
Στο τέλος της δημοσίευσης θα βρείτε μια μικρή βιογραφία για τον Γκαίτε και το έργο του (και όχι μόνο το λογοτεχνικό).
«Τα πάθη του νεαρού Βέρθερου» ήρθε στα χέρια μου ύστερα από προτροπή μιας φίλης πάνω σε μία συζήτησή μας για ανεκπλήρωτους έρωτες, λάθη, εγωισμούς και ανυπόμονες αγάπες, που μας σημάδεψαν. Το τέλος όλων τους μας αφήνει πάντα ανοιχτές πληγές που όσο και αν προσπαθούμε να το αρνηθούμε στον εαυτό μας, τις θάβουμε όσο πιο βαθιά μπορούμε ξέροντας όμως το γιατί βρίσκονται ακόμα μέσα μας. Η απάντηση είναι απλή. Βρίσκονται εκεί γιατί ποτέ δεν μπορέσαμε να δεχτούμε την ήττα μας, εξιδανικεύοντας τον άλλο, σε βαθμό απωθημένου που δεν εκπληρώθηκε ποτέ. Όλη αυτή όμως η «ανοησία», μας οδηγεί τελικά στο να βρούμε κομμάτια ενός δυνατότερου, ενός μεγαλύτερου εαυτού που μας έφερε στο σήμερα και μας όρισε, γεννημένος μέσα από την απόρριψη και την απώλεια. Tο παρακάτω κείμενο λοιπόν γράφεται για να ξορκίσω τους δικούς μου δαίμονες και ύστερα του αιώνιου «Βέρθερου», καθώς αποτελεί μια προσωπική αναφορά και όχι εκτενή έρευνα, πάνω στο αριστούργημα του Γκαίτε.
«Ο Βέρθερος» είναι ένα επιστολικό μυθιστόρημα, γεμάτο λυρισμό, ορμώμενο όμως από πραγματικά γεγονότα που ενέπνευσαν τον συγγραφέα ώστε να ξετυλίξει μπροστά στα μάτια του αναγνώστη την αλήθεια του, γράφοντας ίσως βιωματικά και συγχρόνως αποστασιοποιημένος από ανθρώπους και καταστάσεις που σημάδεψαν τη πορεία της ζωής του. Έτσι ο Γκαίτε δημιούργησε ένα εσωτερικά σπαρακτικό ψυχογράφημα της ανθρώπινης προσωπικότητας, καλώντας τον ήρωα του να εξαλείψει τα όρια της φαντασίας του, προκαλώντας παράλληλες αντιδράσεις στους γύρω του και κυρίως στον ίδιο του τον εαυτό, πληρώνοντας το τίμημα της άρνησης με τον πιο τραγικό τρόπο.

Σ’ ένα από τα ταξίδια του ο ήρωας μας, γνωρίζει την Λόττε και την ερωτεύεται χωρίς όρια. Καθώς η Λόττε είναι αρραβωνιασμένη με τον Άλμπερτ, ο Βέρθερος αναπτύσσει μια δυνατή φιλία και με τους δυο. Ο έρωτάς του όμως για τη Λόττε, μέρα με τη μέρα δυναμώνει και όταν εκείνη τον αρνείται, ο Βέρθερος μεταμορφώνεται σ’ ένα σκοτεινό πλάσμα γεμάτο νοσταλγία και ζήλια. Πληγωμένος φεύγει μακριά πια από την εξιδανικευμένη εικόνα της αγαπημένης του και ύστερα από κάποια σημαντικά γεγονότα που θα επιδεινώσουν την κατάστασή του, αρνείται με τη σειρά του τον κόσμο και τον ίδιο του τον εαυτό, αφήνοντας την παράνοια να τον τυφλώσει τόσο ώστε να ψάχνει μια εξιδανικευμένη διαφυγή απ’ όλον αυτόν τον πόνο, την αγωνία και την πραγματικότητα. Το τέλος είναι σχεδόν αναπόφευκτο με τον τρόπο και τις συγκυρίες να δίνουν άλλη διάσταση και σημασία στην τελευταία πράξη αυτού του δράματος. Καθώς ο ανεκπλήρωτος έρωτας γίνεται συναίσθημα και ο θάνατος μοιάζει με λύτρωση ή τιμωρία, το δαιμονισμένο πνεύμα του Βέρθερου, γονατίζει μπροστά στην έλειψε της ολοκλήρωσής του. Ηττημένο, οργισμένο και ελεύθερο λοιπόν αποφασίζει για το σώμα του τον πιο ακραίο τρόπο έκφρασης. Την αυτοκτονία.
