Κυριακή 21 Φεβρουαρίου 2016

Πεδία μάχης, τόποι σκέψης



Για τη συλλογή κειμένων του Άρη Μαραγκόπουλου Πεδία μάχης αφύλακτα (εκδ. Τόπος).
Του Νίκου Κουρμουλή
Είναι βέβαιο πως ο Άρης Μαραγκόπουλος δεν αποτελεί το είδος του σκεπτόμενου ανθρώπου που θα καταπιεί τη γνώμη του για να γίνει αρεστός. Χρόνια τώρα στο τιμόνι των εκδόσεων «Τόπος», είτε από το μετερίζι της πεζογραφίας, είτε από εκείνο της αρθρογραφίας και του δοκιμίου, επεξεργάζεται τρόπους κοινωνικής αφύπνισης. Με εργαλείο του την Ιστορία διερευνά πτυχές της σύγχρονης ελληνικής παθογένειας, ξεκινώντας από τον Εμφύλιο και καταλήγοντας στο σήμερα.
Στον παρόντα τόμο συγκεντρώνονται τα κυριότερα άρθρα του Μαραγκόπουλου, επεξεργασμένα από τον ίδιο, όπως δημοσιεύθηκαν σε εφημερίδες, περιοδικά και ηλεκτρονικούς ιστότοπους, αρχής γενομένης από τη περασμένη δεκαετία. Κείμενα μαρξιστικής οπτικής, που προσπαθούν να ρίξουν φως στο πολιτισμικό σημαίνον της μεταπολίτευσης. Διαλεκτικά χωρία που αγωνιούν να κατανοήσουν τις πτυχές της τρέχουσας κουλτούρας, να την αναλύσουν και να βρουν τις αιτίες που επηρεάζουν τη νοοτροπία μας.

Εν αρχή είναι ο φόβος
Η διαφορά του συγκεκριμένου βιβλίου από άλλες συλλογές κειμένων, που συγκεντρώνουν αρθρογραφία από τον ημερίσιο τύπο, είναι η επιλογή με βάση τη διαχρονικότητα των περιεχομένων. Ουδείς ισχυρίζεται ότι ο Μαραγκόπουλος αποτελεί κάποιο είδος... γκουρού. Για να επιτευχθεί η εν λόγω διαχρονικότητα θα πρέπει ο συντάκτης να διαθέτει την οξύνoια εκείνη που του επιτρέπει να υπερκεράσει το πεπερασμένο γεγονός (δίχως να αποκοπεί) και να χρησιμοποιήσει στα γνωσιολογικά του εργαλεία, σχολιάζοντάς το με ευρύτητα πνεύματος. Με αυτό το τρόπο ο Μαραγκόπουλος ανοίγει τον διάλογο και ο αναγνώστης καλείται να προσθέσει τη δική του αφήγηση.
Ο εκτός των κομματικών τειχών αριστερός λόγος στην Ελλάδα είχε τα χαρακτηριστικά της λαξευμένης ματιάς, που κατέληγε πολλές φορές λοξή και κατά συνέπεια λυτρωτική. Μόνο μ’ αυτό τον ιδιοστατικό εκτροχιασμό μπορεί κάποιος να αντιληφθεί τις αλληλοεξαρτώμενες επικράτειες των ιδεολογικών και συγγενικών δικτύων που κρατούν τη χώρα όμηρο των πλέον οπισθιδρομικών δυνάμεων. Εν αρχή είναι ο φόβος, κατά τον Μαραγκόπουλο. Από το φόβο του αστυφύλακα στη Κατοχή, στον τρόμο για οτιδήποτε διαφορετικό που θα διευρύνει την ελευθερία. Ένας τόπος που μεγάλωσε στο να θαυμάζει το ψεύτικο, με πρότυπο την κυριαρχία του, κατά Όργουελ, πολίτη. Ενός όντος που φοβάται να αντικρίσει στον καθρέφτη το πληγωμένο του είδωλο. Που ακόμη και όταν θέλει να καινοτομήσει, αναπαράγει χρεοκοπημένα μοντέλα.

alt
Ο Άρης Μαραγκόπουλος
Για τον Μαραγκόπουλο τα δύο άκρα υπάρχουν: είναι ο χρηματιστής της Γουόλ Στριτ και ο Ταλιμπάν του αφανισμού. Αμφότεροι βιώνουν την ίδια εμμονή, που δεν είναι άλλη από την κατακόρυφη επιρροή μιας σαθρής εξουσίας, που απεχθάνεται την ανθρώπινη ύπαρξη. Αμφότεροι πίνουν Κόκα-Κόλα και χρησιμοποιούν το διαδίκτυο, άρα ο πολιτισμός που θα αφήσουν πίσω τους είναι άδεια τενεκεδάκια και καμμένα tablets, συμπεραίνει ο Μαραγκόπουλος. Από τη παραμονή κιόλας της ένταξης της χώρας στο ευρώ, ο συγγραφέας εγκύπτει στο μείζον δίλημμα που κυριάρχησε στις φετινές ευρωεκλογές: εκείνο της κυβερνητικής σταθερότητας ή της αποσταθεροποίησης. Αλιεύοντας παραδείγματα από το λεγόμενο παγκοσμιοποιημένο εξωτερικό περιβάλλον, όσο και από την «λαϊκίστικη μαγειρική» του Ανδρέα Παπανδρέου, το βιβλίο ισχυρίζεται πως στόχος του παραπάνω διλήμματος είναι ο «εκδημοκρατισμός» των θεσμών που θα οδηγήσει σε περισσότερο συγκεντρωτισμό, σε περισσότερο αυταρχισμό. Ο αστικός καπιταλισμός βρίσκεται σε βαθιά ιδεολογική κρίση. Η μονομερής ενημέρωση από την τηλεόραση, ο φασισμός και οι ενδοκοινωνικές συγκρούσεις αποκτούν επικίνδυνα μεγάλο όγκο. Ο Μαραγκόπουλος υπενθυμίζει τα λόγια του Μαρξ: «Όσο λιγότερο υπάρχεις, όσο λιγότερο εκφράζεις τη ζωή σου, τόσο μεγαλώνει η αλλοτριωμένη σου ζωή, τόσο περισσότερο μεγαλώνει το αποταμίευμα της αποξενωμένης σου ύπαρξης» (Οικονομικά και Φιλοσοφικά χειρόγραφα-1844).
Η «Μεταφυσική των αναγκών» είναι ένα από τα καλύτερα κεφάλαια του βιβλίου. Επικεντρώνεται στον καταναλωτισμό, για να καταδείξει πως μια από τις βασικές αιτίες του είναι η κατασκευή της επιθυμίας. Η ανάγκη για κατανάλωση περνά πρώτα από την υποχρέωση για αγορά προϊόντων, κυρίως εκείνων που δεν βρίσκονται σε πρώτη προτεραιότητα. Αναλύεται, επίσης, η έννοια της «υπερπλήρωσης» στην μεταμοντέρνα κοινωνία. Μια φαντασίωση τερατώδους κλίμακας. Η τεχνητή υποστήριξη της γρήγορης, επιδερμικής ανάγκης: fast food, fast fuck, fast die. Στον αντίποδα υπάρχει ένας άλλος κόσμος που ζει μέσα σ’ ένα διαρκές έλλειμμα. Η πείνα θερίζει, το ίδιο και οι αρρώστιες. Ένα κομμάτι του ανθρωπίνου είδους είναι υπό διαρκή εξαφάνιση. Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία πως οι «σωτήρες» θα γίνονται όλο και πιο βουλιμικοί, σημειώνει ο Μαραγκόπουλος.

Στην νέα ψηφιακή πραγματικότητα η ελευθερία είναι πάντα το ζητούμενο και ο Μαραγκόπουλος την αναζητά εναγωνίως, με τον επαναπροσδιορισμό της επιθυμίας. Το «Πεδία μάχης αφύλακτα», εντοπίζει τις καταβυθίσεις και τις μεταλλάξεις στην πολιτισμική μας Κιβωτό. Από την μαζική κουλτούρα στον προσωπικό λόγο και από εκεί στην κοινωνία και πίσω στο ατομικό καλλιτεχνικό όραμα.Η ελληνική κουλτούρα των τελευταίων δεκαετιών, από καλόγρια μετατράπηκε σε πόρνη, αν και κατά βάθος άκρως συντηρητική, υποστηρίζει ο συγγραφέας, και συμπληρώνει ότι η είσοδος των ΜΜΕ, σε όλα τα πεδία δράσης του δημόσιου λόγου, δεν την άφησε ανεπηρέαστη. Το
 νεοφιλελευθερο μοντέλο ενίσχυσε τον ελληνοκεντρισμό ως αξιακό πλαίσιο, τις πελατειακές σχέσεις και την αδιέξοδη μικροπολιτική. Η λογοτεχνία των προηγούμενων δεκαετιών δεν ξέφυγε από αυτές τις αγκυλώσεις. Αφού απέκλεισε τη μνήμη, αναγόρευσε σε λογοτεχνία το ροζ ειδύλλιο, το αστείο της παρέας, το περιστατικό της διπλανής πόρτας. Οι κριτικοί σταδιακά μεταλλάχθηκαν σε διαφημιστές ευπώλητων βιβλίων. Η ελληνική λογοτεχνία όμως επιβίωνε πάντα χάρη στις λαμπρές εξαιρέσεις της. Τα τελευταία χρόνια η λογοτεχνία προσπαθεί να κοιτάξει πίσω, για να νιώσει το σήμερα. Η Ιστορία βρίσκεται ξανά στο επίκεντρο όπως και η μικρή φόρμα. Μακάρι να υπερβούμε τον ιδεοληπτισμό ένθεν κι ένθεν και να αντικρίσουμε τις γνήσιες νότες του λογοτεχνικού μας πλούτου, υποστηρίζει ο Μαραγκόπουλος. Το μεγάλο μας πρόβλημα δεν είναι το αναμάσημα της ρετρό διαμάχης: μοντερνισμός ή ρεαλισμός, αλλά η κατανόηση του κόσμου. 

2 σχόλια: