Κριτικός ο οποίος αντιστρατεύτηκε την προσπάθεια της μεταπολεμικής Αριστεράς να χειραγωγήσει πολιτικά τη λογοτεχνία, μέσα από την αρθρογραφία του στην «Επιθεώρηση Τέχνης», ένα περιοδικό που προερχόταν από τους κόλπους της αριστερής διανόησης, ο Δ. Ραυτόπουλος -στην ένατη δεκαετία της ζωής του- λέει πως ο Εμφύλιος δεν τελείωσε ποτέ για τη λογοτεχνία, σημειώνοντας πως το εμφυλιακό μυθιστόρημα ξεκινάει με την τριλογία του Στρατή Τσίρκα «Ακυβέρνητες πολιτείες».
Ο κριτικός συμπληρώνει πως οι συγγραφείς που βρέθηκαν στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης μετά το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου δεν τόλμησαν ποτέ να μιλήσουν για την πολιτική τους εξορία επειδή δεν μπορούσαν να τα βάλουν με την τρομοκρατία του υπαρκτού σοσιαλισμού: τρομοκρατία η οποία είχε βάλει στο στόχαστρο όχι μόνο την τέχνη, αλλά και την ίδια τη σκέψη.
Το μυθιστόρημα αποτελεί προϊόν του αστισμού και είναι από τη φύση του ανοιχτό και επικοινωνιακό. Ο σημερινός εγκλωβισμός των συγγραφέων στην εσωστρέφεια του φορμαλισμού αποκόπτει τη λογοτεχνία από το κοινό της και οδηγεί το τελευταίο στην αγκαλιά της μαζικής κουλτούρας. Αυτά τονίζει μεταξύ άλλων ο κριτικός λογοτεχνίας Δημήτρης Ραυτόπουλος σε συνέντευξη την οποία παραχώρησε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ με αφορμή το βιβλίο του «Εμφύλιος και λογοτεχνία», που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις Εκδόσεις Πατάκη.
-Κεντρικό θέμα του βιβλίου σας είναι η λογοτεχνία που έχει εστιάσει την προσοχή της στον Εμφύλιο, αναψηλαφώντας, όπως σημειώνετε στον πρόλογό σας, τον ιστορικό, τον μνημονικό και τον ανθρωπολογικό του ορίζοντα. Ποια διαφορά βλέπετε ανάμεσα στα έργα που μίλησαν για τον Εμφύλιο ενόσω βρισκόταν ακόμη σε εξέλιξη και σε εκείνα που επιστρέφουν σ' αυτόν σήμερα, πενήντα ή και εξήντα χρόνια μετά;
Επειδή για τα παλαιότερα έργα ο Εμφύλιος αποτελούσε ζέουσα επικαιρότητα ήταν πολύ δύσκολο να αντιμετωπιστεί με τα μέσα του ρεαλισμού. Έτσι, οι συγγραφείς που ξεχώρισαν, ο Ανδρέας Φραγκιάς με τον «Λοιμό», ο Άρης Αλεξάνδρου με το «Κιβώτιο» και ο Αριστοτέλης Νικολαΐδης με τους «Συνυπάρχοντες», στράφηκαν προς μεταφορικές και αλληγορικές συνθέσεις. Τα σημερινά έργα δεν έχουν ακριβώς στο κέντρο τους τον Εμφύλιο, αλλά κάποια ιδιαίτερη μνήμη του ή έναν λογαριασμό που παραμένει για τον έναν ή τον άλλο λόγο ανοιχτός, με πρωταγωνιστές πρόσωπα τα οποία προέρχονται από το οικογενειακό δέντρο του συγγραφέα. Ο Εμφύλιος εμφανίζεται στη σύγχρονη λογοτεχνία με τρόπο κληρονομικό και επιβιωτικό. Σκέφτομαι στο σημείο αυτό τον Μανόλη Αναγνωστάκη, που έλεγε για τον Εμφύλιο ότι είναι ένας πόλεμος ο οποίος δεν τελείωσε ποτέ.
-Σε ό,τι αφορά τα παλαιότερα λογοτεχνικά έργα, στο βιβλίο σας παρατηρείτε πως δεν κατόρθωσαν να δώσουν έναν συνολικό πίνακα για τον Εμφύλιο, για να προσθέσετε πως οι συγγραφείς που βρέθηκαν στην πολιτική εξορία αμέσως μετά το τέλος του απέφυγαν να μιλήσουν γι' αυτήν.
Ο θάνατος του μύθου ως συλλογικής φαντασίωσης και η σταδιακή ανάπτυξη των κοινωνιών της μαζικής κουλτούρας δεν επέτρεψαν στους συγγραφείς της γενιάς του Εμφυλίου να τον αποτυπώσουν με όρους τοιχογραφίας, υποχρεώνοντάς τους, όπως το είπα και πρωτύτερα, να καταφύγουν στην αλληγορία και τη μεταφορά. Ο μόνος ο οποίος κατόρθωσε να προσεγγίσει τοιχογραφικά τον Εμφύλιο είναι ο Στρατής Τσίρκας αφού με τις «Ακυβέρνητες πολιτείες» πήγε στις απαρχές του, που είναι το στρατιωτικό κίνημα του 1943 στη Μέση Ανατολή. Είναι άλλο ζήτημα αν ο ίδιος δεν πίστεψε ποτέ πως τα γεγονότα του 1943 αποτέλεσαν τη βάση για τη γέννηση του Εμφυλίου κι αν κατέληξε με τη «Χαμένη άνοιξη» να ενταχθεί εκ νέου στον σοσιαλιστικό ρεαλισμό. Ως προς τους συγγραφείς που έζησαν μεταπολεμικά στις κοινωνίες της Ανατολικής Ευρώπης, κανένας τους δεν θέλησε να μιλήσει για την εμπειρία της πολιτικής εξορίας. Η Μέλπω Αξιώτη και ο Δημήτρης Χατζής δεν έγραψαν το παραμικρό υπό το κράτος του φόβου ότι θα προκαλούσαν τα καθεστώτα του υπαρκτού σοσιαλισμού. Κι αυτό οφείλεται στην τρομοκρατία την οποία άσκησε ο τελευταίος όχι μόνο εναντίον της λογοτεχνίας, αλλά και της ίδιας της σκέψης.
-Η «Ορθοκωστά» του Θανάση Βαλτινού, που δημοσιεύεται εν έτει 1994, είναι μια γέφυρα ανάμεσα στα παλαιότερα λογοτεχνικά έργα για τον Εμφύλιο και τα σημερινά;
Έπρεπε να διαβάσουμε την «Ορθοκωστά» για να καταλάβουμε τι πραγματικά επιζητούσε ο Βαλτινός με την «Κάθοδο των εννιά». Χρειάστηκε να διαβάσουμε το ύστερο για να κατανοήσουμε το προγενέστερο: το πώς ένας στρατός που ονομαζόταν δημοκρατικός βρέθηκε στην «Κάθοδο των εννιά» σαν να βάδιζε σε μια ξένη, απολύτως εχθρική χώρα, που είχε κινητοποιηθεί με όλες τις δυνάμεις της εναντίον του. Και τι έκανε η Αριστερά όταν κυκλοφόρησε η «Ορθοκωστά»; Το μόνο πράγμα που ήξερε να κάνει πάντοτε: την καταδίκασε γιατί δεν ήταν πρόθυμη να εκτελέσει τις πολιτικές εντολές της, γιατί δεν θέλησε να υιοθετήσει ένα θυματικό-ηρωικό μήνυμα και να επικαλεστεί μια δήθεν απελευθέρωση.
-Ο Εμφύλιος μπορεί να ερμηνεύσει τη σημερινή παρακμή;
Ασφαλώς. Η αρχή της παρακμής δεν είναι η μεταπολίτευση, αλλά ο Εμφύλιος. Ο Εμφύλιος διαμόρφωσε τις παρατάξεις της Δεξιάς και της Αριστεράς και την αναμεταξύ τους σύγκρουση, από τον Εμφύλιο ξεκίνησαν η ανομία, ο σαλταδορισμός και ο ατομικιστικός αναρχισμός, που έμαθε να αγνοεί την κοινωνία και να αφήνει τους ανθρώπους να μην έχουν το παραμικρό ενδιαφέρον για τη συμμετοχή τους σε οποιαδήποτε συλλογική διαδικασία.
-Υπογραμμίζετε στο βιβλίο σας το γεγονός πως στις ημέρες μας έχουν κατά κόρον ενοχοποιηθεί ο ρεαλισμός και η αναπαράσταση την ώρα που οι συγγραφείς οδηγούνται σε όλο και πιο κλειστά και εσωστρεφή σχήματα. Δυσκολεύει κάτι τέτοιο την ικανότητά μας να κατανοήσουμε σφαιρικά την πραγματικότητα;
Ο φορμαλισμός και η αυτοαναφορικότητα απομονώνουν τη λογοτεχνία από το κοινό της και το ρίχνουν στην αγκαλιά της μαζικής κουλτούρας. Η λογοτεχνία, όμως, δεν μπορεί να περιχαρακώνεται στον εαυτό της. Το μυθιστόρημα αποτελεί προϊόν του αστισμού και στοχεύει πρωτίστως στον διάλογο και την επικοινωνία. Το σύμπαν του δεν είναι μια κλειστή και αδιαφανής σφαίρα: ξεκινάει από τον κόσμο για να καταλήξει και πάλι σ' αυτόν.