16 Ιουλίου
Αχ! Τι είναι αυτό που νοιώθω να διατρέχει τις φλέβες μου, όταν το δάχτυλό μου αγγίζει τυχαία το δικό της, όταν τα πόδια μας συναντηθούν τυχαία κάτω από το τραπέζι! Τραβιέμαι πίσω σαν να ‘χω αγγίξει φωτιά και μια μυστική δύναμη με τραβάει πάλι μπροστά, ένας ίλιγγος καταλαμβάνει τις αισθήσεις μου. – Ω, και η αθωότητά της, η αγνότητα της ψυχής της δεν νοιώθει πόσο με βασανίζουν αυτές οι μικρές οικειότητες. Όταν, καθώς μιλάμε, ακουμπάει το χέρι της πάνω στο δικό μου, και πάνω στο άναμμα της συζήτησης με πλησιάζει έτσι που η ουράνια ανάσα της φτάνει στα χείλη μου… νομίζω πως βυθίζομαι σαν να μ’ έχει χτυπήσει κεραυνός. – Και, Βιλέλμ, αυτόν τον ουρανό, αυτήν την εμπιστοσύνη, αν ποτέ τολμήσω να… Με καταλαβαίνεις. Όχι, η καρδιά μου δεν είναι τόσο διεφθαρμένη! Αλλά αδύνατη, πολύ αδύνατη! Και μήπως αυτό δεν είναι διαφθορά;
Είναι για μένα ιερή. Κάθε πόθος σωπαίνει ενώπιών της. Δεν ξέρω τι μου συμβαίνει όταν είμαι κοντά της νιώθω την ψυχή μου να πάλετε σε όλα μου τα νεύρα. Έχει μια μελωδία που την παίζει στο πιάνο με αγγελική δύναμη, τόσο απλά και με τόση ψυχή! Είναι το αγαπημένο της τραγούδι και το νιώθω να με ξαλαφρώνει από κάθε πόνο, κάθε σύγχυση και κάθε μαύρη σκέψη ακόμα όταν την ακούω να παίζει έστω και την πρώτη νότα.
Τίποτα απ’ όσα έλεγαν οι αρχαίοι για τη μαγική δύναμη της μουσικής δεν μου φαίνεται τώρα απίθανο. Τι δύναμη ασκεί επάνω του αυτή η μελωδία! Και πως εκείνη ξέρει να την παίζει στην κατάλληλη στιγμή, συχνά τη στιγμή που θα ‘θελα να φυτέψω μια σφαίρα στο κεφάλι μου! Η σύγχυση και το σκοτάδι της ψυχής μου διαλύονται και αρχίζω ν’ αναπνέω πάλι πιο ελεύθερα.

Στη σκοτεινή πλευρά του φεγγαριού όμως, «Τα πάθη του νεαρού Βέρθερου» δεν είναι μια ιστορία αγάπης ενός κουραστικά ρομαντικού και ευαίσθητου νέου όπως απλά θα μπορούσε να χαρακτηριστεί. Πρώτα είναι η απάντηση ενός άνθρωπος που διάλεξε ένα δρόμο μοναχικό προσπαθώντας να κατανοήσει τον εαυτό του και ύστερα τον ανεξέλεγκτο έρωτα του για μια γυναίκα. Είναι μια εξύμνηση πάνω στη συντριβή του ατόμου και δευτερευόντως για κάτι το ανεκπλήρωτο. Ο Γκαίτε εδώ γίνεται ένα με τον ήρωα του, καθιστώντας εαυτόν δημιουργό αλλά και κριτή του. Ο «Βέρθερος» αποστρέφεται κάθε τι κοινωνικά συμβατικό, μιλάει για περιορισμό και προσπαθεί να τον εξηγήσει. Για τη στείρα κοινωνία και την ανοσία που της έχει επιφέρει η συνήθεια και ο φόβος. Ήταν ένας επαναστάτης της εποχής όχι τόσο σε ένα κοινωνικοπολιτικό επίπεδο όσο σε προσωπικό. Ήταν ένας επαναστάτης σ’ ένα εσωτερικό επίπεδο ελεύθερων συναισθημάτων και ιδεών, ανατρέποντας το κατεστημένο και ίσως το μέχρι τότε ανομολόγητο. Ενέπνευσε και επηρέασε τη ζωή, τα ήθη μέχρι και τη μόδα της εποχής σε μια περίοδο όπου η νεολαία της Ευρώπης ήταν έτοιμη να δεχτεί νεοτερισμούς και διαφορετικές αξιώσεις σε όλα τα επίπεδα λίγο πριν την επανάσταση του 1789, κάνοντας τον «Βέρθερο» μέρος συγγραφέων όπως ο Ρουσσό , ο Ρίτσαρντσον και ο Λεσσινγκ, στους οποίους παραπέμπει άμεσα ο Γκαίτε..
18 Αυγούστου
Γιατί άραγε αυτό που κάνει την ευτυχία του ανθρώπου να πρέπει να γίνεται και η πηγή της δυστυχίας του;
Αυτό το θερμό αίσθημα της πληρότητας που γεννούσε στην καρδιά μου η ζωντάνια της φύσης, το οποίο με πλημύριζε με τέτοια ηδονή, και το οποίο έκανε τον κόσμο γύρω μου παράδεισο, γίνεται τώρα για μένα ένας ανυπόφορος δήμιος, ένα διωκτικό πνεύμα που με κατατρέχει όπου και αν πάω. Άλλοτε, όταν ψιλά από τον βράχο, αγκάλιαζα με το βλέμμα μου τη γόνιμη κοιλάδα που φτάνει πέρα από το ποτάμι μέχρι τους μακρινούς λόφους και έβλεπα τα πάντα γύρω μου να φυτρώνουν και να αναβλύζουν, όταν έβλεπα τα βουνά τα σκεπασμένα από τη ρίζα ως την κορφή με ψιλά, πυκνόφυλλα δέντρα, εκείνες τις κοιλάδες με τα άπειρα μονοπάτια που τα σκίαζαν τα πιο χαριτωμένα δάση, ενώ το ποτάμι κυλούσε απαλό ανάμεσα στα καλάμια που ψιθύριζαν και καθρέφτιζε τα θελκτικά σύννεφα που η ανάλαφρη βραδινή αύρα λίκνιζε στον ουρανό• όταν μετά άκουγα ολόγυρα μου τα πουλιά να ζωντανεύουν το δάσος, και τα χιλιάδες σύννεφα από μυγάκια χόρευαν εύθυμα στην τελευταία κατακόκκινη αχτίδα του ήλιου, που το τελευταίο σκαρτάρισμα του βλέμματος του έκανε το σκαραβαίο να εγκαταλείπει τη φυλακή του μέσα στο χορτάρι• όταν η κίνηση και το βουητό γύρω μου τραβούσαν την προσοχή μου στο έδαφος και στα βρύα που αποσπούν τη τροφή τους από τον σκληρό βράχο μου, και όταν τα χαμόκλαδα που φυτρώνουν στην ξερή πλαγιά του αμμουδερού λόφου μου αποκάλυπταν τη διάπυρη, εσώτερη, ιερή ζωή της φύσης, τότε πως τα έκλεινα όλα αυτά μέσα στη θέρμη της καρδιάς μου! Μέσα σ’ αυτή την υπερεκχειλίζουσα πληροφορία ένοιωθα σαν θεός και οι θαυμαστές μορφές του άπειρου κόσμου κινούνται και ζωντανεύουν τα πάντα μέσα στην ψυχή μου. Τεράστια βουνά με τριγύριζαν, γκρεμοί έχαιναν μπροστά μου και χείμαρροι κατέβαιναν ορμητικοί, τα ποτάμια κυλούσαν κάτω από τα πόδια μου, το δάσος και τα όρη αντηχούσαν• κι εγώ έβλεπα να δρουν και να ενεργούν δημιουργικά στα βάθη της γης όλες αυτές οι ανεξιχνίαστες δυνάμεις ενώ πάνω στη γη και κάτω από τον ουρανό έβλεπα να μυρμηγκιάζουν όλων των ειδών τα πλάσματα. Όλα, όλα είναι κατοικημένα από χιλίων λογιών διαφορετικές μορφές κι ύστερα έρχονται οι άνθρωποι και ασφαλίζονται στα σπίτια τους και φωλιάζουν εκεί και φαντάζονται με το μυαλό τους ότι εξουσιάζουν τον απέραντο κόσμο! Φτωχέ ανόητε που τα νομίζεις όλα τόσο μικρά, γιατί εσύ είσαι τόσο μικρός. – Από τα απρόσιτα όρη, περνώντας από την απάτητη έρημο μέχρι τα πέρατα του άγνωστου ωκεανού το πνεύμα εκείνου που δημιουργεί αιώνια, πνέει και χαίρεται με κάθε κόκκο σκόνης που το αισθάνεται και ζει. Αχ πόσες φορές τότε δεν επιθύμησα, με τα φτερά του γερανού, που πετούσε από πάνω μου, να φτάσω στην όχθη της απροσμέτρητης θάλασσας, να πιω από το αφρισμένο κύπελλο του άπειρου εκείνη τη χαρά της ζωής που ξεχειλίζει και να νοιώσω μόνο για μια στιγμή μέσα στην περιορισμένη δύναμη του στήθους μου μια σταγόνα από τη μακαριότητα του όντος που δημιουργεί τα πάντα εντός του και διάμεσο του εαυτού του.
Αδελφέ μου, και μόνο η ανάμνηση αυτών των στιγμών αρκεί για να μου κάνει καλό. Η ίδια η προσπάθεια να ανακαλέσω και να ξαναεκφράσω αυτά τα άφατα συναισθήματα ανυψώνει την ψυχή μου πάνω από τον εαυτό της και με κάνει να νοιώθω δίπλα την αγωνία της κατάστασης στην οποία είμαι βυθισμένος.
Μπροστά στην ψυχή μου είναι σαν να ‘χει παραμεριστεί ένα παραπέτασμα και βλέπω την σκηνή όπου εκτυλίσσεται η απεραντοσύνη της ζωής να μεταβάλλεται ενοποιών μου στην άβυσσο ενός αιώνια ανοιχτού τάφου.
Μπορείς να πεις: Αυτό είναι! Όταν όλα περνούν δίπλα σου; Όταν όλα κυλούν με την ταχύτητα του κεραυνού, όταν σπάνια εξαντλούν ολόκληρη τη δύναμη της ύπαρξής τους και αλίμονο! Παρασύρονται από το ρεύμα, βυθίζονται και τσακίζονται στους βράχους; Δεν υπάρχει στιγμή που να μην σε κατατρώγει, εσένα και τους γύρω σου, στιγμή που να μην γίνεσαι εσύ ο ίδιος αναπόφευκτα καταστροφέας. Ο πιο αθώος περίπατος στοιχίζει σε χιλιάδες φτωχά σκουληκάκια τη ζωή τους. Μια και μόνο πατημασιά συνθλίβει τα κτίσματα που τα μυρμήγκια έφτιαξαν με τόσο κόπο και ρίχνει έναν μικρό κόσμο σ’ έναν ατιμωτικό τάφο. Α! δεν με συγκινούν εμένα οι μεγάλες σπάνιες καταστροφές του κόσμου, αυτές οι πλημμύρες που ρημάζουν τα χωριά σας, οι σεισμοί που καταπίνουν τις πόλεις σας. Εμένα μου τρώει την καρδιά αυτή η διαβρωτική δύναμη που βρίσκεται κριμένη μέσα στο σύνολο της φύσης η οποία δεν έχει φτιάξει κανένα ον που να μην καταστρέφει το διπλανό του, να μην καταστρέφει τον ίδιο του τον εαυτό. Κι έτσι κλυδωνίζομαι μες την αγωνία. Γύρω μου ο ουρανός κι η γη και οι δυνάμεις τους που συμπλέκονται: δεν βλέπω άλλο από ένα τέρας που καταβροχθίζει αέναα και αέναα μηρυκάζει.
