Τετάρτη 20 Μαρτίου 2019

Γιάννη Ρίτσου " Το χρέος των ποιητών"


Πολλά ποιήματα είναι ποτάμια.
Άλλα είναι χαμολούλουδα σε βραδινό κάμπο.
Άλλα είναι σαν πέτρες που δε χτίζουν τίποτα.
Πολλοί στίχοι είναι σα στρατιώτες έτοιμοι για τη μάχη.
Άλλοι σα λιποτάχτες κρυμμένοι πίσω απ' τ' ανθισμένα δέντρα.
Άλλοι σαν άγνωστοι στρατιώτες που δεν έχουν πρόσωπο.
Άλλα σωπαίνουνε με σταυρωμένα χέρια
Πολλά ποιήματα φωνάζουν δυνατά χωρίς ν' ακούγονται. άλλα σταυρώνονται και μιλούν σταυρωμένα.
κι άλλα καινούργια που δουλεύουν το χώμα.
Πολλοί στίχοι είναι σαν εργαλεία, εργαλεία σκουριασμένα, ριγμένα στο χώμα Πολλά ποιήματα είναι σαν όπλα όπλα πεταμένα στο χώμα
σαν τα χλωμά παιδιά πίσω απ' τα τζάμια ενός ορφανοτροφείου —
κι όπλα στραμμένα στην καρδιά του εχθρού. Πολλοί στίχοι στέκονται πίσω απ' τη σιωπή κοιτάζουν μακριά μες στη βροχή — δεν ξέρουν τι να κάνουν, πού να πάνε.
πόρτες κλειστές σ' ερημωμένα σπίτια
Πολλά ποιήματα είναι σα δέντρα άλλα σαν κυπαρίσσια σ' ένα λιόγερμα θλίψης άλλα σα δέντρα οπωροφόρα σ' ένα κολχόζ. Πολλοί στίχοι είναι σαν πόρτες —
Υπάρχουν ποιήματα που καλπάζουν μες στο χρόνο
και πόρτες ανοιχτές σε ήμερες συγυρισμένες ψυχές. Είναι και μαύρες πόρτες καμένες σε μία πυρκαϊά, κι άλλες τιναγμένες από μιαν έκρηξη κι άλλες που μεταφέρουν ένα σκοτωμένο σύντροφο.
πολλά ποιήματα εργάτες που ξεπερνούν χίλιες φορές τη νόρμα τους.
σαν το κόκκινο ιππικό του Σμύρνενσκη ποιήματα καβαλάρηδες που αφήνουν τα γκέμια και πιάνουν την αξίνα. Πολλά ποιήματα γονατίζουν στη μέση του δρόμου, πολλά ποιήματα άνεργα μ' αδούλευτα χέρια,
βρέχουν κάθε τόσο τα τέσσερα δάκτυλα των στίχων τους σ' ένα ρυάκι,
Υπάρχουν στίχοι σα δαντέλες στο λαιμό των κοριτσιών ή σα δακτυλιδόπετρες με μικρές μυστικές παραστάσεις κι άλλοι που πλαταγίζουν ψηλά σα ρωμαλέες σημαίες. Πολλά ποιήματα μένουν αργά τη νύχτα στην ερημιά·
Πολλά ποιήματα βουλιάζουν μες στην ίδια τους τη λάμψη,
ύστερα χάνονται ονειροπαρμένα μες στο δάσος και πια δεν επιστρέφουν. Πολλοί στίχοι είναι σαν αργυρές κλωστές δεμένες στα καμπανάκια των άστρων — αν τους τραβήξεις, μια ασημένια κωδωνοκρουσία δονεί τον ορίζοντα. περήφανα ποιήματα· δεν καταδέχονται τίποτα να πουν.
Κάποτε οι ποιητές μοιάζουν με πουλιά στο δάσος του χρόνου,
Ξέρω πολλά ποιήματα που πνίγηκαν στο χρυσό πηγάδι της σελήνης. Ένα σωστό ποίημα ποτέ δεν καθυστερεί σε μια γωνιά του ρεμβασμού. Είναι πάντα στην ώρα του σαν τον συνειδητό, πρόθυμο εργάτη είναι ένας έτοιμος στρατιώτης που λέει παρών στο πρώτο κάλεσμα της εποχής του. οι άλμπατρος του Μπωντλαίρ, τα κοράκια του Πόε,
βγαίνουν οι κυνηγοί με τα ντουφέκια τους και τα γκλουχάρ δεν τους ακούνε.
κάποτε σα σπουργίτια μες στο χιόνι ή σαν αητοί ψηλά σ' απόκρημνα ιδανικά. Υπάρχουν και ποιήματα όμορφα σαν τα πουλιά Γκλουχάρ — το Μάη και τον Απρίλη πνίγονται μες στο ίδιο τους ερωτικό τραγούδι πνίγονται μες στη μελωδία τους και κουφαίνονται. Το Μάη και τον Απρίλη τα χαράματα μες στην κρυστάλλινη δροσιά του δάσους Το νου σας σύντροφοι ποιητές, αδέλφια μου,
Αλλιώς θα μείνουν τα τραγούδια μας πάνω απ' τις σκάλες των αιώνων
ας κρατάμε τ' αυτί μας στυλωμένο στο γυαλί της σιωπής — τα βήματα του εχθρού και του φίλου μας μοιάζουν στο θαμπόφωτο του δάσους. Πρέπει να διακρίνουμε. Το νου σας σύντροφοι ποιητές, μη και βουλιάξουμε μέσα στο τραγούδι μας μη και μας εύρει ανέτοιμους η μεγάλη ώρα — ένας ποιητής δίνει παρών στο πρώτο κάλεσμα της εποχής του. ταριχευμένα, ωραία κι ανώφελα πουλιά σαν τα γκλουχάρ εκείνα
ένας υπεύθυνος αρχηγός μπροστά στις δημοκρατικές στρατιές των στίχων του.
τα γαλαζόμαυρα μες στους βασιλικούς διαδρόμους της Μπίστριτζας. Σαν τα γκλουχάρ εκείνα με τα δυο φτερά τα σταυρωμένα, σιωπηλά πένθιμα ταριχευμένα — διακόσμηση ξένων παλατιών — με τα μάτια δυο μάταιες στρογγυλές απορίες κάτω απ' τα κόκκινα φρύδια τους. Το νου σας σύντροφοι ποιητές, — ένας ποιητής είναι ένας εργάτης στο πόστο του, ένας στρατιώτης στη βάρδια του,
(Τα επικαιρικά, Βάρνα, 20-6-58)

Κυριακή 17 Μαρτίου 2019

Ανταπόκριση από τη Γαλλία του Σωκράτη Καμπουρόπουλου





Η σημασία των "μεσαίων"/"μικρών" εκδοτών και ο ρόλος των μεταφραστών για τη μετάφραση της ελληνικής λογοτεχνίας στη Γαλλία, ήταν τα κυριότερα σημεία που προέκυψαν από τη συζήτηση "Le Livre grec en France", την πρώτη μέρα της έκθεσης.
Μιλώντας πρώτη, η εξαιρετική μεταφράστρια, εκδότρια (εκδόσεις Signes et balises) και στέλεχος της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Γαλλίας, Anne-Laure Brisac, είπε ότι στον μικρό εκδοτικό της οίκο της έχουν εκδώσει δύο βιβλία προσωπικών μαρτυριών από τα ελληνικά (Το "Ημερολόγιο ενός τιμονιέρη" του Νίκου Καββαδία και τη "Συνείδηση του πλάνητα"/γαλλ. "Disjonction" του Χρήστου Χρυσόπουλου). "Τα βιβλία των ελλήνων συγγραφέων έχουν φύγει από τους μεγάλους εκδότες, Gallimard, κλπ., και έχουν βρει καταφύγιο σε μεσαίους, ειδικευμένους εκδότες, όπως είναι λ.χ. το Ύψιλον στην Ελλάδα, όπως οι εκδόσεις Quidam, Cambourakis, Intervalles, Verdier, Le Miel des Anges, κλπ.). Υπάρχει μεγαλύτερο ρίσκο όταν εκδίδει κανείς ελληνική λογοτεχνία. Γιατί το παίρνουν οι μικρότεροι εκδότες, αξίζει κανείς ν' αναρωτηθεί.
"Αν και έχω σταθερό εκδότη στη Γαλλία (Actes Sud), έρχομαι εδώ τόσα χρόνια και έχουν μεταφραστεί ήδη εφτά βιβλία μου, η βασική μου σχέση δεν είναι ούτε με τον εκδοτικό οίκο, ούτε με τη γλώσσα, ούτε με το πολιτιστικό της πεδίο. Είναι με τη μεταφράστριά μου, Anne-Laure Brisac", είπε ο Χρήστος Χρυσόπουλος. "Αυτή είναι η καλύτερη αναγνώστριά μου". Και εξήγησε: "Μια ανάγνωση που έρχεται από άλλη γλώσσα, μπορεί να δει τα διαφορετικά κείμενα που συνιστούν το παλίμψηστο ενός κειμένου. Όταν ένα κείμενο μεταφέρεται σε άλλη γλώσσα, τα νοηματικά του επίπεδα εναλλάσσονται. Έχω γνωρίσει καλύτερα τα δικά μου βιβλία επειδή τα συζητάμε με την Anne-Laure (σ.σ. βραβευμένη με βραβείο Laure-Bataillon για τη μετάφραση του "Φακού στο στόμα")".
"Δεν μιλάω ελληνικά, όλα προέρχονται από τους μεταφραστές μου", είπε ο Pascal Arnaud (εκδόσεις Quidam), που μόλις κυκλοφόρησαν το "Κόκκινο ξενοδοχείο" της Μαρίας Ευσταθιάδη σε μετάφραση της Anne-Laure Brisac. Έχοντας ήδη εκδώσει βιβλία των Χρ. Οικονόμου, Γ. Τσίρμπα, Έ. Σωτηροπούλου, Μ. Κουμανταρέα, Μ. Γκανά και Ζ. Ζατέλη, σε συνεργασία, τις πιο πολλές φορές, με τον Μισέλ Βόλκοβιτς. "Εκδίδω γερμανική, ολλανδική, σερβο-κροατική λογοτεχνία σε συνεργασία με μεταφραστές που αγαπούν την κάθε γλώσσα. Η σχέση εκδότη-βιβλιοπώλη-αναγνώστη εξαρτάται και ανάγεται στον μεταφραστή".
"Η σχέση μου με τη Γαλλία είναι μια παλιά ιστορία", είπε η Μαρία Ευσταθιάδη. "Εκτός από το "Κόκκινο ξενοδοχείο" (Quidam) έχουν μεταφραστεί βιβλία μου από τις εκδόσεις L'Harmattan (σε μτφρ. Μισέλ Βόλκοβιτς) και Actes Sud, καθώς και θεατρικά μου έργα που παίχτηκαν αλλά δεν εκδόθηκαν σε βιβλίο. Η εμπειρία μου δεν ήταν πάντα χαρούμενη, τα βιβλία μου θεωρήθηκαν "δύσκολα". Δεν θέλω να χαϊδέψω τη χώρα μου, υπάρχουν όμως πολύ ενδιαφέροντα βιβλία και πολλά πράγματα να γίνουν για το βιβλίο. Δυστυχώς, δεν έχει υπάρξει κανένα ενδιαφέρον από το ελληνικό κράτος για την προώθηση του ελληνικού βιβλίου στη Γαλλία. Δεν είναι θέμα "κρίσης", λ.χ. χώρες όπως η Ρουμανία (τιμώμενη χώρα, φέτος), η Πολωνία, η Ουγγαρία, έχουν δουλέψει πάρα πολύ στη γαλλική αγορά".
Ο εμπνευσμένος και ενθουσιώδης, πάντα, μεταφραστής των Ελλήνων συγγραφέων, Michel Volkovitch, υπεύθυνος επιπλέον των μικρών εκδόσεων Le Miel des Anges, είπε: "Ένας τίτλος σ' έναν μεγάλο εκδότη οφείλει να πουλήσει δεκάδες χιλιάδες αντίτυπα για να καλύψει τις προσδοκίες του, ενώ το αντίστοιχο τιράζ στους μεσαίους εκδότες, όπως ο Quidam ή ο Cambourakis είναι 1.000 αντίτυπα και στους πιο μικρούς ακόμα μικρότερο - επομένως οι Έλληνες συγγραφείς εκδίδονται σ' αυτούς. Με εξαιρέσεις, φυσικά, όπως ο Π. Μάρκαρης, που "πουλάει σαν τα ψωμάκια" ("είμαστε εθισμένοι στο καινούργιο κάθε φορά μυθιστόρημα του Π. Μάρκαρη", είχε πει αλλού). Συνεχάρη τον Pascal Arnaud για το κουράγιο, το καλό γούστο και την εξαιρετική του συλλογή ελληνικής λογοτεχνίας, όπως είπε, με σεβασμό στον μεταφραστή. Όσο για τις εκδόσεις Le Miel des Anges, είπε ότι ασχολούνται τόσο με την κλασική ποίηση (Καβάφης, Καρυωτάκης), όσο και κυρίως με τη σύγχρονη, ενώ ετοιμάζονται να εγκαινιάσουν μια νέα σειρά ελληνικού θεάτρου, και τόνισε τη σημασία των ενισχύσεων του γαλλικού Εθνικού Κέντρου Βιβλίου (CNL) για τη δουλειά του.
"Θα μπορούσε η ελληνική λογοτεχνία να ενδιαφέρει το γαλλικό κοινό;" ρώτησε ο Μανώλης Πιμπλής.
"Ο καλύτερος τρόπος να βγει μια χώρα από την κρίση είναι η λογοτεχνία", είπε ο Pascal Arnaud. "Έχουμε ανάγκη ν' ακούσουμε τη φωνή ενός λαού, κι αυτή είναι η φωνή των καλλιτεχνών". "Ο Βιζυηνός με την Κάθοδο των Εννιά είναι για μένα το καλύτερο παράδειγμα", είπε η Anne-Laure Brisac. "Τα στερεότυπα που συνδέονται με την Ελλάδα υπάρχουν - αρχαιότητα, θάλασσα, κλπ.- υπάρχει όμως μια νεότερη λογοτεχνία που μιλάει σε όλο τον κόσμο, όπως λ.χ. του Χρ. Χρυσόπουλου που μεταφράστηκε στην Αμερική", είπε ο Μισέλ Βόλκοβιτς. "Οι Έλληνες συγγραφείς διαβάζουν πολύ, είναι καλλιεργημένοι και η λογοτεχνία τους εντάσσεται στη θεματική της διεθνούς λογοτεχνίας. Θέματα όπως ο εμφύλιος πόλεμος, η μικρασιατική καταστροφή αλλά και το Ολοκαύτωμα μπορεί να προκαλέσουν το ενδιαφέρον στη Γαλλία (Μίσσιος, Κοκάντζης), αλλά μπορεί και όχι - ο Δ. Παπαμάρκος, λ.χ., με το "Γκιακ", δεν κατάφερε να βρει εκδότη στο εξωτερικό. Αυτή είναι η αβεβαιότητα των εκδόσεων". "Χωρίς να είναι αυτή η αποστολή τους, οι ξένοι εκδότες επηρεάζουν την εθνική λογοτεχνία", είπε ο Χρήστος Χρυσόπουλος.
Η Anne-Laure Brisac κάλεσε, κλείνοντας, το κοινό στην εκδήλωση της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Γαλλίας, "Paris-Athènes, et retour" αφιερωμένη στη Μαρία Ευσταθιάδη, στις 6 Ιουνίου.
Η Κλειώ Μαυροειδάκου, που δεν κατάφερε να φτάσει εγκαίρως λόγω των διαδηλώσεων, στέρησε τη συζήτηση από τη δική της, νεώτερη, ηλικιακά, οπτική γωνία - μια συζήτηση που συνεχίζεται.

Ο Σωκράτης Καμπουρόπουλος είναι ποιητής και μεταφραστής 



Πέμπτη 14 Μαρτίου 2019

Τα εις Σολωμόν


Γνωρίζω ελληνικά, σήμερα, σημαίνει μαθαίνω από το περιβάλλον, στενότερο και ευρύτερο, τη μητρική μου γλώσσα, ως μικρό παιδί, και μετά πηγαίνω στο σχολείο να μάθω τα ελληνικά μου όπως μου τα μαθαίνει ένα εκπαιδευτικό σύστημα.
Την εποχή του Σολωμού, τέλη 18ου αι. αρχές του 19ου αιώνα, τα σχολεία ήταν ελάχιστα και η διδασκαλία γινόταν, συνήθως, κατ' οίκον, ιδιαίτερα στις εύπορες οικογένειες.
Όμως το παιδί στο οποίο αναφέρομαι, ο μικρός Διονύσης, μιλούσε ελληνικά, δεν ήταν άλαλος, είχε μητέρα ελληνίδα, μια απλή γυναίκα του λαού και αν και γεννήθηκε νόθος, γεγονός που θα ξεκαθαρίσει πολύ αργότερα, αν και ο πατέρας του κόντες Νικόλαος Σολωμός παντρεύτηκε τη μητέρα του έναν χρόνο πριν τον θάνατό του. Ο Σολωμός αισθανόταν νόθος και μεγάλωνε με τη μητέρα του, Αγγελική Νίκλη, με την οποία μιλούσε ελληνικά, καθώς μια απλή ελληνίδα αυτά μιλούσε και τους επιτρόπους του.
Ωστόσο, μαρτυρείται ότι φοίτησε και σε ελληνικό σχολείο (δεν μπορώ να το επιβεβαιώσω αν και η πληροφορία υπάρχει σε βιογραφία του)...
Στα εννιά του χρόνια έφυγε για σπουδές στην Ιταλία, με τη συνοδεία του παιδαγωγού του Ρώσση, όπου φοίτησε σε ιταλικά σχολεία και ήρθε σε επαφή με λόγιους του νεοκλασικισμού και του ρομαντισμού.
Δεν έκρυβε ότι είναι Έλληνας, αντίθετα περηφανευόταν γι' αυτό, καθώς η εποχή το ευνοούσε, ας μην ξεχνάμε ότι ο νεοκλασικισμός είναι η αναβίωση του πνεύματος της αρχαιότητας, αλλά ο 19ος αιώνας είναι και η εποχή των επαναστάσεων και των φλογερών λόγων της ψυχής που εκφράζονται μέσα από τη φιλοσοφία κυρίως τη γερμανική και την ποίηση αγγλική, ιταλική, γαλλική, γερμανική.
Ο Σολωμός επέστρεψε σε μια χώρα, όπου η γλώσσα "ζητούσε" αναμόρφωση, αλλά και σε ένα περιβάλλον που η γλώσσα ήταν ιδεολογικό όπλο φώτισης με τεράστιες συγκρούσεις γύρω από αυτήν, κοινωνικές και ιδεολογικές, συγκρούσεις "πάνω στο άπλαστο κορμάκι της".
Μαζί με το νέο ελληνικό κράτος φτιάχτηκε και γλώσσα. Η γλώσσα έγινε η σημαία κάτω από την οποία δημιουργήθηκε η χώρα, χώρος που τότε οριοθετήθηκε , μια χώρα νέα που κλήθηκε να "κλείσει μέσα της την Ελλάδα", του παρελθόντος την αρχαία κι ένδοξη και να γεννήσει το μέλλον της, τη νέα Ελλάδα.
Ο Σολωμός άρπαξε το κοντάρι της γλώσσας σαν ξίφος και το κράδαινε εναντίον όλων, φωνάζοντας Ελευθερία πατώντας τον Θάνατο. Η Ελευθερία ήταν η Μούσα του, αυτή του παραστάθηκε στις δυσκολίες, την έφερε μαζί του ως Αναστημένη Ιδέα και από την Ευρώπη, που συγκλονιζόταν από το κλίμα των επαναστάσεων για Ελευθερία αλλά ως σύνθημα του Διαφωτισμού. Μαζί της μιλούσε και πάλευε όταν έγραφε ποίηση. Αυτήν την Ιδέα πάσχιζε να υποτάξει μέσα στο ποιητικό υλικό.
Η Ελευθερία θα γίνει πράξη στον ηρωικό αγώνα των Ελλήνων και θα γεννήσει την νέα Ελλάδα και ο Σολωμός θα της ονομάσει κάθε βουνό, κάθε θάλασσα, κάθε φυτό που αναπτύσσεται κάτω από τον Ήλιο, και κάθε έμψυχο ή άψυχο πλάσμα.
Θα της χαρίσει ζωή ως Φύση αναβαπτισμένη στο φως της Ελευθερίας και ως Πίστη στην Ελευθερία. Έτσι η φυσική θα γίνει μεταφυσική και η γλώσσα θα ιερουργήσει στους στίχους του μια νέα θρησκεία, μια θρησκεία προσωπική και με ηθικές προεκτάσεις που φέρει μια πατρίδα και σε αντίθεση με τον μύθο ο Σολωμός θα φτιάξει ιστορία και μνήμη ελληνική όπως έφτιαξαν οι προφήτες νόμους για να παραδώσει σε στίχους τη λαλιά των Ελλήνων, ζωντανή με δυναμική εικόνα όπως πριν από αυτόν ο Δάντης και όπως την οραματίστηκε κάθε μεγάλο πνεύμα.

Νότα Χρυσίνα

ΑΝΑΣΤΑΣΗΣ ΒΙΣΤΩΝΙΤΗΣ "ΠΟΙΗΜΑΤΑ"


19 Μαρτίου 2019

Οι Εκδόσεις Καστανιώτη και το Polis Art Cafe σας προσκαλούν την Τρίτη 19 Μαρτίου 2019 και ώρα 7 μ.μ. στην παρουσίαση του βιβλίου του Αναστάση Βιστωνίτη Ποιήματα 1971-2008.

Για το βιβλίο θα μιλήσουν οι:

Αριστέα Παπαλεξάνδρου, ποιήτρια,

Αλέξης Σταμάτης, πεζογράφος,

και ο Αναστάσης Βιστωνίτης. 

Παρασκευή 22 Φεβρουαρίου 2019

Βιβλιοβούλιο : Καλεσμένος ο συγγραφέας Μιχάλης Μοδινός




Ο Μιχάλης Μοδινός έχει κρατήσει μια φωτογραφία από τις αρχές της δεκαετίας του 1950. Είναι μικρούλης, καθισμένος σ’ ένα τζιπ, δίπλα στον οδηγό του πατέρα του. Ηταν τα πρώτα δύσκολα μεταπολεμικά χρόνια, όταν οι στρατιωτικοί έμεναν ενίοτε σε υπαίθριες σκηνές. «Ο πατέρας μου, ως αξιωματικός του Πυροβολικού, ήταν και εξαιρετικός γεωγράφος, εννοώ ότι ήξερε τον χώρο και τον ανέλυε με συναρπαστικούς τρόπους. Μπορούσε λ.χ. όχι μόνο να σου περιγράψει πώς ο Σαμουήλ, τον καιρό του Βουλγαροκτόνου, είχε φτάσει ως τον Σπερχειό – κι όλα ζωντάνευαν στη φαντασία μου καθώς περνούσαμε από εκεί – αλλά και να σου πει πού υπήρχαν σιτηρά και πού παραγωγή τυριού ανά την Ελλάδα. Νομίζω ότι εκεί βρίσκονται οι ρίζες του έντονου ενδιαφέροντός μου για τον φυσικό κόσμο και τη σχέση μας με αυτόν, που πέρασε τόσο στον επιστημονικό όσο και στον λογοτεχνικό μου βίο» ανέφερε στο «Βήμα» ο γνωστός πεζογράφος, ο οποίος πρόσφατα τιμήθηκε με το Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήµατος 2017 για την «Εκουατόρια», ένα βιβλίο που κορύφωσε μια ιδιαίτερα παραγωγική πορεία στα γράμματα, η οποία έχει πλέον ξεπεράσει τη δεκαετία και συνεχίζεται ακάθεκτη.

Στην Αφρική
Ως συγγραφέας ωστόσο είχε και παρελθόν πριν από τη μυθοπλασία. Ο όρος «Οικογεωγραφία», τον οποίο ο ίδιος – ως θεωρητικός και ακτιβιστής του οικολογικού κινήματος – έχει χρησιμοποιήσει στα παλαιότερα δοκίμιά του, καλύπτει και ένα μεγάλο μέρος της λογοτεχνικής του θεματικής. «Τέλειωσα το Πολυτεχνείο εν μέσω χούντας. Το 1975 έφτασα άρον-άρον στην Αφρική. Ηθελα να φύγω από την Ελλάδα. Ενας βασικός λόγος ήταν ότι δεν πολυκατανοούσα τον πολιτικό διάλογο της εποχής που δεν άγγιζε καθόλου τα πραγματικά μας προβλήματα. Για μένα το σημαντικότερο ήταν η καθημερινή, πρακτική ζωή που άλλαζε με ιλιγγιώδεις ρυθμούς, η Αθήνα που εκθεμελιωνόταν, οι πολυκατοικίες που φύτρωναν παντού, η ρύπανση, ο θόρυβος, η υπερσυγκέντρωση, ο αστικός ιστός που από τότε άρχισε να καταργείται και να κατακλύζεται από τα αυτοκίνητα. Δεν ήταν όμως μόνο αυτό. Είχα από πολύ νωρίς αγαπήσει τη μαύρη κουλτούρα, η οποία ήρθε σε μένα μέσω των ΗΠΑ, μέσω της μουσικής (τζαζ και μπλουζ) και των αναγνωσμάτων μου, κυρίως της αμερικανικής λογοτεχνίας του Νότου».


Ελλάδα και οικολογία
Σε πρώτη φάση έμεινε για δύο χρόνια στο Καμερούν, όπου έφτιαξε δρόμους ως τοπογράφος. Εκεί συναισθάνθηκε ότι η περιέργειά του για τον λεγόμενο Τρίτο Κόσμο δεν θα τον εγκατέλειπε εύκολα. Υστερα πήγε στη Σκωτία, για ένα μεταπτυχιακό στον αναπτυξιακό σχεδιασμό. «Από μηχανικός άρχισα σταδιακά να επικεντρώνομαι, και επαγγελματικά πια, στα περιβαλλοντικά ζητήματα». Ταξίδεψε αρκετά, δούλεψε πολύ, ώσπου κάποια στιγμή επέστρεψε στην Ελλάδα. Ακολούθησαν πολλά, η αρθρογραφία στον «Πολίτη» του Αγγελου Ελεφάντη και στο «Αντί», η ίδρυση και η έκδοση στα μέσα της δεκαετίας του 1980 του εμβληματικού περιοδικού «Νέα Οικολογία», αλλά και η σκληρή αρένα της πολιτικής. «Το 1990 μάλιστα διεκδίκησα τον Δήμο Αθηναίων, απέναντι στη Μελίνα και τον Τρίτση» σημείωσε. Επειτα, κατά τη δεκαετία του 1990, χρημάτισε πρόεδρος του Εθνικού Κέντρου Περιβάλλοντος. Το 2004 συντελέστηκε μια σημαδιακή στροφή για τον ίδιο και, παράλληλα, η γραφή επανήλθε ως λυτρωτική διέξοδος. «Κατάλαβα ότι ο κύκλος εκείνος είχε κλείσει οριστικά και ότι στην Ελλάδα πολλά οικολογικά πράγματα δεν μπορείς να κάνεις. Είμαστε δυστυχώς μια κοινωνία που μισεί το περιβάλλον. Ούτε καν μια ανακύκλωση της προκοπής δεν μπορούμε να κάνουμε ακόμη και σήμεραΜιλώ για ένα μίσος με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά, είναι η λατρεία της κατανάλωσης και της ιδιοτελούς ανάπτυξης, ο περίκλειστος οίκος, ο άκρατος ατομικισμός, ο οποίος μάλιστα ενδύεται, πολύ πονηρά, λαϊκά αιτήματα. Στέγη για τον λαό, ίσως… Διπλή πισίνα ή τριπλό πάρκινγκ για τον λαό μες στο δάσος, αποκλείεται… Τέτοια αιτήματα είχε ο λαϊκός αγωνιστής που εξαργύρωσε τις γνωριμίες του, που μπάζωσε το ρέμα, έχτισε παράνομα και μετά σκότωσε εμμέσως άλλους συμπολίτες του, σε μια πλημμύρα, σε μια πυρκαγιά. Λοιπόν, ως εδώ. Πέραν της φυσικής καταστροφής, η αυθαίρετη δόμηση είναι έμμεση παρότρυνση σε δολοφονία, κι αυτό πρέπει επιτέλους να ειπωθεί καθαρά» υπογράμμισε. «»Η φύση είναι ο ορίζοντας της κοινωνίας», αυτή είναι μια υπέροχη φράση του Λούντβιχ Τρεπλ, την οποία προτάσσω και στα μυθιστορήματά μου».

Η σχέση με τον κόσμο
Ο Μιχάλης Μοδινός πραγματεύεται σε αυτά ευρείς θεματικούς άξονες, την παγκοσμιοποίηση, τη σύγκρουση ή τη συνομιλία διαφορετικών πολιτισμών, τη φυγή και το ταξίδι, την ανθρώπινη περιπέτεια, την τεχνολογική αλλοτρίωση, την ανάπτυξη και την υπανάπτυξη, πρωτίστως όμως τη σχέση της Ελλάδας με την Ευρώπη και τον υπόλοιπο κόσμο, συχνότατα με μια στοχαστική διάθεση που εμποτίζει τις αφηγήσεις του. «Η Ελλάδα δεν μπορεί να είναι απλώς ένα καχύποπτο σύνολο που διαρκώς καταγγέλλει και κατηγορεί τους πάντες εφευρίσκοντας εχθρούς, αρνούμαι να συμβιβαστώ με αυτό». Και γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο μετουσιώνει συστηματικά την έννοια της εξωστρέφειας σε λογοτεχνία αξιώσεων. «Δίπλα σε όλα τα υπόλοιπα, λ.χ. τις υφολογικές μου αναζητήσεις, θεωρούσα ότι χρωστούσα μια δίδυμη αφήγηση για την αναζήτηση των πηγών του Νείλου», είπε για τη βραβευμένη «Εκουατόρια», η οποία συνιστά ένα μυθιστορηματικό δίπτυχο με τον «Μεγάλο Αμπάι», ένα βιβλίο-τομή στο έργο του. «Η αιφνίδια στροφή μου στην καθημερινότητα με το πιο πρόσφατο «Πλέγμα» είναι κατ’ ουσίαν η κάθοδος από τα ψηλά στα χαμηλά και η εστίαση στον μύχιο διάκοσμο του ανθρώπινου υλικού που στα προηγούμενα εμφανίζεται με πιο συντετμημένη μορφή».

Πέμπτη 21 Φεβρουαρίου 2019

Lord Byron "Βαδίζει στην ομορφιά"



Madame Barbe de Rimsky Korsakov by Franz Xavier Winterhalter




Βαδίζει στην ομορφιά

Βαδίζει στην ομορφιά, όπως η νύχτα
σε καθάρια κλίματα και έναστρους ουρανούς∙
Και ό,τι καλύτερο στο σκοτάδι και το φως
Συναντώνται στη μορφή και τα μάτια της∙
εμπλουτισμένα με εκείνο το τρυφερό φως
Που ο ουρανός στην ολόφωτη μέρα αρνείται.

Μια σκιά περισσότερη, μια ακτίνα λιγότερη
Σχεδόν χωρίς δύναμη η ανώνυμη χάρη
Που κυματίζει σε κάθε κατάμαυρη μπούκλα,
Ή απαλά φωτίζει το πρόσωπό της∙
Όπου σκέψεις γαλήνια γλυκά εκφράζουν
Πόσο αγνή, πόσο λατρευτή  η κατοικία τους.

Και πάνω στο μάγουλό της, και πάνω σ’ εκείνο το μέτωπο
Τόσο απαλό, τόσο ήρεμο, μα τόσο εκφραστικό
Τα χαμόγελα που κατακτούν, οι αποχρώσεις που λάμπουν
Όπως λένε για μέρες που μέσα στο καλό πέρασαν
Μυαλό συμφιλιωμένο με όλα στη γη
Καρδιά που η αγάπη της είναι αθώα!

απόδοση: Νότα Χρυσίνα



She Walks in Beauty

She walks in beauty, like the night 
Of cloudless climes and starry skies; 
And all that’s best of dark and bright 
Meet in her aspect and her eyes; 
Thus mellowed to that tender light 
Which heaven to gaudy day denies. 

One shade the more, one ray the less, 
Had half impaired the nameless grace 
Which waves in every raven tress, 
Or softly lightens o’er her face; 
Where thoughts serenely sweet express, 
How pure, how dear their dwelling-place. 

And on that cheek, and o’er that brow, 
So soft, so calm, yet eloquent, 
The smiles that win, the tints that glow, 
But tell of days in goodness spent, 
A mind at peace with all below, 
A heart whose love is innocent!