Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Η Ανάσταση στην ποίηση!. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Η Ανάσταση στην ποίηση!. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 18 Απριλίου 2014

Η Ανάσταση στην ποίηση!


Κ. Παρθένης, “Ανάσταση”


«Έρχεται έαρ αειπάρθενο, πασχαλιάτικο, προφέροντας αρώματα»…

«Ανάσταση τα καλοπιάσματα του έαρος. Ερωτευτείτε.»…

«Πιλότος της ψυχής μας ο θάνατος./ Η ζωή είναι ωραία το βράδυ./

Καλή Ανάσταση!», (Ν. Καρούζος)…



Νίκος Γκάτσος, «Μέγα Σάββατον»

«Μέμνησο!/ Όλα στέρεψαν σιγά σιγά.

Τα περιστέρια πετούν αργά

σε λίμνες άνυδρες βάλτους υγρούς

σε διψασμένους κήπους κι αγρούς.

Μέμνησο των παιδίων α σοι έδωκεν ο Θεός.

Πίσω απ’ τους λόφους τους χαμηλούς

με τους προφήτες και τους τρελούς

στέκουν παράμερα τρία παιδιά

σα γλαροπούλια στην αμμουδιά.

Τα ρήματα α λελάληκας ημίν πνεύμά εστιν και ζωή εστιν

Μες στων καιρών την ανημποριά

διώξε το γρέγο και το βοριά

και ξαναγύρισε ήλιε στη γη

με του θριάμβου σου την κραυγή.

Ότι συ ει η αλήθεια και η ζωή και η ΑΝΑΣΤΑΣΙΣ.

Ο ων και ο ην και ο ερχόμενος».

(Ν. Γκάτσος, Φύσα αεράκι φύσα ναι, εκδ. Ίκαρος)





Γιάννης Ρίτσος….

«Με τόσα φύλλα σου γνέφει ο ήλιος καλημέρα
με τόσα φλάμπουρα λάμπει, λάμπει ο ουρανός
και τούτοι μέσ’ τα σίδερα και κείνοι μεσ’ το χώμα…
Σώπα όπου να ‘ναι θα σημάνουν οι καμπάνες…
Κάτω απ’ το χώμα μες στα σταυρωμένα χέρια τους
κρατάνε τις καμπάνας το σχοινί,
προσμένουνε την ώρα, προσμένουν να σημάνουν

την ΑΝΑΣΤΑΣΗ…
Σώπα όπου να ‘ναι θα σημάνουν οι καμπάνες».



Από τα επικήδεια τροπάρια στον Κανόνα της Αναστάσεως…

Ιωάννης Δαμασκηνός…

«Πάντα ματαιότης τα ανθρώπινα/

όσα ουχ υπάρχει μετά θάνατον

ου παραμένει ο πλούτος/ ου συνοδεύει η δόξα

επελθών γαρ ο θάνατος/ ταύτα πάντα εξηφάνησται…

Πού εστίν η του κόσμου προσπάθεια;

Πού εστίν η των προσκαίρων φαντασία;

Πού εστίν ο χρυσός και ο άργυρος;

Πού εστίν των οικετών/ η πλημμύρα και ο θόρυβος;

Πάντα τέφρα, πάντα κόνις, πάντα σκιά…»



Ιωάννης Δαμασκηνός, «Κανών της Αναστάσεως»

Ωδή α’

«Αναστάσεως ημέρα/ λαμπρυνθώμεν λαοί

Πάσχα Κυρίου Πάσχα, εκ γαρ θανάτου προς ζωήν

και εκ γης προς ουρανόν, Χριστός ο Θεός

ημάς διεβίβασεν,/ επινίκιον άδοντας….

Ουρανοί μεν επαξίως/ ευφραινέσθωσαν,

γη δε αγαλλιάσθω. Εορταζέτω δε κόσμος,

ορατός τε άπας και αόρατος,

Χριστός γαρ εγήγερται, ευφροσύνη αιώνιος….

Ωδή θ’

Φωτίζου φωτίζου/ η νέα Ιερουσαλήμ

η γαρ δόξα Κυρίου/ επί σε ανέτειλε.

Χόρευε νυν/ και αγάλλου Σιών/ συ δε αγνή

τέρπου Θεοτόκε/ εν τη εγέρσει του τόκου σου…

Ω Πάχα το μέγα/ και ιερώτατον Χριστέ,

ω Σοφία και Λόγε/ του Θεού και δύναμις

δίδο ημίν/ εκτυπώτερον/ σου μετασχείν,

εν τη ανεσπέρω/ ημέρα της βασιλείας σου».

(από το Η ελληνική ποίηση ανθολογημένη, τ. Β’,

εκδ. Κυψέλη, Αθήνα 1958)




Κώστας Βάρναλης, [Ανάσταση]

………………………..

Άκου τον ξάστερο ουρανό, πώς οι καμπάνες σιούνε.

Όπου καρδιά, χαρμόσυνες λαχτάρες απαντούνε.

Ανάστασ’ είναι σήμερα. Παιδιά, γυναίκες, γέροι

κόκκινο αυγό στην τσέπη τους, χρυσό κερί στο χέρι.

Όσ’ άστρα ναι στον ουρανό, τόσα στον κάμπο κρίνα.

Όλ’ έχουνε στην καθαρή ψυχήν Απρίλη μήνα.

Της εκκλησιάς φουντώσανε δάφνη πολλήν οι στύλοι.

Ειρήνη! Ειρήνη! Φιληθήτε οχτροί μαζί και φίλοι.

(απόσπασμα από το ποίημα «Γυναίκα», Κ. Βάρναλης,

Ποιητικά, εκδ. Κέδρος)



Δ. Σολωμός: «Η ημέρα της Λαμπρής»

«Καθαρότατον ήλιο επρομηνούσε
της αυγής το δροσάτο ύστερο αστέρι,
σύγνεφο, καταχνιά, δεν απερνούσε
τ’ ουρανού σε κανένα από τα μέρη
και από κει κινημένο αργοφυσούσε
τόσο γλυκό στο πρόσωπο τ’ αέρι,
που λες και λέει μες στης καρδιάς τα φύλλα:
Γλυκιά η ζωή και ο θάνατος μαυρίλα.
Χριστός ανέστη! Νέοι, γέροι και κόρες,
όλοι, μικροί – μεγάλοι, ετοιμαστήτε
μέσα στες εκκλησίες τες δαφνοφόρες
με το φως της χαράς συμαζωχτήτε
ανοίξετε αγκαλιές ειρηνοφόρες
ομπροστά στους Αγίους και φιληθήτε!
Φιληθήτε γλυκά, χείλη με χείλη,
πέστε Χριστός ανέστη, εχθροί και φίλοι!

Δάφνες εις κάθε πλάκα έχουν οι τάφοι,
και βρέφη ωραία στην αγκαλιά οι μανάδες
γλυκόφωνα, κοιτώντας τες ζωγραφι-
σμένες εικόνες, ψάλλουνε οι ψαλτάδες
λάμπει το ασήμι, λάμπει το χρυσάφι
από το φως που χύνουνε οι λαμπάδες
κάθε πρόσωπο λάμπει απ’ τ’ αγιοκέρι,
όπου κρατούνε οι Χριστιανοί στο χέρι».



Α. Σικελιανός, «Ανάσταση»

«Τα χελιδόνια του θανάτου Σου μηνάν μιαν άνοιξη

καινούρια, Ελλάδα, κι από τον τάφο Σου γιγάντια γέννα…

Μάταια βιγλίζει των Ρωμαίων η κουστωδία τριγύρω Σου…

Ακόμα λίγο, κι ανασταίνεσαι σε νέο Εικοσιένα».

Πηγή