Καθώς όμως ήρθε τώρα η δική μου σειρά να γίνω «βαρετός», θα παραθέσω κάποια στοιχεία ερευνών που νομίζω όμως ότι έχουν την σημασία τους, ανάλογα στο πρόσωπο που αναφέρονται. Ο Γκαίτε λοιπόν δεν ελπίζει, δεν στοχεύει στον κάθε νέο που οραματίζονταν ο ρομαντισμός, αλλά στον άνθρωπο που στρέφεται στο εσωτερικό του εαυτού του και ανακαλύπτει στη δική του ψυχή κάποια ηρωική βούληση που αγωνίζεται να απελευθερωθεί από τους περιορισμούς της κοινωνικής ζωής και να ανακαλύψει κάποιον τρόπο για να επιστρέψει σε μία φυσικότερη υπαρκτή κατάσταση. Ήταν άνθρωπος που υποστήριζε το λαό αν και πίστευε και στην αναγκαιότητα των τάξεων. Κομμάτι της αστικής τάξης ο Γκαίτε, περιγράφει όμως αυτήν και την αριστοκρατία της εποχής, με τα μελανότερα χρώματα όσο αναφορά τη σκληρότητα και την υπεροψία τους.
Ο Γκαίτε ήταν άριστος γνώστης της Αρχαίας Ελληνικής γραμματείας. Λατρεύει τον Όμηρο και τους ήρωες του, κάνοντάς τους κομμάτι του «Βέρθερου». Δεν υπάρχει τίποτα τραγικότερο από τον ήρωα που στην πορεία του, άρτιος και χωρίς λάθη, συνθλίβεται από τη μοίρα του και την ίδια την κοινωνία, όπου με μία σειρά αλυσιδωτές αντιδράσεις, στο τέλος τον κατασπαράζουν και τον γυρνάνε στο μηδέν. Σαφείς είναι και οι αναφορές στον Πλάτωνα, ο ήρωας του Γκαίτε μέσα από ενδοσκοπικές αναζητήσεις καταλήγει ότι ίσως τελικά να βλέπουμε τις σκιές στα τοιχώματα μιας σπηλιάς. Ο Πίνδαρος είπε, «ο άνθρωπος είναι το όνειρο μίας σκιάς» και ο Γκαίτε τον επιβεβαιώνει μέσα στο «Βέρθερό» του.

14 Δεκεμβρίου
Τι είναι αυτό καλέ μου; Τρομάζω με το εαυτό μου! Δεν είναι η αγάπη μου γι’ αυτήν η ιερότερη, ή καθαρότερη, ή πιο αδελφική αγάπη; Ένοιωσα ποτέ κάποια ένοχη επιθυμία στην ψυχή μου; – Δεν θέλω να ορκιστώ. – Και τώρα όνειρα! Ω πόσο δίκιο είχαν οι άνθρωποι που απέδιδαν τόσο αντιφατικές επιδράσεις σε άγνωστες δυνάμεις! Τούτη τη νύχτα! Τρέμω που το λέω, την κρατούσα στην αγκαλιά μου, την έσφιγγα στο στήθος μου, και σκέπαζα το στόμα της, που ψέλλιζε λόγια αγάπης, με ατελείωτα φιλιά• το βλέμμα μου κολυμπούσε μέσα στη μέθη του δικού της! Θεέ μου! Είμαι ένοχος που ακόμη και τώρα νιώθω ευτυχία καθώς ανακαλώ από τα βάθη της καρδίας μου αυτές τις φλογερές χαρές; Λόττε! Λόττε! Και έχουν τελειώσει όλα για μένα! Οι αισθήσεις μου ταράζονται, πάνε οχτώ μέρες που δεν έχω τη δύναμη να σκεφτώ, τα μάτια μου είναι γεμάτα δάκρια. Δεν είμαι καλά πουθενά και είμαι καλά παντού. Δεν επιθυμώ τίποτε, δεν ζητώ τίποτε. Θα ήταν καλύτερα για μένα να φύγω.
Δεν ξέρω αν σήμερα ο «Βέρθερος» είναι ακόμα ρομαντικός ή ανόητος. Αν είναι ουσιαστικά αδύναμος ή εξωπραγματικά ανατρεπτικός. Ο «Βέρθερος» στην εποχή του ήταν ένας ήρωας που πρέπει όμως να απαντάται στο σήμερα για τους σωστούς λόγους. Η γνώμη μου είναι ότι αποτελεί ένα βιβλίο που θα πρέπει να διαβαστεί, από ανθρώπους που ψάχνουν κομμάτια του εαυτού τους, μέσα από ένα εσωτερικό επίπεδο αναζήτησης, ώστε να φέρουν στην επιφάνεια συναισθήματα, ελπίδες, επιθυμίες αλλά και πληγές, αποτυχίες ή εφιάλτες βλέποντας μέσα από τη ζωή και τον θάνατο του «Βέρθερου», την ουσία των σχέσεων ανάμεσα στους ανθρώπους, την κοινωνία αλλά κυρίως ανάμεσα στο άτομο και τον ίδιο του τον εαυτό.
