Τρίτη 5 Ιουνίου 2018

Zbigniew Herbert "Τάδε έφη Δαμαστής" ( γνωστός επίσης και ως Προκρούστης)




Μετάφραση: Χάρης Βλαβιανός

Η κινητή μου αυτοκρατορία ανάμεσα στην Αθήνα και τα Μέγαρα
κυβερνούσα μόνος τα δάση τις ρεματιές τα φαράγγια
χωρίς τις συμβουλές των γερόντων γελοία παράσημα μ’ ένα απλό ρόπαλο
φορώντας μόνο τη σκιά ενός λύκου
και τον τρόμο που ο ήχος της λέξης Δαμαστής προκαλούσε
δεν είχα υπηκόους δηλαδή είχα αλλά για λίγο
δεν ζούσαν όσο η αυγή όμως είναι συκοφαντία
να πει κανείς πως ήμουν ληστής όπως ισχυρίζονται οι παραχαράκτες της ιστορίας
στην πραγματικότητα ήμουν ένας λόγιος ένας κοινωνικός αναμορφωτής
το αληθινό μου πάθος η ανθρωπομετρία
επινόησα ένα κρεβάτι στις διαστάσεις του τέλειου ανθρώπου
το σύγκρινα με τους ταξιδιώτες που έπεφταν στα χέρια μου
ήταν δύσκολο ν’ αντισταθώ στον πειρασμό –το ομολογώ-
να τεντώνω άκρα να κόβω πόδια
οι ασθενείς πέθαιναν αλλά όσο περισσότεροι χάνονταν
τόσο ήμουν βέβαιος πως η έρευνά μου ήταν σωστή
ο σκοπός ήταν ευγενής η πρόοδος απαιτεί θύματα
ποθούσα να καταργήσω τη διαφορά ανάμεσα στο υψηλό και το χαμηλό
ήθελα να δώσω ένα και μόνο σχήμα στην αηδιαστικά ποικιλόμορφη ανθρωπότητα
δεν παραιτήθηκα ποτέ από την προσπάθεια να κάνω τους ανθρώπους ίσους
τη ζωή μού την πήρε ο Θησέας ο φονιάς του αθώου Μινώταυρου
αυτός που βγήκε απ’ τον λαβύρινθο με το κουβάρι νήμα μιας γυναίκας
ένας τσαρλατάνος όλο κόλπα χωρίς αρχές ή όραμα του μέλλοντος
έχω τη βάσιμη ελπίδα πως άλλοι θα συνεχίσουν τις προσπάθειές μου
και θα ολοκληρώσουν το έργο που με τόση τόλμη έβαλα μπρος




HERBERT ZBIGNIEW

ΤΙΜΕΣ ΣΤΟΝ ΜΙΚΡΟ ΘΕΟ ΤΗΣ ΕΙΡΩΝΕΙΑΣ

Εισαγωγή - Χάρης Βλαβιανός

Πέμπτη 31 Μαΐου 2018

ΕΝΑ ΔΙΠΛΑΝΟ ΣΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΠΑΡΘΕΝΗ, 1916.

της Μαριλένας Κασιμάτη*
Κωνσταντίνος Παρθένης (1878/1879-1967) Το γαλλικό αεροδρόµιο της Κέρκυρας, 1916, Ιδιωτική συλλογή.

Robert Vaucher, Φεβρουάριος 1916, Κέρκυρα, συντήρηση γαλλικού αεροπλάνου στο αεροδρόμιο των Αλυκών Ποταμού.

Frédéric Gadmer, Φεβρουάριος 1916, Κέρκυρα, συντήρηση γαλλικού αεροπλάνου στο αεροδρόμιο των Αλυκών Ποταμού.

Το 1911 ο Κωνσταντίνος Παρθένης (1878/79-1967), λίγο πριν εγκατασταθεί το 1917 στην Αθήνα, μεταφέρεται από το Παρίσι στην Κέρκυρα, έχοντας αποκομίσει παριζιάνικα μεταϊμπρεσιονιστικά ερεθίσματα. Τι είδε όμως στην Κέρκυρα το 1916 που τον παρακίνησε να θεματοποιήσει ένα θαυμαστό επίτευγμα της τεχνολογίας, μέρος πλέον της σύγχρονης ζωής, ανάλογο των σιδηροδρόμων και της ατμόσφαιρας γύρω από τους κεντρικούς σταθμούς που είχαν προκαλέσει με τον ίδιο τρόπο τους Ιμπρεσιονιστές στο Παρίσι (ιδίως τον Claude Monet το 1877 με τον έργο: "Ο Σταθμός Saint-Lazare"); Τα ιστορικά: Τον Ιανουάριο του 1916 (επί Α΄ΠΠ και Εθνικού Διχασμού), με απόφαση της γαλλικής κυβέρνησης και με προστασία γαλλικών πολεμικών αποβιβάζονται στην ουδέτερη Κέρκυρα -ερήμην κυβερνητικών αποφάσεων- σερβικές δυνάμεις. Η γαλλική κατάληψη /παραβίαση ελληνικού εδάφους θα είχε προσωρινό χαρακτήρα, ενώ η Κέρκυρα έγινε βάση ανεφοδιασμού των συμμαχικών δυνάμεων. Ο χώρος του σημερινού αεροδρομίου χρησιμοποιήθηκε για βάση της γαλλικής αεροπορίας. Νά τα λοιπόν τα διπλάνα του Παρθένη, Νά η γαλλική κουλτούρα του, νά η μοντέρνα τεχνολογία, που τον ενθουσίασε και δεν εμφανίζεται ποτέ ξανά στο έργο του. 
Καμιά φορά η αναδρομή στην Ιστορία είναι αναγκαία για την κατανόηση των έργων τέχνης, δεν αρκεί δλδ η λεζάντα που δίνεται από τις επιμελήτριες εκθέσεων: "Το γαλλικό αεροδρόμιο της Κέρκυρας". Γαλλικό; Στην Κέρκυρα; Πώς έτσι; Μάλιστα.
Δείτε και τα τεκμήρια των φωτογράφων Robert Vaucher και Frédéric Gadmer, (Φεβρουάριος 1916), "Κέρκυρα, συντήρηση γαλλικού αεροπλάνου στο αεροδρόμιο των Αλυκών Ποταμού" που έκλεψα (με ευχαριστίες) από την θαυμάσια σελίδα της Κέρκυρας του Θεόδωρου Μεταλληνού. Συσχετίζουμε και την τοπογραφική ακρίβεια της φωτογραφίας με το υλοποιημένο έργο του Παρθένη.

*Η Μαριλένα Κασιμάτη είναι ιστορικός Τέχνης

Δευτέρα 28 Μαΐου 2018

"ΑΓΩΓΗ ΨΥΧΗΣ" του Έκτορα Πανταζή

– ν-Αυτού ψηλά που περπατείς, τρυγόνα, μωρή τρυγόνα,
και χαμηλά λογιάζεις,1 τρυγόνα μου γραμμένη
μην είδες τον ασίκη2 μου, τρυγόνα, μωρή τρυγόνα,
τον αγαπητικό μου, τον άντρα το δικό μου;
– ν-Εψές προψές τον είδαμε στον κάμπο ξαπλωμένο
μαύρα πουλιά τον τρώγανε κι άσπρα τον τριγυρνούσαν.

1λογιάζεις: κοιτάζεις
2ασίκης: λεβέντης, αγαπημένος
Τον πυκνό τον συμπαγή χρόνο που καθρεφτίζει αυτό το τραγουδάκι, γιατί εκφράζει κοντά μιας χιλιετίας αίσθημα, εγχρονίζει η Νατάσσα Μάρε Μουμτζίδου βάζοντας ερμηνευτικό βίωμα πάνω στις υφές του, έτσι όπως το απαιτούν οι χρόνοι της σημερινής ζωής. Γιατί ήταν χρόνοι κοινότητας με τραχιά ζωή που εξέφραζε μια ηχορρυθμική μορφή, που το σημερινό αίσθημα δεν αντέχει.
Λεπτότητα, αβρότητα, που στοιχεί στο τώρα, τα παρέχει φωνητικά μουσικά στυλιστικά, ψυχοφελές για μας, τη μουσική μας αγωγή και για το τραγούδι.
Κι αυτή η κραυγή που σου σχίζει την ψυχή είναι η απόδοση της ουσίας, ο ποιητικός χώρος, διάταση, τέντωμα των χορδών, ένταση ακοής, ακρόασης, βάθεμα, επίρρευμα, ηλεκτρική μετάγγιση, τραγικό αίσθημα.
Η Νατάσσα έχει αντιληφτεί πως αυτό που έκανε η όπερα το είχε κάνει ήδη το δημοτικό μας τραγούδι. Πήρε από την τραγωδία το εργώδες. Η δύση το έκανε όπερα, ο λαός μας τραγούδι.

Στην Υψίτονη κραυγή της η Νατάσσα "διαβάζει" τη δύναμη των εικόνων του τραγουδιού, που σε πρώτη ματιά δεν φαίνεται, σαν την κορυφαία του χορού στο αρχαίο δράμα, μετέχει διεκτραγωδεί, τραγουδά, ερμηνεύει.
Ξαναβάζει στη μουσική σκηνή με βιωματικό τρόπο, με δύναμη ερμηνείας το βάθος της παράδοσης με πλήρη επίγνωση ότι το παραδίδειν εστί παραλαμβάνειν.
Κοινωνεί οικουμενικά
και κοινωνεί οικουμενικά με ιδιόχρωμα φωνής.
Η Υψίτονη κραυγή, διαγράφει τροχιά όπως τα πιο ψηλά τόξα στις Βασιλικές μας μετά τρούλου, ηχητική εικόνα που δίνει στο βάθος του πραγματικού δράματος σ'αυτό που ιστορεί ο στίχος, στοιχείο τραγικό, διαχρονικό του λαού μας που δεν το έχασε ποτέ.
Ρίχνω μια ακόμη ματιά στο "γραμμένη". Θέλει να πει ζωγραφισμένη. Γιατί αν είναι γραμμένη όπως οι εικόνες, η Τρυγόνα, γίνεται εικόνα γυναίκας, παίρνει θέση δίπλα στις αρχαίες ηρωίδες του δράματος. Ελένη τε Εκάβη, Ηλέκτρα και Α ν τ ι γ ό ν η! Ναι ,το είπα.Τρυγόνα Αντιγόνη. Αδερφώθηκαν.

Οπότε για μια στιγμή η Νατάσσα γίνεται Τρυγόνα, και το αντίστροφο.



"Ο αυτόπτης μάρτυρας" του Ερνστ Βάις


Μεγάλο μέρος της κριτικής δημοσιεύτηκε στο ηλεκτρονικό περιοδικό https://www.bookpress.gr/kritikes/xeni-pezografia/weiss-ernst-skarifima-o-autoptis-marturas.

Για το μυθιστόρημα του Ερνστ Βάις «Ο αυτόπτης μάρτυρας» (μτφρ. Αλέξανδρος Κυπριώτης, εκδ. Σκαρίφημα).

της Νότας Χρυσίνα

Το μυθιστόρημα του Ερνστ Βάις Ο αυτόπτης μάρτυρας εκδόθηκε το 1963, είκοσι χρόνια μετά το θάνατο του συγγραφέα, που αυτοκτόνησε τη μέρα που μπήκαν οι Ναζί στο Παρίσι όπου ζούσε εξόριστος. Το βιβλίο αποτελεί μαρτυρία ιστορική αλλά και βιωματική. Βασίζεται σε δύο άξονες που διεκδικούν το αφήγημα με ίσες αξιώσεις. Από τη μια ο συγγραφέας ιστορεί με λεπτομέρεια τα γεγονότα που προηγήθηκαν του φαινομένου της γέννησης, της ανόδου και της επικράτησης του ναζισμού και πώς αυτά οδήγησαν στον Β Παγκόσμιο Πόλεμο ενώ από την άλλη αφηγείται την ιστορία του ήρωα, την πορεία της πνευματικής του ωρίμανσης, της συνειδητοποίησης της ταυτότητάς του και του ρόλου του στον κόσμο. Το αφήγημα σχοινοβατεί δηλαδή ανάμεσα στο ιστορικό μυθιστόρημα και το Bildungsroman, μυθιστόρημα διάπλασης ή μαθητείας.
Ο Ernst Weiss με τον Franz Kafka στην Δανία, το 1914

Ο Βάις στο μυθιστόρημά του παραπέμπει, επίσης, σε ένα δημοφιλές είδος, την αυτοβιογραφία, καθώς με έναν εξομολογητικό τόνο εκμυστηρεύεται την επιθυμία του να ορίσει τα πράγματα, την επιθυμία για παντοδυναμία. Έτσι, η εμφάνιση του Χίτλερ ως πρόσωπο του μυθιστορήματος προοικονομείται, με αυτή ακριβώς την εξομολόγηση, στην εισαγωγική παράγραφο του μυθιστορήματος, καθώς ο Χίτλερ προσπάθησε να επιτύχει αυτό ακριβώς, να ελέγξει δηλαδή τον κόσμο:                                                                                                                
Η ΜΟΙΡΑ ΜΕ ΟΡΙΣΕ ΝΑ ΠΑΙΞΩ έναν συγκεκριμένο ρόλο στη ζωή ενός από τους σπάνιους ανθρώπους που μετά τον Μεγάλο Πόλεμο επρόκειτο να προκαλέσουν τρομερές αλλαγές και ανυπολόγιστα πάθη στην Ευρώπη. Αρκετές φορές μετέπειτα αναρωτήθηκα τι με ώθησε τότε να  εμπλακώ σ’ εκείνη την υπόθεση, αν ήταν η φιλομάθεια η κύρια ιδιότητα του ερευνητή που ασχολείται με την ιατρική επιστήμη, ή ένα είδος παντοδυναμίας, η επιθυμία να ορίσω μια φορά κι εγώ τα πράγματα.
Σε ολόκληρο το μυθιστόρημα παρακολουθούμε τον αφηγητή ήρωα, τον αυτόπτη μάρτυρα, να ωριμάζει μέσα από καθοριστικά συμβάντα, εσωτερικά και εξωτερικά. Σε νεαρή ηλικία προσπάθησε να ορίσει τα πράγματα, να αντιμετωπίσει τον φόβο του και να «επιβάλει τη θέλησή [του]» ταΐζοντας τα άλογα του στρατώνα του τρίτου συντάγματος ιππικού που βρισκόταν κοντά στο σχολείο του. Δυστυχώς ένα από τα άλογα τον κλώτσησε και του έσπασε τα πλευρά βάζοντας σε κίνδυνο τη ζωή του. Τον έσωσε ένας εβραίος γιατρός με μια «θεραπεία θαύμα» όπως την χαρακτηρίζει ο ήρωας -κάνοντας ένα λογοπαίγνιο σε αντιδιαστολή με τα θαύματα στα οποία πίστευε η θρησκόληπτη καθολική μητέρα του που απεχθανόταν την επιστήμη.  Το ατύχημα υπήρξε καθοριστικό για τον νεαρό ήρωα που αποφάσισε μεγαλώνοντας να ακολουθήσει το ιατρικό επάγγελμα. Η ιατρική και τα τότε επιτεύγματα της επιστήμης αποτελούν μία από τις θεματικές του μυθιστορήματος καθώς περιγράφονται με μεγάλη λεπτομέρεια. Ο συγγραφέας ως γιατρός που ήταν γνώριζε άριστα την ανατομία του σώματος, την οποία παρομοιάζει με «θαύμα».  
Όποιος έχει κατανοήσει αυτό το θαύμα της μηχανικής, δίπλα στο οποίο η μηχανική ενός αυτοκινήτου, ενός μηχανικού αργαλειού, μίας ατμομηχανής εκατό ίππων φαντάζει κακοτεχνία[…] όποιος δεν έχει δει μπροστά στα μάτια του πώς συμμορφώνονται στον μικροσκοπικό χώρο ανάμεσα στο δέρμα και στα οστά οι πλέον διαφορετικοί τένοντες, εκτείνοντες και καμπτήρες μύες, νεύρα, κινητικά και αισθητικά, αρτηρίες και φλέβες, πώς συνεργάζονται εδώ, πώς αλληλοσυμπληρώνονται με μία ευφυή απλότητα, αυτός ας με καταδικάσει.
Ένας άλλος, βασικός για την εξέλιξη της πλοκής, ήρωας ο Κάιζερ ή Τρελοκάιζερ είναι επίσης γιατρός αλλά και μυστικοσύμβουλος του Βασιλείου της Βαυαρίας. Αυτός θα γίνει ο μέντοράς του και θα τον στηρίξει ηθικά και οικονομικά στις σπουδές του. Ο γηραιός άνδρας αγαπούσε με πάθος την επιστήμη του και τις νεαρές και όμορφες γυναίκες. Αντίθετα, ο ήρωας, που ήταν βυθισμένος σε διάφορα «οιδιπόδεια» συμπλέγματα, απέφευγε τις νεαρές γυναίκες και τις χαρακτήριζε «ακάθαρτα δοχεία». Ωστόσο, η σχέση με τον Κάιζερ διαρρηγνύεται για μια γυναίκα. Ο γιατρός τον κατηγορεί για το γεγονός ότι απέτυχε να ικανοποιήσει το αίσθημα της παντοδυναμίας του μη πραγματοποιώντας ένα εξωφρενικό επιστημονικό πείραμα που θα του εξασφάλιζε τον θαυμασμό της νεαρής και ελαφρόμυαλης συζύγου του. Μετά αυτή του την αποτυχία, η σύζυγος τον εγκαταλείπει. Ο γηραιός άντρας θεωρεί υπεύθυνο τον ήρωα αλλά όταν συνειδητοποιεί το λάθος του τον εκλιπαρεί να τον συγχωρέσει και να επιστρέψει κοντά του. Επιπλέον, του ζητάει να αναλάβει την κλινική του. Ο ήρωας στρέφεται στη μελέτη της υστερίας και των ψυχογενών διαταραχών όπως η υστερική τυφλότητα. Ήθελε να βρει «τον δρόμο από την εμφανή ψυχή στην κατώτερη ψυχή».
Την εποχή εκείνη «ξύπνησαν οι κατώτερες ψυχές» η Ευρώπη «δεν υπήρχε πια, τα σύνορα [έκλεισαν] και παντού κυλούσε αίμα». Η Ιστορία γίνεται ο καμβάς πάνω στον οποίο πλέκεται το μυθιστόρημα. Μια νέα διάσταση στην έννοια έθνος και την ταύτισή της με την έννοια πατρίδα ανασύρει κατώτερα ένστικτα.
Όλοι ήταν υγιείς, γενναίοι και καλοί, όλοι ήταν πατριώτες, όλοι ήταν υπερήφανοι για το έθνος τους. Ένα γλυκερό κύμα συναισθηματισμού έκανε νέους και γέρους, πλούσιους και φτωχούς να ενώνονται στα πόδια του βωμού της απειλούμενης, ενάρετης πατρίδας.
Ο εθνικισμός ξεκίνησε ως πολιτική ιδεολογία προτείνοντας ως βάση της πολιτικής ενότητας το έθνος -λαό. Η έννοια του έθνους διαχωρίστηκε από την έννοια του λαού στα τέλη περίπου του 19ου αιώνα. Ο λαός δεν μπορούσε να ταυτίζεται πια με το έθνος, γιατί περιελάμβανε και άλλες εθνικές μειονότητες, το ζήτημα των οποίων μετατράπηκε σε ένα από τα σημαντικά θέματα εσωτερικών και εξωτερικών συγκρούσεων. Είναι αυτός ο εθνικισμός που διαμόρφωσε το ιδεολογικό πλαίσιο το οποίο οδήγησε στους δύο παγκόσμιους πολέμους και έφθασε σε απόλυτο παροξυσμό με τον φασισμό.
Επικρατούσε το πολεμικό δίκαιο, το αναγκαστικό δίκαιο, επομένως κανένα δίκαιο. Το παγκόσμιο διεθνές δίκαιο ήταν υποδεέστερο του καθαγιασμένου δικαίου του μεμονωμένου έθνους που αμυνόταν και που πολεμούσε εναντίον του άλλου έθνους ή εναντίον άλλων εθνών, που επίσης αμύνονταν.
Η «τύφλωση» του λαού κάτω από σύμβολα που του εξασφάλιζαν ταυτότητα και αξιοπρέπεια οδήγησε και στην άνοδο του ηγέτη των «τυφλών», τον Χίτλερ:
«Εκείνος κήρυττε το μίσος κατά της μαύρης πανούκλας. Κατά των υποκινητών του πολέμου (που ακριβώς πριν τον επιδοκίμαζε ως τον μοναδικό δρόμο για την εξουσία), κατά του «Οβραίου» όπως τον έλεγε στην αυστριακή διάλεκτό του.
Αντίρρηση δεν δεχόταν, το συναίσθημά του τότε φούντωνε με μιας σαν να εκρήγνυται, ούρλιαζε, έκρωζε, μουρμούριζε και γλυκομιλούσε σαν σε ντελίριο […] «Ο Οβραίος» έφταιγε για όλα. […] «Αποπλανούνται εκατοντάδες χιλιάδες κορασίδες από στραβοκάνηδες, αηδιαστικούς Εβραίους μπάσταρδους»

Το εύρημα του Βάις είναι η συνάντησή του ήρωα με τον Χίτλερ το οποίο κουράρει και θεραπεύει από υστερική τύφλωση. Ο γιατρός είχε κατορθώσει να υπερισχύσει και να επηρεάσει την «κατώτερη ψυχή» του Χίτλερ ο οποίος:
Προτίμησε να τυφλωθεί, από το να βλέπει την κατάρρευση της Γερμανίας. Η τύφλωσή του ήταν ένα δείγμα της εξαιρετικά ισχυρής θέλησής του.
Όταν όμως τον ξανασυναντάει, ως υποδεκανέα της Ράιχσβερ [(«Άμυνα του Ράιχ»), ονομασία του Γερμανικού Στρατού από το 1919 έως το 1935] να βγάζει παθιασμένο λόγο εναντίον των Εβραίων, νιώθει τύψεις που συνέβαλε στο «ξύπνημα της κατώτερης ψυχής» ενός φανατικού τέρατος.
Το ένστικτό του, όχι οι γνώσεις του απ’ τα βιβλία, του είχε φανερώσει […] πώς να μιλά ο ένας πάνω και οι άλλοι κάτω να ακούνε, ο αφέντης στους δούλους του, ένας μάγος, ένας δεσπότης, ένας γητευτής κι ένας φρικτός, σκληρός ιερέας συγχρόνως.
[…]
Γινόταν αχόρταγος, χωρίς φραγμούς, δαιμονικός, υπνώτιζε αυτούς που ήταν παρόντες έτσι όπως τον είχα υπνωτίσει κάποτε εγώ, με την ενέργεια της χίλιες φορές σφυροκοπημένης σκέψης, με το στένεμα του πνευματικού οπτικού πεδίου […] τυφλός με θρησκευτικό φανατισμό […] εκτός εαυτού, σχεδόν εκτός κόσμου [….] Δικό μου έργο ήταν;
Ο Χ δηλαδή ο Χίτλερ είναι το πρόσωπο ή καλύτερα η πρόφαση γύρω από τον οποίο χτίζεται ο ιστορικός και ο μυθοπλαστικός χρόνος του μυθιστορήματος Αυτόπτης μάρτυρας. Ο γιατρός Βάις σε επιστολή του στον γερμανόφωνο συγγραφέα της Πράγας Φραντς Καρλ Βάισκοπφ  έγραψε πως «πρόκειται για μυθιστόρημα με γιατρούς (της Ψυχιατρικής), στο οποίο παίζει κάποιον ρόλο ο Χίτλερ».                                                                                             
                                                                                                        
                                                           
Ο αυτόπτης μάρτυρας
Ερνστ Βάις
Μτφρ. Αλέξανδρος Κυπριώτης
Σκαρίφημα 2017

Ο Χίτλερ ίδρυσε το Εργατικό Εθνικοσοσιαλιστικό κόμμα (NSDAP). Από το 1933 έως το 1945 διετέλεσε καγκελάριος της Γερμανίας και από το 1934 έως το 1945 αρχηγός του γερμανικού κράτους, του Τρίτου Ράιχ.  Ο "υπέρτατος Ηγέτης" (Φύρερ) υιοθετώντας φυλετική πολιτική,  δημιούργησε στρατόπεδα συγκέντρωσης και εξόντωσης και τελικά οδήγησε στο Ολοκαύτωμα των  Εβραίων της Ευρώπης.
Τα γεγονότα αυτά και όσα προηγήθηκαν βίωσε ο γερμανόφωνος συγγραφέας καθώς υπηρέτησε ως γιατρός  σε διάφορες περιοχές της Αυστροουγγρικής Μοναρχίας κατά τον Α Παγκόσμιο πόλεμο. Ο Βάις περιέγραψε στο μυθιστόρημά του αυτές τις αναμνήσεις καθώς και τις κοινωνικές και πολιτικές τάσεις την εποχή της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης, οι οποίες οδήγησαν και στην άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία τον Ιανουάριο του 1933. Η  Μοναρχία έπεσε το 1918 και με το τέλος του πολέμου ο Βάις επέστρεψε στην Πράγα, στο νέο κράτος της Τσεχοσλοβακίας, όπου επίσημη γλώσσα πλέον έγιναν τα Τσεχικά, τα οποία αγνοούσε.
Οι αναμνήσεις του Βάις, με τον αφηγηματικό τρόπο που έχουν καταγραφεί, θα μπορούσαν να παραπέμπουν στο είδος της κλασικής αυτοβιογραφίας καθώς ο συγγραφέας ταυτίζεται σε πολλά σημεία με τον ήρωα –αφηγητή αλλά και εξομολογείται, σε πρώτο πρόσωπο,  όσα τον απασχόλησαν σε κρίσιμες περιστάσεις της ζωής του. Ο ήρωας, όπως και ο Βάις, σπούδασε γιατρός, υπηρέτησε σε στρατιωτικό νοσοκομείο και αντιμετώπισε τις κακουχίες της φτώχειας και του πολέμου. Το πρωτοπρόσωπο αυτό αφήγημα μοιάζει με ημερολόγιο φρίκης γεμάτο εικόνες πολέμου, με ακρωτηριασμούς σωμάτων και ψυχών και με το αίμα να ρέει άφθονο όπως πραγματικά συνέβη στον πιο πολύνεκρο πόλεμο που ήταν ο Α Παγκόσμιος Πόλεμος. Ο πόλεμος αυτός υπήρξε μια γενικευμένη σύγκρουση των Ευρωπαϊκών Δυνάμεων που διήρκεσε από τον Αύγουστο του 1914 ως τις 11 Νοεμβρίου 1918. Μια μεγάλη ενδοευρωπαϊκή διένεξη με τα κύρια μέτωπα στη Γηραιά Ήπειρο,  με συμμετοχή αποικιακών στρατευμάτων και με την εμπλοκή και των αμερικανικών δυνάμεων γεγονότα που του προσέδωσαν την έννοια του παγκόσμιου. 
Ο συγγραφέας παρουσιάζει, επίσης, την κατάσταση που επικρατούσε μετά τον Α Παγκόσμιο Πόλεμο. Η ηττημένη Γερμανία αδυνατούσε να αντεπεξέλθει στην καταβολή των δόσεων για τις αποζημιώσεις στους Συμμάχους κι έτσι εκείνοι την υποχρέωσαν να καταβάλλει την οφειλή σε είδη: ατσάλι, άνθρακα, ξυλεία. Η οικονομική εξαθλίωση είχε φτάσει την κατάσταση στα άκρα.
«Τα πάντα ήταν μες στο χάος. Οι Γάλλοι είχαν κατάσχει τα πιεστήρια χαρτονομισμάτων και πολλαπλασίαζαν ακόμη περισσότερο τον κατακλυσμό χαρτιού. Η δημοκρατία της Βαιμάρης δεν είχε κανένα κύρος πια. Η νότια Γερμανία ήθελε να χωριστεί από τη βόρεια Γερμανία, ή για να το πω καλύτερα, το φανατικά εθνικιστικό κόμμα, που ο Χ. του είχε δώσει τρομερή ώθηση, αρνήθηκε βέβαια τη συμπαράσταση στη Δημοκρατία της Βαιμάρης, στο «σύστημα» όταν θα γινόταν πόλεμος […] την άνοιξη του 1932 επρόκειτο να διεξαχθεί ανελέητα με αιματηρή αυστηρότητα η τελευταία διαχωριστική τομή ανάμεσα στο υγιές και στο άρρωστο μέρος του Ράιχ. Οι Γερμανοί εναντίον Γερμανών;»
Ο Ρουσώ είχε εκφράσει την πεποίθηση ότι ο άνθρωπος είναι από τη φύση του καλός και ευτυχισμένος. Η δυστυχία του σύγχρονου ανθρώπου οφείλεται στην κοινωνία. Επιπλέον, είχε ορίσει την αυτογνωσία ως μέτρο γνώσης του κόσμου.
Ο ήρωας επιτυγχάνει την αυτογνωσία μέσα από τις εμπειρίες του τις οποίες καταγράφει. Σε όλα τα σημαντικά γεγονότα της ζωής του χαρακτηρίζει τον εαυτό του «αυτόπτη μάρτυρα» για να ομολογήσει τελικά πως μόνο ο Κάιζερ ήταν αυτόπτης μάρτυρας: «Διότι δεν αγαπούσε». Αυτόπτης μάρτυρας σημαίνει συμμέτοχος και παρατηρητής. Αυτός που δρα αλλά και υφίσταται τη δράση. Είναι παρών χωρίς συναίσθημα. Ως επιστήμονας προσπαθεί να προσεγγίσει τη γνώση σε παρθένες περιοχές, όπως η ανατομία σώματος και ψυχής, ως άνθρωπος, όμως,  πιάνεται στο δίχτυ του έρωτα.
Η ερωτική ιστορία με τη γυναίκα του μοιάζει σαν ένα διήγημα μέσα σε ένα άλλο διήγημα. Ο κοινός παρονομαστής με όσα προηγήθηκαν είναι ο Χ και η δήθεν υστερική τύφλωση από την οποία τον θεράπευσε ο γιατρός. Η δράση στρέφεται γύρω από το ιατρικό απόρρητο και την προδοσία της γυναίκας του και η κορύφωση της περιπέτειας αφορά την καταδίωξή τους από τον Χ που θέλει να κρατήσει μυστικό το παρελθόν του. Η εβραιοπούλα γυναίκα του ήρωα συμπληρώνει ένα ακόμη στοιχείο σασπένς. Ο Χίτλερ είναι στο βάθος του σκηνικού και κινεί τα νήματα καθώς ο άνθρωπος κυριαρχείται από ένστικτα τα οποία τον μετατρέπουν σε μαριονέτα.
Εκείνος υπολόγιζε την τεράστια δύναμη του ψεύδους, του ανελέητου επιθετικού μίσους […] βασιζόταν σε τρεις θεμελιώδεις ιδιότητες του ανθρώπου, στην κτηνωδία του, την αδυναμία του και τη δειλία του […] Αυτά τα ένστικτα […] σε ήρεμες εποχές καταπιέζονταν από τη λογική και τον νόμο
Ο γιατρός αναζητεί την ευτυχία στην οικογένεια αλλά δεν της παραδίνεται. Ξέρει μόνο να είναι χρήσιμος ως στρατιωτικός γιατρός. Δεν μπορεί να ολοκληρώσει το βήμα προς την ολοκλήρωσή του.
 … προτιμούσα να είμαι αυτόπτης μάρτυρας και καλός φίλος. Εγώ είχα τη δουλειά μου, και μου αρκούσε.
Έτσι, αποφασίζει να μείνει πιστός στον εαυτό του καθώς η ευτυχία είναι γι’ αυτόν μια αποστολή.
Αν με την ευτυχία αντιλαμβανόμαστε την ψευδαίσθηση ότι έχουμε να εκπληρώσουμε μία αποστολή στη ζωή μας, που έχει ανατεθεί σε εμάς και σε κανέναν άλλον
Η μετάφραση του μυθιστορήματος έγινε από τον Αλέξανδρο Κυπριώτη, μεταφραστή επίσης του έργου του Φραντς Κάφκα,  που κατορθώνει να μεταδώσει τη ζωντάνια και τη ροή ενός ιδιαίτερα απαιτητικού κειμένου, ιδιαίτερα στα σημεία όπου ο συγγραφέας κάνει λόγο για το θαύμα της ανθρώπινης ανατομίας.

Σάββατο 19 Μαΐου 2018

ΧΟΡΧΕ ΛΟΥΙΣ ΜΠΟΡΧΕΣ "Ο ερχομός" (Το χρυσάφι των τίγρεων, 1972)



Ο ερχομός
Εγώ καθώς ξημέρωνε ήμουνα με τους άλλους της φυλής.
Ξαπλωμένος στη γωνιά μου μέσα στη σπηλιά,
πάλευα να βουτήξω στα σκοτεινά
 
νερά του ύπνου. Πνεύματα ζώων
 
που ‘χαν χτυπηθεί από την πέτρινη αιχμή του βέλους
σκόρπιζαν τον τρόμο μες στη σκοτεινιά, Κάτι,
ίσως η εκπλήρωση κάποιας υπόσχεσης,
 
ο θάνατος ενός αντιπάλου στο βουνό,
μπορεί ο έρωτας, μπορεί μια πέτρα μαγική,
 
κάτι μου παραστάθηκε. Τα ’χασα.
 
Σκορπισμένη μέσα στους αιώνες, η μνήμη
 
κρατάει μονάχα τη νύχτα εκείνη και το πρωί της
που κοντανάσαινα κι έτρεμα. Και ξαφνικά
ακούω ένα αδιάκοπο πνιχτό βουητό
μια αγέλη να σκίζει την αυγή.
 
Το τόξο το βαρύ, τα μυτερά μου βέλη,
 
τα παράτησα όλα κι έτρεξα στο βαθούλωμα
 
που ανοίγεται στην άκρια της σπηλιάς.
 
Τότε τους είδα. Θράκα κοκκινωπή,
 
τα κέρατα σκληρά, ράχες σαν τα βουνά
και χαίτη σκοτεινή σαν τα μάτια τους
 
που κοίταζαν με κακία. Ήταν μυριάδες.
Είναι οι βίσωνες, είπα. Η λέξη
δεν βγήκε από τα χείλια μου,
 
μα όμως ένιωσα πως ήταν τ’ όνομά τους.
 
Σα να μην είχα τίποτα, ποτέ μου, δει
λες κι ήμουνα τυφλός ή πεθαμένος
 
προτού να δω τους βίσωνες της αυγής.
 
Ξεχύθηκαν απ’ την αυγή. Ήταν η αυγή.
Δεν ήθελα οι άλλοι να μολύνουν
εκείνο το τεράστιο ποτάμι, γεμάτο θεϊκή
 
αγριότητα, άγνοια και σοφία,
κι αδιάφορο καθώς τ’ αστέρια.
 
Ποδοπάτησαν ένα σκυλί στο πέρασμά τους.
 
Το ίδιο θα γινόταν κι αν τύχαινε να ‘ναι άνθρωπος.
‘Υστερα τους σχεδίασα μες στη σπηλιά
με ώχρα και κιννάβαρι. Ήταν οι Θεοί
της θυσίας και των δεήσεων. Ποτέ
δεν πρόφεραν τα χείλια μου τη λέξη Αλταμίρα.
Πολλές υπήρξαν οι μορφές και οι θάνατοί μου.
Ο ερχομός (Το χρυσάφι των τίγρεων, 1972)


ΧΟΡΧΕ ΛΟΥΙΣ ΜΠΟΡΧΕΣ 
ΠΟΙΗΜΑΤΑ
Εισαγωγή, ανθολόγηση, μετάφραση, σημειώσεις: 

Δημήτρης Καλοκύρης
Πατάκης, 2014

ΔΩΔΕΚΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΠΑΠΑΧΑΤΖΗ



ΧΡΟΝΟΣ

Είναι ευεργέτης ο καιρός και στάζει βάλσαμο
μέσ’ τα σκοτάδια του μυαλού μου που τρυπώνεις
κι ενώ πιστεύω ότι πέρασε το βάσανο
έρχεσαι πάλι δυνατά και με πληγώνεις .

Είναι ο χρόνος ο γιατρός που με το χάδι του
κλείνει πληγές ρίχνει σκιές στη θύμηση μας
μας απατά γιατί γλυκά τρυπά τα αγκάθι του
και όπως τρέχει λιγοστεύει η ζωή μας .

Να ‘χει χειρόφρενο ο χρόνος να το τράβαγα
στις ωραιότερες στιγμές να σταματήσω
και στις ανάποδες ημέρες να τον γκάζωνα
να φύγουν  γρήγορα να μην ξανά δακρύσω.

Λήθη ο χρόνος
σαν σφουγγάρι με καθάρισε,
λύπη και πόνος
μου ‘στερεί ότι μου χάρισε,
είναι ο χρόνος ο γιατρός
για τις πληγές
ακαταμάχητος εχθρός
θέλεις δε θες .   


Νέα Ιωνία
Παπαχατζής Νικόλαος.-







Μέσα στο απέραντο περιβόλι των τραγουδιών του ΜΑΝΩΛΗ ΜΗΤΣΙΑ προσπάθησα να χαράξω ένα μονοπάτι που να σηματοδοτεί τη διαδρομή του και ο κάθε στίχος να σε παραπέμπει σε ένα από τα τραγούδια του.






ΔΙΑΔΡΟΜΗ

Τον Άθω πίσω άφησα
στην Ελευσίνα αγάπησα
κι ήταν πλατύ το χάδι ,
χιλιάδες άλλαξα σταθμούς
μ’ αυτά τα χέρια οδηγούς
και λάμπα στο σκοτάδι.

Μου ‘κλεισε το μάτι η αθανασία
και της κάνω δώρο την Αργώ,
πήρα μια πιρόγα βγήκα στην Ασία
με τους αργοναύτες σεργιανώ.

Κολίγα γιό κάνω αστό 
στη γη χρυσάφι δεν ζητώ
με του Σεβάχ τα πλοία,
αρκούδα διώχνω και φονιά
να τραγουδάει η γειτονιά
και όλη η πολιτεία .

Φύσηξε αγέρας κι έριξε τα άνθη
στο φρεσκολουσμένο σου κορμί,
του τρελού η τρέλα πλήρωσε τα πάθη
μήπως και γλυκάνει η  Κυριακή.


Αθήνα 27-5-2008
Παπαχατζής Νικόλαος




ΕΛΛΑΔΑ ΤΟΥ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙΟΥ

Τραπεζομάντιλο καρό
δίπλα στο κύμα τα’ αλμυρό
στήνουν χορό
γαλάζιοι είν’ οι κάμποι ,
γύρω καρέκλες με ψαθί
στα βότσαλα έχουν χωθεί
κι έχω ψηθεί
στον ήλιο σου που λάμπει .

Ελλάδα του καλοκαιριού
της κάψας και του αγεριού
στο γαλανό βουλιάζουν
τα κάτασπρά σου τα νησιά
βαρκούλες είναι με πανιά
που ρότα δεν αλλάζουν .

Μεσ’ τα καντούνια τα στενά
ονειρεμένα δειλινά 
και παστρικά
ασβεστωμένες μάντρες ,
γερμένη πέργολα πιο κει
γλάστρα σε τσίγκινο κουτί
και δυνατοί
ηλιοκαμένοι άντρες.

Εκατοντάδες εκκλησιές
σε ξέφωτα κι ανηφοριές
με μπαλοθιές
γλεντούν στα πανηγύρια ,
όπως του μπάλου το χορό
κάνουν φιγούρες στο νερό
το καθαρό
βάρκες και τρεχαντήρια .


Αθήνα
Παπαχατζής Νικόλαος.-



ΚΑΣΤΕΣ - ΔΥΝΑΣΤΕΣ ΓΕΝΝΑΝΕ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΣ

Θολό το βλέμμα καρφώνεις στο κενό
σειρήνα τρένου τσακίζει τη γαλήνη
μες τα μπαγκάζια να χώραγε κι εκείνη
που έχεις στο μυαλό
μυαλό που μένει εδώ.

Μακριά σου τρέχουν οι κορυφογραμμές
τρέχεις κι εσύ μακριά απ’ την Ελλάδα
ήμασταν λένε η εύφορη κοιλάδα
μα ξένοι θεριστές
έρχονται για αρπαχτές.

Τα όνειρά σου σε κίνηση αργή
και τη ζωή σου ο φόβος να τη ζώνει
μεταναστεύεις να μη γίνεις γκαρσόνι
αυτών που με κλαγγή
μοιράζουνε τη γη.


Παπαχατζής Νικόλαος.-


ΚΟΣΜΕ

Κόσμε άδικε και ψεύτη
στο θολό σου τον καθρέφτη
καθρεφτίζομαι και βλέπω μια απ’ τα  ίδια,
αδικώ και αδικούμαι
και υπόγεια κινούμαι
πόρτες και καρδιές ανοίγω μ’ αντικλείδια .

Κόσμε εσύ μου έχεις μάθει
και Ανάσταση και Πάθη.
Κόσμε εσύ μου έχεις δείξει
αν δεν πνίξω θα με πνίξει .

Κόσμε άδικε και ψεύτη
η σκιά σου όταν πέφτει
μεταλλάσσομαι και παίρνω τη μορφή σου
όπου ψέμα είμαι μέσα
συμφωνίες δίχως μπέσα
είμαι εικόνα σου και κλώνος και παιδί σου.


Αθήνα 30/04/2007
Παπαχατζής Νίκος.-


ΠΙΝΩ ΑΠΟ ΔΥΟ ΠΟΤΗΡΙΑ


Έστρωσα ξανά τραπέζι
με κεράκια αναμμένα
σιγανά ο δίσκος παίζει
τα δικάσου αγαπημένα.

Γρήγορα χτυπά η καρδιά μου
αν δεν έρθεις τι θα γίνω
δεν σ' ακούω στα σκαλιά μου
κι άρχισα να σιγοπίνω.

Πίνω από δυο ποτήρια
και τ' αδειάζω συνεχώς
μα το ποιο πικρό ποτήρι
είναι που είμαι μοναχός. 

Στο παράθυρο προβάλω
και λοξά το βλέμμα ρίχνω
τώρα πια δεν αμφιβάλω
πάλι μόνος μου θα μείνω.

Πάει η μέρα να χαράξει
σβίσαν τα κεριά λιωμένα
ένα δάκρυ δεν θα στάξει
στο μαντίλι σου για μένα.



Νέα Ιωνία  20-1-2017
Παπαχατζης Νικόλαος.-



ΣΤΑ ΔΙΑΝΥΧΤΕΡΕΥΟΝΤΑ

Βουβό επισκεπτήριο μου κάνεις
τα μάτια σου πηγάδια γκρεμισμένα
το πρόσωπο ξερόβουνο της Μάνης
κουρτίνα μας χωρίζει σιδερένια .

Ποντάρεις στο παχύ το χαρτζιλίκι
πατσίζεις την αγάπη με το χρήμα
το ξόδεψα για το τσιγαριλίκι
που μ’ έφερε μεσάνυχτα στο τμήμα .

Στα διανυχτερεύοντα
και στις γωνιές του τρόμου
της κοινωνίας θύματα
μας σέρνουνε στα τμήματα
σαν λάφυρα του νόμου.

Σε πνίξανε μου λες υποχρεώσεις,
κυνήγησες τη δόξα πιο πολύ 
και ξέχασες στις έγνοιες σου να δόσεις
μια λέξη ,ένα χάδι ,ένα φιλί.

Τη νύχτα διαδέχεται σκοτάδι
πότε Κορυδαλλός και πότε  Αυλώνα
την έλλειψη απ’ των γωνιών το χάδι
την πνίγω στα παραισθησιογόνα .


Αθήνα 1-10-2007
Παπαχατζής Νικόλαος.-



ΣΤΟ ΣΤΕΚΙ ΤΟΥ ΜΑΝΩΛΗ

Αν θες γλυκιά πενιά να πας στην Κοκκινιά
στο στέκι του Μανώλη
με τρίχορδη φωνή μιλάει στην ψυχή
με νότες απ’ την Πόλη.

Παιδί στην αγκαλιά τον φέραν’ απ’ τη Σμύρνη
ποιος να θυμάται πια την εποχή εκείνη.

Μεσ’ τα προσφυγικά σε σπίτια φτωχικά
με τους απλούς δασκάλους
κουρδίσματα κρυφά της τέχνης μυστικά
δρόμους ανοίγει άλλους .

Με τρίχορδο παλιό ταξίμια και τσαλίμια
μελώνει τον καημό ‘μερεύει και τα’ αγρίμια.

Περνάει ο καιρός κι ο Μάνος νηστικός
μονάχος του πλαγιάζει
κι αν γιάτρεψε καημούς κι έδιωξε στεναγμούς
κανέναν πια δεν νοιάζει.

Έφυγε ένα πρωί απ’ της ζωής το λούκι
για χώρα μακρινή κρατώντας το μπουζούκι.

Ή

(Περνάει ο καιρός και παίζει συνεχώς
στους φίλους του με χάρη,
κι ο χάρος ο σκληρός φίλος του πια κι αυτός
δεν θέλει να τον πάρει .

Ο άχαρος παιδιά, εδώ θα τον αφήσει
γιατί κάθε βραδιά γουστάρει να γλεντήσει.)


Καλλιθέα 27-3-2009
Παπαχατζής Νικόλαος.-



ΣΤΟΥ ΑΙΩΝΑ ΤΗ ΣΤΡΟΦΗ


Στου αιώνα τη στροφή
κάπου πόλεμος ηχεί
σκλαβοπάζαρα και πάλι
βιοπάλη και κραιπάλη
περασμένων εποχών αντιγραφή.

Στου αιώνα τη στροφή
σταθερά εγώ κι εσύ
χέρι –χέρι να βαδίζουμε το δρόμο,
στου αιώνα τη στροφή
λες και είναι στην αρχή
ανεξίτηλη η αγάπη μας στο χρόνο.

Στου αιώνα τη στροφή
με ψηφιακή γραφή
το βινύλιο στ’ αρχείο
η δραχμή σ’ ένα μουσείο
και ο έρωτας σε ταχυσυσκευή. 

Στου αιώνα τη στροφή
χρεωμένοι και ταπί
με χρυσή Ολυμπιάδα
κι από τότε η Ελλάδα
σε μία χάρτινη βαρκάδα
δίχως άγκυρα, τιμόνι και κουπί.


Νέα Ιωνία 8 / 1 / 2008
Παπαχατζής Νικόλαος.-



ΣΤΟΥ ΑΧΕΡΟΝΤΑ ΤΙΣ ΟΧΘΕΣ

Στου Αχέροντα τις όχθες
στ’ ουρανού τις πόρτες
οι Αγγέλοι κι οι διαβόλοι
κι οι αμαρτωλοί
κοροϊδεύουν το βαρκάρη
γιατί έχω πάρει
της αθανασίας μπόλι
από το φιλί.

Ήπια στο φιλί σου
νέκταρ παραδείσου
σαν μικρός θεός,
τώρα που σε χάνω
θέλω να πεθάνω
μα δεν ξέρω πως,
θέλω να πεθάνω αλλά πως.

Έκανα χιλιάδες μίλια
για τα δυό σου χείλια
το νερό να σου γυρίσω
το αθάνατο ,
την καρδιά που έχεις κλέψει
να μου δώσεις πίσω
το κορμί πόσο ν’ αντέξει
δίχως θάνατο.


Νέα Ιωνία  2-10-2007   
Παπαχατζής Νικόλαος.-



ΣΤΟΥ ΠΕΛΑΓΟΥ ΤΗΝ ΑΓΚΑΛΙΑ
(Παράγγειλα στον άνεμο)

Παράγγειλα στον άνεμο να πάψει να φυσάει
είναι η καλή μου στο γιαλό κι όλο με καρτεράει.
Παράγγειλα στον άνεμο τα σύννεφα να διώξει
γιατί έχουν τα ματάκια της συννεφιασμένη όψη.

Στου πέλαγου την αγκαλιά
κοιμάται το νησί μου
μα η καλή μου ξαγρυπνά
κι αν κοιμηθεί παραμιλά
πάνω στη θύμησή μου.

Μαλώνω με τον άνεμο που τα πανιά μου σκίζει
και μιά καρδιά που καρτερά δεν την υπολογίζει.
Τον κλείδωσα τον άνεμο σ' ένα βαθύ πηγάδι
η αύρα να την σεργιανά σαν το δικό μου χάδι.


Νέα Ιωνία 8-9-2014
Νικόλαος Παπαχατζής.-



ΤΩΡΑ ΤΙ ΜΕΝΕΙ

Μ’ αρέσει να κοιτάζω τη βροχή
στους τσίγκους και στα τζάμια ν’ αντηχεί
αργή ,θλιμμένη,
θυμάμαι τα ξανθά σου τα μαλλιά
σαν μια εικόνα που γυρνά απ’ τα παλιά
θαμπή και ξένη.

Μ’ αρέσει να σκαλίζω τη φωτιά
θυμάμαι τη δική σου τη ματιά
μελιά, αραγμένη,
στα μάτια μου που κρύβουν τη σιωπή
τη λέξη «μου αρέσεις» ποιος να πει,
βαθιά κριμένη.

Μ’ αρέσει να κοιτώ από βαθιά
τα κύματα να βγαίνουν στη στεριά
βουή και χάρη,
σαν κύμα η δική σου η μορφή
που με κρατάει πάντα στην κορφή
και με σερφάρει.

Δεν ξέρω αν με θυμάσαι μια στιγμή,
ποτέ δεν ανταλλάξαμε φιλί,
τώρα τι μένει;
Ανάμνηση μονάχα που πονά 
και το όμορφο σου γέλιο ζωγραφιά
γλυκιά Ελένη.


Νέα Ιωνία 27-9-2009
Παπαχατζής Νικόλαος.-


Ο Νικόλαος Παπαχατζής γεννήθηκε στο χωριό Κάτω Παναγιά (κοντά στην Κυλλήνη στον Ν.Ηλείας),οι κάτοικοι του οποίου προέρχονται από τα παράλια της Μικράς Ασίας. Έτσι τα μουσικά του ακούσματα ήταν από την Μικρασιατική και Αιγαιοπελαγίτικη παράδοση.
Από μικρός άκουγε στο ραδιόφωνο, (ένα από τα λίγα μέσα ενημέρωσης της εποχής), εκπομπές που λείπουν σήμερα όπως «η ραδιοφωνική βιβλιοθήκη» και «το θέατρο στο ραδιόφωνο», ακούσματα που πλαταίνουν τη σκέψη και η φαντασία γεμίζει εικόνες.
Σε ηλικία δεκατεσσάρων ετών πήγε σχολείο στον Πύργο όπου έγραψε τις πρώτες του σάτιρες καθώς και ορισμένα ποιήματα. Από 20 ετών ήρθε στην Αθήνα για να συνεχίσει τις σπουδές του, όπου και διαμένει μέχρι σήμερα.
Συνέχισε το συγγραφικό του ταλέντο όταν εισήχθη στην εκπαίδευση στη Σιβιτανίδειο Σχολή ως καθηγητής.    Στα επόμενα χρόνια η πένα του δεν παρέλειψε να αναφερθεί στη Σχολή αυτή γράφοντας ποιήματα και στίχους, ένας εκ των οποίων έχει μελοποιηθεί. 
Σχετικό βίντεο βρίσκεται ανερτημένο στο διαδίκτυο με τίτλο « Ερωτική επιταγή»
Είναι παντρεμένος με την αγαπημένη του Ιωάννα και έχει μία κόρη.
Στίχους του έχει μελοποιήσει και ερμηνεύσει, ο μοναδικός στο είδος του, Παντελής Θαλασσινός με το γνωστό παραδοσιακό του ταμπεραμέντο.   

ΠΡΩΤΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΕΔΩ:

http://cantfus.blogspot.gr/2017/03/blog-post_11.html

Αλλα ποιήματά του εδώ:

https://cantfus.blogspot.gr/2018/01/blog-post_20.html