Τετάρτη 12 Νοεμβρίου 2014

Μήδεια και Ιάσων: μύθος και ετυμολογία στην αρχαία ελληνική ποίηση



Στο επίκεντρο της παρούσας μελέτης τίθεται η ποιητική ετυμολογία των ονομάτων της Μήδειας και του Ιάσονα, μορφών που πρωταγωνιστούν στον Αργοναυτικό Κύκλο. Στο πλαίσιο μιας παράλληλης διερεύνησης Μύθου και Ετυμολογίας, η ετυμολογική αυτή έρευνα εξετάζει αυτοτελώς τα επιμέρους επεισόδια του μύθου της Μήδειας και του Ιάσονα στο έργο πολυάριθμων ποιητών της αρχαίας ελληνικής γραμματείας. Στόχος είναι να εντοπιστούν οι εμφανείς ή λανθάνουσες ετυμολογικές απόπειρες που ενσωματώνονται περίτεχνα στις ποικίλες παραλλαγές του Αργοναυτικού Μύθου. Από την οπτική του μύθου, οι αρχαίοι Έλληνες ποιητές προσαρμόζουν τις μορφές της Μήδειας και του Ιάσονα στις συγκεκριμένες απαιτήσεις της εκάστοτε ποιητικής σύνθεσης, υπογραμμίζοντας τα στοιχεία που προωθούν τα ποιητικά τους σχέδια. Δημιουργείται έτσι ένα ευρύ φάσμα λογοτεχνικής παραγωγής, που περιέχει ενίοτε ακόμα και αντικρουόμενες μυθολογικές παραλλαγές. Η σύγχρονη φιλολογική έρευνα διακρίνει τόσο στη Μήδεια όσο και στον Ιάσονα μια προγενέστερη θεϊκή υπόσταση. Η Μήδεια, ίσως μια προ-Ολύμπια θεότητα ανατολικής προέλευσης, εκπίπτει σταδιακά σε μια ηρωίδα με υπερφυσικές διανοητικές και μαγικές ικανότητες. Ο Ιάσων απoγυμνώνεται επίσης από τις πρώιμες, ενδεχομένως ιαματικές, θεϊκές του ιδιότητες και εντάσσεται τελικά στην ευρύτερη κατηγορία των ηρώων της αρχαίας Ελλάδας. Με το πέρασμα των αιώνων, η εικόνα και των δύο ηρώων αμαυρώνεται. Η βάρβαρη και δολοπλόκος μάγισσα Μήδεια ανάγεται σε αιώνιο σύμβολο της παιδοκτόνου μάνας, ενώ ο δειλός και συμφεροντολόγος Ιάσων σκιαγραφείται ακόμα και ως «αντι-ήρωας». Η ελληνική μυθολογία συμπλέκει σε μια κοινή ιστορία δύο διαφορετικούς κόσμους, τη βάρβαρη Ανατολή και την πολιτισμένη Ελλάδα, μέσω δύο μυθικών μορφών που διαθέτουν υπερφυσικές ιδιότητες. Από τη σκοπιά της ετυμολογίας, η σύγχρονη επιστημονική ετυμολογία και η αρχαία ετυμολογία, όπως αποτυπώνεται είτε στα αρχαία ποιητικά κείμενα είτε στο έργο των αρχαίων γραμματικών και λεξικογράφων, επιδεικνύουν εντυπωσιακή ομοφωνία όσον αφορά την ετυμολόγηση των ονομάτων της Μήδειας και του Ιάσονα. Το γεγονός αυτό αποδεικνύει ότι αποτελούν δύο κατεξοχήν «σημαίνοντα ονόματα» της αρχαίας ελληνικής μυθολογίας. Οι ποιητές εμπλουτίζουν τις ετυμολογίες των ονομάτων αυτών αξιοποιώντας τους φθόγγους τους και επεξηγώντας τη σημασία τους με γλωσσικούς θύλακες από ομόρριζες και συνώνυμες ή αντώνυμες λέξεις ή ακόμη και με ολόκληρες φράσεις μέσα στα ποιητικά συμφραζόμενα. Μέσω της αρχαίας αυτής πρακτικής οι ποιητές αφηγηματοποιούν την ετυμολογία και διευρύνουν το σημασιακό και ετυμολογικό πεδίο των κυρίων ονομάτων, τα οποία γίνονται πλέον αναπόσπαστο τμήμα της ποιητικής σύνθεσης. Η Μήδεια, αυτή που μήδεται, καθίσταται περίφημη για τα σοφά μήδεα και την πανούργα μῆτιν, δηλαδή τη φρόνηση, τη σύνεση και τη διανοητική της οξύτητα, ταυτόχρονα όμως και για τον δόλο της, τις μηχανορραφίες και τα τεχνάσματα που σοφίζεται. Η μαγεία αποτελεί το κατεξοχήν γνωστικό αντικείμενο και το εργαλείο, με το οποίο η δεινή μάγισσα πραγματοποιεί τις δόλιες σκέψεις της. Ο Ἰάσων λειτουργεί ως ἰατρός είτε κυριολεκτικά, αφού εικάζεται ότι σε μια πρώιμη βαθμίδα εξέλιξης του μύθου εμπλέκεται σε πρακτικές ίασης, είτε μεταφορικά, δηλαδή ως δυνητικά προστάτης και σωτήρας της οικογένειας, των συντρόφων και της πόλης του. Τη σημασιακή και ετυμολογική συσχέτιση των δύο ονομάτων επιτείνουν οι παραπλήσιες φαρμακολογικές γνώσεις και διανοητικές ικανότητες των μυθικών μορφών του «ιατρού» Ιάσονα και της «μάγισσας» Μήδειας, δεδομένου ότι τα όρια μεταξύ μαγείας και ιατρικής κατά την αρχαιότητα είναι ρευστά. 



Όταν ο Ιάσονας, αρχηγός της Αργοναυτικής εκστρατείας, έφτασε στην Κολχίδα, η Μήδεια τον ερωτεύτηκε και έθεσε στην διάθεσή του όλα τα μέσα της τέχνης της, ώσπου ο ήρωας να αποκτήσει το Χρυσόμαλλο δέρας. Ύστερα απ' αυτό ακολούθησε τον εραστή της και για να αργοπορήσει τον Αιήτη, ο οποίος τους καταδίωκε, τεμάχισε τον αδελφό της, Άψυρτο, και σκόρπισε στη θάλασσα τα μέλη του. Ο πατέρας τότε εγκατέλειψε την καταδίωξη και επιδόθηκε στην περισυλλογή των μελών του σφαγμένου παιδιού του. Στην Ιωλκό αργότερα, ο Ιάσονας την παρακάλεσε να εκδικηθεί τον Πελία, φονιά του πατέρα και του αδελφού του κατά τη διάρκεια της εκστρατείας του. Η Μήδεια τότε έπεισε τις κόρες του Πελία να τεμαχίσουν το σώμα του πατέρα τους και να το βράσουν, γιατί έτσι δήθεν θα κατόρθωναν να τον κάνουν πάλι νέο. Μετά την καταδίωξη του ζεύγους των εραστών από το γιο του Πελία, Άκαστο, κατέφυγαν στην Κόρινθο, όπου έζησαν για ένα διάστημα ευτυχισμένοι, μέχρις ότου ο Ιάσονας εγκατέλειψε τη Μήδεια για να μνηστευτεί την κόρη του βασιλιά Κρέοντα, Γλαύκη. Η Μήδεια και πάλι χρησιμοποίησε τα μαγικά της φίλτρα για να εκδικηθεί την αντίζηλη της. Της έστειλε δηλητηριασμένο χιτώνα σαν δώρο για το γάμο της, ο οποίος έβγαζε φλόγες και την έκαψε.
Η εκδίκηση της όμως δε σταμάτησε εδώ, αλλά έφτασε στο πιο αποτρόπαιο έγκλημά της. Σκότωσε τα δύο της παιδιά Φέρητα και Μέρμερο, που είχε αποκτήσει με τον Ιάσονα, ανέβηκε μετά σ' ένα άρμα που το έσερναν φτερωτοί δράκοντες και έφτασε στην Αθήνα, όπου ενώθηκε με τον Αιγέα και απέκτησε το Μήδο. Προσπάθησε όμως να δηλητηριάσει το Θησέα κι έτσι ο Αιγέας την έδιωξε κι εκείνη κατέφυγε κοντά στο γιο της, Μήδο, στην Ασία, στη χώρα που από το όνομα της ονομάστηκε Μηδία.
Προς το τέλος της ζωής της κατέβηκε στα Ηλύσια Πεδία, όπου και έγινε σύζυγος του Αχιλλέα, παραμένοντας αθάνατη.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου