Δευτέρα 11 Δεκεμβρίου 2017

ΑΣΜΑ ΑΣΜΑΤΩΝ

Απόδοση: Έκτωρ Πανταζής



ΠΡΩΤΟ ΑΣΜΑ



ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1- ΔΙΑΛΟΓΟΣ ΤΩΝ ΔΥΟ ΑΓΑΠΗΜΕΝΩΝ
Το άσμα των ασμάτων, - αρχαιότατο επιθαλάμιο.


Η ΝΥΜΦΗ
Φιλιά και φιλήματα ο αγαπημένος μου απ' το στόμα του να μου δώσει και αγκαλιάσματα, που είναι κι απ' το κρασί γλυκύτερα.
Κι οι μυρωδιές σου ξεπερνούν κάθε άρωμα, άρωμα που σκόρπισε είναι το όνομά σου, που όλες οι κοπέλες αγάπησαν.
Μαγεύτηκαν, σε πήραν τρέχοντας ξοπίσω σου, τις τράβηξαν τ' αρώματά σου. Μ' έμπασε ο βασιλιάς μου στο παλάτι του. Θα αγαλλιάσουμε θα ευφρανθούμε μαζί σου. Το δόσιμό σου θα αγαπήσωμε πιο πολύ απ' το κρασί. Σου δόθηκε αγάπη αληθινή.
Είμαι όμορφη εγώ, μελαχρινή, θυγατέρες της Ιερουσαλήμ, όπως οι καλύβες στο Κηδάρ, όπως τα δερμάτινα παραπετάσματα του Σολομώντα.
Μη με στραβοκοιτάτε που είμαι μαυριδερή ,με είδε πολύ ο ήλιος,της μάνας μου οι γιοί με τιμώρησαν, μ' έπιασαν και μ' έβαλαν φύλακα στ' αμπέλια, όμως εγώ δεν τα φύλαξα.
Πες μου εσύ που αγάπησε η ψυχή μου, πού έχεις το υποστατικό, τα μεσημέρια πού πλαγιάζεις, για να μη χαθώ να σε ψάχνω στα υποστατικά των φίλων σου.



Ο ΝΥΜΦΙΟΣ
Αν σου διαφεύγει ποιά είσαι, σύ μες στις γυναίκες η πιό όμορφη, πάρε τα κοπάδια στο κατόπι και οδήγησε τις κατσίκες σου στα λιβάδια των ποιμένων.
Με τη φοράδα μου που είναι στου Φαραώ το άρμα σε παρομοιάζω, μονακριβή μου.
Πόσο πολύ ομόρφυναν στο πρόσωπό σου, σαγόνια παρειές ζυγωματικά, σαν της τρυγόνας, κι ο τράχηλός σου σαν οι ορμίσκοι.
Χρυσά στολίδια θα σε ντύσω χρυσά κι ασημοκεντημένα.


Η ΝΥΜΦΗ
Στο ανάκλιντρο ο βασιλιάς μου, κι ο νάρδος μου μοσχοβολά.
Αποστακτήρας αρωμάτων ο πολυαγαπημένος μου, στα στήθια μου ανάμεσα κουρνιάζει.
Ανθισμένο αμπελόκλαδο ο αγαπημένος μου, στης Εγγαδί τ' αμπέλια.

Ο ΝΥΜΦΙΟΣ
Πόσο όμορφη είσαι αρραβωνιαστικιά μου, πόσο όμορφη, τα μάτια σου σαν περιστέρια.
Η ΝΥΜΦΗ
Όμορφος κι εσύ αγαπημένε μου, ωραίος πολύ, στου κρεβατιού μας το βαθύ τον ίσκιο.
Τα δοκάρια του σπιτιού μας κέδροι, τα κουφώματα κυπαρισσένια.



ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2- ΟΙ ΔΥΟ ΑΓΑΠΗΜΕΝΟΙ ΚΥΡΙΕΥΜΕΝΟΙ ΑΠΟ ΑΓΑΠΗ
Η ΝΥΜΦΗ
Λούλουδο στην πεδιάδα εγώ, και στην κοιλάδα κρίνο.
Σαν κρίνο στή μέση αγκαθιών, μοιάζει η αρραβωνιαστικιά μου στα κορίτσια ανάμεσα.
Ωσάν μηλιά στο δάσος ,μοιάζει η αγαπημένη μου μέσα στις συντροφιές,πόθησα κι έκατσα στη σκιά της, γλυκός στο λαρύγγι μου ο καρπός της.
Βάλτε με στου κρασιού το σπίτι, δώστε με στην αγάπη.
Παρασταθείτε μου ,με αρώματα, ρίξτε μου σωρούς γύρω τα μήλα, γιατί είμαι απ' την αγάπη κατασπαραγμένη.
Με το αριστερό του κάτω απ το κεφάλι μου, με το δεξί του με αγκαλιάζει.
Κορίτσια της Ιερουσαλήμ, στ' όνομα των δυνάμεων και των στοιχείων της φύσης, κοιμάται η αγάπη μου μην την ξυπνάτε.



ΔΕΥΤΕΡΟ ΑΣΜΑ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2- Ο ΧΕΙΜΩΝΑΣ ΠΕΡΑΣΕ
Η ΝΥΜΦΗ
Του αγαπημένου μου η φωνή, νά τος φτάνει πηδάει βουνά, σκίζει λόφους.
Παρόμοιος με ζαρκάδι, [ή με ελαφάκι ο αγαπημένος μου στα όρη Βαιθήλ. Νά τος πίσω απ τον τοίχο μας σκύβει στα παραθύρια και στα καφασωτά.
Μου μιλάει και μου λέει ο αγαπημένος μου'



Ο ΝΥΜΦΙΟΣ
Σήκω κι έλα κοντά μου περιστερούλα μου, καλή μου εσύ μικρό μου ταίρι.
Επιτέλους πέρασε ο χειμώνας έφυγε η βροχή, πήγαν στο καλό.
Βγήκαν τα λούλουδα στη γή, καιρός για κλάδεμα, στη γή μας λάλησε η τρυγόνα.
Πέταξαν φύλλο οι συκιές, άνθος τ' αμπέλια,κι ευωδιά. Σήκω, έλα, αραβωνιαστικιά μου, καλή μου, περιστεράκι μου.
Περιστέρα μου εσύ,με στέγη σου την πέτρα ,και κρυβόσαστε απ' το προτείχισμα' φανερώσου κάνε να σ' ακούσω, γλυκειά η φωνή σου όμορφη η όψη σου.



Ο ΧΟΡΟΣ
Πιάστε τ' αλεπουδάκια που καταστρέφουν τ' αμπέλια μας τώρα που ανθίζουν.
Η ΝΥΜΦΗ
Δικός μου ο αγαπημένος,δική του κι εγώ, αυτός είναι ο ποιμένας στα λειβάδια με τους κρίνους.
Μέχρι να σβήσει η μέρα και να σκορπίσουν οι σκιές.κοντά μου γύρνα, αγαπημένε εσύ, όπως το ζαρκάδι και το ελαφάκι στα σπηλιαράκια των βουνών.



ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3- ΝΥΧΤΕΡΙΝΟΙ ΣΤΟΧΑΣΜΟΙ ΤΗΣ ΝΥΜΦΗΣ
Η ΝΥΜΦΗ
Τη νύχτα στο κρεβάτι μου αναζήτησα εκείνον που αγάπησε η ψυχή μου' τον αναζήτησα και δεν τον βρήκα' τον κάλεσα, και δεν με άκουσε.
Θα σηκωθώ απο το κρεβάτι μου, θα γυρίσω την πόλη, την αγορά τις πλατείες, και θ' αναζητήσω εκείνον που αγάπησε η ψυχή μου. Τον αναζήτησα και δεν τον βρήκα.
Συναπαντήθηκα με τους φύλακες που περιπολούν στην πόλη. Είδατε μήπως εκείνον που αγάπησε η ψυχή μου;
Λίγο μετά απομακρύνθηκα απ' αυτούς, κι έψαξα μέχρι που βρήκα εκείνον που αγάπησε η ψυχή μου.
Θυγατέρες της Ιερουσαλήμ, σας ξορκίζω στο όνομα των δυνάμεων και των στοιχείων της φύσης, κοιμάται η αγάπη μου μην την ξυπνάτε.



ΤΡΙΤΟ ΑΣΜΑ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3- Ο ΕΡΧΟΜΟΣ ΤΟΥ ΝΥΜΦΙΟΥ



Ο ΧΟΡΟΣ
Ποιά είναι εκείνη που ανεβαίνει στήλη καπνού στην έρημο θυμιασμένη με λίβανο και με σμύρνα και με όλες τις σκόνες του αρωματοπώλη;
Να, το φορείο του Σολομώντα,εξήντα γεροδεμένοι άντρες γύρω του από τους καλύτερους του Ισραήλ.
Όλοι τους έχουν ρομφαία,μαθημένοι στον πόλεμο, κάθε άντρας έχει στο μηρό του ρομφαία για κάθε αναπάντεχο μέσα στη νύχτα.
Το φορείο το έφτιαξε ο Σολομώντας για τον ίδιο από ευωδιαστά ξύλα του Λιβάνου.
Αργυροί οι στύλοι του χρυσό το ανάκλιντρο τα στηρίγματα πορφυρένια, το εσωτερικό με πολύτιμους λίθους, φτιαγμένα με αγάπη από τις θυγατέρες της Ιερουσαλήμ.
Θυγατέρες της Σιών, βγήτε να δείτε το βασιλιά Σολομώντα με το στεφάνι,που τον έστεφάνωσε η μάνα του τη μέρα του γάμου του, και μέρα της χαράς του στο βάθος της καρδιάς του.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4- ΥΜΝΟΣ ΣΤΗΝ ΟΜΟΡΦΙΑ ΤΗΣ ΝΥΜΦΗΣ



Ο ΝΥΜΦΙΟΣ
Να, είσαι όμορφη, η αρραβωνιαστικιά μου,να, είσαι όμορφη. Τα μάτια σου περιστέρια πίσω απ το μαγνάδι σου. Τα μαλλιά σου κοπάδι κατσικιών, που κυματιστά ξεπρόβαλαν απ το Γαλαάδ.
Δόντια λευκά και μαργαριταρένια,σαν κοπάδι φρεσκοκουρεμένα πρόβατα, που μόλις βγήκαν απ' το λουτρό, όλα δίδυμα, και κανένα στέρφο.
Τα χείλη σου σαν κόκκινο σειρίτι, η λαλιά σου ωραία, το μάγουλό σου σαν ρόδι κάτω απ το μαγνάδι σου.
Σαν τον πύργο του Δαβίδ ο τράχηλός σου χτισμένος στα ψηλώματα' χίλιες ασπίδες κρέμονται απ' αυτόν, κι όλα τα βέλη των πολεμιστών.
Τα δυό σου στήθια σαν δυό νεογνά δίδυμα ζαρκάδια που βόσκουν ανάμεσα στα κρίνα.
Μέχρι να εκπνεύσει η μέρα και να διασκορπιστούν οι σκιές, θα πάω στο λόφο της σμύρνας προς το βουνό του Λιβάνου.
Πανέμορφη είσαι αγαπημένη μου, χωρίς ψεγάδι κανένα.
Έλα απ' το Λίβανο, νύμφη ,φύγε απ' το Λίβανο' έλα πέρνα την ψηλή κορφή του, την κορυφή του Σανίρ και του Ερμών, από τα κρησφύγετα των λιονταριών και των λεοπαρδάλεων τις φωλιές.
Μας σκλάβωσες αδερφή μου νύμφη' σκλάβωσες την καρδιά μας με μια σου ματιά,  μ' ένα του τραχήλου σου κόσμημα.
Πόσο μεθυστικά τα στήθια σου ,αδερφή μου νύφη; Πόσο πιο μεθυστικά απ' το κρασί, κι η φορεσιά σου πόσο πιο ευωδιαστή απ' όλα τα αρώματα;
Κηρήθρα που στάζει τα χείλη σου νύμφη' μέλι και γάλα κάτω απ' τη γλώσσα σου, και η ευωδιά των ρούχων σου σαν την ευωδιά του Λιβάνου.
Φραγμένος κήπος, αδερφή μου νύφη, φραγμένος κήπος, πηγή σφραγισμένη.
Στα παραδεισένια κηπάρια σου ροδιές με λυγισμένα τα κλωνάρια φορτωμένα ρόδια, ολάνθιστα αμπέλια και νάρδοι.
Νάρδος κα κρόκος,κανέλλα και κινννάμωμο και όλα τα δέντρα του Λιβάνου, σμύρνα κι αλόη και όλα τα καλά μύρα.
Κήπος με πηγή και φρεάτιο ,με αναβλύζον νερό και βουερό καταρράκτη που κατεβαίνει απ' το Λίβανο.



Η ΝΥΜΦΗ
Σήκω βορρά και σύ έλα νότε,φυσήξτε στον κήπο μου,να σκορπίσουν παντού τ' αρώματα μου' να κατεβεί ο αγαπημένος μου στον κήπο να γευτεί φρούτα απ' τα φορτωμένα ακροκλώναρα.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5- ΥΜΝΟΣ ΣΤΗΝ ΟΜΟΡΦΙΑ ΤΗΣ ΝΥΜΦΗΣ



Ο ΝΥΜΦΙΟΣ
Μπήκα στον κήπο αδερφή μου νύφη, τρύγησα σμύρνα με τ' αρώματα,έφαγα ψωμί και μέλι, ήπια κρασί ήπια γάλα και σεις φίλοι, φάτε πιείτε μεθύστε, αδέρφια μου.
ΤΕΤΑΡΤΟ ΑΣΜΑ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5- ΣΤΟΧΑΣΜΟΙ ΤΩΝ ΔΥΟ ΑΓΑΠΗΜΕΝΩΝ - Η ΝΥΜΦΗ ΖΗΤΑΕΙ ΒΟΗΘΕΙΑ



Η ΝΥΜΦΗ
Εγώ ξάπλωσα και η καρδιά μου αγρυπνεί. Η φωνή του αγαπημένου μου, χτυπά την πόρτα.
Ο ΝΥΜΦΙΟΣ
Άνοιξε αγαπημένη μου,αρραβωνιαστικιά μου,περιστερούλα μου, άπεφθη,το κεφάλι μου γέμισε δροσιό τα μαλλιά μου νυχτερινή πάχνη.
Η ΝΥΜΦΗ
Έβγαλα το φόρεμα μου, πώς να το ξαναβάλω; Έπλυνα τα πόδια μου, να τα ξαναλερώσω;
Ο αγαπημένος μου έχωσε το χέρι του απο κάποιο πέρασμα, και η κοιλιά μου σκίρτησε για κείνον.
Σηκώθηκα να ανοίξω στον αγαπημένο μου, τα χέρια μου έσταξαν σμύρνα, τα δάχτυλά μου γνήσια σμύρνα στο μάνταλο.
Άνοιξα στον αγαπημένο μου, εκείνος είχε φύγει. Και μού 'φυγε η ψυχή γι αυτό. Έψαξα δεν τον βρήκα, τον φώναξα δεν με άκουσε.
Με συναπάντησαν οι φύλακες που περιπολούν στην πόλη, με χτύπησαν, με τραυμάτισαν,μου έβγαλαν το κεφαλομάντηλο οι φύλακες των τειχών της πόλης.
Σας ξορκίζω θυγατέρες της Ιερουσαλήμ, στο όνομα των δυνάμεων και των στοιχείων της φύσης αν βρήτε τον αγαπημένο μου, να του πείτε, ότι χτυπημένη απ' την αγάπη είμαι εγώ.



Ο ΧΟΡΟΣ
Ποιά είναι η διαφορά του αγαπημένου σου από άλλους αγαπημένους, μέσα στις γυναίκες όμορφη εσύ; Σε τι ξεχωρίζει ο αγαπημένος σου από τους άλλους αγαπημένους, ώστε έτσι να μας ξορκίζεις; 
Η ΝΥΜΦΗ
Ο αγαπημένος μου είναι ασπριδερός και πυρόξανθος, ξεχωριστός κι επιλεγμένος από μυριάδες νέους.
Το κεφάλι του χρυσάφι καθαρό, οι μπούκλες πυκνές σαν οι βελόνες του έλατου στα κατάμαυρα και κορακίσια μαλλιά του.
Τα μάτια του σαν περιστέρια που κάθονται κοντά στις δεξαμενές νερού, κατάλευκα σαν λουσμένα με γάλα.
Τα μάγουλά του, αρώματος φιάλες, όπου το γένι μοιάζει πρασιά αρωματικών φυτών. Τα χείλη του είναι κρίνα που στάζουν ατόφια σμύρνα.
Τα χέρια του τορνευτά και χρυσαφιά ωσάν το χρυσαφένιο στάχυ. Το σώμα του με φίλντισι και σαφείρι σμιλεμένο.
Οι κνήμες του στύλοι μαρμάρινοι σε χρυσές βάσεις, η εμφάνιση του ωραία όπως ο Λίβανος, είναι εκλεκτός όπως ο κέδρος μεταξύ των άλλων δέντρων.
Εκφράζεται με γλυκασμούς, είναι επιθυμητός ποθητός εράσμιος. Θυγατέρες της Ιερουσαλήμ, τέτοιος είναι ο αγαπημένος μου, τέτοιος είναι ο αρραβωνιαστικός μου.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6- ΣΤΟΧΑΣΜΟΣ ΤΗΣ ΝΥΜΦΗΣ



Ο ΧΟΡΟΣ
Πού πήγε ο αγαπημένος σου, όμορφη εσύ μεταξύ των γυναικών; κατά πού τράβηξε ο αγαπημένος σου,  μαζί σου να τον ψάξουμε;
Η ΝΥΜΦΗ
Ο αγαπημένος μου κατέβηκε στον κήπο του στις πρασιές των αρωματικών φυτών, μέσα στους κήπους περπατεί συλλέγει κρίνα.
Ανήκω στον αγαπημένο μου, κι εκείνος ανήκει σε μένα, είναι αυτός που ποιμένει ανάμεσα στα κρίνα.
ΠΕΜΠΤΟ ΑΣΜΑ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6- Η ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΤΩΝ ΔΥΟ ΑΓΑΠΗΜΕΝΩΝ



Ο ΝΥΜΦΙΟΣ
Όμορφη είσαι, η αγαπημένη μου είσαι ,η ευδοκία μου είσαι, είσαι ωραία όπως η Ιερουσαλήμ, είσαι θαυμαστή όπως οι παραταγμένες στρατιές.
Στρέψε αλλού τα μάτια σου, μάτια που με ξεσήκωσαν, τα μαλλιά σου κοπάδι κατσικιών, που κυματιστά ξεπρόβαλαν από το όρος Γαλαάδ.
Δόντια λευκά και μαργαριταρένια, σαν κοπάδι φρεσκοκουρεμένα πρόβατα, που μόλις βγήκαν απ' το λουτρό, όλα δίδυμα, και κανένα στέρφο.
Τα χείλη σου κόκκινο σειρίτι όμορφη η λαλιά σου, το μάγουλό σου κόκκινο ρόδι πίσω απ το μαγνάδι σου.
Εξήντα βασίλισσες κι ογδόντα παλακίδες, και αναρίθμητες νεαρές
μία η περιστέρα μου, η προσωποποίηση της τελειότητας, μιά και μοναχοκόρη ,και δεν την αλλάζει με καμιά αυτή που τη γέννησε, τη μακαρίζουν οι νέες που την είδαν, κι οι βασίλισσες κι οι παλακίδες, κι αυτές ακόμα την εγκωμιάζουν.



Ο ΧΟΡΟΣ
Ποιά είναι αυτή που ξεπροβάλλει όπως ο δροσερός όρθρος, όμορφη σαν το φεγγάρι, εκθαμβωτική σαν τον ήλιο, θαυμαστή σαν οι παραταγμένες στρατιές;
Ο ΝΥΜΦΙΟΣ
Κατέβηκα στον κήπο, με την καρυδιά, να δω τα γεννήματα στις όχθες του χειμάρρου, να δω άν άνθισε το αμπέλι, αν έδωσαν οι ροδιές, εκεί θα δώσω την αγκαλιά μου σε σένα.
Η ΝΥΜΦΗ
Χωρίς να το καταλάβω, με ανέβασαν στα πιο γρήγορα άρματα.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7- ΓΑΜΗΛΙΟΣ ΧΟΡΟΣ - Η ΟΛΟΚΛΗΡΩΣΗ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ



Ο ΧΟΡΟΣ
Γύρνα κι απο δω γύρνα κι από δω Σουλαμίτιδα. Γύρνα γύρνα,να δούμε το όμορφο προσωπό σου και μεις.
Η ΝΥΜΦΗ
Τι να ιδούνε στη Σουλαμίτιδα; Εσένα να δούν που έρχεσαι με τη μεγαλοπρέπεια ουράνιων χορών.
Ο ΝΥΜΦΙΟΣ
Ομόρφυνε το βάδισμά σου με τα υποδήματά σου τα ωραία, αρχοντική εσύ, χάρμα οι μηροί σου καλλιτεχνίας έργο.
Ο αφαλός σου καλοφτιαγμένο κύπελλο με το κρασί του, η κοιλιά σου σταριού θημωνιά φραγμένη με κρίνα.
Τα δυό σου στήθια σαν δυό δίδυμα νεογνά ζαρκάδας.
Ο τράχηλός σου ωσάν πύργος φιλντισένιος, τα μάτια σου λίμνες φωτεινές, μπροστά στις πύλες πολύκοσμης πόλης, η μύτη σου πύργος του Λιβάνου στραμμένου προς τη Δαμασκό.
Το κεφάλι σου πάνω στο κορμί σου σαν το όρος Κάρμηλον, οι πλεξίδες σου πορφύρα,που κι ο βασιλιάς μπροστά σου όταν περνά σαν να δένεται μ' αυτές.
Πόσο ομόρφυνες πόσο γλύκανες αγαπημένη μου, πόσο είσαι τρυφερή!
Το παράστημά σου φοινικιάς, τα στήθια σου σταφυλιών τσαμπιά.
Σκέφτηκα, θ' ανεβώ στη φοινικιά,στην κορφή θα φτάσω,και θάναι τα στήθια σου σταφυλιών τσαμπιά κι η ανάσα σου θάχει τη μυρωδιά του μήλου.
Και απ' το λαρύγγι σου γλυκόπιοτο κρασί,



Η ΝΥΜΦΗ
που θα ρέει στο στόμα του αγαπημένου μου κατ' ευθείαν, και θα ευχαριστιέται απ' τα χείλη μου και από τα δόντια μου.
Εγώ στον αγαπημένο μου ανήκω, και σε μένα επιστρέφει η σφοδρή του επιθυμία.
Έλα αγαπημένε μου, ας βγούμε στους αγρούς ας μείνουμε στην ύπαιθρο.
Με τον όρθρο να δούμε άν άνθισε το αμπέλι, άν έβγαλε άνθη, αν έδωσαν οι ροδιές. Κι εκεί, μέσα απ' την καρδιά, θα σου δώσω την αγκαλιά μου.
Μοσχοβόλησαν οι μανδραγόρες, και στην πόρτα μας μπροστά λυγάνε τα κλαδιά οι καρποί, νέοι και παλιοί, τους κράτησα όλους για σένα.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 8- Η ΑΝΕΚΠΛΗΡΩΤΗ ΕΠΙΘΥΜΙΑ ΤΗΣ ΝΥΜΦΗΣ



Η ΝΥΜΦΗ
Αγαπημένε μου,ακόμα κι αν είχαμε την ίδια μάνα θηλάσει,και σε πετύχαινα έξω, πάλι φιλί θα σούδινα, ποιός τότε θα με κατηγορούσε;
Θα σε πάρω,θα σε μπάσω στο σπίτι της μάνας μου στα μέσα δωμάτια εκείνης που με συνέλαβε, θα σε ποτίσω το γλυκό κρασί με το νάμα απ' τις ροδιές μου.
Το αριστερό κάτω απ το κεφάλι μου, το δεξί του με αγκαλιάζει.
Σας ξορκίζω, της Ιερουσαλήμ θυγατέρες, στις δυνάμεις και τα στοιχεία της φύσης, η αγάπη μου κοιμάται μην την ξυπνάτε.
ΕΚΤΟ ΑΣΜΑ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 8- Η ΦΛΟΓΑ ΚΑΙ ΤΟ ΚΑΛΕΣΜΑ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ



Ο ΧΟΡΟΣ
Ποιά είναι τούτη που ανεβαίνει λευκανθισμένη, στον αγαπητικό της στηριγμένη;
Η ΝΥΜΦΗ
Κάτω απ τη μηλιά σε ξύπνησα,εκεί έπιασαν οι ωδίνες τη μάνα σου, εκεί την έπιασαν οι πόνοι και σε γέννησε.
Σφραγίδα βάλε με στην καρδιά σου,σαν σφραγίδα στο μπράτσο. Γιατί η αγάπη είναι όπως κι ο θάνατος κραταιά, ο ζήλος της σαν το σκληρό τον άδη, γύρω απο αυτή γυρίζει η φωτιά, κι οι φλόγες της παρόμοια.
Ούτε νερό τη σβήνει όσο πολύ κι αν είναι,ούτε ποτάμια να την πλημυρίσουν μπορούν ή να την πνίξουν. Κι αν ένας άντρας δώσει όλο του το βιός αγάπη ν' αγοράσει, ελεεινό θα τον πούν, θα τον εξευτελίσουν.
Ο ΧΟΡΟΣ
Μικρή η αδερφή μας με άγουρα στήθια, τι θα κάνουμε για την αδερφή μας τη μέρα, που θα τη ζητήσουν σε γάμο;
Εάν απόρθητη ως τείχος σταθεί, θα χτίσουμε πάνω της επάλξεις αργυρές, κι αν η πόρτα αφύλαχτη, θα την περιορίσουμε με κέδρινα σανίδια.



Η ΝΥΜΦΗ
Τείχος ήμουν εγώ,οι μαστοί μου πύργοι, στα μάτια τους τέτοια φάνηκα εγώ και τώρα δρέπω ειρήνη.
Ο ΝΥΜΦΙΟΣ
Αμπέλι απέκτησε ο Σολομώντας στη Βελαμών και το παράδωσε στους φύλακες, κάθε αμπελουργός να φέρει απ' τον καρπό χίλια σίκλα αργυρά.
Το αμπέλι μου είναι πάντα εδώ. Δώστε τα χίλια στο Σολομώντα και τα διακόσια στους φύλακες.
Σύ που αναπαύεσαι στους κήπους ,οι φίλοι την προσοχή τους στο τραγούδι σου έχουν, κι εγώ το ίδιο σ' ακούω.
Η ΝΥΜΦΗ
Τρέξε αγαπημένε μου σαν το ζαρκάδι σαν το ελαφάκι πάνω στα βουνά των αρωμάτων.

[Η εικονογράφηση είναι επιλογή από τα πασίγνωστα Φαγιούμ, που εύλογα έρχονται στο νου οι μορφές τους,τόσων νέων νωρίς αποδημησάντων. Και δικαιούνται με το παραπάνω μια Γαμήλια έγερση, έτσι ζωντανά που μας κοιτάζουν. Από τα βάθη χρόνου ιστορίας τέχνης ύπαρξης.]

Κυριακή 10 Δεκεμβρίου 2017

Απόστολος Κίτσος & Μιχάλης Καλογεράκης | "Κάτι παράξενο"


Η Μικρή Άρκτος και ο IANOS σας προσκαλούν στη πρώτη επίσημη παρουσίαση του cd με τίτλο Κάτι Παράξενο του Απόστολου Κίτσου και Μιχάλη Καλογεράκη. 
Τα ποιήματα των Μιχάλη ΓκανάΑριστέας ΠαπαλεξάνδρουΑχιλλέα Παράσχου,  Νίκου Σαραντάκου & Μάνου Χατζιδάκι μελοποιεί ο Μιχάλης Καλογεράκης και ερμηνεύει μοναδικά ο Απόστολος Κίτσος. Οι δύο νέοι καλλιτέχνες μαζί με τον Παρασκευά Καρασούλο, ο οποίος υπογράφει την παραγωγή του δίσκου, θα μιλήσουν για την έκδοση και το ταξίδι τους στα μονοπάτια της ποίησης.
ΙΑΝΟS, Σταδίου 24, είσοδος ελεύθερη
Οι πόρτες ανοίγουν στις 21:00
Η εκδήλωση θα προβάλλεται ζωντανά και στο ianos.gr


Λίγα λόγια για την έκδοση
Κάτι παράξενο έλαβε δράση κάτω απ’ τη γη.
Δεν εμπιστεύομαι τη σιωπή,
το σκυθρωπό που με κοιτά φεγγάρι.
Το νιώθω πως η νέα μου ζωή
τη ρότα της παλιάς μου έχει πάρει.
Αριστέας Παπαλεξάνδρου, Κάτι Παράξενο
ΚΑΤΙ ΠΑΡΑΞΕΝΟ
Ποίηση:  Μιχάλης Γκανάς, Αριστέα Παπαλεξάνδρου, Αχιλλέας Παράσχος,  Νίκος Σαραντάκος,   Μάνος Χατζιδάκις
ΜουσικήΜιχάλης Καλογεράκης
ΕρμηνείαΑπόστολος Κίτσος . Στο τραγούδι Ερωτικό (Καληνύχτα) σε στίχους του Μάνου Χατζιδάκι, συμμετέχει η Έλλη Πασπαλά.
ΕνορχήστρωσηΑπόστολος Κίτσος
ΠαραγωγήΜικρή Άρκτος. 2017                                                   
Ο Μιχάλης Καλογεράκης και ο Απόστολος Κίτσος, πέρα από στενοί φίλοι είναι και οι δύο διακριθέντες καλλιτέχνες της 4ης Ακρόασης Νέων Δημιουργών και Ερμηνευτών της Μικρής Άρκτου.
Ο Μιχάλης Καλογεράκης ως τραγουδοποιός, (μαζί με το δίδυμο αδελφό του Παντελή) απέκτησε το ιδιαίτερο στίγμα  του μελοποιώντας έλληνες και ξένους ποιητές (η πρώτη ολοκληρωμένη δισκογραφική εργασία του διδύμου με τίτλο Προσωπικό, εκδ. Μικρή Άρκτος 2016, έχει ήδη τη δική της  επιτυχημένη πορεία) κι έτσι τον γνώρισε και το κοινό: σε μια βαθύτατα αντιποιητική εποχή  εκείνος να επιμένει … ποιητικά. 
Ο Απόστολος Κίτσος, ένας ιδιαίτερα αισθαντικός ερμηνευτής,  συστήθηκε  καλλιτεχνικά τραγουδώντας  δύο ιδιαίτερα τραγούδια του Σπύρου Παρασκευάκου πριν 3 χρόνια  (Γλυκός Γενάρης,  Βήμα εκτός) και συνέχισε με πολύ προσεκτικά βήματα…
Ο κύκλος τραγουδιών Κάτι παράξενο (πέντε μελοποιημένα ποιήματα και δύο ορχηστρικές συνθέσεις), φέρνει τη μυρωδιά μιας ασυνήθιστης συνύπαρξης: ένας πολύ επιδέξια, καλά αρθρωμένος λυρισμός, μια εύθραυστη ευαισθησία, συγκατοικούν  αρμονικά με μια σύγχρονη μουσική έκφραση και μια σημερινή ερμηνεία. Τίποτα δεν ξενίζει, τίποτα δεν φαίνεται παράταιρο σ αυτή τη δισκογραφική δουλειά, παρά τη συστέγαση τόσο διαφορετικών ποιητικών κόσμων… 
Ο Μιχάλης Γκανάς,  η Αριστέα Παπαλεξάνδρου, ο Αχιλλέας Παράσχος, ο Νίκος Σαραντάκος και ο Μάνος Χατζιδάκις, ποιητές με πολύ διαφορετικές διαδρομές, αναφορές και ηλικίες, συνυπάρχουν σε έναν κύκλο τραγουδιών  όπου ο Μιχάλης Καλογεράκης, ο οποίος υπογράφει τη μουσική των μελοποιημένων ποιημάτων τους,  κατάφερε να τους ενώσει σε μια ενιαία μουσική  αφήγηση ενώ ο Απόστολος Κίτσος, ο οποίος υπογράφει και την ενορχήστρωση των τραγουδιών εκτός της ερμηνείας τους, λειτούργησε τόσο προσεκτικά και τρυφερά και με τις δύο ιδιότητές του, ώστε τα τραγούδια αυτά να αποκτήσουν εναίο σώμα και η αφήγηση τους μια παράξενη μαγεία.
Η Μικρή Άρκτος αγκάλιασε αυτή τη δισκογραφική εργασία με μεγάλο ενθουσιασμό και πιστεύει πως αποτελεί η εργασία των δύο νέων καλλιτεχνών – δημιουργών,  μια ακόμη σημαντική δισκογραφική πρόταση στον μικρό αλλά πολύ επιλεκτικό κατάλογό της…
Καλή Ακρόαση

Σάββατο 9 Δεκεμβρίου 2017

Λέος Γιάνατσεκ (Leoš Janáček)




Η βαθιά και μακροχρόνια συμπάθεια του Λέος Γιάνατσεκ για τη Ρωσία και τον ρωσικό πολιτισμό ήταν ένα σημαντικό στοιχείο μουσικής έμπνευσης. Το 1888, παρακολούθησε στη Πράγα παράσταση μουσικής του Τσαϊκόφσκι και συνάντησε γηραιότερους συνθέτες. Ο Γιάνατσεκ θαύμασε τον Τσαϊκόφσκι, και συγκεκριμένα την ιδιαίτερα ανεπτυγμένη μουσική σκέψη σε σύνδεση με τη χρήση ρωσικών παραδοσιακών μοτίβων. Η ρωσική επιρροή στον Γιάνατσεκ είναι ιδιαίτερα εμφανής στα ύστερα συμφωνικά έργα και τις όπερες. Παρακολουθούσε στενά στις εξελίξεις στη ρωσική μουσική από τα πρώτου χρόνια, και το 1896, μετά την πρώτη του επίσκεψη στη Ρωσία, ίδρυσε ένα ρωσικό κύκλο στο Μπρνο. Επίσης, διάβασε τους Ρώσους συγγραφείς στα ρωσικά. Η ρωσική λογοτεχνία αποτέλεσε μια τεράστια και αξιόπιστη πηγή έμπνευσης για τον Γιάνατσεκ, αν και είχε επίγνωση των προβλημάτων της ρωσικής κοινωνίας. Έγραψε το πρώτο του έργο βασισμένο σε ρωσικό σε ηλικία 22 ετών, ένα μελόδραμα, το Θάνατο, βασισμένο σε ποίημα του Μιχαήλ Λέρμοντοφ. Η ραψωδία Τάρας Μπούλμπα (1918) αναφέρεται στη σύντομη ιστορία του Νικολάι Γκόγκολ. Δύο από τις τελευταίες του όπερες ήταν βασισμένες σε ρωσικά θέματα, η Κάτια Καμπάνοβα (1921) και το τελευταίο έργο του, από το σπίτι των νεκρών, όπου μετέτρεψε το όραμα του Ντοστογιέφσκι για τον κόσμο σε δράμα.