Δεν ξέρω αν έζησε για να πεθάνει ή πέθανε για να ζήσει, όπως και να ΄χει ο «Βέρθερος» υπήρξε ένας δαίμονας, ο οποίος, τράφηκε από τα συναισθήματά του, προσπαθώντας να ισορροπήσει ανάμεσα στον εαυτό του και την κοινωνία. Νικημένος πια υποχωρεί. Ανίκανος πια να προσαρμοστεί στην πραγματικότητα αυτοκτονεί. Το τέλος του τον έχρησε έναν από του μεγαλύτερους, συμβολικούς μυθιστορηματικούς αυτόχειρες του ρομαντισμού, καθώς επέλεξε για την ψυχή του «μια αιώνια ελευθέρια», μη μπορώντας να αντέξει την φθορά του σώματος, αλλά και την απώλεια του δικού του εαυτού, μέσα από την άρνηση της γυναίκας που λάτρεψε όσο τίποτα, πάνω στους πραγματικούς ή τους ονειρικούς κόσμους που έπλασε και για τους δυό τους. Λένε, «όταν ξέρεις ποιος είσαι και που πηγαίνεις δεν έχεις να φοβάσαι τίποτα». Ο «Βέρθερος» δυστυχώς δεν ήξερε. Απλά δεν φοβόταν. Ή μήπως το γνώριζε καλύτερα από τον καθένα μας εκεί έξω…; Τελικά για μένα… όχι και τόσο «βαρετός».
Anti.
Υ.Γ. 1: Η ζωή μας είναι γεμάτη με αποτυχίες. Εμείς όμως μένουμε γαντζωμένοι επάνω της, έστω και για τη μοναδική, λαμπρότερή μας στιγμή.
Υ.Γ.2: Στη δική μου «Λόττε» που της απέδειξα ότι «είμαι ο χειρότερος» και για εκείνες που «ήταν ένα απωθημένο…» ή ότι «δεν ήταν το πραγματικό υποκείμενο…;» προσπαθώντας έτσι να με ερμηνεύσουν μέσα από βιβλία και στείρες αναλύσεις.
Μαλακίες! Εγώ τουλάχιστον υπήρξα αληθινός απέναντί τους.
Μαλακίες! Εγώ τουλάχιστον υπήρξα αληθινός απέναντί τους.
Υ.Γ.3: Σοφία, σ’ ευχαριστώ.

Ο μηδενισμός πριν από τον Νίτσε – Michael Allen Gillespie – Εκδόσεις Λεβιάθαν
Εύη Παπασταθοπούλου – Lens του Georg Büchner – Εργασία από Ε.Α.Π.
Playlist: Pink Floyd – Wish You Were Here / Anathema – Alternative 4 /
Alice in Chains – Jar of Flies / A Perfect Circle – Mer de Noms
Johann Wolfgang Von Goethe 1749-1832

Στα 20 του χρόνια αρρωσταίνει κι επιστρέφει στη Φραγκφούρτη. Τότε είναι που ανακαλύπτει μέσα του τον «Φάουστ». Το 1770 πηγαίνει στο Στρασβούργο, τελειώνει τη νομική και παράλληλα παρακολουθεί μαθήματα ιατρικής, χημείας και βοτανικής. Η λυρικότητα όμως δεν τον εγκαταλείπει. Γράφει ερωτικά τραγούδια εμπνευσμένος απ” τον έρωτα του για τηΦριντερίκε Μπριόν, «Καλωσόρισμα & Αποχαιρετισμό». Η γνωριμία του με γνωστούς διανοουμένους της εποχής τον οδήγησε σ” έργα που πήρανε το χαρακτηρισμό «ποίηση της θύελλας κι ορμής».
Ολοκληρώνει τις σπουδές, επιστρέφει στη Φραγκφούρτη κι αποφασίζει ν” ασχοληθεί με τη δικηγορία, μα την εγκαταλείπει γρήγορα για να γράψει σε πεζό λόγο το έργο του, «Γκαιτς Φον Μπερλίχινγκεν Με Το Σιδερένιο Χέρι». Το 1774 συγκλονισμένος απ” την αυτοκτονία του φίλου του έγραψε «Τα Πάθη Του Νεαρού Βέρθερου», μυθιστόρημα που λάτρεψε ο Ναπολέων κι έγινε λάβαρο του ηθικού και πνευματικού κινήματος.
Η Βαϊμάρη είναι σημαντικός σταθμός, το 1775, έχοντας ήδη γίνει γνωστός σ” όλη τηνΕυρώπη, από τον «Βέρθερο». Αναλαμβάνει καθήκοντα Υπουργού του Δούκα. Το 1779διορίστηκε κυβερνητικός σύμβουλος (υπουργός τοπικής κυβέρνησης) και το 1782 πήρε τίτλο ευγενείας από τον αυτοκράτορα. Εν τω μεταξύ, ερωτευμένος, γράφει πανέμορφα ποιήματα: «Προς Το Φεγγάρι», «Πάνω Απ” Όλες Τις Κορφές», «Το Νυχτερινό Τραγούδι Του Οδοιπόρου». Επίσης το μονόπρακτο δράμα «Τα Αδέλφια» και το δράμα «Ιφιγένεια Εν Ταύροις». Ένα από τα ωραιότερα έργα του είναι το «Ταξίδι Στην Ιταλία», που “γραψε κατά τη διαμονή του στη Ρώμηκαι γενικά από τη παραμονή του -αποφασιστικής σημασίας- στη Νότια Ιταλία, στα 1786-88. Είχε την ευκαιρία να γνωρίσει την Ιταλική Αναγέννηση -μεταξύ άλλων- κι έγραψε την τραγωδία «Έγκμοντ».
Το 1795 συναντά στην Ιένα τον Σίλερ (Friedrich Schiller) κι αναπτύσσεται μεταξύ τους βαθιά φιλία, που κράτησε ως το θάνατο του Σίλερ το 1805. Το 1806 παντρεύτηκε τηΧριστιάνε Βούλπιους, με την οποία είχε ήδη από το 1789 ένα γιο και παράλληλα γράφει σειρά έργων: «Τα Χρόνια Μαθητείας Του Βίλχελμ Μάιστερ» κι «Ερμάνος & Δωροθέα». Η αυτοβιογραφία του «Ποίηση & Αλήθεια», είναι από τ” αριστουργήματα του Γερμανικού πεζού λόγου.
Ο «Φάουστ» δημιούργημα ολόκληρης ζωής, ολοκληρώθηκε ένα έτος πριν το θάνατο του. Ένα έργο εικόνα της ψυχής του. Τραγωδία, όπως τη χαρακτηρίζει ο δημιουργός, αφού φανερώνει τη τραγικότητα του ανθρώπου, που είναι η πάλη των δύο ψυχών του που η μία θέλει να χωρίσει την άλλη, η μία θέλει να φτάσει ψηλά κι η άλλη να μείνει στη γη. Ο Γιόχαν Βόλφγκανγκ Φον Γκαίτε θεωρείται ο πιο ολοκληρωμένος δημιουργός. Το έργο του αποτελείται από τραγούδια, ποιήματα, αφηγήματα, θεατρικά, μυθιστορήματα, επιστολές κι επιστημονικές πραγματείες. Κύριος εκφραστής του ευρωπαϊκού πνεύματος είναι ένα από τα οικουμενικά πνεύματα του ευρωπαϊκού πολιτισμού. Είχε ενδιαφέροντα, εκτός από τη λυρική, επική και δραματική ποίηση και στο χώρο των φυσικών επιστημών και δημοσίευσε σχετικές εργασίες. Αποτελεί ίσως τη τελευταία μορφή στα ευρωπαϊκά γράμματα και τις τέχνες της οποίας το έργο παρουσιάζει πολυμέρεια κι όγκο, μεγάλων καλλιτεχνών και διανοουμένων της Αναγέννησης.
Ο συγγραφέας του «Φάουστ», ο υπουργός του κρατιδίου της Βαϊμάρης, ήταν ο ίδιος άνθρωπος που μελέτησε τη μεταμόρφωση στα φυτά, συνέβαλε στη καθιέρωση της εξελικτικής σκέψης, συνέγραψε θεωρία για τα χρώματα, άσκησε κριτική στη μηχανιστική αντίληψη για τη μελέτη της Φύσης κι εισηγήθηκε την ολιστική αντίληψη για την επιστήμη.

Το 1784 ανακάλυψε την ύπαρξη του μη διακρινόμενου (λόγω της απώθησής του στο πρόσθιο τμήμα των άνω γνάθων και της συνοστέωσής του με αυτά) μεσογνάθιου οστού στον άνθρωπο. Η ύπαρξη του οστού αυτού στον πίθηκο προβλήθηκε από τον Γκαίτε ως επιχείρημα στην υποστήριξη της ιδέας του για τη συνέχεια και την ενότητα στη φύση. Το 1790 στο δοκίμιο: «Απόπειρα Ερμηνείας Της Μεταμόρφωσης Των Φυτών» διατύπωσε άποψη πως όλα τα μέρη του φυτού αποτελούν μεταμορφωμένα φύλλα κι επίσης υποστήριξε την ιδέα της ύπαρξης ενός «πρωταρχικού φυτού»από το οποίο προήλθαν όλα τα άλλα. Στο βιβλίο του γράφει:
«Οποιοσδήποτε παρατηρήσει, ακόμη κι επιφανειακά την ανάπτυξη των φυτών θα σημειώσει πως συγκεκριμένα εξωτερικά μέρη του φυτού μετασχηματίζονται κατά διαστήματα ώστε ν” αποκτήσουνε τη μορφή παρακείμενων μερών, άλλοτε ολότελα, άλλοτε σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό. Έτσι για παράδειγμα, το απλό φύλλο μπορεί να μετασχηματιστεί σε διπλό, αν αντί για τους στήμονες, αναπτυχθούν τα πέταλα που είτε μοιάζουν ακριβώς με τ” άλλα πέταλα της κορώνας στη μορφή και το χρώμα είτε όχι, διατηρούν ακόμη τα ορατά σημάδια της προέλευσής τους«.
Η μελέτη της συγκριτικής ανατομίας τον οδήγησε να εισηγηθεί το 1790 ένα νέο κλάδο των επιστημών της φύσης, τη Μορφολογία. Σε μια πραγματεία του το 1795 ορίζει τη Μορφολογία,ως «αυτοτελή επιστήμη και βοηθητική της Φυσιολογίας που πρέπει να περιλαμβάνει τη διδασκαλία περί της μορφής, σχηματισμού και μετασχηματισμού των οργανικών σωμάτων«. Σε πραγματείες, επιστολές, διαλέξεις κι επίσης στα βιβλία του για τη μεταμόρφωση των φυτών και τη θεωρία των χρωμάτων, αναπτύσσει ιδέες για την επιστήμη και καταφέρεται εναντίον της μηχανιστικής θεώρησης του κόσμου που είχε επιβάλλει η Νευτώνεια Φυσική.
Με φράσεις του όπως οι ακόλουθες:
«Τα φυσικά αντικείμενα πρέπει να γίνεται προσπάθεια να κατανοούνται και να μελετώνται όπως στη πραγματικότητα είναι κι όχι όπως διευκολύνουν τον παρατηρητή τους να είναι…»
«Αντιλαμβανόμαστε κάθε μεμονωμένο ζώο ως ένα μικρό κόσμο που υπάρχει για να εξυπηρετεί τη δική του σκοπιμότητα, με τα δικά του μέσα. Κάθε δημιούργημα έχει δικό του λόγο ύπαρξης. Όλα τα μέρη του έχουν μια άμεση επίδραση το ένα στο άλλο, μια σχέση το ένα με το άλλο, έτσι ώστε δικαιολογημένα να το μελετούμε ως ενιαίο από την άποψη της Φυσιολογίας«. Κι ακόμα στο κείμενό του «Για Το Πείραμα Ως Ενδιάμεσο Υποκειμένου & Αντικειμένου«:
«Δε μπορούμε ποτέ να “μαστε πάρα πολύ προσεκτικοί στη προσπάθειά μας ν” αποφύγουμε εσπευσμένα συμπεράσματα από τα πειράματα ή να “μαστε πάρα πολύ προσεκτικοί στην άμεση χρησιμοποίηση αυτών των συμπερασμάτων προκειμένου να επιβεβαιώσουμε κάποια θεωρία. Γιατί κατά τη μετάβαση από τα εμπειρικά στοιχεία στην κρίση, από την γνώση στην εφαρμογή, όλοι οι εσωτερικοί εχθροί του ανθρώπου καιροφυλακτούν: Η φαντασία που τον ανυψώνει πριν καταλάβει ότι τα πόδια του έχουν εγκαταλείψει το έδαφος, η ανυπομονησία, η βιασύνη, η αυτοϊκανοποίηση, η ακαμψία, η φορμαλιστική σκέψη, η προκατάληψη, η επιπολαιότητα, η αναξιοπιστία, όλο αυτό το συνονθύλευμα και η ακολουθία του, βρίσκονται εδώ και ενεδρεύουν εκπλήσσοντας όχι μόνο τον ενεργό παρατηρητή αλλά και τον στοχαστικό παρατηρητή που φαίνεται ασφαλής απ” όλο αυτό το πάθος«.
Εισάγει την ολιστική αντίληψη για τη μελέτη της φύσης, ασκεί κριτική στο διαφαινόμενο ανταγωγισμό κι επισημαίνει τη θεωρητική σκέψη που βρίσκεται πίσω κι από τη πιο απλή παρατήρηση. Τότε, η επιστημονική του εργασία υποτιμήθηκε καθώς ήτο ξένη προς το ποσοτικό μηχανιστικό πρότυπο που δέσποζε στη μελέτη της φύσης κι αντί αποστασιοποιημένη προσέγγιση του αντικειμένου από τον ερευνητή του, υπογράμμιζε την άμεση συνομιλία του μ” αυτόν. Η εργασία του αντιμετωπίστηκε σα προϊόν μιας καλλιτεχνικής φύσης που προσπάθησε να ερμηνεύσει τα φαινόμενα της φύσης μ” ένα είδος φιλοσοφικού ιδεαλισμού. Μετά όμως την εμφάνιση της Φαινομενολογίας στον 20ο αιώνα, δηλαδή της προσπάθειας ν” απαλλαχτεί ή ερμηνεία των φαινομένων, από τις προϊδεάσεις του μελετητή τους, φαίνεται πως η πρόβλεψή του ότι «…κάποια μέρα οι επιστημονικές μελέτες μου, παρά το λογοτεχνικό έργο μου, θ” αναγνωριστεί ως η μεγαλύτερη συνεισφορά μου στην ανθρωπότητα» αρχίζει να επιβεβαιώνεται. Είχε δε και μερικές χαρακτηριστικές αδυναμίες, π.χ. έπινε σχεδόν καθημερινά 3 μπουκάλες κρασί.
Πέθανε στις 22 Μάρτη 1832, σ” ηλικία 83 ετών κι ενταφιάστηκε στον τάφο της ηγεμονικής οικογένειας στη Βαϊμάρη.
πηγή: www.peri-grafis.com
22 Μαϊου
Το ότι η ζωή του ανθρώπου δεν είναι παρά ένα όνειρο είναι κάτι που το έχουν πει πολλοί, αλλά κι εμένα αυτό το ίδιο αίσθημα με συνοδεύει παντού. Όταν αναλογίζομαι τους περιορισμούς που επιβάλλονται στις δραστηριότητες και τις έρευνες του ανθρώπου, όταν βλέπω πως όλες οι προσπάθειες κατατείνουν στην ικανοποίηση αναγκών, οι οποίες πάλι δεν έχουν άλλο στόχο από το να παρατείνουν τη φτωχή μας ύπαρξη, και ύστερα ότι κάθε ικανοποίηση που μπορούμε να έχουμε για ορισμένα σημεία της έρευνάς μας δεν είναι παρά μια ονειροπόλα παραίτηση, αφού άλλο είναι κάνεις να ζωγραφίζει κανείς τους τοίχους της φυλακής του με πολύχρωμες μορφές και φωτεινά χρώματα – Όλα αυτά Βιλέλμ, μου κόβουν τη μιλιά. Επιστρέφω στον εαυτό μου και βρίσκω έναν ολόκληρο κόσμο! Αλλά περισσότερο προαισθημάτων και σκοτεινών επιθυμιών παρά καθαρών παραστάσεων και ζωντανής δύναμης. Και τότε όλα αιωρούνται ενώπιων μου και εγώ ακολουθώ χαμογελώντας το όνειρό μου βαθειά μέσα στον κόσμο.
