δημοσίευση του πρωτοτύπου σε συνέχειες σε γαλλική εφημερίδα. Σήμερα, βέβαια, εποχή της άμεσης επικοινωνίας και της μαζικής διάδοσης της πληροφορίας, τέτοιο θέμα δεν τίθεται.
Σε ενδιαφέρουσα εισήγηση του τόμου συγκρίνεται η αφήγηση του Ρ. Ρ. Pasolini με αυτή του Γιώργου Ιωάννου, του οποίου τα «πεζογραφήματα», σύμφωνα με τον Γ. Π. Σαββίδη, μπορούν να αποτελέσουν «μυθιστόρημα», με τίτλο μάλιστα «Θεσσαλονίκη». Πιστεύετε ότι η αποσπασματική γραφή που καθιστά την περιπέτεια της γραφής «νοσταλγία ζωής» ή «επιθυμία θανάτου», έχουν σήμερα απήχηση;
Η μικρότερη, ίσως, απήχηση (γιατί μου λείπουν ακριβή στατιστικά δεδομένα) οφείλεται πιστεύω στο γεγονός ότι η αποσπασματική γραφή απαιτεί ενεργοποίηση του αναγνώστη κατά την προσληπτική διαδικασία.
Πολύς λόγος γίνεται τελευταία για τη γυναικεία γραφή στο ελληνικό διήγημα. Πιστεύετε ότι εκφράζεται έτσι η πραγματικότητα της εποχής;
Παρ' όλο που με όρους αισθητικούς δεν πιστεύω πως μπορεί να γίνει διάκριση ανάμεσα στη γυναικεία και την ανδρική γραφή, είναι γεγονός ότι υπάρχουν γυναίκες πεζογράφοι που έχουν γράψει και γράφουν εξαιρετικά διηγήματα.
Ο συγγραφέας που έδωσε στο διήγημα την αρτιότερη ίσως μορφική του εκδοχή λέγεται πως είναι ο Τσέχοφ. Εχοντας διαβάσει τη σχετική εισήγηση θα θέλαμε να ρωτήσουμε τη γνώμη σας για τον συνδυασμό «επιστολικό» και «διήγημα».
Ο Τσέχοφ, μεγάλος λογοτέχνης, τόσο ως διηγηματογράφος όσο και ως θεατρικός συγγραφέας πέτυχε να ενσωματώσει στο είδος του διηγήματος την επιστολική γραφή, γνωστή από παλιά από το επιστολικό μυθιστόρημα. Εκμεταλλεύτηκε έτσι και ανέδειξε την εσωτερική, οργανική σχέση ανάμεσα στη συνεπτυγμένη μορφή και την υπαινικτική γραφή του διηγήματος και το ολιγοσέλιδο και τη συνθηματική, περίπου, γραφή μιας επιστολής.
Ο συλλογικός τόμος για το διήγημα αναδεικνύει, εκτός από τη γυναικεία γραφή, τις όψεις της «σωματικότητας» από τη μια και της παρουσίας της στο Διαδίκτυο από την άλλη. Προχωρώντας θα λέγαμε ότι η φυσιογνωμία του διηγήματος αποτελεί μια τοιχογραφία που διαφοροποιείται μέσα στις εποχές; Τι πιστεύετε σχετικά;
Φυσικά και το διήγημα, όπως όλα και στη λογοτεχνία και στον κόσμο, διαφοροποιείται μέσα στον χρόνο, ανάλογα με τα ρεύματα, λογοτεχνικά, ιδεολογικά ή άλλα, και τις ιδιάζουσες συνθήκες κάθε εποχής. Ωστόσο θα έλεγα πως το διήγημα, καθώς ως είδος προωθήθηκε στη λογοτεχνική σκηνή, όπως άλλωστε και το μυθιστόρημα, και καλλιεργήθηκε από τον ρεαλισμό και τον νατουραλισμό, σε όλη την εξέλιξή του ώς σήμερα δεν μπορεί παρά να κρατάει ορισμένα, έστω, αλλά βασικά γενετικά χαρακτηριστικά του, γραμμένα θα λέγαμε στο ειδολογικό DNA του. Εννοώ πως ένα διήγημα δεν μπορεί με τον έναν ή άλλο τρόπο, μινιμαλιστικό έστω, παρά να διαβάζεται σε μισή ώς μία - δύο ώρες, όπως νομοθετούσε ο Πόου, και να αποτυπώνει την κορύφωση ενός συγκεκριμένου βιώματος.

ΘΕΩΡΙΑ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ

ANGENOT MARC, BESSIERE JEAN, FOKKEMA DOUWE, KUSHNER EVA

Το συγκεκριμένο έργο παρουσιάζει έναν απολογισμό των ερευνών στο πεδίο της θεωρίας της λογοτεχνίας. Εξετάζει ορισμένα κομβικά ζητήματα στις έρευνες και τις συζητήσεις περί της λογοτεχνίας και της θεωρίας της, από την έννοια της ιστορίας της λογοτεχνίας και της λογοτεχνικότητας ως την καθολικότητα και τη συγκρισιμότητα σε λογοτεχνικό επίπεδο και από την ερμηνεία και την πρόσληψη ως το επιστημολογικό καθεστώς της λογοτεχνικής έρευνας και θεωρίας. Στόχο έχει να καταγράψει τα επιστημολογικά και θεωρητικά προϋποτιθέμενα, τις ποικίλες μεθόδους, τα διαφορετικά κοινωνικά και πολιτισμικά δεδομένα που προσδιορίζουν τις διάφορες θέσεις και θεωρίες και, κυρίως, να αποτιμήσει την επικαιρότητά τους και να σκιαγραφήσει προοπτικές για το μέλλον. (...) (ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΣΤΟ ΟΠΙΣΘΟΦΥΛΛΟ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ)

Ζαχαρίας Σιαφλέκης "Η εύθραυστη αλήθεια"

Εισαγωγή στη θεωρία του λογοτεχνικού μύθου


Η μελέτη του λογοτεχνικού μύθου σε επίπεδο θεωρίας απασχολεί αδιάκοπα μέχρι σήμερα τους συγκριτολόγους όλου του κόσμου, και διατηρεί μια μόνιμη θέση και στα συνοπτικότερα ακόμη εγχειρίδια εισαγωγής των συναφών σπουδών. Ο συγγραφέας εδώ επιχειρεί μια γόνιμη και πρωτότυπη από ελληνικής πλευράς συμβολή στον προσδιορισμό, τις διαστάσεις, τις συγγένειες, την έρευνα του όρου και του διαθέσιμου υλικού, χρησιμοποιώντας κριτικά το σύνολο της σημαντικής βιβλιογραφίας και δοκιμάζοντας μια εφαρμογή στην περίπτωση της μυθικής παράδοσης γύρω από τον Τρωικό Πόλεμο. Κατά την πορεία του κειμένου ο συγγραφέας διεξέρχεται τις θεμελιώδεις θεωρήσεις της έννοιας, καταφεύγοντας σποραδικά και σε άλλα παραδείγματα λογοτεχνικών μύθων που απασχόλησαν τη συγκριτική γραμματολογία, συνθέτοντας μιαν εκδοχή για όλο το ζήτημα που φροντίζει να διασώσει την απαραίτητη απέναντι σε προβλήματα του είδους ευαισθησία. βασικό εργαλείο στην προσέγγιση αυτή είναι η θεωρία της πρόσληψης, και πεδίο παρατηρήσεων η συνάρτηση αναγνώστη-δημιουργού. Η έκδοση του έργου, πέραν της απαραίτητης φιλολογικής σκευής, είναι εφοδιασμένη και με εικονογραφικό υλικό που διαγράφει χαρακτηριστικά την τύχη του θέματος και στις καλές τέχνες.
Περιεχόμενα

Για το λογοτεχνικό μύθο, γενικά || Μύθος, μυθολογία, κοινωνιολογία || Μύθος, μυθοπλασία, φιλολογία || Υποθέσεις εργασίας || Όρια της μεθόδου και ιδιαιτερότητα του αντικειμένου || Ο λογοτεχνικός μύθος στη συγκριτική γραμματολογία και στην αισθητική της πρόσληψης || Λογοτεχνικός μύθος και συγκριτική γραμματολογία || Διακειμενικότητα και πρόσληψη του λογοτεχνικού μύθου || Ο λογοτεχνικός μύθος και η θεωρία της λογοτεχνίας || Ο λογοτεχνικός μύθος και τα γένη της λογοτεχνίας || θεωρητική ανακεφαλαίωση

Ελένη Πολίτου - Μαρμαρινού


Συγκριτική φιλολογία


Από τη θεωρία στην πράξη

"Οι λογοτεχνίες αλληλοερωτεύονται"
Paul Valery


Η φράση αυτή του Paul Valery αποδίδει με ποιητικό τρόπο την έννοια της Συγκριτικής Φιλολογίας. Στόχοι της συγκεκριμένης επιστήμης είναι η θεώρηση μιας εθνικής λογοτεχνίας από σκοπιά που υπερβαίνει τα εθνικά σύνορα και η σύγκρισή της με μια άλλη ξένη λογοτεχνία, ενώ στο πεδίο έρευνάς της συμπεριλαμβάνονται και οι συγκρίσεις με άλλες τέχνες (μουσική, ζωγραφική κ.ά.) ή με άλλους τομείς της πνευματικής δραστηριότητας (φιλοσοφία, πολιτική, θρησκεία κ.ά.).

Με το βιβλίο της "Συγκριτική φιλολογία: Από τη θεωρία στην πράξη", η Ελένη Πολίτου-Μαρμαρινού, ομότιμη Καθηγήτρια Νεοελληνικής Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών προσφέρει μια ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα και επιστημονικά τεκμηριωμένη θεώρηση της εγχώριας λογοτεχνίας υπό το πρίσμα της Συγκριτικής Φιλολογίας.

Τα κείμενα που περιλαμβάνονται στον τόμο οριοθετούν κατ' αρχάς το πεδίο έρευνας του κλάδου και διευκρινίζουν τους σκοπούς και τις επιστημολογικές και μεθοδολογικές προϋποθέσεις του. Στη συνέχεια, εξετάζουν τη νεοελληνική λογοτεχνία, γενικά, από την οπτική γωνία της Συγκριτικής Φιλολογίας και παρέχουν δείγματα της μεθόδου σύμφωνα με την οποία είναι σκόπιμο να γίνονται οι συγκρίσεις με την αρχαία ελληνική γραμματεία. Η συγγραφέας πραγματοποιεί συγκρίσεις ανάμεσα σε νεοέλληνες και ξένους ομοτέχνους τους (π.χ. Παπαδιαμάντης, Μοπασάν και Τσέχοφ ή Καβάφης και γαλλικός Παρνασσισμός) και στα τελευταία κεφάλαια δείχνει τις δυνατότητες και τα όρια σύγκρισης της ποίησης με τη μουσική ή της αφηγηματικής μυθοπλασίας, και ειδικά της νατουραλιστικής, με τη ζωγραφική.

BRUNEL PIERRE, PICHOIS CLAUDE, ROUSSEAU ANDRE-MICHEL

ΤΙ ΕΙΝΑΙ Η ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΟΛΟΓΙΑ ;


Η έκδοση στα ελληνικά του έργου των P. Brunel, Cl. Pichois και A.-M. Rousseau αποσκοπεί στην κάλυψη ενός κενού που παρατηρείται στις συγκριτολογικές πανεπιστημιακές σπουδές στον ελληνόφωνο χώρο· αναφερόμαστε στην έλλειψη εισαγωγικών έργων για το αντικείμενο και τη μεθοδολογία στον τομέα της συγκριτικής γραμματολογίας, τα οποία θα κάλυπταν μεν απαιτήσεις σε προπτυχιακό επίπεδο φοίτησης, θα μπορούσαν όμως να αποτελέσουν και μια στέρεη βάση προσανατολισμού για το μελλοντικό ερευνητή. Πρόκειται για έργο υποδομής, που θα λειτουργεί ως εισαγωγή στον κλάδο της επιστήμης της λογοτεχνίας που ονομάζουμε συγκριτική φιλολογία ή γραμματολογία. Η Ελληνική Εταιρεία Γενικής και Συγκριτικής Γραμματολογίας, στο πρώτο άρθρο του καταστατικού της ίδρυσής της, απέδωσε στον όρο γραμματολογία το πραγματικό εύρος της επιστήμης μας ή, μάλλον, το πραγματικό εύρος των προβλημάτων που καλείται αυτή να αντιμετωπίσει· πρόκειται για τη «γενική και/ή συγκριτική μελέτη της ιστορίας της λογοτεχνίας, της θεωρίας της λογοτεχνίας και τη συγκριτική ερμηνεία και κριτική των λογοτεχνικών κειμένων». (ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΣΤΟ ΟΠΙΣΘΟΦΥΛΛΟ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ)

Περιεχόμενα

ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΤΟΥ ΜΕΤΑΦΡΑΣΤΗ
ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΤΟΥ ΜΕΤΑΦΡΑΣΤΗ
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1. ΓΕΝΕΣΗ ΚΑΙ ΕΞΕΛΙΞΗ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2. ΟΙ ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΕΣ ΑΝΤΑΛΛΑΓΕΣ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3. Η ΓΕΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4. ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΙΔΕΩΝ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5. ΕΝΑΣ ΣΤΟΧΑΣΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6. ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΚΑΙ ΘΕΜΑΤΟΛΟΓΙΑ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7. ΠΟΙΗΤΙΚΗ
ΠΡΟΣ ΈΝΑΝ ΟΡΙΣΜΟ
ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑΣ

Μαρῖνος Φαλιέρος - "Ἐρωτικὰ ὄνειρα"


Πρόκειται για δύο ερωτικά ποιήματα του Μαρίνου Φαλιέρου ο οποίος ήταν μέλος του κρητικού κλάδου της βενετικής οικογένειας των Falier. Όλα τα ποιήματα του χρονολογούνται στην περίοδο 1420-1430. Τα δύο ποιήματα, γραμμένα σε πολιτικό στίχο κλασικής μορφής με ζευγαρωτή ομοιοκαταληξία, χαρακτηρίζονται από έντονο, κάπως ρεαλιστικό ερωτικό στοιχείο, αλλά και από την αλληγορική διάθεση της αφήγησης του ονείρου.

Μαρῖνος Φαλιέρος (περ. 1395-1474). Κρητικός ποιητής.
<...>
Κι ἐγὼ ὁ φτωχὸς ἐστέναξα κι ἐδάκρυσεν τὸ φῶς μου
ἀκόντα τέτοιο ρώτημα παράξενον ὀμπρός μου-
φιλῶντα τὰ ματάκια της καὶ τὰ ῾μνοστά της χείλη
ἐπέφτασιν τὰ δάκρυά μου στ᾿ ὡριόν της τὸ τραχήλι.
Γλυκιά, μὲ παραπόνεση, πολλὰ τῆς ἀπεκρίθη:
Τί ἔν᾿ τὸ παράξενον αὐτὸ στὸ νοῦ σου ὁπογεννήθη,
ὦ σπλαχνικό μου σκάνδαλο, γλυκὸ καὶ πειρασμέ μου,
ἴντα δηγᾶσαι, τί ἔν᾿ τὸ λὲς στὲς ἀναγάλλιασές μου;
Ρωτᾶς με ἂν ἔν᾿ καὶ σ᾿ ἀγαπῶ μὲ δίχως δολοσύνη;
Ἄλλην οὐκ ἔχω παρὰ σέν. Τὶς νὰ τὸ ξεδιαλύνῃ
καὶ τέτοιον πράγμα μὲ λαλεῖς; Ἄδικον μέγαν ἔχεις
καὶ θὲς νὰ δείχνῃς ἄγνωρη σ᾿ ἐκεῖνο τὸ κατέχεις.
Τόσος καιρὸς δὲν σ᾿ ἔσωσεν οὐδὲ τὰ τόσα πάθη,
ὁ νοῦς σου τὴν ἀγάπη μου ἀκόμη νὰ τὴ μάθῃ;
Δὲ μὲ θωρεῖς, δὲν τ᾿ ἄκουσες μὲ τὴν ἐμπιστοσύνη
τὸ πῶς τὸν πόθο σου βαστῶ μ᾿ ὅλην τὴν δικιοσύνη;
Ἀλίμονον, Μαροῦσα μου, σφάζεις με νὰ σ᾿ ἀκούγω
καὶ ἀπὸ τὴν κάψα βλέπεις με ἐμὲν κι ἐσὲ νὰ λούγω.
<...>
ἀπόσπασμα ἀπὸ τὰ «Ἐρωτικὰ ὄνειρα» τοῦ Μαρίνου Φαλιέρου
κριτικὴ ἔκδοση - εἰσαγωγή - σχόλια -λεξιλόγιο: 
Arnold Van Gemert, Βυζαντινὴ & Νεοελληνικὴ Βιβλιοθήκη, 1980


Μαρίνος Φαλιέρος

Διακήρυξη του Βερολίνου για την Ανοιχτή Πρόσβαση στη Γνώση των Θετικών και Ανθρωπιστικών Επιστημών

Πρόλογος

Το Διαδίκτυο έχει θεμελιωδώς αλλάξει την λειτουργική και οικονομική πραγματικότητα
της διάδοσης της επιστημονικής γνώσης και της πολιτιστικής κληρονομιάς. Για πρώτη
φορά, το Διαδίκτυο προσφέρει πλέον την ευκαιρία να σχηματίσουμε μια παγκόσμια και
διαδραστική απεικόνιση της ανθρώπινης γνώσης, συμπεριλαμβάνοντας την πολιτιστική
κληρονομιά και την εγγύηση της ανά τον κόσμο πρόσβασης.

Εμείς, οι υπογεγραμμένοι, αισθανόμαστε την υποχρέωση να επιληφθούμε των
προκλήσεων του Διαδικτύου ως ενός αναδυόμενου πρακτικού μέσου για τη διανομή της
γνώσης. Προφανώς, αυτές οι εξελίξεις θα μπορέσουν να μεταβάλουν σημαντικά τη
φύση της επιστημονικής εκδοτικής δραστηριότητας, καθώς και το υπάρχον σύστημα της
διασφάλισης της ποιότητας. Σύμφωνα με το πνεύμα της Διακήρυξης της Πρωτοβουλίας
Ανοιχτής Πρόσβασης της Βουδαπέστης (Budapest Open Access Initiative), του
καταστατικού χάρτη του ECHO (European Cultural Heritage Online Charter) και της
Διακήρυξης της Bethesda για την Εκδοτική Δραστηριότητα Ανοιχτής Πρόσβασης
(Bethesda Statement on Open Access Publishing), έχουμε συντάξει τη Διακήρυξη του
Βερολίνου με σκοπό να προωθήσουμε το Διαδίκτυο ως ένα πρακτικό εργαλείο για μια
παγκόσμια βάση επιστημονικής γνώσης και για τον ανθρώπινο στοχασμό, καθώς και για
να καθορίσουμε μέτρα που χρειάζεται να λάβουν υπ’ όψιν τους οι διαμορφωτές ερευνητικής πολιτικής, τα ερευνητικά κέντρα, οι χρηματοδοτικοί οργανισμοί, οι
βιβλιοθήκες, τα αρχεία και τα μουσεία.

Στόχοι

Η αποστολή μας για διάδοση της γνώσης ολοκληρώνεται μόνον κατά το ήμισυ εάν η
πληροφορία δε δημοσιεύεται ευρέως και δε διατίθεται άμεσα στην κοινωνία. Πρέπει να 
υποστηριχθούν νέες δυνατότητες για διάδοση της γνώσης όχι μόνο μέσω του κλασικού
τρόπου, αλλά και μέσω του παραδείγματος της ανοιχτής πρόσβασης χρησιμοποιώντας το
Διαδίκτυο όλο και περισσότερο.

Ορίζουμε την ανοιχτή πρόσβαση ως μια περιεκτική πηγή της ανθρώπινης γνώσης και της
πολιτιστικής κληρονομιάς που έχει γίνει αποδεκτή από την επιστημονική κοινότητα.
Προκειμένου να πραγματοποιήσουμε το όραμα της παγκόσμιας και προσβάσιμης
αναπαράστασης της γνώσης, ο μελλοντικός Ιστός πρέπει να είναι ανανεώσιμος,
διαδραστικός και διαφανής. Τα εργαλεία περιεχομένου και λογισμικού πρέπει να είναι
προσβάσιμα σε όλους και συμβατά.

Ορισμός μιας Συνεισφοράς Ανοιχτής Πρόσβασης

Η καθιέρωση της ανοιχτής πρόσβασης ως μιας διαδικασίας άξιας λόγου απαιτεί στην
καλύτερη περίπτωση την ενεργή δέσμευση του καθενός που παράγει επιστημονική
γνώση και που κατέχει πολιτιστική κληρονομιά. Οι συνεισφορές ανοιχτής πρόσβασης
συμπεριλαμβάνουν πρωτότυπα αποτελέσματα επιστημονικής έρευνας, πρωτογενή
δεδομένα και μεταδεδομένα, πηγαίο υλικό, ψηφιακές αναπαραστάσεις εικόνων και
γραφικών, καθώς και δόκιμο υλικό πολυμέσων.

Οι συνεισφορές ανοιχτής πρόσβασης πρέπει να πληρούν δύο συνθήκες:

1. Ο/Οι συγγραφέας/είς και ο/οι κάτοχος/οι των δικαιωμάτων τέτοιου είδους
συνεισφορών παραχωρεί/ούν σε όλους τους χρήστες ένα δωρεάν, ανέκκλητο, παγκόσμιο
δικαίωμα πρόσβασης, καθώς και την άδεια αντιγραφής, χρήσης, διανομής, μεταβίβασης
και δημόσιας προβολής ενός έργου και της δημιουργίας και διανομής παράγωγων έργων,
σε οποιοδήποτε ψηφιακό μέσο για οποιοδήποτε υπεύθυνο σκοπό, υποκείμενο στην
προσιδιάζουσα απόδοση της συγγραφικής δημιουργίας (οι θεσμοί της κάθε κοινωνίας θα
συνεχίσουν να παρέχουν το μηχανισμό επιβολής της προσιδιάζουσας απόδοσης και 
υπεύθυνης χρήσης του δημοσιευμένου έργου, όπως κάνουν σήμερα), καθώς και το
δικαίωμα να παράγουν μικρό αριθμό έντυπων αντιγράφων για προσωπική τους χρήση.

2. Μια πλήρης έκδοση ενός έργου και όλου του συμπληρωματικού υλικού του,
συμπεριλαμβανομένου ενός αντιγράφου της άδειας όπως δηλώθηκε παραπάνω, σε μια
αρμόζουσα τυποποιημένη ηλεκτρονική μορφή κατατίθεται (και ως εκ τούτου
δημοσιεύεται) σε τουλάχιστον ένα διαδικτυακό αποθετήριο που χρησιμοποιεί τα
κατάλληλα τεχνικά πρότυπα (όπως οι προδιαγραφές των Αρχείων Ανοικτής
Πρόσβασης/Open Archive), το οποίο υποστηρίζεται και συντηρείται από ένα
ακαδημαϊκό ίδρυμα, μια ακαδημαϊκή κοινότητα, μια κυβερνητική υπηρεσία ή άλλον
αναγνωρισμένο οργανισμό που επιζητά να καταστήσει δυνατή την ανοιχτή πρόσβαση, τη
χωρίς περιορισμούς διανομή, τη διαλειτουργικότητα και την μακροπρόθεσμη
αρχειοθέτηση.

Υποστηρίζοντας τη Μετάβαση στο Παράδειγμα της Ηλεκτρονικής Ανοιχτής
Πρόσβασης

Οι οργανισμοί μας ενδιαφέρονται για την περαιτέρω διάδοση του νέου παραδείγματος
ανοιχτής πρόσβασης, ώστε να αποκομίσουμε το μεγαλύτερο δυνατό όφελος για την
επιστήμη και την κοινωνία. Ως εκ τούτου, σκοπεύουμε να προοδεύσουμε:

• Ενθαρρύνοντας τους ερευνητές μας/αναδόχους [ερευνητικών] χρηματοδοτήσεων
να δημοσιεύουν το έργο τους σύμφωνα με τις αρχές του παραδείγματος της
ανοιχτής πρόσβασης.

• Ενθαρρύνοντας τους κατόχους της πολιτιστικής κληρονομιάς να υποστηρίξουν
την ανοιχτή πρόσβαση παρέχοντας τις πηγές τους στο Διαδίκτυο.

• Αναπτύσσοντας μέσα και τρόπους αξιολόγησης των συνεισφορών ανοιχτής
πρόσβασης και των ηλεκτρονικών περιοδικών προκειμένου να διατηρήσουμε τα
πρότυπα διασφάλισης ποιότητας και της καλής επιστημονικής πρακτικής.

• Συνηγορώντας υπέρ της αναγνώρισης των δημοσιευμάτων ανοιχτής πρόσβασης
κατά τις διαδικασίες ακαδημαϊκής προαγωγής και αξιολόγησης της μονιμότητας
των ακαδημαϊκών.

• Τασσόμενοι υπέρ της ουσιαστικής αξίας των συνεισφορών στο οικοδόμημα της
ανοιχτής πρόσβασης μέσω της ανάπτυξης εργαλείων λογισμικού, της παροχής
περιεχομένου, της δημιουργίας μεταδεδομένων, ή της δημοσίευσης μεμονωμένων
άρθρων.

Συνειδητοποιούμε πως η διαδικασία της μετάβασης στην ανοιχτή πρόσβαση αλλάζει τη
διάδοση της γνώσης από νομικής και οικονομικής πλευράς. Οι οργανισμοί μας
σκοπεύουν να βρουν λύσεις που θα υποστηρίζουν την περαιτέρω ανάπτυξη των
υφιστάμενων νομικών και οικονομικών πλαισίων, προκειμένου να διευκολύνουμε την
βέλτιστη χρήση και πρόσβαση.

CULLER JONATHAN




Ο Jonathan Culler υπήρξε και είναι πάντα το πλέον κατάλληλο πρόσωπο για να εξηγήσει τη λογοτεχνική θεωρία χωρίς να την υπεραπλουστεύει ή να την αντιμετωπίζει με ανταγωνιστικότητα και προκατάληψη. Η Λογοτεχνική Θεωρία: μια συνοπτική εισαγωγή αποτελεί ένα έργο υπόδειγμα του είδους. Σε μια αξιοθαύμαστα περιληπτική μορφή παρουσιάζει τη σύγχρονη λογοτεχνική θεωρία σε όλο της το εύρος. Η αποφυγή της συνήθους περιήγησης μέσα από τις διαφορετικές σχολές και προσεγγίσεις επιτρέπει στο συγγραφέα να φτάσει κατευθείαν στην καρδιά του κεντρικού ερωτήματος: ποιος είναι ο πρώτος και κύριος λόγος που σπουδάζει κανείς λογοτεχνική θεωρία;

Περιεχόμενα

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1. Τι είναι η θεωρία;

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2. Τι είναι η λογοτεχνία και γιατί μας ενδιαφέρει;

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3. Λογοτεχνία και πολιτισμικές σπουδές

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4. Γλώσσα, νόημα και ερμηνεία

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5. Ρητορική, ποιητική και ποίηση

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6. Αφήγηση

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7. Επιτελεστική γλώσσα

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 8. Ταυτότητα, ταύτιση και το υποκείμενο


"Ο δαίμων της θεωρίας" Antoine Compagnon


Ο δαίμων της θεωρίας

Ο δαίμων της θεωρίας


Λογοτεχνία και κοινή λογική

Antoine Compagnon
επιμέλεια: Άννα Τζούμα
μετάφραση: Απόστολος Λαμπρόπουλος

Μεταίχμιο, 2003
464 σελ.
ISBN 960-375-442-0, ISBN-13 978-960-375-442-8, [Κυκλοφορεί]
Τιμή € 28,53


Μετά την εποχή της κριτικής και της λογοτεχνικής ιστορίας, ήρθε η εποχή της λογοτεχνικής
θεωρίας, ή μάλλον των λογοτεχνικών θεωριών που εκδιπλώθηκαν και συγκρούστηκαν τα
 τελευταία σαράντα χρόνια. Συμφωνούν, ωστόσο, σε ορισμένα σημεία. Αρνούνται
 κάθε λογής ψυχολογισμό, δέχονται
κάποιου είδους φορμαλισμό και, πάνω απ’ όλα, απαρνούνται την κοινή λογική, τις
«αυτονόητες ιδέες» περί λογοτεχνίας: το συγγραφέα ως αυθεντία που νοηματοδοτεί
το κείμενο· τον κόσμο ως σημείο αναφοράς του έργου· την ανάγνωση ως
διάλογο μεταξύ συγγραφέα και αναγνώστη· το ύφος ως επιλογή ενός τρόπου γραφής·
 τη λογοτεχνική ιστορία ως μεγαλειώδη πομπή των μεγάλων συγγραφέων· την αξία
ως αντικειμενική ιδιότητα του λογοτεχνικού κανόνα.
Η θεωρία κλόνισε αυτά τα πιστεύω της κοινής λογικής, αλλά η κοινή λογική πρόβαλε
αντίσταση στη θεωρία. Και εκείνη πάλι με τη σειρά της αναγκάστηκε να ανεβάσει τους
τόνους προκειμένου να κάνει τον αντίπαλό της να σωπάσει· διακινδύνευσε έτσι το
 ενδεχόμενο να εγκλωβιστεί σε μια σειρά παραδοξολογιών. Το βιβλίο αυτό ανιχνεύει
 ακριβώς τη διαμάχη ανάμεσα στη θεωρία και την κοινή λογική, χωρίς να περιορίζεται
στον γαλλικό χώρο. Ήρθε επιτέλους το πλήρωμα του χρόνου για να αξιολογήσουμε
τη χρυσή εποχή της λογοτεχνικής θεωρίας και να κάνουμε έναν πρώτο απολογισμό.

Το κείμενο ως φορέας ελέγχου των ερμηνειών!


της Νότας Χρυσίνα

Ο αναγνώστης προσλαμβάνει το κείμενο μέσα από τον ορίζοντα προσδοκιών που έχει δημιουργήσει, μέσα από την προσωπική του καλλιέργεια και τα διαβάσματά του με άλλα λόγια το εσωτερικό του διακειμενικό διάλογο και την βιωμένη εμπειρία του, φαντασιακή ή πραγματική.
Από την άλλη, το κείμενο καθοδηγεί τον αναγνώστη μέσα από τις τεχνικές του αλλά και τις αδήλωτες προθέσεις του. Κάποιες φορές γίνεται είδωλο της κοινωνικής πραγματικότητας και άλλες ανεστραμμένο είδωλο της ίδιας πραγματικότητας παρωδώντας την με τα ίδια της τα όπλα, ιδεολογικά ή τεχνικά.
Ο διάλογος μεταξύ του αναγνώστη και του κειμένου γίνεται σε πολλαπλά επίπεδα και προκαλεί διαστρωματώσεις στην υπάρχουσα ερμηνεία. Η ερμηνεία πραγματώνει το κείμενο και το κείμενο την ερμηνεία.
Το κείμενο γίνεται φορέας και θεματοφύλακας των ερμηνειών και εγγυάται τη συνέχεια της αισθητικής εμπειρίας.
Η αισθητική εμπειρία ως βίωμα της τέχνης επικαιροποιήθηκε από την σημασία που έδωσαν στην ρητορική τα κείμενα των Πατέρων. Η εμπειρία του κειμένου και η επίδρασή του έγιναν στόχος πολεμικής αλλά και μίμησης.
Το πρώτο λογοτεχνικό κείμενο που διαλέγεται με τον εαυτό του ως αναγνώστης που προσλαμβάνει το κείμενο είναι το δοκίμιο του Μονταίνιου.
""Αν η ψυχή μου μπορούσε να στεριώσει κάπου το πόδι της, δεν θα έκανα δοκιμές.  Η ψυχή μου όμως τελεί υπό διαρκή μαθητεία και δοκιμασία"

"Δεν διδάσκω καθόλου, αφηγούμαι"



Τζιάκομο Λεοπάρντι, Ποιήματα

της Λένας Καλλέργη
Image
Ο Giacomo Leopardi γεννήθηκε στο Recanati της Ιταλίας το 1798. Γιος 
αριστοκρατικής οικογένειας, έλαβε ευρεία μόρφωση και σε πολύ νεαρή
 ηλικία είχε ξεπεράσει τους δασκάλους του. Συνέχισε την εκπαίδευσή
 του μόνος του, χρησιμοποιώντας τη βιβλιοθήκη του πατέρα του, και 
μέχρι να γίνει 21, έμαθε Λατινικά, Αρχαία Ελληνικά, Αγγλικά, Εβραϊκά, 
Γερμανικά και Ισπανικά, ξεκινώντας παράλληλα το έργο του στη μετάφραση
 και το σχολιασμό των Κλασσικών. Η εξαιρετική του μνήμη και διάνοια 
καλλιεργήθηκαν σε βάθος, η υγεία του όμως ήταν πάντα πολύ εύθραυστη και
 η όρασή του κακή. Δεν έγινε κληρικός, όπως ήθελαν οι γονείς του, ούτε
 πραγματοποίησε τις ακαδημαϊκές του φιλοδοξίες. Είχε πάντα δυσκολίες 
με τις κοινωνικές συναναστροφές και κυρίως με τις γυναίκες. Και οι τρεις
 μεγάλοι έρωτες της ζωής του δεν βρήκαν ανταπόκριση και βασανιζόταν 
από την απομόνωση και την κακή του υγεία. Ταξίδεψε στη Ρώμη, 
όπου απογοητεύτηκε από την έλλειψη πνευματικών ερεθισμάτων, 
έζησε κατά διαστήματα στο Μιλάνο και στη Φλωρεντία, όπου έγραψε
 μεγάλο μέρος των έργων του, επιστρέφοντας συχνά στην πατρίδα του, 
κυρίως για οικονομικούς λόγους. Άφησε την τελευταία του πνοή στη 
Νάπολη το 1837.

Κεντρικά θέματα της ποίησής του είναι η ελπίδα, που αποδεικνύεται πλάνη,

 η μονοτονία της ύπαρξης, και ο πόνος για τη σκληρή μοίρα του ανθρώπου. 
Απαισιόδοξη και τραγική στον πυρήνα της, λυρική στην έκφρασή της, η 
ποίησή του έχει εξαιρετική ομορφιά και προκαλεί μάλλον ψυχική ανάταση
 παρά μελαγχολία.  Είναι επίσης βαθιά φιλοσοφική, αν και το φιλοσοφικό του
 έργο εντοπίζεται κυρίως στα πεζά του (Operette Morali, Pensieri, και στο εκτενές
 σημειωματάριό του, Zibaldone). Αν και στη διάρκεια της ζωής του ο 
Leopardi είχε ελάχιστη επιρροή στους σύγχρονούς του, μετά το θάνατό του 
έτυχε μεγάλης εκτίμησης, κυρίως με τη βοήθεια του κριτικού Francesco De Sanctis. 
Πρόγονος των Ρομαντικών, έχει επηρεάσει, μεταξύ άλλων, τους Pirandello, 
Ungaretti, Cardarelli και Quasimodo, αλλά και φιλόσοφους όπως ο
 Nietzsche και ο Schopenhauer.  Σήμερα θεωρείται από πολλούς ως ο 
σπουδαιότερος ποιητής της Ιταλίας μετά το Δάντη, και, μαζί με τον
 Πετράρχη, ο σπουδαιότερος λυρικός ποιητής της χώρας του.

Τα ποιήματα που ακολουθούν περιλαμβάνονται στα Canti, όπου συγκεντρώνεται

 το μεγαλύτερο μέρος του ποιητικού έργου του Leopardi. Tα ποιήματα ‘
Το άπειρο’ και ‘Στη σελήνη’ είναι από τα διασημότερά του, ενώ τα ποιήματα
 ‘Από το ελληνικό του Σιμωνίδη’ και ‘Του ιδίου’ αποτελούν ένα δίδυμο 
που ο ποιητής εμπνεύστηκε από ένα επίγραμμα του Σιμωνίδη της Αμοργού.
Στη σελήνη

Τώρα που έκλεισε έναν κύκλο ο χρόνος
Θυμάμαι, ερχόμουν με τόση αγωνία
Εδώ στον λόφο και σε κοιτούσα
Σελήνη μου, γεμάτη χάρη.
Κι εσύ, εκκρεμής πάνω απ’ το δάσος
Το φώτιζες ολόκληρο, όπως τώρα. Τότε όμως
Το πρόσωπό σου ήταν θολό κι αβέβαιο 
Από τα δάκρυα που έρχονταν στα βλέφαρά μου
Γιατί ήταν βάσανο η ζωή μου, κι είναι ακόμα,
Δεν αλλάζει, σελήνη αγαπημένη.
Κι όμως, μ’ ευχαριστεί 
Ν’ αναπολώ την εποχή της δυστυχίας μου. 
Είναι γλυκό, όταν είσαι νέος
Και η πορεία της μνήμης είναι σύντομη
Ενώ η ελπίδα έχει μεγάλο δρόμο
Να θυμάσαι τα περασμένα
Κι ας ήταν λύπες, κι ας κρατάει ο πόνος.

Το άπειρο

Πάντα αγαπούσα τον έρημο λόφο
Κι αυτόν τον φράχτη, που σχεδόν κρύβει 
Τον μακρινό ορίζοντα απ’ το βλέμμα.
Μα όπως κάθομαι και κοιτάζω
Τους αχανείς χώρους εκεί έξω
Τις υπεράνθρωπες σιωπές και τη βαθιά ησυχία
Βυθίζομαι στις σκέψεις, κι ο φόβος
Αγγίζει την καρδιά μου. Κι όταν ακούω
Τον άνεμο να μαίνεται στα δέντρα
Εκείνη φέρνω την ατέλειωτη σιωπή
Δίπλα σε τούτη τη φωνή, κι έρχεται το άπειρο
Στο νου μου, κι οι εποχές που φεύγουν
Και η τωρινή που ζει, κι ο ήχος της. Έτσι
Στην απεραντοσύνη αυτή πνίγεται η σκέψη μου
Και ναυαγώ γλυκά σε τέτοια θάλασσα.

Από το ελληνικό του Σιμωνίδη 

Όλα στον κόσμο αυτό
Είναι στου Δία το χέρι, γιε μου
Του Δία, που κάθε πράγμα διευθετεί
Κατά την θέλησή του.
Μα η σκέψη μας, τυφλή, φροντίζει και μοχθεί 
Για εποχές μακρινές
Κι ας είναι η τύχη μας στα χέρια τ’ ουρανού
Κι η πορεία των ανθρώπων 
Από μέρα σε μέρα.
Όλους μας τρέφει η όμορφη ελπίδα
Με οπτασίες γλυκές, που μας κουράζουν.
Άλλοι την φίλη αυγή
Άλλοι το μέλλον μάταια περιμένουν.
Κανείς δεν ζει στη γη χωρίς να σκέφτεται
Ότι τον χρόνο που έρχεται 
Εύσπλαχνοι θα ‘ναι, επιεικείς
Ο Πλούτωνας κι οι άλλοι θεοί.
Όμως, πριν φτάσει η ελπίδα στο λιμάνι
Ήδη πολλούς τα γηρατειά έχουν δέσει
Κι άλλους η ασθένεια οδηγεί στη σκούρα Λήθη.
Αυτόν ο σκληρός Άρης, κι εκείνον
Το κύμα του πελάγους έχει αρπάξει.
Άλλοι από μαύρες έγνοιες λιώνουν 
Ή λυπημένο κόμπο δένουν στο λαιμό 
Υπόγειο ζητώντας καταφύγιο.
Έτσι από χίλια πάθη βασανίζονται
Άγριος κι ανόμοιος όχλος  
Οι δύστυχοι θνητοί.
Εγώ όμως λέω ότι όποιος είναι συνετός
Και δεν θέλει να σφάλλει
Δεν θ’ ανεχόταν να υποφέρει τόσο
Και ν’ αγαπήσει μόνο
Τα βάσανα και τον δικό του πόνο.
Του ιδίου 

Όλα τ’ ανθρώπινα διαρκούν μια στιγμή
Το είπε ο σοφός γέροντας της Χίου 
Κι είχε δίκιο: τα φύλλα κι οι άνθρωποι
Έχουν την ίδια μοίρα.
Λίγοι όμως μέσα τους κρατούν
Τη φωνή αυτή. Στην ανήσυχη ελπίδα
Κόρη της νεανικής καρδιάς
Όλοι δανείζουν χώρο.
Όσο είναι το άνθος άλικο
Κι η ηλικία μας άγουρη
Μάταια η ψυχή, κενή και φαντασμένη
Τρέφει εκατό γλυκές ελπίδες
Χωρίς να περιμένει γηρατειά και θάνατο.
Για την αρρώστια, ο υγιής 
Και ρωμαλέος άνθρωπος
Δεν νοιάζεται ποτέ.
Μα είναι άμυαλος όποιος δεν βλέπει
Της νεότητας τα γρήγορα φτερά 
Κι ότι απ’ την κούνια ο θάνατος δεν είναι μακριά.
Εσύ, έτοιμος να κάνεις το μοιραίο βήμα
Για το βασίλειο του Πλούτωνα
Θυμήσου:
Στις ηδονές του σήμερα
Αφιέρωσε τη σύντομη ζωή σου.