O Λέος Γιάνατσεκ (Leoš Janáček, 3 Ιουλίου 1854 – 12 Αυγούστου 1928) ήταν Τσέχος συνθέτης, θεωρητικός της μουσικής, λαογράφος και δάσκαλος. Εμπνεύστηκε από τη μοραβική και σλαβική παραδοσιακή μουσική και δημιούργησε ένα νέο πρωτότυπο και σύγχρονο μουσικό ρυθμό. Μέχρι το 1895, αφιερώθηκε στην λαογραφική έρευνα και τα πρώτα του μουσικά έργα ήταν επηρεασμένα από σύγχρονούς του συνθέτες όπως ο Αντονίν Ντβόρζακ.  Τα επόμενα, πιο ώριμα έργα του, ενσωματώνουν τις προηγούμενες μελέτες του στην παραδοσιακή μουσική, με αποτέλεσμα τη δημιουργία πρωτότυπης σύνθεσης, η οποία γίνεται πρώτη φορά αντιληπτή στην όπερα Γιένουφα, η οποία παρουσιάστηκε για πρώτη φορά το 1904 στο Μπρνο. Η επιτυχία της Γένουφα στη Πράγα το 1916 έδωσε τον Γιάνατσεκ πρόσβαση στις μεγαλύτερες σκηνές όπερας ανά την υφήλιο. Η ύστερη δουλειά του Γιάνατσεκ είναι η πιο αναγνωρισμένη. Αυτή περιλαμβάνει τις όπερες Κάτια Καμπάνοβα, Sinfonietta, Η πονηρή αλεπουδίτσα, γλαγολιτική λειτουργία, Υπόθεση Μακρόπουλος κ.ά. Μαζί με τον Αντονίν Ντβόρζακ και τον Μπέντριχ Σμέτανα, θεωρείται από τους σημαντικότερους Τσέχους συνθέτες.



Η ένταξη του φυσιολογικού τσεχικού λόγου (μοραβική διάλεκτος) δημιούργησε τις πολύ ιδιαίτερες φωνητικές μελωδίες στην όπερα Γιένουφα (1904), της οποία η επιτυχία ήταν το σημείο καμπής της καριέρας του. 

Στη Γιένουφα, ο Γιάνατσεκ ανέπτυξε και εφάρμοσε στην ιδέα των μελωδικών ομιλιών, ώστε να δημιουργήσει μοναδικό μουσικό και δραματικό στιλ το οποίο ήταν ανεξάρτητο από τη βαγκνερική δραματική μέθοδο. Μελέτησε τις περιστάσεις όπου οι μελωδικές ομιλίες άλλαζαν, τη ψυχολογία και το ταμπεραμέντο των ομιλητών και τη συνοχή μέσα στο λόγο, τα οποία όλα βοήθησαν να αποδώσει τους δραματικά αληθινούς ρόλους στις ώριμες όπερές του, και έγινε το πιο χαρακτηριστικό στοιχείο των έργων του. Ο Γιάνατσεκ χρησιμοποίησε αυτές τις αρχές πολύ περισσότερο από ο Μοντέστ Μουσόργκσκι, και έτσι προμηνύει τα ύστερα έργα του Μπέλα Μπάρτοκ. Η βάση των ώριμων έργων του προέρχεται από την περίοδο 1904-1918, αλλά ο Γιάνατσεκ συνέθεσε τα περισσότερα, και πιο γνωστά, έργα του στην τελευταία δεκαετία της ζωής του. Τα περισσότερα έργα του Γιάνατσεκ χαρακτηρίζονται από την πρωτοτυπία και μοναδικότητά τους. Χρησιμοποιεί εκτεταμένη άποψη της τονικότητας, χρησιμοποιεί ανορθόδοξα διαστήματα χορδών και δομές και συχνά τυπικότητα. Επίσης, χρησιμοποιεί συνοδά μοτίβα και μορφές τα οποία αποκαλούσε στσάσοβσκα στο θεωρητικό έργο του. Η χρήση επαναλαμβανόμενων μοτίβων προσομοιάζει ελαφρώς τους μινιμαλιστές συνθέτες.
Η μόνη σωζόμενη σελίδα από το χειρόγραφο της όπερας Γιένουφα


                        Jenůfa "Ópera"






Τετάρτη 6 Δεκεμβρίου 2017

"ΛΥΟΜΕΝΟΙ" του ΈΚΤΟΡΑ ΠΑΝΤΑΖΗ


 Eva Antonini


Χείλη είναι πικρά, είναι υποψιασμένα, είναι από πηλό, είναι η χρώση θανατερή.



Βυζαίνω με θυμό που έγινε τρυφερότητα , θυμικός ο εαυτός στη συνεύρεση κάμπτεται δοτικά, η λατρεμένη πλευρά τρέπει εγκάρδιο το πάθος.
Γοερή γητεμένη αναβλύζει θερμή, τήκεται η ψυχή, μαζί η αλγηδόνα.
Δίνεται όλο σε τρυγητό σαν δικό σου ένα, σαν κανένα, ξαναστήνεται σκήνωμα ηδονής.
Κορμιά χωρίς ακτή όλο νερό και άνεμος Ακταίονα Ακταίονα βαθιά στο δάσος

*
Διαμαρτυρία και πόνος γιατί ο χρόνος τον αιφνιδιάζει κάνει την ηδονή εφήμερο σκεύος, μπήκαμε σε μια εποχή χρόνου, αγωνία του χρόνου, στην αυτονομία του όμως δένεται με το πνεύμα -στον αυτονομημένο χρόνο ποια μορφή παίρνει ο χώρος;
Πώς είναι ο χώρος στον απομονωμένο χρόνο; Ο χώρος σήμερα του αυτονομημένου χρόνου είναι χώρος επικοινωνίας, είναι η επικοινωνία των ανθρώπων, ενότητα πέρα από το φυσικό πεδίο που ενώνει μόνο πράγματα.
Η κρίση είναι το τέλος της μετανεωτερικότητας, τώρα θα περάσουμε στη στιγμή που θα θεσπιστούν ηθικοί έλεγχοι, θα χρειαστεί να μπει μια άλλη τάξη, θα γίνει κόσμος, το εύτακτο που θα λυτρώσει την ζητουμένη ψυχή από το υλικό δέσιμο που βιώνεται ως πτώση και έλλειψη νοήματος αξιών σημασιών. Αν δεν σε υπολογίζω πώς να σε αγαπήσω; Στο χώρο που έγινε επικοινωνία, που βιώνουμε επικοινωνία απέραντη, εκεί ο χρόνος μάς χαρίζεται όλος, εκεί υπάρχει η ψυχή, και επειδή το προαισθανόμαστε παθαίνουμε αυτό που περιέγραφε ο Πλάτων, εκείνο τον πτερυγισμό στην αντίκρυση του πελάγους της ομορφιάς, μόνο που τώρα, με το χρόνο ατομικό, ελεύθερο από τα δεσμά του μέσα αιώνα, νιώθεται κατάκαρδα στον αέρα που αναπνέουμε. Το όριο τώρα τρέπεται και γίνεται, από περιορισμός που ήταν, δυνατότης, γίνεται ένα μετά, εκεί παίζεται το στοίχημα μιας υπερβάσεως ως εσωτερικής αναγεννήσεως στο πεδίο όπου η επικοινωνία γίνεται επιλογή, ποιότητα σχέσεως, νέο πεδίο ελευθερίας και νέας δικαιοσύνης, εκείνη του ελευθέρου ανθρώπου.

*
Το στοιχείο επικοινωνίας όταν και όπου έχει φιμωθεί γεννά τέρατα. Φτιάχνοντας κόσμο η επικοινωνία ελευθερώνεται και ελευθερώνει. Στα καθεστώτα της ανατολής η αιωνιότητα είναι απόλυτη απολίθωση εκεί έξοδος προς το χρόνο είναι ταξίδι στην ελευθερία. Έτσι βιώνουν τη δύση που σημειωτέον έχει καταθλιπτική υπεροχή για τον ανατολικό άνθρωπο, του οποίου τώρα ο χρόνος διεκδικεί ενέργεια και πηγαίνοντας δυτικά προχωρά στην ελπίδα, μετακινείται,  η ζητιάνα ζητεί (θα το κάνει αυτό κάτι παραπάνω;).Τι θα πετύχει παίζεται. Όμως η μετακίνηση είναι αυτή.

Η μέρα είναι αυτό που μας ημερώνει αυτό που μας ενημερώνει γιατί νύχτες δεν είναι μόνον του έρωτα του οξυδερκέστατου, υπάρχει νύχτα που διασχίζεται με έρωτα σαν ένδυμά μας, αλλά και νύχτα του θεού, της πολιτείας.
( ο καταθλιπτικός χάνει όλο το χρόνο μέσα του, πάσχει το ιδιότυπο στοιχείο του χρόνου, ο χρόνος ο σημερινός είναι ψυχής γέννημα και εκεί θα τον αναζητήσουμε ή να το πούμε αλλιώς θα ζητήσουμε στα πράγματα την ψυχή τους,  στα έργα την ψυχή τους.)

*
Αυτή η σύνθεση είναι απο τα έργα που μιλούν τρυπώνουν στην ψυχή, και τι χρώμα! Όμως ο εικονισμός επιθυμία της επιθυμίας αυτό το συνεχές πλησίασμα είναι ότι πιο βαθύ.
Λύνει τα μάτια από πηλό σε αναζήτηση ψυχής, η αγκαλιά είναι ένας άλλος χρόνος, ξεκόβει απο μοτίβα αιωνιότητας που αφορούσε και αφορά κοινωνίες στατικές και βλέπει στον ατομικευμένο χρόνο, στην ελευθερία του, όπου ζει πάθη και βίο πέρα απο κοινότητα του τελετικού. Είναι όλη αυτή η ελευθέρωση λύσιμο των συμπεριφορών, μια συνεκτικότερη όψη, ο χρόνος έτσι όπως εκτινάσσεται αλλάζει άρδην τα τοπία, δε ριζώνουμε στον τόπο πια αλλά έχουμε χρόνο, δικό μας χρόνο, και εκείνο που δένει με αυτό είναι η ζήτηση απεριόριστης επικοινωνίας.
Θα σου δέσω τα μάτια για να τα λύσω όπως αυτοί εδώ μέσα στο σκοτάδι που τους περιβάλει ανθούν κι ας είναι απο πηλό τα μαντήλια είναι αληθινά.
Από τη στιγμή που μιλάμε ιδρύουμε πραγματικότητα,  αυτό είναι η σχέση αυτό είναι ο νέος χώρος όπου δένει ο χρόνος, η επικοινωνία είναι ο νέος χώρος που στηρίζει το χρόνο, παρέχει ελευθερία δικαιοσύνη εκτείνει τη δημιουργία πλάθει.
Πλάθει χείλη έτοιμα να φιληθούν και εκεί γνωρίζουμε την επιθυμία επιθυμίας, ένταση το πραγματικό μας στήριγμα, κάτι υπερφίαλο έγινε ατομικότητα και έτσι μας ελευθέρωσε απο τα φαντάσματα, όλα αυτά είναι έργο μας έρχεται από παντού και παντού μας πάει. Πάντως η σύνθεση είναι του βάθους. Η ψυχή δίνεται.

Το σημείο είναι πνευματικό. Πνευματικό ορίζω την ανώτερη έννοια του ανθρώπου. Εκεί που οι σημασίες είναι ύψιστες τα νοήματα επίσης. Τη βαθύτερη ουσία.
Στο έργο «λυόμενοι» ως σύνθεση θεωρώ όταν αυτά τίθενται μαζί σε αναβαθμό. Στο απλό τους εκεί όπου ο χρόνος είναι εγκάρσιος, όπου ο εμφύλιος των χειλιών και βέβαια τα χείλη στη γυναίκα έχουν δυο κατευθύνσεις νοερά είναι σταυρός η οριζόντια κεραία του και η κάθετη.

*
Το φιλί χάδι εδώ εκτός από πάθος είναι βάθος, βάθος του είναι η αναγνώριση της επιθυμίας στην επιθυμία του άλλου. Το επιθυμείν καθαυτό δεν το ζητά μέσα, το επιθυμεί στον άλλο. Το άλλο γίνεται η μεταφυσική του. Η ψυχή του. Η μεταφυσική της επιθυμίας θέλει ψυχή, την ψυχή μας όλη στα χείλη, με την ψυχή στα χείλη, δίνεται και ολοκληρώνεται ο μύθος της ψυχής.
Τ’ αχείλι διαβάζει απτικά, του λαιμού τα ευαίσθητα, της επιδερμίδας τα βάθη, το πιο βαθύ του σώματος. Ο χρόνος κυλάει μέσα σαν γλύκα στο λαιμό επειδή το φιλί έχει δύναμη γεννητική, δύναμη φύλου αναγεννητική. Το πιο απτικό μας σημείο, τα χείλη, που νιώθουν τη λεπτή πνοή το λόγο τη σημασία την άρθρωση, που νιώθουν θα λέγαμε χωρίς να κάνουμε λάθος τον κόσμο νόημα επειδή μπορούν και να μισήσουν και να τραγουδήσουν – ποίηση ψάλλει των χειλιών.
Και να τώρα η πτήση έρως αιώρηση χορός στο σώμα χορός στα χείλη, το λιμνάζον αίσθημα τίναξε στα τέσσερα σημεία, εξόδιος στους ουρανούς γαλάζιο κόκκινο πνευμάτωση-πλήρες έν

Κι επειδή το πρόλαβα το συμπέρασμα με βρήκε

*
Και πάλι χείλη στο μηδέν. Ο έρως τέρπεται τρέπεται επί το πολύ πέλαγος όπου ασυγκράτητη η ψυχή διψά δίψα, ως εικόνα εικονίζει το άτρεπτο επιθυμείν -τότε η απόγνωση είναι σε άτακτη φυγή.
Όταν είσαι μέσα στο μάτι του κυκλώνα, κυκλώνα δε νιώθεις, στο τρίτο κύμα λένε του έρωτα είναι η κόκκινη πλημμύρα. Μα ο έρωτας δεν πνίγει, αποκαλύπτει το άλλο σε βάθος, μετά την καταιγίδα όλα είναι καθαρά σαν κατάμαυρο μάτι φωτεινό.

«άγριο κυανό αιθρίας πορφυρό βαθύ δοξαστικό πράσινο χλωρό δημοχαρές πορτοκαλί ωχρό ευφρόσυνο»

Ένα κοχύλι βγήκε από το βυθό της θάλασσας
ανυψώνει Αφροδίτη της Μήλου και κάτι ακόμα.
Δεν έχει χέρια για ν αγκαλιάσει.
Έχει φως.
Φως που αναβλύζει από στήθια, καταιγισμικές καμπύλες
Πρόσωπο που. Φωτίζει.

μια χούφτα βρόχινο νερό για δίψα δίψα

Μια φλούδα κίτρινο στο μαύρο μέλι

*
κάζα την κάζα
να γυρνάς εγώ να μεθώ
σαν βλέπω να τρυγάς ανθό της μέρας
γύρη σκορπάς την ομορφιά σου γύρω
σφυρίγματα μαζεύεις στα στενά
τη μουσική τους κάνεις να νιώθεται
στιγμές σου ανάσες
Βαγδάτη η καρδιά βομπαρδισμένη

– οι μεταφορές λυγάνε τον κόσμο, είναι χάδια
το λίγο του κόσμου αυτό το πολύ η ηδονή του τίποτε
γυμνή και πέρα απ το γυμνό το λίγο του κόσμου αυτό το πολύ
η ηδονή του τίποτε κόρφος που αναπνέει
σκόνη στα μάτια χρυσή σαν από μέλι που γεννά τ αχείλι σου
Στα μάτια σου λάμπουν φεγγάρια δυο με φόντο αστερισμούς
ξυπνάς το κάλλος τέρπεται καρδιά τέρπεται νους
είσαι η νύχτα απαράμιλλα ίδια με τυλίγεις στο κρυφό σου
δεν είμαι όποιος κι όποιος είμαι όπιο είσαι το όπιό μου
διψομανής σε πίνω λάβα μου Βεατρίκη άσπρο κλωνάρι ομορφιάς

Αμυγδαλόσχημα μάτια. Για ποιόν η πράσινη πάχνη τους;
Στον Κωκυττό κάτω από τις ιτιές
σφάξαμε καρπούζι
κοκκίνισε η μέρα
Αμυγδαλόσχημα μάτια. Για ποιόν η πράσινη πάχνη τους;

Στο δέλτα σου όλα είναι κόσμος
κόσμος στην ένωση μηρών στο λ σου όπου ο βωμός
όπου λατρεία ασκώ σε καθρεφτίζει εδώ
Τα ματόφυλλά σου θρησκεία, είσαι εδώ να σε ποθώ
θα σε ανέβω από τη συμβολή στα ανάρπαστα φύλα σου
θα σε ξεφυλλίσω σαν να σε διαβάζω μέχρι να φτάσω
στα καρδιόφυλλα και τ άλλα φύλλα

θα πέσω στο στόμα σου με δίψα
Μα τις δώδεκα φάσεις της Εκάτης στα τρίστρατα.
Κι εκεί να σου ‘δινα καυτά βαθιά μαύρα φιλιά
στο βαθύ πάθος
Γυμνό σκοτάδι, ωκεάνια λαχτάρα
μόλις ανάψουν οι φωτιές σε περιμένω



*
Ένα χαδάκι το θέλεις αιλουροειδές μου
προηγείται η κατανόηση βασισμένη σε ανάλυση, όλο το περίγραμμα τα δεδομένα οι δυνάμεις οι βουλήσεις, θέση προβλήματος συντελεστές και εμείς
ποιοι τι γιατί
αν μας δίνουν δέκα ώρες να κόψουμε ένα δέντρο, τις έξι να τις δώσουμε στο τρόχισμα του τσεκουριού
τσεκούρι είναι η σκέψη απ ότι καταλαβαίνεις στην τέχνη της πολιτικής
όλες οι πολιτικές δυνάμεις είναι ισοπεδωμένες αυτή τη στιγμή, εγκλωβισμένοι οι πάντες σε ιδεολογικές αγκύλες, η δαγκάνα του ακατανόητου έχει περισφίξει τα μυαλά
είμαστε στον πάτο της κρίσης με υπαιτίους εμάς
Αναμόρφωση μας χρειάζεται Νέο Σύνταγμα. Πώς όμως; Και αλλαγή βαθιά στα μυαλά
Πρώτα η κατεδάφιση των ιδεολογιών που τυφλώνουν δεκαετίες τώρα τον έλληνα
Το έκνομο έχει θρονιαστεί για τα καλά παντού
καβουρδίζουμε αέρα, ας αρχίσουμε να τρώμε

χείλη πικρά χείλη πιπέρι
είμαι κοντά σου τώρα
με διάθεση άφατου μυστήριου

*
Η γλώσσα θέλει να επισκεφτεί εκφραστικά το τοπίο της γέννησης ανάμεσα εκεί στη συμβολή του φοβερού, να βρει λόγια να το μιλήσει, ώρα που ηβαίο τρέμει καθώς αναδεύει σφοδρά σώμα ηδονής.

Και τώρα που γυρνώ στο φως σου πάλι νιώθω να με καλούν δικά σου κάλλη.
Μαύρο είναι το ποτάμι που διαβαίνει απ τα μάτια σου μαυρομάτα.
Και πως να μην πνιγώ σκοτείνιασαν τα μάτια μου.

Έλα τριανταφυλλιά μου με τριανταριές γιρλάντα τα φιλιά
λιμάνι μου θεϊκή λουομένη την αγκαλιά μου λυμένη

Να προταθούν ίσως δεν αρκεί αλλά να προταθούν, γίνονται απόβλεψη. Σαν χάρτης πορείας. Δεν ταξιδεύουμε μέσα στο χάρτη, αλλά και χωρίς του δεν ταξιδεύουμε

τώρα σε φιλώ σαν πρώτα τώρα σε φιλώ στης μουσικής τη ρότα

φιλιά στο δασύ σου μυστήριο από νύχτα βαθιά


*

Θριαμβική γύμνια, νεοξεφλουδισμένο χλωρό κλαδάκι, φρικίαση, ανασαίνοντας αρμύρα, διχαλωτό, αγριεμένη θερμή φύση
βραχνό σκοτεινό αεράκι παίρνω θραύσμα αγγείου σαν νύχι Ταναγραίας κάνω περιγράμματα στο βυθό του χρόνου χρώμα αγλάισμα φως το κάλλος ανεμίζει γραμμή για το φως πουλιά

Μες στο πολύ του κόσμου νιώθεται με έμφαση η μηδαμινότης και νιώθεται με ένταση αυτό ως πληρότης, σε γεμίζει τότε η ψυχή του κόσμου το πολυδύναμο μυστήριο και τρέμουν τ αστέρια
Τι έγινε που πήγε το φως;
Κόπηκε το πικρό φεγγάρι. Φέγγουν τα μάτια άκρα Ταίναρα.
Οι βλεφαρίδες στάζουν φως. Είναι τα χείλη μες στο μέλι.
Α .Ναι .Ξέρω. Όλες οι μέρες θέλουν χάδι.
Δεν έχει σημασία.
Αν και θα εστίαζα στη σπονδυλική στήλη ψηλά στους σπόνδυλους κόμπους σαν των μαλλιών το πλεγμένο .Όλες οι παρορμήσεις λύνονται εκεί ψηλά όπως μαλλιά στον άνεμο
*
Το σοφότερο είναι ο χρόνος διότι πάντα δι’ αυτού ανευρίσκονται. (Θαλής).

http://www.eva-antonini.com