Παρασκευή 3 Οκτωβρίου 2014

Ο βυθισμένος κόσμος των αρχετύπων


Η έννοια του αρχετύπου

Ο όρος αρχέτυπο σημαίνει αρχικός τύπος, ό,τι δηλαδή θα χρησιμεύσει ως υπόδειγμα, πρότυπο, μοντέλο. Τα αρχέτυπα μας καθοδηγούν σε ορισμένες βασικές συμπεριφορές όντας αντιπρόσωποι, ως προς τα πιο χαρακτηριστικά τους στοιχεία, εικόνων, ιδεών, εμπειριών και συναισθημάτων. Στα αρχέτυπα μελετητές διαφόρων σχολών βρίσκουν τα θεμέλια πολλών εκδηλώσεων του ανθρώπου, όπως των μύθων, της λογοτεχνίας, της τέχνης, των συμβολισμών και όλων των βασικών συλλήψεων της επιστήμης.

Η ύπαρξη των αρχετύπων έχει γίνει ήδη δεκτή, άμεσα ή έμμεσα, σε πολλές επιστήμες: στην Εθνολογία ως συλλογικές αναπαραστάσεις, στη Βιολογία ως πρότυπα συμπεριφοράς και μορφογενετικά πρότυπα, στην Ιστορία ως μοντέλα επανάληψης των βασικών γεγονότων, στη Συγκριτική Μυθολογία και Εθιμογραφία ως θέματα με παρόμοια χαρακτηριστικά, στην Κυβερνητική ως κατασκευή βασικών δυναμικών σχημάτων για την εξομοίωση διαδικασιών. Πίσω από όλα αυτά κρύβεται η παρουσία της έννοιας του αρχετύπου, το οποίο είναι κάτι πολύ σύνθετο.

Είναι κάτι που βιώνεται με τις εικόνες, τις ιδέες, τις εμπειρίες, με αρχετυπική δομή και παραγωγό τον μη συνειδητό νου. Αλλά η βασική και γενική δομή των περιεχομένων μέσα μας αρχετύπων είναι παγκόσμια και προϋπάρχει. Η προϋπάρχουσα δομή είναι αδύνατο να παρασταθεί και λειτουργεί ως ρυθμιστής εκείνου του υλικού που αναπαρίσταται. Ετσι, το αρχέτυπο ως εμπειρικό φαινόμενο καθορίζεται από το πού, το πότε και προσωπικές συνθήκες αλλά είναι, από την άλλη πλευρά, ιδεατό γενικό δομικό σχέδιο, ανεξάρτητο από συνθήκες, αποτελώντας ουσιαστικό συστατικό της ψυχής, του πνεύματος και του νου.

Τα αρχέτυπα στη λογοτεχνία

Ο Jung εφάρμοσε τη θεωρία του για το συλλογικό υποσυνείδητο και τα αρχέτυπα στη λογοτεχνία και υποστήριξε ότι σε ένα αληθινά συμβολικό έργο τέχνης η πηγή των εικόνων δεν βρίσκεται στο προσωπικό υποσυνείδητο του συγγραφέα (αυτό θα έκανε το έργο ένα συμπτωματολογικό αλλά όχι συμβολικό προϊόν), αλλά στον χώρο της ασύνειδης μυθολογίας, της οποίας τα αρχέγονα περιεχόμενα αποτελούν κοινή κληρονομιά της ανθρωπότητας. Στις μυθολογίες όλων των πολιτισμών καθώς και στα όνειρα και στα λογοτεχνικά δημιουργήματα παρουσιάζονται αυτές οι αρχέγονες εικόνες ή αρχέτυπα, που δεν ανήκουν στο ατομικό πνεύμα ή στο πνεύμα του συγκεκριμένου πολιτισμού αλλά στο αχανές ασύνειδο πνεύμα, που αποτελεί το υπόστρωμα όλων των επιμέρους ατομικών πνευμάτων.

Στην εμφάνιση αυτών των αρχετύπων οφείλουν τα σπουδαία λογοτεχνικά έργα τη μεγάλη δύναμή τους να συγκινούν. Νιώθουμε ξαφνικά μια εξαιρετική ανακούφιση σαν να μας παρασύρει ή να μας κυριεύει μια ακατανίκητη δύναμη, γιατί βλέπουμε να μας αποκαλύπτονται οι βαθύτερες πηγές της ζωής. Ο Jung λέει ότι το αρχετυπικό περιεχόμενο εκφράζει ένα σχήμα λόγου (μια ταύτιση του ήλιου με τον βασιλιά ή του παιδιού με τον Θεό) και αποτελεί μέρος ενός μύθου. Οι μύθοι έχουν έναν ασύνειδο νοηματικό πυρήνα, ο οποίος στην πραγματικότητα δεν μπορεί να ανακληθεί στο συνειδητό αλλά ως ένα βαθμό μπορεί να προσεγγισθεί με περιγραφικά μέσα.

Το συλλογικό υποσυνείδητο είναι γεμάτο από αρχετυπικά σχήματα, που μοιράζεται όλο το ανθρώπινο γένος. Γι' αυτόν τον λόγο το έργο του καλλιτέχνη γίνεται παγκόσμιος πόλος έλξης και καταφύγιο κάθε διψασμένης ψυχής, η οποία βλέπει εκεί την πραγμάτωση αιτημάτων που η ίδια ήταν ανίκανη να μετουσιώσει σε τέχνη. Ο πραγματικός καλλιτέχνης ξέρει πώς να επεξεργάζεται τα περιεχόμενά του, έτσι ώστε αφαιρώντας την προσωπική χροιά να βρίσκει την πεμπτουσία τους, που είναι υπερπροσωπική. Εχει την ικανότητα να παρουσιάζει πιστά αυτά τα περιεχόμενα, δίχως αναπαραστατικές αδεξιότητες ή ατέλειες. Οι άνθρωποι έλκονται από την παγκοσμιότητά του, από τη δεξιοτεχνία του και από τις επωφελείς για την ψυχή τους υποδηλώσεις του. Το έργο τέχνης μάς βοηθάει να αφομοιώσουμε τις αγωνίες και τους φόβους μας, γιατί υπερβαίνει τους αμυντικούς μηχανισμούς της εγωικής συνείδησης. Παρασυρόμενοι από τον εγγενή κόσμο της συμβολικής τέχνης λυτρωνόμαστε, με αποτέλεσμα να βλέπουμε την τέχνη ως λύτρωση και τον καλλιτέχνη ως λυτρωτή. Στο αληθινά μεγάλο έργο τέχνης ο καλλιτέχνης καθαίρει αυτό το έργο από κάθε λογής προσωπικά στοιχεία, πηγαίνει, με μια υπερβατική λειτουργία, πέρα από το προσωπικό και ιδιωτικό ή τουλάχιστον του δίνει υπερπροσωπικές προεκτάσεις, ώστε να γίνεται πανανθρώπινο.

Με την εισαγωγή της έννοιας του συλλογικού ασυνειδήτου μπορούμε να πούμε ότι ο καλλιτέχνης δεν καθαίρει συνειδητά τα περιεχόμενα του ατομικού ασυνειδήτου από τις προσωπικές προσμείξεις, αλλά είναι μεγάλος καλλιτέχνης, στο μέτρο όπου μπορεί, και δίνει σχήμα αποδεκτό και ευχάριστο των αρχετυπικών εικόνων που συλλαμβάνει, μοιράζεται, κατανοεί, και στις οποίες φυσικά ανταποκρίνεται θετικά ολόκληρη η ανθρώπινη φυλή. Ο Jung δεν βλέπει στα διανθρώπινα και διαχρονικά σύμβολα απλώς την επιβίωση ορισμένων μορφών σκέψης, αλλά γι' αυτόν τα αρχέτυπα είναι ανεξάρτητες οντότητες, που δομούν το συλλογικό υποσυνείδητο. Αυτές οι οντότητες είναι άφθορες στην ουσία τους και συνιστούν τον ακλόνητο άξονα γύρω από τον οποίο η ανθρώπινη ψυχή περιστρέφεται πραγματοποιώντας τις αναρίθμητες παραλλαγές της. Αν ξέρουμε τι συμβαίνει στην ψυχή του καλλιτέχνη, μαθαίνουμε τι σημαίνει το έργο του. Αν ξέρουμε τι σημαίνει το έργο, μαθαίνουμε τι συμβαίνει στην ψυχή του καλλιτέχνη. Καλλιτέχνης και έργο βρίσκονται προφανώς σε αλληλεπίδραση, αλληλεξάρτηση, αλληλενέργεια.

Σύμφωνα, λοιπόν, με τη θεωρία αυτή, μπορούμε να υποστηρίξουμε ότι τα έργα εκείνα που είναι δημιουργήματα της εγωικής συνείδησης κρατάνε κάτι από τον λογικό κόσμο, την καθημερινότητα, την ιδιαιτερότητα του προσωπικού και είναι έργα επιδερμικά, επιφανειακά, χωροχρονικά περιορισμένα, δείχνουν το μερικό και όχι το γενικό. Αντίθετα, τα έργα που εκφράζουν το συλλογικό στην αιωνιότητά του, που εκφράζουν την ασύνειδη φυλετική μνήμη, που διαπερνούν τους περιορισμούς της λογικής και της καθημερινότητας αγγίζοντας τα βάθη της ανθρώπινης φύσης και ψυχής, τα έργα αυτά μπορούν να θεωρηθούν μεγάλα.

Ο δημιουργός τους λειτούργησε όχι ως προσωπικότητα, αλλά ως φορέας του δημιουργικού, ως ένα απρόσωπο μέσο για να ακουστεί ο γενικότερος προβληματισμός, λειτούργησε πέρα από το εγώ του, έχοντας, έστω προς στιγμή, ξεπεράσει την τάση του να ξεχωρίσει και έχοντας έτσι ενταχθεί ξανά στην αδιαφοροποίητη ενότητα. Στην περίπτωση αυτή, μιλάμε για μεγάλη, για αντικειμενική τέχνη. Και πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι, αφού έτσι κι αλλιώς το υποσυνείδητο έχει τη δομή μιας γλώσσας, τα αρχέτυπα και οι αρχέγονες εικόνες αποτελούν έναν κώδικα επικοινωνίας, που χρησιμοποιείται ασυνείδητα, πηγαία και αυθόρμητα, κοινό σε ποιητή και αναγνώστη. Συνεπώς, ένα τέτοιο έργο μπορεί να μπει στην ψυχή από την «πίσω πόρτα» και όχι μέσα από τη λογική ανάλυση, με μια διά του ασυνειδήτου γνώση, οραματικά, διαισθητικά, ενορατικά.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου