Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΡΩΣΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΡΩΣΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 5 Ιανουαρίου 2016

Sergei Alexandrovich Yesenin (1895-1925)


«90 χρόνια από τον θάνατό του» (εισαγωγή-μτφρ: Γιάννης Σουλιώτης)
ΣΕΡΓΚΕΙ ΓΕΣΕΝΙΝ
O KATAΡΑΜΕΝΟΣ ΠΟΙΗΤΗΣ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ *
`
Ο Σεργκέι Αλεξάντροβιτς Γεσένιν ήταν γιος Ρώσων χωρικών, που γεννήθηκε στην Κεντρική Ρωσία, στο χωριό Κωνσταντίνοβο
Πέρασε τα παιδικά του χρόνια στο σπίτι των παππούδων του ,γιατί εγκαταλείφθηκε από τους γονείς του όταν έφυγαν για να ζήσουν στην πόλη.
Πολλοί υποστηρίζουν ότι αυτό το γεγονός επέδρασε δραματικά στην διαμόρφωση του χαρακτήρα και του ψυχισμού του. Ίσως-ίσως, όπως λέγεται ,οι επαναλαμβανόμενες αποπλανήσεις και απιστίες, αργότερα, προς τις γυναίκες ήταν αποτέλεσμα της εγκατάλειψής του σε πολύ νεαρή ηλικία από τους γονείς του. Είναι αλήθεια ότι οι ταραχώδεις θείοι του, με τους οποίους πέρασε τα παιδικά του χρόνια του φέρθηκαν πολύ σκληρά, και δεν είναι καθόλου απίθανο αυτού του είδους η μεταχείριση –αν και ίσως με καλή πρόθεση-,να επηρέασε αρνητικά το ευαίσθητο παιδί και η ζημιά που του προκλήθηκε να τον οδήγησε σε μια μόνιμη έλλειψη ψυχικής ισορροπίας.
Από μικρός του άρεσε η ποίηση και διάβαζε Πούσκιν και Λερμοντόφ. Έγραψε το πρώτο του ποίημα σε ηλικία 9 χρονών.
Μετά τις γυμνασιακές του σπουδές γράφτηκε στο λαϊκό Πανεπιστήμιο Σανιάβσκι για να για να παρακολουθήσει τα μαθήματα ιστορίας της λογοτεχνίας .Ύστερα, όμως, από ενάμιση χρόνο, διέκοψε τις σπουδές του εξαιτίας οικονομικών λόγων. Στη συνέχεια,δούλεψε ως διορθωτής κειμένων σε μια εκδοτική εταιρία. Τότε έκανε τις πρώτες του επαφές με τους επαναστατικούς σοσιαλο-δημοκρατικούς εργατικούς κύκλους των οποίων διανέμει τις εφημερίδες, και που «φακελώνεται » από την αστυνομία.
Αρχίζει την πολυτάραχη προσωπική ζωή του, το 1914, σε ηλικία 19 ετών, συζώντας με μια νεαρή συνάδελφό του,την Άννα Ιζριάντοβα.
`
Στην Αγία Πετρούπολη, όπου βρίσκεται το 1915, συναντά τους Γκοροντέτσκι, Μπέλι, Ίβνεφ,την Άννα Αχμάτοβα,τον Βλαντιμίερ Μαγιακόφσκι,τον Νικολάι Γκουμιλιόφ,την Μαρίνα Τσβετάγεβα,που εκτιμούν τους στίχους του. Εκεί, επίσης, δένεται με φιλία με τον Νικολάι Κλιουέφ,μια μορφή ιδιαίτερης σημασίας γι’ αυτόν, και με τον οποίο έζησε μαζί για δυο χρόνια.
Επιστρέφει στην Μόσχα και αρχίζει και πάλι να εργάζεται σε ένα τυπογραφείο, που εγκαταλείπει πολύ γρήγορα για ν’ αφοσιωθεί στο γράψιμο, αφήνοντας επίσης τη σύντροφό του Άννα Ιζριάντνοβα, η οποία μόλις του είχε δώσει το πρώτο του παιδί, τον γιο του Γιούρι.
Είναι γνωστό ότι οι δεσμοί που δημιούργησε με τις γυναίκες στη ζωή του ποτέ δεν κράτησαν περισσότερο από ένα χρόνο, μετά τον οποίο τις εγκατέλειπε. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Γεσένιν στη σύντομη ζωή του, μια και έφυγε μόλις στα 30 του, παντρεύτηκε 6 ή 8 φορές και έκανε 4 παιδιά!.. Η προτελευταία σύζυγός του ήταν η περίφημη γνωστή Αμερικανίδα χορεύτρια η Ισιδώρα Ντάνκαν, η οποία έμενε στο Παρίσι .Την γνώρισε στο σπίτι ενός φίλου του στη Ρωσία ,όπου ήταν καλεσμένη της σοβιετικής κυβέρνησης. Επρόκειτο για μια γυναίκα 18 χρόνια μεγαλύτερή του, που γνώριζε μόλις δώδεκα λέξεις στα ρωσικά. Εκείνος δεν μίλαγε ξένη γλώσσα.
Παντρεύτηκαν, στις 2 Μαίου του 1922 ,πριν να φύγει μαζί της για την Ευρώπη και Αμερική σε τουρνέ.Ο γάμος τους έγινε ένα φημισμένο ρομάντζο, διαφημιζόμενο ως ο έρωτας του χωριάτη ποιητή και της ντίβας.
Αν και είχαν μια πολύ έντονη κοινωνική ζωή ,ο Γεσένιν νιώθει μια κάποια μοναξιά και γράφει ότι, κατά γενικό τρόπο, ένας λυρικός ποιητής δεν θα έπρεπε να ζει πολύ καιρό.
Ο Γεσένιν έβλεπε με συμπάθεια τους σοσιαλιστές επαναστάτες της αριστεράς, και υποδέχτηκε με ενθουσιασμό την Οκτωβριανή Επανάσταση του 1917,
Είναι γεγονός ότι υποστήριξε για λίγο την Οκτωβριανή Επανάσταση πιστεύοντας ότι θα έδινε μια καλύτερη ζωή στους χωρικούς. Αυτό άλλωστε φαίνεται και στη συλλογή του «Άλλη χώρα»(1918).Αλλά απογοητεύτηκε γρήγορα και άρχισε να κριτικάρει την Κυβέρνηση των Μπολσεβίκων σε κάθε του ποίημα ,όπως, κυρίως, σε αυτό με τον τίτλο «Ο αυστηρός Οκτώβρης με απογοήτευσε».
`
Από το 1919 προσπαθεί να εξηγήσει την τέχνη και το ποιητικό σύμπαν μέσα από μια ολόκληρη θεωρία στο δοκίμιο «Τα κλειδιά της Μαρίας» και στο άρθρο «Τέχνη και εμπειρία» Έτσι, μαζί με τους ποιητές Ανατόλι Μαριένγκοφ,Βαντίμ Τσερτσένεβιτς και τον Ιβνόφ, θέτουν τις βάσεις του Ρωσικού λογοτεχνικού κινήματος του «ιμαζινισμού». Σύμφωνα με αυτούς, όλη η τέχνη είναι βασισμένη σε εικόνες και είναι η πλαστικότητα αυτών των εικόνων η οποία αποτελεί το κλειδί της ρώσικης λαϊκής τέχνης.
Δεν θ’ αργήσει, όμως, να εγκαταλείψει αυτό το κίνημα αναγνωρίζοντας ότι:
«Το σημαντικό δεν είναι η εικόνα ,αλλά το ποιητικό συναίσθημα του κόσμου»
Είναι η στιγμή που ο Γεσένιν συνειδητοποιεί ότι η Επανάσταση δεν θα μπορούσε να απαντήσει στις προσδοκίες των ονείρων του.
Οι ποιητικές συλλογές του ακολουθούν η μια την άλλη, αλλά συγχρόνως τα σκάνδαλα και οι καυγάδες εξαιτίας των οινοποσιών του.
Τα συχνά μεθύσια του, η καταστροφή που έκανε στα δωμάτια των ξενοδοχείων και τα επεισόδια στα εστιατόρια , πήραν μεγάλη έκταση δημοσιότητας και έγιναν το πρώτο θέμα στον παγκόσμιο τύπο.
Κατά τη διαμονή του με την Ντάνκαν στο Παρίσι ,παθαίνει μια σοβαρή κρίση εξαιτίας του αλκοόλ. Εισάγεται στο ψυχιατρικό νοσοκομείο.
Ο γάμος του με την Αμερικανίδα χορεύτρια ήταν σύντομος και τον Μάιο του 1923 επέστρεψε στην πατρίδα του, πολιορκημένος από τον αλκοολισμό και τη νοσταλγία του για την Ρωσία, όπου και σε λίγο χώρισαν.
Ως γνωστόν, ο Γεσένιν με τον ιδιόμορφο χαρακτήρα του ταλαιπώρησε και ταπείνωσε την Ντάνκαν σε όλη τη σύντομη σχέση τους ,που την «παντρεύτηκε»,όπως ισχυριζόταν, «για τα λεφτά της ,καθώς και για την ευκαιρία να ταξιδέψουν.»
Η Ισιδώρα Ντάνκαν, δυο χρόνια, περίπου, μετά από τον θάνατό του Γεσένιν, σκοτώθηκε σε ένα τραγικό ατύχημα ,όταν το κασκόλ γύρω από το λαιμό της πιάστηκε στη ρόδα του αυτοκινήτου στο οποίο επέβαινε.
Το 1923,ο Σεργκέι επιστρέφοντας στην πατρίδα, νιώθει απογοητευμένος από το ταξίδι και υποφέρει από κατάθλιψη και παραισθήσεις. Δυστυχώς αισθάνεται όλο και περισσότερο μιαν ανικανότητα να γράψει σαν ένας πραγματικός ποιητής και έλεγε: «Δεν γράφω πια ποίηση, δεν κάνω παρά μόνο στίχους».
`
Παντρεύεται ,για τελευταία φορά, με την εγγονή του Λέοντα Τολστόι, Σοφία Αντρέγεβνα Τολστάγια. Ο γάμος αυτός κράτησε μερικούς μήνες μόνο.
Κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών η κατάθλιψη του Γεσένιν χειροτερεύει, αλλά ,η περίοδος αυτή είναι συγχρόνως και πολύ δημιουργική. Τα πιο σπουδαία ποιήματα του είναι προϊόντα αυτής της εποχής.
Τα δυο τελευταία χρόνια της ζωής του, είναι γεμάτα από ασταθή συμπεριφορά εξαιτίας της μέθης: ανησυχίες ,ασθένειες, ποτό…
Είναι ακριβώς αυτό που μας επιτρέπει να ισχυρισθούμε ότι μια άλλη πλευρά του Γεσένιν είναι το ζωώδες, σεξουαλικό, λογοτεχνικό του χάρισμα .
Δυο μέρες μετά την έξοδό του από το νοσοκομείο, στις 27 Δεκεμβρίου του 1925 ,λέγεται ότι έκοψε τις φλέβες των καρπών του με ένα μαχαίρι και έγραψε ένα αποχαιρετιστήριο ποίημα με το αίμα του, απευθυνόμενο στον νεαρό εβραίο ποιητή, και φίλο του ,Wolf Erlich,
Το ποίημα του αποχαιρετισμού
Αντίο, φίλε μου, αντίο.
Αγάπη μου, στην καρδιά μου σ’ έχω.
Κι αν χωρίζουμε, της μοίρας μας ήταν γραφτό,
Και πάλι σύντομα στο μέλλον θα ενωθούμε.
Αντίο, φίλε μου ,χωρίς χειραψία ή λέξη να σου πω,
Μη λυπηθείς – ούτε τα φρύδια να ζαρώσεις.
Ο θάνατος τίποτα καινούριο δεν είναι στη ζωή
Και σίγουρα ούτε η ζωή κάτι καινούριο είναι.
`
Την επόμενη μέρα κρεμάστηκε από τις σωλήνες κεντρικής θέρμανσης , με το λουρί της βαλίτσας του(όπως θα κάνει μερικά χρόνια αργότερα η φίλη του-ποιήτριαΜαρίνα Τσβετάγεβα)στην οροφή του δωματίου του, Νο 5,στο Ξενοδοχείο Αγγλία, στην Αγία Πετρούπολη. Ήταν μόλις 30 ετών.
Λέγεται, επίσης, ότι η φιλία του με τον Τρότσκι τον έκανε επικίνδυνο στα μάτια τουΣτάλιν για την διαδοχή του Λένιν. Γι’ αυτό, και όπως υποστηρίζεται, τον δολοφόνησαν μεταμφιέζοντας τον φόνο του σε αυτοκτονία από την μυστική λενινιστική αστυνομία ,και ο φίλος του Τρότσκι δεν μπόρεσε αυτή τη φορά να τον προστατεύσει.
Η αλήθεια και για τις δυο εκδοχές ,τόσο για την αυτοκτονία όσο και για τη δολοφονία, ίσως να μη μαθευτεί ποτέ.
Πολλοί υποστηρίζουν ότι ήλπιζε αναμφίβολα αυτόν τον θάνατο, τον περίμενε.
«Σε τούτη την πατρίδα που την αγαπώ όλη,
Αφήστε με ήσυχο να βρω τον θάνατό μου».
`
Δεν αποζητούσε ένα δρόμο μακρύ:
«Ναι, εγώ δεν είμαι φτιαγμένος
για μια ήρεμη ζωή και γέλια.
Και όσο πιο μικρός ο δρόμος μου
τόσο καλύτερες οι πτώσεις μου»
`
Κι όμως ,λάτρευε τη ζωή! Είναι ο ίδιος που έγραφε :
«Όχι, όχι, όχι ! Δεν θέλω να πεθάνω.
…….
Λαχταρώ τον ήλιο ,λαχταρώ το φεγγάρι,
Τη λεύκα που σκεπάζει τον φεγγίτη.
……
Θέλω να ζήσω ,να ζήσω, να ζήσω,
Να ζήσω μέχρι να πονέσω μέχρι να φοβηθώ.»
`
Αν και ένας από τους πιο γνωστούς ποιητές στη Ρωσία , το μεγαλύτερο μέρος της δουλειάς του απαγορεύτηκε από το καθεστώς του Στάλιν και του Νικήτα Χρουτσόφ. Ο Νικολάι Μπουκάριν κατέκρινε φοβερά τον Γεσένιν και συνέβαλε τα μέγιστα στην απαγόρευση του έργου του. Μόνο το 1966 ξαναδημοσιεύθηκε το έργο του.
Ο Γεσένιν ,ο ίδιος γράφει στην αυτοβιογραφία του :
«Οι καλύτεροι θαυμαστές της ποίησής μας ήταν οι πόρνες και οι ληστές. Διατηρούσαμε μεγάλη φιλία μαζί τους. Οι κομμουνιστές δεν μας αγαπούν επειδή δεν μας καταλαβαίνουν».
Ο Γεσένιν υπήρξε κατά γενική ομολογία, ένας γοητευτικός δημιουργός, που παρόλη τη σύντομη ζωή του άφησε ένα διαρκές και πλούσιο έργο. Στη Ρωσία θεωρείται ως ένας από τους πιο αγαπητούς ποιητές. Οι διανοούμενοι συνάδελφοι του (Οσίπ Μαντελστάμ, Ιωσήφ Μπρόνσκι, Βλαδιμίρ Μαγιακόφσκι), τον θαύμαζαν.
Ενδεικτικό είναι και το απόσπασμα της Πράβντα, 19 Γενάρη του 1926 «ζήτω η δημιουργική ζωή που, ως την τελευταία του στιγμή, ο Σεργκέι Γιεσένιν την τύλιξε με τα πολύτιμα νήματα της ποίησης του!»
Ένας από τους τελευταίους της περιόδου της Επανάστασης, ο Γεσένιν είναι από πλέον προικισμένους νεώτερους Ρώσους ποιητές.
Όπως είπε και ο Μπορίς Παστερνάκ:
«Η γη δεν παρήγαγε καμιά καλύτερη ρίζα ,ποιότητα, ταλέντο και δύναμη δημιουργική και βαθειά. Ο Γεσένιν υπήρξε μια ζωντανή και παλλόμενη ψυχή καλλιτέχνη…»
Το έργο του ,όπως πολλών άλλων ανθρώπων των γραμμάτων και των τεχνών, ήταν απαγορευμένο από τον Στάλιν, αλλά καταβροχθισμένο κρυφά από τα πλήθη.
Η ποίηση του θεωρείται βαθιά Ρωσική, και παρόλη τη βίαιη συμπεριφορά του, και τα άλλα ανθρώπινα ελαττώματα, θεωρείται ως ήρωας από τον ρωσικό λαό.
`
ψ
His
**vigoro
Οι σταγόνες
Όμορφες είναι οι μαργαριταρένιες σταγόνες σε μια ηλιόλουστη μέρα
Όταν λάμπουν στα χρυσά τόξα
Ωστόσο, σε θλιμμένο καιρό, σε υγρά παράθυρα,
Τρέμουν σαν σταγόνες μούχλας μαύρου φθινόπωρου.
Οι άνθρωποι είναι ευτυχισμένοι στην λήθη ∙ (Μου είπαν)
Το ανάστημα τους στα μάτια των άλλων
Δεν έχει σημασία, ούτε τα βραβεία αυτού του κόσμου.
(Είναι άνθρωποι που ζουν εδώ, ή εκεί πέρα; Αναρωτιέμαι.)
Οι σταγόνες του φθινόπωρου πλημμυρίζουν τις καρδιές , τις φλέβες,
Και τις ψυχές με θλίψη ∙ περιπλανιούνται
Ενώ ήσυχα γλιστρούν στα τζάμια των παράθυρων,

Ποια διασκέδαση ζητούν, τι χαρά; Αναρωτιέμαι …
Δυστυχισμένοι άνθρωποι, συντριμμένοι από τη ζωή, συχνά γεμάτο
Το μέλλον τους με ψυχικούς πόνους περασμένων χρόνων,
Αν η χαρά ανακουφίζει τη θλίψη και θεραπεύει την ψυχή,
Γιατί θυμούνται τα θλιβερά, και όχι τις ευτυχισμένες στιγμές;

1912
`
Έκλαιγες μιαν ήσυχη νύχτα
Έκλαιγες μιαν ήσυχη νύχτα,
Αυτά τα δάκρυα στα μάτια σου, δεν κρύβονταν,
Ήμουν τόσο λυπημένος και τόσο θλιμμένος μέσα μου,
Και όμως δεν μπορούσαμε να ξεπεράσουμε την παρεξήγηση.
Τώρα έφυγες , είμαι εδώ, μονάχος,
Τα όνειρά μου ξεθώριασαν, χάνοντας χρώμα κι απόχρωση,
Με άφησες ,και είμαι πάλι εντελώς μονάχος,
Χωρίς τρυφερότητα και χάδια , στο σαλόνι μου.
Όταν η νύχτα έρχεται ,συχνά, στεφανωμένος με αρωματικά λουλούδια
Έρχομαι εδώ στο μέρος της συνάντησής μας,
Και στα όνειρά μου βλέπω την όψη σου
Και σ’ ακούω να κλαις πικρά, αγάπη μου.
1912-1913
`
Τα δάκρυα
Τα δάκρυα … και πάλι αυτά τα πικρά δάκρυα,
Για σπασμένα όνειρα που πέταξαν μακριά,
Για φοβερές θλίψεις που τίποτα δεν χαροποιούν ,
Για νέα σκοτάδια, που τίποτα δεν τα εμποδίζει στον κόλπο.
Τι είναι να έρθει; Περισσότερα τέτοια βάσανα;
Όχι, αρκετά … Ήρθε η ώρα να ξεκουραστούν, ας πάει,
Και να ξεχάσουμε τους ήχους του θρήνου,
Μια καρδιά είναι γεμάτη και δεν μπορεί να το ανεχθεί πια.
Ποιος τραγουδάει στη σκιά του δέντρου της σημύδας;
Οι ήχοι είναι γνωστοί -τα δάκρυα πάλι …
Αυτά τα δάκρυα είναι για την πατρίδα μου και για μένα
Είναι γεμάτα λαχτάρα, ανησυχία και πόνο.
Είμαι στην αγαπημένη μου χώρα ∙ ναι, στον τάφο μου
Η καρδιά μαραζώνει από δάκρυα, κλαίω …
Τώρα φαίνεται ότι μόνο σε ένα κρύο τάφο
Θα είμαι σε θέση να ξεχάσω και να βρω λίγο
 ύπνο.
1914
`
Πιστεύω στην ευτυχία!
Πιστεύω στην ευτυχία!
Δαχτυλίδι, φοράει η χρυσή Ρωσία,
Ω φύσηξε άνεμε, χωρίς σταματημό!
Ευλογημένος ας είναι αυτός που γιορτάζει
Τη λύπη του βοσκού σου, την μάταιη ελπίδα.
Δαχτυλίδι, φοράει η χρυσή Ρωσία.
Λατρεύω τα άγρια ορμητικά ρεύματα,
Τη λάμψη των αστεριών πάνω από το νερό.
Την ευλογημένη θλίψη, τον τρίμηνο θρήνο,
Τους ευλογημένους ανθρώπους και τους τελευταίους
Βρυχηθμούς από τα άγρια ορμητικά ρεύματα
.
1917
`
Αγαπώ πάρα πολύ τη Ρωσία μου
Αγαπώ πάρα πολύ τη Ρωσία μου.
Αν και σ’ αυτή η σκουριά της θλίψης πέφτει σαν ιτιά.
Μου δίνουν γλύκα, το βρώμικο μούτρο των γουρουνιών
Και στην ηρεμία της νύχτας η ηχηρή φωνή των βατράχων.
Είμαι τρυφερά άρρωστος από τα ενθύμια της παιδικής μου ηλικίας.
Η αποχαύνωση, η υγρασία από τα βράδια του Απρίλη στοιχειώνουν τα όνειρά μου.
Θα έλεγα ότι το σφεντάμι μας για να ζεσταθεί
Σκύβει μπροστά στη φωτιά της αυγής.
Ω πόσες φορές σκαρφαλωμένος στα κλαριά περίμενα
Να ξετρυπώσω ή την καρακάξα ή την μάινα!
Κι η φλούδα του όπως άλλοτε ήταν σκληρή;
Κι εσύ, φίλε μου,
Πιστέ μου φίλε σκύλε με τις βούλες;
Τα γεράματα σ’ έκαναν να ουρλιάζεις, τυφλός,
Και σέρνεσαι στην αυλή, τραβώντας την κρεμασμένη ουρά σου
Και η όσφρηση από τις πόρτες και το στάβλο λησμονημένη.
Ω! πόσο αγαπητά μού είναι τα παιδικά μας παιγνίδια:
Από τη μητέρα μου έκλεβα ένα κομμάτι ψωμί
Που δαγκώναμε κι οι δυο με τη σειρά μας.
Χωρίς ποτέ να σιχαθεί ο ένας τον άλλο!
Δεν άλλαξα.
Σαν καρδιά δεν άλλαξα
Σαν μπλε λουλούδια στα στάρια τα μάτια μου ανθίζουν στο πρόσωπό μου
Απλώνοντας, χρυσή ψάθα ,την πλεξίδα των ποιημάτων μου…
(Από την Εξομολόγηση ενός αλήτη)

1921
`
Μια φορά και για πάντα
Μια φορά και για πάντα ας χωρίσουμε-
ναι, φεύγω, γη της πατρίδας μου!
Μακριά είναι τα φτερωτά φύλλα από τις λεύκες μου,
κανένα δεν αντηχεί μέσα μου ούτε χτυπάει.
Σκύλε πιστέ, μένεις από πολύ καιρό κάτω από το χορτάρι.
Εσύ σπίτι μου-ακατοίκητο ,στέγη κατεστραμμένη.
Επίσης εδώ, στη Μόσχα, στη μέση αυτών των δρόμων ∙
εκπνέω την ψυχή ,στη χάρη του Θεού.
Ναι, την αγαπώ, την αγαπώ αυτή την πόλη, εξογκωμένη και βαλτώδη,
τώρα ναι, και χλωμή.
Ασία, εσύ μισοκοιμισμένη και χρυσή,
βρήκες τρούλους και ήσυχα μέρη.
Και πηγαίνω, πηγαίνω σύντομα, κάτω από το φεγγάρι,
πηγαίνω στη λάμψη του φεγγαριού, πηγαίνω κάτω από τη λάμψη του διαβόλου,
τρικλίζω στους δρόμους, τους γνωστούς,
και ξαναγυρίζω πάλι στο μπιστρό μου.
Στο μπιστρό μου φόβος και μουγκρητό,
αλλά όλη τη νύχτα, μέχρι να ‘ρθει το πρωί,
απαγγέλω στις πουτάνες ,ότι έχω γράψει,
και με τους κατεργάρηδες μοιράζομαι την ουσία.
Καρδιά, χτυπάς ,χτυπάς πιο γρήγορα ακόμη, χτυπάς μέχρι να χαθείς,
και έτσι μιλάω, μιλάω χάρη στην καλή τύχη ∙
«Όπως είστε, είμαι κι εγώ: ανίδεος,
όπως είμαι, δεν υπάρχει επιστροφή.»
Σκύλε πιστέ, μένεις από πολύ καιρό κάτω από το χορτάρι.
Εσύ σπίτι μου-ακατοίκητο ,στέγη κατεστραμμένη.
Επίσης εδώ, στη Μόσχα, στη μέση αυτών των δρόμων ∙
εκπνέω την ψυχή ,στη χάρη του Θεού.
1922
`
Είναι λυπηρό να σε κοιτάζω
Είναι λυπηρό να σε κοιτάζω, αγάπη μου.
Και τόσο οδυνηρό να θυμάμαι!
Φαίνεται, το μόνο πράγμα που έχουμε
Είναι το χρώμα της ιτιάς τον Σεπτέμβρη.
Κάποιου τα χείλη έχουν φθείρει
Τη ζεστασιά και την τρεμούλα του σώματος σου ,
Σαν η βροχή να ψιλόβρεχε κάτω
Την ψυχή, που σκληραίνει σε συμφόρηση.
Λοιπόν, ας είναι! Δεν φοβάμαι.
Έχω κάποια άλλη χαρούμενη γιορτή.
Δεν έχει μείνει τίποτα για μένα, εκτός από
Καφέ σκόνη και σταχτί χρώμα.
Δεν μπόρεσα , στον θρήνο μου,
Να σώσω τον εαυτό μου, για χαμόγελα ή οτιδήποτε άλλο.
Οι περπατημένοι δρόμοι είναι λίγοι
Τα λάθη που έγιναν πολλά.
Με αστεία ζωή και αστεία διάσπαση
Έτσι ήταν και θα είναι πάντα..
Το άλσος με τα οστά του δέντρου της σημύδας σ’ αυτό
Είναι σαν νεκροταφείο, αλλά εγώ ποτέ!
Το ίδιο , θα πάμε στην καταδίκη μας
Και στο ξεθώριασμα , όπως αυτοί που φωνάζουν από τον κήπο.
Το χειμώνα τα λουλούδια ποτέ δεν ανθίζουν,
Και γι ‘αυτό δεν πρέπει να τα θρηνούμε.
1923

`
Κουράστηκα να ζω…
Κουράστηκα να ζω στη πατρική μου γη,
με τη νοσταλγία των εκτάσεων του μαύρου σταριού ∙
θ’ αφήσω την καλύβα μου,
θα φύγω σαν ένας αλήτης και ένας κλέφτης…
Θα γυρίσω στο πατρικό σπίτι
να χαρώ τη χαρά του άλλου.
Και μια πράσινη νύχτα, κάτω από το παράθυρο,
με το μανίκι του πουκαμίσου μου θα κρεμαστώ.
Ασημένιες ιτιές δίπλα στο φράχτη
θα κατεβάζουν το κεφάλι ακόμη πιο γλυκά.
Και χωρίς να πλυθώ, χωρίς καμιά τελετουργία,
θα θαφτώ κάτω από τα ουρλιαχτά των σκύλων.
Το φεγγάρι θα συνεχίζει να κωπηλατεί στον ουρανό,
χάνοντας τα κουπιά του στα νερά των λιμνών ∙
κι η Ρωσία θα είναι πάντα η ίδια,
χορεύοντας και κλαίγοντας γύρω από τα περιφράγματα.
.
Γράμμα στη μητέρα μου
Είσαι ακόμη ζωντανή ,αγαπητή μανούλα μου;
Κι εγώ είμαι ζωντανός επίσης .Γεια! Γεια!
Ας έχεις πάντα από πάνω σου μέλι,
Και την απίστευτη λάμψη του βραδινού φωτός.
Μου είπαν ότι κρύβοντας την ανησυχία σου,
Στεναχωριέσαι πολύ για μένα,
Πηγαίνεις έξω στην άκρη του δρόμου κάθε βράδυ
Τυλιγμένη με την παλιά σου ζακέτα.
Στο σκοτάδι της νύχτας, πολύ συχνά,
Βλέπεις την παλιά σκηνή του αίματος:
Ένα είδος καυγά με κάποιο τυχοδιώκτη
Που μου χώνει ένα Φινλανδικό μαχαίρι στην καρδιά.
Ηρέμησε τώρα ,μανούλα! Και μη λυπάσαι!
Όλα είναι επώδυνη φαντασία απ’ άκρη σ’ άκρη.
Δεν είμαι ,πραγματικά, τόσο κακός μέθυσος,
Ώστε να πεθάνω χωρίς να σε δω.
Δεν είναι τίποτα, να είσαι βέβαιη, αγάπη μου,
Όλα αυτά δεν είναι παρά ένας εφιάλτης.
Η ψυχή μου δεν είναι τόσο σάπια
Που να μπορώ να πεθάνω χωρίς να σε δω!
Είμαι, όπως πάντα ,ο τρυφερός σου γιος, αγαπημένη μου,
Και το μόνο πράγμα που ονειρεύομαι τώρα
Είναι ν’ αφήσω αυτή τη ζοφερή πλήξη εδώ
Και να ξαναγυρίσω στο μικρό μας σπίτι. Και πώς!
Θα γυρίσω την άνοιξη χωρίς προειδοποίηση
Όταν ο κήπος θα είναι ανθισμένος ,λευκός σαν χιόνι.
Σε παρακαλώ μη με ξυπνήσεις νωρίς το πρωί,
Όπως έκανες πρώτα, εδώ κι οκτώ χρόνια .
Μην ενοχλείς τα όνειρα που τώρα πέταξαν,
Μη ταράζεις την μάταιη και ανώφελη πάλη μου
Γιατί πολύ νωρίς γνώρισα εξαιτίας της
Βαριές απώλειες κι ανησυχίες στη ζωή.
.
Σε παρακαλώ μη μου μαθαίνεις πώς να λέω την προσευχή!
Δεν υπάρχει δρόμος επιστροφής σε ότι έφυγε.
Είσαι η μόνη μου χαρά ,στήριγμα και έπαινος
Και η μόνη μου δάδα που λάμπει πάνω μου.
Παρακαλώ ξέχασε τον πόνο και τους φόβους σου,
Και μη στεναχωριέσαι τόσο πολύ για μένα
Μη πηγαίνεις έξω στην άκρη του δρόμου, αγαπημένη μου,
Τυλιγμένη με την παλιά σου ζακέτα.
1924
.
`
*************
* ΣΕΡΓΚΕΙ ΓΕΣΕΝΙΝ , O KATAΡΑΜΕΝΟΣ ΠΟΙΗΤΗΣ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ, Εισαγωγή, Επιμέλεια, Μετάφραση, Γιάννης Σουλιώτης, υπό έκδοση, Εκδ. ΚΑΠΑ


Κυριακή 3 Ιανουαρίου 2016

Μαρίνα Τσβετάγεβα (Marina Tsvetaeva 1892-1941), μικρό αφιέρωμα




Μαρίνα Τσβετάγεβα (Мари́на Цвета́ева 1892-1941)
Προλεγόμενα
Φοβόμαστε ότι η λέξη «μεγάλη ποιήτρια» δεν επαρκεί για τη Μαρίνα Τσβετάγιεβα, την ευαίσθητη, κορυφαία και ανεπανάληπτη μορφή της ποίησης του 20ού αιώνα. Η ατυχίας της ήταν να γεννηθεί και να βρεθεί στη δύνη γεγονότων που δεν επέτρεψαν σε τούτο το ελεύθερο μυαλό να ξετυλιχτεί όπως θα ήθελε, γεγονότα που αντίθετα έθρεψαν τη στενοκεφαλιά στραγγαλίζοντας την ελευθερία της έκφρασης προοδευτικών και πνευματικών ανθρώπων. Η απομόνωσή της από το νεοεγκαταστημένο καθεστώς, το κυνήγι που της έγινε (δεν είναι τυχαίο που μετά το 1917 δεν κυκλοφόρησε κανένα έργο της στη Ρωσία, αν και η ίδια ποτέ δε σταμάτησε να γράφει), το τραγικό τέλος της εξάλλου επιβεβαιώνει τα λεγόμενά μας. Η ίδια δε δίστασε να ονομάσει αυτό το καθεστώς "θλιβερή παρένθεση" της Ρωσίας. Οι κοντόθωροι γραφειοκράτες του όμως που κρατούσαν μαζί με τον Στάλιν τα ινία της χώρας, και ήξεραν, και μπορούσαν να συνθλίβουν όσους δεν συμφωνούν μαζί τους. Έτσι ο σύζυγός της Σεργκέι Εφρόν θα εκτελεστεί ως προδότης, η κόρη της θα κλειστεί φυλακή με την ίδια κατηγορία, και, η Μαρίνα, θα βρεθεί στην εξορία μαζί(ευτυχώς) με το γιό της. Έτσι αντιμετώπισε η προλεταριακή δικτατορία του λαού, ένα ελεύθερο πνεύμα, μια από τις μεγαλύτερες -αν όχι την μεγαλύτερη- ποιήτρια της Ρωσίας.
Τώρα πλέον η ίδια η Ιστορία δικαιώνει τη Μαρία Τσβετάγιεβα αφού τα λόγια της αποδείχτηκαν προφητικά. Η ίδια δε θα διστάσει να βροντοφωνίσει την οικουμενικότητά της «Δεν είμαι Ρωσίδα ποιήτρια και πάντοτε με εκπλήσσει ότι με θεωρούν Ρωσίδα και με αντιμετωπίζουν κάτω από αυτό το φως», αν και ο Άγγλος κριτικός John Bayley το 1980 θα τη χαρακτηρίσει «πιο Ρωσίδα από τους Ρώσους ποιητές». Η ίδια όμως σε επιστολή της στον Ρίλκε θα πει:
«Γίνεται κανείς ποιητής (αν ήταν ποτέ δυνατό να γίνει κανείς ποιητής, αφού αυτό είναι, πριν από όλα τα άλλα) για να αποφύγει το χαρακτηρισμό Γάλλος, Ρώσος κλπ., προκειμένου να είναι τα πάντα».
Να σημειώσουμε ότι το 1992, γιορτάστηκαν σε όλο τον κόσμο τα 100 χρόνια από τη γέννησή της.



Μαρίνα Τσβετάγεβα, μια γνωριμία
Έτσι, πάνω στο παιχνίδι σας – ογκώδης
(Ανάμεσα σε πτώματα – και – κούκλες!)
Δεν δοκιμάστηκε, δεν αγοράστηκε
Φλεγόμενη και χορεύουσα -

Εξάφτερη, ιριδίζουσα,
Ανάμεσα σε επινοήσεις – ποταπότητες – αληθηνή,
Δεν πνίγηκε από τα χαιρετιστήρια σαλπίσματά σας
Η ψυ-χή!
«Η ψυχή», 10 Φεβρουαρίου 1923, από τη συλλογή, Μετά τη Ρωσία
Η Μαρίνα Ιβάνοβνα Τσβετάγεβα ή Τσβετάγιεβα (Мари́на Ива́новна Цвета́ева) (26 Σεπτεμβρίου (με το παλαιό ημερολόγιο)/8 Οκτωβρίου 1892, Μόσχα - 31 Αυγούστου 1941, Γελαμπούγκα (Ταταρστάν), είναι γνωστή ως μια από τις μεγαλύτερες ρωσίδες ποιήτριες του εικοστού αιώνα. Η ίδια άρχισε να αποκαλεί τον εαυτό της ποιητή από πολύ μικρή ηλικία και διατηρήσετε ον τίτλο σε όλη της τη ζωή. Τα πεζογραφήματά της (αυτοβιογραφικά διηγήματα, κριτικά δοκίμια, αναμνήσεις, ημερολόγια) –παρ’ όλο που πάντα τα θεωρούσε πάρεργο και δεύτερης κατηγορίας γραπτά- είναι κείμενα σφραγισμένα από τον ποιητικό της λόγο.
  Σχεδόν όπως όλες οι γυναίκες της τάξης και της γενιάς της, η Μαρίνα Ιβάνοβνα ανέπτυξε από πολύ μικρή ηλικία (περίπου μόλις έμαθε να γράφει) τη συνήθεια να καταγράφει καθημερινά τα γεγονότα της ζωής της, τις εντυπώσεις και τις σκέψεις της:να γράφει ημερολόγιο. Ήταν η καθημερινή άσκηση όξυνσης του ποιητικού της βλέμματος και η συλλογή υλικού των έργων της. Για την ποιήτρια «οι στίχοι (της) είναι ημερολόγιο», καθώς γράφει στον πρόλογο της τρίτης συλλογής της Από δύο βιβλία, και συνεχίζει:«Γράψτε, γράψτε κι άλλο! Αποθανατίστε κάθε στιγμή, κάθε κίνηση, κάθε στεναγμό! Όχι μόνο την κίνηση – και το σχήμα του χεριού που το έκανε· όχι μόνο το στεναγμό – και το περίγραμμα των χειλιών απ’ όπου πέταξε, ελαφρύς. Μην υποτιμάτε το εξωτερικό. Το χρώμα των ματιών σας είναι εξίσου σημαντικό με την έκφρασή τους…»
Το βιβλίο της Γήινα σημεία αποτελείται στο μεγαλύτερο μέρος του ακριβώς από επεξεργασμένα αποσπάσματα του ημερολογίου της και σημειώσεις ή όπως η ίδια το περιγράφει (σε γράμμα της στον Ρομάν Γκουλ στις 17 Φεβρουαρίου 19320, είναι «ένα βιβλίο σημειώσεων (η καθημερινότητα, οι σκέψεις, οι συζητήσεις, τα όνειρα, η Μόσχα στην Επανάσταση, είναι ένα χρονικό της ψυχής μου)… κι όλη μου η ουσίας». Το σχεδίασε και το ετοίμασε για έκδοση το 1922 (όντας πια στην εξορία). Η τύχη του ωστόσο ήταν διαφορετική: ποτέ δεν εκδόθηκε στην ολοκληρωμένη μορφή του όσο ζούσε η συγγραφέας του. Κεφάλαιά του δημοσιεύτηκαν ξεχωριστά σε περιοδικά και εφημερίδες της εμιγκράτσιας στο Βερολίνο, το Παρίσι, τις Βρυξέλλες. Η αντίδραση των ρώσων εμιγκρέδων πολιτικών επικεντρώνεται στο ότι «το βιβλίο είναι έξω από κάθε πολιτική». Για ευνόητους λόγους δεν μπορεί να εκδοθεί στη Σοβιετική Ένωση.
Σίγουρα το βιβλίο δεν κάνει πολιτική με την στενή ή την ευρύτερη έννοια της λέξης. Και επειδή η Τσβετάγεβα σ’ όλη της τη ζωή αντιπαθούσε βαθύτατα την πολιτική και τους πολιτικούς. Ωστόσο, θα μπορούσαμε να το χαρακτηρίσουμε και πολιτικό. Τόσο πολιτικό όσο πολιτική είναι μια μαρτυρία. Γιατί είναι κατ’ εξοχήν βιβλίο-μαρτυρία. Η ίδια σχολιάζοντας τη θέση των εκδοτών γράφει ότι: «εμπεριέχει μια αλήθεια παθιασμένη και μεροληπτική – αλήθεια του ψύχους, της πείνας, του θυμού, αλήθεια αυτής της εποχής!». Μια αλήθεια προσωπική, της ψυχής του ποιητή απέναντι στην Ιστορία, απέναντι στην αγωνία μιας εποχής, στην έκπτωση των ανθρωπίνων σχέσεων και αξιών, στην πείνα και τον τρόμο του θανάτου (από ασιτία ή εκτέλεση), απέναντι στα σημεία και τα τέρατα μιας εποχής.
Πίσω από τα επεισόδια που περιγράφονται γυμνά, σχεδόν σχηματικά, διακρίνεται γυμνή και η ψυχή μας, που προσπαθεί να κρατηθεί όρθια, ν’ αντισταθεί στην έκπτωση και την αγωνία, να στοχαστεί για τον έρωτα και την ευγνωμοσύνη, να γυρέψει ευτυχισμένες εικόνες του παρελθόντος, να φανταστεί ένα μέλλον διαφορετικό, να διατηρήσει το χιούμορ του –σαρκαστικό και πικρό πολλές φορές- και την ευαισθησία της.

Η Μαρίνα Τσβετάγιεβα, με το γιο της Μουρ στα τέλη της δεκαετίας του '30 στη Γαλλία

ΠΟΙΗΤΕΣ
Ο ποιητής – από μακριά οδηγεί το λόγο
Τον ποιητή – από μακριά οδηγεί ο λόγος
 
Με πλάνητες, με σημεία, με πλαγιές
Παραβολές αυλακιών… Μεταξύ ν α ι και ό χ ι
Ακόμη και χειρονομώντας απ’ το καμπαναριό
Τον ελιγμό κοροϊδεύει… Επειδή ο δρόμος των πλανητών-

Των ποιητών ο δρόμος. Σκορπισμένοι κρίκοι
Της αιτιότητας – αυτός είναι ο δεσμός μου! Ψηλά το μέτωπο –
Απελπιστείτε! Τις εκλείψεις των ποιητών
Δεν τις προβλέπει το ημερολόγιο.
 
Είναι αυτός που ανακατεύει τα χαρτιά,
Ξεγελάει το ζύγι και τον λογαριασμό,
Είναι αυτός που ρ ω τ α ε ι το θρανίο,
Που τον Καντ στο κεφάλι χτυπά,
 
Που στο πέτρινο φέρετρο της Βαστίλλης
Σαν δέντρο στην ομορφιά του.
Που τα ίχνη του – για πάντα εξαφανίστηκαν
Αυτή η πορεία, όπου όλοι
Αργούν…
-Επειδή ο δρόμος των κομητών
Των ποιητών δρόμος: καιόμενος, αλλά μη θερμαινόμενος,
Μαδημένος, αλλά ακαλλιέργητος – έκρηξη και διάρρηξη –
Η οδός σου, με χαίτη καμπυλωτή,
Μη προβλεπόμενη από το ημερολόγιο!
8 Απριλίου 1923
Σκορπισμένοι κρίκοι της αιτιότητας και πλάγιες παραβολές αυλακιών και πλανήτες. Μόνη της η Μαρίνα Τβετάγιεβα δίνει με τις τρεις αυτές μεταφορές (πως αλλιώς θα μπορούσε μια μεγάλη ποιήτρια) την εικόνα του λόγου της. Αυτού του λόγου που σόκαρε. Όχι τον μέσο αναγνώστη ή τον λαϊκό άνθρωπο, γιατί βρίσκεται πολύ κοντά στην καθημερινή του έκφραση, την τόσο συχνά ελλειπτική. Αλλά τον φιλόλογο και τον γραμματικό, γιατί ανατρέπει κάθε είδους ευπρεπισμό ή καλλωπισμό, κάθε τυπικό σύνταξης. Κατηγορήθηκε για ατελή μορφή και ατελή εκφραστικά μέσα. Πίσω από κάθε αταξία της όμως, δεν κρύβεται ούτε άγνοια ούτε αδυναμία να κυριαρχήσει το υλικό της. Όλες οι ιδιαιτερότητες (ή παραδοξότητες) της γραφής της (όπως είναι η ανατροπή των κανόνων στίξης, η πληθώρα παύλας και διπλής τελείας, οι επαναλήψεις, η απουσία ρήματος και η εμμονή στο ουσιαστικό), αφορούν στην προσπάθειά της ν’ αποδώσει τον ειρμό της σκέψης της, τη σκέψη όπως πρωτοεμφανίζεται, ανεπεξέργαστη. Καθώς στόχος της είναι ν’ αποτυπώσει την ιδέα με την ίδια ταχύτητα και την ίδια οικονομία με την οποία εμφανίζεται και προχωρεί, την καταγράφει συχνά με σκιές, σαν μια θολή φωτογραφία. Με νύξεις ελλειπείς προτάσεις. Και ταυτόχρονα η τεχνική αυτή γίνεται μια διαδικασία μύησης στη στιγμή της δημιουργίας.
Παράλληλα προσπαθεί ν’ αποδώσει το ρυθμό τη μουσική που κάθε φορά ακούει μαζί με τη σκέψη ή την ιδέα. Κόρη μιας σπουδαίας πιανίστριας και με βαθιά και πλούσια μουσική παιδεία η ίδια, η Μαρίνα Τσβατάγεβα τις περισσότερες φορές ακούει πρώτα τη μουσική φράση, το ρυθμό, κι έπειτα τις λέξεις. Έτσι, κάθε φορά οι λέξεις ντύνουν το ρυθμό. Η παύλα, για παράδειγμα, που τόσο συχνά εμφανίζεται όχι μόνο στα Γήινα σημεία αλλά και σε όλο της το έργο, δεν λειτουργεί μόνο ως ενωτικό σημείο των δύο μερών ή ως βοηθητικό στοιχείο ανάδειξης της λέξης που την ακολουθεί, αλλά σχεδόν πάντα και ως παύση, ως μουσικός χρόνος.
Συχνά αντιμετωπίζουμε αφοριστικό τόνο ή και αφορισμούς, καθώς και σκέψεις που μοιάζουν με «πανοπλίες από πάγο». Δεν είναι απλώς επιλογή ύφους και κυρίως δεν είναι απόπειρα επιβολής των αντιλήψεών της. Είναι και πάλι η ψυχή της γυμνή. Είναι ο ίδιος της ο εαυτός. Έτσι υπήρξε πάντα με τους ανθρώπους και τις ιδεολογίες. Ασυμβίβαστη, ευθεία, ανεπιτήδευτη, ξεκάθαρη. Πίσω από την πανοπλία βρίσκεται η γυναίκα, η ποιήτρια που αναζητά το ουσιαστικό, που διψά για αυθεντικές ανθρώπινες σχέσεις, με τον δικό της απόλυτο τρόπο. Έτσι, οι φράσεις της, χωρίς να αποσκοπούν ποτέ σε διδαχή, γίνονται ένα μάθημα ουσιαστικής ζωής, μια πνοή αυθεντικής ζωής σε μια δύσκολη και πονηρή εποχή. Πνοή που. Ωστόσο, εξακολουθεί πάντα να είναι επίκαιρη, γιατί αφορά ακεραιότητα της συνείδησης και του Είναι, την αναγκαιότητα μιας (προσωπικής) ηθικής.
Πολύ συχνά στο κείμενο παρουσιάζονται λέξεις, φράσεις, στίχοι από τα γαλλικά ή τα γερμανικά. Δεν είναι επιτήδευση και αυταρέσκεια. Καταρχήν οποιοσδήποτε ρώσος της τάξης της γνώριζε και τις δύο γλώσσες από την τρυφερή παιδική ηλικία. Δεύτερον, η γερμανικής καταγωγής μητέρα της έμαθε στα παιδιά τα γερμανικά παράλληλα με τα ρώσικα. Τρίτον, η Μαρίνα αγάπησε από πολύ μικρή τη γαλλική λογοτεχνία και, καθώς ήταν ένα τελειομανές παιδί, τελειοποίησε και βάθυνε τις γνώσεις της στη συγκεκριμένη γλώσσα, στην οποία έγραψε κάποια από τα πεζά της έργα. Η δε μετάφραση του ποιήματος-παραμυθιού της Το παλληκάρι στα γαλλικά από την ίδια μπορεί να θεωρηθεί ένα από τα μεγάλα έργα της γαλλικής ποίησης. Είναι απολύτως τρίγλωση κι αυτό δεν θα μπορούσε παρά να αποτυπωθεί και στο έργο της, και για τον πρόσθετο λόγο ότι στο έργο της αποτυπώνει ολόκληρο τον εαυτό της. Αυτό δεν την εμπόδισε, όμως, ούτε στο ελάχιστο να χρησιμοποιήσει τα ρώσικα με ευλυγισία και φαντασία, τόσο ώστε να θεωρείται μια από τις λίγες γλωσσοπλάστριες ποιήτριες. Αντλεί, κατά την παράδοση του Πούσκιν, το λεξιλόγιό της κυρίως από τον πλούτο της λαϊκής προφορικής παράδοσης –παραμύθια, μπιλίνες, λαϊκά τραγούδια, παροιμίες, καθημερινή ομιλία-, αλλά και από τα σλαβονικά της εκκλησίας (παρ’ όλο που υπήρξε άθεη) και από τη ρωσική μεγάλη ποιητική παράδοση (Πούσκιν και Χρυσός Αιώνας της ρώσικης ποίησης). Στο όνομα του δεσμού της μ’ αυτή την παράδοση, αλλά και ως αντίδραση στην επιβολή νέας τάξης πραγμάτων από αυτό που η ίδια αποκαλεί «σοβιετική φάρσα», απορρέει και η εμμονή της να γράφει με την παλιά ορθογραφία κάτι που με τη μετάφραση δεν μπορεί να (από)δοθεί στα ελληνικά.
Ακόμη ίσως εκπλήσσει ο τεμαχισμός των κειμένων. Με τις γραμμές να τον προβάλουν ακόμη εντονότερα. Είναι αφενός η παρουσία του ημερολογίου, ενός γραπτού που παρακολουθεί τον τεμαχισμό του ημερολογιακού χρόνου σε ώρες και εικοσιτετράωρα, αφετέρου η αναβίωση της «γραμμής» των πρώτων κειμένων των γερμανών ρομαντικών, που ήταν από τις μεγάλες αγάπες της Μαρίνας. Κι ανάμεσα στις γραμμές η προσπάθεια αποτύπωσης μιας πρόζας «αυθόρμητης» ή φυσικής, πριν τη λογοτεχνία.
Μιας πρόζας που στρέφεται απευθείας στον αναγνώστη της, τον ανάγει σε συνομιλητή, τον προκαλεί να συζητήσει μαζί της, να της απαντήσει, να συμπληρώσει ή να αναιρέσει τα κενά, να μιλήσει κι ο ίδιος με τους στίχους της, με μια λέξη να συνδιαλλαγεί μαζί της. Μιας πρόζας τόσο ζωντανής που, όπως κι όλο το ποιητικό της έργο, απαιτεί από μας να είμαστε ενεργά –και εναργή- υποκείμενα απέναντί της και όχι παθητικοί δέκτες.
Και μόνο ως ενεργά υποκείμενα θα μπορούσαμε να διεισδύσουμε στην καρδιά του έργου της, ενός έργου τόσο δύσκολου και πολυσήμαντου όσο και τα λαϊκά παραμύθια και οι παροιμίες, όσο και ο Αργυρός Αιώνας της ρώσικης ποίησης με τα πολυποίκιλα ρεύματά του (συμβολισμός, παρακμιακοί, ακμεϊσμός, φουτουρισμός), απ’ όπου αντλεί φόρμες και ιδέες, χωρίς ωστόσο να εντάσσεται σε κανένα. Γιατί είναι ένα έργο «μοντέρνο», όπως η ίδια το χαρακτηρίζει στο δοκίμιό της Ο ποιητής και ο χρόνος, εννοώντας ότι είναι παιδί του αιώνα του, παιδί που ακούει στις προσταγές του αιώνα όχι μόνο για να τις αποτυπώσει, αλλά και να τις δει κριτικά και να τις αλλάξει κατά τις προσταγές της συνείδησής του.
ΑΙΩΝΑΣ
Αιώνα μου, θηρίο μου ποιος θα τα καταφέρει
Να κοιτάξει στις κόρες των ματιών σου
Και με το αίμα του να κολλήσει
Δύο εκατονταετιών σπονδύλους;
…………………………
Πάλι για θυσία, σαν αρνάκι,
Τα βρεγματικά της ζωής έφεραν.
…………………………
Λικνίζει ο αιώνας το κύμα
Με την ανθρώπινη αγωνία,
Και στο χορτάρι ανασαίνει η οχιά
…………………………
Αλλά σπασμένοι οι σπόνδυλοί σου,
Εξαίρετε θλιμμένε μου αιώνα.
Και με ανόητα χαμόγελο
Πίσω κοιτάζεις, βάναυσος και αδύναμος
Ίδιος θηρίο, κάποτε ευλύγιστο,
Τα ίδια ίχνη των ποδιών του.
Οσίπ Μάντελσταμ, 1923. Μοσχοβίτικα ποιήματα
Παρ’ όλο που ο εσωτερικός κόσμος της διαγράφεται έντονα σ’ όλα τα μέρη των Γήινων σημείων, η Μαρίνα Τβσετάγεβα δεν περιορίζεται μόνο σ’ αυτό. Παράλληλα με το λυρικό τραγούδι τής εξομολόγησης, ακούγονται τα τραγούδια μιας ολόκληρης εποχής. Ανάμεσα στην πολυφωνία και την τετραφωνία, στις εθνικές σχολές μουσικής και στον ρωσικό ψαλμό, ανιστορούνται τα πρώτα χρόνια της Επανάστασης. Ζωντανεύουν οι χαρακτηριστικές φιγούρες του νεόκοπου επαναστάτη, της μισότρελης μεγαλοκοπέλας, της ημιμαθούς διαφωτίστριας, του αγνού επαναστάτη, της πιστής μνήμης του νεκρού αγαπημένου αρραβωνιαστικού, του πονηρού καιροσκόπου, του νεοφώτιστου κομμουνιστή, του επιτήδειου μαυραγορίτη, των πονηρών χωρικών, της προξενήτρας, του φτωχοδιάβολου. Ακτινογραφία της ανθρώπινης ψυχής σε δύσκολους και πονηρούς καιρούς, όταν έχεις να μετρηθείς με τον όλεθρο και τον άνθρωπο. Η ποιήτρια μεταμορφώνεται σε ευαίσθητη εναργή παρατηρήτρια, που με σοφία επιλέγει τους χαρακτήρες της και με ευφυή λιτότητα και αμεσότητα τους περιγράφει μέσα από αποκαλυπτικές και ενδεικτικές λεπτομέρειες. Οι εικόνες, τα επεισόδια, οι χαρακτήρες που παρελαύνουν μπροστά μας παραπέμπουν απευθείας στην μεγάλη παράδοση του 19ου αιώνα (Γκόγκολ, Τσέχωφ, Ντοστογιέφσκι, Τολστόι, Τουργκένιεφ). Πρόσωπα και καταστάσεις της ρωσικής κοινωνίας σε μια συγκεκριμένη ιστορική στιγμή, αλλά εξίσου γνώριμες και σε μας από τη Μικρασιατική καταστροφή και την ανταλλαγή πληθυσμών, απ’ όλη την πρόσφατη ταραγμένη ιστορία μας. Γιατί είναι πρόσωπα και καταστάσεις ταραγμένων και αμφιθυμικών εποχών, σ’ όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης.
Γι’ αυτό ο τίτλος, πολυσήμαντος, μας προκαλεί να τον διαβάσουμε με πολλούς τρόπους. Γήινα σημεία; Σημεία των καιρών; Σημεία και τέρατα; Γήινα όρια; Γήινα σημάδια;…

Πηγή:
Ιωάννα Σαββίδου από τον πρόλογο στο βιβλίο, Γήινα σημεία της Μαρίνα Τβσετάγεβα, εκδόσεις Ηριδανός, Αθήνα, 1993.

                                                   Η Μαρίνα Τσβετάγιεβα με το σύζυγό της Σεργκέι Εφρόν

ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΟ ΜΑΡΙΝΑΣ ΤΣΒΕΤΑΓΙΕΒΑ
1892. (26.09/11/10) Γέννηση της Μαρίνας στη Μόσχα.
Μητέρα της η Μαρία Αλεξάντροβνα Μέιν, εξαίρετη πιανίστρια, μαθήτρια του Άντον Ρουμπινστάιν, γερμανοπολωνικής καταγωγής, δεύτερη γυναίκα του Ιβάν Τσβετάεφ.
Πατέρας της ο Ιβάν Βλαντιμίροβιτς Τσβετάεφ, καθηγητής του Πανεπιστημίου της Μόσχας, ιστορικός τέχνης, ιδρυτής του Μουσείου Καλών Τεχνών της Μόσχας (σημερινού Μουσείου Α. Σ. Πούσκιν).
Άλλα δύο αδέλφια από τον πρώτο του πατέρα της με την Βαρβάρα Ντμίτριεβνα Ιλοβάισκι: ο Αντρέι και η Βαλέρια, με τα οποία ποτέ δεν απέκτησε στενές σχέσεις.
Παιδικά χρόνια στη Μόσχα και στο εξοχικό της οικογένειας στην Ταρούσα, κοντά στον ποταμό Όκα.
Έχει αρχίζει ο Αργυρός Αιώνας της ρώσικης ποίησης. Στη διάρκεια της δεκαετίας γεννιούνται μεγάλοι ποιητές: Μάντελσταμ, Αχμάτοβα, Παστερνάκ.
Θάνατος του τσάρου Αλέξανδρου Γ’. Τον διαδέχεται ο Νικόλαος Β’, ο οποίος θα ξεκινήσει και την εκβιομηχάνιση της χώρας.
1894. Γέννηση της αδελφής της Αναστασία (Άσια), με την οποία διατήρησε στενότατη σχέση ως το γάμο της.
1895. Εμφανίζεται η πρώτη ανθολογία συμβολιστών ποιητών.
1898. Γράφει τα πρώτα της ποιήματα. Παίζει εξαιρετικά πιάνο. Διαβάζει πολύ, όπως και στη διάρκεια όλης της ζωής της και κυρίως της εφηβείας της.
Ιδρύεται το Θέατρο Τέχνης του Στανισλάβσκι.
1902-04. Ταξιδεύει στο εξωτερικό (Νεβρί, Γένοβα, Λωζάνη, Μέλανας Δρυμός, Φραιμπουργκ) μαζί με την άρρωστη (από φυματίωση) μητέρα της και φοιτά εσωτερική σε σχολεία της Λωζάννης και του Φράιμπουργκ.
1905. Απεργίες, έντονη οικονομική κρίση, ανταρσία του θωρηκτού Ποτέμκιν: επανάσταση του 1905. Εκλογικός νόμος για καθολική ψήφο.
1906. (05/07): Πεθαίνει η Μαρία Μέιν.
1909. (καλοκαίρι): Παραμονή στο Παρίσι για μαθήματα μεσαιωνικής γαλλικής λογοτεχνίας και για να δει τη Σάρα Μπερνάρ στο θέατρο.
1910. Δημοσιεύεται η πρώτη της ποιητική συλλογή: Βραδινό Λεύκωμα και συναντά ευνοϊκή κριτική.
Γνωρίζεται με ποιητές, κριτικούς, φιλοσόφους, διανοούμενους της εποχής. Συχνάζει σε λογοτεχνικά καφενεία.
Στη Ρωσία γεννιούνται νέα λογοτεχνικά ρεύματα: ακμεϊσμός, φουτουρισμός.
1911. Συναντά και ερωτεύεται τον Σεργκέι Γιάκοβλεβιτς Εφρόν, στο σπίτι του ποιητή και ζωγράφου Μαξιμιλιάν Βολόσιν στην Κριμαία, τον οποίο θα παντρευτεί τον επόμενο χρόνο, παρά τις αντιδράσεις της οικογένειας του πατέρα της, λόγω της εβραϊκής καταγωγής του.
1912. Δημοσιεύεται η δεύτερη ποιητική της συλλογή Το μαγικό λυχνάρι.
Γέννηση της πρώτης της κόρης, Αριάντνα (Άλια), που θα γίνει σύντροφος και βοηθός της στα δύσκολα χρόνια της επανάστασης και της εξορίας.
1913. Πεθαίνει ο Ιβάν Τσβετάεφ.
Δημοσιεύεται επιλογή ποιημάτων από τις δύο πρώτες συλλογές με τίτλο: Από δύο βιβλία.
1914. Σύντομη αλλά έντονη ερωτική σχέση με την ποιήτρια Σοφία Παρνόκ.
Αρχίζει ο πρώτος παγκόσμιος πόλεμος. Γενική επιστράτευση στη Ρωσία.
Ο Σ. Εφρόν φεύγει στο μέτωπο ως νοσοκόμος.
1915. Γράφει την ποιητική συλλογή Νεανικά ποιήματα, που θα μείνει ανέκδοτη όσο ζει.
Συναντά τον ποιητή Οσίπ Μάντελσταμ: έντονη αλληλεπίδραση.
Δημοσιεύει ποιήματα σε πολλά περιοδικά.
1916. Ταξίδι στην Πετρούπολη. Γνωρίζει τους εκεί ποιητικούς κύκλους.
Γράφει τους κύκλους ποιημάτων Ποιήματα για τη Μόσχα, Ποιήματα στον Μπλοκ, Ποιήματα στην Αχμάτοβα.
Έντονη οικονομική κρίση. Έλλειψη ψωμιού και κάρβουνου στις μεγάλες πόλεις. Πληθώρα λιποταξιών στις γραμμές του ρωσικού στρατού.
1917. Μεγάλες απεργίες: επανάσταση του Φεβρουαρίου. Προσωρινή κυβέρνηση.
             Οκτωβριανή Επανάσταση. Εμφανίζονται οι πρώτες εστίες αντίδρασης που θα οδηγήσουν στον εμφύλιο πόλεμο, που θα διαρκέσει ως το 1921.
Ο Σ. Εφρόν εντάσσεται στις γραμμές της Λευκής Στρατιάς και φεύγει στο Νότο. Ως το 1921 θα θεωρείται αγνοούμενος ή νεκρός
Γέννηση της δεύτερης κόρης της Ιρίνα.
Συναντά τον συγγραφέα και ιστορικό Ηλιά Έρενμπουργκ.
Η ποίηση και η πρόζα της αφορούν την καθημερινότητα της εποχής.
1918-19. Γράφει το βιβλίο Γήινα Σημεία.
Γνωρίζει τους ηθοποιούς του θεάτρου Βαχτάνχκοφ και συνδέεται φιλικά μαζί τους και κυρίως με την Σοφία Χόλλιντεϊ.
Δουλεύει στο επιτροπάτο του Λαού για τις υποθέσεις Εθνοτήτων.
Γράφει τα θεατρικά Φάντης Κούπα, Χιονοθύελλα, Μοίρα, Πέτρινος Άγγελος, Περιπέτεια, Φοίνικας.
Οικονομικός αποκλεισμός της νεαρής Σοβιετικής κυβέρνησης από τις μεγάλες δυνάμεις. Χρονιά μεγάλης πείνας.
1920. Πεθαίνει η κόρη της Ιρίνα από ασιτία στο οικοτροφείο παιδιών στο Κούτσεβο.
Γράφει τον κύκλο Το στρατόπεδο των Κύκνων και το ποίημα παραμύθι Η παρθένα βασιλιάς.
1921. Δημοσιεύεται η Τρίτη ποιητική της συλλογή Βέρστια στο Βερολίνο.
Γράφει το μεγάλο ποίημα Πάνω στο κόκκινο άλογο.
Μαθαίνει ότι ο Σεργκέι είναι ζωντανός στο εξωτερικό.
1922. Εγκαταλείπει τη Σοβιετική Ένωση μαζί με την κόρη της Άλια. Ξαναβρίσκεται με τον Σεργκέι στο Βερολίνο. Το καλοκαίρι εγκαθίσταται στα περίχωρα της Πράγας. Ζουν από την υποτροφία του Σεργκέι και από ένα πενιχρό επίδομα της Τσεχοσλοβακικής Κυβέρνησης.
Δημοσιεύεται νέα ποιητική της συλλογή Βέρστια ΙΙ, με ποιήματα του 1916.
Γνωρίζει την Άννα Τεσκοβά, που θα γίνει φίλη ζωής και δεύτερη μητέρα της και με την οποία θα διατηρήσει αλληλογραφία σ’ όλη τη διάρκεια της εξορίας.
Αρχίζει μακρά αλληλογραφία (έως το 1935) με τον ποιητή Μπόρις Λεονίντοβιτς Παστερνάκ, που θα θεωρήσει ίσο της και θα είναι ο μεγάλος πλατωνικός έρωτας της ζωής της.
1923. Δημοσιεύονται τρία μεγάλα ποιήματα Χωρισμός, Ψυχή, Τέχνη.
Γνωρίζει τον Κωνσταντίνο Ροτζέβιτς με τον οποίο δημιουργεί μια πολύ έντονη ερωτική σχέση. Μετά το χωρισμό τους, γράφει Το ποίημα του Βουνού και του Τέλους, από τα πιο σημαντικά μεγάλα της ποιήματα.
1924. Στη Σοβιετική Ένωση πεθαίνει ο Β. Ι. Λ.ενιν. Τον διαδέχεται ο Ι. Β. Στάλιν: αρχίζουν οι διώξεις (εκτελέσεις, στρατόπεδα συγκέντρωσης, απαγορεύσεις των έργων τους) συγγραφέων και διανοούμενων που διαφωνούν με το καθεστώς, και που θα καταλήξουν στην ιδεολογική τρομοκρατία όλη της περιόδου της εξουσίας του Στάλιν. Η επίσημη γραμμή στην τέχνη και τη λογοτεχνία είναι ο σοσιαλιστικός ρεαλισμός, ενώ στη δύση γεννιέται ο υπερρεαλισμός.
1924-25. Γράφει την τραγωδία Αριάδνη.
Γράφει τα Ποιήματα στον Παστερνάκ και τον κύκλο Η ώρα της ψυχής.
Γέννηση του γιου της Γκέοργι (που η ίδια αποκαλεί Μουρ)
Αρχίζει το μεγάλο της ποίημα-παραμύθι Ο γητευτής των ποντικιών, που θα τελειώσει στο Παρίσι το Νοέμβριο του 1925.
Γράφει το μεγάλο της ποίημα Το παλληκάρι.
Τον Οκτώβριο φεύγει για να εγκατασταθεί στο Παρίσι, όπου έχει αρχίζει να συγκεντρώνεται η ρώσικη εμιγκράτσια, ελπίζοντας σε καλύτερες συνθήκες ζωής και αναγνώριση.
1925-26. Τους πρώτους μήνες φιλοξενείται από την οικογένεια της Όλγας Κολπάσινα-Τσερνόβα. Τον Ιανουάριο του 1925 ο Σεργκέι Εφρόν έρχεται να εγκατασταθεί με την οικογένειά του και περνούν την άνοιξη και το καλοκαίρι στη Βαντέ (στον Ατλαντικό). Τα υπόλοιπα χρόνια θα ζήσει σε φτωχά περίχωρα του Παρισιού (Μπελβύ, Μεντόν, Κλαμάρ).
Γράφει το άρθρο Ο ποιητής και η κριτική. Σύντομο ταξίδι στο Λονδίνο με τον πρίγκιπα Ντμίτρι Σβιατοπόλσκ-Μίρσκι.
Γράφει τα μεγάλα ποιήματα Απεσταλμένος της θάλασσας, Απόπειρα δωματίου, Το ποίημα της σκάλας.
Αλληλογραφία με τους ποιητές Ράινερ Μαρία Ρίλκε και Μπόρις Παστερνάκ στη διάρκεια του καλοκαιριού του 1926, που δημοσιεύεται ως Αλληλογραφία των τριών.
Στις 29 Δεκεμβρίου πεθαίνει ο Ρ. Μ. Ρίλκε. Ισχυρό πλήγμα.
1927. Γράφει το Ποίημα του Νέου Έτους και το πεζό Ο θάνατός σου, αφιερωμένο στον Ρίλκε, την τραγωδία Φαίδρα.
Γράφει το Ποίημα του αέρα.
1928. Συναντά τον Μαγιακόφσκι.
Δημοσιεύεται το Μετά τη Ρωσία, με ποιήματα του 1922-1925, η τελευταία ποιητική συλλογή που θα δημοσιευτεί όσο ζει.
Γράφει το Κόκκινο ταυράκι και δουλεύει το μεγάλο ποίημα Πέρεκοπ (τελευταία μάχη της λευκής στρατιάς).
1929. Σύντομο ταξίδι στις Βρυξέλλες.
Γράφει το δοκίμιο Ναταλία Γκοντσάροβα και μεταφράζει το μεγάλο ποίημά της Το Παλληκάρι στα γαλλικά, δημιουργώντας ουσιαστικά ένα νέο ποίημα, πρωτοφανές σε φόρμα και θέμα για τη γαλλική ποιητική παράδοση.
1930. Αυτοκτονεί ο Βλαντιμίρ Μαγιακόφσκι. Του αφιερώνει έναν κύκλο ποιημάτων.
1931. Γράφει την ιστορία μιας Αφιέρωσης (αναμνήσεις για τον Οσίπ Μάντελσταμ), τα Ποιήματα στον Πούσκιν και την Ωδή στην πεζοπορία.
1932. Γράφει δύο δοκίμια Ο Ποιητής και ο Χρόνος και Η Τέχνη στο Φως της συνείδησης, μια πραγματεία Έπος και λυρισμός στη σύγχρονη ποίηση (σχετικά με τον Μαγιακόφσκι και τον Παστερνάκ) και την Επιστολή προς την Αμαζόνα (στα γαλλικά).
1833. Αρχίζει αλληλογραφία με τον κριτικό Γιούρι Ιβάσκ.
Γράφει Το Ζωντανό για το ζωντανό (αναμνήσεις για τον Μ. Α. Βολόσιν) και Αλλοτινό απόγευμα (για τον ποιητή Μ. Α. Κουζμίν) και Ο πύργος με τον κισσό. Γερμανία: Άνοδος του στην εξουσία.
1934. Αναμνήσεις για τον ποιητή Αντρέι Μπιέλι: Αιχμάλωτο πνεύμα.
Αρχίζει η περίοδος της αυτοβιογραφικής πρόζας. Οι παλαιοημερολογίτισσες, Ο διάβολος, Η μητέρα και η μουσική, Το παραμύθι της μητέρας, Το σπίτι του γέρο-Πιμέν, Ασφάλιστη ζωή (για τις συνθήκες ζωής στα περίχωρα του Παρισιού).
1935. Ο Σεργκέι Εφρόν δουλεύει για την Εν.Κα.Βε.Ντε. (Μυστικές Σοβιετικές Υπηρεσίες του Εξωτερικού).
Συναντά τον Παστερνάκ στο Παρίσι. (Η μη-συνάντηση όπως τη χαρακτηρίζει η ίδια).
Γράφει τον κύκλο Επιτάφιος και το ποίημα Αναγνώστες εφημερίδων.
1936. Σύντομο ταξίδι στο Βέλγιο.
Αλληλογραφία και έρωτας με τον νεαρό ποιητή Ανατόλι Στάιγκερ.
Γράφει τον κύκλο Ποιήματα στο ορφανό, το αυτοβιογραφικό Ο πατέρας και το Μουσείο του (στα γαλλικά) και το δοκίμιοΛόγος περί Μπαλμόντ).
1937. Γράφει την Ιστορία της Σονέτσκα (αναμνήσεις για την ηθοποιό Σοφία-Σόνια Χόλλιντέϊ), τα αυτοβιογραφικά Ο Πούσκιν μου και Πούσκιν και Πουγκατσόφ).
Μεταφράζει ποιήματα του Πούσκιν στα Γαλλικά.
Δολοφονία του πρώην αρχηγού των Σοβιετικών Μυστικών Υπηρεσιών του Εξωτερικού, Ιγννάς Ράις. Στην υπόθεση είναι αναμεμιγμένος και ο Σεργκέι Εφρόν, ο οποίος αναγκάζετε να αποχωρίσει εσπευμένα για τη Σοβιετική Ένωση. Λίγο αργότερα τον ακολουθεί και η κόρη του Άλια.
1938. Μετακομίζει με το γιο της στο Παρίσι σε ξενοδοχείο.
Η ναζιστική Γερμανία καταλαμβάνει την Τσεχοσλοβακία.
Γράφει τον κύκλο Ποιήματα για την Τσεχοσλοβακία.
12 Ιουνίου: Φεύγει με το γιο της για τη Σοβιετική Ένωση. Βρίσκει την οικογένειά της στη Μόσχα και περνούν το καλοκαίρι στο Μπόλσεβο. (χωριό κοντά στη Μόσχα). Συλλαμβάνεται η κόρη της και στέλνεται σε στρατόπεδο συγκέντρωσης.
Συλλαμβάνεται ο Σεργκέι Εφρόν, ο οποίος αργότερα θα εκτελεστεί, όπως συνέβαινε με όλους σχεδόν τους σοβιετικούς πράκτορες που επέστρεφαν.
1939-40. Ζει στη Μόσχα με το γιο της αλλάζοντας συνέχεια σπίτι. Ετοιμάζει μια ανθολογία της ποίησής της ενώ παράλληλα μεταφράζει στα ρωσικά πολωνούς, τσέχους, άγγλους, γεωργιανούς, γερμανούς και γάλλους ποιητές για να ζήσει.
Συναντά την Άννα Αχμάτοβα και τον Μπόρις Παστερνάκ, ο οποίος της βοηθά να βρει δουλειά.
Γερμανοσοβιετικό Σύμφωνο Φιλίας Μόλοτοφ-Ρίμπεντροπ (1929).
1941. Ο γερμανικός στρατός εισβάλει στη Σοβιετική Ένωση, αρχίζει η εκκένωση της Μόσχας.
Στέλνεται μαζί με το γιο της στην Ελαμπούγκα (Ταταρία).
31 Αυγούστου: Η Μαρίνα Τσβετάγεβα αυτοκτονεί.
Πηγή:
Το χρονολόγιο είναι από το βιβλίο, Μαρίνα Τβσετάγεβα: Γήινα σημεία , μτφρ. Ιωάννα Σαββίδου, εκδόσεις Ηριδανός, Αθήνα, 1993.



Έργα της Μαρίνας Τσβετάγεβα στα ελληνικά
Μια ζωή στη φωτιά, μτφρ. Ανδριάνα Χαχλά - Μάρω Κάτσικα, Εστία 2008
Γράμματα στον "Ελικώνα", Γαβριηλίδης 2008
Η αλληλογραφία των τριών, μτφρ. Γιώργος Δεπάστας - Σταυρούλα Αργυροπούλου, Μεταίχμιο 2005
Ο ποιητής και ο χρόνος, μτφρ. Καίτη Διαμαντάκου, Καρδαμίτσας 1998
Η περιπέτεια, μτφρ. Λεωνίδας Καρατζάς, Εξάντας 1997
Η ιστορία της Σονέτσκα, μτφρ. Ράνια Τουτουντζή, Νεφέλη 1985
Γήινα σημεία, μτφρ. Ιωάννα Σαββίδου, Ηριδανός 1993
Ποιήματα (Μαρίνα Τσβετάγιεβα)μτφρ. Μίλια Ροζίδη, Διογένης 1996
Βιβλία για τη Μαρίνα Τσβετάγεβα στα ελληνικά
Μαρίνα Τσβετάγιεβα της Ανρί Τρουαγιά, μτφρ. Μαριλένα Καρρά, εκδόσεις Μεταίχμιο, Αθήνα, 2003