Τρίτη 23 Φεβρουαρίου 2016

Μάχη της Χαιρώνειας 338π.Χ.




Η μάχη της Χαιρώνειας διεξήχθη το 338 π.Χ. μεταξύ του Μακεδονικού βασιλείου και των συνασπισμένων στρατευμάτων του Κοινού των Βοιωτών, ηγέτιδα του οποίου ήταν η Θήβα, της Αθήνας, της Κορίνθου και άλλων ελληνικών πόλεων. Η συγκεκριμένη σύγκρουση υπήρξε καθοριστική για τη διαμόρφωση της πολιτικής κατάστασης στην Ελλάδα του ύστερου 4ου αιώνα π.Χ. Ο Φίλιππος Β', μονάρχης της Μακεδονίας, κατόρθωσε μετά από πολλά έτη αιματηρών εκστρατειών και έντονων διπλωματικών διαβουλεύσεων να καθυποτάξει και τους τελευταίους πυλώνες αντίστασης στα σχέδια του για επικράτηση στον ελλαδικό χώρο.
 Η μάχη της Χαιρώνειας σηματοδοτεί ουσιαστικά την αφετηρία της μακεδονικής κυριαρχίας στα πολιτικά πράγματα της Ελλάδας για σχεδόν έναν αιώνα. Επίσης, παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον και από στρατιωτική άποψη, αναδεικνύοντας ολοφάνερα την υπεροχή της μακεδονικής φάλαγγας έναντι των προγενέστερων αντίστοιχων τύπων των πόλεων-κρατών, ιδιαίτερα της οπλιτικής φάλαγγας.


Απαρχές του Πολέμου

Από την αρχή της ηγεμονικής του εξουσίας στη Μακεδονία, ο Φίλιππος έκανε σαφές ότι οι επεκτατικές του βλέψεις είχαν ως κύριο στόχο τη Θράκη. Οι πλουτοπαραγωγικές της πηγές, και ιδιαίτερα τα ορυχεία χρυσού του Παγγαίου, μπορούσαν να δώσουν μεγάλη ώθηση στην οικονομία της Μακεδονίας και να τον βοηθήσουν να ισχυροποιήσει την κρατική εξουσία μέσω ενός καλά εκπαιδευμένου στρατού, του οποίου οι οπλίτες θα είχαν σχεδόν επαγγελματική ενασχόληση με τον πόλεμο. Επιπλέον, η πρόσβαση στο Βόσπορο ήταν μια ακόμη επιθυμητή προοπτική, καθώς το θαλάσσιο εμπόριο με τις πλούσιες αποικίες της Μαύρης Θάλασσας άκμαζε εκείνη την περίοδο.


Η Β ΑΘΗΝΑΙΚΗ ΣΥΜΜΑΧΙΑ

Ο ανταγωνισμός του Φιλίππου με την Αθήνα
Στις βλέψεις του αυτές ωστόσο ο Φίλιππος ήταν σχεδόν αναπόφευκτο να έρθει αντιμέτωπος με την Αθήνα, η οποία είχε φροντίσει να ιδρύσει αποικίες στις πιο πλουτοφόρες περιοχές των θρακικών παραλίων (Αμφίπολη). Επιπλέον, η διορατική πολιτική των Αθηναίων είχε αποφέρει σημαντικές πολιτικές συμμαχίες με αυτόχθονες, αλλά και με άλλες ελληνικές πόλεις μέχρι και τον Ελλήσποντο.
Ο Συμμαχικός Πόλεμος (355 π.Χ.) της Αθήνας με αρκετά από τα μέλη της Β’ Αθηναϊκής Συμμαχίας, αποτέλεσε καίριο πλήγμα στο γόητρό της, το οποίο ο Φίλιππος εκμεταλλεύθηκε κατάλληλα. Μεταξύ του 355 και 353 π.Χ. οι δύο δυνάμεις έδιναν σποραδικές μάχες και ναυμαχίες στη θρακική χερσόνησο, με σκοπό την κατάληψη ή προστασία αντίστοιχα της Μαρώνειας και της Νεαπόλεως.
Η κατάσταση οξύνθηκε μετά το 352 π.Χ., καθώς οι Αθηναίοι κατόρθωσαν να ανακτήσουν πολλές θέσεις τους στη Θράκη αλλά και να κλείσουν συνθήκη ειρήνης με τον ισχυρό Θράκα ηγεμόνα Κερσεβλέπτη. Με μια ταχεία εκστρατεία την ίδια χρονιά ο Φίλιππος κατόρθωσε να ανακτήσει τον έλεγχο της Θράκης, ενώ την επόμενη χρονιά εξαπέλυσε το στόλο του εναντίον αθηναϊκών κληρουχιών και του αθηναϊκού εμπορικού ναυτικού. Το φθινόπωρο του 351 π.Χ. ο Φίλιππος αποφάσισε να αποκόψει εντελώς τους Αθηναίους από την πρόσβαση στα στενά. Ζήτησε γι’ αυτό τη βοήθεια των συμμάχων του Βυζαντίων, οι οποίοι ωστόσο αρνήθηκαν με την αιτιολογία ότι κάτι τέτοιο δεν ήταν μέσα στους όρους της συμμαχίας τους. Ο Φίλιππος πολιόρκησε το Βυζάντιο.
Την κατάσταση όξυνε η απόφαση των Χαλκιδέων, που έλεγχαν πολιτικά μέσω των αποικιών τους και όλη την περιοχή της Χαλκιδικής, να ακυρώσουν τη συμμαχία τους με το Φίλιππο. Ο τελευταίος στράφηκε εναντίον των χαλκιδικών πόλεων, γεγονός που έκανε και την αντιμακεδονική παράταξη στην Αθήνα να αντιληφθεί το μέγεθος του κινδύνου.

ΟΛΥΝΘΟΣ
Η κατάληψη και καταστροφή της Ολύνθου από το Φίλιππο (348 π.Χ.) αποτέλεσε σημαντική ήττα για τον αντιμακεδονικό συνασπισμό, καθώς ο μακεδόνας βασιλιάς εδραίωσε ολοκληρωτικά την εξουσία του σε μια εκτεταμένη περιοχή που έφτανε από τα Τέμπη ως τα Άβδηρα. Οι αθηναϊκές ενισχύσεις έφτασαν πολύ αργά, γεγονός που αποτέλεσε έκτοτε στίγμα για την αθηναϊκή πολιτική. Στην Αθήνα η αντιμακεδονική παράταξη διχάστηκε. Ορισμένοι, όπως ο Φιλοκράτης και ο Δημοσθένης, θέλησαν να κλείσουν συνθήκη ειρήνης, ενώ μια μικρή μερίδα «φιλοπόλεμων», όπως ο Υπερείδης, εξακολουθούσε να μη θέλει καμία διαπραγμάτευση.
Πράγματι το 346 π.Χ. συμφωνήθηκε η βραχύβια «Φιλοκράτειος Ειρήνη», με λιγότερα θετικά αποτελέσματα για τους Αθηναίους από τα αναμενόμενα.

Ο Γ ' Ιερός πόλεμος

Βασικό στοιχείο της πολιτικής του Φιλίππου ήταν τα πολλαπλά μέτωπα. Από τη μια πλευρά προσπαθούσε να ελέγξει τη Θράκη και πολεμούσε εναντίον των Αθηναίων και των Χαλκιδέων, ενώ παράλληλα διενεργούσε εκστρατείες εναντίον των Ιλλυριών και προσπαθούσε να ισχυροποιήσει τη θέση του στην κεντρική Ελλάδα. Στην τελευταία του αυτή προσπάθεια επωφελήθηκε ιδιαίτερα από τη χρόνια διαμάχη Βοιωτών και Φωκέων, που κατέληξε στον Γ’ Ιερό Πόλεμο.

Φωκικός πόλεμος

Κεντρικό σημείο τριβής ήταν ο έλεγχος της δελφικής αμφικτιονίας. Το ιερό αυτό συμβούλιο, στο οποίο συμμετείχαν τα περισσότερα ελληνικά έθνη, βρισκόταν αρχικά υπό τον έλεγχο των Θεσσαλών. Μετά τα Λεύκτρα όμως οι Βοιωτοί, και ιδιαίτερα οι Θηβαίοι, είχαν καταφέρει να ελέγχουν την πλειοψηφία. Ο έλεγχος της αμφικτιονίας είχε και πολιτικές προεκτάσεις, καθώς η αμφικτιονία μπορούσε να επιβάλει όρους και ποινές στις πόλεις που παρέβαιναν κάποιους ιερούς κανόνες. 

Οι Βοιωτοί και οι Φωκείς ήταν εχθροί από παλαιά. Ωστόσο μετά τα Λεύκτρα οι πρώτοι είχαν κατορθώσει να ελέγξουν τους δεύτερους. Όταν όμως ο Επαμεινώνδας συγκέντρωνε δυνάμεις για την προέλαση στην Πελοπόννησο, πριν τη μάχη της Μαντίνειας, οι Φωκείς αρνήθηκαν να συμμετάσχουν, γεγονός που οι Θηβαίοι θεώρησαν «ανυπακοή». Οι ίδιοι οι Φωκείς ήθελαν να εντάξουν στο Κοινό τους την πόλη των Δελφών, πράγμα που επιθυμούσε και μερίδα των πολιτών στους ίδιους τους Δελφούς.

Το 356 π.Χ., με αφορμή την απαγωγή μιας πλούσιας Βοιωτής κόρης, το αμφικτιονικό συμβούλιο απείλησε τους Φωκείς με πόλεμο, αν εξακολουθούσαν να ενεργούν ενάντια στις αποφάσεις του. Οι Φωκείς, με επικεφαλής τον Φιλόμηλο και τον Ονόμαρχο, θέλησαν να κινηθούν πρώτοι και να καταλάβουν τους Δελφούς. Έτσι ξεκίνησε ο λεγόμενος Φωκικός Πόλεμος. Οι Φωκείς κατέλαβαν τους Δελφούς, το μαντείο όμως έπαψε να χρησμοδοτεί, παρά τις διαβεβαιώσεις των Φωκέων ότι δεν επρόκειτο να θίξουν την αυτονομία και την περιουσία του.

Η Αποφασιστική Μάχη
Το 355 π.Χ. με αφορμή τα γεγονότα των Δελφών συγκλήθηκε σύνοδος της αμφικτιονίας στις Θερμοπύλες. Στη σύνοδο αυτή αποφασίστηκε η ένοπλη δράση εναντίον των Φωκέων. Την άνοιξη του 354 π.Χ. ο Φιλόμηλος νίκησε τους Λοκρούς και τους Θεσσαλούς, η επέμβαση των Βοιωτών όμως έγειρε την πλάστιγγα υπέρ των αμφικτιονικών δυνάμεων. Ο Φιλόμηλος, τραυματισμένος, αυτοκτόνησε, αφού έχασε μεγάλο μέρος του στρατού του. Τη θέση του πήρε ο Ονόμαρχος, ο οποίος μάλιστα εξελίχθηκε σε τύραννο και τόλμησε να κατασχέσει ιερά αφιερώματα του μαντείου των Δελφών, λιώνοντας τα πολύτιμα μέταλλα και κόβοντας έτσι νομίσματα για να συγκροτήσει έναν ισχυρό μισθοφορικό στρατό.

 Το 353 π.Χ. οι Φωκείς δήωσαν τη Δωρίδα και επιτέθηκαν στη Βοιωτία, καταλαμβάνοντας τον Ορχομενό. Όταν όμως έφτασε στη Χαιρώνεια, με σκοπό να την καταλάβει, απωθήθηκε από τους Βοιωτούς. Παράλληλα, οι Θεσσαλοί, που δέχονταν επιθέσεις από τους τυράννους των Φερών, κάλεσαν το Φίλιππο σε βοήθεια.

Η αρχική επιτυχία του τελευταίου κάμφθηκε όταν ο Ονόμαρχος έστρεψε εναντίον του ένα σώμα 20.000 μισθοφόρων. Ο Φίλιππος υποχώρησε για να επιστρέψει πιο ισχυρός την άνοιξη του 352 π.Χ. Αρχικά στράφηκε εναντίων των Φερών, για να εξαλείψει τον κίνδυνο από τους συμμάχους αυτούς των Φωκέων. Κατόρθωσε να κατακτήσει τις Παγασές και να ελέγξει τον Παγασητικό κόλπο. 

Η αποφασιστική μάχη με τους ίδιους τους Φωκείς όμως δόθηκε στο Κρόκιο πεδίο, σε μια πλατιά πεδιάδα, όπου το θεσσαλικό ιππικό μπορούσε να αναπτύξει όλη την ισχύ του. Οι δυνάμεις του Ονόμαρχου κατατροπώθηκαν, ενώ ο Φίλιππος απέκτησε πανελλήνιο γόητρο ως τιμωρός των ιερόσυλων και προστάτης της αμφικτιονίας. Όταν όμως ο Φίλιππος επιδίωξε να περάσει τις Θερμοπύλες για να εδραιώσει την εξουσία του στη νότια Στερεά Ελλάδα, συγκροτήθηκε εναντίον του ένας συνασπισμός από Σπαρτιάτες, Αθηναίους, Αχαιούς και τους Φωκείς του Φάυλλου, αδελφού του Ονόμαρχου. Μπροστά σε αυτόν το συνασπισμό ο Φίλιππος δεν αποτόλμησε καν τη διάβαση των Θερμοπυλών. 

Με την απομάκρυνση του Φιλίππου όμως, και δεδομένου ότι αμέσως μετά αυτός εκστράτευσε εναντίον των Ιλλυριών, μικρές εστίες πολέμου αναζωπυρώθηκαν. Φωκείς και Βοιωτοί εξακολούθησαν να αλληλοεπιτίθενται. Η κατάσταση αυτή συνεχίστηκε ως το 346 π.Χ


Το τέλος του Γ’ Ιερού πολέμου και η αναγνώριση του Φιλίππου

Τη χρονιά εκείνη όμως, μόλις ο Φίλιππος έκλεισε με τους Αθηναίους τη Φιλοκράτειο Ειρήνη, κατευθύνθηκε ξανά προς τις Θερμοπύλες, όπου βρισκόταν φωκικό μισθοφορικό στράτευμα υπό τον Φάλαικο. Ο τελευταίος ήταν αποφασισμένος να μην αντισταθεί και να στραφεί με το μέρος του Φιλίππου, πράγμα που έπραξε. Ο Φίλιππος είχε πλέον στη διάθεσή του τους Φωκείς, δεν προχώρησε όμως ο ίδιος στην επιβολή κυρώσεων, παρά άφησε το έργο αυτό στο αμφικτιονικό συμβούλιο. Το φωκικό έθνος αποκλείστηκε από την αμφικτιονία και από τους ιερούς χώρους των Δελφών, οι φωκικές πόλεις καταστράφηκαν και τα όπλα και άλογα των Φωκέων κατασχέθηκαν. 

Σε ένδειξη ευγνωμοσύνης προς τον Φίλιππο το συνέδριο τον έκανε μέλος της αμφικτιονίας και του ανέθεσε την προεδρία των Πυθίων του 346 π.Χ. ενώ στην πόλη των Δελφών στήθηκε χρυσό άγαλμα προς τιμήν του. Αθήνα και Σπάρτη δυσαρεστήθηκαν με τις εξελίξεις αυτές. Σύντομα εναντίον του Φιλίππου στράφηκε και η Θήβα, παρασύροντας το Βοιωτικό Κοινό, καθώς κάποιες ενέργειες του μακεδόνα θεωρήθηκε ότι έθιγαν πατρογονικά δικαιώματά τους.

Το 342 π.Χ. καταλύθηκε και η Φιλοκράτειος Ειρήνη με τους Αθηναίους, καθώς ο Φίλιππος είχε προβεί σε συμφωνία με τον Πέρση βασιλιά Αρταξέρξη Γ’. Έχοντας έτσι εξασφαλίσει ότι οι Πέρσες δεν θα ενίσχυαν τους αντιπάλους του, και ιδιαίτερα τους Αθηναίους με τους οποίους βρίσκονταν σε διαπραγματεύσεις, ο Φίλιππος εξακολούθησε να διενεργεί ανενόχλητος επεμβάσεις σε διάφορες περιοχές της κεντρικής Στερεάς Ελλάδας και της Πελοποννήσου. 
Αυτή του η δράση όμως είχε ως αποτέλεσμα να διευρυνθεί ο αντιμακεδονικός συνασπισμός και να σκληρύνει τη στάση του απέναντι στο Φίλιππο. Με την παρότρυνση κυρίως του Δημοσθένη οι Αθηναίοι κατόρθωσαν να εξασφαλίσουν τη συμμαχία των Ευβοέων, των Μεγαρέων, των Κορινθίων, των Αχαιών, των Ακαρνάνων, των Λευκαδίων, των Βυζαντίων, των Περινθίων κ.ά. Εκτός του συνασπισμού βρέθηκαν οι Αρκάδες, οι Αργείοι, οι Μεσσήνιοι και οι Ηλείοι. Οι προσπάθειες του Φιλίππου να σπείρει διχόνοια μεταξύ Αθηναίων και Θηβαίων απέτυχαν.


Ο Δ' Ιερός Πόλεμος
Στις αρχές του 339 π.Χ. οι Αθηναίοι κήρυξαν και επίσημα τον πόλεμο εναντίον του Φιλίππου. Την άνοιξη του ίδιου χρόνου (ή κατ’ άλλους το φθινόπωρο του προηγούμενου) είχε συγκληθεί μια σύνοδος της αμφικτιονίας, κατά την οποία ο Αισχίνης, εκπροσωπώντας τους Αθηναίους, και για λόγους αντιπερισπασμού καθώς το συνέδριο φαινόταν να έχει εχθρικές διαθέσεις προς την Αθήνα, ανέσυρε από τη λήθη μια παλιά απόφαση της αμφικτιονίας σύμφωνα με την οποία το Κρισαίο ή Κιρραίο πεδίο ήταν ιερό και έπρεπε να μένει ακαλλιέργητο. 

Οι γειτονικοί με το πεδίο Αμφισσείς όμως είχαν με τον καιρό καταπατήσει την απόφαση αυτή και όχι μόνο είχαν διαμοιράσει το πεδίο σε καλλιεργούμενα αγροτεμάχια, αλλά είχαν κτίσει και αγροικίες. Οι κάτοικοι των Δελφών εξαγριώθηκαν και κατευθύνθηκαν στο Κρισαίο πεδίο καταστρέφοντας τις ανθρώπινες παρεμβάσεις, αλλά σταμάτησαν μπροστά στους Αμφισσείς που πήγαν ένοπλοι να αντιμετωπίσουν την κατάσταση. Η αμφικτιονία όρισε νέα πυλαία για να αποφασίσει για την τιμωρία των Αμφισσέων. Οι Αθηναίοι απείχαν από τη συνέλευση αυτή, και το ίδιο έκαναν και οι Θηβαίοι, των οποίων σύμμαχοι ήταν οι Αμφισσείς.

Το αμφικτιονικό συνέδριο συνήλθε τον Ιούνιο του 339 π.Χ. και κήρυξε τον πόλεμο στην Άμφισσα. Οι Αμφισσείς τότε κατόρθωσαν να αποφύγουν την κατά μέτωπο αντιπαράθεση, υποσχόμενοι να τιμωρήσουν τους ιερόσυλους. Τον επόμενο μήνα οι Θηβαίοι κατέλαβαν τη Νίκαια, την οποία θεωρούσαν πόλη των προγόνων τους και την οποία ο Φίλιππος είχε εκχωρήσει στους Θεσσαλούς.
Η ενέργεια αυτή των Θηβαίων έκανε τους Αμφισσείς να αναθαρρήσουν και να ανακαλέσουν τους εξόριστους ιερόσυλους πολίτες τους, θεωρώντας πως το Βοιωτικό Κοινό θα εμπόδιζε τους Θεσσαλούς και τις άλλες αμφικτιονικές δυνάμεις από το να τους τιμωρήσουν. Ωστόσο η Αμφικτιονία αντέδρασε άμεσα και έθεσε επικεφαλής των στρατευμάτων της το Φίλιππο. Αυτός είδε την περίσταση ως εξαιρετική ευκαιρία να ξεκαθαρίσει την κατάσταση με τους Αθηναίους και τους Θηβαίους. Ακολουθώντας ένα τέχνασμα παρέκαμψε τις Θερμοπύλες και μπήκε μέσα στη Φωκίδα ακολουθώντας μια διαδρομή από την Ηράκλεια Τραχινία στο Κυτίνιο της Δωρίδας και από εκεί στην Ελάτεια. 

Εκεί εγκατέστησε το στράτευμά του και άρχισε να στέλνει πρεσβείες στις Φωκικές πόλεις, αποσκοπώντας να τις πάρει με το μέρος του, προσφερόμενος μάλιστα να πληρώσει ο ίδιος το πρόστιμο που τους είχε επιβάλει η αμφικτιονία. Αφού προσεταιρίστηκε τους Φωκείς, ο Φίλιππος προσπάθησε να κάνει το ίδιο και με τους Θηβαίους.

Οι απεσταλμένοι του όμως έφτασαν στη Θήβα ταυτόχρονα με την πρεσβεία των Αθηναίων, της οποίας ηγείτο ο ίδιος ο Δημοσθένης. Ο αθηναίος ρήτορας αποφάσισε να πλειοδοτήσει έναντι των Μακεδόνων και πρότεινε στους Θηβαίους να έχουν την αρχιστρατηγία στον πόλεμο, ενώ η Αθήνα θα κατέβαλε τα δύο τρίτα των πολεμικών δαπανών και θα έδινε οριστικά στους Βοιωτούς τον Ωρωπό, ενώ δεν θα είχε πλέον αξιώσεις να ξανακτιστούν οι Πλαταιές και οι Θεσπιές που είχαν κατεδαφιστεί από τους Θηβαίους.


Ο Χειμερινός Πόλεμος

Τα πνεύματα ήταν τόσο οξυμένα, ώστε η εκτόνωση μπορούσε να γίνει μόνο με άμεση ένοπλη σύγκρουση, παρά το γεγονός ότι το φθινόπωρο ήταν προχωρημένο. Στη Βοιωτία και την Αθήνα επιστρατεύθηκαν όλοι οι αξιόμαχοι πολίτες από 20 ως 50 ετών. Η συνολική δύναμη οπλιτών θα πρέπει να ήταν περί τις 20.000 και των ιππέων περί τους 1.500. Οι Αθηναίοι διέθεταν επιπλέον και περί τους 10.000 μισθοφόρους. Ένα τμήμα του στρατού αυτού κατέλαβε τους Παραποταμίους, ένα στενό πέρασμα κοντά στην Ελάτεια. Ένα δεύτερο τμήμα πήγε στην περιοχή της σημερινής Γραβιάς, ανάμεσα στο Κυτίνιον και την Άμφισσα.


Ο χειμώνας και η άνοιξη πέρασαν με αψιμαχίες μεταξύ των δύο παρατάξεων. Αυτό ίσως να οφείλεται στο ότι ο Φίλιππος, του οποίου ο στρατός δεν είχε αναλάβει ακόμη από τη σκυθική εκστρατεία, δεν ήταν σε θέση να διεξαγάγει νικηφόρο πόλεμο.Τον Ιούνιο όμως ο Φίλιππος ήταν πια έτοιμος να επιτεθεί. Πρώτο μέλημά του ήταν η κατάληψη της Άμφισσας. Για να μπορέσει να περάσει από τη Γραβιά χωρίς να σπαταλήσει δυνάμεις σκαρφίστηκε ένα τέχνασμα: έστειλε επιστολή στον Αντίπατρο λέγοντας ότι εγκαταλείπει την εκστρατεία στην στερεά Ελλάδα για να στραφεί προς τη Θράκη όπου γίνονταν αναταραχές. Ο αγγελιαφόρος είχε σαφείς οδηγίες να αφήσει να συλληφθεί από τους αντιπάλους. Οι επικεφαλής των μισθοφορικών στρατευμάτων, Χάρης και Πρόξενος, εξαπατήθηκαν και απέσυραν τα στρατεύματά τους. Τότε ο Φίλιππος προέλασε ταχύτατα, μπήκε στη Φωκίδα, κατέλαβε την Άμφισσα και κατευθύνθηκε στη Ναύπακτο, την οποία επίσης κατέλαβε για λογαριασμό των συμμάχων του, Αιτωλών.
Από τη Ναύπακτο ο Φίλιππος έστειλε ένα μέρος του στρατού του εναντίον των Δελφών με σκοπό να εισβάλει στη Βοιωτία.
Οι συνασπισμένοι Αθηναίοι και Βοιωτοί αποφάσισαν, δεδομένης της κατάστασης, να συμπτύξουν τα στρατεύματά τους στη στενή πεδιάδα της Χαιρώνειας, καθώς από εκεί θα περνούσαν οι Μακεδόνες για να εισχωρήσουν στη Βοιωτία, ακολουθώντας το ρου του βοιωτικού Κηφισού. Η τοποθεσία ήταν ιδεώδης, καθώς από το όρος Θούριο, στις υπώρειες του οποίου ήταν κτισμένη η Χαιρώνεια, ως τον Κηφισό μεσολαβούσαν μόνο 2 χιλιόμετρα γης, έκταση αρκετή για μάχη σε παράταξη, αλλά στενή για την πλήρη ανάπτυξη του ιππικού.

Η Μάχη της Χαιρώνειας

Όταν ο μακεδονικός στρατός έφτασε στη Χαιρώνεια τον Αύγουστο του 338 π.Χ. βρήκε τους αντιπάλους παραταγμένους ως εξής: Το αριστερό κέρας καταλάμβαναν οι Αθηναίοι. Στο κέντρο βρίσκονταν συμμαχικές δυνάμεις αποτελούμενες από Αχαιούς, Κορινθίους, Φωκείς, Ευβοείς και Μεγαρείς, καθώς και από μισθοφόρους των Αθηναίων. Το δεξί κέρας αποτελούντων από τους Βοιωτούς υπό την ηγεσία του Βοιωτάρχη τους, του Θεαγένη. Στα άκρα δεξιά, στις όχθες του Κηφισού, είχε παραταχθεί το άνθος των Θηβαίων, ο Ιερός Λόχος αποτελούμενος από 300 ειδικά εκπαιδευμένους νέους. Μια σύγχρονη εκτίμηση των δυνάμεων θα ήταν περί τους 35.000 οπλίτες και 2.000 ιππείς από τη μεριά των συμμάχων και 30.000 Μακεδόνες φαλαγγίτες με 2.000 Μακεδόνες ιππείς.
Ο Φίλιππος παρέταξε τα στρατεύματά του ως εξής: Απέναντι από τους Αθηναίους τοποθέτησε το τμήμα των επίλεκτων φαλαγγιτών, των υπασπιστών, του οποίου είχε ο ίδιος την ηγεσία. Απέναντι στους Θηβαίους τοποθετήθηκαν τμήματα πεζεταίρων καθώς και το βαρύ ιππικό με επικεφαλής τον δεκαοκτάχρονο τότε γιο και διάδοχο του μακεδονικού θρόνου, τον Αλέξανδρο. Τέλος μακεδονικές φάλαγγες παρατάχθηκαν στο κέντρο απέναντι από τους ετερογενείς συμμάχους.

Η αθηναϊκή παράταξη αντιμετώπιζε πρόβλημα ηγεσίας, καθώς ο εμπειροπόλεμος Χάρης είχε τοποθετηθεί επικεφαλής των μισθοφόρων, ενώ σε νευραλγική θέση, επικεφαλής των Αθηναίων οπλιτών βρισκόταν κάποιος Στρατοκλής, αγνώστων λοιπών στοιχείων, ο οποίος προφανώς δεν διέθετε τη στρατιωτική ικανότητα που απαιτούσε η περίσταση. Στη μάχη ο Φίλιππος εκμεταλλεύθηκε τα διδάγματα που ο είχε ο ίδιος λάβει ως νεαρός, όταν ζούσε στη Θήβα και πολεμούσε στο πλευρό του Επαμεινώνδα. Ο ίδιος με τους υπασπιστές του κατευθύνθηκε αρχικά εναντίον των Αθηναίων, αλλά σύντομα άρχισε να υποχωρεί, προκαλώντας τους Αθηναίους να τον καταδιώξουν. Ο Στρατοκλής δεν κατάλαβε το τέχνασμα. Παρακινούσε μάλιστα, σύμφωνα με μια μαρτυρία, τους στρατιώτες του να ακολουθήσουν το στράτευμα του Φιλίππου ώσπου να φτάσουν στη Μακεδονία. 

Οι σύμμαχοι ακολούθησαν τις κινήσεις των Αθηναίων. Δημιουργήθηκε έτσι ένα ρήγμα με το δεξί κέρας, και η Θηβαϊκή φάλαγγα έμεινε απροστάτευτη. Στο ρήγμα αυτό εισχώρησε ορμητικά το ιππικό του Αλέξανδρου, σπρώχνοντας τους Θηβαίους προς τον Κηφισό. Τα συμμαχικά στρατεύματα του κέντρου, που κινούνταν ΒΔ μαζί με τους Αθηναίους, έχασαν τον έλεγχο βλέποντας την εξέλιξη αυτή, και άρχισαν να υποχωρούν με νότια κατεύθυνση. Τη στιγμή εκείνη ο Φίλιππος διέταξε αντεπίθεση, και οι υπασπιστές του κατόρθωσαν να αποκλείσουν το αθηναϊκό στράτευμα στο φαράγγι που σχημάτιζε στις υπώρειες του Θούριου ο παραπόταμος του Κηφισού, Αίμων. 

Το όνομα του ποταμού θεωρείται ότι προέρχεται από το αίμα που κύλησε τότε από τους Αθηναίους, που έχασαν τουλάχιστον 1.000 άνδρες και άφησαν πίσω 2.000 αιχμαλώτους. Από το υπόλοιπο στράτευμα κάποια τμήματα του κέντρου και του δεξιού κέρατος κατόρθωσαν να διαφύγουν προς τη Λεβαδεία, ενώ ο Ιερός Λόχος παρέμεινε στη θέση του, πέφτοντας μέχρις ενός.


Η ταφή των νεκρών

Μετά την καταφανή του νίκη, ο Φίλιππος δεν συνέχισε την καταδίωξη των αντιπάλων. Συγκέντρωσε τους Μακεδόνες νεκρούς και, αφού έκαψε τα πτώματα στην πυρά, μαζί με τον οπλισμό τους, έθαψε τα οστά και τα υπολείμματα σε πολυάνδριο, δηλαδή ομαδικό τάφο, στις όχθες του Κηφισού. Αρχικά δεν ήθελε να δώσει άδεια να ταφούν οι νεκροί των Βοιωτών. Τελικά όμως ενέδωσε. Οι Θηβαίοι έθαψαν τους νεκρούς τους δικούς τους και των συμμάχων τους σε άλλο πολυάνδριο, κοντά στον οικισμό, και έστησαν επάνω του έναν τεράστιο μαρμάρινο λέοντα, το γνωστό και σήμερα Λέοντα της Χαιρώνειας


Ο ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ .

Ο Αλέξανδρος πήρε μέρος επίσης στη μάχη της Χαιρώνειας, Λένε μάλιστα πως πρώτος διέσπασε τις γραμμές του ιερού λόχου των Θηβαίων. Τότε για πρώτη φορά, ο Αλέξανδρος συνόδεψε τον πατέρα του στη Χαιρώνεια και από τότε και στο εξής συμμετέχει κι αυτός ενεργά στις πολεμικές επιχειρήσεις. Οι σύμμαχοι είχαν στρατοπεδεύσει σ’ έναν ναό κοντά στον Κηφισό ποταμό και κάποια μεγάλη βελανιδιά κοντά στη μια του όχθη, αργότερα έλεγαν ότι ήταν η σκηνή του Αλεξάνδρου. Ακόμα και στις μέρες μας, (λέει ο Πλούταρχος) δείχνουν κοντά στον Κηφισό μια βελανιδιά που την ονομάζουν ΒΕΛΑΝΙΔΙΑ ΤΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ. Κάτω από εκείνο το δέντρο τότε είχε τη σκηνή του ο Αλέξανδρος. Εκεί κοντά βρίσκεται και το «ΠΟΛΥΑΝΔΡΙΟ» (ο κοινός τάφος) των Μακεδόνων.


Ο ΕΠΙΚΗΔΕΙΟΣ ΤΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΙΕΡΟΛΟΧΙΤΕΣ ΜΕΤΑ ΤΗ ΜΑΧΗ ΤΗΣ ΧΑΙΡΩΝΕΙΑΣ
«Ιερές σκιές των νεκρών, για τη σκληρή και αποτρόπαιη μοίρα σας δεν είμαι αίτιος εγώ,

 αλλά ο καταραμένος ΔΙΧΑΣΜΟΣ, που ώθησε αδελφικά έθνη και ομόφυλους λαούς να σηκώσουν φονικό χέρι,
 ο ένας εναντίον του άλλου. Όχι μόνον δεν χαίρομαι για τη νίκη εναντίον σας τώρα,
αλλά αντίθετα λυπάμαι που δεν ευτύχησα να σας έχω ζωντανούς
 και συσπειρωμένους γύρω μου, αφού μάλιστα μας συνδέει
Η ΙΔΙΑ ΘΡΗΣΚΕΙΑ, Η ΙΔΙΑ ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΟΙ ΙΔΙΟΙ ΠΟΘΟΙ.
Επαινώ την ανδρεία σας, αλλά θα ήθελα να σας φανώ χρήσιμος σε άλλη περίσταση.
Χαίρετε (να χαίρεστε) λοιπόν στις κατοικίες του Άδη!
Χαίρετε γενναίοι πολεμιστέ




Η τιμωρία των αντιπάλων

Ο Φίλιππος υπήρξε αμείλικτος απέναντι στους Θηβαίους, στάθηκε όμως πιο επιεικής απέναντι στις βοιωτικές πόλεις, που έσπευσαν να συνθηκολογήσουν μετά την ήττα τους. Εγκατέστησε φρουρά στην Καδμεία, κατέστησε αυτόνομες τις Πλαταιές και τον Ορχομενό με τις γύρω περιοχές τους, επέστρεψε τον Ωρωπό στους Αθηναίους. Στις περισσότερες βοιωτικές πόλεις, όπως και στη Θήβα, εγκαθιδρύθηκαν φιλομακεδονικά καθεστώτα ολιγαρχικού χαρακτήρα. Το Κοινό των Βοιωτών δεν διαλύθηκε, αλλά ο ρόλος της Θήβας μέσα σε αυτό εκμηδενίστηκε.

Η Αθήνα περίμενε αντίστοιχη αντιμετώπιση. Γι’ αυτό, μόλις έφτασε η είδηση της ήττας, σήμανε νέα επιστράτευση όλων των πολιτών ως 60 ετών, ενώ, κατόπιν πρότασης του Υπερείδη, αποφασίστηκε να δίνονται πολιτικά δικαιώματα σε μετοίκους και ελευθερία σε δούλους που θα ήθελαν να πολεμήσουν. Σύντομα όμως άρχισαν να επικρατούν πιο φιλειρηνικές προτάσεις. Ο φανατικός αντι-φιλιππικός στρατηγός Χαρίδημος αντικαταστάθηκε από τον μετριοπαθέστερο Φωκίωνα. Μέλημα τώρα ήταν η απελευθέρωση των αιχμαλώτων.
Φαίνεται όμως πως και ο Φίλιππος, ο οποίος επί τρεις ημέρες μετά τη μάχη ήταν αδιάλλακτος και χλευαστικός προς τους ηττημένους αντιπάλους, τελικά άρχισε να κάμπτεται και να αποζητά την επάνοδο της ειρήνης. Έκαψε με τις δέουσες τιμές τους νεκρούς Αθηναίους και απελευθέρωσε το ρήτορα Δημάδη που ήταν μεταξύ των αιχμαλώτων, προκειμένου να ζητήσει διαπραγμάτευση με την Αθήνα. Πράγματι σύντομα επέστρεψε πρεσβεία αποτελούμενη από το Φωκίωνα, τον Αισχίνη και τον ίδιο το Δημάδη και η οποία δέχθηκε τις αξιώσεις του Μακεδόνα που δεν ήταν εξωφρενικές: ο Φίλιππος ζητούσε από τους Αθηναίους μόνο να λύσουν τις συμμαχίες τους και να παραιτηθούν από τις αξιώσεις τους στη Χερσόνησο. Σε αντάλλαγμα τους έστελνε την τέφρα των νεκρών τους, απελευθέρωνε τους αιχμαλώτους και τους εκχωρούσε τον Ωρωπό. Οι μακεδονικοί όροι έγιναν δεκτοί με ανακούφιση.

Ως προς τους άλλους συμμάχους, ο Φίλιππος αξίωσε αλλαγή των κυβερνώντων με δηλωμένους φιλομακεδόνες και σε μερικές περιπτώσεις εξορία όσων πολέμησαν στη Χαιρώνεια.

Η νέα τάξη στην Ελλάδα

Μετά τη Χαιρώνεια, ο Φίλιππος προχώρησε νότια. Κατέλαβε την Κόρινθο και επέτρεψε στις πόλεις εκείνες της Πελοποννήσου που είχαν ακολουθήσει φιλομακεδονική πολιτική να διαμελίσουν τις κτήσεις των Σπαρτιατών παίρνοντας η καθεμιά τα εδάφη που εποφθαλμιούσε. Παράλληλα ο Φίλιππος προέβη σε ενέργειες στα πλαίσια της Αμφικτιονίας (οικοδομική δραστηριότητα στην Ανθήλη, ανοικοδόμηση ναού Απόλλωνα στους Δελφούς), ενώ τήρησε την υπόσχεσή τους προς τους Φωκείς για μείωση του προστίμου τους.
Ο διαλλακτικός τρόπος με τον οποίο αντιμετώπισε τους πρώην αντιπάλους του αιτιολογείται από τα νέα σχέδια που είχαν αρχίσει να μορφοποιούνται στο φιλόδοξο μυαλό του. Ο Φίλιππος ήθελε να εξασφαλίσει την υποστήριξη των ελληνικών πόλεων προκειμένου να στραφεί εναντίον της Περσίας. Η φιλοδοξία του αυτή διατυπώθηκε σαφέστερα στις αρχές του 337 π.Χ. στη σύνοδο της Κορίνθου, στην οποία είχε καλέσει όλα τα ελληνικά κράτη. Η σύνοδος πράγματι κατέληξε στη δημιουργία του «Κοινού των Ελλήνων», ενός υπερκρατικού οργανισμού με στόχο την επίθεση εναντίον του Πέρση βασιλιά.
Ωστόσο ο Φίλιππος δεν πρόλαβε να πραγματοποιήσει το μακρόπνοο σχέδιό του. Ο θάνατος τον βρήκε την επόμενη χρονιά από το χέρι του Παυσανία, ενός από τους βασιλικούς εταίρους.


                                      Οι πρωταγωνιστές

Δημοσθένης



Ο Δημοσθένης (384-322 π.Χ.) ήταν ίσως ο κορυφαίος Αθηναίος ρήτορας της ύστερης κλασικής εποχής. Η πολιτική του συμπεριφορά αλλά και οι πολιτικοί του λόγοι αποτελούν την επιτομή της προσπάθειας της Αθήνας να διατηρήσει την αίγλη και την υπερηφάνειά της κατά την αυγή των αυτοκρατοριών. Ήταν τέτοια η καλλιέργεια και η δύναμη του λόγου που μπορούσε να χρησιμοποιεί τα εκφραστικά μέσα και τα επιχειρήματά του πραγματικά κατά βούληση.
Ο Δημοσθένης καταγόταν από πλούσια οικογένεια των Αθηνών. Ο πατέρας του, ωστόσο, πέθανε όταν ο ίδιος ήταν επτά χρονών και οι κηδεμόνες του καταχράστηκαν την περιουσία του. Ήταν η επιθυμία του να διεκδικήσει πίσω αυτά που του ανήκαν που τον έσπρωξε στη ρητορική. Με μια σειρά από δικανικούς λόγους στράφηκε εναντίον των καταχραστών, αποκομίζοντας, εκτός από ένα μέρος της περιουσίας του, που του επιδικάστηκε, και μεγάλη φήμη για τη ρητορική του δεινότητα. ΄Ετσι άρχισε να εργάζεται ως λογογράφος για δικαστικές υποθέσεις, ειδικά αστικού δικαίου.
Περί το 355 άρχισε για πρώτη φορά να ασχολείται με δίκες που αφορούσαν γενικότερα κρατικές υποθέσεις. Η ενασχόλησή του με τα κοινά έγινε εντονότερη περί τα μέσα της δεκαετίας του 340, όταν άρχισε και ο ίδιος να εκφωνεί λόγους με πολιτικό περιεχόμενο προς την εκκλησία του δήμου. Στόχος του ήταν κυρίως ο Φίλιππος της Μακεδονίας, η επεκτατική του πολιτική και η διαμόρφωση της στάσης που έπρεπε να ακολουθήσει η Αθήνα. Από το βήμα του ρήτορα προσπαθούσε να ευαισθητοποιήσει τους Αθηναίους και να τους προτρέψει να βελτιώσουν την πολεμική τους προπαρασκευή και ετοιμότητα και μάλιστα να αναλάβουν ηγετική θέση σε συνασπισμούς και με άλλες ελληνικές πόλεις. 
Οι κυριότεροι λόγοι του της περιόδου αυτής είναι οι τρεις Ολυνθιακοί, που χρονολογούνται στο 349 π.Χ. και αφορούν την ύστατη προσπάθεια υπεράσπισης της Ολύνθου στις ακτές της Χαλκιδικής, και οι τέσσερις Φιλιππικοί, που εκφώνησε στη διάρκεια μιας δεκαετίας (351-341 π.Χ.), με τους οποίους προσπαθούσε να στρέψει τους Αθηναίους κατά του Μακεδόνα βασιλιά.

Με την οριστική επικράτηση των Μακεδόνων όμως, η φιλομακεδονική παράταξη μπόρεσε να περάσει στην αντεπίθεση και ο Δημοσθένης καταδικάστηκε σε θάνατο, έφυγε στην Καλαυρία και εκεί υποχρεώθηκε να αυτοκτονήσει το 321 π.Χ.

Χάρης

Ο Χάρης υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους και μακροβιότερους στρατηγούς των Αθηναίων κατά τη διάρκεια του 4ου αιώνα. Εμφανίστηκε για πρώτη φορά στο προσκήνιο το 367 π.Χ. όταν προσέφερε υποστήριξη στον Φλειούντα, ο οποίος πολιορκούνταν από τις δυνάμεις των Αργείων και των Σικυωνίων. Στη συνέχεια έπεσε σε δυσμένεια, καθώς η ενίσχυσή τους προς τους ολιγαρχικούς της Κέρκυρας είχε σαν αποτέλεσμα η τελευταία να αποσχιστεί από τη Β’ Αθηναϊκή Συμμαχία. Το 357 π.Χ, ωστόσο επανεξελέγη στρατηγός και ηγήθηκε του αθηναϊκού αγήματος που εγκαταστάθηκε στη Χερσόνησο. Κατά το Συμμαχικό Πόλεμο ηγήθηκε της ανεπιτυχούς πολιορκίας της Χίου. Το 354 π.Χ. νίκησε στη Θράκη ένα τμήμα του μακεδονικού στρατού, ενώ την επόμενη χρονιά κατόρθωσε να ξανακερδίσει τη Σηστό. Επίσης το 349/8 π.Χ. ηγήθηκε της δύναμης που έστειλε –με καθυστέρηση- η Αθήνα για να ενισχύσει την πολιορκούμενη από το Φίλιππο Β’ Όλυνθο. Μεταξύ του 347 και του 338 π.Χ. ανέλαβε κατά καιρούς στρατηγίες σε αποστολές στο χώρο του βορείου Αιγαίου. Στη μάχη της Χαιρώνειας ήταν επικεφαλής τμήματος μισθοφόρου στο κεντρικό κέρας των συμμαχικών δυνάμεων. Μετά την προέλαση προς νότο του Μ.Αλεξάνδρου και την καταστροφή της Θήβας ο Χάρης διέφυγε στη Μικρά Ασία, τελικά όμως υποτάχθηκε στο Μακεδόνα ηγεμόνα περί το 332 π.Χ. Υπολογίζεται ότι πέθανε περί το 324 π.Χ.

Δημάδης

Ο ρήτορας Δημάδης ήταν γιος του Δημέα και καταγόταν από το δήμο της Παιανίας. Γεννήθηκε περί το 380 π.Χ. Αρχικά ασχολήθηκε με τη ναυτιλία, ακολουθώντας την οικογενειακή παράδοση, αλλά σύντομα στράφηκε προς την πολιτική. Βρέθηκε ως οπλίτης στη μάχη της Χαιρώνειας και πιάστηκε αιχμάλωτος μαζί με άλλους 2.000 Αθηναίους. Λέγεται ότι, καθώς έβλεπε το Φίλιππο Β’ να χλευάζει τους αντιπάλους του και να αρνείται την ταφή των νεκρών Θηβαίων, ήταν αυτός που με φιλοσοφικό λόγο τον έπεισε να γίνει πιο διαλλακτικός. 
Μετά την απελευθέρωση των αιχμαλώτων, ο Δημάδης επέστρεψε στην Αθήνα και έγινε ένας από τους ηγέτες της φιλομακεδονικής παράταξης. Από τη θέση αυτή μεσολάβησε προς τον Αλέξανδρο για επιεική μεταχείριση της Αθήνας μετά την καταστροφή της Θήβας το 335 π.Χ., εμπόδισε την Αθήνα να υποστηρίξει τον Άγι Γ’ και αντίθετα στήριξε την απόδοση θεϊκών τιμών στον Αλέξανδρο το 323 π.Χ. 
Μετά το Λαμιακό πόλεμο (322 π.Χ.) συμφώνησε με τον Αντίπατρο τους όρους της συνθήκης ειρήνης. Μεταξύ των όρων ήταν και η καταδίκη του Δημοσθένη, ο οποίος εξορίστηκε στην Καλαυρία και αυτοκτόνησε εκεί. Τρία χρόνια αργότερα όμως ο ίδιος και ο γιος του Δημάδης κατηγορήθηκαν για προδοτική συμπεριφορά και εκτελέστηκαν από τον Κάσσανδρο. Από το συγγραφικό του έργο δεν σώζεται σχεδόν τίποτε.



Φίλιππος Β΄

Ο Φίλιππος Β’ ήταν γιος του βασιλιά Αμύντα Γ’ της Μακεδονίας και της συζύγου του Ευρυδίκης. Γεννήθηκε στην Πέλλα περί το […] Σε νεαρή ηλικία (368-365 π.Χ.) έζησε ως αιχμάλωτος στη Θήβα, όπου όμως είχε την ευκαιρία να έλθει σε επαφή με τη στρατιωτική διάνοια του Επαμεινώνδα, από την οποία διδάχθηκε πολλά. Αναρρήθηκε στο θρόνο της Μακεδονίας το 359 π.Χ., αρχικά ως επίτροπος του ανήλικου διαδόχου Αμύντα Δ΄, σύντομα όμως κατόρθωσε να αναγνωριστεί ως νόμιμος βασιλιάς.
Αναδιοργάνωσε το μακεδονικό στρατό εισάγοντας τη φάλαγγα, η οποία διέφερε αρκετά από την οπλιτική φάλαγγα των υπόλοιπων  ελληνικών πόλεων-κρατών. Η ειδοποιός διαφορά ήταν ότι οι φαλαγγίτες ασκούνταν καθημερινά σχεδόν σε επαγγελματική βάση, ενώ ήταν οπλισμένη με ένα πολύ μακρύ δόρυ, τη σάρισα, με το οποίο μπορούσε να αντιμετωπισθεί και το ιππικό. Με ένα τέτοιο στράτευμα ο Φίλιππος ξεκίνησε μια σειρά εκστρατευτικών ενεργειών με στόχο αρχικά την κατάληψη της Θράκης, αργότερα όμως και των Ιλλυριών και των Δαρδάνων και, τέλος, την καθυπόταξη των υπόλοιπων ελληνικών πόλεων. 
Το 337 π.Χ. συγκάλεσε σύνοδο όλων των ελληνικών πόλεων στην Κόρινθο και ίδρυσε το «Κοινό των Ελλήνων», με σκοπό την διοργάνωση εκστρατείας εναντίον των Περσών. Συνήψε πολλούς γάμους, με γνώμονα κυρίως τη σύναψη δυναστικών δεσμών με βασιλικά φύλα άλλων περιοχών. Από το γάμο του με τη Μυρτάλη των Μολοσσών, την οποία μετονόμασε σε Ολυμπιάδα, απέκτησε το διάδοχό του Αλέξανδρο Γ’ και την Κλεοπάτρα. Πέθανε το 336 π.Χ. δολοφονημένος από ένα εκ των υπασπιστών του, τον Παυσανία.

                                                   Αλέξανδρος Γ΄




Ο Αλέξανδρος ήταν γιος του βασιλιά Φιλίππου Β’ της Μακεδονίας και της Ολυμπιάδας, κόρης του βασιλιά των Μολοσσών. Γεννήθηκε το 356 π.Χ. Η εφηβεία του σημαδεύτηκε από το δάσκαλό του, το φιλόσοφο Αριστοτέλη. Από τους μετέπειτα συγγραφείς που ασχολήθηκαν με τη βιογραφία του Αλέξανδρου παραδίδονται πολλές ανεκδοτολογικές ιστορίες που διαγράφουν το χαρακτήρα του διαδόχου, προοιωνίζοντας το μεγαλείο που θα ακολουθούσε. Η γνωστότερη ήταν αυτή που τον ήθελε να δαμάζει ένα άγριο άλογο, το Βουκεφάλα, χρησιμοποιώντας την παρατηρητικότητα αλλά και τη γενναιότητά του.
Το 338 π.Χ. ο Αλέξανδρος, δεκαοχτώ μόλις χρονών, συμμετέσχε για πρώτη φορά ενεργά σε εκστρατεία. Βρέθηκε επικεφαλής του μακεδονικού ιππικού στη μάχη της Χαιρώνειας. Σύμφωνα με το σχέδιο του Φιλίππου, μόλις δημιουργήθηκε ρήγμα στις γραμμές των αντιπάλων, ο Αλέξανδρος εισόρμησε και κατέκοψε το δεξί κέρας των συμμάχων, ιδιαίτερα τον Ιερό Λόχο των Θηβαίων.
Μετά τη δολοφονία του Φιλίππου ανέλαβε τα ηνία της Μακεδονίας. Με μια εκστρατεία-αστραπή στην Κεντρική Ελλάδα επανέφερε στο άρμα της Μακεδονίας κάποιες από τις πόλεις που είχαν αρχίσει να διαφοροποιούνται από το Κοινό των Ελλήνων. Ιδιαίτερα σκληρή υπήρξε η τιμωρία του απέναντι στη Θήβα, την οποία ισοπέδωσε. Στη συνέχεια στράφηκε προς την ανατολή, συνεχίζοντας τα σχέδια του πατέρα του. 
Μια σειρά από νικηφόρες μάχες τον έκαναν κύριο της Μικράς Ασίας και στη συνέχεια της Περσικής αυτοκρατορίας. Προσπάθησε να εδραιώσει πολιτική πολιτισμικής όσμωσης μεταξύ των Ελλήνων και των Περσών υπηκόων του, πράγμα που αρκετοί Μακεδόνες δεν μπορούσαν να δεχτούν. Πέθανε πολύ νέος στα 323 π.Χ. και το τεράστιο κράτος που είχε δημιουργήσει διαμελίστηκε μεταξύ των στρατηγών του, των λεγόμενων «διαδόχων», δημιουργώντας τα ελληνιστικά βασίλεια.

Ιππικό


Το μακεδονικό ιππικό αποτελούνταν από δύο τμήματα: αυτό των Εταίρων, που απαρτιζόταν από ευγενείς μακεδόνες, και αυτό των Θεσσαλών. Το ιππικό των «Εταίρων» (=συντρόφων) ήταν χωρισμένο σε 8 ίλες. Κάθε ίλη είχε 200 ιππείς, εκτός από αυτήν του βασιλιά που είχε 300 ιππείς. Οι ιππείς φορούσαν μεταλλική εξάρτυση (θώρακα, περικνημίδες, κράνος) και κρατούσαν μια λόγχη μήκους 3 μέτρων, το «ξυστόν».

Οι Θεσσαλοί ιππείς έφεραν κοντύτερη λόγχη και είχαν χαλαρότερο σχηματισμό. Οι πολεμικές ίλες του ιππικού περιβάλλονταν από ελαφρύτερο ιππικό, τους «Προδρόμους», που έφεραν ίσως ασπίδες και βοηθητικό υλικό για αναγνωριστικές εφόδους. Σε περίπτωση ανάγκης κατά την επίθεση όμως έπαιρναν και αυτοί μακριές λόγχες.


Πεζικό


 Οι «πεζέταιροι» (=πεζοί σύντροφοι) του μακεδονικού στρατού προέρχονταν τόσο από την ίδια τη Μακεδονία όσο και από τις προσαρτημένες επαρχίες της. Κάθε επαρχία όφειλε να δίνει μία τάξι,  πεζεταίρων, αποτελούμενη από περίπου 1500 άνδρες (αν και ο αριθμός προφανώς δεν παρέμενε σταθερός). Θεωρείται ότι τα σώματα των πεζεταίρων προσάρμοζαν τον οπλισμό και την εξάρτυσή τους ανάλογα με την εκάστοτε πολεμική τακτική. Έτσι, άλλοτε κρατούσαν ακόντια, άλλοτε κοντά δόρατα και άλλοτε τη γνωστή σάρισσα.

Η μακεδονική φάλαγγα είχε την καταγωγή της στην οπλιτική φάλαγγα την οποία ο Φίλιππος Β΄ είχε την ευκαιρία να μελετήσει όταν ζούσε αιχμάλωτος στη Θήβα υπό τον Επαμεινώνδα. Οι φαλαγγίτες ήταν επαγγελματίες στρατιώτες, που ασκούνταν καθημερινά, και γι’ αυτό υπερτερούσαν έναντι των πολιτών-οπλιτών. Κάθε φάλαγγα αποτελούνταν από 16 επί 16 σειρές στρατιωτών. Στην αρχή και το μέσον κάθε στήλης υπήρχε ένας αρχηγός. 

Ο βασικός οπλισμός των στρατιωτών της φάλαγγας ήταν η σάρισσα, ένα δόρυ μήκους 6 περίπου μέτρων, το οποίο θεωρείται ότι κρατούσαν με τα δύο χέρια κατά την πορεία. Στη βάση κάθε σάρισσας υπήρχαν ένας ή δύο σαυρωτήρες, δηλαδή αιχμηρά στηρίγματα για να ακουμπούν με ασφάλεια τη σάρισσα στο έδαφος όταν σταματούσαν. Κατά την επίθεση οι πέντε πρώτες σειρές στρατιωτών κρατούσαν τις σάρισσες προτεταμένες προς τον εχθρό, σχηματίζοντας έτσι ένα δάσος από αιχμές δοράτων. 

Όπως προκύπτει από τις περιγραφές αλλά και τα αρχαιολογικά δεδομένα, φαίνεται πως μόνον οι πρώτες σειρές ( ή η πρώτη σειρά) φορούσε θώρακα μεταλλικό. Οι υπόλοιποι στρατιώτες της φάλαγγας φορούσαν θώρακα από δέρμα ή πυκνά υφασμένο λινό (όπως αυτός που εικονίζεται στη λεγόμενη «σαρκοφάγο του Αλέξανδρου»). Η εξάρτυσή τους συμπληρωνόταν με περικνημίδες και μεταλλικά κράνη, ενώ το αν κρατούσαν ασπίδες και τι είδους είναι υπό συζήτηση. Πιθανόν έφεραν μικρές σχετικά ασπίδες που κρέμονταν από τον ώμο τους, όπως και τα κοντά και κάπως γυριστά στο άκρο σπαθιά τους.


Οι επίλεκτοι ανάμεσα στους πεζέταιρους αποτελούσαν το σώμα των υπασπιστών  (που αργότερα ονομάζονταν και αργυράσπιδες), οι οποίοι αριθμούσαν 3.000 χωρισμένοι σε σώματα των 1000. Όπως φανερώνει το όνομά τους το διακριτικό τους ήταν οι στρογγυλές μεγάλες ασπίδες που έφεραν. Σε διάταξη μάχης τοποθετούνταν στα δεξιά του πεζικού, σε θέση τιμητική και επικίνδυνη, προκειμένου να εξοστρακίζουν τα εχθρικά βέλη. Επίσης χρησιμοποιούνταν σε ειδικές αποστολές.



 Οπλισμός των Ιερολοχιτών

Οι ιερολοχίτες, καθώς αποτελούσαν την αιχμή του θηβαϊκού δόρατος, θα περίμενε κάποιος να έχουν άρτιο εξοπλισμό. Tηv εποχή αυτή, στους στρατούς «εκ πολιτών» θεωρούνταν ως δεδομένο ότι κάθε πολίτης θα έφερνε στη μάχη το δικό του οπλισμό Στην πραγματικότητα, στις δημοκρατικές πόλεις, το είδος του οπλισμού που μπορούσε να προμηθευτεί ένας πολίτης, καθόριζε και τη θέση του στην κοινωνία. Οι οπλίτες ήταν κατά βάση η μέση τάξη, οι μικροκαλλιεργητές και οι επαγγελματίες, που είχαν τα οικονομικά μέσα για να προμηθευτούν και να συντηρήσουν την ακριβή οπλιτική πανοπλία. Αυτό τουλάχιστον ίσχυε αρχικά, αφού αργότερα οι κοινωνικές διαιρέσεις παγιοποιήθηκαν.

Οι Θηβαίοι, όπως και οι άλλοι Έλληνες, εξοπλίζονταν με μία πανσπερμία όπλων και απαρτίων πανοπλίας, εξαρτώμενα πάντα από την οικονομική δυνατότητα του φέροντος και την πηyή απ' όπου τα προμηθεύτηκε. Οι ιερολοχίτες δεν χρειαζόταν πιθανόν να προμηθεύονται μόνοι τους τα όπλα τους είτε η θηβαϊκή πολιτεία φρόντιζε για την προμήθειά τους η τους έδινε επαρκείς πόρους για να αγοράσουν τα κατάλληλα είδη
Κατά πάσα πιθανότητα, λοιπόν, οι ιερολοχίτες ως προς τον εξοπλισμό λίγο διέφεραν από τους υπόλοιπους Θηβαίους οπλίτες. Την εποχή για την οποία μιλάμε, δεν είναι ξεκάθαρο αν συνεχιζόταν η "υποχώρηση του θώρακα" (δηλαδή, η σταδιακή εγκατάλειψη του θώρακα ως απαραίτητου εξαρτήματος της οπλιτικής πανοπλίας), που είχε ξεκινήσει στα τελευταία στάδια του Πελοποννησιακού πολέμου.
Είναι πάντως βέβαιο ότι οι νέες τακτικές βασίζονταν περισσότερο στη δυνατότητα ταχείας και ορμητικής κρούσης παρά στην παρατεταμένη επιβίωση του οπλίτη στο πεδίο της μάχης - για να πετύχει η «ασύμμετρη» τακτική του Επαμεινώνδα, λίγη αξία έχει αν οι Θηβαίοι μπορούν να αντέξουν επί μακρόν την πίεση των Σπαρτιατών. Το ουσιαστικό ζητούμενο ήταν να μπορούν να επιτεθούν τόσο ορμητικά, ώστε να διαρρήξουν την αντίπαλη παράταξη οτο μικρότερο δυνατό χρόνο.
Υπό αυτή την έννοια, το θηβαϊκό στράτευμα, συμπεριλαμβανόμενων των ιερολοχιτών, πιθανόν κατά βάση να είχε υιοθετήσει το πάγιο την εποχή αυτή εξοπλισμό του Έλληνα πεζού: δόρυ, ασπίδα, κράνος (συνήθως τύπου πίλου, αν και στη Βοιωτία ήταν διαδεδομένο και το "βοιωτικό" κράνος, καθώς και πολλοί άλλοι τύποι σε μικρότερους αριθμούς), σπάνια περικνημίδες (προτιμούνταν ελαφρές μπότες, όπως οι Ίφικρατίδες" που καθιέρωσε στην Αθήνα ο Ιφικράτης) και ως ένδυμα μάχης η «Εξωμίς», ένας ελαφρός χιτώνα ς που άφηνε ακάλυπτο τον ώμο του δεξιού χεριού που χειριζόταν το δόρυ.
Ίσως οι Ιερολοχίτες ή κάποιοι εξ αυτών να έφεραν κάποιου είδους θωράκιση (το δερμάτινο θώρακα «σπολάς» ή το λινοθώρακα), εφόσον βρίσκονταν στις πρώτες σειρές του στρατεύματος. Αυτοί οι θώρακες προστάτευσαν περισσότερο από βλήματα (βέλη) και λιγότερο από πλήγματα δόρατος, τα οποία κατά βάση είχε αποστολή να αποκρούει η βαριά ασπίδα (που έχει επικρατήσει να λέγεται "όπλον")

ΤΕΛΟΣ

"Φυλλάδα του Μεγαλέξανδρου" Καλλισθένης

Πηγή:http://ebooks.edu.gr/modules/ebook/show.php/DSGL-A111/262/1915,6340/


Λαϊκές αφηγήσεις

Φυλλάδα του Μεγαλέξανδρου

Εκτός από τα ιπποτικά-ερωτικά μυθιστορήματα έχουμε την εποχή αυτή και διάφορες διηγήσεις. Μια από αυτές είναι και η Διήγησις Αλεξάνδρου του Μακεδόνος έμμετρη διασκευή του 1388, σε αρχαία γλώσσα, του ελληνιστικού μυθιστορήματος του Ψευδο-Καλλισθένη. Της έμμετρης αυτής διασκευής έχουμε μια παραλλαγή στη δημοτική (1529) και μια πεζή διασκευή την ίδια περίπου εποχή. Η Φυλλάδα του Μεγαλέξανδρου είναι η τελευταία πεζή διασκευή, δημοτικότερη στο ύφος και τη γλώσσα, που κυκλοφορούσε σε φτηνές λαϊκές εκδόσεις από το 1680 περίπου ως τις μέρες μας και έγινε εξαιρετικά αγαπητό λαϊκό ανάγνωσμα. Περιέχει τις πιο περίεργες και θαυμαστές διηγήσεις γύρω από τη μορφή του Μακεδόνα βασιλιά που τα κατορθώματά του πέρασαν στη σφαίρα της λαϊκής μυθολογίας.
«Ο Αλέξανδρος του μύθου αυτού», γράφει ο Α. Α. Πάλλης, «δε μοιάζει πια παρά πολύ αμυδρά με τον Αλέξανδρο της ιστορίας. Τα πραγματικά περιστατικά της ζωής του πνίγονται μέσα σε πυκνό και φοβερό ρουμάνι φανταστικών άθλων και περιπετειών. Ο στρατηλάτης Αλέξανδρος μεταβάλλεται σ' ένα μυθολογικό ήρωα που συνενώνει τα χαρακτηριστικά πολλών μυθικών προσώπων παλαιότερων και νεοτέρων εποχών».
Περί των τόπων του σκότους
Μισεύοντας δε από το νησί των Μακάρων επερπατούσαν ημέρες δέκα. Και ηύραν έναν κάμπον πλατύν και μέγαν και εις την μέσην του ήτον ένα χάος βαθύ και πλατύ, οπού εκρατούσεν από μίαν άκραν έως την άλλην, και δεν ημπορούσαν να απεράσουν. Και επρόσταξεν ο Αλέξανδρος και έκαμεν ένα γεφύρι πολλά μεγάλον και εδιάβηκεν με ταφουσάτα του, εις την μέσην δε του γεφυριού έγραψεν τα παρόντα γράμματα: «Διά προσταγής Αλεξάνδρου του βασιλέως εκτίσθη το παρόν, και εδιάβη με τα φουσάτα του,όντας εξήλθεν εκ της γης των Μακάρων».
 Ύστερον δε από εκεί επεριπατούσαν ημέρες τέσσαρες και ήλθαν εις την σκοτεινήν γην. Και εκεί όρισεν ο Αλέξανδρος και ήφεραν φοράδες οπού είχαν πουλάρια μικρά. Και άφηκαν τα πουλάρια έξω και εσέβησαν εις το σκότος και επεριπάτησαν έως είκοσι τέσσαρες ώρες. Και εκεί εδιαλάλησαν εις όλον το φουσάτον ότι πας εις να πεζεύσει να πάρει από το χώμα της γης εκείνης. Και όσοι επήραν όταν εξέβησαν έξω, είδαν το χώμα και ήτον όλον χρυσάφι. Και επικράνθηκαν πως δεν επήραν περισσόν. Και απ' αυτού επεριπάτησεν ημέρας τεσσάρας. Και εσυναπάντησεν ο Αλέξανδρος δύο πουλία ανθρωποπρόσωπα, κατά πολλά εύμορφα, τα οποία του εμίλησαν με ανθρωπίνην φωνήν και είπαν: Αλέξανδρε, διατί πειράζεις τον Θεόν; Και θέλει σε οργισθεί εις τον έρημον τόπον να χαθείς και εσύ και το φουσάτον σου όλον. Μόνον κάμε ετούτο οπού σου λέγομεν και γύρισε οπίσω δεξιά και σύρε πάλιν να ακολουθήσεις τους συνηθισμένους σου πολέμους, ότι καρτερεί σε και ο βασιλεύς της Ινδίας να πολεμήσετε. Και εγύρισε δεξιά ο Αλέξανδρος και επεριπάτησεν ημέρας οκτώ. Και φθάνοντας εις μίαν λίμνην ετέντωσε να αναπαυθεί. Και οι μάγειροι άρχισαν διά να μαγειρεύσουν και επήραν και έβαλαν στεγνά οψάρια πολλά εις την λίμνην και άφηκάν τα ολίγον να βραχούν και αυτά ανέζησαν και έφυγαν εις την λίμνην.
Και ως ήκουσεν ο Αλέξανδρος πως ανέζησαν τα οψάρια, εθαύμασε και εξεπλάγη. Και όρισε και εκολύμβησαν όλα τα φουσάτα του με τα άλογα τους μέσα εις την λίμνην και εδυναμώθησαν από τον κόπον τον πολύν. Και απ' αυτού επεριπάτησεν ημέρας δύο και ήλθεν εις άλλην λίμνην, οπού είχε το νερόν γλυκύ ωσάν ζάχαρη. Και εσέβη ο Αλέξανδρος να κολυμβήσει και ήλθεν επάνω του ένα οψάρι μέγα. Και αυτός έφυγεν έξω και το οψάριον κυνηγώντας τον εξέβη έξω. Και αυτός το εκαβαλίκευσε και εσκότωσέ το. Και είπε και έσχισάν το και ευρήκεν μέσα του ένα λιθάρι πολύτιμον· και ήτον ωσάν χηνάριον αυγόκαι έλαμπεν ώσπερ τον ήλιον. Και όρισε και έβαλάν το εις το φλάμπουρόν του και εβαστούσαν το εις τον Αλέξανδρον ομπροστά ωσάν φανάρι. Και απ' εκεί ήλθαν εις άλλην λίμνην και έπεσαν να αναπαυθούν. Και όταν εβραδίασεν εξέβησαν από εκείνην την λίμνην γυναίκες και έλεγαν τραγούδια πολλά εύμορφα, εις τόσον οπού ο νους του ανθρώπου επαίρνετο. Και ως ομοιάζει, εκείνες ήτον οι αναράιδες, οπού λέγουν την σήμερον. Και απ' αυτού επεριπάτησαν ημέρας εξ και ήλθον εις έναν τόπον οπού ήτον λόγκος μέγας. Και εκεί εξέβησαν αλογάνθρωποι πολλοί κατεπάνω του φουσάτου, οι οποίοι από την μέσην και απάνω ήτον άνθρωποι, από δε την μέσην και κάτω ήτον άλογα. Και ήτον όλοι τοξότες και το ξιφάρι της σαΐτας ήτον από λίθον αδαμάντινον. Και σίδερον δεν είχαν παντελώς και ήτον πολλά ογλήγοροι ωσάν πετούμενα. Και ως τους είδεν ο Αλέξανδρος, είπε των Μακεδόνων: Ας κάμομεν μίαν πονηρίαν, να πιάσομεν απ' αυτούς να τους πάρομεν εις την Μακεδονίαν δια θαύμα. Και επρόσταξε να κάμουν λάκκους, να τους σκεπάσουν με καλάμι χοντρό. Και απέστειλεν ανθρώπους να τους παρακινήσουν εις πόλεμον, και αυτοί μην ηξεύροντες την πονηρίαν των ανθρώπων έπεσαν εις τους λάκκους. Και εσκότωσαν δώδεκα χιλιάδες και επήραν και ζωντανούς και τους ημέρωσαν άλλες έξι χιλιάδες. Και ηθέλησαν να τους εβγάλουν εις τον κόσμον. Και τόσον ήτον ογλήγοροι, ότι δεν τους εγλίτωνε τίποτας. Και όπου και αν ετόξευαν, δεν αστοχούσαν. Και τους έδωκεν ολωνών άρματα ο Αλέξανδρος και τους ετοίμαζεν, διά να τους έχει βοηθούς εις τους ερχόμενους πολέμους. Οπόταν δε εξέβησαν εις τον κόσμον, κατά τύχην εφύσησεν άνεμος κρύος και απόθαναν όλοι. Μετά δε εξήντα ημέρας ήλθαν εις την Ηλιούπολιν και εσέβηκαν εις ένα ναόν και επροσκύνησαν εις τον οποίον ευρήκεν ο Αλέξανδρος γράμματα οπού έδειχναν τον θάνατον του και ελυπήθη πολλά. Και απ' αυτού εσηκώθησαν και επεριπάτησαν ημέρας δέκα. Και ηύραν ανθρώπους μονοπόδαρους και είχαν ουράν ωσάν πρόβατα. Και επίασαν πολλούς απ' αυτούς και ήφεράν τους εις τον Αλέξανδρον. Και ο Αλέξανδρος τους ερώτησε λέγων: Πώς είστε αυτού; Και αυτοί του είπαν: Αλέξανδρε βασιλεύ, ελεημονήσουκαι άφες μας, ότι διά αδυναμίαν μας ήλθαμεν εδώ και εκρύφθημεν. Και ακούοντας ταύτα τα λόγια ο Αλέξανδρος τους άφησε διά να πηγαίνουν. Και επηδούσαν από λιθάρι εις λιθάρι και άρχισαν να περιγελούν τον Αλέξανδρον και έλεγαν: Ο Αλέξανδρος όλον τον κόσμον επήρε τον με την φρονιμάδα του και ημείς τον εγελάσαμεν και μας άφηκεν, οπού το κρέας μας είναι νοστιμότερον από όλα τα πετούμενα και τετράποδα και το κουφάρι μας γέμει πολύτιμα λιθαρόπουλα και χοντρό μαργαριτάρι και το πετζί μας σίδερον δεν το απερνά. Και ως ήκουσεν ο Αλέξανδρος, εγέλασεν και είπε: Ο άνθρωπος από την γλώσσαν του χάνει το κεφάλι του. Και ευθύς όρισε και αρματώθηκαν διακόσιες χιλιάδες καβαλαραίοι με λαγωνικά και πάρδους και ζαγάρια. Και ετριγύρισαν όλον το βουνί και απόλυσαν τα ζαγάρια και τους πάρδους και τα λαγωνικά και επίασάν τους και τους ήφεραν όλους εις τον Αλέξανδρον. Και όρισε και έσφαξαν τους. Και τους έγδαραν και εστέγνωσαν τα πετζία τους και ευρήκαν εις το σκάφος τους πλούτον αναρίθμητον από πολύτιμα λιθαρόπουλα και μαργαριτάρι. Και όρισε τους Πέρσας και έφαγαν το κρέας τους. Και έλεγαν ότι να ήτον νοστιμότερον από όλα τα πετεινά και τετράποδα. Και απ' αυτού επεριπάτησεν ημέρας εξ και ήλθεν εις το σύνορον της Ινδίας και εξέβη εις τον κόσμον. Είχε δε μήνας εξ αφού είδεν τα γράμματα εις την Ηλιούπολιν οπού έδειχναν διά τον θάνατον του, και πάντοτε ήτον λυπημένος. Και εκεί εθυμήθη τους μονοποδάρους και εγέλασε. Και είδαν οι Μακεδόνες και εχάρησαν και εγέλασαν και αυτοί. Και την πίκραν οπού είχεν ο Αλέξανδρος δεν την ήξευραν. 'Εμαθεν δε ο Πώρος, ο βασιλεύς της Ινδίας, ότι ήλθεν ο Αλέξανδρος εις το σύνορόν του και του έγραψεν επιστολήν.

φουσάτο: στράτευμα.
όντας: όταν.
πας εις: καθένας.
θέλει σε οργισθεί: θα οργιστεί μαζί σου.
τεντώνω: κατασκηνώνω (για στράτευμα).
χηνάριο αυγό: αυγό χήνας.
ξιφάρι της σαΐτας: η αιχμή του βέλους.
ελεημονήσου μας: λυπήσου μας.
ζαγάρι: κυνηγετικό σκυλί.
πάρδος: λεοπάρδαλη.
σκάφος: κουφάρι.

Δευτέρα 22 Φεβρουαρίου 2016

Ο ποιητής συντονιστής

Τα ποιητικά άπαντα του Νάσου Βαγενά. Η φαινομενική απλότητα, η μουσική των στίχων, το βάρος της αυτοβιογραφίας

Ο Νάσος Βαγενάς

Νάσος Βαγενάς
Βιογραφία.
Ποιήματα 1974-2014

Εκδόσεις Κέδρος, 2015.
1. Η Βιογραφία του Νάσου Βαγενά (Ν.Β.), τυπωμένη πολυτονικά, με τη γοητευτική «Περίπτυξη» του Α. Ισαρη στο σκληρό εξώφυλλo, αναπτύσσεται σε 413 σελίδες και περιέχει το σύνολο της μέχρι τώρα παραγωγής: 11 συλλογές, με εκατοντάδες ποιήματα, γραμμένα μέσα σε 40 χρόνια (1974-2014). Ο τίτλος είναι δανεισμένος από τη δεύτερη (1978) ομότιτλη συλλογή, της οποίας το κεντρικό ποίημα τιτλοφορείται επίσης «Βιογραφία». Τέλος «Βιογραφία» είναι ο τίτλος του πρώτου κειμένου της συλλογής «Η πτώση του ιπτάμενου» (1968). Πρόκειται για ποίημα του Carl Sandburg που ο Ν.Β. μεταφέρει ελαφρά «πειραγμένο» στα ελληνικά. Είναι σαφής λοιπόν η εμμονή του Ν.Β. στην καταγραφή του βίου του, με τον οποίο ωστόσο συνείρονται και βίοι άλλων: σώματα/βίοι γυναικών και, παράλληλα, σώματα/βίοι ποιητών. Πραγματικών και φανταστικών. Κέντρο αυτού του σύμπαντος, συντονιστής όλων των βίων ο αυτο-προβαλλόμενος, αυτο-βιογραφούμενος ποιητής.

2. Σε ένα αναγκαστικά σύντομο κείμενο είναι αδύνατον να περιγραφούν επαρκώς η κατασκευή και το περιεχόμενο αυτού του σύμπαντος. Περιοριζόμαστε στην αδρομερή έκθεσή του, με όσους κινδύνους συνεπάγεται το εγχείρημα. Υπενθυμίζω ότι ο ποιητής Ν.Β. είναι εν ταυτώ εγκρατής νεοελληνιστής, κριτικός και θεωρητικός της λογοτεχνίας. Ανήκει, όπως πολλοί ποιητές μας, στην κατηγορία των poetae doctiό,τι μπορεί να σημαίνει αυτό. Αυτής της κατηγορίας οι μείζονες ποιητές μας (Σολωμός, Κάλβος, Καβάφης, Σεφέρης, Ελύτης, Εγγονόπουλος, αλλά και ο ώριμος Ρίτσος) καταφέρνουν με την έμφυτη «πανουργία» τους ώστε αυτή η όποια λογιοσύνη να υπηρετεί την τέχνη τους. Οχι το ανάποδο. Αυτό συμβαίνει και με τον Ν.Β.

3. Το σύμπαν του Ν.Β. στην οριζόντια ανάπτυξή του περιλαμβάνει τέσσερα μείζονα θέματα: τον έρωτα, τον θάνατο, την ποίηση και την ιστορία, όπου εμπλέκεται και η πολιτική. Ολες οι συλλογές έχουν ανάλογα ποιήματα. Η κάθετη προβολή αυτού του σύμπαντος δείχνει μια νοητή κλίμακα την οποία ο ποιητής συχνά ανεβοκατεβαίνει: από τα ουράνια τοπία, στα γήινα και από εκεί στους υπόγειους κάτω Κόσμους. Η παμπάλαια ιδέα της πτώσης του ιπτάμενου δεν ελλείπει. Δύο συλλογές τιτλοφορούνται «Η πτώση του ιπτάμενου» (1989 και 1997) και περιέχουν δύο ομότιτλα ποιήματα. Το πρώτο ποίημα (1989) ακούγεται οιονεί αυτοπεριπαικτικό. Το δεύτερο (1997) δείχνει έναν πεσμένο άνθρωπο «που τον βρίσκουν πρώτοι/οι γύπες, που υποφέρει, που παγώνει /γυμνός, εξαντλημένος, χάμω». Η καταβύθιση στα έγκατα φαίνεται καλύτερα στη συλλογή Στέφανος (2004): 33 επιτύμβια επιγράμματα για επινοημένους ποιητές πολίτες του Κάτω Κόσμου αφηγούνται καλλιτεχνικές ιδεοληψίες. Στην τελευταία συλλογή της Βιογραφίας «Στη νήσο των Μακάρων» (2010) ο Ν.Β. συνομιλεί με 20 νεκρούς κατοίκους της νήσου (οι 19 είναι προσφιλείς του ποιητές). Μπορεί να μην κυκλοφορούν στον Αδη, αλλά και η νήσος των Μακάρων τόπος νεκρών είναι.

4. Για όποιον θέλει να ερευνήσει καλύτερα το σύμπαν του Ν.Β. όσον αφορά τον έρωτα και τον θάνατο, οι συλλογές «Bάρβαρες ωδές» (1992) και «Σκοτεινές μπαλλάντες» (2001) ενδείκνυνται χωρίς αμφιβολία. Η πρώτη, προσημειωμένη από το καλβικό «και με θάνατον ακαταπαύστως», κυλά ανάμεσα στις μουσικές οδηγίες adagio και lento. Στα 26 ενδιάμεσα, άτιτλα ποιήματα συνείρονται με ιδιαίτερη χάρη τα δύο παμπάλαια θέματα: έρωτας, θάνατος. Συνείρονται ακριβώς για να φανερωθεί η μοιραία και εν ταυτώ η ελπιδοφόρα αντίθεσή τους. Μπορεί να διατρέχουν τη συλλογή λάμψεις από σβησμένους έρωτες/άστρα και η συχνά αναφερόμενη σελήνη να παραπέμπει και σε έρωτες σεληνιασμένους, όμως, όπως πιστεύω, ένας από τους κρισιμότερους στίχους της συλλογής είναι «Σκέφτομαι σημαίνει σκέφτομαι τον θάνατο». Οι «Σκοτεινές μπαλλάντες» περιέχουν τα περισσότερα ποιήματα από όποια άλλη συλλογή. Οι μουσικοί όροι που συχνά ακούγονται παραπέμπουν σαφώς στην ιδιότυπη μουσική των στίχων του Ν.Β. Επιπλέον: ενώ τα περισσότερα ποιήματα εμφανίζονται αρκετά φωτεινά/φωτισμένα, στο βάθος διατηρούν το βαθύ μέλαν. Συχνά επίσης ο αναγνώστης εξαπατάται, παρασυρμένος από μια φαινομενική απλότητα. Εχουμε την αίσθηση του «απλού» λόγου ιδιαίτερα στις δύο τελευταίες συλλογές, όπου όλα σχεδόν τα ποιήματα εμφανίζονται ως κεφάλαια μιας ποιητικής. Η αλήθεια είναι πως όλα τους έχουν κάτι περισσότερο να πουν.

5. Σύμφωνα με τον Σεφέρη (με τον οποίο ο Ν.Β. διατηρεί ανοικτούς λογαριασμούς) ο ποιητής εχει κύριο και ίσως μόνο θέμα του την περιγραφή του εαυτού του. Σε όλα τα ποιήματα της Βιογραφίας, ο Ν.Β. εξέχει ο ίδιος ως «νευρικό» αυτο-παρατηρούμενο και αυτο-περιγραφόμενο υποκείμενο, με ιδιαίτερα οξυμένη συνείδηση και για όσα γράφει και για πώς τα γράφει. Φαίνεται να αυτο-αποκαλύπτεται, ωστόσο μάλλον αποκρύπτεται τεχνηέντως πίσω από τον προβαλλόμενο εαυτό του, έναν όντως ομιλητικό ποιητή. Ετσι λ.χ. τα ερωτικά του ποιήματα (ας ονομάσουμε έτσι τα ποιήματα που αφορούν γυναίκες) πιο πολλά κρύπτουν από όσα αποκαλύπτουν. Αυτή η «ιδιωτική οδός» (για να θυμηθούμε τον Ελύτη) οφείλεται, πιστεύω, σε μια εγγενή, ευγενή οίηση. Ταυτόχρονα ο Ν.Β. απλώνει με περισσή ειλικρίνεια το χέρι στους μεγάλους μας ποιητές. Ο αναγνώστης μπορεί να τους αναζητήσει στη «Νήσο των Μακάρων» και αλλού μέσα στη Βιογραφία.

6. Dolce stil novο. Η εξέταση της ποιητικής του Ν.Β. απαιτεί ένα επιπλέον κείμενο. Εδώ παρουσιάζουμε μια πλευρά της, τη στιχουργία. Στη Βιογραφία τρεις είναι οι «μορφές» των ποιημάτων. Ποιήματα απλωμένα ως ένα πεζόμορφο κείμενο. Ποιήματα σε στίχο ελεύθερο. Ποιήματα με ρυθμικό, ριμαρισμένο στίχο. Μάλιστα από την «Πτώση του ιπτάμενου, Β'» (1997) και εξής κυριαρχεί όχι απλώς ο «μετρημένος» στίχος αλλά και ο ομοιοκατάληκτος. Ο χώρος δεν επιτρέπει πολλά. Επιγραμματικά να θυμίσουμε: ο λεγόμενος «ελεύθερος» στίχος στην ουσία δεν είναι ελεύθερος. Διαθέτει και μέτρο και ρυθμό, για να μείνουμε στα βασικά. Η αυστηρή μεν αλλά τόσο ηδεία στιχουργία στην οποία επιστρέφει συχνά ο Ν.Β. (μαζί και πολλοί σημαντικοί σύγχρονοι ποιητές μας) ούτε οπισθοδρόμηση δείχνει ούτε σχολαστικισμό. Συνιστά ένα επιπλέον στοιχείο για τη δύσκολη «επαναμάγευση» του σύγχρονου ποιείν. Εξάλλου στην ποίηση, όπως και σε κάθε τέχνη, το αποτέλεσμα κρίνεται και από τον βαθμό δυσκολίας που θέτει ο δημιουργός στον εαυτό του και από τη συνεπόμενη δεξιότητά του να φανερώνει το αποτέλεσμα απλό, αντισχολαστικό. Ευφρόσυνο.

Ο κ. Γιώργης Γιατρομανωλάκης είναι καθηγητής Κλασικής Φιλολογίας και συγγραφέας.

Κυριακή 21 Φεβρουαρίου 2016

Πεδία μάχης, τόποι σκέψης



Για τη συλλογή κειμένων του Άρη Μαραγκόπουλου Πεδία μάχης αφύλακτα (εκδ. Τόπος).
Του Νίκου Κουρμουλή
Είναι βέβαιο πως ο Άρης Μαραγκόπουλος δεν αποτελεί το είδος του σκεπτόμενου ανθρώπου που θα καταπιεί τη γνώμη του για να γίνει αρεστός. Χρόνια τώρα στο τιμόνι των εκδόσεων «Τόπος», είτε από το μετερίζι της πεζογραφίας, είτε από εκείνο της αρθρογραφίας και του δοκιμίου, επεξεργάζεται τρόπους κοινωνικής αφύπνισης. Με εργαλείο του την Ιστορία διερευνά πτυχές της σύγχρονης ελληνικής παθογένειας, ξεκινώντας από τον Εμφύλιο και καταλήγοντας στο σήμερα.
Στον παρόντα τόμο συγκεντρώνονται τα κυριότερα άρθρα του Μαραγκόπουλου, επεξεργασμένα από τον ίδιο, όπως δημοσιεύθηκαν σε εφημερίδες, περιοδικά και ηλεκτρονικούς ιστότοπους, αρχής γενομένης από τη περασμένη δεκαετία. Κείμενα μαρξιστικής οπτικής, που προσπαθούν να ρίξουν φως στο πολιτισμικό σημαίνον της μεταπολίτευσης. Διαλεκτικά χωρία που αγωνιούν να κατανοήσουν τις πτυχές της τρέχουσας κουλτούρας, να την αναλύσουν και να βρουν τις αιτίες που επηρεάζουν τη νοοτροπία μας.

Εν αρχή είναι ο φόβος
Η διαφορά του συγκεκριμένου βιβλίου από άλλες συλλογές κειμένων, που συγκεντρώνουν αρθρογραφία από τον ημερίσιο τύπο, είναι η επιλογή με βάση τη διαχρονικότητα των περιεχομένων. Ουδείς ισχυρίζεται ότι ο Μαραγκόπουλος αποτελεί κάποιο είδος... γκουρού. Για να επιτευχθεί η εν λόγω διαχρονικότητα θα πρέπει ο συντάκτης να διαθέτει την οξύνoια εκείνη που του επιτρέπει να υπερκεράσει το πεπερασμένο γεγονός (δίχως να αποκοπεί) και να χρησιμοποιήσει στα γνωσιολογικά του εργαλεία, σχολιάζοντάς το με ευρύτητα πνεύματος. Με αυτό το τρόπο ο Μαραγκόπουλος ανοίγει τον διάλογο και ο αναγνώστης καλείται να προσθέσει τη δική του αφήγηση.
Ο εκτός των κομματικών τειχών αριστερός λόγος στην Ελλάδα είχε τα χαρακτηριστικά της λαξευμένης ματιάς, που κατέληγε πολλές φορές λοξή και κατά συνέπεια λυτρωτική. Μόνο μ’ αυτό τον ιδιοστατικό εκτροχιασμό μπορεί κάποιος να αντιληφθεί τις αλληλοεξαρτώμενες επικράτειες των ιδεολογικών και συγγενικών δικτύων που κρατούν τη χώρα όμηρο των πλέον οπισθιδρομικών δυνάμεων. Εν αρχή είναι ο φόβος, κατά τον Μαραγκόπουλο. Από το φόβο του αστυφύλακα στη Κατοχή, στον τρόμο για οτιδήποτε διαφορετικό που θα διευρύνει την ελευθερία. Ένας τόπος που μεγάλωσε στο να θαυμάζει το ψεύτικο, με πρότυπο την κυριαρχία του, κατά Όργουελ, πολίτη. Ενός όντος που φοβάται να αντικρίσει στον καθρέφτη το πληγωμένο του είδωλο. Που ακόμη και όταν θέλει να καινοτομήσει, αναπαράγει χρεοκοπημένα μοντέλα.

alt
Ο Άρης Μαραγκόπουλος
Για τον Μαραγκόπουλο τα δύο άκρα υπάρχουν: είναι ο χρηματιστής της Γουόλ Στριτ και ο Ταλιμπάν του αφανισμού. Αμφότεροι βιώνουν την ίδια εμμονή, που δεν είναι άλλη από την κατακόρυφη επιρροή μιας σαθρής εξουσίας, που απεχθάνεται την ανθρώπινη ύπαρξη. Αμφότεροι πίνουν Κόκα-Κόλα και χρησιμοποιούν το διαδίκτυο, άρα ο πολιτισμός που θα αφήσουν πίσω τους είναι άδεια τενεκεδάκια και καμμένα tablets, συμπεραίνει ο Μαραγκόπουλος. Από τη παραμονή κιόλας της ένταξης της χώρας στο ευρώ, ο συγγραφέας εγκύπτει στο μείζον δίλημμα που κυριάρχησε στις φετινές ευρωεκλογές: εκείνο της κυβερνητικής σταθερότητας ή της αποσταθεροποίησης. Αλιεύοντας παραδείγματα από το λεγόμενο παγκοσμιοποιημένο εξωτερικό περιβάλλον, όσο και από την «λαϊκίστικη μαγειρική» του Ανδρέα Παπανδρέου, το βιβλίο ισχυρίζεται πως στόχος του παραπάνω διλήμματος είναι ο «εκδημοκρατισμός» των θεσμών που θα οδηγήσει σε περισσότερο συγκεντρωτισμό, σε περισσότερο αυταρχισμό. Ο αστικός καπιταλισμός βρίσκεται σε βαθιά ιδεολογική κρίση. Η μονομερής ενημέρωση από την τηλεόραση, ο φασισμός και οι ενδοκοινωνικές συγκρούσεις αποκτούν επικίνδυνα μεγάλο όγκο. Ο Μαραγκόπουλος υπενθυμίζει τα λόγια του Μαρξ: «Όσο λιγότερο υπάρχεις, όσο λιγότερο εκφράζεις τη ζωή σου, τόσο μεγαλώνει η αλλοτριωμένη σου ζωή, τόσο περισσότερο μεγαλώνει το αποταμίευμα της αποξενωμένης σου ύπαρξης» (Οικονομικά και Φιλοσοφικά χειρόγραφα-1844).
Η «Μεταφυσική των αναγκών» είναι ένα από τα καλύτερα κεφάλαια του βιβλίου. Επικεντρώνεται στον καταναλωτισμό, για να καταδείξει πως μια από τις βασικές αιτίες του είναι η κατασκευή της επιθυμίας. Η ανάγκη για κατανάλωση περνά πρώτα από την υποχρέωση για αγορά προϊόντων, κυρίως εκείνων που δεν βρίσκονται σε πρώτη προτεραιότητα. Αναλύεται, επίσης, η έννοια της «υπερπλήρωσης» στην μεταμοντέρνα κοινωνία. Μια φαντασίωση τερατώδους κλίμακας. Η τεχνητή υποστήριξη της γρήγορης, επιδερμικής ανάγκης: fast food, fast fuck, fast die. Στον αντίποδα υπάρχει ένας άλλος κόσμος που ζει μέσα σ’ ένα διαρκές έλλειμμα. Η πείνα θερίζει, το ίδιο και οι αρρώστιες. Ένα κομμάτι του ανθρωπίνου είδους είναι υπό διαρκή εξαφάνιση. Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία πως οι «σωτήρες» θα γίνονται όλο και πιο βουλιμικοί, σημειώνει ο Μαραγκόπουλος.

Στην νέα ψηφιακή πραγματικότητα η ελευθερία είναι πάντα το ζητούμενο και ο Μαραγκόπουλος την αναζητά εναγωνίως, με τον επαναπροσδιορισμό της επιθυμίας. Το «Πεδία μάχης αφύλακτα», εντοπίζει τις καταβυθίσεις και τις μεταλλάξεις στην πολιτισμική μας Κιβωτό. Από την μαζική κουλτούρα στον προσωπικό λόγο και από εκεί στην κοινωνία και πίσω στο ατομικό καλλιτεχνικό όραμα.Η ελληνική κουλτούρα των τελευταίων δεκαετιών, από καλόγρια μετατράπηκε σε πόρνη, αν και κατά βάθος άκρως συντηρητική, υποστηρίζει ο συγγραφέας, και συμπληρώνει ότι η είσοδος των ΜΜΕ, σε όλα τα πεδία δράσης του δημόσιου λόγου, δεν την άφησε ανεπηρέαστη. Το
 νεοφιλελευθερο μοντέλο ενίσχυσε τον ελληνοκεντρισμό ως αξιακό πλαίσιο, τις πελατειακές σχέσεις και την αδιέξοδη μικροπολιτική. Η λογοτεχνία των προηγούμενων δεκαετιών δεν ξέφυγε από αυτές τις αγκυλώσεις. Αφού απέκλεισε τη μνήμη, αναγόρευσε σε λογοτεχνία το ροζ ειδύλλιο, το αστείο της παρέας, το περιστατικό της διπλανής πόρτας. Οι κριτικοί σταδιακά μεταλλάχθηκαν σε διαφημιστές ευπώλητων βιβλίων. Η ελληνική λογοτεχνία όμως επιβίωνε πάντα χάρη στις λαμπρές εξαιρέσεις της. Τα τελευταία χρόνια η λογοτεχνία προσπαθεί να κοιτάξει πίσω, για να νιώσει το σήμερα. Η Ιστορία βρίσκεται ξανά στο επίκεντρο όπως και η μικρή φόρμα. Μακάρι να υπερβούμε τον ιδεοληπτισμό ένθεν κι ένθεν και να αντικρίσουμε τις γνήσιες νότες του λογοτεχνικού μας πλούτου, υποστηρίζει ο Μαραγκόπουλος. Το μεγάλο μας πρόβλημα δεν είναι το αναμάσημα της ρετρό διαμάχης: μοντερνισμός ή ρεαλισμός, αλλά η κατανόηση του κόσμου. 

"ZDF live" της Λουκίας Δέρβη


επιμέλεια Νότα Χρυσίνα*


 
H Μελέκ μιλούσε αργά και καθαρά.  Μετέφραζε τις ερωτήσεις της γερμανίδας δημοσιογράφου στην διάσημη ελληνίδα τραγουδίστρια και τις απαντήσεις της ελληνίδας με άψογη γερμανική προφορά και χωρίς καθόλου να προδίδει την εσωτερική ταραχή της.  Το πρόσωπό της έλαμπε και η καρδιά της φτερούγιζε καθώς πρόφερε μια-μια τις λέξεις, τις απαντήσεις της τραγουδίστριας στην Ουλρίκε, τη δημοσιογράφο.  Ένιωθε ενθουσιασμένη για την τύχη, την ευκαιρία που είχε –επιτέλους– να δει και να ακούσει από κοντά τη διάσημη τραγουδίστρια.

Φαινόταν ψύχραιμη, δεν κόμπιαζε καθώς μετέφραζε ούτε στιγμή, μιλούσε σταθερά χωρίς σκαμπανεβάσματα στη βαθιά φωνή σαν να γνώριζε από πριν τις απαντήσεις της ελληνίδας αλλά και σαν άνθρωπος που κατείχε καλά το θέμα για το οποίο μιλούσε.

Η κάμερα τραβούσε εναλλάξ κοντινά και μακρινά πλάνα της τραγουδίστριας, μια-δυο φορές φάνηκε και η νεαρή γερμανίδα δημοσιογράφος απέναντί της.  Ήταν ντυμένη μ’ένα ατσαλάκωτο καφέ ταγιέρ και φορούσε στο λαιμό ένα πράσινο φουλάρι.  Η τραγουδίστρια όμως ήταν ακόμα πιο εντυπωσιακά ντυμένη.  Μαύρο στενό κι αμάνικο φόρεμα, στο δεξί χέρι μια σειρά από βραχιόλια που στραφτάλιζαν στα φώτα του στούντιο, καθαρό πρόσωπο, απαλό μακιγιάζ και κατακόκκινα, ερεθιστικά χείλη.  Τα χείλη της μόνο κοιτούσε η Μελέκ, τα κοιτούσε και μετέφραζε.

Το γύρισμα είχε ήδη κρατήσει μια ώρα όταν για πρώτη φορά η τραγουδίστρια διέκοψε ενοχλημένη την Μελέκ.  Είχε μεταχειριστεί μια αγγλική λέξη, τη λέξη «lifestyle», για να αποδώσει «τον τρόπο ζωής».
Θυμωμένη η αοιδός της ζήτησε να βρει άλλη λέξη, γερμανική, κι ανακάθισε στη θέση της σταυρώνοντας τα γυμνά καλλίγραμμα πόδια της.  Η Μελέκ δεν έβρισκε έτσι κατευθείαν άλλη λέξη, μπλόκαρε, κόμπιασε.  
Η κάμερα τραβούσε, οι τηλεθεατές παρακολουθούσαν την εκπομπή ζωντανά.  Η δημοσιογράφος έσωσε την στιγμή.  «Υα, lebensstil», είπε σαν να κατάλαβε και προχώρησε στην επόμενη ερώτηση.

Και τότε, για πρώτη φορά, πρόσεξε η Μελέκ την τραγουδίστρια να κοιτάει περιφρονητικά τη μαντίλα της.  Ασυναίσθητα, έκανε να πιάσει με το δεξί της χέρι το μαύρο ύφασμα για να το σουλουπώσει και τής ήρθε η εικόνα της μητέρας της στο μυαλό.  Θυμήθηκε στιγμιαία την μάνα της που έσιαχνε τη μαντίλα όταν έμπαινε στα σπίτια των γερμανών για να βγάλει το μεροκάματο, και την γιαγιά της πριν από κείνην, που σουλούπωνε τη μαντίλα όταν κάποιος επισκέπτης Έλληνας σταματούσε στα Πομακοχώρια με την ειδική άδεια, και δίχως να ξέρει τα τοπικά έθιμα ρωτούσε κάτι την έντρομη γυναίκα.

Σε κλάσματα δευτερολέπτου, τη ντροπή διαδέχτηκε το θάρρος.  Θυμήθηκε την προσωπική της διαδρομή, τις πέντε γλώσσες που μιλούσε, τον αγώνα της να διακριθεί και μαζί μ’αυτήν και το χωριό της όλο, οι κάτοικοι, ο τόπος.  Μετάνιωσε για την κίνησή της, ήπιε λίγο νερό για να σβήσει την ταραχή της.  Πρόλαβε να δει το σαρκαστικό χαμόγελο της τραγουδίστριας και τότε κάθισε πιο αναπαυτικά στην καρέκλα της, την κάρφωσε στα μάτια και χωρίς καμία έκφραση στο πρόσωπο την υπνώτισε με το βλέμμα.

Μόνο το κεφάλι κουνούσε καταφατικά η Ουλρίκε δηλώνοντας ότι καταλαβαίνει την μετάφραση.  Η δημοσιογράφος είχε εδώ και ώρα πάψει να κοιτάει την τραγουδίστρια.  Η προσωπικότητα της Μελέκ που εκδηλωνόταν με τη σπίθα στα μάτια και την ήρεμη βαθιά φωνή της την είχαν καθηλώσει.  Μόνον αυτή κοιτούσε ενόσω η κάμερα κατέγραφε τα σφιγμένα χείλη της ελληνίδας τραγουδίστριας που πρόδιδαν την αλλαγή της ισορροπίας.

Αποχαιρετιστήκανε κι οι τρεις.  Ψεύτικα φιλιά, τυπικές ευχαριστίες.  Γιατί φοράς τη μαντίλα; ρώτησε η τραγουδίστρια την Μελέκ λίγο πριν φύγουν από το στούντιο.  “Lifestyle”, της απάντησε κοφτά η Μελέκ κι απομακρύνθηκε αεράτη.  


Η Λουκία Δέρβη γεννήθηκε στην Αθήνα το 1972.
Σπούδασε στην Ελβετία Ξενοδοχειακές
Επιχειρήσεις. Ζει και εργάζεται στην Αθήνα.
Τίτλοι στη βάση Βιβλιονέτ
(2015)Αλλού, στο πουθενά, Μελάνι
(2013)Group Therapy, Μελάνι
(2009)Ομπρέλες στον ουρανό, Μελάνι
(2004)Κακός χαρακτήρας, Μελάνι
Συμμετοχή σε συλλογικά έργα
(2005)Συνταξιδιώτες, Fnac


------------------------------

*Η Νότα Χρυσίνα είναι μεταφράστρια-πολιτισμολόγος.

Σάββατο 20 Φεβρουαρίου 2016

" Η ομορφιά της λίστας" Ουμπέρτο Έκο



Στην Ιλιάδα παρατηρούμε δύο τρόπους αφήγησης. Ο πρώτος εμφανίζεται όταν ο Όμηρος περιγράφει την ασπίδα του Αχιλλέα: πρόκειται για μια ολοκληρωμένη φόρμα στην οποία ο Ήφαιστος έχει απεικονίσει όλα όσα γνώριζε για μια πόλη, τις γύρω αγροτικές περιοχές, τους πολέμους, τις ειρηνικές της τελετουργίες. Ο άλλος τρόπος εκδηλώνεται όταν ο ποιητής δεν κατορθώνει να πει πόσοι και ποιοι ήταν οι Αχαιοί πολεμιστές: τότε ζητά βοήθεια από τις μούσες αλλά αναγκάζεται να περιοριστεί στον λεγόμενο κατάλογο των πλοίων, ο οποίος ολοκληρώνεται με ένα «και τα λοιπά». Αυτός ο δεύτερος τρόπος παρουσίασης απαρτίζει τη λίστα ή τον κατάλογο. Υπάρχουν λίστες που γράφονται για πρακτικούς σκοπούς και είναι πεπερασμένες, όπως η λίστα όλων των βιβλίων μιας βιβλιοθήκης· υπάρχουν όμως και λίστες που θέλουν να περιλάβουν ποσότητες μη μετρήσιμες, λίστες που δεν ολοκληρώνονται ποτέ, που φτάνουν στα όρια του άπειρου. 

Όπως δείχνει το νέο αυτό βιβλίο του Έκο και η ανθολογία που αυτό περιλαμβάνει, η ιστορία της λογοτεχνίας όλων των εποχών είναι πλούσια σε λίστες, από τον Ησίοδο ως τον Τζόις, και από τον Ιεζεκιήλ ως τον Καλβίνο. Πρόκειται για καταλόγους που συχνά φτιάχνονται για την ίδια την ευχαρίστηση της απαρίθμησης ή για τη χαρά να συνδέει κανείς στοιχεία που καμιά ιδιαίτερη σχέση δεν έχουν μεταξύ τους.

Το βιβλίο αυτό όμως δεν αναφέρεται μόνο στη λογοτεχνία αλλά προσπαθεί να δείξει ότι και οι εικαστικές τέχνες είναι ικανές να περιλάβουν επίσης καταλόγους που συνεχίζονται στο άπειρο, ακόμα κι όταν η απεικόνιση μοιάζει να περιορίζεται αυστηρά από την ίδια την κορνίζα του ζωγραφικού έργου. Το αποδεικνύει η πλούσια εικονογράφηση αυτού του βιβλίου που δεν απευθύνεται σε «ειδικούς» αλλά σε όλους όσοι αγαπούν τα μυστήρια της γραφής και της εικόνας.

"Ιστορία της ασχήμιας" Ουμπέρτο Έκο




Η ομορφιά και η ασχήμια είναι φαινομενικά δύο έννοιες αλληλένδετες· συνηθίζουμε, μάλιστα, να θεωρούμε την ασχήμια ως το αντίθετο της ομορφιάς, σε σημείο που αρκεί να προσδιορίσουμε τη μία για να κατανοήσουμε την άλλη. Ωστόσο, στο πέρασμα των αιώνων, οι διαφορετικές εκφάνσεις του άσχημου είναι πιο πλούσιες και απρόβλεπτες απ’ ό,τι συνήθως πιστεύουμε. Τόσο τα κείμενα όσο και οι εκπληκτικές εικονογραφήσεις αυτού του βιβλίου μάς οδηγούν σ’ ένα συναρπαστικό ταξίδι περίπου τριών χιλιάδων χρόνων, ανάμεσα σε εφιάλτες, συλλογικές φοβίες και έρωτες, όπου το αποκρουστικό συμβαδίζει συχνά με το συγκινητικό και το πονόψυχο, όπου η απόρριψη της δυσμορφίας συνοδεύεται από τη γοητεία που γεννά η παραβίαση κάθε κλασικού κανόνα ομορφιάς. Ο αναγνώστης που θα διαβάσει το βιβλίο αυτό θα αναφωνήσει σίγουρα: «Πόσο όμορφη είναι η ασχήμια!»
Το βιβλίο αυτό έρχεται να συμπληρώσει τον τόμο Ιστορία της ομορφιάς, που κυκλοφόρησε το 2004.


Ουμπέρτο Έκο

Ο Ουμπέρτο Έκο γεννήθηκε στην Αλεσάντρια του Πιεμόντε το 1932. Είναι τακτικός καθηγητής Σημειολογίας και Πρόεδρος της Ανώτατης Σχολής Ανθρωπιστικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο της Μπολόνια. Ανάμεσα στα δοκιμιακά του έργα θυμίζουμε: Opera aperta(1962), La struttura assente (1968), Trattato di semiotica generale (1975), Lector in fabula(1979), Semiotica e filosofia del linguaggio (1984), Τα όρια της ερμηνείας (1990 - Εκδόσεις Γνώση, 1993), Η αναζήτηση της τέλειας γλώσσας (1993 - Ελληνικά Γράμματα, 1995), Έξι Περιπλανήσεις στο Δάσος της Αφήγησης (1994 - Ελληνικά Γράμματα, 1996), Ο Καντ και ο Ορνιθόρυγχος (1997 - Ελληνικά Γράμματα,1999), Περί λογοτεχνίας (2002 - Ελληνικά Γράμματα, 2002). Επίσης, ανάμεσα στις συλλογές του θα πρέπει να αναφέρουμε: Πρώτο Ελάχιστο Ημερολόγιο (1963 - Ελληνικά Γράμματα, 1999), Δεύτερο Ελάχιστο Ημερολόγιο(1990 - Εκδόσεις Γνώση, 1992) που περιλαμβάνει μια πρώτη ανθολογία από τη στήλη του Bustine di Minerva, Πέντε Ηθικά Κείμενα (1997 - Ελληνικά Γράμματα, 1997) και La Bustina di Minerva (2000). Το 1980 πρωτοεμφανίστηκε στο χώρο της πεζογραφίας με Το όνομα του ρόδου (Βραβείο Strega 1981 - Εκδόσεις Γνώση, 1985) και ακολούθησαν Το εκκρεμές του Φουκώ (1988 - Εκδόσεις Γνώση, 1989), Το νησί της προηγούμενης ημέρας (1994 - Εκδόσεις Γνώση, 1994), Μπαουντολίνο (2000 - Ελληνικά Γράμματα, 2001) και La misteriosa fiamma della Regina Loana, 2004.



Βιβλιογραφία