Τετάρτη 26 Νοεμβρίου 2014

Rembrandt - Ρέμπραντ


Ο ζωγράφος και χαράκτης Ρέμπραντ γεννήθηκε το 1606 στην πόλη Λέιντεν της Ολλανδίας.
 Ο πατέρας του ήταν μυλωνάς με ένα μύλο στις όχθες του Ρήνου και η μητέρα του κόρη ενός ευκατάστατου φούρναρη. Στα 18 του πήγε στο Άμστερνταμ, μαθήτευσε  για 6 μήνες στο εργαστήριο του Πίτερ Λάστμαν και επέστρεψε στη γενέτειρά του όπου με έναν συμμαθητή του   ξεκίνησε ένα εργαστήριο ζωγραφικής το οποίο δεν άργησε να γίνει γνωστό. Στα 22 του χρόνια οι πίνακες του ήδη είχαν ζήτηση και αρκετοί μαθητές κατέφθαναν στο εργαστήριο.
Το 1630 πεθαίνει ο πατέρας του και δυο χρόνια μετά φεύγει για το Άμστερνταμ Το 1634 παντρεύεται την Σάσκια, οι πίνακες του έχουν μεγάλη ζήτηση οι δε μαθητές συνέρρεαν στο εργαστήριό του.
Στα πρώτα του βήματα στο Άμστερνταμ καθοριστική ήταν η βοήθεια του Βαν Ούλενμπουρχ που ήταν έμπορος τέχνης.
Το 1642 πέθανε η Σάσκια  αφήνοντας τον μόνο αλλά οικονομικά ευκατάστατο. Τα επόμενα χρόνια αρχίζει να ξοδεύει υπέρογκα ποσά αγοράζοντας απίθανα πράγματα, ακόμα και σπάνια κατοικίδια εξωτικά ζώα και γνωρίζοντας διάφορες ερωμένες. Ο τρόπος της ζωής του δεν άρεσε όμως στην κοινωνία του Άμστερνταμ. Οι μαθητές του μειώθηκαν και οι πίνακες του έπαψαν να έχουν μεγάλη ζήτηση, ακόμα και οι φίλοι του του γύρισαν την πλάτη.
Το 1663 έχει δηλωθεί στο Ολλανδικό κράτος σαν άπορος και τον συντηρεί ο γιος του Τίτος με τους πιστωτές να τον κατατρέχουν.
Πέθανε  στα 63 του χρόνια το 1669 ένα χρόνο μετά τον θάνατο του γιου του,  με μοναδική του συντροφιά την κόρη του Κορνηλία που είχε αποκτήσει με τη Χέντρικε.







Μουσικό πάρτι  (1626)



Τωβίτ και Άννα (1626)




Ο Χριστός διώχνει τους αργυραμοιβούς από το Ναό (1626)




Παραβολή του πλουσίου (1627)





Άγιος Παύλος στη φυλακή - ελαιογραφία (1627)





Δυο ηλικιωμένοι διαφωνούν (1628)





Σαμψών και Δαλιδά (1628)






Πορτρέτο ηλικιωμένης / Η μητέρα του καλλιτέχνη (1629)







Αβραάμ και άγγελοι (1630)






Ο πατέρας του καλλιτέχνη (1630)





Σχέδια γιο το "Άσωτος με μία πόρνη" (1630)





Λόγιος διαβάζει (1631)





Ο Ιερεμίας θρηνώντας για την καταστροφή της Ιερουσαλήμ (1630)





Πορτρέτο Nicolaes Ruts (1631)




Η παρουσίαση του Χριστού στο Ναό / Υπαπαντή  (1631)





Φιλόσοφος σε διαλογισμό (1631)
Μουσείο Λούβρου





Άνδρας με οριεντάλ κουστούμι - Λεπτομέρεια (1632)




Πορτρέτο ενός άνδρα  (1632}




Η αρπαγή της Ευρώπης   (1632)





Πορτρέτο μιας γυναίκας (1632)





Μάθημα ανατομίας του Δρ. Τουλπ (1632)




Λεπτομέρεια 





Ο Χριστός στην καταιγίδα στη λίμνη της Γαλιλαίας (1633)




Ο Jan Pietersz και η σύζυγός του (1633)






Πορτρέτο γυναίκας (1633)






Η Σάσκια με ψάθινο καπέλο (1633)




Αυτοπροσωπογραφία ως νέος  (1634)




 Η Άρτεμις στο μπάνιο της και ο Ακταίων (1634)










Πορτρέτο του Johannes Elison (1634)








Ηλικιωμένη ογδοντατριών ετών(1634)




Η Σάσκια ως Χλωρίδα (1634)





Η σύζυγος του Πετεφρή και ο Ιωσήφ - χαλκογραφία  (1634)

Ένα βιβλικό ζωγραφικό θέμα που ενέπνευσε αρκετούς ζωγράφους της αναγέννησης  και όχι μόνο.

Κατά την Παλαιά Διαθήκη ο Ιωσήφ ήταν γιος του Ιακώβ.  Ο Πετεφρή ήταν αξιωματούχος αυλικός του Φαραώ στο σπίτι του οποίου υπηρετούσε ο Ιωσήφ τον οποίο είχε αγοράσει σαν σκλάβο ο Πετεφρή.Τον Ιωσήφ  τον παρέστεκε ο Θεός κι έτσι το σπίτι του Πετεφρή το βρήκε ευμάρεια η οποία εκπορευόταν  από τον Ιωσήφ. Τον Ιωσήφ ο Πετεφρή τον έκανε αρχιεπιστάτη του . Η γυναίκα του Πετεφρή όμως θέλχθηκε από τον Ιωσήφ και προσπάθησε να τον αποπλανήσει αρκετές φορές. Ο Ιωσήφ όμως αρνήθηκε και προκάλεσε το θυμό της, η οποία τον κατηγόρησε ότι προσπάθησε να τη βιάσει. Τότε ο Πετεφρή πιστεύοντας τη γυναίκα του, έριξε τον Ιωσήφ στη φυλακή. Εκεί ο Ιωσήφ ερμήνευσε δύο όνειρα σε αξιωματούχους του Φαραώ που είχαν εκπέσει. Σύμφωνα με το πρώτο όνειρο, ο ένας θα εκτελούνταν και ο άλλος θα ξανααναλάμβανε το αξίωμά του αρχιοινοχόου. Μετά από δύο χρόνια ο Φαραώ είδε ένα όνειρο το οποίο οι μάγοι του δεν μπορούσαν να το ερμηνεύσουν. Ο αρχιοινοχόος τότε θυμήθηκε τον Ιωσήφ και ο Φαραώ διέταξε να τον βγάλουν από τη φυλακή. Το όνειρο το ερμήνευσε ο Ιωσήφ και σύμφωνα με αυτό θα έρχοντο στην Αίγυπτο 7 έτη αφθονίας τα οποία θα διαδέχονταν 7 έτη ανέχειας και ξηρασίας. Ο Φαραώ έλαβε μέτρα για την αντιμετώπιση του κακού και έδωσε στον Ιωσήφ ανώτατο αξίωμα και  για να επανορθώσει το κακό που του είχε γίνει μνήστευσε τον Ιωσήφ με την κόρη του Πετεφρή.




Αυτοπροσωπογραφία (1634)







Ο Άγιος Ιωάννης ο Βαπτιστής κηρύττει (1634)





Απόστολος Παύλος (1635)




Άγγελος σταματά τον Αβραάμ να θυσιάσει τον Ισαάκ (1635)





Αθηνά (1635)




Η Σάσκια κοιμάται  (1635)





Ρέμπραντ και Σάσκια σε σκηνή ασώτου σε ταβέρνα (1635)




Γιορτή του Βαλτάσαρ (1635)




Δανάη (1636)




Samson Accusing His Father in Law (1635)







Η τύφλωση του Σαμψών (1636)





H ίαση του Τωβίτ από τον γιο του (1636)






Ιακώβ με τον Βενιαμίν (1637)




Πολωνός ευγενής (1637)



Αρχάγγελος εγκαταλείποντας τον Τοβία και την οικογένειά του (1637)




Αυτοπροσωπογραφία - χαλκογραφία  (1638)





Πορτρέτο του Cornelis Claesz - χαλκογραφία (1640)




Herman Doomer (1640)






Αυτοπροσωπογραφία (1640)





Άνδρας καθισμένος σε πολυθρόνα (1641-43)*
Μητροπολιτικό μουσείο Νέας Υόρκης





Αγκάθα Μπας (1641)






O Cornelis Claesz και η σύζυγός του (1641)




Νυχτερινή περίπολος (1642)




Ο Χριστός και η μοιχαλίδα (1644)



Πορτρέτο μιας γυναίκας (1645-49) *
Μητροπολιτικό μουσείο Νέας Υόρκης





Άνδρας με κολάρο (1645-60) *
Μητροπολιτικό μουσείο Νέας Υόρκης





Κρεβάτι (1646)





Η Σουζάνα και οι δύο γέροντες  (1647)

  H Σουζάνα ήταν  μια ενάρετος σύζυγος που τα κάλλη της ορέγονταν δύο γέροντες που την παρενοχλούν σεξουαλικά την ώρα που ήταν στο μπάνιο  της.
              Αυτή δεν  ενδίδει στις ορέξεις των γερόντων και αυτοί μετά την κατηγορούν για συζυγική απιστία.
                   Η βιβλική ιστορία έχει και έναν δικαστικό αγώνα όπου και η Σουζάνα δικαιώνετε. 





Ο Εβραίος γιατρός Εφραίμ Μπόνους - χαλκογραφία  (1647)








Ζητιάνοι - χαλκογραφία (1648)





Άνδρας με πανοπλία (1650) *
Μητροπολιτικό μουσείο Νέας Υόρκης




Ηλικιωμένη κόβει τα νύχια της (1650) *
Μητροπολιτικό μουσείο Νέας Υόρκης



Άνδρας με στρατιωτική στολή (1650)




Πορτρέτο ηλικιωμένου (1651)




O τυφλός Τωβίτ - χαλκογραφία (1651)



Άνδρας με τη χρυσή περικεφαλαία (1650) *



Φάουστ - χαλκογραφία (1652)

Ο Γιόχαν Φάουστ ήταν ένας θρυλικός πολυπράγμων Γερμανός (τσαρλατάνος) που περιφερόταν στις μεγαλουπόλεις της δυτικής Ευρώπης, εμφανιζόμενος  σαν μέγας αστρονόμος, σαν γιατρός και άλλοτε  σαν αλχημιστής.  
Ισχυριζόταν ότι τα θαύματα του Χριστού για αυτόν ήταν παιχνιδάκι και ότι οι νίκες του Ιταλικού Αυτοκρατορικού στρατού ήταν αποτέλεσμα μόνο των μαγικών του δυνάμεων.
Η φήμη του εξαπλώθηκε  σε όλο τον κόσμο με απίθανες ιστορίες που ήθελαν ακόμα και κληρικούς να επιβεβαιώνουν τα κατορθώματά του ακόμα και με παρόντα τον διάβολο.




Ο Αριστοτέλης με μια προτομή του Ομήρου (1653)




Η Βηθσαβεέ στο μπάνιο της (1654)





Μπάνιο της Χέντρικε σε ένα ποτάμι (1654)





Σημαιοφόρος  (1654)




Γέρος Εβραίος (1654)






Τίτος  (1655)





Η θυσία του Ισαάκ (1655)





 Νεαρό παιδί ντυμένο φανταχτερά 

(Βρέθηκα στο Μουσείο στη  Πασαντίνα  της Καλιφόρνιας πριν από αρκετά χρόνια όπου το έργο ήταν εκεί και με εισιτήριο τρία  δολάρια κάθε επισκέπτης είχε δώρο ένα τέλειο αντίγραφο του έργου)





Πορτρέτο άνδρα (1655-62) *
Μητροπολιτικό μουσείο Νέας Υόρκης





Ο Ιακώβ ευλογεί τα παιδιά του Ιωσήφ (1656)





Ο γιος του Τίτος (1657)







Αυτοπροσωπογραφία (1658)






Ιακώβ και Άγγελος (1659)




Αυτοπροσωπογραφία (1659)




Ο Πιλάτος πλένει τα χέρια του (1660-62) *





Ευαγγελιστής Ματθαίος και Άγγελος (1661)





Γενειοφόρος άνδρας  (1661)





Πορτρέτο του Jacob Trip (1661)





Επίτροποι της συντεχνίας υφασματεμπόρων  (1662)





Ισαάκ και Ρεβέκκα / Η Εβραία νύφη (1665)




Δαβίδ και ο στρατιώτης του Uriah  (1665)




Νεαρός άνδρας (1666)






Πορτρέτο ηλικιωμένου (1667)





Ο γιος του Τίτος *
Μητροπολιτικό μουσείο Νέας Υόρκης


* Αρχικά αυτά τα έργα καταγράφηκαν σαν έργα του Ρέμπραντ.
 Σήμερα αν και δεν έχει εξακριβωθεί ο δημιουργός τους, πιθανολογείται ότι προέρχονται από κάποιο μαθητή του εργαστηρίου  του ή  κάποιον που επηρεάστηκε από το στυλ του.
Τα μουσεία που τα φιλοξενούν σίγουρα θέλουν να είναι αυθεντικοί Ρέμπραντ
Πηγή: http://habilisii-habilis.blogspot.gr/2013/05/rembrandt.htmlhttp://habilisii-habilis.blogspot.gr/2013/05/rembrandt.html

Τρίτη 25 Νοεμβρίου 2014

Φοβού τους φοιτητές και δώρα φέροντες ... Σκουπίδια!


της Νότας Χρυσίνα

Όταν επισκέφτηκα την Φιλοσοφική σχολή πριν από λίγους μήνες θέλοντας να επιστρέψω στα θρανία διαπίστωσα ότι είχα πάει σε ένα χώρο που έμοιαζε να γίνεται η συλλογή σκουπιδιών όλης της περιοχής. Ρώτησα τι συμβαίνει και μου είπαν  να μην σοκάρομαι γιατί απεργούν οι καθαρίστριες και πως εάν ήθελα να πάω στις τουαλέτες έπρεπε να το σκεφτώ καλά καθώς η εμπειρία θα μου έμενε αξέχαστη.
Σήμερα, διάβασα άρθρο του Γιατρομανωλάκη στο "Βήμα" που έλεγε πως οι φοιτητές μάζεψαν μόνοι τους! τα σκουπίδια και τα τοποθέτησαν στο πρυτανικό γραφείο.
Αυτό με κάνει να αναρωτιέμαι τι είδους πολίτες δημιουργήσαμε και μάλιστα εάν αυτοί είναι οι κατάλληλοι για την διαπαιδαγώγηση των παιδιών μας καθώς είναι οι αυριανοί καθηγητές της χώρας.
Από την άλλη, η κίνησή τους αυτή, η τοποθέτηση των σκουπιδιών στο πρυτανικό γραφείο, εάν δεν αφορά την ίδια την αρχή και την δική της αδιαφορία μήπως αφορά την  άρχουσα τάξη αυτής της χώρας όπου παρέδωσε σκουπίδια στους νέους και τους ζητάει να τα μετατρέψουν σε χρυσάφι;

Ξεκινάμε στο νέο Ιστολόγιο: "Ωραίος ως Έλλην" Πολιτικά σχόλια για την καθημερινότητα και άλλα..
  http://oraiososhellin.blogspot.gr/2014/11/blog-post.html

Δευτέρα 24 Νοεμβρίου 2014

Ο Γκρέκο του Καζαντζάκη και του Σεφέρη

"Η ταφή του Κόμη Οργκάθ"

Δύο από τους σημαντικότερους έλληνες λογοτέχνες του 20ού αι. που έχουν ασχοληθεί με τη ζωή και το έργο του Θεοτοκόπουλου (1541-1614) είναι ο Ν. Καζαντζάκης (Ν.Κ.) και ο Γ. Σεφέρης (Γ.Σ.). Το παρόν σημείωμα (μια εκτενέστερη μορφή του έχει δημοσιευθεί παλαιότερα) σκοπεύει να δώσει, με την ευκαιρία των 400 χρόνων από τη γέννηση του Γκρέκο, ορισμένα παραδείγματα του τρόπου με τον οποίο οι δύο συγγραφείς (ολωσδιόλου διαφορετικής λογοτεχνικής ιδεολογίας, και όχι μόνο) προσλαμβάνουν και ερμηνεύουν τον ζωγράφο.

  1. "Ο διαμερισμός των ιματίων του Χριστού"


Οι αναφορές του Ν.Κ. στον Γκρέκο είναι πολλές: η μεταθανάτια Αναφορά, το ομώνυμο Canto στις Τερτσίνες (1933), το ταξιδιωτικό Ισπανία (1937), τα Τετρακόσια Γράμματα στον Πρεβελάκη και στην Ελένη Σαμίου (Ασυμβίβαστος). 
Ενδιαφέρον είναι και ένα άρθρο του στην «Εγκυκλοπαίδεια Ελευθερουδάκη». Κάποια στιγμή ο Ν.Κ. προτείνει στον ειδήμονα, νεότερο «αδελφό» του, Πρεβελάκη να γράψουν μαζί ένα βιβλίο για τον διάσημο συμπατριώτη τους. Το κρητικό τρίγωνο δεν έδεσε τελικά, καθώς ο Ν.Κ. βρήκε τη συνεργασία δύσκολη και αποφάσισε να γράψει μόνος ένα βιβλίο «λεύτερο, λυρικό», χωρίς «documentation», στο οποίο θα «κουβέντιαζε» με τον Γκρέκο. Η ιδέα θα υλοποιηθεί μερικώς στην Αναφορά. Επίσης όποιος διαβάσει το σχετικό κεφάλαιο της Ισπανίας, όπου ο Ν.Κ. περιγράφει την επίσκεψή του στο Τολέδο, θα διαπιστώσει ότι ο συγγραφέας προσπαθεί να συντάξει μια όντως εμπειρική σπουδή για τον ζωγράφο.



Ωστόσο, εκείνο που τονίζεται περισσότερο από τον Ν.Κ., όταν περιγράφει τους πίνακες του Γκρέκο, δεν είναι τόσο η ζωγραφική όσο η (κατά την άποψή του) ιδεολογία και μεταφυσική του ζωγράφου, η ιδιοσυγκρασία και η αγωνία ενός κρητικού τεχνίτη που μοιάζει με τη δική του ιδιοσυγκρασία και υπαρξιακή αγωνία.
 Ο Ν.Κ. ταυτίζεται συνεχώς με τον Γκρέκο, σε βαθμό που τον «οικειοποιείται» ως δικό του Παππού και πρόδρομό του. Πιστεύει πως τα όποια βιοτικά ή άλλα προβλήματα αντιμετωπίζει ο ίδιος είναι παρόμοια με τα προβλήματα που είχε ο ζωγράφος όταν λ.χ. ήρθε σε ρήξη με τον βασιλιά Φίλιππο Β', που αρνήθηκε «να του δώσει τους τοίχους του Εσκοριάλ να τους γιομώσει».
 Τέλος στην Αναφορά ο αφηγητής δεν συναντά τον «Γεχωβά». Συναντά τον Γκρέκο: «ήσουν εσύ, Παππού, από το αγαπημένο χώμα της Κρήτης, και στέκουσουν μπροστά μου, άρχοντας αυστηρός, με το σφηνωτό γενάκι το κάτασπρο, με τα στεγνά χείλη τα σφιμένα, με το εκστατικό μάτι, το γεμάτο φλόγες και φτερούγες». Σκοπός αυτής της επιφάνειας του Γκρέκο ήταν να δώσει στον συντοπίτη συγγραφέα μια σειρά από άγριες «προσταγές» που καταλήγουν στη γνωστή διαταγή «Φτάσε όπου δεν μπορείς»!
Η Σταύρωση"



Για τον Σεφέρη ο Θεοτοκόπουλος (όπως προτιμά να τον λέει) είναι σαφώς διαφορετικός. Είναι ένας τολμηρός ανανεωτής της τέχνης, ο πρώτος σύγχρονος έλληνας τεχνίτης, ο πρωτοπόρος της ιδέας του «δύσκολου ελληνισμού». Ο μικρός πίνακας του Θεοτοκόπουλου που βλέπει ο Γ.Σ. στην Εθνική Πινακοθήκη του Λονδίνου επανέρχεται συνεχώς στη σκέψη του (μαζί με τον Κάλβο, τον Σολωμό, τον Παλαμά, τον Καβάφη αλλά και τον Θεόφιλο και τον Μακρυγιάννη) κάθε φορά που αναφέρει αυτόν τον «ελληνισμό». Ο Θεοτοκόπουλος είναι σαν ένας φάρος «όχι με την έννοια των λογογράφων αλλά με την έννοια του θαλασσοπόρου. […] Αν δεν έπεφτε η Πόλη μια φορά. Αν δεν έπεφτε η Πόλη δυο φορές. Αν είχε της ειρήνης τα δώρα, δε θα γινότανε τάχα μια αναγέννηση του λόγου στο Βυζάντιο; Η πνευματική μορφή του Θεοτοκόπουλου είναι ένα χεροπιαστό παράδειγμα του τι θα μπορούσε να ήταν η αναγέννηση αυτή». Ο Γ.Σ. θέλγεται από το αναγεννησιακό, αντιακαδημαϊκό πνεύμα και τη δημιουργική τόλμη του Γκρέκο. Και είναι αυτός ο καλλιτέχνης που συνιστά το κύριο επιχείρημά του στη διαμάχη με τον Τσάτσο όσον αφορά όχι μόνο την ελευθερία του τεχνίτη και τον «παραλογισμό» του αλλά και την ικανότητα της τέχνης του να συγκινεί.
  1. "Άποψη του Τολέδου"



Αυτή την καλλιτεχνική ανεξαρτησία και ελευθερία θαυμάζει επίσης ο Σεφέρης στον διάσημο πίνακα του Τολέδου, όπου ο ζωγράφος αφαιρεί το νοσοκομείο του δον Χουάν Ταβέρα «γιατί τον εμποδίζει» και θεωρεί αυτή την πρωτοβουλία «μοναδικό παράδειγμα στα χρονικά της δυτικής τέχνης ώς την εποχή που ονομάζουμε μοντέρνα».
  1. "Άποψη του Τολέδου" με 
    το νοσοκομείο του δον Χουάν Ταβέρα
Περισσότερο ενδιαφέρουσα, πλην «σκοτεινή» και δυσερμήνευτη, είναι μια καταγραφή του Σεφέρη που αφορά την περσόνα του Στράτη Θαλασσινού (Μέρες Β' 108). «Επαιξα τη Δεύτερη Σουίτα του Μπαχ και συλλογίστηκα το Στράτη Θαλασσινό. Αυτή η υπόθεση θα με κάνει να φτύσω αίμα. [...] Ο Στράτης Θαλασσινός είναι μια εξίσωση ή ένα τρίγωνο, το εξής: Στην κορυφή ο Θεοτοκόπουλος. Αριστερά: Μπαχ, Εισαγωγή της Δεύτερης Σουίτας και Αρια της Τρίτης. Δεξιά: Ενας βράχος στη θάλασσα, κάπου στην Ελλάδα. Το τεντώνω, το τεντώνω σα χορδές∙ αν δε μιλήσει, θα σκάσω εγώ». Ποιος μπορεί να μας λύσει σήμερα αυτή την εξίσωση;
  1. "Η Πέμπτη Σφραγίδα της Αποκαλύψεως"


Η σύγκριση των απόψεων του Ν.Κ. και του Γ.Σ. για τον Θεοτοκόπουλο αναγκαστικά μένει λειψή. Παραθέτουμε ως κατακλείδα τις σκέψεις τους σχετικά με τη σταδιακή «ωρίμανση» του ζωγράφου και τη γενικότερη εξέλιξη της τεχνικής του. Ο Ν.Κ. γράφει: «Οσο γερνάει αντίς να γαληνεύει, δηλαδή να ξεθυμαίνει, όπως όλοι οι άνθρωποι, ο Γκρέκο αγριεύει ολοένα, η "παραφροσύνη" του όλο και γίνεται πιο γόνιμη. Τα στερνά του έργα Η πέμπτη σφραγίδα, ο Λαοκόοντας, Το Τολέδο με την καταιγίδα είναι καθάρια φλόγα. Δεν είναι σώματα...» (Ισπανία 90). Αντίθετα ο Γ.Σ. (Μέρες Δ' 16) υποστηρίζει, «Συλλογιζόμουνα προχτές φυλλομετρώντας το έργο του Θεοτοκόπουλου, πως όσο προχωρεί τόσο γίνεται περισσότερο δικός μας, τα πρόσωπά του θυμίζουν κάποτε εκπληκτικά μορφές ελληνικού νησιού. Οσο γερνά τόσο ελευθερώνεται η ψυχή του, οι αναμνήσεις της πρώτης ηλικίας θα 'λεγες πως βγαίνουν στον αφρό ευκολώτερα. Να το προσέξω κάποτε από πιο κοντά».

Η αποκαθήλωση και ο θρήνος"


Ο κ. Γιώργης Γιατρομανωλάκης είναι καθηγητής Κλασικής Φιλολογίας και συγγραφέας.

Κυριακή 23 Νοεμβρίου 2014

Η ΑΓΡΥΠΝΙΑ ΤΗΣ ΑΦΡΟΔΙΤΗΣ

Η θεά Αφροδίτη,  Σάτυρος και ο έρωτας, Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο


Πηγή: https://www.academia.edu/3247834/H_Aγρυπνια_της_Αφροδιτης_Pervigilium_Veneris_

ΠΡΟΛΟΓΟΣ

H Αγρύπνια της Αφροδίτης είναι ένα λόγιο ποίημα του 2ου μ. Χ. (αν γράφτηκε από τον ιστορικό Φλώρο, όπως βάσιμα υποστηρίζεται) ή του 4ου αι. Θέμα του είναι το Pervigilium, οργιαστικό ξενύχτι για την Αφροδίτη την πρώτη νύχτα του Απρίλη (λέξη που προέρχεται από το λατινικό aperire και σημαίνει ανοίγω - άνοιξη). Αυτή η αγρύπνια ήταν λαϊκή γιορτή βέβαια, που όμως τελικά έγινε δημόσια κι επίσημη, κι έτσι γράφτηκε γι’ αυτήν ένα τέτοιο ποίημα, που φανερά ακολουθεί το βουκολικό μανιερισμό της εποχής στο ύφος του γενικά και είναι γεμάτο μυθολογικές αναφορές κι επιδράσεις ποικίλες, ελληνικές (απ’ το Μελέαγρο γ.π. ή στωικές) και λατινικές.
Σίγουρα είναι ένα ποίημα όχι σπουδαίο, όμως έχει πολλή δροσιά, δίνει μια κοσμοθεωρία πλήρη και ακεραιωμένη και κρατάει στη γλώσσα του ευγένεια μέχρι τη θλίψη του τέλους με την ήρεμη αποδοχή της μετριότητας, φυσική κατάληξη της βουκολικής μανιέρας, που πάντως άφησε
άνετα να περάσουν απ’ την καλλιεργημένη πέννα του ποιητή αξιόλογοι στίχοι, πιο ελεύθεροι, αυθεντικοί για την ατμόσφαιρα της λαϊκής γιορτής. Έτσι, όσο κι αν είναι ένα μέτριο ποίημα, η Αγρύπνια της Αφροδίτης έχει αγαπηθεί από τους ποιητές κι έχει μεταφραστεί πολλές φορές (όχι
στην Ελλάδα: η πρώτη, νομίζω, είναι αυτή που ξανατυπώνεται εδώ, εκτός αν λογαριάσουμε το «όποιος ποτέ του δεν αγάπησε» του Σεφέρη, που αποδίδει πιστά το
α΄ ημιστίχιο του περίφημου εφυμνίου: cras amet qui
numquam amavit, quique amavit cras amet). 

Αγάπη αύριο ο ανέμαθος κι αγάπη ο μαθημένος!

Άνοιξη νέα, άνοιξη ωδών, άνοιξη ο κόσμος πάλι,

Άνοιξη οι αγάπες σμίγουνε, άνοιξη τα πουλάκια
2

και λυεί το δάσος τα μαλλιά με τις βροχές του
γάμου.

Αύριο η Μητέρα του Έρωτα μες στις σκιές των
δέντρων

πλέκει καλύβες θαλερές με της μυρτιάς
βεργούλες,

Αύριο τα δίκια η Διώνη λέει απ’ τον ψηλό της
θρόνο.

Αγάπη αύριο ο ανέμαθος κι αγάπη ο μαθημένος!

Τότε απ’ το αίμα του ουρανού κι απ’ τους
αφρούς ο πόντος

μέσα απ’ τους γαλανούς χορούς, μέσα απ’ τα
δίποδα άτια

κύμα τη Διώνη έπλασε, θαλασσινό νεράκι.

Αγάπη αύριο ο ανέμαθος κι αγάπη ο μαθημένος!

Αυτή την πορφυρή χρονιά πετράδια ζωγραφίζει,

αυτή τις κομπωτές θηλές μες στους καλούς
ζέφυρους

βιάζει μπουμπούκια να δεθούν· αυτή τις
δροσοστάλες

που αφήνει η αύρα στη νυχτιά σκορπάει φωτός
νεράκια·

και τρέμουν δάκρυα λαμπερά στο βάρος τους να
πέσουν,

αργή η σταγόνα κρεμαστή κρατιέται απ’ την
ακρούλα.

Να, τη ντροπή τους δείξανε τα πορφυρά

λουλούδια·

μέσ’ απ’ τις νύχτες καθαρά με τ’ άστρα τα
νεράκια

πρωί απ’ τα πέπλα τ’ ανοιχτά βγάζουν θηλές
παρθένες.

Αυτή ειπε υγρά μες στο πρωί τριαντάφυλλα να
δέσουν·

πλασμένα απ’ του Έρωτα φιλιά κι από της
Κύπρης το αίμα

κι απά πετράδια και φωτιές και τις πορφύρες του
ήλιου,

αύριο το κόκκινο, που κλειούν στο πύρινο
ένδυμά του,

στο υγρό μπουμπούκι του έρωτα δε θα ντραπούν
ν’ ανοίξουν.


Αγάπη αύριο ο ανέμαθος κι αγάπη ο μαθημένος!

Αυτή ειπε οι Νύμφες, η θεά, να ’ρθούν στο
μυρτοδάσος:

Πάει με τις νέες το Παιδί· μα πώς να το πιστέψεις

πως είναι ο έρωτας αργός, όταν βαστάει σαΐτες;

Ελάτε, Νύμφες, δίχως όπλα, αργός ο Έρωτας
είναι!

Του είπε, άοπλος να ’ρθει, γυμνός να ’ρθει του
είπε,

με τόξο ή βέλος τίποτα, με φλόγα, να μη βλάψει.

Μα, Νύμφες, φυλαχτείτε εσείς, ο Πόθος είναι
ωραίος:

όλος είναι όπλα ο έρωτας όσο γυμνός που είναι.


Αγάπη αύριο ο ανέμαθος κι αγάπη ο μαθημένος!

Αγάπη αύριο ο ανέμαθος κι αγάπη ο μαθημένος!

Κριτήριο πρόσταξε η θεά στητό στα Υβλαία
λουλούδια:

Πρωτόθρονη νόμους θα πει, δίπλα της θα ’ναι οι
Χάρες.

Ύβλα, λουλούδια σκόρπισε, ό,τι έφερε η χρονιά
σου!

Ύβλα, λουλούδια φόρεσε τον κάμπο όλο της
Αίτνας!

Θα ’ρθουν οι κόρες των αγρών και των βουνών
οι κόρες

κι αυτές που δάση ή σύδεντρα ή βρύσες
κατοικούνε:

Είπε όλοι νά ’ρθουν, του Παιδιού του φτερωτού
η Μητέρα,

είπε, του Έρωτα και γυμνού οι νέες να μην
πιστεύουν.

Αγάπη αύριο ο ανέμαθος κι αγάπη ο μαθημένος!
……………………………………………….
κι ήσκιους ν’ απλώνει θαλερούς πάνω στα νέα
λουλούδια!
……………………………………………….
Σαν αύριο ο Ουρανός αρχή ζευγάρωσε στο γάμο.

Να πλάσει όλη τη χρονιά νέφη εαρινά ο
Πατέρας,


στον κόλπο γάμου ήρθε βροχή του γόνιμου
ταιριού του,

απ’ όπου όλα θα τα ’δινε δετός στο μέγα σώμα.

Αυτή και φλέβες και ψυχή, λεπτή πνοή χυμένη,

βαθιά γεννήτρα κυβερνά με μυστικές δυνάμεις.

Στον Ουρανό, σ’ όλη τη γη, στον απλωμένο
πόντο,

η άπαυτη ορμή της ανοιχτήν οδό καρποφορίας

ποτίζει και του κόσμου λέει να βρει της γέννας
δρόμους.

Αγάπη αύριο ο ανέμαθος κι αγάπη ο μαθημένος!

Αυτή τους Τρώες της γενιάς τους έκανε
Λατίνους·


αυτή κόρη Λαυρεντινή ταίρι έδωσε στο γιο της.

Μετά στον Άρη απ’ το ιερό δίνει σεμνή παρθένα·

αυτή τους γάμους έκανε Ρωμαίων και Σαβίνων,

Ράμνες, Κυρίτες από κει και κληρονόμα γέννα

για το Ρωμύλο Καίσαρα πατέρα, γιο, να πλάσει.

Αγάπη αύριο ο ανέμαθος κι αγάπη ο μαθημένος!

Τους κάμπους τρέφει η ηδονή, οι κάμποι την
Κύπρη νιώθουν·

κι ο γιος της Διώνης, ο Έρωτας, λένε, έγινε στον
κάμπο.

Αυτή όταν κάρπιζε ο αγρός στους κόλπους της
τον πήρε·

αυτή τον τάιζε τρυφερά των λουλουδιών
φιλάκια.

Αγάπη αύριο ο ανέμαθος κι αγάπη ο μαθημένος!


Νά που στα σπάρτα το πλευρό αργά οι ταύροι
απλώνουν,

Καθένας ήσυχος κοντά στο ταίρι της αγάπης.

Μέσα στις σκιές βελάζοντας νά ταίρια - ταίρια
αγέλες.

Κι είπε η θεά όλα τα πουλιά όλο να κελαηδούνε.

Τώρα όλοι οι κύκνοι την τραχειά φωνή στα
βάλτα απλώνουν.

Το ταίρι του Τηρέα απαντάει μέσα στη σκιά της
λεύκας

και λες τα πάθη του Έρωτα ταιριάζει η μουσική
του,

πως δε θρηνεί την αδερφή που είχε βάρβαρο

άντρα.

Αυτό, τραγούδι· εγώ, σιωπή. Πότε θα ’ρθεί η
άνοιξή μου;

Πότε, χελιδόνι κι εγώ, θα πάψω να σωπαίνω;

Τη Μούσα έχασα στη σιωπή, δε με κοιτάζει ο
Φοίβος.

Έτσι οι Αμύκλες άφωνες απ’ τη σιωπή χαθήκαν.


Αγάπη αύριο ο ανέμαθος κι αγάπη ο μαθημένος!


ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
Η Αγρύπνια της Αφροδίτης είναι μια αφορμή (μόνο) να θυμηθούμε τα οργιαστικά ανοιξιάτικα τραγούδια της Αρχιχρονιάς, της γέννησης της Φύσης, από το βαβυλωνιακό Ενούμα έλις μέχρι τα ινδικά κείμενα της Βαλαβαράτα κι απ’ τα Carmina Burana μέχρι τα καλαντίσματα και τα πιο δραματικά δημοτικά μας τραγούδια, όπως του «Νεκρού αδερφού»: κύκλος πολύ μεγάλος που και η περιγραφή του θα βάραινε πολύ εδώ, κοντά στο Pervigilium. Ας λειτουργήσει λοιπόν άνετη ημνήμη μας.
Θα πρέπει όμως να σημειώσουμε ξεχωριστά τη μετρική του ποιήματος, που μας ενδιαφέρει πολύ για τη μελέτη του δεκαπεντασύλλαβου (και παραπέμπω γι’ αυτό στη «Μελέτη για το δεκαπεντασύλλαβο» που δημοσίευσα στην Υδρία, Όστρακα, Πάτρα 1973, σσ. 10-11-12, μαζί με αυτή τη μετάφραση). Ενώ δηλαδή είναι γραμμένο στο λατινικό τροχαϊκό επτάμετρο (τροχαϊκά τετράμετρα προσωδιακά), τονικά οι στίχοι διαβάζονται σχεδόν χωρίς εξαίρεση σαν τροχαϊκοί δεκαπεντασύλλαβοι και το εφύμνιο σαν δεκαεξασύλλαβος. (Κι ακόμη, κρατάει σταθερά την τομή του στίχου, σπάνια έχει διασκελισμό και γενικά η μετρική του είναι τυπικά λαϊκή). Αυτά τα δεδομένα πρέπει να λογαριαστούν σοβαρά (μαζί με τ’ ανάλογα Ομηρικά και τα
μεταγενέστερα παραδείγματα) στη μελέτη της μετρικής της παγκόσμιας λαϊκής και λόγιας ποίησης) Προσωπικά δεν έχω καταλήξει σε κάποια τελική άποψη, περιορίζομαι λοιπόν να παραπέμψω στην παραπάνω μελέτη μου.
Από τις κάθε είδους αναφορές σημειώνω τις απόλυτα απαραίτητες: Μητέρα του Έρωτα, Διώνη: η Αφροδίτη * Παιδί: ο Έρωτας * Δηλία Παρθένα: η Άρτεμη * Ύβλα:
όνομα τριών πόλεων της Σικελίας * Γύρο από το στ. 58 έχουν πιθανότατα εκπέσει στίχοι * Πατέρας: ο Ουρανός * στ. 69: Οι φευγάτοι Τρώες ίδρυσαν το Λάτιο * Λαυρεντινή
κόρη: η Λαβίνια, κόρη του Λαβίνου και της Αμάτας, όνομα εθνικό· γιος της θεάς, ο Αινείας * στ. 71: Εννοείται η Ρέα Σίλβια * στ. 73: Δύο από τις τρεις αρχικές ρωμαϊκές φυλές * Κυρίτες: οι Σαβίνοι * στ. 74: Εννοείται ο Καίσαρ και ο Αύγουστος * στ. 85-88: Αναφορά σε γνωστό
ελληνικό μύθο για το χελιδόνι και το αηδόνι * Αμύκλαι: πόλη κοντά στον Ευρώτα κι άλλη λατινική· για μια από τις δυο λεγόταν πως χάθηκε γιατί, μετά από πολλές ψεύτικες ειδήσεις για εχθρική επίθεση, είχε απαγορεύσει κάθε τέτοια αναστάτωση, ώστε, όταν πραγματικά ήρθε ο εχθρός, κανείς δεν τόλμησε να το φωνάξει· η φράση ήταν παροιμιακή.
Στη μετάφραση ακολούθησα βασικά το κείμενο του Robert Shilling (Les belles lettres, Paris 1961), προτιμώντας όμως γενικά τις γραφές των χειρογράφων· σε μια δυο περιπτώσεις ακολούθησα το κείμενο στην έκδοση Loeb.

Οι Δουβλινέζοι, του Τζέιμς Τζόις


Πηγή:http://www.toperiodiko.gr/πριν-τη-λευκή-σελίδα-οι-δουβλινέζοι-το/


1405_BOOKS_Dubliners-Hero.jpg.CROP.fresca-xlarge
Γράφει: Αλέξανδρος Στεργιόπουλος - Λογοτεχνία + Ποίηση - 09/11/2014
Τι υπάρχει στο «πριν» κάθε συγγραφέα, κάθε ποιητή; Σαν 
αναγνώστες βρισκόμαστε πάντα στο «μετά», στη στιγμή που 
«περπατάει» το έργο του κάθε λογοτέχνη. Τη στιγμή που 
κατεβάζουμε το βιβλίο από το ράφι και το ξεσκονίζουμε, ο 
δημιουργός «ξεσκονίζει» τις σκέψεις του, τις προσλαμβάνουσες
 και τα ερεθίσματα που θα οδηγήσουν το χέρι του στο χαρτί 
για να γράψει κάτι καινούριο. Η διαδικασία ίσως είναι επίπονη
 και κοπιαστική πνευματικά για τον ίδιο, όμως θέλουμε να συμμετάσχουμε. Το διάβασμα είναι απόλαυση, αλλά τι ήταν 
αυτό που άναψε τη σπίθα για να πάρει φωτιά η πένα και να «ζωντανέψει» η λευκή σελίδα; Ποια ήταν η αφορμή για να «γεννηθούν» τα μεγάλα έργα της παγκόσμιας λογοτεχνίας; Ψάχνουμε, βρίσκουμε και απαντάμε.

Πώς «γεννήθηκαν» «Οι Δουβλινέζοι» του Τζέιμς Τζόις
«Οι Δουβλινέζοι» κλείνουν 100 χρόνια φέτος. Και οφείλουν την ύπαρξη
 τους στην Ιρλανδία. Στο Δουβλίνο. ΟΤζόις σε γράμμα του σε εκδότη, 
τον Μάιο του 1906, ξεκαθάριζε τι είχε στο μυαλό του όταν έγραφε τα 
διηγήματα: 
Πρόθεσή μου ήταν να γράψω ένα κεφάλαιο για την ηθική ιστορία 
της χώρας μου και διάλεξα το Δουβλίνο για σκηνικό, διότι έμοιαζε να είναι το κέντρο της παράλυσης. 
Το Δουβλίνο που γνώρισε ο Τζόις ήταν μια πόλη σε παρακμή, αποτύπωνε
 την σύγχυση των ιδεών και ανθρώπων γύρω από τα ζητήματα της ταυτότητας
 και της κουλτούρας. Ο ιρλανδικός εθνικισμός είχε αρχίσει ήδη να 
αναπτύσσεται. Στο ξεκίνημα του 19ου αιώνα ήταν η δεύτερη πόλη
 των Βρετανικών Νήσων και μια από τις μεγαλύτερες στην Ευρώπη. 
Ελκυστική αρχιτεκτονική, κομψή δόμηση και ένα πολύβουο λιμάνι φτιαγμένο
 για ευχάριστη αστική ζωή. Αργότερα όμως, το Μπέλφαστ το ξεπέρασε
 και έγινε αυτό η πιο σημαντική πόλη της Ιρλανδίας. Παράλληλα, η οικονομία
 του Δουβλίνου είχε συντριβεί. Τα μοντέρνα αρχοντικά είχαν μετατραπεί σε απαίσιες τρώγλες με ανεπαρκή αποχέτευση και άβολες συνθήκες διαβίωσης. Τα λιμάνια είχαν πληγεί από την ύφεση και οι πιθανότητες προόδου για την 
κατώτερη και μεσαία τάξη ήταν ελάχιστες. Σε αυτές στρέφει το 
βλέμμα ο συγγραφέας και οπτικοποιεί τη φιλόδοξη πρόθεση του.
Οι νεανικές εμπειρίες του γίνονται κομμάτι της αφήγησης. Μάλιστα, δεν 
τις άφησε να αναμιχθούν με αυτές της ενήλικης περιόδου της ζωής του. Οι ιστορίες των παιδικών του χρόνων ήταν, μερικές απ’ αυτές, πιο αιχμηρές 
από κάποιες της ενηλικίωσης. Στην ιστορία «Η συνάντηση», ο αφηγητής,
 ένα σχολιαρόπαιδο, λαμβάνει τη διαταραγμένη σεξουαλικότητα του άντρα
 που συναντά με σχετική ειλικρίνεια και ευκολία. Παρεμπιπτόντως, το 
διήγημα αυτό βασίζεται σε αληθινή συνάντηση που είχε ο νεαρός Τζόις 
σύμφωνα με τον αδελφό του Στάνισλος. Στο διήγημα «Αραβία», η
 εμμονική αγάπη ενός νεαρού αγοριού για ένα κορίτσι είναι απόλυτα 
σεξουαλική.
Στο γράμμα προς τον εκδότη αποκαλύπτει τη διάρθρωση και τα 
θεμελιώδη συγγραφικά στοιχεία των«Δουβλινέζων»: 
Προσπάθησα να το παρουσιάσω στο αδιάφορο κοινό 
προτάσσοντας τέσσερα θέματα: παιδική ηλικία, εφηβεία, 
ωριμότητα και δημόσια ζωή. Οι ιστορίες είναι τοποθετημένες 
με αυτή τη σειρά. Το έγραψα με ύφος σχολαστικής ευτέλειας με
 πεποίθηση να αναγνωριστεί ότι πρόκειται για άνθρωπο 
τολμηρό που επιχειρεί να μεταβάλει το προαίσθημα και να 
παραμορφώσει ό,τι είδε και άκουσε.
Η ανάγκη, λοιπόν, του Τζόις να υπερασπιστεί κατά κάποιο τρόπο το 
Δουβλίνο και οι μνήμες της παιδικής και της εφηβικής ηλικίας, έδωσαν
 ζωή σε αυτό το εξαιρετικό σύνολο διηγημάτων.
Dubliners_title_pageΗ περίπλοκη εκδοτική ιστορία 
των «Δουβλινέζων»
«Οι Δουβλινέζοι» έχουν 
περίπλοκη εκδοτική ιστορία. Τρεις
 ιστορίες δημοσιεύθηκαν στην
 εβδομαδιαία έκδοση του  Irish
Organisation Society το 1904 και
 άλλες εννιά
 γράφτηκαν το 1905. Οι 
«Δύο ιππότες» και 
το«Ένα συννεφάκι» προστέθηκαν μετά από διαπραγματεύσεις με
 τους εκδότες Grant Richards καιMaunsel. Το 1906  «Οι αδελφές» και
 δύο ακόμη ιστορίες αναθεωρήθηκαν και ο Τζόις ενίσχυσε τη συλλογή με τον«Νεκρό» το 1907. Η έκδοση όπως την ξέρουμε σήμερα έγινε τον 
Ιούνιο του 1914! 
Γιατί, όμως, αυτή η καθυστέρηση; Σημειώστε ότι ο Τζόιςήταν 32 ετών
 όταν φτάσαμε στην τελική έκδοση και οι πρώτες ιστορίες 
εμφανίστηκαν στα 23 του. Σχεδόν μια δεκαετία χρειάστηκε η
 κυκλοφορία των 15 διηγημάτων. Η καθυστέρηση οφείλεται στην 
ανησυχία των εκδοτών για το σεξουαλικό περιεχόμενο των ιστοριών. 
Φυσικά, σήμερα δεν θα γινόταν συζήτηση για κάτι τέτοιο. Δεν ήταν μόνο
 αυτό, ωστόσο. Ήταν και τα πολιτικά/κοινωνικά θέματα που θίγει ο 
συγγραφέας στη συλλογή του.
«Οι Δουβλινέζοι» είναι το πρώτο μεγάλο έργο του Τζόις. 
Έπονται το «Πορτραίτο του καλλιτέχνη σε 
νεαρά ηλικία», ο «Οδυσσέας», η «Αγρύπνια των Φίννεγκαν». Αν και 
σήμερα θεωρείται αριστούργημα, η καθυστέρηση στην έκδοση 
μετέβαλλε τη δημόσια υποδοχή του. Όταν το βιβλίο πήγε στο κοινό, ήταν 
έτοιμο για δημοσίευση το Πορτραίτο. Οι πειραματισμοί τού τελευταίου με
 το ύφος της συνειδησιακής ροής προκάλεσε μεγαλύτερη προσοχή σε 
σχέση με τον άμεσο αφηγηματικό τρόπο των «Δουβλινέζων». Για πολλά
 χρόνια επισκιάστηκαν από τις πειραματικές προσπάθειες του Τζόις. 
Ήρεμη δύναμη
Ο στόχος του Τζόις να γράψει ένα κεφάλαιο για την ηθική ιστορία της 
χώρας του ήταν μεγαλεπήβολος. Οι ιστορίες ξεφεύγουν απ’ αυτή την 
περιγραφή. Σε αυτές, το Δουβλίνο του Τζόις είναι ένα χωριό 
γεμάτο ονειροπόλους και καιροσκόπους, τους οποίους τοποθετεί σε ένα
 ιδιότυπο κλουβί. Στα περισσότερα διηγήματα οι χαρακτήρες αγρυπνούν, 
είναι ανήσυχοι. Οι επιθυμίες τους επιβάλλονται σε αυτούς και τους κάνουν
 σχεδόν άγριους στο κυνήγι. Ξεπετάγονται και προβαίνουν σε 
ανασφαλείς χειρονομίες. Ο Τζόις δεν τους κρίνει, αλλά ήταν απολύτως 
έτοιμος για τις αδυναμίες και τις αποτυχίες τους. Ενδιαφερόταν να τους 
κάνει δίκαιους, ανεξάρτητα από οποιαδήποτε μάταιη ελπίδα τους ωθούσε.
Το πορτραίτο της πόλης και των ανθρώπων δεν είναι πάντα κολακευτικό.
 Ποτέ δεν ωραιοποιεί τη φτώχεια και εξερευνά πώς η κοινωνική παγίδευση 
επιδρά αρνητικά στους χαρακτήρας. «Οι Δουβλινέζοι» έλκουν με την 
απλότητα και τη διακριτικότητα τους. Ο Τζόις μεθοδικά και σταθερά 
αποκαλύπτει την αλήθεια που κρύβεται στο παρασκήνιο μυαλού,
 σκέψης, πράξης. Ήρεμη δύναμη που δεν μπορείς να της αντισταθείς. 
Όπως και στην αποτύπωση των χαρακτήρων που ενεργούν σε μια 
ξεχωριστή όσο και ζοφερή πόλη. Και οι οποίοι αργότερα θα εμφανιστούν 
στις επόμενες αφηγήσεις του μεγάλου Ιρλανδού συγγραφέα.
Πηγές
-gradesaver.com 
-«Οι Δουβλινέζοι», Ελευθεροτυπία, 2006 
-«Οι Δουβλινέζοι» μτρφ. Κοσμά Πολίτη, εκδ. Ζαχαρόπουλος
Κεντρική φωτογραφία-Illustration: Chip Zdarsky, από το Slate magazine http://www.slate.com Διαβάστε, στα αγγλικά, ένα ενδιαφέρον άρθρο, στο ίδιο περιοδικό, του Ιρλανδού Marc o’Connell, με αφορμή τα 100 χρόνια 
από την έκδοση των «Δουβλινέζων».

Η μετά θάνατον ποίησης Ποίηση…


Πηγή:http://www.toperiodiko.gr/η-μετά-θάνατον-ποίησης-ποίηση/


egyptian-green-8in2
Γράφει: Βασίλης Ρούβαλης - Σκέψεις - 25/10/2014
Ο ΠΕΙΡΑΣΜΟΣ ΚΑΤΑ ΤΗ ΔΕΥΤΕΡΗ ΔΕΚΑΕΤΙΑ του 21ου αιώνα είναι εμφανής
 στο ερώτημα: φθάνει το τέλος της Ποίησης;  Υφίσταται, δηλαδή, μια σκέψη κατ’ αναλογίαν
 με την περίφημη ρήση του Αντόρνο περί του τέλους της λογοτεχνίας; Μια πρώτη 
απάντηση μπορεί εύκολα να δοθεί: Ναι, τώρα απουσιάζει η νέα νοοτροπία που θα 
κινητοποιήσει τη φαντασίωση για έναν κόσμο απαλλαγμένον από τις πρότερες επιλογές 
του. Και, επίσης, κανένας δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι εντοπίζει κάποια σοφή 
συνθήκη(μια προσωπικότητα πειστική ή μια κατάστασης ηγεμονική) που θα 
προλειάνει αυτήν την «επόμενη ημέρα» για την  ποιητική τέχνη.
Το μόνο βέβαιο είναι μερικές κατεστημένες συνιστώσες του παρόντος˙ 
διαιωνίζονται κι επηρεάζουν την ποιητική πορεία, συνθέτουν το όλον μηδέν που
 δεν ωφελεί και δεν σπινθιρίζει την πνευματική κινητικότητα. Στον αντίποδα, ωστόσο,
 υπάρχει έκδηλη ανάγκη για τη διασαφήνιση ενός στέρεου πλαισίου: για να 
εδραιωθεί, να κυριαρχήσει, να επωφεληθεί η όποια νέα γενιά, πρέπει να 
ξεπεράσει, να καταρρίψει και να παραμορφώσει τα δεδομένα των προηγούμενων.
 Και είναι ελάχιστοι οι λογοτέχνες που αντιλαμβάνονται διαφορετικά τα πράγματα, 
δηλώνοντας ότι πρέπει να υποστηρίζεται η ευεργετική παρουσία προδρόμων· ότι 
οφείλει να κυριαρχήσει η ιδιοσυγκρασία κάποιου συγγραφέα ή ομάδας συγγραφέων 
με κοινά χαρακτηριστικά· ότι με διδακτική ικανότητα μπορούν να συνενωθούν τα
 ετερόκλητα κομμάτια του τωρινού παρόντος.
Όσο κι αν φαίνεται παράδοξο το γεγονός, ο απόηχος της ιστορίας της ελληνικής
 Ποίησης παραμένει θολός στην πρόσληψή του, ανεκμετάλλευτος για τους
 συγκαιρινούς δημιουργούς: μερικά από τα πιο σημαντικά «κεφάλαια» της Ποίησης
 –τάσεις, διακυβεύματα, ανατροπές, συγκερασμοί ανά εποχή– δεν έχουν ακόμη 
ταυτοποιηθεί προς όφελος του σημερινού προτάγματος (εκείνου που υποτίθεται
 ότι θα σχεδιάζεται από τους νεοτέρους). Ο προβληματισμός εστιάζεται, 
καθ’ έξην, στο παρηκμασμένο εκπαιδευτικό σύστημα, στην έλλειψη κριτικής 
μέριμνας και υποδομής για την παλαιότερη όσο και τη νεότερη παράδοση – κάτι 
διορθώσιμο από τη φιλολογία, υποτίθεται, συν τω χρόνω. Μια άποψη κατευναστική 
και βολική…

 για να εδραιωθεί, να κυριαρχήσει, να επωφεληθεί η όποια νέα γενιά, πρέπει να ξεπεράσει, να καταρρίψει και να παραμορφώσει τα δεδομένα των προηγούμενων
Υφέρπει άραγε η καχυποψία για την αυθεντική υπόσταση των ποιητών-ορόσημων; 
Και μήπως η σύγχυση της τρέχουσας ψυχοκοινωνικής πραγματικότητας αποτελεί 
κάτοπτρο της υποτυπώδους διαλεκτικής γύρω από μια ποίηση αληθοφανή –όχι
 αληθινή– κι ελάχιστα ριζοσπαστική; Οι απαντήσεις, λακωνικές: Πρώτον, η όποια
 θεώρηση των προγονικών συμβόλων φαίνεται ότι μάλλον δεν εξακτινίζεται πέρα 
από το όριο της ευκαιριακής «συνεύρευσης» και συναναστροφής, σ’ επίπεδο 
εκζήτησης ή ακόπιαστης όσμωσης (συνήθως από αφορμές επικοινωνιακής 
παρουσίας κι επικαιρότητας στα λογής «ποιητικά σαλόνια» των επιγόνων). Δεύτερον, 
η σύγχυση ως αποτέλεσμα της μεταιχμιακής κατάστασης που μετέρχεται ο κόσμος,
 δημιουργεί την παραπλανητική εντύπωση (την οποία σχολιάζει εύστοχα ο
 Χάρολντ Μπλουμ)1 πως η επανάληψη διασφαλίζει, προστατεύει και 
προωθεί την αναδημιουργία. Εξαιτίας αυτού του απλουστευτικού σκεπτικού 
εμφανίζεται λελογισμένη η πλημμυρίδα από μιντιακές αναφορές σε «ποιητές» 
οι οποίοι διεκδικούν θέση στο libro doroτης μεταμοντέρνας αξιολόγησης (περισσότερο, 
δηλαδή, για το γενόμενο παρά για το είναι της ποιητικής προσφοράς τους), και μόνον.
αυτο
Τι συμβαίνει όμως στο «διά ταύτα», στο άμεσα ζητούμενο, στο επικερδές της 
σύγχρονης ποιητικής δημιουργίας; Οι παλιές λέξεις ανανεώνονται, οι νέες σκέψεις 
καταφθάνουν μέσα από τις παλιές… Ο κύκλος ανατροφοδοτείται χάρη σε μια κανονικότητα.

 ο ομηρικός θάνατος και η περιπέτεια της επιστροφής χρησιμοποιούνται ευρέως (και διαρκώς στους αιώνες) ως ιδέα-σκελετός στη νέα λογοτεχνία κάθε φορά.
Αναζητούνται διαρκώς οι λεκτικοί τρόποι για ν’ ακονίζονται οι σκέψεις, ν’ αναμοχλεύονται 
οι ήχοι και τα αινίγματα, να πολλαπλασιάζεται το είδωλο, να συντελείται η υπέρβαση. 
Ο Μπόρχες επισημαίνει εξάλλου την κοινή συνισταμένη,2 έναν κύκλο αποτελούμενο
 από συγκεκριμένες αφηγήσεις με πανανθρώπινο, διαρκές στοχαστικό πρόταγμα – 
κύκλος ο οποίος επανέρχεται, επανατροφοδοτείται και πολλαπλασιάζεται. Λ.χ., ο 
ομηρικός θάνατος και η περιπέτεια της επιστροφής χρησιμοποιούνται ευρέως (και 
διαρκώς στους αιώνες) ως ιδέα-σκελετός στη νέα λογοτεχνία κάθε φορά. Σπερματικά
 ισχύει ετούτο, υπονοεί ο Αργεντίνος. Την ίδια στιγμή, τίποτε δεν συνεπάγεται την
 ουσιώδη-πρωτότυπη διάσταση της λογοτεχνίας, κι ούτε νομιμοποιείται η 
αντίληψη της κρατούσας ποίησης για την οργάνωση μιας νέας «αυθεντικότητας»,
 ήτοι ένα σύστημα του πνευματικού imperium που θα επιβάλλει το κυκλοφορούν
 ποιητικό προϊόν.3
Δεδομένου ότι «η πραγματικότητα μισεί αυτούς που δεν την αποδέχονται ως 
αναγκαιότητα και ιστορία», όπως εμφαντικά σημειώνει ο Βύρων Λεοντάρης4
η συζήτηση μετακυλίεται στο ζήτημα της μετάληψης της ποιητικής ουσίας τόσο από
 «ποιητές καριέρας» όσο επίσης από παραγκωνισμένους, τους εκτός προσκηνίου. 
Στη μία ή την άλλη περίπτωση, κι αναλόγως το πώς η κάθε πλευρά εννοεί τη θέση της 
έναντι της ποιητικής τέχνης, κυοφορείται ενδιάμεσα η πραγματική διάσταση των 
πραγμάτων. Πιο συγκεκριμένα, η τωρινή εποχή δεν επιτρέπει την παρέμβαση της 
Ποίησης στο ατομικό και στο συλλογικό γίγνεσθαι, σ’ ό,τι αποκαλείται 
«συγχρονία». Η Ποίηση διατηρεί εμφανώς έναν αρνητισμό (αλλιώς: στάση 
αμφιθυμίας είτε αλαζονείας) απέναντι στα «απτά της καθημέρας», στη 
διαχείριση των επίκαιρων ανθρώπινων. Κι ενώ αποτελεί μια διανοητική κι 
εκφραστική αποκορύφωση, συμπύκνωση στοχαστικού λόγου, ίχνος 
υπαρξιακής διαδρομής ή μορφή τέχνης με καθολικές απαιτήσεις, δεν 
συντελείται η εναρμόνισή της με τον κόσμο ως διανόηση, έκφραση, συγκίνηση.
 Υπ’ αυτήν την έννοια, η Ποίηση χάνει κάθε επαφή με τους αποδέκτες της.
 (Άραγε, τότε πεθαίνει;).
ΠΙΨΨΨ
Με άμεση αναδρομή σε προηγούμενους αιώνες, όντως ο ποιητικός λόγος γνωρίζει 
την εξέλιξη μέσα από τις ποιοτικές αυξομειώσεις του, χάρη στη χλεύη ή τον 
θαυμασμό των αποδεκτών του, αλλά και με την «εργαλειακή» χρήση του από την 
εξουσία. Στο τέλος, όλα μοιάζουν να επαναλαμβάνονται, να επιστρέφουν σε μιαν 
βάση και να εξακτινίζονται… Η πιο σημαντική διαπίστωση είναι αυτό το γεωμετρικό 
σχήμα που διαμορφώνεται στη λογοτεχνία (μιλώντας εν προκειμένω με τον τρόπο
 του Blaise Pascal)5 και που αφορά τη διάταξη του υλικού το οποίο καλείται να 
φροντίσει και να συνεισφέρει το ποιητικό υποκείμενο. Πρόκειται για μιαν πραγματεία
 –επικείμενη προφανώς– περί ανανέωσης από τους ίδιους τους δημιουργούς˙ για μια 
συζήτηση που θα κινηθεί ανάμεσα στα ζητήματα του αδιεξόδου εξαιτίας της 
προσποίησης της εποχής, τουτώρα, της στιγμιαίας συνθήκης, όσο και εξαιτίας της 
ευκολίας της εξαπάτησης, της προσομοίωσης ύφους, ιδεών, παρορμήσεων (που 
τόσο μα τόσο παραπλανητικά επιβάλλονται στο σύγχρονο συγγραφικό 
διακύβευμα). Ο αναστοχασμός επικεντρώνεται στην ανάγκη ποιητικής ανανέωσης και, 
δευτερευόντως, παρεμβαίνει στο σκεπτικό για το τι μέλλει γενέσθαι με όλες αυτές 
τις αμήχανες διακυμάνσεις όρων, όπως «καλή ποίηση» ή «μέτρια ποίηση», 
«ποιητής» ή «ποιηματογράφος». Χάρη σε αυτόν τον αναστοχασμό, πάντως, 
εξάγεται το συμπέρασμα γύρω από την απρόσκοπτη παρουσία της Ποίησης στον 
κόσμο, και όχι βεβαίως τη θνήσκουσα διάστασή της στον κόσμο. Και τώρα, 
περισσότερο από ποτέ νωρίτερα, υπάρχει μια χρυσή ευκαιρία για όλα ετούτα.
———————————————————————————————————————————————————————–
1.Harold Bloom, Η θραύση των δοχείων, πρόλ.-μτφρ.: Γιάννης Σκαρπέλος, Πλέθρον, 1998, σ. 74-76.
2.Jorge Luis Borges, Πεζά, μτφρ.: Αχιλλέας Κυριακίδης, Ελληνικά Γράμματα, 2005, σ. 585-586.
3.Βύρων Λεοντάρης, Κείμενα για την ποίηση, Νεφέλη, 2001, σ. 69-75.
4.Λεοντάρης, ό.π., σ. 67
5.Blaise Pascal, Τα πάθη του έρωτα, Εκδόσεις Printa/Ροές, σ. 37-42
Κεντρική φωτογραφία: http://georgemckim.wordpress.com/2010/04/04/18/