Κυριακή 27 Δεκεμβρίου 2015

Η «Γενική Ιστορία Της Ελληνικής Επαναστάσεως», όπως την έγραψε ο Σουλιώτης Κουτσονίκας Λάμπρος




=== Σήμερα ανέβασα ένα χρονολόγιο και ένα ιστορικό βιβλίο, που έχουν σχέση με την επανάσταση του 1821, τους Αρβανίτες και Σουλιώτες, από τα λεγόμενα «μη γνωστά». Θα πρέπει να ληφθεί υπόψη, ότι όλα τα ιστορικά κείμενα, που γράφτηκαν λίγο μετά τη μερική απελευθέρωση της Ελλάδας μας, μερικές φορές παγιδεύονται σε υποκειμενική ερμηνεία γεγονότων, είτε για να δικαιολογήσουν προσωπικά σφάλματα των ιδίων και στενά συγγενικών προσώπων, είτε για να υπερεξυψώσουν τις δράσεις κάποιων προσφιλών προσώπων, ενώ η αναφορά σε πρόσωπα που έχουν προσφέρει πολλά στην υπόθεση της εθνικής ανεξαρτησίας, περιέργως εμφανίζονται υποβαθμισμένα ή δεν αναφέρονται καθόλου.

=== Αυτό κατά ένα μέρος είναι κατανοητό, αν σκεφθούμε ότι πολλά σοβαροφανή ιστορικά κείμενα, εμπεριέχουν ανακρίβειες μέχρι και αθλιότητες, προκειμένου να υπηρετήσουν ξένα συμφέροντα. Τα ιστορικά κείμενα, που γράφτηκαν από πρόσωπα που είτε πρωταγωνίστησαν είτε θέλουν να δικαιολογήσουν κάποιες συμπεριφορές, είτε προσπαθούν να δραπετεύσουν από κόμπλεξ αδυναμίας εξήγησης της Ελληνικότητας των Αρβανιτών Σουλιωτών, πρέπει να τα φιλτράρουμε με σύνεση αλλά και επιείκεια, ώστε να λαμβάνουμε το σωστό υλικό για τα συμπεράσματά μας.
=== Ο Λάμπρος Κουτσονίκας κατάγεται από ένδοξη οικογένεια που προσέφερε το αίμα της για την ελευθερία του Σουλίου και της Ελλάδας. Σουλιώτης του 1821 ο ίδιος.  Ο παππούς του Νικόλαος, ο πατέρας του Γιάννος και ο θείος του Θανάσης έπεσαν ηρωικά στη Μονή του Σέλτζου στο Σούλι, όταν περικυκλώθηκαν από τα στρατεύματα του Αλή Πασά το 1804, σε μια από τις πολλές συγκρούσεις των Σουλιωτών. Σε αυτή τη μάχη, αιχμαλωτίσθηκε η σύζυγος του φονευθέντος Γιάννου, μαζί με τα μικρά παιδιά της, ένα από τα οποία ήταν και ο Λάμπρος Κουτσονίκας.
=== Ο Λάμπρος κατά την επανάσταση του 1821 πήρε μέρος σαν μπουλουκτσής και διακρίθηκε σε πολλές μάχες στην Ήπειρο και τη Στερεά Ελλάδα. Από τον Αυγουστίνου Καποδίστρια, το 1831 ονομάσθηκε πεντακοσίαρχος και επί Όθωνος εντάχθηκε στον τακτικό στρατό. Πέθανε στις 2 Ιουνίου του 1879 σε βαθιά γεράματα, έχοντας πάρει το βαθμό του Συνταγματάρχη της Φάλαγγας. Θέλοντας να εξυψώσει τον ηρωικό αγώνα των Σουλιωτών κατά την επανάσταση του 1821 και προ αυτής, αλλά και να ξεπλύνει τις κατηγορίες του Περραιβού για τον παππού του Νικόλαο και να αποκαταστήσει τη μνήμη του, συνέγραψε και δημοσίευσε το 1863-64 τη Γενική Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως.

Το βιβλίο είναι σε 5 αρχεία pdf:


ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΤΟΥΡΚΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ, Μιχαήλ Δούκας

 Ο Μωάμεθ διαδέχεται τον πατέρα του 
ΧΧΧΙΙΙ. 3. Ἐλθὼν δὲ εἰς Μαγνησίαν τοῦ Ἰανουαρίου μηνὸς ἤδη μεσαζομένου καὶ παρελθόντος τούτου, ἄγων ὁ Φεβρουάριος πέμπτην, εἷς τῶν ταχυδρόμων ὡς ὠκύπτερός τις ἀετὸς ἐπέστη διδοὺς αὺτῷ γραφὴν είς χεῖρας ἀσφαλῶς κατεσφραγισμένην. Ἀνοίξας οὖν αὐτὴν καὶ ἀναγνοὺς ἔγνω τὸν θάνατον τοῦ πατρὸς αὐτοῦ. Ἡ δὲ γραφὴ ἦν σταλεῖσα παρὰ τῶν βεζίρηδων, τοῦ τε Χαλὶλ καὶ τῶν ἑτέρων. Ἐδήλουν τὸν θάνατον τοῦ πατρὸς αὐτοῦ καὶ τὴν ἔλευσιν αὐτοῦ τοῦ ἀναγιγνώσκοντος μὴ βραδῦναι, ἀλλ’ εἰ δυνατὸν, ἐπιβῆναι Πηγάσῳ ἵππῳ πτερόεντι καὶ άφικέσθαι ἐν Θράκῃ πρὸ τοῦ ἀκουσθῆναι εἰς τὰ πέριξ ἔθνη ἡ ἀγγελία τῆς τελευτῆς τοῦ ἡγεμόνος

ΧΧΧΙΙΙ. 3. Εκείνος, ο Μεχμέτ δηλαδή, έφτασε στη Μαγνησία στα μέσα του Γενάρη. Μόλις πέρασε ο Γενάρης, στις πέντε Φεβρουαρίου, έφτασε σαν γοργόφτερος αετός κάποιος από τους ταχυδρόμους και του έδωσε στα χέρια του μια επιστολή προσεκτικά σφραγισμένη. Αφού λοιπόν την άνοιξε και τη διάβασε, πληροφορήθηκε το θάνατο του πατέρα του. Η επιστολή είχε σταλεί από τους βεζίρηδες, το Χαλίλ και τους υπόλοιπους. Τον πληροφορούσαν για το θάνατο του πατέρα του και του ζητούσαν να σπεύσει εκεί, να καβαλήσει, αν είναι δυνατόν, το φτερωτό άλογο τον Πήγασο,κο και να φτάσει στη Θράκη, πριν να αυστεί στα γύρω έθνη η αναγγελία για το θάνατο του ηγεμόνα.
5. Τῇ δὲ ἐπαύριον παραστάσεως γενομένης μεγάλης κατὰ τὸ ἔθος καὶ πλέον τι, ὡς τοῦ ἡγεμόνος ἔτι ὄντος νέου καὶ ἐν τῇ ἀρχῇ νεωστὶ εἰσελθόντος, ἐν τῇ καθέδρα τῇ πατρικῇ καθεσθείς, ὡς οὐκ ὄφελον, πλὴν παραχωρήσει Θεοῦ διὰ τὰς ἁμαρτίας ἡμῶν, ἴσταντο ἐξ ἐναντίας πάντες οἱ σατράπαι ἀπὸ μακρόθεν καὶ οἱ βεζίρηδες τοῦ πατρὸς αὐτοῦ, ὅ τε Χαλὶλ-πασιας καὶ ὁ Ἰσάκ-πασιας· οἱ δὲ τούτου βεζίρηδες, Σιαχὴν ὁ εύνοῦχος καὶ Ἰμπραήμ, ἦσαν προσεγγίζοντες αὐτῷ κατὰ τὴν συνήθειαν. Τότε ὁ ἡγεμὼν Μεχεμὲτ ἠρώτησε τὸν Σιαχὴν, τὸν αὐτοῦ μεσάζοντα· «Τί ὅτι ἀπὸ μακρόθεν ἵστανται οἱ μεσάζοντες τοῦ ἐμοῦ πατρός; Κάλεσον αὐτοὺς καὶ εἰπὲ τῷ Χαλὶλ ἐστάναι ἐν τῷ τόπῳ αὐτοῦ. Ὁ δὲ Ἰσακ ἀπελθέτω ἐν Προύσῃ σὺν τοῖς λοιποῖς τῆς ἑῴας ἄρχουσι, ταφῇ δοῦναι τοῦ ἐμοῦ πατρός· ἐχέτω δὲ καὶ τῶν ἀνατολικῶν θεμάτων τὴν φροντίδα».5. Τι λαμπρή τελετή ήταν εκείνη που διοργανώθηκε την επόμενη, σύμφωνα άλλωστε με τα έθιμα. Ο νεαρός ηγεμόνας, που μόλις είχε ανέλθει στην εξουσία, καθόταν στον πατρικό θρόνο – ω γεγονός ανάρμοστο και ωστόσο επιτρεπτό από το Θεό, κατά παραχώρηση, εξαιτίας των αμαρτιών μας. Απέναντί του στέκονταν όρθιοι όλοι οι σατράπες και κάπως πιο μακριά οι βεζίρηδες του πατέρα του, ο Χαλίλ πασάς και ο Ισάκ πασάς. Οι δικοί του βεζίρηδες όμως, ο ευνούχος Σιχάν δηλαδή και ο Ιμπραήμ, βρίσκονταν δίπλα του, σύμφωνα με τη συνήθεια. Τότε ο ηγεμόνας ρώτης το βεζίρη του Σαχήν: «Γιατί στέκονται τόσο μακριά οι βεζίρηδες του πατέρα μου; Κάλεσέ τους αμέσως και ζήτησε από το Χαλίλ να καθίσει στη θέση που του αρμόζει. Παράλληλα, ο Ισάκ ας επέλθει στην Προύσα μαζί με τους υπόλοιπους άρχοντες της Ανατολής, για να ενταφιάσει το σώμα του πατέρα μου· στο εξής μάλιστα αυτός θα επιστατεί των θεμάτων της Ανατολής».



Νικηφόρος Βρυέννιος




Ο Νικηφόρος Βρυέννιος ήταν γόνος αριστοκρατικής βυζαντινής οικογένειας. Ο προπάππους του είχε επαναστατήσει ενάντια στην αυτοκράτειρα Θεοδώρα το 1055, αποκαταστάθηκε από τον Μιχαήλ Στ’ το 1056 για να τυφλωθεί με διαταγή του αυτοκράτορα το 1057. Αυτός ο Βρυέννιος είχε δυο τουλάχιστον γιους με σημαντικότερο τον Νικηφόρο, ο οποίος έπαιξε σημαντικό ρόλο κατά τις βασιλείες του Ρωμανού Δ’ και Μιχαήλ Ζ’. Επαναστάτησε ενάντια στον τελευταίο αλλά τον πρόλαβε ο Νικηφόρος Γ’ ο Βοτανιάτης που πρόλαβε να καταλάβει το θρόνο το 1078 και έστειλε εναντίον του τον στρατηγό Αλέξιο Κομνηνό (τον μελλοντικό Αλέξιο Α’, 1081-1118) που τον νίκησε και τον τύφλωσε.

Ο συγγραφέας της Ύλης Ιστορίας ήταν εγγονός του Νικηφόρου αυτού. Γεννήθηκε γύρω στο 1080 και στα 16 με 17 του παντρεύτηκε την κόρη του τότε αυτοκράτορα Αλεξίου Α’ Άννα. Του δόθηκαν διάφοροι αυλικοί τίτλοι με κορυφαίο αυτό του καίσαρα γύρω στο 1109-1110, ενώ πήρε μέρος σε αρκετές εκστρατείες του πεθερού του. Όταν από τα μέσα της δεκαετίας του 1110 έγινε εμφανές ότι η υγεία του αυτοκράτορα επιδεινωνόταν, στη βυζαντινή αυλή σχηματίστηκε ένα «κόμμα» κατά του νόμιμου διαδόχου Ιωάννη και υπέρ της ανόδου στο θρόνο μετά τον θάνατο του αυτοκράτορα του Νικηφόρου. Οι ηγέτες της παράταξης ήταν η Άννα η Κομνηνή και η Ειρήνη η Δούκαινα (σύζυγος του Αλεξίου και μητέρα της Άννας και του Ιωάννη). Οι προσπάθειες μάνας και κόρης να μεταπείσουν τον Αλέξιο δεν είχαν αποτέλεσμα και μετά το θάνατο του Αλέξιου, ο νέος αυτοκράτορας ήταν ο Ιωάννης Β’ ο Κομνηνός. Ο Νικηφόρος που δεν είχε πάρει ιδιαίτερα ζεστά το ρόλο του υποψήφιου διαδόχου δεν αντέδρασε, όμως ειδικά η Άννα άρχισε να συνωμοτεί ενάντια στη ζωή του αδερφού της . Ο Νικηφόρος που δε φαίνεται να συμμετέχει στη συνομωσία δεν πέφτει σε δυσμένεια και παίρνει μέρος στις εκστρατείες του Ιωάννη Β’ ώσπου κατά τη διάρκεια μιας αρρωσταίνει και πεθαίνει στα μέσα της δεκαετίας του 1130.

Η Ύλη Ιστορίας ξεκίνησε να γράφεται από τον Νικηφόρο καθ’ υπόδειξη της πεθεράς του Ειρήνης την δεκαετία του 1110, σαν μια προσπάθεια να καταγραφεί ιστορικά (και να εξυμνηθεί φυσικά) η δράση του Αλεξίου Α’. Το έργο δεν είχε ολοκληρωθεί ακόμα την εποχή του θανάτου του Αλεξίου Α’ και συνεχίστηκε και μετά το 1118, χωρίς ποτέ να ολοκληρωθεί (ουσιαστικά ολοκληρώθηκε από την Άννα την Κομνηνή στην Αλεξιάδα της). Η γλώσσα του έργου είναι απλή με συχνή χρήση εκφράσεων της καθομιλουμένης (πράγμα που γενικά απέφευγαν οι περισσότεροι Βυζαντινοί συγγραφείς). Όμως όπως οι περισσότεροι σύγχρονοι του συγγραφείς καταφεύγει συχνά στη χρήση ιστορικών παραδειγμάτων από την αρχαιότητα, στη χρήση των αρχαίων τοπωνυμίων αντί αυτών που χρησιμοποιούνταν στην εποχή του και υποστηρίζει τον ενεργό θεϊκό ρόλο στη διαμόρφωση της ιστορίας. Επιπλέον σαν μέλλος της αριστοκρατίας αγνοεί εντελώς τις κοινωνικές συνθήκες, ενώ εξυμνεί τα κατορθώματα της αριστοκρατίας, υπερβάλλοντας ή και παραποιώντας κάποια γεγονότα (πχ ο ρόλος του Μιχαήλ Δούκα στη μάχη του Ματζικέρτ το 1071 ήταν προδοτικός όπως φαίνεται από το κείμενο του Ατταλειάτη, εδώ είναι άκρως ηρωικός). Ο ίδιος σε μια κίνηση (προσποιητής) μετριοφροσύνης ονομάζει το έργο του Ύλη Ιστορίας και όχι Ιστορία ή Χρονογραφία γιατί το θεωρεί σαν πρώτη ύλη για κάποιον λόγιο που θα γράψει για τα γεγονότα και όχι ολοκληρωμένη αφήγησή τους.

Η ύλη της Ύλης Ιστορίας χωρίζεται σε ένα προοίμιο (του οποίου η πατρότητα αμφισβητείται) και 4 βιβλία. Στο προοίμιο (που δεν έχει σωθεί ολόκληρο) εξιστορείται εν συντομία η κατάσταση στην αυτοκρατορία μετά την άνοδο στο θρόνο του Νικηφόρου Γ’ (1078) και τους λόγους για τους οποίους ήταν αναγκαία η επανάσταση του Αλεξίου Α’ το 1081.

Στο πρώτο βιβλίο εξιστορούνται συνοπτικά τα γεγονότα της ανόδου της οικογένεια των Κομνηνών στο θρόνο για πρώτη φορά με τον Ισαάκιο Α’ (1057-1059), την παραίτηση του υπέρ των Δουκών, και τελικά την άνοδο στο θρόνο του Ρωμανού Δ’ (1068). Πιο αναλυτικά περιγράφεται η εκστρατεία του Ρωμανού κατά των Σελτζούκων, η ήττα του Ματζικέρτ και η επάνοδος των Δουκών στο θρόνο με τον Μιχαήλ Ζ’ (1070-1071).

Το δεύτερο βιβλίο ασχολείται με την άνοδο στο θρόνο του Μιχαήλ Ζ’ (1071) η σχέση του με την οικογένεια του θείου του Ιωάννη Δούκα, και τα γεγονότα της επανάστασης του Ουρσέλιου (1073-1077), και την διακυβέρνηση της Αντιόχειας από τον δούκα Ισαάκιο Κομνηνό (αδερφό του Αλέξιου).

Το τρίτο βιβλίο εξιστορούνται τα γεγονότα που εξώθησαν τον Νικηφόρο Βρυέννιο (παππού του συγγραφέα) να επαναστατήσει ενάντια στον Μιχαήλ Ζ’ και την ήττα του από τον Αλέξιο Κομνηνό όταν προσπαθεί να καταλάβει την Κωνσταντινούπολη (1077-1078) και μετά την επανάσταση του Νικηφόρου Βοτανειάτη, την άνοδό του στο θρόνο ως Νικηφόρου Γ’ και η συνεργασία του με τον Αλέξιο Κομνηνό μετά την εκθρόνιση του Μιχαήλ Ζ’ (1078).

Το τέταρτο βιβλίο περιγράφει τη βασιλεία του Νικηφόρου Γ’ (1078-1081). Η ανικανότητα του αυτοκράτορα ενθαρρύνει τον Βρυέννιο να ξαναεπανασταστήσει για να ηττηθεί οριστικά, ενώ ο Γεώργιος Παλαιολόγος καταπνίγει την επανάσταση του Νικηφόρου Μελισσηνού στη Μ. Ασία.

Αν και ημιτελές είναι κατά τη γνώμη ένα άκρως ενδιαφέρον βιβλίο για κάποιον που του αρέσει η βυζαντινή ιστορία. Δεν είναι αντικειμενικό, είναι εμφανής η προσπάθεια του συγγραφέα να παρουσιάσει σαν ιστορικά αναγκαία την άνοδο του Αλεξίου στο θρόνο (προβάλλοντας την ανικανότητα των 3 προκατόχων του, αλλά και τα ιστορικά του δικαιώματα στο θρόνο σαν ανιψιός του Ισαάκιου Α’). Ο Αλέξιος (όπως και ο Νικηφόρος Βρυέννιος ο πρεσβύτερος) είναι πρότυπο αρετής και έχει όλα τα θετικά στοιχεία που μπορεί να έχει ένα βυζαντινός αριστοκράτης της εποχής του. Μέσα από το κείμενο βλέπουμε την αντίληψη για τον κόσμο της βυζαντινής αριστοκρατίας και τις κοινωνικές δυνάμεις που αλληλεπιδρούν και που θα φέρουν τελικά τις 2 πτώσεις της αυτοκρατορίας στους επόμενους αιώνες. Ακόμα η γλώσσα της μετάφρασης είναι στρωτή και ευνόητη ενώ για τις «τεχνικές» λεπτομέρειες του κειμένου υπάρχουν κατατοπιστικές υποσημειώσεις που δεν φτάνουν στην υπερβολή. Ακόμα η εισαγωγή δίνει κατατοπιστικές πληροφορίες για την πολιτική κατάσταση το Βυζάντιο του ΙΑ" αιώνα. Στα συν του βιβλίου και η παράλληλη παράθεση του πρωτότυπου κειμένου.

Δανεικά Παπούτσια | Χριστίνα Μαξούρη | μια Solo & A Cappella μουσική παράσταση στο Μουσείο Σχολικής Ζωής και Εκπαίδευσης

Δανεικά Παπούτσια
Χριστίνα Μαξούρη
μια Solo & A Cappella μουσική παράσταση
στο Μουσείο Σχολικής Ζωής και Εκπαίδευσης
Τετάρτη 23 & 30 Δεκεμβρίου 2015 | 20:00 | γενική είσοδος:  10€ | κρατήσεις απαραίτητες



Με οδηγό τη φωνή η Χριστίνα Μαξούρη, έρχεται με τα «Δανεικά της Παπούτσια» για δύο Τετάρτες (23 & 30.12) στις 20:00  στον πανέμορφο χώρο του Μουσείου Σχολικής Ζωής και Εκπαίδευσης, αποχαιρετώντας το 2015, με τραγούδια.
Τα «Δανεικά Παπούτσια» φτιάχτηκαν ακολουθώντας κυρίως συναισθηματικούς συνειρμούς και διαμορφώνονται ανάλογα με το ένστικτο, το χώρο, τη χώρα και τους καλεσμένους.
Η Χριστίνα Μαξούρη «δανείζεται» παλιές και νέες μελωδίες και τις ερμηνεύει a cappella, πλάι σε κείμενα των Χατζιδάκι, Λειβαδίτη, Περεσιάδη, Σαίξπηρ κ.ά., παίζοντας ενίοτε μεταλλόφωνο, κλαρινέτο και μπαγλαμαδάκι, σε μια χειροποίητη συναυλία, με σκοπό την κατάργηση της απόστασης μεταξύ κοινού κι ερμηνευτή.
Τα «Δανεικά Παπούτσια» πρωτοπαρουσιάστηκαν πριν δυο χρόνια, ενώ από τον Ιανουάριο του 2015, ταξιδεύουν σε Ελλάδα και εξωτερικό. Όταν οι συνθήκες το επιτρέπουν, η παράσταση αποκτά συνοδοιπόρους. Συμμετέχοντες των «Δανεικών Παπουτσιών» έχουν υπάρξει μέχρι στιγμής οι : Όλγα Λασκαράτου, Νίκος Ξυδάκης, Φοίβος Δεληβοριάς, Απόστολος Ρίζος, Ματούλα Ζαμάνη, Μαρία Παπαγεωργίου, Αλέξανδρος Εμμανουηλίδης, Ηλέκτρα Μηλιάδου, Φώτης Σιώτας, Σοφία Ευκλείδου, Πάνος Λαμπρόπουλος, Παύλος Μελάς, Σπύρος Μπολοβίνης και Γιάννης Ανδριανάκης.
περισσότερες πληροφορίες για τα ‘Δανεικά Παπούτσια’ στοwww.christinamaxouri.com
Διάρκεια παράστασης: 75 λεπτά
Κρατήσεις απαραίτητες στα: 210 3250341 & 6940 99 54 43
Μουσείο Σχολικής Ζωής και Εκπαίδευσης
Τριπόδων 23, 10558, Πλάκα, Αθήνα
Τηλ: (00 30) 210 32 50 341
Email: info@ekedisy.gr
www.ekedisy.gr

Κριτικές για την παράσταση
Γιώργος Σαρηγιάννης – Tο Τέταρτο Κουδούνι (14.05 2015) Χαρισματικό πλάσμα η Χριστίνα. Συν παλλόμενες εσωτερικές χορδές – μια ερμηνευτική ευαισθησία μοναδική και μια αμεσότητα συγκινητική. Σε μια παρεΐστικη, ζεστή ατμόσφαιρα.”
Αριστέα Γιάννου – MusicPaper.gr  (12.2.2015):  “Μια μικρή μυσταγωγία με χιούμορ ενδιάμεσα, χωρίς τίποτα βαρύ. Ένα πούπουλο που χάιδεψε τις καρδιές μας. Συμπερασματικά η μαγεία είναι κάπου εκεί δίπλα φτάνει να την αφήσεις να σε αγγίξει.”
Ζωή Νικολάου – MusicCorner.gr  (04.02.2015): “Κάθε τραγούδι και μια μικρή παράσταση. Θυμίζοντάς μας την εποχή που οι ερωτευμένοι έκαναν καντάδες και οι εξεγερμένοι τραγουδούσαν στίχους.”
Αστερόπη Λαζαρίδου  – Βήμα  (24.01.2015): “Δεν χρειάζονται και πολλά πράγματα επί σκηνής, δεν χρειάζεται καν μια φανταχτερή σκηνή που προκαλεί απόσταση και αποθέωση, όταν με το που ανοίγεις το στόμα σου και τραγουδάς είσαι ικανή να δημιουργήσεις τόσο μαγικούς τόπους. Eίναι αυτή η τόσο ιδιαίτερη χροιά της φωνής της που σου δίνει την αίσθηση ότι θα καταλήξει σε έναν αβάσταχτο λυγμό. Και όμως κρατιέται, γιατί τέτοιοι καλλιτέχνες είναι φτιαγμένοι από ανθεκτικά υλικά.”
www.toradiofono.gr  (13.01.2015):  “Συλλεκτικές παραστάσεις από αυτές που τις νιώθεις,  τις ζεις και τις κουβαλάς μέσα σου.” 

Από τη γενιά της άρνησης στη γενιά της διαδικτυακής μοναξιάς [μια ανθολογία της ελληνικής ποίησης]


Ανθολογία της ελληνικής ποίησης (20ός αιώνας), τόμος Δ΄ (1970-2000), ανθολόγηση – επιμέλεια Κώστας Γ. Παπαγεωργίου – Βαγγέλης Χατζηβασιλείου, εκδ. Κότινος, 2013
Δύο τρόποι χρήσης μιας ποιητικής ανθολογίας είναι δυνατοί. Ο πρώτος απ’ αυτούς είναι να τη διαβάσουμε σαν ένα οποιοδήποτε βιβλίο, μέθοδος η οποία μπορεί να οδηγήσει τον αναγνώστη της ανθολογίας στην τρέλα, καθώς η μία διαφορετική φωνή θα διαδέχεται την άλλη και όλες μαζί θα συνθέτουν μια παράφωνη και ακατάληπτη μουσική. Ο άλλος τρόπος απαιτεί έναν υποψιασμένο και επαρκή αναγνώστη, ο οποίος θα είναι σε θέση να ξεχωρίσει, ανάμεσα στα πολλά, το σωστό νήμα που διατρέχει τα ποικίλα ποιήματα και ακολουθώντας το ώς την άκρη του να βρει τον δρόμο προς την αναγνωστική απόλαυση και την ωφέλεια. Στον τέταρτο τόμο της «Ανθολογίας της ελληνικής ποίησης (20όςαιώνας)», που κυκλοφορεί από τις εξαιρετικές βιβλιοφιλικές εκδόσεις Κότινος, ο αναγνώστης βρίσκει πολύτιμη βοήθεια στην εισαγωγή των Κώστα Γ. Παπαγεωργίου και Βαγγέλη Χατζηβασιλείου.
Η εισαγωγή των δύο δοκιμασμένων και επαρκέστατων ανθολόγων-επιμελητών με τον τίτλο της κιόλας ορίζει το χρονικό άνοιγμα αλλά και τη δομή της ανθολογίας: «Από τη γενιά της άρνησης στη γενιά της διαδικτυακής μοναξιάς». Διαβάζουμε λοιπόν ποιητές που έκαναν την εμφάνισή τους ανάμεσα στις αρχές της δεκαετίας του 1970 και στις αρχές της δεκαετίας του 2000. Τρεις –άτυπες βέβαια– ποιητικές γενιές παρουσιάζονται στις τετρακόσιες εβδομήντα σελίδες της ανθολογίας, εβδομήντα περίπου ποιητές με πέντε ώς δέκα ποιήματά του ο καθένας. Το γεγονός μάλιστα ότι δεν αναγράφεται η ποιητική συλλογή από την οποία προέρχεται κάθε ποίημα τονίζει την ενότητα της φωνής κάθε ποιητή και βοηθάει τον αναγνώστη να σχηματίσει μια πιο καθαρή εικόνα για τον καθένα απ’ όσους ανθολογούνται και να οδηγηθεί, ενδεχομένως, στα πρωτότυπα βιβλία. Αυτός εξάλλου είναι και ο κύριος στόχος κάθε παρόμοιας ανθολογίας: η χαρτογραφημένη συναγωγή ενός αντιπροσωπευτικού δείγματος της ποιητικής παραγωγής μιας χρονικής περιόδου, με τρόπο ώστε να διακρίνονται μεν τα χαρακτηριστικά της εποχής, αλλά να μην εξαφανίζεται και η ιδιοπροσωπία κάθε δημιουργού.
Τρεις ποιητικές γενιές διακρίνουν λοιπόν οι επιμελητές της έκδοσης. Ως γενιά της άρνησης (γενιά της αμφισβήτησης έχει αποκληθεί επίσης) ορίζεται η άτυπη ομάδα των ποιητών εκείνων που πρωτοδημοσίευσαν ποιήματά τους κατά τη διάρκεια της Δικτατορίας και λίγο αργότερα, κατά τα πρώτα χρόνια της Μεταπολίτευσης. Ο Γιάννης Κοντός, ο Λευτέρης Πούλιος, ο Βασίλης Στεριάδης, η Παυλίνα Παμπούδη, η Τζένη Μαστοράκη, ο Γιάννης Βαρβέρης, ο Γιάννης Πατίλης, ο Αντώνης Φωστιέρης, ο Κώστας Μαυρουδής, ο Νάσος Βαγενάς, η Μαρία Λαϊνά, ο Γιώργος Βέης είναι μερικοί μόνο από τους ποιητές της γενιάς αυτής που ανθολογούνται. Χαρακτηριστικό των περισσότερων απ’ αυτούς, κατά την πρώτη τους δημιουργική δεκαετία τουλάχιστον, είναι η πολιτική, κοινωνική και, ευρύτερα, πολιτισμική δυσφορία που διακρίνεται στους στίχους τους, η οποία εκφράζεται με «έναν υπερπληθωρισμό ποιητικών εικόνων και αντιθέσεων, καθώς και με μιαν από σκοπού ξέχειλη και αποσπασματική πεζολογία». Η υποχρεωτική γενίκευση της διατύπωσης δεν υπονοεί, προφανώς, ότι απουσιάζουν από τη γενιά αυτή οι διαφορετικές –οι πιο εσωτερικές ίσως– φωνές, δεν είναι αυτές ωστόσο που κυριαρχούν.
Θεματική, κυρίως, διαφοροποίηση είναι αυτό που διακρίνουν ο Κώστας Γ. Παπαγεωργίου και ο Βαγγέλης Χατζηβασιλείου στην επόμενη ποιητική γενιά, στη «γενιά του ιδιωτικού οράματος», όπως αποκλήθηκε η γενιά των ποιητών που εμφανίστηκαν στα γράμματα κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1980. Κυριότεροι εκπρόσωποί της ο Σωτήρης Κακίσης, ο Γιάννης Τζανετάκης, ο Γιώργος Κακουλίδης, ο Ηλίας Λάγιος, ο Στρατής Πασχάλης, η Αλεξάνδρα Πλαστήρα, ο Χάρης Βλαβιανός, ο Γιώργος Μπλάνας, ο Γιώργος Κοροπούλης, ο Παντελής Μπουκάλας. Ό,τι περισσότερο χαρακτηρίζει τους ποιητές αυτούς είναι «η εξατομικευμένη ανταπόκριση του καθενός στα διάσπαρτα κοινά ερεθίσματα», η προσωπική αγωνία που δεν καταφέρνει ή δεν επιθυμεί να ενταχθεί σε μια ευρύτερη κοινότητα και ξανοίγεται (ή σπαταλιέται σε άλλες περιπτώσεις) σε ατομικούς πειραματισμούς και στη διερεύνηση του εσωτερικού χώρου του ποιητικού λόγου και του ποιητή.
Αναγκαία είναι, νομίζω, όταν αναφερόμαστε στην ποιητική γενιά του ογδόντα, η επισήμανση της στροφής που πραγματοποίησε μια σημαντική μερίδα των ποιητών αυτών (του Ηλία Λάγιου, του Διονύση Καψάλη, του Γιώργου Κοροπούλη) προς την έμμετρη και ομοιοκατάληκτη ποίηση – πόσο μάλλον που αυτή η τάση έδωσε, ίσως, τον τόνο στην ποίησή μας από τη δεκαετία του ’90 και κατόπιν και βρήκε θετική ανταπόκριση τόσο σε παλαιότερους (Νάσος Βαγενάς, Μιχάλης Γκανάς) όσο και σε νεότερους ποιητές (Κώστας Κουτσουρέλης, Γιάννης Δούκας). Κατά τ’ άλλα, η δεκαετία του 1990 υπήρξε, σύμφωνα με τη χαρτογράφηση των δύο ανθολόγων, φτωχή στην ποιητική της παραγωγή, καθώς λίγοι –συγκριτικά με τις προηγούμενες δεκαετίες– ποιητές πρωτοεμφανίστηκαν τότε και δίχως κάποια κοινά στοιχεία που να κάνουν ευδιάκριτη την παρουσία τους. Γεγονός που ανατράπηκε, θριαμβευτικά ίσως, κατά την επόμενη δεκαετία, η οποία και περιμένει ακόμα τον ανθολόγο της.
[Πρώτη δημοσίευση στο Ανοιχτό βιβλίο της Εφημερίδας των Συντακτών, 19.1.2014]
Χαράλαμπος Γιαννακόπουλος          

«Άλκηστις [Ο μονόλογος της εξώπορτας]» στο θέατρο Διθύραμβος


Το θέατρο Διθύραμβος από το Σάββατο 5 Δεκέμβρη, θα παρουσιάσει το θεατρικό έργο της Στέργιας Κάββαλου,  Άλκηστις  [Ο μονόλογος της εξώπορτας].
Μια 45χρονη γυναίκα  ξεχνάει τα κλειδιά της και στο σπίτι δεν είναι κανείς. Έξω από την πόρτα της, περιμένοντας το γιο της να επιστρέψει, μονολογεί. Δεν καταφεύγει σε αναμνήσεις και παράπονα. Δεν απολογείται, δεν καταγγέλλει. Τα λόγια της απλώς προκύπτουν. Όπως όλη της η ζωή. Όπως η ζωή του σύγχρονου ανθρώπου, η ζωή μας, που κάποιες  φορές προκύπτει. Σχεδόν ερήμην μας.
Η Άλκηστις καταθέτει την αλήθεια της με αβίαστη σκληρότητα και «εφηβικό» κυνισμό. Κρατιέται από την επιφάνεια και κλείνει τα αυτιά της στο βάθος.
Μια μεταμοντέρνα νευρωτική γυναίκα μέσα σε ένα σκληρό αστικό περιβάλλον.
Που συνεχώς σκοντάφτει στις πληγές της, που δεν γνωρίζει τον βαθύ εαυτό της, γιατί είναι κινούμενη άμμος, γιατί έχει θολή ταυτότητα.       
Η στροφή της ηλικίας της όμως, επιτάσσει τα βαθιά και τα κρυμμένα να βγουν στο φως.
Κι ενώ μέχρι τώρα, η Άλκηστις, με την ορμή μιας ενηλικίωσης που δεν ερχόταν ποτέ, άρπαζε το μαχαίρι που την πλήγωνε και το έκανε καθρεφτάκι για να βάλει το κραγιόν της, τώρα ίσως για πρώτη φορά, επιδιώκει να «οριοθετήσει» καλύτερα τον εαυτό της και τα θέλω της.

Σκηνοθεσία / ερμηνεία:  Έφη Νιχωρίτη
Σκηνικά / κοστούμια: Αγγελική Δημουλή
Μουσική/Artwork:  Γιώργος Μυλωνάς (Jnk)
Φωτογραφίες: Θανάσης Μπαρλαγιάννης.

ΕΝΑΡΞΗ: Σάββατο 5 Δεκέμβρη 2015.
ΠΟΤΕ: Κάθε Σάββατο στις 9.00μμ και κάθε Κυριακή στις 8.00μμ.
ΠΟΥ: Θέατρο Διθύραμβος, Λητούς 6, πλατεία Αγίας Λαύρας στο Μαρούσι.
Τιμές εισιτηρίων 10 ευρώ, φοιτητικό/άνεργοι 8 ευρώ.
Τηλ. Κρατήσεων: 210-6106897, 6977357799/ facebook.com/Theatro-Dithiramvos
Διάρκεια παράστασης 60΄

 Από τη μέρα της παράστασης το έργο της Στέργιας Κάββαλου, θα κυκλοφορεί και σε βιβλίο από τις εκδόσειςΒακχικόν (www.vakxikon.gr)











Το ημερολόγιο των Πλούσιων Ωρών του Δούκα του Μπερύ


L'Homme anatomique, ou Homme zodiacal, enluminure réalisée par les Frères de Limbourg et portant les armes du duc Jean de Berry, f.14v.


Ιανουάριος


Φεβρουάριος

Μάρτιος

Απρίλιος

Μάιος

Ιούνιος


Ιούλιος

Αύγουστος

Σεπτέμβριος



Οκτώβριος

Νοέμβριος



Δεκέμβριος


Οι αδελφοί Λίμπουρχ (ολλανδικά: Gebroeders van Limburg), ο Χέρμαν, ο Πάουλ και ο Γιόχαν ήταν διάσημοι Ολλανδοί μικρογράφοι από το Ναϊμέχεν. Δραστηριοποιήθηκαν στις αρχές του 15ου αιώνα στη Γαλλία και στο Δουκάτο της Βουργουνδίας και οι δημιουργίες τους ανήκουν στο διεθνές γοτθικό στυλ. Είναι οι δημιουργοί του γνωστότερου χειρογράφου του ύστερου Μεσαίωνα, του Très Riches Heures du Duc de Berry (πολύ πλούσιο Βιβλίο Ωρών του Δούκα ντε Μπερύ).
Περίπου στα 1398, ύστερα από τον θάνατο του πατέρα τους, οι αδελφοί Λίμπουρχ στάλθηκαν sτον θείο τους Ζαν Μαλουέλ, τον σημαντικότερο ζωγράφο της γαλλικής και βουργουνδιανής αυλής της εποχής. Ο Χέρμαν και ο Γιόχαν έμαθαν την τέχνη του χρυσοχόου στο Παρίσι. Περί τα τέλη του 1399 ταξίδευαν για να επισκεφθούν το Ναϊμέχεν αλλά, λόγω του πολέμου, συνελήφθησαν στις Βρυξέλλες. Καθώς η μητέρα τους αδυνατούσε να πληρώσει τα λύτρα για την απελευθέρωσή τους (55 χρυσά σκούδα (escuz) της εποχής), η τοπική Συντεχνία χρυσοχόων άρχισε να μαζεύει τα χρήματα. Τελικά, ο Δούκας Φίλιππος Β΄ της Βουργουνδίας πλήρωσε τα λύτρα προς χάριν του θείου τους, Μαλουέλ, που ήταν ο ζωγράφος της αυλής του. Τα δυο παιδιά αφέθηκαν ελεύθερα τον Μάιο του 1400.

Από έγγραφα που έχουν διασωθεί είναι γνωστό ότι τον Φεβρουάριο του 1402 ο Πάουλ και ο Γιόχαν είχαν συνάψει συμβόλαιο με τον Φίλιππο για να εργαστούν επί τετραετία αποκλειστικά εικονογραφώντας ένα χειρόγραφο της Βίβλου. Αυτό μπορεί να είναι ή να μην είναι η Bible Moralisée, Ms.fr.166 που βρίσκεται στην Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας (Bibliothèque nationale de France) στο Παρίσι, η οποία αδιαμφισβήτητα είναι μια από τις πρώιμες εργασίες των αδελφών Λίμπουρχ. Το 1404 ο Φίλιππος απεβίωσε, πριν οι Λίμπουρχ ολοκληρώσουν την εργασία τους.

Μετά τον θάνατο του Φιλίππου, οι Χέρμαν και Πάουλ και, αργότερα, το 1405, πήγαν να εργαστούν για τον αδελφό του θανόντος Ιωάννη, Δούκα ντε Μπερύ, ο οποίος ήταν μανιώδης συλλέκτης έργων τέχνης και ειδικότερα βιβλίων. Πρώτη τους ανάθεση ήταν να εικονογραφήσουν ένα Βιβλίο Ωρών, που σήμερα είναι γνωστό ως Belles Heures du Duc de Berry και σήμερα βρίσκεται σε ένα τμήμα του Μητροπολιτικού Μουσείου Τέχνης στη Νέα Υόρκη που ονομάζεται the Cloisters.
Αυτή τους η εργασία ολοκληρώθηκε το 1409, προς μεγάλη ικανοποίηση του δούκα, ο οποίος τους ανέθεσε ένα ακόμη πιο φιλόδοξο έργο για επίσης ένα Βιβλίο των Ωρών. Αυτό επρόκειτο να ονομαστεί Très Riches Heures du Duc de Berry και σήμερα θεωρείται ως η κορωνίδα των εικονογραφημένων βιβλίων του ύστερου Μεσαίωνα και, πιθανότατα, το πλέον πολύτιμο βιβλίο στον κόσμο. Φυλάσσεται υπό τον αριθμό εκθέματος Ms.65 στο Μουσείο Κοντέ στο Σαντιγί της Γαλλίας. Πρέπει να σημειωθεί ότι ο ημικυκλικός ζωδιακός κύκλος στο άνω μέρος της σελίδας, όταν ολοκληρωθεί σε πλήρη κύκλο έχει περιφέρεια που διέρχεται ακριβώς από την κεκλιμένη οροφή του χαμηλότερου κτιρίου στην εικόνα.
Από τους αδελφούς ο Πάουλ είχε ιδιαίτερα καλές σχέσεις με τον δούκα και έλαβε τη θέση του valet de chambre στην αυλή του, δηλ. ήταν ο προσωπικός του ακόλουθος (ο θείος του είχε την ίδια θέση στην αυλή του Φιλίππου). Ο δούκας του έδωσε πολλά κοσμήματα κι ένα μεγάλο σπίτι στη Μπουρζ. Ο Πάουλ γοητεύτηκε από μια νέα κοπέλα, την Ζιλέτ λα Μερσιέρ (Gillette la Mercière) αλλά οι γονείς της διαφωνούσαν. Ο δούκας έθεσε την κοπέλα υπό περιορισμό αφήνοντάς την μόνον ύστερα από διαταγή του βασιλέα. Το 1411 ο Πάουλ και η Ζιλέτ παντρεύτηκαν, αλλά δεν άφησαν απογόνους (Ο Πάουλ ήταν τότε 24 ετών και η Ζιλέτ 12).
Κατά το πρώτο ήμισυ του 1416 ο Ζαν ντε Μπερύ και οι τρεις αδελφοί Λίμπουρχ απεβίωσαν. Ήταν όλοι κάτω των 30 ετών και φαίνεται ότι αιτία θανάτου ήταν βουβωνική πανώλη. Το βιβλίο των Ωρών έμεινε ημιτελές. Κάποιος άγνωστος καλλιτέχνης (πιθανότατα ο Μπαρτελεμύ φαν Άικ (Barthélemy van Eyck) εργάστηκε πάνω στις πασίγνωστες μινιατούρες του ημερολογίου περί τα 1440, όταν το βιβλίο είχε πλέον περιέλθει στην κατοχή του Ρενέ του Ανζού και το 1485 ο Ζαν Κολόμπ (Jean Colombe) ολοκλήρωσε το έργο για λογαριασμό του Οίκου της Σαβοΐας.
Καθώς οι εργασίες των αδελφών Λίμπουρχ δεν ήταν προσβάσιμες, περιήλθαν στη λήθη μέχρι τον 19ο αιώνα. Εν τούτοις αποτέλεσαν παράδειγμα για τις επόμενες γενεές ζωγράφων, εκτεινόμενο πέραν των μικρογραφιών. Εργάστηκαν με βάση τη βορειοερωπαϊκή παράδοση αλλά καταδεικνύουν επιδράσεις από Ιταλούς.