Το ότι τα παιδιά δεν ξέρουν γιατί θέλουν κάτι είναι θέμα στο ποίο συμφωνούν δάσκαλοι και παιδαγωγοί με όλη τη λογικότητά τους. Όμως, ότι και οι ενήλικοι, όμοια με τα παιδιά, προχωρούν τρικλίζοντας πάνω σ’ αυτή τη γη και δεν ξέρουν ούτε από πού έρχονται ούτε που πηγαίνουν, ότι, όπως αυτά, δεν ενεργούν με βάση αληθινούς στόχους, ενώ αφήνουν να κυβερνιούνται από τα μπισκότα, τα γλυκά και το ξύλο, αυτό είναι κάτι που κανείς δεν θέλει να το πιστέψει και ωστόσο εμένα μου φαίνεται χειροπιαστή πραγματικότητα.
Παραδέχομαι ευχαρίστως, γιατί ξέρω τι μου έλεγες επ’ αυτού, ότι οι ευτυχέστεροι είναι εκείνη που, όμοια με τα παιδιά, ζουν τη μέρα σέρνοντας μαζί τις κούκλες τους που τις ντύνουν και τις ξεντύνουν , ενώ στριφογυρίζουν με μεγάλο σεβασμό γύρω από το συρτάρι, όπου η μαμά έχει κλειδώσει τα ζαχαρωτά, και όταν επιτέλους τα’ αρπάξουν, τα καταβροχθίζουν λαίμαργα φωνάζοντας: «Κι άλλο, κι άλλο!» – Αυτά είναι ευτυχισμένα πλάσματα. Καλά νιώθουν επίσης και αυτοί που στις μίζερες ενασχολήσεις τους ή ακόμα και στα πάθη τους δίνουν επιβλητικούς τίτλους που τους εγγράφουν στο λογαριασμό της ανθρωπότητας ως γιγαντιαία έργα για τη σωτηρία και την ευημερία της. Καλότυχος όποιος μπορεί να ζει έτσι! Όποιος όμως μέσα στην ταπεινοφροσύνη του, διακρίνει που οδηγούν όλα αυτά, όποιος βλέπει πόσο φρόνιμα ο κάθε καταβολεμένος αστός ξέρει να τακτοποιεί τον κηπάκο του και να τον κάνει παράδεισο, πόσο αγόγγυστα ο δυστυχισμένος ακολουθεί και αυτός ασθμαίνοντας το δρόμο του και πόσο επιθυμούν όλοι εξίσου να δουν το φως του ήλιου έστω και για ένα λεπτό παραπάνω – ναι, αυτός είναι ήσυχος και δημιουργεί τον κόσμο του αντλώντας από τον και επίσης είναι ευτυχής, γιατί είναι άνθρωπος. Κι έπειτα, όσο και αν είναι περιορισμένος, καρτάλι ωστόσο στην καρδιά το γλυκό αίσθημα της ελευθερίας και ξέρει ότι μπορεί ν’ αφήσει πίσω του αυτή τη φυλακή, όποτε το θελήσει.
εδώ
Ο νεαρός Βέρθερος αγαπούσε με έναν τρόπο αδιανόητο για τον σημερινό σύγχρονο άνθρωπο. Η ψυχανάλυση ίσως τον ανέλυε ως ανισόρροπο και εγωκεντρικό ή ακόμη και διπολικό. Aλλά, κάθε έρωτας πρέπει να κρίνεται στην εποχή του και να μην του αποδίδονται χαρακτηρισμοί που ίσως δεν αντέξουν στον χρόνο. Εγώ θεωρώ τον Βέρθερο πρόσωπο οικείο και συναισθηματικά αριστοκρατικό δηλαδή άνθρωπο που έχει την πολυτέλεια να αφήσει την ψυχή του να ξεχειλίσει από συναισθήματα ή ακόμη και πάθη, τα οποία τα θεωρώ ευλογημένα. Μόνο μέσα από αυτά φτάνεις στον βυθό του μυαλού σου που εάν έχεις την δύναμη να αναδυθείς είναι σαν να αναστήθηκες. Τότε μπορείς να ζήσεις μεταφέροντας το μήνυμα της ζωής σε νεκρούς που περιμένουν την ανάστασή τους. Μήπως δεν είναι νεκροί όσοι περνούν από την ζωή χωρίς να κοιτάξουν στον βυθό τους;
Νότα Χρυσίνα
Ο νεαρός Βέρθερος αγαπούσε με έναν τρόπο αδιανόητο για τον σημερινό σύγχρονο άνθρωπο. Η ψυχανάλυση ίσως τον ανέλυε ως ανισόρροπο και εγωκεντρικό ή ακόμη και διπολικό. Aλλά, κάθε έρωτας πρέπει να κρίνεται στην εποχή του και να μην του αποδίδονται χαρακτηρισμοί που ίσως δεν αντέξουν στον χρόνο. Εγώ θεωρώ τον Βέρθερο πρόσωπο οικείο και συναισθηματικά αριστοκρατικό δηλαδή άνθρωπο που έχει την πολυτέλεια να αφήσει την ψυχή του να ξεχειλίσει από συναισθήματα ή ακόμη και πάθη, τα οποία τα θεωρώ ευλογημένα. Μόνο μέσα από αυτά φτάνεις στον βυθό του μυαλού σου που εάν έχεις την δύναμη να αναδυθείς είναι σαν να αναστήθηκες. Τότε μπορείς να ζήσεις μεταφέροντας το μήνυμα της ζωής σε νεκρούς που περιμένουν την ανάστασή τους. Μήπως δεν είναι νεκροί όσοι περνούν από την ζωή χωρίς να κοιτάξουν στον βυθό τους;
Νότα Χρυσίνα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου