Κυριακή 3 Ιανουαρίου 2016

Μαρίνα Τσβετάγεβα (Marina Tsvetaeva 1892-1941), μικρό αφιέρωμα




Μαρίνα Τσβετάγεβα (Мари́на Цвета́ева 1892-1941)
Προλεγόμενα
Φοβόμαστε ότι η λέξη «μεγάλη ποιήτρια» δεν επαρκεί για τη Μαρίνα Τσβετάγιεβα, την ευαίσθητη, κορυφαία και ανεπανάληπτη μορφή της ποίησης του 20ού αιώνα. Η ατυχίας της ήταν να γεννηθεί και να βρεθεί στη δύνη γεγονότων που δεν επέτρεψαν σε τούτο το ελεύθερο μυαλό να ξετυλιχτεί όπως θα ήθελε, γεγονότα που αντίθετα έθρεψαν τη στενοκεφαλιά στραγγαλίζοντας την ελευθερία της έκφρασης προοδευτικών και πνευματικών ανθρώπων. Η απομόνωσή της από το νεοεγκαταστημένο καθεστώς, το κυνήγι που της έγινε (δεν είναι τυχαίο που μετά το 1917 δεν κυκλοφόρησε κανένα έργο της στη Ρωσία, αν και η ίδια ποτέ δε σταμάτησε να γράφει), το τραγικό τέλος της εξάλλου επιβεβαιώνει τα λεγόμενά μας. Η ίδια δε δίστασε να ονομάσει αυτό το καθεστώς "θλιβερή παρένθεση" της Ρωσίας. Οι κοντόθωροι γραφειοκράτες του όμως που κρατούσαν μαζί με τον Στάλιν τα ινία της χώρας, και ήξεραν, και μπορούσαν να συνθλίβουν όσους δεν συμφωνούν μαζί τους. Έτσι ο σύζυγός της Σεργκέι Εφρόν θα εκτελεστεί ως προδότης, η κόρη της θα κλειστεί φυλακή με την ίδια κατηγορία, και, η Μαρίνα, θα βρεθεί στην εξορία μαζί(ευτυχώς) με το γιό της. Έτσι αντιμετώπισε η προλεταριακή δικτατορία του λαού, ένα ελεύθερο πνεύμα, μια από τις μεγαλύτερες -αν όχι την μεγαλύτερη- ποιήτρια της Ρωσίας.
Τώρα πλέον η ίδια η Ιστορία δικαιώνει τη Μαρία Τσβετάγιεβα αφού τα λόγια της αποδείχτηκαν προφητικά. Η ίδια δε θα διστάσει να βροντοφωνίσει την οικουμενικότητά της «Δεν είμαι Ρωσίδα ποιήτρια και πάντοτε με εκπλήσσει ότι με θεωρούν Ρωσίδα και με αντιμετωπίζουν κάτω από αυτό το φως», αν και ο Άγγλος κριτικός John Bayley το 1980 θα τη χαρακτηρίσει «πιο Ρωσίδα από τους Ρώσους ποιητές». Η ίδια όμως σε επιστολή της στον Ρίλκε θα πει:
«Γίνεται κανείς ποιητής (αν ήταν ποτέ δυνατό να γίνει κανείς ποιητής, αφού αυτό είναι, πριν από όλα τα άλλα) για να αποφύγει το χαρακτηρισμό Γάλλος, Ρώσος κλπ., προκειμένου να είναι τα πάντα».
Να σημειώσουμε ότι το 1992, γιορτάστηκαν σε όλο τον κόσμο τα 100 χρόνια από τη γέννησή της.



Μαρίνα Τσβετάγεβα, μια γνωριμία
Έτσι, πάνω στο παιχνίδι σας – ογκώδης
(Ανάμεσα σε πτώματα – και – κούκλες!)
Δεν δοκιμάστηκε, δεν αγοράστηκε
Φλεγόμενη και χορεύουσα -

Εξάφτερη, ιριδίζουσα,
Ανάμεσα σε επινοήσεις – ποταπότητες – αληθηνή,
Δεν πνίγηκε από τα χαιρετιστήρια σαλπίσματά σας
Η ψυ-χή!
«Η ψυχή», 10 Φεβρουαρίου 1923, από τη συλλογή, Μετά τη Ρωσία
Η Μαρίνα Ιβάνοβνα Τσβετάγεβα ή Τσβετάγιεβα (Мари́на Ива́новна Цвета́ева) (26 Σεπτεμβρίου (με το παλαιό ημερολόγιο)/8 Οκτωβρίου 1892, Μόσχα - 31 Αυγούστου 1941, Γελαμπούγκα (Ταταρστάν), είναι γνωστή ως μια από τις μεγαλύτερες ρωσίδες ποιήτριες του εικοστού αιώνα. Η ίδια άρχισε να αποκαλεί τον εαυτό της ποιητή από πολύ μικρή ηλικία και διατηρήσετε ον τίτλο σε όλη της τη ζωή. Τα πεζογραφήματά της (αυτοβιογραφικά διηγήματα, κριτικά δοκίμια, αναμνήσεις, ημερολόγια) –παρ’ όλο που πάντα τα θεωρούσε πάρεργο και δεύτερης κατηγορίας γραπτά- είναι κείμενα σφραγισμένα από τον ποιητικό της λόγο.
  Σχεδόν όπως όλες οι γυναίκες της τάξης και της γενιάς της, η Μαρίνα Ιβάνοβνα ανέπτυξε από πολύ μικρή ηλικία (περίπου μόλις έμαθε να γράφει) τη συνήθεια να καταγράφει καθημερινά τα γεγονότα της ζωής της, τις εντυπώσεις και τις σκέψεις της:να γράφει ημερολόγιο. Ήταν η καθημερινή άσκηση όξυνσης του ποιητικού της βλέμματος και η συλλογή υλικού των έργων της. Για την ποιήτρια «οι στίχοι (της) είναι ημερολόγιο», καθώς γράφει στον πρόλογο της τρίτης συλλογής της Από δύο βιβλία, και συνεχίζει:«Γράψτε, γράψτε κι άλλο! Αποθανατίστε κάθε στιγμή, κάθε κίνηση, κάθε στεναγμό! Όχι μόνο την κίνηση – και το σχήμα του χεριού που το έκανε· όχι μόνο το στεναγμό – και το περίγραμμα των χειλιών απ’ όπου πέταξε, ελαφρύς. Μην υποτιμάτε το εξωτερικό. Το χρώμα των ματιών σας είναι εξίσου σημαντικό με την έκφρασή τους…»
Το βιβλίο της Γήινα σημεία αποτελείται στο μεγαλύτερο μέρος του ακριβώς από επεξεργασμένα αποσπάσματα του ημερολογίου της και σημειώσεις ή όπως η ίδια το περιγράφει (σε γράμμα της στον Ρομάν Γκουλ στις 17 Φεβρουαρίου 19320, είναι «ένα βιβλίο σημειώσεων (η καθημερινότητα, οι σκέψεις, οι συζητήσεις, τα όνειρα, η Μόσχα στην Επανάσταση, είναι ένα χρονικό της ψυχής μου)… κι όλη μου η ουσίας». Το σχεδίασε και το ετοίμασε για έκδοση το 1922 (όντας πια στην εξορία). Η τύχη του ωστόσο ήταν διαφορετική: ποτέ δεν εκδόθηκε στην ολοκληρωμένη μορφή του όσο ζούσε η συγγραφέας του. Κεφάλαιά του δημοσιεύτηκαν ξεχωριστά σε περιοδικά και εφημερίδες της εμιγκράτσιας στο Βερολίνο, το Παρίσι, τις Βρυξέλλες. Η αντίδραση των ρώσων εμιγκρέδων πολιτικών επικεντρώνεται στο ότι «το βιβλίο είναι έξω από κάθε πολιτική». Για ευνόητους λόγους δεν μπορεί να εκδοθεί στη Σοβιετική Ένωση.
Σίγουρα το βιβλίο δεν κάνει πολιτική με την στενή ή την ευρύτερη έννοια της λέξης. Και επειδή η Τσβετάγεβα σ’ όλη της τη ζωή αντιπαθούσε βαθύτατα την πολιτική και τους πολιτικούς. Ωστόσο, θα μπορούσαμε να το χαρακτηρίσουμε και πολιτικό. Τόσο πολιτικό όσο πολιτική είναι μια μαρτυρία. Γιατί είναι κατ’ εξοχήν βιβλίο-μαρτυρία. Η ίδια σχολιάζοντας τη θέση των εκδοτών γράφει ότι: «εμπεριέχει μια αλήθεια παθιασμένη και μεροληπτική – αλήθεια του ψύχους, της πείνας, του θυμού, αλήθεια αυτής της εποχής!». Μια αλήθεια προσωπική, της ψυχής του ποιητή απέναντι στην Ιστορία, απέναντι στην αγωνία μιας εποχής, στην έκπτωση των ανθρωπίνων σχέσεων και αξιών, στην πείνα και τον τρόμο του θανάτου (από ασιτία ή εκτέλεση), απέναντι στα σημεία και τα τέρατα μιας εποχής.
Πίσω από τα επεισόδια που περιγράφονται γυμνά, σχεδόν σχηματικά, διακρίνεται γυμνή και η ψυχή μας, που προσπαθεί να κρατηθεί όρθια, ν’ αντισταθεί στην έκπτωση και την αγωνία, να στοχαστεί για τον έρωτα και την ευγνωμοσύνη, να γυρέψει ευτυχισμένες εικόνες του παρελθόντος, να φανταστεί ένα μέλλον διαφορετικό, να διατηρήσει το χιούμορ του –σαρκαστικό και πικρό πολλές φορές- και την ευαισθησία της.

Η Μαρίνα Τσβετάγιεβα, με το γιο της Μουρ στα τέλη της δεκαετίας του '30 στη Γαλλία

ΠΟΙΗΤΕΣ
Ο ποιητής – από μακριά οδηγεί το λόγο
Τον ποιητή – από μακριά οδηγεί ο λόγος
 
Με πλάνητες, με σημεία, με πλαγιές
Παραβολές αυλακιών… Μεταξύ ν α ι και ό χ ι
Ακόμη και χειρονομώντας απ’ το καμπαναριό
Τον ελιγμό κοροϊδεύει… Επειδή ο δρόμος των πλανητών-

Των ποιητών ο δρόμος. Σκορπισμένοι κρίκοι
Της αιτιότητας – αυτός είναι ο δεσμός μου! Ψηλά το μέτωπο –
Απελπιστείτε! Τις εκλείψεις των ποιητών
Δεν τις προβλέπει το ημερολόγιο.
 
Είναι αυτός που ανακατεύει τα χαρτιά,
Ξεγελάει το ζύγι και τον λογαριασμό,
Είναι αυτός που ρ ω τ α ε ι το θρανίο,
Που τον Καντ στο κεφάλι χτυπά,
 
Που στο πέτρινο φέρετρο της Βαστίλλης
Σαν δέντρο στην ομορφιά του.
Που τα ίχνη του – για πάντα εξαφανίστηκαν
Αυτή η πορεία, όπου όλοι
Αργούν…
-Επειδή ο δρόμος των κομητών
Των ποιητών δρόμος: καιόμενος, αλλά μη θερμαινόμενος,
Μαδημένος, αλλά ακαλλιέργητος – έκρηξη και διάρρηξη –
Η οδός σου, με χαίτη καμπυλωτή,
Μη προβλεπόμενη από το ημερολόγιο!
8 Απριλίου 1923
Σκορπισμένοι κρίκοι της αιτιότητας και πλάγιες παραβολές αυλακιών και πλανήτες. Μόνη της η Μαρίνα Τβετάγιεβα δίνει με τις τρεις αυτές μεταφορές (πως αλλιώς θα μπορούσε μια μεγάλη ποιήτρια) την εικόνα του λόγου της. Αυτού του λόγου που σόκαρε. Όχι τον μέσο αναγνώστη ή τον λαϊκό άνθρωπο, γιατί βρίσκεται πολύ κοντά στην καθημερινή του έκφραση, την τόσο συχνά ελλειπτική. Αλλά τον φιλόλογο και τον γραμματικό, γιατί ανατρέπει κάθε είδους ευπρεπισμό ή καλλωπισμό, κάθε τυπικό σύνταξης. Κατηγορήθηκε για ατελή μορφή και ατελή εκφραστικά μέσα. Πίσω από κάθε αταξία της όμως, δεν κρύβεται ούτε άγνοια ούτε αδυναμία να κυριαρχήσει το υλικό της. Όλες οι ιδιαιτερότητες (ή παραδοξότητες) της γραφής της (όπως είναι η ανατροπή των κανόνων στίξης, η πληθώρα παύλας και διπλής τελείας, οι επαναλήψεις, η απουσία ρήματος και η εμμονή στο ουσιαστικό), αφορούν στην προσπάθειά της ν’ αποδώσει τον ειρμό της σκέψης της, τη σκέψη όπως πρωτοεμφανίζεται, ανεπεξέργαστη. Καθώς στόχος της είναι ν’ αποτυπώσει την ιδέα με την ίδια ταχύτητα και την ίδια οικονομία με την οποία εμφανίζεται και προχωρεί, την καταγράφει συχνά με σκιές, σαν μια θολή φωτογραφία. Με νύξεις ελλειπείς προτάσεις. Και ταυτόχρονα η τεχνική αυτή γίνεται μια διαδικασία μύησης στη στιγμή της δημιουργίας.
Παράλληλα προσπαθεί ν’ αποδώσει το ρυθμό τη μουσική που κάθε φορά ακούει μαζί με τη σκέψη ή την ιδέα. Κόρη μιας σπουδαίας πιανίστριας και με βαθιά και πλούσια μουσική παιδεία η ίδια, η Μαρίνα Τσβατάγεβα τις περισσότερες φορές ακούει πρώτα τη μουσική φράση, το ρυθμό, κι έπειτα τις λέξεις. Έτσι, κάθε φορά οι λέξεις ντύνουν το ρυθμό. Η παύλα, για παράδειγμα, που τόσο συχνά εμφανίζεται όχι μόνο στα Γήινα σημεία αλλά και σε όλο της το έργο, δεν λειτουργεί μόνο ως ενωτικό σημείο των δύο μερών ή ως βοηθητικό στοιχείο ανάδειξης της λέξης που την ακολουθεί, αλλά σχεδόν πάντα και ως παύση, ως μουσικός χρόνος.
Συχνά αντιμετωπίζουμε αφοριστικό τόνο ή και αφορισμούς, καθώς και σκέψεις που μοιάζουν με «πανοπλίες από πάγο». Δεν είναι απλώς επιλογή ύφους και κυρίως δεν είναι απόπειρα επιβολής των αντιλήψεών της. Είναι και πάλι η ψυχή της γυμνή. Είναι ο ίδιος της ο εαυτός. Έτσι υπήρξε πάντα με τους ανθρώπους και τις ιδεολογίες. Ασυμβίβαστη, ευθεία, ανεπιτήδευτη, ξεκάθαρη. Πίσω από την πανοπλία βρίσκεται η γυναίκα, η ποιήτρια που αναζητά το ουσιαστικό, που διψά για αυθεντικές ανθρώπινες σχέσεις, με τον δικό της απόλυτο τρόπο. Έτσι, οι φράσεις της, χωρίς να αποσκοπούν ποτέ σε διδαχή, γίνονται ένα μάθημα ουσιαστικής ζωής, μια πνοή αυθεντικής ζωής σε μια δύσκολη και πονηρή εποχή. Πνοή που. Ωστόσο, εξακολουθεί πάντα να είναι επίκαιρη, γιατί αφορά ακεραιότητα της συνείδησης και του Είναι, την αναγκαιότητα μιας (προσωπικής) ηθικής.
Πολύ συχνά στο κείμενο παρουσιάζονται λέξεις, φράσεις, στίχοι από τα γαλλικά ή τα γερμανικά. Δεν είναι επιτήδευση και αυταρέσκεια. Καταρχήν οποιοσδήποτε ρώσος της τάξης της γνώριζε και τις δύο γλώσσες από την τρυφερή παιδική ηλικία. Δεύτερον, η γερμανικής καταγωγής μητέρα της έμαθε στα παιδιά τα γερμανικά παράλληλα με τα ρώσικα. Τρίτον, η Μαρίνα αγάπησε από πολύ μικρή τη γαλλική λογοτεχνία και, καθώς ήταν ένα τελειομανές παιδί, τελειοποίησε και βάθυνε τις γνώσεις της στη συγκεκριμένη γλώσσα, στην οποία έγραψε κάποια από τα πεζά της έργα. Η δε μετάφραση του ποιήματος-παραμυθιού της Το παλληκάρι στα γαλλικά από την ίδια μπορεί να θεωρηθεί ένα από τα μεγάλα έργα της γαλλικής ποίησης. Είναι απολύτως τρίγλωση κι αυτό δεν θα μπορούσε παρά να αποτυπωθεί και στο έργο της, και για τον πρόσθετο λόγο ότι στο έργο της αποτυπώνει ολόκληρο τον εαυτό της. Αυτό δεν την εμπόδισε, όμως, ούτε στο ελάχιστο να χρησιμοποιήσει τα ρώσικα με ευλυγισία και φαντασία, τόσο ώστε να θεωρείται μια από τις λίγες γλωσσοπλάστριες ποιήτριες. Αντλεί, κατά την παράδοση του Πούσκιν, το λεξιλόγιό της κυρίως από τον πλούτο της λαϊκής προφορικής παράδοσης –παραμύθια, μπιλίνες, λαϊκά τραγούδια, παροιμίες, καθημερινή ομιλία-, αλλά και από τα σλαβονικά της εκκλησίας (παρ’ όλο που υπήρξε άθεη) και από τη ρωσική μεγάλη ποιητική παράδοση (Πούσκιν και Χρυσός Αιώνας της ρώσικης ποίησης). Στο όνομα του δεσμού της μ’ αυτή την παράδοση, αλλά και ως αντίδραση στην επιβολή νέας τάξης πραγμάτων από αυτό που η ίδια αποκαλεί «σοβιετική φάρσα», απορρέει και η εμμονή της να γράφει με την παλιά ορθογραφία κάτι που με τη μετάφραση δεν μπορεί να (από)δοθεί στα ελληνικά.
Ακόμη ίσως εκπλήσσει ο τεμαχισμός των κειμένων. Με τις γραμμές να τον προβάλουν ακόμη εντονότερα. Είναι αφενός η παρουσία του ημερολογίου, ενός γραπτού που παρακολουθεί τον τεμαχισμό του ημερολογιακού χρόνου σε ώρες και εικοσιτετράωρα, αφετέρου η αναβίωση της «γραμμής» των πρώτων κειμένων των γερμανών ρομαντικών, που ήταν από τις μεγάλες αγάπες της Μαρίνας. Κι ανάμεσα στις γραμμές η προσπάθεια αποτύπωσης μιας πρόζας «αυθόρμητης» ή φυσικής, πριν τη λογοτεχνία.
Μιας πρόζας που στρέφεται απευθείας στον αναγνώστη της, τον ανάγει σε συνομιλητή, τον προκαλεί να συζητήσει μαζί της, να της απαντήσει, να συμπληρώσει ή να αναιρέσει τα κενά, να μιλήσει κι ο ίδιος με τους στίχους της, με μια λέξη να συνδιαλλαγεί μαζί της. Μιας πρόζας τόσο ζωντανής που, όπως κι όλο το ποιητικό της έργο, απαιτεί από μας να είμαστε ενεργά –και εναργή- υποκείμενα απέναντί της και όχι παθητικοί δέκτες.
Και μόνο ως ενεργά υποκείμενα θα μπορούσαμε να διεισδύσουμε στην καρδιά του έργου της, ενός έργου τόσο δύσκολου και πολυσήμαντου όσο και τα λαϊκά παραμύθια και οι παροιμίες, όσο και ο Αργυρός Αιώνας της ρώσικης ποίησης με τα πολυποίκιλα ρεύματά του (συμβολισμός, παρακμιακοί, ακμεϊσμός, φουτουρισμός), απ’ όπου αντλεί φόρμες και ιδέες, χωρίς ωστόσο να εντάσσεται σε κανένα. Γιατί είναι ένα έργο «μοντέρνο», όπως η ίδια το χαρακτηρίζει στο δοκίμιό της Ο ποιητής και ο χρόνος, εννοώντας ότι είναι παιδί του αιώνα του, παιδί που ακούει στις προσταγές του αιώνα όχι μόνο για να τις αποτυπώσει, αλλά και να τις δει κριτικά και να τις αλλάξει κατά τις προσταγές της συνείδησής του.
ΑΙΩΝΑΣ
Αιώνα μου, θηρίο μου ποιος θα τα καταφέρει
Να κοιτάξει στις κόρες των ματιών σου
Και με το αίμα του να κολλήσει
Δύο εκατονταετιών σπονδύλους;
…………………………
Πάλι για θυσία, σαν αρνάκι,
Τα βρεγματικά της ζωής έφεραν.
…………………………
Λικνίζει ο αιώνας το κύμα
Με την ανθρώπινη αγωνία,
Και στο χορτάρι ανασαίνει η οχιά
…………………………
Αλλά σπασμένοι οι σπόνδυλοί σου,
Εξαίρετε θλιμμένε μου αιώνα.
Και με ανόητα χαμόγελο
Πίσω κοιτάζεις, βάναυσος και αδύναμος
Ίδιος θηρίο, κάποτε ευλύγιστο,
Τα ίδια ίχνη των ποδιών του.
Οσίπ Μάντελσταμ, 1923. Μοσχοβίτικα ποιήματα
Παρ’ όλο που ο εσωτερικός κόσμος της διαγράφεται έντονα σ’ όλα τα μέρη των Γήινων σημείων, η Μαρίνα Τβσετάγεβα δεν περιορίζεται μόνο σ’ αυτό. Παράλληλα με το λυρικό τραγούδι τής εξομολόγησης, ακούγονται τα τραγούδια μιας ολόκληρης εποχής. Ανάμεσα στην πολυφωνία και την τετραφωνία, στις εθνικές σχολές μουσικής και στον ρωσικό ψαλμό, ανιστορούνται τα πρώτα χρόνια της Επανάστασης. Ζωντανεύουν οι χαρακτηριστικές φιγούρες του νεόκοπου επαναστάτη, της μισότρελης μεγαλοκοπέλας, της ημιμαθούς διαφωτίστριας, του αγνού επαναστάτη, της πιστής μνήμης του νεκρού αγαπημένου αρραβωνιαστικού, του πονηρού καιροσκόπου, του νεοφώτιστου κομμουνιστή, του επιτήδειου μαυραγορίτη, των πονηρών χωρικών, της προξενήτρας, του φτωχοδιάβολου. Ακτινογραφία της ανθρώπινης ψυχής σε δύσκολους και πονηρούς καιρούς, όταν έχεις να μετρηθείς με τον όλεθρο και τον άνθρωπο. Η ποιήτρια μεταμορφώνεται σε ευαίσθητη εναργή παρατηρήτρια, που με σοφία επιλέγει τους χαρακτήρες της και με ευφυή λιτότητα και αμεσότητα τους περιγράφει μέσα από αποκαλυπτικές και ενδεικτικές λεπτομέρειες. Οι εικόνες, τα επεισόδια, οι χαρακτήρες που παρελαύνουν μπροστά μας παραπέμπουν απευθείας στην μεγάλη παράδοση του 19ου αιώνα (Γκόγκολ, Τσέχωφ, Ντοστογιέφσκι, Τολστόι, Τουργκένιεφ). Πρόσωπα και καταστάσεις της ρωσικής κοινωνίας σε μια συγκεκριμένη ιστορική στιγμή, αλλά εξίσου γνώριμες και σε μας από τη Μικρασιατική καταστροφή και την ανταλλαγή πληθυσμών, απ’ όλη την πρόσφατη ταραγμένη ιστορία μας. Γιατί είναι πρόσωπα και καταστάσεις ταραγμένων και αμφιθυμικών εποχών, σ’ όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης.
Γι’ αυτό ο τίτλος, πολυσήμαντος, μας προκαλεί να τον διαβάσουμε με πολλούς τρόπους. Γήινα σημεία; Σημεία των καιρών; Σημεία και τέρατα; Γήινα όρια; Γήινα σημάδια;…

Πηγή:
Ιωάννα Σαββίδου από τον πρόλογο στο βιβλίο, Γήινα σημεία της Μαρίνα Τβσετάγεβα, εκδόσεις Ηριδανός, Αθήνα, 1993.

                                                   Η Μαρίνα Τσβετάγιεβα με το σύζυγό της Σεργκέι Εφρόν

ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΟ ΜΑΡΙΝΑΣ ΤΣΒΕΤΑΓΙΕΒΑ
1892. (26.09/11/10) Γέννηση της Μαρίνας στη Μόσχα.
Μητέρα της η Μαρία Αλεξάντροβνα Μέιν, εξαίρετη πιανίστρια, μαθήτρια του Άντον Ρουμπινστάιν, γερμανοπολωνικής καταγωγής, δεύτερη γυναίκα του Ιβάν Τσβετάεφ.
Πατέρας της ο Ιβάν Βλαντιμίροβιτς Τσβετάεφ, καθηγητής του Πανεπιστημίου της Μόσχας, ιστορικός τέχνης, ιδρυτής του Μουσείου Καλών Τεχνών της Μόσχας (σημερινού Μουσείου Α. Σ. Πούσκιν).
Άλλα δύο αδέλφια από τον πρώτο του πατέρα της με την Βαρβάρα Ντμίτριεβνα Ιλοβάισκι: ο Αντρέι και η Βαλέρια, με τα οποία ποτέ δεν απέκτησε στενές σχέσεις.
Παιδικά χρόνια στη Μόσχα και στο εξοχικό της οικογένειας στην Ταρούσα, κοντά στον ποταμό Όκα.
Έχει αρχίζει ο Αργυρός Αιώνας της ρώσικης ποίησης. Στη διάρκεια της δεκαετίας γεννιούνται μεγάλοι ποιητές: Μάντελσταμ, Αχμάτοβα, Παστερνάκ.
Θάνατος του τσάρου Αλέξανδρου Γ’. Τον διαδέχεται ο Νικόλαος Β’, ο οποίος θα ξεκινήσει και την εκβιομηχάνιση της χώρας.
1894. Γέννηση της αδελφής της Αναστασία (Άσια), με την οποία διατήρησε στενότατη σχέση ως το γάμο της.
1895. Εμφανίζεται η πρώτη ανθολογία συμβολιστών ποιητών.
1898. Γράφει τα πρώτα της ποιήματα. Παίζει εξαιρετικά πιάνο. Διαβάζει πολύ, όπως και στη διάρκεια όλης της ζωής της και κυρίως της εφηβείας της.
Ιδρύεται το Θέατρο Τέχνης του Στανισλάβσκι.
1902-04. Ταξιδεύει στο εξωτερικό (Νεβρί, Γένοβα, Λωζάνη, Μέλανας Δρυμός, Φραιμπουργκ) μαζί με την άρρωστη (από φυματίωση) μητέρα της και φοιτά εσωτερική σε σχολεία της Λωζάννης και του Φράιμπουργκ.
1905. Απεργίες, έντονη οικονομική κρίση, ανταρσία του θωρηκτού Ποτέμκιν: επανάσταση του 1905. Εκλογικός νόμος για καθολική ψήφο.
1906. (05/07): Πεθαίνει η Μαρία Μέιν.
1909. (καλοκαίρι): Παραμονή στο Παρίσι για μαθήματα μεσαιωνικής γαλλικής λογοτεχνίας και για να δει τη Σάρα Μπερνάρ στο θέατρο.
1910. Δημοσιεύεται η πρώτη της ποιητική συλλογή: Βραδινό Λεύκωμα και συναντά ευνοϊκή κριτική.
Γνωρίζεται με ποιητές, κριτικούς, φιλοσόφους, διανοούμενους της εποχής. Συχνάζει σε λογοτεχνικά καφενεία.
Στη Ρωσία γεννιούνται νέα λογοτεχνικά ρεύματα: ακμεϊσμός, φουτουρισμός.
1911. Συναντά και ερωτεύεται τον Σεργκέι Γιάκοβλεβιτς Εφρόν, στο σπίτι του ποιητή και ζωγράφου Μαξιμιλιάν Βολόσιν στην Κριμαία, τον οποίο θα παντρευτεί τον επόμενο χρόνο, παρά τις αντιδράσεις της οικογένειας του πατέρα της, λόγω της εβραϊκής καταγωγής του.
1912. Δημοσιεύεται η δεύτερη ποιητική της συλλογή Το μαγικό λυχνάρι.
Γέννηση της πρώτης της κόρης, Αριάντνα (Άλια), που θα γίνει σύντροφος και βοηθός της στα δύσκολα χρόνια της επανάστασης και της εξορίας.
1913. Πεθαίνει ο Ιβάν Τσβετάεφ.
Δημοσιεύεται επιλογή ποιημάτων από τις δύο πρώτες συλλογές με τίτλο: Από δύο βιβλία.
1914. Σύντομη αλλά έντονη ερωτική σχέση με την ποιήτρια Σοφία Παρνόκ.
Αρχίζει ο πρώτος παγκόσμιος πόλεμος. Γενική επιστράτευση στη Ρωσία.
Ο Σ. Εφρόν φεύγει στο μέτωπο ως νοσοκόμος.
1915. Γράφει την ποιητική συλλογή Νεανικά ποιήματα, που θα μείνει ανέκδοτη όσο ζει.
Συναντά τον ποιητή Οσίπ Μάντελσταμ: έντονη αλληλεπίδραση.
Δημοσιεύει ποιήματα σε πολλά περιοδικά.
1916. Ταξίδι στην Πετρούπολη. Γνωρίζει τους εκεί ποιητικούς κύκλους.
Γράφει τους κύκλους ποιημάτων Ποιήματα για τη Μόσχα, Ποιήματα στον Μπλοκ, Ποιήματα στην Αχμάτοβα.
Έντονη οικονομική κρίση. Έλλειψη ψωμιού και κάρβουνου στις μεγάλες πόλεις. Πληθώρα λιποταξιών στις γραμμές του ρωσικού στρατού.
1917. Μεγάλες απεργίες: επανάσταση του Φεβρουαρίου. Προσωρινή κυβέρνηση.
             Οκτωβριανή Επανάσταση. Εμφανίζονται οι πρώτες εστίες αντίδρασης που θα οδηγήσουν στον εμφύλιο πόλεμο, που θα διαρκέσει ως το 1921.
Ο Σ. Εφρόν εντάσσεται στις γραμμές της Λευκής Στρατιάς και φεύγει στο Νότο. Ως το 1921 θα θεωρείται αγνοούμενος ή νεκρός
Γέννηση της δεύτερης κόρης της Ιρίνα.
Συναντά τον συγγραφέα και ιστορικό Ηλιά Έρενμπουργκ.
Η ποίηση και η πρόζα της αφορούν την καθημερινότητα της εποχής.
1918-19. Γράφει το βιβλίο Γήινα Σημεία.
Γνωρίζει τους ηθοποιούς του θεάτρου Βαχτάνχκοφ και συνδέεται φιλικά μαζί τους και κυρίως με την Σοφία Χόλλιντεϊ.
Δουλεύει στο επιτροπάτο του Λαού για τις υποθέσεις Εθνοτήτων.
Γράφει τα θεατρικά Φάντης Κούπα, Χιονοθύελλα, Μοίρα, Πέτρινος Άγγελος, Περιπέτεια, Φοίνικας.
Οικονομικός αποκλεισμός της νεαρής Σοβιετικής κυβέρνησης από τις μεγάλες δυνάμεις. Χρονιά μεγάλης πείνας.
1920. Πεθαίνει η κόρη της Ιρίνα από ασιτία στο οικοτροφείο παιδιών στο Κούτσεβο.
Γράφει τον κύκλο Το στρατόπεδο των Κύκνων και το ποίημα παραμύθι Η παρθένα βασιλιάς.
1921. Δημοσιεύεται η Τρίτη ποιητική της συλλογή Βέρστια στο Βερολίνο.
Γράφει το μεγάλο ποίημα Πάνω στο κόκκινο άλογο.
Μαθαίνει ότι ο Σεργκέι είναι ζωντανός στο εξωτερικό.
1922. Εγκαταλείπει τη Σοβιετική Ένωση μαζί με την κόρη της Άλια. Ξαναβρίσκεται με τον Σεργκέι στο Βερολίνο. Το καλοκαίρι εγκαθίσταται στα περίχωρα της Πράγας. Ζουν από την υποτροφία του Σεργκέι και από ένα πενιχρό επίδομα της Τσεχοσλοβακικής Κυβέρνησης.
Δημοσιεύεται νέα ποιητική της συλλογή Βέρστια ΙΙ, με ποιήματα του 1916.
Γνωρίζει την Άννα Τεσκοβά, που θα γίνει φίλη ζωής και δεύτερη μητέρα της και με την οποία θα διατηρήσει αλληλογραφία σ’ όλη τη διάρκεια της εξορίας.
Αρχίζει μακρά αλληλογραφία (έως το 1935) με τον ποιητή Μπόρις Λεονίντοβιτς Παστερνάκ, που θα θεωρήσει ίσο της και θα είναι ο μεγάλος πλατωνικός έρωτας της ζωής της.
1923. Δημοσιεύονται τρία μεγάλα ποιήματα Χωρισμός, Ψυχή, Τέχνη.
Γνωρίζει τον Κωνσταντίνο Ροτζέβιτς με τον οποίο δημιουργεί μια πολύ έντονη ερωτική σχέση. Μετά το χωρισμό τους, γράφει Το ποίημα του Βουνού και του Τέλους, από τα πιο σημαντικά μεγάλα της ποιήματα.
1924. Στη Σοβιετική Ένωση πεθαίνει ο Β. Ι. Λ.ενιν. Τον διαδέχεται ο Ι. Β. Στάλιν: αρχίζουν οι διώξεις (εκτελέσεις, στρατόπεδα συγκέντρωσης, απαγορεύσεις των έργων τους) συγγραφέων και διανοούμενων που διαφωνούν με το καθεστώς, και που θα καταλήξουν στην ιδεολογική τρομοκρατία όλη της περιόδου της εξουσίας του Στάλιν. Η επίσημη γραμμή στην τέχνη και τη λογοτεχνία είναι ο σοσιαλιστικός ρεαλισμός, ενώ στη δύση γεννιέται ο υπερρεαλισμός.
1924-25. Γράφει την τραγωδία Αριάδνη.
Γράφει τα Ποιήματα στον Παστερνάκ και τον κύκλο Η ώρα της ψυχής.
Γέννηση του γιου της Γκέοργι (που η ίδια αποκαλεί Μουρ)
Αρχίζει το μεγάλο της ποίημα-παραμύθι Ο γητευτής των ποντικιών, που θα τελειώσει στο Παρίσι το Νοέμβριο του 1925.
Γράφει το μεγάλο της ποίημα Το παλληκάρι.
Τον Οκτώβριο φεύγει για να εγκατασταθεί στο Παρίσι, όπου έχει αρχίζει να συγκεντρώνεται η ρώσικη εμιγκράτσια, ελπίζοντας σε καλύτερες συνθήκες ζωής και αναγνώριση.
1925-26. Τους πρώτους μήνες φιλοξενείται από την οικογένεια της Όλγας Κολπάσινα-Τσερνόβα. Τον Ιανουάριο του 1925 ο Σεργκέι Εφρόν έρχεται να εγκατασταθεί με την οικογένειά του και περνούν την άνοιξη και το καλοκαίρι στη Βαντέ (στον Ατλαντικό). Τα υπόλοιπα χρόνια θα ζήσει σε φτωχά περίχωρα του Παρισιού (Μπελβύ, Μεντόν, Κλαμάρ).
Γράφει το άρθρο Ο ποιητής και η κριτική. Σύντομο ταξίδι στο Λονδίνο με τον πρίγκιπα Ντμίτρι Σβιατοπόλσκ-Μίρσκι.
Γράφει τα μεγάλα ποιήματα Απεσταλμένος της θάλασσας, Απόπειρα δωματίου, Το ποίημα της σκάλας.
Αλληλογραφία με τους ποιητές Ράινερ Μαρία Ρίλκε και Μπόρις Παστερνάκ στη διάρκεια του καλοκαιριού του 1926, που δημοσιεύεται ως Αλληλογραφία των τριών.
Στις 29 Δεκεμβρίου πεθαίνει ο Ρ. Μ. Ρίλκε. Ισχυρό πλήγμα.
1927. Γράφει το Ποίημα του Νέου Έτους και το πεζό Ο θάνατός σου, αφιερωμένο στον Ρίλκε, την τραγωδία Φαίδρα.
Γράφει το Ποίημα του αέρα.
1928. Συναντά τον Μαγιακόφσκι.
Δημοσιεύεται το Μετά τη Ρωσία, με ποιήματα του 1922-1925, η τελευταία ποιητική συλλογή που θα δημοσιευτεί όσο ζει.
Γράφει το Κόκκινο ταυράκι και δουλεύει το μεγάλο ποίημα Πέρεκοπ (τελευταία μάχη της λευκής στρατιάς).
1929. Σύντομο ταξίδι στις Βρυξέλλες.
Γράφει το δοκίμιο Ναταλία Γκοντσάροβα και μεταφράζει το μεγάλο ποίημά της Το Παλληκάρι στα γαλλικά, δημιουργώντας ουσιαστικά ένα νέο ποίημα, πρωτοφανές σε φόρμα και θέμα για τη γαλλική ποιητική παράδοση.
1930. Αυτοκτονεί ο Βλαντιμίρ Μαγιακόφσκι. Του αφιερώνει έναν κύκλο ποιημάτων.
1931. Γράφει την ιστορία μιας Αφιέρωσης (αναμνήσεις για τον Οσίπ Μάντελσταμ), τα Ποιήματα στον Πούσκιν και την Ωδή στην πεζοπορία.
1932. Γράφει δύο δοκίμια Ο Ποιητής και ο Χρόνος και Η Τέχνη στο Φως της συνείδησης, μια πραγματεία Έπος και λυρισμός στη σύγχρονη ποίηση (σχετικά με τον Μαγιακόφσκι και τον Παστερνάκ) και την Επιστολή προς την Αμαζόνα (στα γαλλικά).
1833. Αρχίζει αλληλογραφία με τον κριτικό Γιούρι Ιβάσκ.
Γράφει Το Ζωντανό για το ζωντανό (αναμνήσεις για τον Μ. Α. Βολόσιν) και Αλλοτινό απόγευμα (για τον ποιητή Μ. Α. Κουζμίν) και Ο πύργος με τον κισσό. Γερμανία: Άνοδος του στην εξουσία.
1934. Αναμνήσεις για τον ποιητή Αντρέι Μπιέλι: Αιχμάλωτο πνεύμα.
Αρχίζει η περίοδος της αυτοβιογραφικής πρόζας. Οι παλαιοημερολογίτισσες, Ο διάβολος, Η μητέρα και η μουσική, Το παραμύθι της μητέρας, Το σπίτι του γέρο-Πιμέν, Ασφάλιστη ζωή (για τις συνθήκες ζωής στα περίχωρα του Παρισιού).
1935. Ο Σεργκέι Εφρόν δουλεύει για την Εν.Κα.Βε.Ντε. (Μυστικές Σοβιετικές Υπηρεσίες του Εξωτερικού).
Συναντά τον Παστερνάκ στο Παρίσι. (Η μη-συνάντηση όπως τη χαρακτηρίζει η ίδια).
Γράφει τον κύκλο Επιτάφιος και το ποίημα Αναγνώστες εφημερίδων.
1936. Σύντομο ταξίδι στο Βέλγιο.
Αλληλογραφία και έρωτας με τον νεαρό ποιητή Ανατόλι Στάιγκερ.
Γράφει τον κύκλο Ποιήματα στο ορφανό, το αυτοβιογραφικό Ο πατέρας και το Μουσείο του (στα γαλλικά) και το δοκίμιοΛόγος περί Μπαλμόντ).
1937. Γράφει την Ιστορία της Σονέτσκα (αναμνήσεις για την ηθοποιό Σοφία-Σόνια Χόλλιντέϊ), τα αυτοβιογραφικά Ο Πούσκιν μου και Πούσκιν και Πουγκατσόφ).
Μεταφράζει ποιήματα του Πούσκιν στα Γαλλικά.
Δολοφονία του πρώην αρχηγού των Σοβιετικών Μυστικών Υπηρεσιών του Εξωτερικού, Ιγννάς Ράις. Στην υπόθεση είναι αναμεμιγμένος και ο Σεργκέι Εφρόν, ο οποίος αναγκάζετε να αποχωρίσει εσπευμένα για τη Σοβιετική Ένωση. Λίγο αργότερα τον ακολουθεί και η κόρη του Άλια.
1938. Μετακομίζει με το γιο της στο Παρίσι σε ξενοδοχείο.
Η ναζιστική Γερμανία καταλαμβάνει την Τσεχοσλοβακία.
Γράφει τον κύκλο Ποιήματα για την Τσεχοσλοβακία.
12 Ιουνίου: Φεύγει με το γιο της για τη Σοβιετική Ένωση. Βρίσκει την οικογένειά της στη Μόσχα και περνούν το καλοκαίρι στο Μπόλσεβο. (χωριό κοντά στη Μόσχα). Συλλαμβάνεται η κόρη της και στέλνεται σε στρατόπεδο συγκέντρωσης.
Συλλαμβάνεται ο Σεργκέι Εφρόν, ο οποίος αργότερα θα εκτελεστεί, όπως συνέβαινε με όλους σχεδόν τους σοβιετικούς πράκτορες που επέστρεφαν.
1939-40. Ζει στη Μόσχα με το γιο της αλλάζοντας συνέχεια σπίτι. Ετοιμάζει μια ανθολογία της ποίησής της ενώ παράλληλα μεταφράζει στα ρωσικά πολωνούς, τσέχους, άγγλους, γεωργιανούς, γερμανούς και γάλλους ποιητές για να ζήσει.
Συναντά την Άννα Αχμάτοβα και τον Μπόρις Παστερνάκ, ο οποίος της βοηθά να βρει δουλειά.
Γερμανοσοβιετικό Σύμφωνο Φιλίας Μόλοτοφ-Ρίμπεντροπ (1929).
1941. Ο γερμανικός στρατός εισβάλει στη Σοβιετική Ένωση, αρχίζει η εκκένωση της Μόσχας.
Στέλνεται μαζί με το γιο της στην Ελαμπούγκα (Ταταρία).
31 Αυγούστου: Η Μαρίνα Τσβετάγεβα αυτοκτονεί.
Πηγή:
Το χρονολόγιο είναι από το βιβλίο, Μαρίνα Τβσετάγεβα: Γήινα σημεία , μτφρ. Ιωάννα Σαββίδου, εκδόσεις Ηριδανός, Αθήνα, 1993.



Έργα της Μαρίνας Τσβετάγεβα στα ελληνικά
Μια ζωή στη φωτιά, μτφρ. Ανδριάνα Χαχλά - Μάρω Κάτσικα, Εστία 2008
Γράμματα στον "Ελικώνα", Γαβριηλίδης 2008
Η αλληλογραφία των τριών, μτφρ. Γιώργος Δεπάστας - Σταυρούλα Αργυροπούλου, Μεταίχμιο 2005
Ο ποιητής και ο χρόνος, μτφρ. Καίτη Διαμαντάκου, Καρδαμίτσας 1998
Η περιπέτεια, μτφρ. Λεωνίδας Καρατζάς, Εξάντας 1997
Η ιστορία της Σονέτσκα, μτφρ. Ράνια Τουτουντζή, Νεφέλη 1985
Γήινα σημεία, μτφρ. Ιωάννα Σαββίδου, Ηριδανός 1993
Ποιήματα (Μαρίνα Τσβετάγιεβα)μτφρ. Μίλια Ροζίδη, Διογένης 1996
Βιβλία για τη Μαρίνα Τσβετάγεβα στα ελληνικά
Μαρίνα Τσβετάγιεβα της Ανρί Τρουαγιά, μτφρ. Μαριλένα Καρρά, εκδόσεις Μεταίχμιο, Αθήνα, 2003


Η συμβολή των Βυζαντινών στην αστρονομία και τη φυσική- H συνεισφορά του Ιωάννη του Φιλόπονου (490-570)

απόσπασμα από την εργασία του Δρ Ε. Θεοδοσίου 
Αστροφυσικός Αναπληρωτής Καθηγητής Ιστορίας και Φιλοσοφίας των Θετικών Επιστημών Τμήμα Φυσικής ΕΚΠΑ 





Εισαγωγή

 Η βυζαντινή φιλοσοφία, κύριο γνώρισμα της οποίας ήταν ο θεολογικός προσανατολισμός της, συνέχισε την παράδοση της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας διασώζοντας πλήθος πληροφοριών γι’ αυτήν και πολλά αρχαία φιλοσοφικά κείμενα, τα οποία επιπροσθέτως ερμήνευσε και σχολίασε. Ωστόσο, η βυζαντινή χριστιανική θεολογία δεν μπορεί εκ των πραγμάτων να θεωρηθεί επιστήμη, αφού προϋπόθεσή της ήταν η λογική μέθοδος και οι διαλεκτικοί ορισμοί. Πράγματι, στο Βυζάντιο αμφισβητήθηκε ή παραμερίστηκε η λογική διεργασία από τη θεολογική μέθοδο. Μόνο στην υστεροβυζαντινή χρονική περίοδο επιχειρήθηκε η εισαγωγή της διαλεκτικής στον θεολογικό προβληματισμό, αλλά αυτό έγινε μάλλον ως αποτέλεσμα της επίδρασης του Δυτικού Σχολαστικισμού. Ωστόσο, όσον αφορά τη γεωμετρία, τη φυσική και την αστρονομία στο Βυζάντιο δεν έλειψαν ούτε οι πρωτότυπες ιδέες, ούτε οι συνεισφορές σε μαθηματικές και αστρονομικές μεθόδους, ούτε βεβαίως οι πρακτικές εφαρμογές των επιστημονικών γνώσεων στην καθημερινή ζωή των Βυζαντινών. Ας μην ξεχνάμε, ότι η Σχολή της Αλεξάνδρειας ήταν σε ακμή τουλάχιστον μέχρι τον 6ο αιώνα, αφού αποτελούσε συνέχεια μιας ελληνιστικού τύπου ανάπτυξης τουλάχιστον έως την πτώση της στους Άραβες. Στη Σχολή της Αλεξάνδρειας, μεταξύ άλλων ανήκει και ο νεοπλατωνικός φιλόσοφος Αμμώνιος, ο οποίος άκμασε γύρω στο 500 μ.Χ. Περίφημοι μαθητές του ήταν ο μαθηματικός Ευτόκιος ο Ασκαλωνίτης (5ος- 6ος αιώνας) και ο μονοφυσίτης μοναχός και περίφημος φυσικός Ιωάννης ο Φιλόπονος (6ος αιώνας), στον οποίο θα επικεντρώσουμε την εργασία μας. Πραγματικά, ο Ιωάννης ο Φιλόπονος ανήκει σε μια πλειάδα σοφών της πρωτοβυζαντινής περιόδου, οι οποίοι διακρίθηκαν ιδιαίτερα και τους οποίους αναφέρει ο Ιταλός καθηγητής των μαθηματικών και της αστρονομίας στο Πανεπιστήμιο της Ρώμης Lucio Russo στο βιβλίο του Η λησμονημένη επανάσταση (2006). Αυτοί ήταν ο Σιμπλίκιος ο Κίλιξ, ο Ιωάννης ο Φιλόπονος, ο Ευτόκιος ο Ασκαλωνίτης, ο Ανθέμιος ο Τραλλιανός και ο Ισίδωρος ο Μιλήσιος, τους οποίους ο Lucio Russo, θεωρεί ως τους πρωταγωνιστές μιας πρώιμης Αναγέννησης των Επιστημών που συντελέστηκε στις αρχές του 6ου αιώνα (2006, 282). Μάλιστα ο Σιμπλίκιος, καθηγητής της περίφημης Νεοπλατωνικής Σχολής των Αθηνών που έκλεισε ο Ιουστινιανός το 529, ήταν ο τελευταίος των εθνικών φιλοσόφων που στάθηκε ενάντια στον Χριστιανισμό και μεγάλος αντίπαλος του μονοφυσίτη χριστιανού φιλοσόφου Ιωάννη του Φιλόπονου. Ιωάννης ο Φιλόπονος Βιογραφικά στοιχεία Ο μονοφυσίτης λόγιος Ιωάννης ο Φιλόπονος ήταν χριστιανός εκκλησιαστικός συγγραφέας, φιλόσοφος, γραμματικός, μαθηματικός, φυσικός, αστρονόμος και ένας από τους πιο διακεκριμένους επιστήμονες του πρώτου μισού του 6ου αιώνα στο Βυζάντιο. Ο Ιωάννης, μια μεγάλη φιλοσοφική και πνευματική διάνοια του Βυζαντίου, 2 επονομάστηκε Φιλόπονος, που κυριολεκτικά στην ελληνική γλώσσα σημαίνει ο εραστής του κόπου, λόγω της συνεχούς ενασχόλησής του με την κοπιώδη μελέτη των βιβλίων και της φιλοσοφίας. Σύμφωνα με μια άλλη εκδοχή, πιθανότατα να ονομάστηκε Φιλόπονος επειδή ανήκε στην αίρεση των φιλοπόνων μονοφυσιτών. Είναι επίσης γνωστός ως ο Ιωάννης της Αλεξανδρείας, επειδή σπούδασε στη Σχολή της Αλεξάνδρειας, κοντά στον νεοπλατωνικό φιλόσοφος Αμμώνιο. Ως φιλόσοφος θεωρείται ένας από τους κυριότερους υπέρμαχους των χριστιανικών δογμάτων για τον σύμπαντα κόσμο και πολέμιος των αντίστοιχων αριστοτελικών δοξασιών. Πράγματι, σύμφωνα με τον Μανώλη Καρτσωνάκη: Ήγειρε ενστάσεις σε καίρια σημεία των αριστοτελικών αρχών για τη φύση όπου η χριστιανική του παιδεία συναρμοσμένη με τον νεοπλατωνικό προσανατολισμό της αλεξανδρινής Σχολής που φοιτούσε συγκρουόταν με το αριστοτελικό πρότυπο1 . Η ζωή, η πνευματική σταδιοδρομία και το έργο του Φιλόπονου συνδέονται πολύ με την πόλη της Αλεξάνδρειας και την Αλεξανδρινή Νεοπλατωνική Σχολή της, αφού για πολλά χρόνια χρημάτισε, όπως ήδη αναφέραμε, μαθητής του νεοπλατωνικού φιλόσοφου Αμμώνιου, ο οποίος ήταν μαθητής του Πρόκλου στην Αθήνα και στη συνέχεια ηγήθηκε της Σχολής της Αλεξάνδρειας. Μολονότι η αριστοτελική - νεοπλατωνική παράδοση ήταν η πηγή των πνευματικών ανησυχιών του, ο Ιωάννης, βαθύς γνώστης των έργων του Πλάτωνος και του Αριστοτέλη, ήταν ο πρωτοπόρος φιλόσοφος, ο οποίος τελικά απομακρύνθηκε από αυτή την παράδοση και προλείανε μέρος του δρόμου που οδήγησε στις νέες προσεγγίσεις των φυσικών επιστημών. Θεωρείται ο πρώτος εκπρόσωπος του χριστιανικού Αριστοτελισμού. Το έργο του άσκησε μεγάλη επίδραση στις φυσικές επιστήμες του Μεσαίωνα, κυρίως σε επιστήμονες και λογίους του βεληνεκούς του Ζαν Μπουριντάν (Jean Buridan de Bethune, 14th c.), του Νικόλ Ντ’ Ορέμ (Nicol d’Oresme, 1323-1382), του Νικόλαου Κουζάνου (Nicolaus Cusanus, 1401-1464), του Γιοχάνες Κέπλερ (Johannes Kepler, 1571-1630), του Γαλιλαίου (Galileo Galilei, 1564-1642) κ.ά2 . (Θεοδοσίου, E., Η εκθρόνιση της Γης, 2007, σελ. 201-207, 255, 283) Ο Αλεξανδρινός νεοπλατωνικός χριστιανός φιλόσοφος Ιωάννης ο Φιλόπονος ασχολήθηκε με σειρά θεμάτων, όπως γραμματική, λογική, μαθηματικά, φυσική, ψυχολογία, κοσμολογία, αστρονομία, θεολογία και πολιτική, ενώ συνέγραψε ακόμη και ιατρικές πραγματείες. Ένας πανεπιστήμονας της εποχής του. Μολονότι η φήμη του δημιουργήθηκε κυρίως μέσα από τα σχόλιά του στις εργασίες του Αριστοτέλη, ωστόσο στόχευε στην ενδεχόμενη απελευθέρωση της φυσικής φιλοσοφίας από τον περισταλτικό μανδύα του Αριστοτελισμού. Ο Ιωάννης ο Φιλόπονος αναγνώριζε τη σπουδαιότητα της φιλοσοφίας αυτής καθεαυτήν και δεν τη θεωρούσε απλώς ως ένα μέσο για την απόκτηση της χριστιανικής γνώσης. Άλλωστε ήταν ο πρώτος εκπρόσωπος του χριστιανικού Αριστοτελισμού. Ο ίδιος, μετά την Αλεξάνδρεια, δίδαξε στην Κωνσταντινούπολη και αγωνίστηκε κατά των απόκρυφων επιστημών. Το έργο του Περί της του αστρολάβου χρήσεως και κατασκευής ή Περί της του αστρολάβου χρήσεως και τι των εν αυτώ καταγεγραμμένον σημαίνει έκαστον, είναι –μετά την αντίστοιχη πραγματεία του Συνέσιου Κυρήνης– το αρχαιότερο γνωστό πλήρες κείμενο για τον αστρολάβο και μάλιστα περιέχει δικές του πρωτότυπες ιδέες σχετικά με τις κινήσεις των ουρανίων σωμάτων. Σύμφωνα με συνήθεια των αρχών του 19ου αιώνα, το έργο αυτό εκδόθηκε για πρώτη φορά στη Rhein από τον H. Hase (1839), ενώ στη συνέχεια το μελέτησαν ο Paul Τannery (1888), ο J. D. Drecker (1928), ο Otto Neugebauer (1949) κ.ά. Επίσης, ο Ιωάννης ο Φιλόπονος υπομνημάτισε τα Αριθμητικά ή Αριθμητικήν Εισαγωγήν του Νικόμαχου του Γερασηνού, τα οποία εξέδωσε με τον ευρύτερο τίτλο Ιωάννου Γραμματικού Αλεξανδρέως του Φιλοπόνου εις το δεύτερον της Νικομάχου 3 Αριθμητικής Εισαγωγής, ένα έργο πολύ σημαντικό, που κι αυτό εκδόθηκε στη Λειψία (Leipsig) από τον K. Hoche, το 1867. 


Ακούστε και την εκπομπή του  Γιώργου Κοροπούλη

Στοιχεία για την αγορά χαλκού 

https://www.mixcloud.com/bilykalexander/στοιχεία-για-την-αγορά-χαλκού-25082015/

Ρίμες της αγάπης: Ερωτικά κυπριακά ποιήματα







Ερωτικά κυπριακά ποιήματα

Λίγες δεκαετίες προτού πέσει στα χέρια των Τούρκων η Κύπρος (1570), δημιουργεί ή αναπλάθει μέσα στο δικό της αισθητικό χώρο (γλώσσα και αίσθημα) μια σειρά Ερωτικά τραγούδια (ρίμες της αγάπης), που θα μείνουν ακέρια μέσα στους αιώνες, γιατί μουσικά τραγουδούν τις χαρές και προπαντός τους πόνους και τα πάθη του έρωτα.
Κι ο έρωτας, πηγή ζωής πάνω στον πλανήτη μας και μέσα στους αντιποιητικούς καιρούς μας, ίσως είναι η πιο σημαντική, η πιο ανθρώπινη λειτουργία.
Δεν είναι ανεξήγητο το ότι τα τραγούδια αυτά γεννήθηκαν στην Κύπρο, με δυτική έστω (Πετραρχική) επίδραση, γιατί όπως είναι γνωστό και χιλιοειπωμένο, το νησί αυτό είναι η μήτρα της Αφροδίτης, που γέννησε την ομορφιά και τον έρωτα.
Για τα τραγούδια αυτά γίνεται πολλές φορές ένα ιστορικό λάθος. Τα ονομάζουν μερικοί " Μεσαιωνικά ερωτικά τραγούδια ". Το σωστό είναι πως τα ερωτικά αυτά τραγούδια γράφτηκαν ή πέρασαν στον κυπριακό χώρο και την κυπριακή γλώσσα μέσα στο 16 ο αιώνα, όταν δηλαδή στη Δύση λειτουργούσε το θαύμα της Αναγέννησης ( 15 0ς -16 0ς αιώνας ) .
Επομένως τα ερωτικά αυτά τραγούδια της Κύπρου, που βρέθηκαν στη Μαρκιανή βιβλιοθήκη της Βενετίας, δεν είναι μεσαιωνικά, αλλά δημιουργήματα καθαρά του αισθήματος και τους πνεύματος της Αναγέννησης της Δύσης που επηρέασε την Κύπρο. Έτσι άλλωστε σημειώνουν για την ιστορική τους προέλευση όλοι οι μελετητές τους.
Ο σοφός μελετητής Κ. Σάθας έκανε γνωστή για πρώτη φορά την ύπαρξη του χειρόγραφου που περιείχε τα ερωτικά αυτά ποιήματα το 1873 και μετά από αυτή τη χρονολογία άρχισε η συστηματική τους μελέτη.
Ο ποιητής τους δεν αναφέρεται στο χειρόγραφο και απλά εικάζεται πως θα ήταν κάποιος άρχοντας, γιατί " ανήκε στην τάξη των ευγενών ". Το συμπέρασμα αυτό βγαίνει από το πρώτο ποίημα του, που μας μιλά για το οικόσημο του ποιητή :

Δια σημάδιν έχω λιόντα
στην οχράν όπου' ν γιον άστρον,
πράσινον δεντρόν σαν κάστρον
πάντα στέκεται θωρώντα.


(Και σε μετάφραση Θεμ. Σιαπκαρά - Πιτσιλλίδου)

Για έμβλημα έχω ένα λιοντάρι
που στο χρώμα είναι ίδιο αστέρι,
πάντα όρθιο κοιτάζει
ένα δέντρο πράσινο που υψώνεται σαν κάστρο.


Η κ. Θέμις Σιαπκαρά - Πιτσιλλίδου, που με μια εμπεριστατωμένη μελέτη της (1976) , παρουσίασε τα ερωτικά ποιήματα της Κύπρου στο πρωτότυπο και σε νεοελληνικές μεταφράσεις της, (Ο Πετραρχισμός στην Κύπρο: Ρίμες αγάπης , από χειρόγραφο του 16 ου αιώνα , με μεταφορά στην κοινή μας γλώσσα ) προσπαθεί να εντοπίσει το όνομα του ποιητή τους, εισχωρώντας στο βάθος και τη μελέτη κι ορισμένων στίχων τους, που κάτι ψελλίζουν για τον ποιητή (στο παραπάνω βιβλίο της και στο Κεφάλαιο "Ο ποιητής και το περιβάλλον του ", σελ 23). Ωστόσο τελικά, και μετά από πολλές προσπάθειες και αναφορές, σε κανένα συμπέρασμα θετικό δεν καταλήγει για το όνομα του ποιητή αυτού που παραμένει άγνωστος. Εκείνο που είναι αναμφισβήτητο, κατά την παραπάνω μελετήτρια (βλ. βιβλίο της, σελ. 35) είναι το ότι "Η επίδραση του Πετράρχη και του ιταλικού πετραρχισμού είναι διάχυτη σ΄όλη τη συλλογή αυτή". Και η μελετήτρια θα συνεχίσει : "εξιδανικευμένος έρωτας, παράπονα γιατί η αγαπημένη είναι σκληρή απέναντι του, χαρακτηρίζουν τα ποιήματα αυτά, και όμως ο ποιητής φλέγεται από την επιθυμία να της είναι αρεστός, αντιθέσεις που ανάμεσά τους παλεύει ο ποιητής, επιστροφή στο Θεό, που απ' αυτόν ζητά βοήθεια και συγνώμη". Γενικά η περίφημη αυτή συλλογή περιέχει 156 τραγούδια διάφορων ρυθμών και μέτρων κι εκείνο που προέχει βέβαια είναι η δυτική επίδραση (όπως και στη γνωστή Βοσκοπούλα της κρητικής ποίησης) κι η προσπάθεια του ποιητή να δώσει, με την κυπριακή ντοπιολαλιά, τον πόνο και τα πάθη του ερωτευμένου και του έρωτα γενικά. Πρώτη ολοκληρωμένη έκδοση του χειρόγραφου στον τόπο μας έγινε από το Γαλλικό Ινστιτούτο Αθηνών. Ο Α. Ιντιάνος δημοσιεύει το 1955, στο "Δελτίο της Εταιρείας Κυπριακών Σπουδών", το κείμενο των κυπριακών ερωτικών τραγουδιών, " κατά την υπό του κ. Αν. Ιντιάνου γενόμενην μεταγραφήν και επεξεργασίαν αυτού". Δεύτερη έκδοση γίνεται από τις εκδόσεις '' Βelles Lettres '' της Γαλλίας με πρόλογο του μακαρίτη φωτισμένου ελληνιστή και διευθυντή του Γαλλικού Ινστιτούτου της Αθήνας Ok. Merlie. Μετά ακολουθούν πολλές εκδόσεις και μελέτες πάνω στα ενδιαφέροντα αυτά τραγούδια.

Ρίμες αγάπης



Τα ερωτικά αυτά τραγούδια της Κύπρου έχουν ιδιαίτερη αξία και εκφραστικότητα και χαίρεται κανείς σαν διαβάζει το πάθος του ποιητή τους, τη σωστή μορφολογική κι αρχιτεκτονική τους επεξεργασία, την ωραία τους μουσική υποβολή. Ο έρωτας είναι βέβαια το κυριαρχικό τους στοιχείο. Ο ερωτευμένος ποιητής βασανίζεται, υποφέρει, πονά κι εκφράζει αυτά του τα συναισθήματα. Η αναγέννηση, γενικά, συνεχίζει το ερωτικό πάθος του Μεσαίωνα, μέσα στο γνωστό μας κλίμα του ρομαντισμού. Είτε αυτά τα τραγούδια είναι γνήσια ποιητικά ερωτικά ποιήματα της Κύπρου, με πετραρχική επίδραση, είτε διασκευές και μεταφορές ιταλικών ποιημάτων της Αναγέννησης στη Κύπρο, είναι αξιόλογα ποιητικά κείμενα, που χαρακτηρίζουν το πάθος και την ερωτική διάθεση της κυπριώτικης καρδιάς και ψυχής.Ως παράδειγμα, μπορούμε να αναφερθούμε στο υπ' αριθμ. 3 τραγούδι αυτής της συλλογής, που εκφράζει όλο τον πόνο του ερωτευμένου τραγουδιστή.


3
Ότις του πόθου δεν είν' πειρασμένος
τα δολερά του πάθη δεν γνωρίζει
ότις ΄πο κείνον δεν είναι καμένος
κι ακόμη στην καρδιάν να τον φλογίζη
ότις γι αγάπης δεν εν πληγωμένος
εις την καρδιάν κι ακόμη μαρτυρίζει,
τούτα τα λλίγα φύλλα μην τανύση
γιατί ξεύρω δεν θέλει τ΄αγνωρίσει.


(Και σε μετάφραση στη νεοελληνική από την κ. Θ. Σιαπκαρά) :

Όποιος δεν έχει πείρα του έρωτα
δεν ξεύρει τα γεμάτα δόλο βάσανα του
όποιος δεν ένιωσε την κάψα του έρωτα
και την καρδιά δεν πλήγωσε η αγάπη
και δεν νιώθει ακόμα το μαρτύριο της,
ας μην απλώσει το χέρι του σ΄αυτά τα λίγα φύλλα
γιατί το ξεύρω δε θα καταλάβει.



Ο χωρισμός στον έρωτα δίνει το έναυσμα για στίχους δυνατούς και πεισιθάνατους, στίχους γεμάτους μελαγχολία και θλίψη, όπως στο ποίημα υπ' αριθμ. 94 :
94
Τι με βουλεύγεις, Πόθε, στην πικριάμ μου;
Το τέλος θεν να πιάσω
γιατί τόσον δεν ήθελα να ζήσω
με την κυράν μου ' χάσα την καρδιάμ μου
κι αθ θέν να την εφτάσω,
τα χρόνια τούτα χρειά ' ναι να τ ' άφήσω
γιατί να την βιγλίσω
πιον δεν θαρ ' ώδε και να πομεινίσκω
ανάπαψην δεν βρίσκω
γιατί στο μίσεμάν της εσηκώθην
πάσα χαρά κ' η πλήξη μου πιντώθη.


(Και σε μεταφορά στη νεοελληνική από τη Θέμ. Σιαπκαρά - Πιτσιλλίδου)
'Ερωτα, σαν τι με συμβουλεύεις μέσα στην τόση πίκρα μου;
Επιθυμώ το τέρμα να αγγίξω,
γιατί τόσο πολύ να ζήσω δεν το ήθελα
και την καρδιά μου έχασα μαζί με την κυρά μου
κι αν θέλω να βρεθώ εκεί όπου είναι η καρδιά μου,
θα πρέπει να αφήσω γεια σε τούτην τη ζωή,
αφού την κυρά μου δεν έχω πια ελπίδα
εδώ να ξαναδώ
και στην αναμονή ανάσασμα δεν βρίσκω
η κάθε μου χαρά μαζί της έχει φύγει
και μεγαλώνει ολοένα η θλίψη.


Οχτάβες, σονέτα, τερτσίνες κλπ. είναι οι κύριες μορφές των ερωτικών αυτών τραγουδιών.
Στα ολιγόστιχα ποιήματα ο ποιητής γίνεται πιο λαγαρός, ο στίχος πιο καθάριος και κυλά αβίαστος. Από το ποίημα με τον αριθμό 99 μεταφέρουμε τα τρία πρώτα τρίστιχα ποιήματα και τις μεταφορές τους στην νεοελληνική :
99
Τόσον γλυκά και σιγανά το δείσ σου
με καταλυεί και δεν νιώθω κανέναν
βαρος ανίσως κ΄ερκεται αξ αυτήσ σου.

Πόσην χαράν που σήκωσες ' που μέναν
με τόσην τέχνην, με τόσην γλυκάδαν
και δεν νιώθω πως κινδυνώ δια σέναν.

Πάσα καιρόν στην βράστην κ΄εις την κρυάδαν
για σέναν μαρτυρίζομαι ο θλιμμένος
κι έχω γλύκαν την πάσα μου πικράδαν.


(Και σε μετάφραση στη νεοελληνική από την κ. Θ. Σιαπκαρά) :
Τόσο γλυκά και σιγανά με λιώνει
η ματιά σου, ώστε δε νιώθω κανένα πόνο
αφού μου έρχεται από σένα.

Πόση χαρά μου πήρες με τόση τέχνη,
με τόση γλύκα, ώστε δε νιώθω
πως από σένα κινδυνεύω.

Σ΄όλους τους καιρούς, στη ζέστη και στο κρύο,
από σένα ο θλιμμένος μαρτυρώ,
μα λογαριάζω γλυκά την κάθε μου πίκρα.


Γενικά τα τραγούδια αυτά δίνουν, όπως είπαμε, τον τόνο και την ομορφιά της κυπριακής ποίησης του 16 ου αιώνα (η σύνθεσή τους τοποθετείται ανάμεσα στα 1546 - 1570) κι είναι πράγματι ευτύχημα ότι τα τραγούδια αυτά έφτασαν μέχρι τις μέρες μας.








Ακούστε και την εκπομπή του  Γιώργου Κοροπούλη

Στοιχεία για την αγορά χαλκού 


Στο Χριστό, στο Κάστρο του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη



Ο πιο σοβαρός άνθρωπος που έζησε σε αυτόν τον τόπο, είχε όλα τα χαρακτηριστικά του κομπλεξικού

Πηγή: www.lifo.gr

Από τον Κωστή Παπαγιώργη

Kωστής Παπαγιώργης 

Πολλοί είναι οι τρόποι για να οξύνει κανείς την ανθρωπογνωσία του μέσα στον νεοελληνικό βίο, αλλά η μελέτη της λέξης «κομπλεξικός» κρατάει τα σκήπτρα. Από τη μαθητική ηλικία κιόλας, η χρήση του όρου ισοδυναμεί με επίδειξη ταυτότητας. «Ρε μαλάκα, μιλάμε για κομπλεξάρα, ούτε νερό δεν μπορεί να πιει!»   Η κατηγοριοποίηση είναι προφανής. Από τη μια οι ξεσκολισμένοι, αυτοί που δεν κωλώνουν, δε μασάνε, δεν τους τη βγαίνει κανένας, και από την άλλη οι αδικογεννημένοι, οι σκουντούφληδες και μουντζωμένοι. Ο ασυμπλεγμάτιστος είναι «μορφή, όλα τα σφάζει / όλα τα μαχαιρώνει· σε αγοράζει στο πιτς φιτίλι, γεννήθηκε τετραπέρατος· αντίθετα, ο έρμος ο κομπλεξικός πάει τοίχο τοίχο, αν κερδίσει ποτέ κερδίζει μόνο στο λήγοντα, στην πρόσθεση ξεχνάει το μηδέν, τέλος πάντων μαζεύει τα καρφοπέταλα των άλλων.   Διόλου περίεργο ότι η λέξη στα καθ' ημάς απέβη σταθερό νόμισμα τις τελευταίες δεκαετίες, που ο τόπος γνώρισε μια προφανή αλλαγή ταχύτητας. Η κοινωνία άνοιξε, κατά το κοινώς λεγόμενο, νέα κίνητρα και νέες ελευθερίες κυκλοφόρησαν, οπότε ο παραδοσιακός ανοιχτομάτης οπλίστηκε με μοντέρνο ρητορικό οπλισμό. Αν δεν δηλώσω μόνος μου την υπεροχή και τη διαφορά, ποιος θα τη δηλώσει; Το χάλι του άλλου με μεταμορφώνει αυτομάτως σε προνομιούχο - καιρός λοιπόν να ξαναμοιράσουμε τις θέσεις στην κοινωνική κλίμακα. 
 Ο Παπαδιαμάντης -ο πιο σοβαρός άνδρας που έζησε σε αυτό τον τόπο- παρουσίαζε όλα τα συμπτώματα του κομπλεξικού (ντροπαλός, δειλός μέχρι παρεξηγήσεως, άγευστος γυναικών, πένης και με εμφάνιση ζητιάνου - ούτε στην εφημερίδα που εργαζόταν δεν είχε το θάρρος να εισέλθει). Πώς να τον συγκρίνουμε με τα φοβερά ξεφτέρια της εποχής; Εντούτοις αυτός ο σκιαγμένος νησιώτης βρήκε μέσα του λίθους για να χτίσει κάποιο θεμέλιο για το ανερμάτιστο νεοελληνικό αίσθημα.  
Ο Παπαδιαμάντης με τον Βλαχογιάννη στη Δεξαμενή, το 1908. Πηγή: www.lifo.gr

  
      Είναι γεγονός ότι το σύμπλεγμα προκαλεί κοινωνικό τρόμο. Δείρε με μπορεί να γιάνω -έλεγαν παλιά- αν με βρίσεις θα πεθάνω. Πράγματι, ο συμπλεγματικός εν ακαρεί -με το άκουσμα της λέξης- υποβιβάζεται στην περιφρονητέα συνομοταξία των κατώτερων. Άρα οι κοινωνικές ανάγκες, εκτός από την παθητική φωνή (κομπλεξάρομαι), δικαιολογημένα πλούτισαν το ρήμα και με ενεργητική εκφορά: κομπλεξάρω.   Η ετυμολογία της λέξης πάντως φθέγγεται διαφορετικά. Αγγλιστί το κόμπλεξ δηλώνει «εναγκαλισμό», complector (λατ.) σημαίνει «περιβάλλω, αγκαλιάζω», ενώ λατινιστί επίσης το -plico υποσημαίνει «πλέκω» και «διπλώνω». Ουσιαστικά αυτό νομίζει ότι ψυχανεμίζεται και η ψυχολογία του δρόμου. Κάτι άσχημο έχει τυλίξει τον κομπλεξικό, εκ γενετής υποφέρει από ένα πλέγμα ανεπάρκειας και αναξιότητας. Αλλά αν ο ψυχισμός δομείται από ένα σύνολο παραστάσεων και αναμνήσεων που δεν του επιτρέπουν να έχει «φυσιολογική» συμπεριφορά, αυτή η εσωτερική παγίδα ενδέχεται να οδηγήσει σε εκρήξεις τρομερής ισχύος.   

Κόμπο κόμπο, όλη του η χαμένη ζωή μεταβλήθηκε σε έναν ιδρυτικό ψίθυρο· από μόνος του, πεινώντας και διψώντας μέσα στη βαβυλωνιακή Αθήνα, συνέλαβε μια συνταγματική τάξη παρελθόντος, παρόντος και μέλλοντος....

   Ως γνωστόν ο Παπαδιαμάντης -ο πιο σοβαρός άνδρας που έζησε σε αυτό τον τόπο- παρουσίαζε όλα τα συμπτώματα του κομπλεξικού (ντροπαλός, δειλός μέχρι παρεξηγήσεως, άγευστος γυναικών, πένης και με εμφάνιση ζητιάνου - ούτε στην εφημερίδα που εργαζόταν δεν είχε το θάρρος να εισέλθει). Πώς να τον συγκρίνουμε με τα φοβερά ξεφτέρια της εποχής; Εντούτοις αυτός ο σκιαγμένος νησιώτης βρήκε μέσα του λίθους για να χτίσει κάποιο θεμέλιο για το ανερμάτιστο νεοελληνικό αίσθημα. Κόμπο κόμπο, όλη του η χαμένη ζωή μεταβλήθηκε σε έναν ιδρυτικό ψίθυρο· από μόνος του, πεινώντας και διψώντας μέσα στη βαβυλωνιακή Αθήνα, συνέλαβε μια συνταγματική τάξη παρελθόντος, παρόντος και μέλλοντος. 
  Το αντίθετο παράδειγμα το βρίσκουμε στη ζωή του Αντρέ Μαλρώ. Συγγραφέας μεγάλου αναστήματος, λατρεμένος των γυναικών (από τις οποίες... ζούσε κιόλας), παράτολμος, οιηματίας που δεν δεχόταν μύγα στο σπαθί του, του έλαχε να ζήσει στα ώριμα μια πρωτοφανή μεταστροφή. Όταν γνώρισε τον στρατηγό ντε Γκώλ -αυτός, ο ανθρωπογνώστης- κυριολεκτικά υποτάχθηκε σαν γυναικούλα. Λένε ότι κάθε περηφάνια ασυνειδήτως γυρεύει ένα ξένο κύρος για να υποταχθεί. Και ο Μαλρώ υποτάχθηκε. 
  Ασφαλώς τα αντίθετα παραδείγματα δε λείπουν. Ο Σικελιανός για παράδειγμα, ο Ίων Δραγούμης, ο Ρένος Αποστολίδης. Πλην όμως δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι στα πνευματικά ζητήματα -όπως είναι τα έργα αλλά και η καθημερινή ζωή- η βαθύτητα ανήκει κατά κανόνα σε παγιδευμένους ψυχισμούς, όχι στην αναπεπταμένη σημαία κάθε αυτοσχέδιου τολμητία. Τα συμπλέγματα μοιάζουν με τις χορδές στο όργανο ή με τις τρύπες του ζουρνά. Όποιος είναι καθαρός αυλός, ίσιο καλάμι, μουσική δεν αποδίδει. Μόνο ό,τι κομπιάζει ευεργετείται.  
 Όσο για τη βιασύνη που δεν ανέχεται ατολμία και συγκρατημό, αυτή που επεβλήθη πλέον ως ιδεολογία τού «περνάμε καλά», του «δεν κωλώνουμε» και «δεν ψαρώνουμε», τού «είμαστε και οι πρώτοι», έχει κάθε λόγο να απολαμβάνει την υπεροχή της. Μετά από χρόνια, όταν ξαναβλέπουμε τον ασυμπλεγμάτιστο και τον επιτυχημενάκια, με κατάπληξη διαπιστώνουμε ότι στο πλάι του -αόρατες- κάθονται οι θεές της θλίψης και της μεταμέλειας. Τι απέγιναν τα λάβαρα και οι νίκες; Απλώς ήταν αέρας φρέσκος. Μάλιστα, αν του έχει μείνει δράμι μυαλό, αρχίζει να υποψιάζεται ότι την παρτίδα με τη ζωή κανείς δεν την κερδίζει. Το αναπόφευκτο σύμπλεγμα του χαμένου, πέρα από τις ψυχολογίες του ποδαριού, αν γίνει συνείδηση προικίζει τον ψυχισμό του με τις πτυχές που κάποτε περιφρονούσε.  
 Όταν ακούς επιτυχημενάκια να κρύβεσαι, όταν ακούς διστακτικό άνθρωπο να βγαίνεις.
 Πηγή: www.lifo.gr