-Τι πιστεύετε πως μπορεί να κάνει η λογοτεχνία για την κρίση;
Ο συγγραφέας δεν είναι σε θέση να μιλήσει για την οικονομία ούτε να συντάξει πολιτικά μανιφέστα. Μπορεί, όμως, σίγουρα να βοηθήσει στο να ειπωθούν πράγματα που αποκρύπτει ο κυρίαρχος πολιτικός και κοινωνικός λόγος.
Ο κριτικός συμπληρώνει πως οι συγγραφείς που βρέθηκαν στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης μετά το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου δεν τόλμησαν ποτέ να μιλήσουν για την πολιτική τους εξορία επειδή δεν μπορούσαν να τα βάλουν με την τρομοκρατία του υπαρκτού σοσιαλισμού: τρομοκρατία η οποία είχε βάλει στο στόχαστρο όχι μόνο την τέχνη, αλλά και την ίδια τη σκέψη.
Το μυθιστόρημα αποτελεί προϊόν του αστισμού και είναι από τη φύση του ανοιχτό και επικοινωνιακό. Ο σημερινός εγκλωβισμός των συγγραφέων στην εσωστρέφεια του φορμαλισμού αποκόπτει τη λογοτεχνία από το κοινό της και οδηγεί το τελευταίο στην αγκαλιά της μαζικής κουλτούρας. Αυτά τονίζει μεταξύ άλλων ο κριτικός λογοτεχνίας Δημήτρης Ραυτόπουλος σε συνέντευξη την οποία παραχώρησε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ με αφορμή το βιβλίο του «Εμφύλιος και λογοτεχνία», που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις Εκδόσεις Πατάκη.
-Κεντρικό θέμα του βιβλίου σας είναι η λογοτεχνία που έχει εστιάσει την προσοχή της στον Εμφύλιο, αναψηλαφώντας, όπως σημειώνετε στον πρόλογό σας, τον ιστορικό, τον μνημονικό και τον ανθρωπολογικό του ορίζοντα. Ποια διαφορά βλέπετε ανάμεσα στα έργα που μίλησαν για τον Εμφύλιο ενόσω βρισκόταν ακόμη σε εξέλιξη και σε εκείνα που επιστρέφουν σ' αυτόν σήμερα, πενήντα ή και εξήντα χρόνια μετά;
Επειδή για τα παλαιότερα έργα ο Εμφύλιος αποτελούσε ζέουσα επικαιρότητα ήταν πολύ δύσκολο να αντιμετωπιστεί με τα μέσα του ρεαλισμού. Έτσι, οι συγγραφείς που ξεχώρισαν, ο Ανδρέας Φραγκιάς με τον «Λοιμό», ο Άρης Αλεξάνδρου με το «Κιβώτιο» και ο Αριστοτέλης Νικολαΐδης με τους «Συνυπάρχοντες», στράφηκαν προς μεταφορικές και αλληγορικές συνθέσεις. Τα σημερινά έργα δεν έχουν ακριβώς στο κέντρο τους τον Εμφύλιο, αλλά κάποια ιδιαίτερη μνήμη του ή έναν λογαριασμό που παραμένει για τον έναν ή τον άλλο λόγο ανοιχτός, με πρωταγωνιστές πρόσωπα τα οποία προέρχονται από το οικογενειακό δέντρο του συγγραφέα. Ο Εμφύλιος εμφανίζεται στη σύγχρονη λογοτεχνία με τρόπο κληρονομικό και επιβιωτικό. Σκέφτομαι στο σημείο αυτό τον Μανόλη Αναγνωστάκη, που έλεγε για τον Εμφύλιο ότι είναι ένας πόλεμος ο οποίος δεν τελείωσε ποτέ.
-Σε ό,τι αφορά τα παλαιότερα λογοτεχνικά έργα, στο βιβλίο σας παρατηρείτε πως δεν κατόρθωσαν να δώσουν έναν συνολικό πίνακα για τον Εμφύλιο, για να προσθέσετε πως οι συγγραφείς που βρέθηκαν στην πολιτική εξορία αμέσως μετά το τέλος του απέφυγαν να μιλήσουν γι' αυτήν.
Ο θάνατος του μύθου ως συλλογικής φαντασίωσης και η σταδιακή ανάπτυξη των κοινωνιών της μαζικής κουλτούρας δεν επέτρεψαν στους συγγραφείς της γενιάς του Εμφυλίου να τον αποτυπώσουν με όρους τοιχογραφίας, υποχρεώνοντάς τους, όπως το είπα και πρωτύτερα, να καταφύγουν στην αλληγορία και τη μεταφορά. Ο μόνος ο οποίος κατόρθωσε να προσεγγίσει τοιχογραφικά τον Εμφύλιο είναι ο Στρατής Τσίρκας αφού με τις «Ακυβέρνητες πολιτείες» πήγε στις απαρχές του, που είναι το στρατιωτικό κίνημα του 1943 στη Μέση Ανατολή. Είναι άλλο ζήτημα αν ο ίδιος δεν πίστεψε ποτέ πως τα γεγονότα του 1943 αποτέλεσαν τη βάση για τη γέννηση του Εμφυλίου κι αν κατέληξε με τη «Χαμένη άνοιξη» να ενταχθεί εκ νέου στον σοσιαλιστικό ρεαλισμό. Ως προς τους συγγραφείς που έζησαν μεταπολεμικά στις κοινωνίες της Ανατολικής Ευρώπης, κανένας τους δεν θέλησε να μιλήσει για την εμπειρία της πολιτικής εξορίας. Η Μέλπω Αξιώτη και ο Δημήτρης Χατζής δεν έγραψαν το παραμικρό υπό το κράτος του φόβου ότι θα προκαλούσαν τα καθεστώτα του υπαρκτού σοσιαλισμού. Κι αυτό οφείλεται στην τρομοκρατία την οποία άσκησε ο τελευταίος όχι μόνο εναντίον της λογοτεχνίας, αλλά και της ίδιας της σκέψης.
-Η «Ορθοκωστά» του Θανάση Βαλτινού, που δημοσιεύεται εν έτει 1994, είναι μια γέφυρα ανάμεσα στα παλαιότερα λογοτεχνικά έργα για τον Εμφύλιο και τα σημερινά;
Έπρεπε να διαβάσουμε την «Ορθοκωστά» για να καταλάβουμε τι πραγματικά επιζητούσε ο Βαλτινός με την «Κάθοδο των εννιά». Χρειάστηκε να διαβάσουμε το ύστερο για να κατανοήσουμε το προγενέστερο: το πώς ένας στρατός που ονομαζόταν δημοκρατικός βρέθηκε στην «Κάθοδο των εννιά» σαν να βάδιζε σε μια ξένη, απολύτως εχθρική χώρα, που είχε κινητοποιηθεί με όλες τις δυνάμεις της εναντίον του. Και τι έκανε η Αριστερά όταν κυκλοφόρησε η «Ορθοκωστά»; Το μόνο πράγμα που ήξερε να κάνει πάντοτε: την καταδίκασε γιατί δεν ήταν πρόθυμη να εκτελέσει τις πολιτικές εντολές της, γιατί δεν θέλησε να υιοθετήσει ένα θυματικό-ηρωικό μήνυμα και να επικαλεστεί μια δήθεν απελευθέρωση.
-Ο Εμφύλιος μπορεί να ερμηνεύσει τη σημερινή παρακμή;
Ασφαλώς. Η αρχή της παρακμής δεν είναι η μεταπολίτευση, αλλά ο Εμφύλιος. Ο Εμφύλιος διαμόρφωσε τις παρατάξεις της Δεξιάς και της Αριστεράς και την αναμεταξύ τους σύγκρουση, από τον Εμφύλιο ξεκίνησαν η ανομία, ο σαλταδορισμός και ο ατομικιστικός αναρχισμός, που έμαθε να αγνοεί την κοινωνία και να αφήνει τους ανθρώπους να μην έχουν το παραμικρό ενδιαφέρον για τη συμμετοχή τους σε οποιαδήποτε συλλογική διαδικασία.
-Υπογραμμίζετε στο βιβλίο σας το γεγονός πως στις ημέρες μας έχουν κατά κόρον ενοχοποιηθεί ο ρεαλισμός και η αναπαράσταση την ώρα που οι συγγραφείς οδηγούνται σε όλο και πιο κλειστά και εσωστρεφή σχήματα. Δυσκολεύει κάτι τέτοιο την ικανότητά μας να κατανοήσουμε σφαιρικά την πραγματικότητα;
Ο φορμαλισμός και η αυτοαναφορικότητα απομονώνουν τη λογοτεχνία από το κοινό της και το ρίχνουν στην αγκαλιά της μαζικής κουλτούρας. Η λογοτεχνία, όμως, δεν μπορεί να περιχαρακώνεται στον εαυτό της. Το μυθιστόρημα αποτελεί προϊόν του αστισμού και στοχεύει πρωτίστως στον διάλογο και την επικοινωνία. Το σύμπαν του δεν είναι μια κλειστή και αδιαφανής σφαίρα: ξεκινάει από τον κόσμο για να καταλήξει και πάλι σ' αυτόν.
-Τι πιστεύετε πως μπορεί να κάνει η λογοτεχνία για την κρίση;
Ο συγγραφέας δεν είναι σε θέση να μιλήσει για την οικονομία ούτε να συντάξει πολιτικά μανιφέστα. Μπορεί, όμως, σίγουρα να βοηθήσει στο να ειπωθούν πράγματα που αποκρύπτει ο κυρίαρχος πολιτικός και κοινωνικός λόγος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου