Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Δημήτρης Χορν. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Δημήτρης Χορν. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 23 Ιουνίου 2014

Δημήτρης Χορν

Δημήτρης Χορν (1921-1998)

Πηγή

Στα 1921 που γεννήθηκε ο Δημήτρης Χορν, η διαμάχη Βενιζελικών και Βασιλικών βρισκόταν σε μεγάλη οξύτητα.
Οι Χορν Βενιζελικοί, η Κυβέλη, η νουνά του νεογέννητου Βενιζελική. Η Ιερά Σύνοδος και ο παπάς που θα βάφτιζε τον Χορν, αντιβενιζελικοί… Ανεπίσημα, αλλά πολύ θετικά, ο άγιος Ελευθέριος είχε τεθεί σε διαθεσιμότητα. Αποφυγή να δοθεί αυτό το όνομα σε βαφτιζόμενο. Όταν ο παπάς ρώτησε την Κυβέλη πώς θα ονομαστεί ο νεοφώτιστος, η Κυβέλη είπε:
-Δημήτριος – Ελευθέριος.
-Δεν επιτρέπει δύο ονόματα η Ιερά Σύνοδος, απάντησε ο παπάς. Ένα μόνο.
Κι η Κυβέλη, πεισματωμένη του είπε:
-Τότε Ελευθέριος!
Μπροστά στην επιμονή της νουνάς, ο παπάς συνεβιβάσθη.
-Καλά, για χατίρι σας, βάλτε δύο: Δημήτριος – Ελευθέριος. Κι έτσι ο Χορν βαφτίστηκε Δημήτριος – Ελευθέριος.

ΚΩΣΤΗΣ ΜΠΑΣΤΙΑΣ
περιοδικό ΓΥΝΑΙΚΑ, 1966
από το βιβλίο του Δ. Μπαγέρη «ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΧΟΡΝ»
Εκδόσεις ΟΔΟΣ ΠΑΝΟΣ

Βγήκα στο θέατρο, γιατί μια μέρα τρώγαμε στο σπίτι μου κι ο πατέρας μου αγαπούσε πολύ τον μεσημεριανό του ύπνο. Μου λέει:
«Αχ, αύριο το μεσημέρι δε θα κοιμηθώ. Πρέπει να πάω στη Δραματική Σχολή». Ήταν Πρόεδρος της Επιτροπής Εισαγωγικών Εξετάσεων. «Μ’ έχουν βάλει Πρόεδρο στην Επιτροπή την Εξεταστική… Γι’ αυτούς που θέλουν να γίνουν ηθοποιοί».
«Πού είναι αυτό;»
«Εκεί στην οδό Στάικου».
Μια και δυο πηγαίνω εγώ, ήταν ο Συναδινός Διευθυντής στη σχολή, να υποβάλω μια αίτηση για να δώσω εισαγωγικές. Και μου λέει, έχει λήξει η προθεσμία, αλλά επειδή είσαι γιος του Παντελή θα κάνουμε μια εξαίρεση. Το είπα λοιπόν του πατέρα μου και μου λέει:
«Σ’ ευχαριστώ παιδί μου. Δε θα χάσω το μεσημεριανό μου ύπνο, διότι δε θα πάω. Δεν μπορώ να είμαι Πρόεδρος της Επιτροπής και να δίνεις εσύ εξετάσεις».

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΧΟΡΝ
από συνέντευξή του στην Ι. Παπαντωνίου
από το βιβλίο του Δ. Μπαγέρη «ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΧΟΡΝ»
Εκδόσεις ΟΔΟΣ ΠΑΝΟΣ

Για τη διαδικασία των εξετάσεων ο ίδιος ο Χορν διηγείται πως δεν πρόλαβε να πει τέσσερις πέντε στίχους και τον διέκοψαν λέγοντάς του “καλά, καλά, αρκεί”. Έτσι έφυγε απογοητευμένος, έχοντας τη γνώμη πως δεν πέρασε. Την επόμενη μέρα όμως είδε στην οδό Σταδίου τον Βεάκη με τη γυναίκα του και ο Βεάκης του είπε: “Δεν μπορείς να φανταστείς πόσο μας δρόσισες μέσα σ’ αυτή την ανομβρία”. Έτσι έμαθε ότι πέρασε.
από διήγηση του Δημήτρη Χορν στην εκπομπή ΠΑΡΑΣΚΗΝΙΟ


σκηνές από την ταινία του Α. Σακελλάριου “Αλίμονο στους νέους”
Ο πατέρας μου ήταν φίλος και με την Κυβέλη και με την Κοτοπούλη. Αυτές οι δύο μεγάλες πρωταγωνίστριες ήταν δύο βασίλεια εκείνη την εποχή. Και ο πόλεμος αναμεταξύ τους ήταν σκληρός και ατελείωτος. Ένας μικρότερης διάρκειας «πόλεμος των δύο ρόδων».
Οι διαφορές τους δεν ήταν μόνο καλλιτεχνικές. Ήταν και πολιτικές. Η μία ήταν βασιλική, η άλλη ήταν βενιζελική. Οι πυροβολισμοί και οι μάχες ελάμβαναν χώρα στα θέατρά τους από φανατικούς θαυμαστές της τέχνης τους.
Εμένα οι γονείς μου με μεταχειριζόντουσαν για να εισέλθουν στα χαρακώματα των δύο στρατοπέδων σαν ένα είδος λευκής σημαίας. Η παρουσία ενός παιδιού, ε, πάντα καταλαγιάζει τα πάθη.
Με παίρνανε συχνά σε παραστάσεις. Ίσως κανένας συνομήλικός μου δεν είχε δει τόσο πολλά έργα και τόσο πολλούς ηθοποιούς.
Έζησα πολύ φτωχικά στα παιδικά μου χρόνια. Νομίζω πως έπαιξε ρόλο θετικό. Θυμάμαι ότι υπήρχε μια εποχή που τρυπούσαν τα παπούτσια μου και έβαζα χαρτόνια από τσιγάρα για να τα κλείσω. Πιστέψτε με, δε με έβλαψε σε τίποτα αυτό.
Παιχνίδια είχα πολλά. Μου έφερνε η νονά μου, η Κυβέλη. Όμως έπαιζα και πολύ στο δρόμο. Μπάλα, ξυλίκι…
Το ’45 πήγαμε τουρνέ, θίασος Μανωλίδου, Αρώνη, Χορν. Χάλασε κόσμο! Ο πρώτος θίασος που πήγε μετά τα Δεκεμβριανά. Η Αίγυπτος ήταν τότε χίλιες και μία νύχτες. Μετά την Κατοχή και τα Δεκεμβριανά –πλούτος, βαμβάκια, πάμπλουτοι! Βασιλιάδες!
Έβγαλα έξι χιλιάδες λίρες! Τότε! Και γύρισα χρεωμένος χίλιες λίρες. Ρώτα να σου πουν για τη ζωή που έκανα, και μαζί με μένα κι όλοι, στην Αίγυπτο.
Η Έλλη Λαμπέτη. Ήταν μια καλή ηθοποιός, ήταν χαρά να παίζεις μαζί της. Είχε την ικανότητα να κάνει τα ασήμαντα σημαντικά.
Και αφόρητη ζηλιάρα. Δεν τολμούσα ούτε βλέμμα να ρίξω σε άλλη γυναίκα. Γινόταν χαλασμός. Ζήλευα κι εγώ ελεεινά. Ήμασταν μαζί επτά χρόνια. Όταν με άφησε, ήμουν ως ταύρος εν υαλοπωλείω. Πληγώθηκε ο εγωισμός μου.
Δεν μπορώ να πω πως δεν την αγάπησα. Και τη θαύμαζα πολύ σαν ηθοποιό. Αλλά δεν ήταν η γυναίκα της ζωής μου.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΧΟΡΝ
από αφιέρωμα της ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗΣ στον Δημήτρη Χορν

tz08a
1946: Ο Δημήτρης Χορν ως Ντόριαν Γκρέι(από το αρχείο του Θεοδόση Ισαακίδη)

Ένας από τους ρόλους που ο Χορν αγάπησε ιδιαίτερα ήταν ο τρελός από τη «Δωδεκάτη Νύχτα» του Σαίξπηρ, που είχε παίξει με το θίασο Μανωλίδου, Αρώνη, Χορν, όταν το 1945 είχαν πάει μια μεγάλη περιοδεία. Εκεί μου είχε πει ένα περιστατικό που πραγματικά δείχνει ότι μερικοί ρόλοι τον διαπερνούσαν. Εμφανίστηκε ο Άγγλος πρέσβης, έβγαλε το καπέλο του, υποκλίθηκε και του είπε: «Κύριε Χορν, αυτό που είδα απόψε σε σας με τον τρελό δεν το έχω δει ποτέ στην αγγλική σκηνή!»
ΓΙΩΡΓΟΣ ΓΕΩΓΛΕΡΗΣ

Είχε κάνει η Μαρίκα Κοτοπούλη μια σχολή δραματική. Κι ήρθε η Έλλη Λαμπέτη να δώσει εξετάσεις. Κι υπήρχε μια αντιπάθεια. Μετά όταν συνεργαζόμασταν μαζί με τον Παππά είχαμε ένα έργο, τη «Βαθιά Γαλάζια Θάλασσα» που φιλιόμασταν. Κι εγώ δε χωνεύω αυτά τα ψεύτικα φιλιά πάνω στη σκηνή, φιλιόμασταν κι από κει ξεκίνησε ένας έρως.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΧΟΡΝ

Στην «Οδό Ονείρων» είχε αυτό το θείο τραγούδι το «Ηθοποιός σημαίνει φως» και κάθε βράδυ πηγαίναμε στην κουίντα να απολαύσουμε αυτή την ερμηνεία. Ποιος να φανταστεί ότι σ’ ένα τραγούδι μελωδικότατο θα μπορούσε και εκεί ο Δημήτρης Χορν να είναι τεράστιος… μεγάλος…
ΜΑΡΩ ΚΟΝΤΟΥ

Ο Χορν είχε μια αδυναμία στους παλιούς ηθοποιούς της επιθεώρησης, τους μπουλουκτσήδες. Αυτοί οι άνθρωποι που γύρναγαν την επαρχία, που έπαιζαν οι άνδρες όλους τους γυναικείους ρόλους. Αυτή η συμπάθεια μεταφράστηκε σε κάθε είδους συμπαράσταση όταν αργότερα βρέθηκαν να έχουν καταλήξει στην ψάθα
ΓΙΩΡΓΟΣ ΓΕΩΓΛΕΡΗΣ

Είχε μεγάλη αδυναμία και μεγάλο θαυμασμό στον Καραμανλή. Βγαίνανε, τρώγανε μαζί, ο Καραμανλής, ο Χατζιδάκις, ο Μινωτής, αλλά τον Καραμανλή του είχε μία ιδιαίτερη αδυναμία και τρομερό θαυμασμό, δηλαδή δεν μπορούσες να πεις κουβέντα για τον Καραμανλή, ήτανε το ίνδαλμά του.
ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΓΕΡΟΥΛΑΝΟΥ

Ηδονικό δεν ήταν μόνο όταν έπαιζες με τον Χορν. Ηδονικό ήταν και όταν τον παρατηρούσες, όντας επί σκηνής. Ένα περιστατικό από τον «Ερρίκο Δ΄» του Πιραντέλο, που παίζαμε στο Μουσούρη είναι η σκηνή που αυτός, περιστοιχισμένος από τους ανθρώπους που έχει φτιάξει για να υποδηλώνει το περιβάλλον του, τους διηγείται κάτι. Ήταν τέτοιος ο τρόπος και η μαγεία της στιγμής, όπου πέραν του ότι η πλατεία θα ‘λεγε κανείς πως είχε «αδειάσει», όχι βήχας και τέτοια, ούτε ανάσα δεν ακουγόταν. Αλλά και εμείς οι ίδιοι απάνω νομίζαμε ότι ήταν τόσο ζωντανά αυτά που πολλές φορές ξεχνιόμασταν.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΓΕΩΓΛΕΡΗΣ

Την πρώτη φορά που ήμουνα στη σκηνή μαζί του συνειδητοποίησα ότι έπαψα να είμαι ηθοποιός και τον θαύμαζα, και πολλές φορές ξεχνούσα τις ατάκες τις ελάχιστες που είχα και θυμάμαι τον φίλο μου, τον Γεωγλερή, ο οποίος με σκούνταγε μονίμως για να τις πω, οπότε μια, δυο, τρεις, πέντε, δέκα, ο Χορν του λέει «Γιώργο, δεν τις λες εσύ;»
Φτάναμε στο θέατρο δυο τρεις ώρες πριν από την παράσταση και γινόταν απίστευτο γλέντι, γιατί όλοι το είχαν πάρει είδηση ότι εμείς φτάναμε νωρίς και ερχόταν όλος ο θίασος δυο τρεις ώρες πριν! Και γινόταν μες στο καμαρίνι ο ένας πάνω στον άλλον. Γέλια… τραγουδάγανε… και μισή ώρα πριν αρχίσει η παράσταση ακαριαία όλοι φεύγανε ως διά μαγείας γιατί βλέπανε στο μάτι του ότι τώρα πρέπει να ετοιμαστούμε για την παράσταση.
ΘΕΟΔΟΣΗΣ ΙΣΑΑΚΙΔΗΣ
από την εκπομπή της ΕΡΤ
ΠΑΡΑΣΚΗΝΙΟ
Και βούτηξες τα λεφτά;
Τα βούτηξα!
Επιτέλους!
Είχαμε φθάσει ήδη στον Απρίλιο και ο θίασος μας άρχισε τις προετοιμασίες για την περιοδεία του στην Αίγυπτο πρώτα και κατόπιν στην Κύπρο. Πριν ξεκινήσουμε από την Αθήνα είχαμε ετοιμάσει επτά έργα, με πρόγραμμα να προετοιμάσουμε τα υπόλοιπα κατά τη διάρκεια της περιοδείας. Ο Χορν βρισκόταν στο μέσο του …τυφώνα. Ήταν εκείνος που πήρε στην πλάτη του το μεγαλύτερο βάρος του ογκώδους ρεπερτορίου. Λέω «ογκώδους» γιατί στις παραστάσεις που δώσαμε στο Κάιρο πρώτα και στη συνέχεια στην Αλεξάνδρεια, στην Κύπρο και πάλι στην Αίγυπτο, ανεβάσαμε συνολικά τριάντα δύο έργα!
Χαλκέντερος καθώς ήταν, τα έβγαζε πέρα μια χαρά. Όταν τελείωνε η παράσταση δε συνήθιζε να πέφτει αμέσως για ύπνο. Ξενυχτούσε, μερικές φορές ως τις μικρές πρωινές ώρες, με συντροφιά τους πιο αφοσιωμένους σ’ αυτόν ηθοποιούς του θιάσου, διηγούμενος ιστορίες και ανέκδοτα. Αλλά δεν τον άφηναν ήσυχο ούτε οι κοινωνικές του γνωριμίες, που ήσαν πολλές. Γιατί ο Χορν, κοντά σε όλα τ’ άλλα, είχε και το χάρισμα να δημιουργεί φίλους. Αφήνω τις θαυμάστριες που τον πολιορκούσαν κάθε βράδυ μετά την παράσταση.
Χρήματα βγάζαμε πολλά. Λέω «βγάζαμε» γιατί ο Χορν, εκτός απ’ το μισθό που έπαιρνε, είχε συμμετοχή και στα κέρδη της επιχείρησης. Όμως πώς τα κατάφερνε να βρίσκεται διαρκώς χωρίς χρήματα; Τα ξόδευε χαρίζοντας σε όσους ζητούσαν τη βοήθειά του. Πλήρωνε αυτός τα τραπεζώματα και τα κεράσματα σε όποια συντροφιά και αν βρισκόταν. Ήταν συγκεντρωμένος και μεθοδικός μόνο στους ρόλους που είχε να ερμηνεύσει πάνω στη σκηνή. Όταν κατέβαινε από τη σκηνή γινόταν σκορποχέρης και έξω από δω.
Ο Χορν αγάπησε τους ανθρώπους, τη ζωή, έκανε πολλούς φίλους, στους οποίους πολλαπλά συμπαραστάθηκε. Όμως και οι άνθρωποι τον αγάπησαν όχι μόνο για την υπέροχη τέχνη του αλλά και για την ανθρωπιά που κουβαλούσε μέσα του.
Όταν βρισκόταν με κάποια συντροφιά είτε την αποτελούσαν επώνυμα και σπουδαία πρόσωπα είτε απλοί ανώνυμοι φίλοι, εκείνος ήταν το κέντρο της. Κρεμόντουσαν όλοι απ’ τα χείλη του. Νόμιζες πως είχε κάποιον μαγνήτη που τραβούσε τον κόσμο γύρω του.
ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΚΡΙΤΑΣ
από το βιβλίο του «Όπως τους γνώρισα», Εκδόσεις ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ
από το αφιέρωμα της ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗΣ στον Δ. Χορν
Θυμάμαι όταν έπαιζε με την Κατίνα Παξινού και τον Αλέξη Μινωτή στο «Ταξίδι Μεγάλης Μέρας μέσα στη Νύχτα» στο Εθνικό, που πήγα και τον είδα και ομολογώ συγκλονίστηκα -δεν έχω συγκλονιστεί έτσι στη ζωή μου, παρά μόνο με τη Λαμπέτη στη «Δεσποινίδα Μαργαρίτα», με την Κάλας και ίσως με τον Νουρέγιεφ-, πήγα στο καμαρίνι και δεν μπορούσα να του μιλήσω από τη συγκίνηση και το κατάλαβε ο άνθρωπος γιατί περάσαν κάποια λεπτά που… κρατιόμουνα και γύρισε και μου είπε: «Για κάτι τέτοιες στιγμές ζούμε εμείς οι ηθοποιοί».
NONIKA ΓΑΛΗΝΕΑ

Δεν μπορούσε την επανάληψη, ήτανε δύστυχος μετά τις πρώτες τριάντα παραστάσεις, του ήτανε αδύνατον… ήτανε πια ένα άγχος… ήταν πέρα από τη βαρεμάρα… το θεωρούσε καταναγκαστικά έργα και δεν το άντεχε αυτό. Μια μέρα πήγα και του είπα, σε παρακαλώ, Τάκη, μήπως μπορείς να μιλήσεις στον Μακρίδη -επειδή ήμουνα στο ξεκίνημα της δουλειάς μου- γιατί μαθαίνω ότι θα ανέβει μια παράσταση στο Μετροπόλιταν, θα τη σκηνοθετήσει ο Μινωτής, τα Μεγάλα Χρόνια, στο ρόλο του Σολωμού ο Αλεξανδράκης, ένα έργο του Ρούσου, μήπως μπορείς να μου κλείσεις ένα ραντεβού για να πάω να τον δω, γιατί θα με ενδιέφερε πολύ αυτή η δουλειά. Μου λέει όχι. Του λέω, τι όχι, δεν μπορείς να του τηλεφωνήσεις; Μου λέει όχι. Γιατί; Μου λέει γιατί είσαι ψώνιο. Με αγάπη μου το ‘πε. Του λέω δεν είμαι ψώνιο. Μου λέει είσαι, γιατί τώρα καλοκαιριάτικα θέλεις να πας να δουλέψεις. Γιατί δεν πας μια βόλτα με το κότερο της μαμάς σου;
ΝΟΝΙΚΑ ΓΑΛΗΝΕΑ