Τετάρτη 20 Απριλίου 2016

ΕΠΤΑΝΗΣΙΑΚΗ ΣΧΟΛΗ





ΕΠΤΑΝΗΣΙΑΚΗ ΣΧΟΛΗ

Επτανησιακή σχολή ονομάζουμε τη λογοτεχνική σχολή που αναπτύχθηκε κατά τον 19ο αιώνα. Τα Επτάνησα τότε πρόσφεραν τις κατάλληλες προϋποθέσεις, ούτως ώστε να σημειωθεί μια μεγάλη πνευματική άνθιση, καθώς και η ανάπτυξη των γραμμάτων και των τεχνών.
Τα Επτάνησα δεν περιήλθαν ποτέ κάτω από την τουρκική κατοχή. Αντίθετα η διαδοχική κατοχή από τους Ενετούς, τους Γάλλους, τους Αγγλους και τους Ρώσους, υπήρξε ευνοϊκός παράγοντας για την πνευματική τους ακμή.
Η μακρόχρονη επαφή με τη Δύση και το Δυτικό πολιτισμό, η οικονομική ανάπτυξη των νησιών και η ειρηνική διαβίωση των κατοίκων, συνέβαλαν αποφασιστικά στο να καταστούν τα Επτάνησα το σπουδαιότερο πνευματικό κέντρο της εποχής. Επίσης πρέπει να σημειωθεί πως το πρώτο ελληνικό πανεπιστήμιο, η Ιόνιος Ακαδημία, ιδρύθηκε στην Κέρκυρα το 1824 κατά τη διάρκεια της αγγλικής κατοχής.
Η Επτανησιακή Σχολή με ηγέτη τον Διονύσιο Σολωμό, μπορεί να χωριστεί:
*    Στους προσολωμικούς, τους Επτανήσιους δηλαδή λογοτέχνες που έζησαν πριν από τον Σολωμό, ανήκαν στον διαφωτισμό και κατά κάποιο τρόπο προετοίμασαν το έδαφος για την εμφάνιση του Σολωμού.
*    Στους  σολωμικούς που δημιουργούν επηρεασμένοι άμεσα από το έργο του και βαδίζουν στα ίχνη του (αυτοί απαρτίζουν την κυρίως Επτανησιακή Σχολή) και
*    Τους εξωσολωμικούς δηλαδή τους λογοτέχνες που αν και είναι Επτανησιώτες και ανήκουν στην ίδια εποχή, εντούτοις δεν επηρεάστηκαν στο έργο τους από τον Σολωμό.
Οι κυριότεροι εκπρόσωποι της Επτανησιακής Σχολής είναι οι εξής:
Προσολωμικοί: Αντώνιος Μαρτελάτος και Νικόλαος Κουτουζής.
Σολωμικοί: Διονύσιος Σολωμός,  Ιάκωβος Πολυλάς, Αντώνιος Μάτεσης, Ιούλιος Τυπάλδος, Γεώργιος Τερτσέτης, Γεράσιμος Μαρκοράς, Γεώργιος Καλοσγούρας και Λορέντζος Μαβίλης.
Εξωσολωμικοί: Ανδρέας Κάλβος, Αριστοτέλης Βαλαωρίτης και Ανδρέας Λασκαράτος.
Στα Επτάνησα το βασικό λογοτεχνικό έργο που καλλιεργούνταν ήταν η ποίηση-λυρική, επικολυρική και σατιρική. Στην πεζογραφία καλλιεργείται κυρίως το κριτικό δοκίμιο. Οσο αφορά το θέατρο, σημαντικότερη συμβολή ήταν του Αντωνίου Μάτεση με το δράμα «ο Βασιλικός» γραμμένο το 1830. Πρόκειται για το πρώτο θεατρικό έργο με κοινωνικό περιεχόμενο που διαδραματίζεται στις αρχές του 18ου αιώνα στα νησιά.
Τα βασικά χαρακτηριστικά της Επτανησιακής Σχολής είναι τα εξής:
Από την άποψη θεμάτων ιδιαίτερη θέση στην επτανησιακή ποίηση, έχει η αγάπη για την πατρίδα, ο θαυμασμός για την φύση, η πίστη στο θεό και η εξύμνηση του έρωτα στην πιο αγνή και αυθεντική του μορφή.
Οσον αφορά την μορφή, το κυριότερο γνώρισμα είναι η δημοτική γλώσσα , την οποία οι Επτανήσιοι λογοτέχνες όχι μόνο υιοθετούν και καλλιεργούν, αλλά την υποστηρίζουν και θεωρητικά με διάφορες μελέτες και άρθρα τους.
Ένα άλλο χαρακτηριστικό είναι η ολιγογραφία καθώς και η έλλειψη ρητορικών εξάρσεων και στόμφου. Τέλος η ιδιαίτερη φροντίδα στην επεξεργασία του στίχου.
Μερικά από τα σπουδαία έργα των λογοτεχνών της Επτανησιακής Σχολής είναι τ’ ακόλουθα: «Ο Υμνος  στην περίφημο Γαλλία, αρχιστράτηγο Βοναπάρτη και τον στρατηγό Γεντίλλη» του Αντώνιου Μαρτέλαου, ο «  Βασιλικός» του Αντωνίου Μάτεση, ο «Υμνος προς την Ελευθερία» και το «Ελεύθεροι Πολιορκημένοι» του Διονυσίου Σολωμού, ο «Ορκος» του Γεράσιμου Μαρκορά, τα «Προλεγόμενα» του Ιάκωβου Πολυλά, τα «Ποιήματα διάφορα» του Ιουλίου Τυπάλδου, τα «Μυστήρια της Κεφαλονιάς» του Ανδρέα Λασκαράτου, ο «Φωτεινός» και ο «Αστραπόγιαννος» του Αριστοτέλη Βαλαωρίτη και οι είκοσι πατριωτικές «Ωδές».
ΖΩΓΡΑΦΙΚΗ
Η Επτανησιακή Σχολή αποτελεί το πρώτο καλλιτεχνικό ρεύμα με σαφείς δυτικοευρωπαϊκές επιρροές, το οποίο εμφανίστηκε στα μέσα του 17ου αιώνα και διήρκεσε μέχρι τα μέσα του 19ου περίπου.
Τα Επτάνησα την εποχή εκείνη βρέθηκαν διαδοχικά υπό ενετική, γαλλική και αγγλική κατοχή.   Η σχετική ελευθερία που απολάμβαναν οι Επτανήσιοι, η οικονομική τους ευμάρεια και οι πολιτιστικές τους σχέσεις με την κοντινή Ιταλία είχαν ως αποτέλεσμα τα Ιόνια να γίνουν ο χώρος όπου η ελληνική ζωγραφική εγκατέλειψε την βυζαντινή παράδοση για να στραφεί προς τη Δύση.
Ενας άλλος παράγοντας που ευνόησε τη δημιουργία της Επτανησιακής Σχολής ήταν η μετοίκιση στα Επτάνησα πολλών κρητών ζωγράφων, όταν η Κρήτη πέρασε από τα χέρια των Ενετών στα χέρια των Οθωμανών. Μεταξύ των κυριοτέρων ζωγράφων της λεγόμενης Κρητικο-ζακυνθινής Σχολής του 16ου και 17ου αιώνα αναφέρονται ο Μιχαήλ Δαμασκηνός, ο Δημήτρης και Γεώργιος Μόσχος, ο Μανώλης και ο Κωνσταντίνος Τζάνες, καθώς και ο Στέφανος Τσαγκαρόλος.
Η στροφή προς τη δυτική τέχνη εκδηλώθηκε προς το τέλος του 17ου αιώνα με την εγκατάλειψη των παραδοσιακών βυζαντινών μορφών αλλά και με αυτή της τεχνικής της βυζαντινής αγιογραφίας. Οι ζωγραφικές παραστάσεις επηρεασμένες κυρίως από το ιταλικό μπαρόκ, αλλά και την φλαμανδική ζωγραφική, άρχισαν ν’ αποκτούν βάθος, να δίνουν δηλαδή την αίσθηση της τρίτης διάστασης του χώρου, να γίνονται πιο φυσικές και ν’ αποκτούν θέματα όλο και περισσότερο κοσμικά αντί για θρησκευτικά— κυρίως προσωπογραφίες αριστοκρατών και αστών.
Επιπλέον οι Επτανήσιοι ζωγράφοι αντί γι’ αβγό, άρχισαν να χρησιμοποιούν λάδι ως συνδετικό των χρωμάτων και αντί για σανίδι, μουσαμά. Η αβγοτέμπερα εγκαταλείφθηκε και τη θέση της πήρε η ελαιογραφία.
Τα πρώτα δείγματα της δυτικότροπης Επτανησιακής Σχολής εμφανίστηκαν στις  διακοσμήσεις των οροφών των εκκλησιών, γνωστές ως «ουρανίες» ή τα «σοφίτα». Πρωτοπόρος σ’ αυτή την αλλαγή ήταν ο Παναγιώτης Δοξαράς (1662-1729). Μανιάτης στην καταγωγή, ασχολήθηκε αρχικά με την βυζαντινή αγιογραφία την οποία έμαθε κοντά στον κρητικό αγιογράφο Λέο Μόσκο. Αργότερα, ο Παναγιώτης Δοξαράς συνέχισε τις σπουδές του στην Βενετία κι αυτό τον έκανε να εγκαταλείψει την βυζαντινή αγιογραφία και να στραφεί προς την δυτική ζωγραφική.
Ετσι, με οδηγό τα έργα του Πάολο Βερνέζε στο Δουκικό παλάτι της Βενετίας, ο Παναγιώτης Δοξαράς φιλοτέχνησε την ουρανία της εκκλησίας του Αγίου Σπυρίδωνα στην Κέρκυρα. Με το «Περί ζωγραφίας» σύγγραμμά του (1726) – την πρώτη ελληνική πραγματεία για την αναγεννησιακή ζωγραφική – τάχθηκε ανοιχτά υπέρ της αντικατάστασης της βυζαντινής από τη δυτική ζωγραφική, μια θέση που συζητήθηκε πολύ στον καιρό της και που συζητιέται ακόμα και σήμερα.
Ο Νικόλαος Δοξαράς (1700-1775), γιός του Παναγιώτη, ακολούθησε τα βήματα του πατέρα του. Το 1753 ή το 1754 ανέλαβε να ζωγραφίσει το σοφίτο του ναού της Φανερωμένης στην Ζάκυνθο που δυστυχώς καταστράφηκε με τους σεισμούς του 1953, με εξαίρεση ένα μόνο τμήμα που φυλάσσεται στο Μουσείο της Ζακύνθου.
Σύγχρονοι του Νικόλαου Δοξαρά και με σαφείς δυτικές επιρροές, ήταν ο ζακυνθινός αγιογράφος Ιερώνυμος Στρατής Πλακωτός (1662;-1728) και ο κερκυραίος ζωγράφος Στέφανος Παζηγέτης.
Ο ζακυνθινός ιερέας Νικόλαος Κουτούζης (1741-1813) και ο μαθητής του Νικόλαος Καντούνης (1767-1834), επίσης ιερέας, συνέχισαν ν’ αγιογραφούν κατά τα δυτική πρότυπα και διακρίθηκαν κυρίως στην ρεαλιστική προσωπογραφία η οποία τονίζει την ψυχολογία του απεικονιζόμενου προσώπου.
ΜΟΥΣΙΚΗ
Κατά τη διάρκεια του 17ου αιώνα άρχισε να εμφανίζεται μια διαμορφωμένη αισθητική, ηχητική και «στιλιστική» αντίληψη η οποία εκτός από τους νεοτερισμούς που φέρνει και τα νέα στοιχεία κατά τη διάρκεια του χρόνου, εξακολουθεί να διατηρεί έναν ισχυρό πυρήνα στοιχείων.
Κι ενώ η δυτική Ευρώπη βιώνει μουσική και πολιτισμικά μια πραγματική Αναγέννηση βασισμένη σε παραδοχές κι ερμηνείες, καθώς και σε αποκωδικοποιήσεις ενός μακρινού ελληνικού πολιτισμού, ο σύγχρονός του ουσιαστικά είναι καθηλωμένος κάτω από την Οθωμανική Αυτοκρατορία.      
Τα Επτάνησα όμως αποτέλεσαν κοιτίδες πολιτισμού όσον αφορά την μουσική, επηρεασμένα κυρίως από την Ιταλία. Ετσι, την Επτανησιακή Μουσική Σχολή αποτέλεσαν οι εξής:
*    «Πατριάρχης» της Επτανησιακής Σχολής θεωρείτο ο μελοποιός του έργου του Διονυσίου Σολωμού, «Υμνος προς την Ελευθερίαν» Νικόλαος Χαλκιόπουλος-Μάντζαρος (Κέρκυρα 1795-1872). Ο Μάντζαρος ήταν γιός ευγενούς οικογένειας. Διδάχθηκε πιάνο και βιολί από τους δύο αδελφούς του Ιερώνυμο και Στέφανο αντίστοιχα, καθώς θεωρία και σύνθεση από τους Μορέττι και Μπαρμάτι και τον περίφημο Τσιγκαρέλλι στην Ιταλία. Δίδαξε μουσική στον τόπο καταγωγής του αφιλοκερδώς, αρνούμενος μάλιστα θέσεις περιωπής όπως οι διευθυντικές των Ωδείων του Μιλάνου και της Νάπολης. Ηταν ένας από τους πολυγραφότερους συνθέτες, ωστόσο μόνον ένα μικρό μέρος των συνθέσεων αυτών σώζεται ακόμα στις μέρες μας. Ο Μάντζαρος θεωρείται πρωτομάστορας της Επτανησιακής Σχολής και ειδικότερα της Λόγιας Ελληνικής Μουσικής, αφού μερικά από τα έργα του όπως τα κουαρτέτα εγχόρδων «Partimenti», το έργο του για φωνή και ορχήστρα με τίτλο «Aria Greca», η αρχαιότερη σωζόμενη ελληνική όπερα «Don Grepuscolo», καθώς και μία σειρά δοκιμίων (μεταξύ των οποίων το «Rapporto») που αποτελούν έργα χωρίς προηγούμενο στην ελληνική μουσική. Πέρα από την συνθετική του δραστηριότητα, ο Μάντζαρος κατέγραψε πλήθος παραδοσιακών τραγουδιών της Κέρκυρας, καθώς και της γειτονικής Ηπείρου, δραστηριότητα με την οποία ελάχιστοι είχαν ασχοληθεί. Υπήρξε δε, ένας από του πρωτεργάτες της Φιλαρμονικής Εταιρίας Κέρκυρας της οποίας διετέλεσε ισόβιος καλλιτεχνικός διευθυντής.
*    Μαθητής του Μάντζαρου και από τους κύριους ιδρυτές της Φιλαρμονικής Εταιρίας Κέρκυρας, υπήρξε, μεταξύ άλλων, και ο Συρίδων Ξύνδας (Κέρκυρα 1812/4-Αθήνα 1896). Υπήρξε εύπορος στα νεανικά του χρόνια, ωστόσο πέθανε πάμπτωχος. Δεξιοτέχνης της κιθάρας και έξοχος μουσουργός (μαθήματα θεωρητικών και σύνθεσης με τον Τσιγκαρέλλι στην Ιταλία) περιόδευσε σε αρκετές χώρες συναρπάζοντας το φιλόμουσο κοινό με το ταλέντο και την τεχνική του δεινότητα. Μετά την εγκατάστασή του στην Κέρκυρα από την Ιταλία, παρέδιδε θεωρητικά μαθήματα,  ενοργάνωσης και εκκλησιαστικής μουσικής. Αρκετά χρόνια αργότερα, και μετά την Αθηναϊκή πρεμιέρα της όπεράς του «Ο υποψήφιος βουλευτής» (η πρώτη όπερα στα ελληνικά σε λιμπρέτο του Ιωάννη Ρινόπουλου), μετακόμισε στην Αθήνα φιλοξενούμενος της κόρης του η οποία διέμενε με την οικογένειά της στο σπίτι της οδού Προαστίου (η σημερινή Εμμ. Μπεννάκη). Εμφανίστηκε για τελευταία φορά ως κιθαριστής το 1896, χρονιά που έφυγε από τη ζωή ήδη προ ετών τυφλός. Στο corpus των έργων του υπάρχουν οκτώ τουλάχιστον ολοκληρωμένες όπερες («Anna Winter» ή «Οι τρεις σωματοφύλακες», “Il conte Giulano”, «Γαλάτεια» κ.α.) κι ένα μεγάλο πλήθος τραγουδιών, φωνητική μουσική και μουσική για κιθάρα.
*    Ο Παύλος Καρρέρ είναι αναμφισβήτητα ένας από τους σημαντικότερους Επτανήσιους συνθέτες του 19ου αιώνα και το έργο του συνάντησε μεγάλη επιτυχία τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό. Γεννήθηκε στην Ζάκυνθο το 1829 και πέθανε εκεί το 1896. Εζησε από μικρή ηλικία για αρκετά χρόνια στην Ευρώπη όπου σπούδασε κι έκανε καριέρα ως μουσικός. Τα πρώτα του μαθήματα τα πήρε στην Αγγλία και αργότερα μετά την επιστροφή του στην Ζάκυνθο πήρε μαθήματα από τους Giuseppe Cricca και Francesco Mirangini ή Maragoni. Ο Σπύρος Μοτσενίγος αναφέρει ότι το 1848 ο συνθέτης  ήταν μαθητής του Μάντζαρου στην Κέρκυρα κι εκείνο το διάστημα εξέδωσε ένα βαλς με τίτλο «Το αηδόνι». Το δοκίμιο αυτό αγκάλισε τον κερκυραϊκό λαό ενώ ο Καρρέρ το αφιέρωσε στην Φιλαρμονική Εταιρεία Κέρκυρας η οποία είχε προβλέψει  την μελλοντική του εξέλιξη, και με πρόταση του Μάντζαρου, τον ανακήρυξε επίτιμο μέλος της. Το 1850 ο Παύλος Καρρέρ ταξίδεψε στο Μιλάνο όπου έκανε μαθήματα μουσικής με τους Bosserone, Winter και Tassistri.  Οι πρώτες σωζόμενες όπερές του Dante e Bice (Beatrice), Isabella dAspeno και la rediviva, παρουσιάστηκαν στο θέατρο Carcano του Μιλάνου. Ορισμένες μάλιστα από αυτές δόθηκαν εκεί σε πρώτη εκτέλεση. Παρά τις 14 όπερες που έγραψε, συνέθεσε πλήθος τραγουδιών, λειτουργική και οργανική μουσική. Δυστυχώς τα χειρόγραφα ορισμένων μελοδραματικών του έργων θεωρούνται χαμένα  από τους σεισμούς του 1953 και την μεγάλη πυρκαγιά που ακολούθησε στη συνέχεια. Τα περισσότερα  ευτυχώς φυλάσσονται σε βιβλιοθήκες της Ελλάδας ή της Ιταλίας και σε ιδιωτικές συλλογές. Εγραψε όπερες μεταξύ των οποίων είναι «Μάρκος Μπότσαρης», η «Κυρά Φρωσύνη», «Μαραθών-Σαλαμίς» κ.α.
*    Ο Ναπολέων Λαμπελέτ (Κέρκυρα 1864-Λονδίνο 1932) σπούδασε μουσική στην Κέρκυρα και σπούδασε ανώτερα θεωρητικά και σύνθεση στο Ωδείο του San Pietro a Majella της Νάπολης με υποτροφία του Δήμου Κερκυραίων. Τα έργα του ξεπέρασαν γρήγορα τα σύνορα της Ελλάδας και το τέλος των σπουδών του τον οδήγησε στην Αθήνα στη διττή δραστηριότητα του καθηγητή της μουσικής και του συνθέτη-μαέστρου. Πέρα από τη πολυσχιδή του δραστηριότητα σχετικά με την έντυπη μορφή της μουσικής της επικοινωνίας, συγχρονίστηκε αρκετά με ποιητές και πεζογράφους της εποχής, μελοποιώντας άνω των 70 ποιημάτων σε στίχους των Πολέμη, Δροσίνη, Βασιλειάδη κλπ. Τα μεγάλα μελοδραματικά και ορχηστρικά του έργα γράφτηκαν κυρίως μετά το 1895 και τη μόνιμη μετεγκατάστασή του στο Λονδίνο («Το πέρασμα της Αφροδίτης», «Φενέλα» κ.α.).
*    Ένα από τα εξέχοντα μέλη της Επτανησιακής Σχολής είναι ο Συρίδων Φιλίσκος Σαμαράς (Κέρκυρα 1861-Αθήνα1917). Φημολογούνται συγγενικές σχέσεις με τον δάσκαλό του Σ. Ξύνδα ενώ οι μουσικές του σπουδές συμπληρώθηκαν στο Ωδείο Αθηνών με τους Φρ. Βολωνίτη και Ερ. Σταγκοπιάνο σε βιολί και θεωρία και ενορχήστρωση αντίστοιχα. Το ταλέντο και η ιδιοφυία του φάνηκαν από πολύ νωρίς. Για κάποιο διάστημα εργάστηκε ως βιολιστής σε διάφορες ορχήστρες ενώ όταν αποφάσισε να ολοκληρώσει τις σπουδές του σε πολύ υψηλό επίπεδο, πήγε στο Παρίσι δίπλα στον μεγάλο Μασσνέ. Λίγο αργότερα κι ενώ τα έργα του είχαν αρχίσει να κερδίζουν έδαφος, αποφάσισε να μεταφερθεί στην Ιταλία. Εκεί συνεργάστηκε με τον διάσημο εκδοτικό οίκο μουσικής Riccordi ενώ λίγο αργότερα η όπερά του «Φλόρα Μιράμπιλς» τυγχάνει στο Μιλάνο μεγάλης αποδοχής και ο δρόμος για τα επόμενα πολλού και υψηλού επιπέδου έργα του, είχε ανοίξει. Ο Σαμαράς σύνδεσε το όνομά του ως «ανταγωνιστή» μ’ εκείνο του Μασκάνι και του Πουτσίνι ενώ θεωρείται σημαντική η συμβολή του στη διαμόρφωση του Βερισμού και του «ύφους του Πουτσίνι», επιτεύγματα που μόνο συνθέτες παγκοσμίου βεληνεκούς μπορούν να επιδείξουν. Οπερες όπως η «Μάρτυς», η «Ιστορία Ερωτος» και η «Δεσποινίς ντε Μπελ Ιλ» ανέβηκαν σε μεγάλα θέατρα της Ρώμης και του Μιλάνου ενώ προκάλεσαν θύελλα ενθουσιασμού στο κοινό. Ο Σαμαράς επέστρεψε στην Αθήνα το 1911 (ως τότε ερχόταν να διευθύνει τα έργα του, μεταξύ των οποίων και ο «Ολυμπιακός Υμνος» για την αναβίωση των Ολυμπιακών αγώνων του 1896) αναμένοντας μια θέση διευθυντή στο Ωδείο Αθηνών, όπως του είχε προταθεί. Τα πολιτικά και παρασκηνιακά γεγονότα όμως, δεν οδήγησαν σε αυτή την κατεύθυνση με αποτέλεσμα τα τελευταία χρόνια της ζωής του ν’ ασχοληθεί με το είδος της οπερέτας για βιοποριστικούς λόγους. Το έργο του Σαμαρά ωστόσο, έχει περάσει τις εξετάσεις του χρόνου, των ειδικών και του κοινού.
*    Ο Διονύσιος Λαυράγκας (Αργοστόλι 1860-Ροζάτα Κεφαλονιάς 1941) αποτελεί τον συνδετικό κρίκο μεταξύ της Επτανησιακής και της Ενικής Μουσικής Σχολής. Σπούδασε αρχικά βιολί στην Κεφαλονιά με τον Σερράο κι αργότερα (συγκάτοικος του Λαμπελέτ στην πόλη της Νεάπολης) με τους Ρος και Σκαράνο στο πιάνο και θεωρία αντίστοιχα και λίγο αργότερα στο Παρίσι μαζί με τον Σαμαρά και καθηγητές τους Ντελίμπ και Μασσνέ. Η συνέχεια της ζωής του θα τον βρει κυρίως με την ιδιότητα του διευθυντή ορχήστρας μεταξύ Μάλτας, Τορίνο, Κεφαλονιάς και Αθήνας. Ο Λαυράγκας αφιερώθηκε στην σύνθεση, τη διδασκαλία και την ίδρυση ενός μελοδραματικού θεάτρου στην Ελλάδα. Η Ε.Λ.Σ. (Εθνική Λυρική Σκηνή) ήταν ένα δικό του όραμα και αποτελεί μέχρι και σήμερα το μοναδικό θέατρο στο είδος.

ΑΡΗΣ ΚΑΡΡΕΡ 

Τρίτη 19 Απριλίου 2016

Ο χρόνος, ο τόπος, τα πρόσωπα στην ποίηση του Ζαχαρία Σώκου



«Άλλα ρούχα»
ποιητική συλλογή του Ζαχαρία Σώκου
εκδόσεις Γαβριηλίδη


«Το ανυποψίαστο παρόν καγχάζουν
παρελθόντες ψίθυροι»

Ο ποιητικός χρόνος έχει τους δικούς του ρυθμούς. Έτσι ο ποιητής  αφήνεται να παρασυρθεί από τη μνήμη αναιρώντας τη γραμμική χρονική σειρά. Από τη στιγμή που θα τεθεί σε κίνηση ετούτο το μνημονικό παιχνίδι, αρχίζει και η ποιητική γραφή. Και όσο ο ποιητής ανασύρει όλα τα προσεκτικά αποθηκευμένα του μυαλού, τόσο ο στίχος εμπλουτίζεται με εικόνες και πρόσωπα.
Και είναι αλήθεια πως η ποίηση του Ζαχαρία Σώκου είναι πολυπρόσωπη. Φίλοι, αγαπημένα πρόσωπα, αλλού σημαδιακές απώλειες που χρωματίζουν τους στίχους του, πρόσωπα που νιώθει την ανάγκη να τους αφιερώσει το πολύτιμο του ποιητικού του λόγου, ανοίγοντας έτσι έναν κρυφό διάλογο μαζί τους. Και κάποτε η δύναμη του στίχου είναι τέτοια που λίγο θες κι εσύ για να μπεις μέσα στις λέξεις του, να ρωτήσεις μαζί με τον ποιητή:

«Πώς είναι ο χρόνος στο κενό
[…]
Ίπτασαι σε νύχτα απόκοσμη
σε νοτισμένα σύννεφα
με αίμα, ουίσκι και μελάνι,
ενώ σκοπεύουν προβολείς
από ξενυχτάδικα και χειρουργεία,
ασθμαίνουν σκάφος σε προσγείωση
στην έρημο της ουτοπίας,
και εκεί η μάνα σου,
πιο πέρα ο Ασημάκης,
μειδιώντας να σου γνέφουν[…]
(για τον Κωστή Παπαγιώργη)

Πώς να σου απαντήσει, όμως ο Κωστής Παπαγιώργης ή ο Χρήστος Βακαλόπουλος; Αρκείσαι, λοιπόν, στη φωνή του ποιητή διασώζει την αίσθηση της παρουσίας τους  συνομιλώντας μαζί τους.
Ξαφνικά νιώθεις πως κατανοείς τι είναι αυτό που κάνει τον ποιητή να  αναζητά την παρουσία εκεί που οι άλλοι βλέπουν ένα κενό. Μπορεί γιατί κάποτε έψαχνες κι εσύ τα αδιόρατα νήματα που δένουν το τότε με το σήμερα. Ίσως πάλι γιατί κάποιες απώλειες «γράφουν» πιο βαθιά, σαν βρίσκουν το καθρέφτισμά τους σ’ εκείνα τα πολύτιμα της προφορικής παράδοσης. Όπως κι αν το δεις, ετούτο το σπαρακτικό έρχεται και ενώνει όλα τα παλιά με τα καινούργια και μιλάει ακατάπαυστα.
 «Στης άνοιξης το τάραγμα
Και στης αυγής το κρύο… »
Τασούλης, δημοτικό τραγούδι Σαρακατσαναίικο.

«Στης άνοιξης το τάραγμα»
Τάσο μ’ Τασούλη μ’,
ένα ακροκέραμο έπεσε
ρόδι απ’ το κλαδί του
πιάνω τον πορφυρό καρπό
αίμα τα χέρια βάφω.

Κι ήσουνα λέει αξύριστος σαν τότε,
στο παραθύρι το γνωστό μου γνέφεις και γελούσες.
Και παίζαμε μπιλιάρδο στου Ανέστη
τα χρόνια μας σε μπίλιες καραμπόλες.
Σε μια παλιά VHS που ξαναβλέπω
ρεμπέτικα τραγούδαγες γελώντας,
μαύρο κραγιόν τα μάτια σου βαμμένα
τρέχουνε δάκρυα γυάλινα
γυάλινη κι η ζωή μας.

Και βλέπω στου οδηγού το καθρεφτάκι
σφαγμένο κόκορα μεσοστρατίς να αναπηδάει
πικρό προαίσθημα που φτερουγίζει.


Πετάω τα σκεπάσματα, Τάσο μ’ Τασούλη μ’.



Αυτή η ιδιαίτερη ποιότητα στους στίχους πρέπει να πηγάζει από την ποιητική θητεία του Ζαχαρία Σώκου στη δημοτική παράδοση, στον καλοδουλεμένο ρυθμό που χαρακτηρίζει τα πολύτιμα της προφορικής κληρονομιάς μας. Έτσι δένουν μέσα στο ίδιο ποίημα τα πρόσωπα που τραγουδήθηκαν στόμα με στόμα από τον λαό, με τον σύγχρονο ποιητικό λόγο που στιχουργεί εδώ πάνω σε παλαιά δοκιμασμένα βήματα. Και ακούγεται σαν ένα αδιάσπαστο δημιούργημα πάνω από χρονικούς περιορισμούς και πέρα από συνδέσεις προσώπων. Αυτό είναι ένα γνώρισμα της ποίησης που έχει κάτι ακόμη να πει και κάτι να προτείνει στον αναγνώστη που ανιχνεύει και το δικό του πένθος μέσα στις λέξεις, που αναγνωρίζει το δικό του μερτικό
στης Άρνης τα λαγκάδια.
Ο κόσμος των ποιημάτων εδώ είναι γεμάτος από εικόνες που σε κοιτάζουν πίσω από σκληρές κορνίζες και θαμπό γυαλί. Μπαίνεις πίσω από τις λέξεις και ανακαλύπτεις μια εσωτερική κατάσταση γεμάτη ευαισθησία, τόσο οικεία και αληθινή.
Ο έσω τόπος σε επικοινωνία με τους τόπους που καθορίζουν τον ποιητή. Γιατί και οι τόποι επισημαίνονται σ’ αυτό το ποιητικό οδοιπορικό, δίνοντας το μερίδιό τους στις μνήμες, συνδεδεμένοι με πρόσωπα και χρονικές στιγμές. Οι τόποι αυτοί, ωστόσο, δεν είναι πάντοτε υπαρκτοί ή τουλάχιστον δεν μπορεί κανείς να τους περπατήσει παρά μόνο σ’ αυτό που ονομάζουμε συλλογική μνήμη. Έτσι ο ποιητής θα βρεθεί στην ομηρική Τροία για να συναντήσει τον ελάσσονα ήρωα Σιμοείσιο, που μόνη του αίγλη ήταν ότι φονεύθηκε από τον Αίαντα κερδίζοντας έτσι τη μνεία την ομηρική. Σε άλλο ποίημα θα θυμηθεί τον συνονόματό του Σώκο, με την ελάχιστη και δική του αναφορά στο ομηρικό κείμενο. Αλλά και τον Θάμυρι, τον ποιητή και μουσικό, επισκιασμένο κι αυτόν από τους μέγιστους ήρωες της Ιλιάδας. Κι αλλού θα φέρει μέσα στο ποίημά του τον Ελπήνορα, τον τραγικό σύντροφο του Οδυσσέα
[…]
Σημαδεμένο ερίφιο, Ελπήνορα,
κρυφό χαρτί μιας ξένης δόξας,
σε γέλασε ο Όμηρος
τον μύθο του καπετάνιου σου να δικαιώσει

και στο όνομά του θα υπαινιχθεί πολλούς άλλους μικρούς, αδικημένους της ιστορίας.

Ο Ζαχαρίας Σώκος, γνωστός από τη δημοσιογραφική του καριέρα, έρχεται εδώ να μας συστηθεί με την ιδιότητα του ποιητή. Με πλήρη συνειδητοποίηση της αλλαγής ρόλου και εφόσον η ποιητική πρόταση απαιτεί αλλαγή ύφους, θα τιτλοφορήσει τη συλλογή του «άλλα ρούχα».
Δείχνει με αυτή την πρώτη του συλλογή ότι η ποιητική υπόθεση τον απασχολούσε καιρό. Έτσι εμφανίζεται με ωριμότητα και σεβασμό στον λόγο, με περίσκεψη στη χρήση των λέξεων, με αίσθηση ευθύνης για τη συναρίθμησή του πια στη χορεία των ποιητών. Με γνώση του χρόνου που πιέζει για αποφάσεις
Γι’ αυτό, χαρά σ’ αυτόν
που εκτελεί τις εκκρεμότητες
θα πει.
Η προσεγμένη έκδοση του Γαβριηλίδη φέρει στο εξώφυλλο ένα έργο του Βαγγέλη Ρήνα. Το σώμα που αιωρείται ανάμεσα σε πρόσωπα χωρίς να ακουμπά σε σταθερό τόπο, με ασαφή την αίσθηση του χρονικού πλαισίου, πόσο ταιριαστό φαντάζει με το εσωτερικό του βιβλίου. Άλλος ένας ιδιότυπος διάλογος ανάμεσα στην εικαστική και στην ποιητική εκδοχή της αναζήτησης μιας σταθερής αναφοράς σε πρόσωπα, χρόνο και τόπο.

Διώνη Δημητριάδου



 Η Διώνη Δημητριάδου γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη αλλά κατοικεί στην Αθήνα. Σπούδασε ιστορία και αρχαιολογία και δίδαξε σε δημόσια λύκεια. Ασχολείται με τη συγγραφή και με την κριτική λογοτεχνίας. Βιβλία της κυκλοφορούν από τις εκδόσεις «Νοών». Συμμετείχε σε συλλογικές εκδόσεις (εκδόσεις Σιδέρης, Μικρές εκδόσεις, Διάνυσμα). Έχει στο διαδίκτυο το προσωπικό ιστολόγιο «Με ανοιχτά βιβλία»

ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΟΝ ΘΕΡΒΑΝΤΕΣ




19 ΜΑΙΟΥ ΣΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΝΟ ΜΟΥΣΕΙΟ 
ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΟΝ ΘΕΡΒΑΝΤΕΣ ΣΤΙς 20.30

Το Ινστιτούτο Θερβάντες και η Πρεσβεία της Ισπανίας αποτίουν φόρο τιμής στον πατέρα του μυθιστορήματος, Μιγκέλ ντε Θερβάντες, εορτάζοντας τα 400 χρόνια από τον θάνατό του.
Αυτή η εκδήλωση συνδυάζει την διάλεξη του φιλολόγου Πέδρο Ολάγια για τον μεγάλο συγγραφέα, με τη συναυλία της τσεμπαλίστα Γιούλης Βεντούρα με μουσική της εποχής και την απαγγελία κειμένων του Θερβάντες που αναφέρονται στην Ελλάδα από την φιλόλογο Μαρία Χοσέ Μαρτίνεθ.
Τραγουδούν η σοπράνο Μαριαλένα Τρικόγλου και η μέτζο σοπράνο Ειρήνη Κανέλλου και χορεύει ο κορυφαίος του μπαλέτου της Λυρικής Σκηνής, Στέλιος Κατωπόδης Η ζωγράφος Ελένη Παυλοπούλου φιλοτέχνησε τον πίνακα που είναι αφιερωμένος στον Θερβάντες και θα εκτίθεται στην σκηνή.

   Eleni Pavlopulu / Ελενι Παυλοπούλου


Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο, Βασιλίσσης Σοφίας 22. Είσοδος ελεύθερη μέχρι να συμπληρωθούν οι θέσεις.
PROGRAMA / ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ

1. Conferencia de Pedro Olalla: Cervantes y Grecia (en griego) / Διάλεξη του Πέδρο Ολάγια: Ο Θερβάντες και η Ελλάδα (στα ελληνικά).
2. Antonio de Cabezón (1510-1566): Duuiensela (clave: Yuli Ventura / τσέμπαλο: Γιούλη Βεντούρα)
3. Miguel de Cervantes, Novelas ejemplares. Primera parte. Prólogo para el lector (lectura: María José Martínez) / Μιγκέλ ντε Θερβάντες, Υποδειγματικές νουβέλες. Μέρος Α’. Πρόλογος για τον αναγνώστη (ανάγνωση: Μαρία Χοσέ Μαρτίνεθ)
4. Sebastián Durón (1660-1716): Cantada a voz Sola al Santísimo y de Pasión (clave: Yuli Ventura, voz: Irini Canelu, mezzo soprano/ τσέμπαλο: Γιούλη Βεντούρα, τραγούδι: Ειρήνη Κανέλλου, μέτζο σοπράνο)
5. Miguel de Cervantes, El ingenioso hidalgo Don Quijote de la Mancha. Primera parte. Capítulo I (lectura: María José Martínez) / Μιγκέλ ντε Θερβάντες, Ο ευφάνταστος ιδαλγός Δον Κιχότε ντε λα Μάντσα. Μέρος Α’. Κεφάλαιο Πρώτο (ανάγνωση: Μαρία Χοσέ Μαρτίνεθ)
6. Francisco Correa de Arauxo (1583-1654): Tiento de medio registro de tiple séptimo tono (clave: Yuli Ventura / τσέμπαλο: Γιούλη Βεντούρα)
7. Miguel de Cervantes,El ingenioso hidalgo Don Quijote de la Mancha. Primera parte. Capítulo XI (lectura: María José Martínez) / Μιγκέλ ντε Θερβάντες, Ο ευφάνταστος ιδαλγός Δον Κιχότε ντε λα Μάντσα. Μέρος Α’. Κεφάλαιο Ενδέκατο (ανάγνωση: Μαρία Χοσέ Μαρτίνεθ)
8. Carl Philipp Emanuel Bach (1714-1788) Folies d’Espagne (clave: Yuli Ventura/ τσέμπαλο: Γιούλη Βεντούρα)
9. Miguel de Cervantes, El ingenioso hidalgo Don Quijote de la Mancha. Segunda parte. Prólogo al lector (lectura: María José Martínez) / Μιγκέλ ντε Θερβάντες, Ο ευφάνταστος ιδαλγός Δον Κιχότε ντε λα Μάντσα. Μέρος Β’. Πρόλογος για τον αναγνώστη (ανάγνωση: Μαρία Χοσέ Μαρτίνεθ)
10. Juan Serqueira de Lima (1655-1726): Tono humano solo (clave: Yuli Ventura, voz: Marialena Tricoglu, soprano / τσέμπαλο: Γιούλη Βεντούρα, τραγούδι: Μαριαλένα Τρικόγλου, σοπράνο)
11. Miguel de Cervantes, Viaje del Parnaso. Capítulo I, versos: 199-225 (lectura: María José Martínez)/ Μιγκέλ ντε Θερβάντες, Ταξίδι στον Παρνασσό, Κεφάλαιο Α’, στίχοι: 199-225 (ανάγνωση: Μαρία Χοσέ Μαρτίνεθ)
12. Mimis Plesas (1924-) Romancero (clave: Yuli Ventura / τσέμπαλο: Γιούλη Βεντούρα)
13. Miguel de Cervantes, La Galatea. Libro I (lectura: María José Martínez) / Μιγκέλ ντε Θερβάντες, Γαλάτεια, Βιβλίο Α’ (ανάγνωση: Μαρία Χοσέ Μαρτίνεθ)
14. Antonio Soler (1729-1783) Fandango (clave: Yuli Ventura, baile: Stelios Catopodis / τσέμπαλο: Γιούλη Βεντούρα, χορός: Στέλιος Κατωπόδης)

Julie Ventoura Mimis Plessas A Mimis Plessas B Marialena Trikoglou Eirini Kanellou María José Martínez Stelios Katwpodis Pedro Olalla Nana Nanna Papanicolaou Helene Pavlopoulou

Δευτέρα 18 Απριλίου 2016

ΖΕΦΗ ΔΑΡΑΚΗ





Ζέφη Δαράκη, Σε ονομάζω θα πει σε χάνω, Αλεξάνδρεια, 2008


Ερημώνει η ποίηση το πρόσωπο μου

Ερημώνει η ποίηση το πρόσωπο μου
Άλλοτε εσήμαινε ουρανό το μπλε του χρόνου
Τα λόγια ξεκλειδώναν μουσικές

Καρφιτσωμένη στα φυλλαράκια των δέντρων
αμίλητη στραφτάλιζε η νεότητα
και απερίγραπτη
Άχ δε μιλιέται αυτό το ποίημα
διακλαδώνεται
στα κλάματα που το γέννησαν-

εκείνη τη μέρα ήταν σίγουρο
πως θα χιόνιζε
και θα τα σκέπαζε όλα
πα πατημένα μεγάλα τίποτα

……..τότε ο Άγγελος

Θα ξαναφέρω πίσω το ρυάκι
μου αποκρίνεται τότε ο Άγγελος
Τον ουρανό που έφυγε
κατάκοπος και οργίλος

Τώρα που τα έπιπλα βλέπουν παράξενα όνειρα
πως τα ’χουν πάρει από πίσω οι ξυλοκόποι
Τώρα που οι φωνές των παιδιών γίναν
χασμουρητά γερόντων

Θα ξαναφέρω πίσω το ρυάκι
Τώρα που σπάσαν τα φράγματα των αιώνων
κι από κάτω
μυρίζει όμορφα το χώμα

Βροχή Φυσούσε

Βροχή φυσούσε
στ’ ανοιχτά του ονείρου
Πρώτοι περνούσαν οι πεθαμένοι

ακολουθούσαν τα ερείπια της νέας εποχής
Αχρείαστος να ’σαι, θεέ μου,
μονολογούσε η Ηγουμένη με φριγμένο στόμα

και σαρώνοντας πίσω της
την κάθοδο των καιρών

Σκοτάδι φύλλα στα βλέφαρα μου
στα δάχτυλα μου σκοτάδι φύλλα
Κι αυτό που σαν ρίγος ερχόταν,
φεύγοντας ερχόταν

δ΄

Μεσ’ στον καθρέφτη
εμφύλιοι σπαραγμοί.
Μα έλα απόψε Βύρων να σου πώ
που μεσ’ στο οβάλ μιας ραϊσμένης χάρης
είδα τη μάνα σου παιδούλα
πίσω απ’ την πόρτα με μια κόκκινη ποδίτσα
σαν πεταλούδα να ’μοιαζε
καθώς ξεκουμπωνε το πουκάμισο της
να ρεμβάσει

(επιλογή: Βάκης Λοϊζίδης)



Ζέφη Δαράκη, Ερήμωνε, Ύψιλον, 2012



Υπομένοντας την αγάπη σου
υπομένοντας το θρίαμβο
του προσώπου σου
αραιώνοντας το χρόνο σου
σιγά σιγά εγώ
ο καθρέφτης σου
εκβάλλοντας το πρόσωπο σου
στα δάκρυα του
Είρων και κλέφτης των δακρύων σου
Εγώ, ο δαίμονας σου έγινα
το πρόσωπο σου
απέναντι στο είδωλο του
*
Δεν υπάρχει Θεέ μου
ένα ποτήρι δροσερό νερό
να προσευχηθώ
μήπως σε διασώσω;

Είσαι πολύ μακρινός διάδρομος
ως τον ψαλμό που
έχεις γκρεμιστεί
*
Γέλιο αγοριού – άσπρο κατσικάκι
Και άδεια σκοτωμένα παπουτσάκια …
Εσύ που κλαις πεθαίνοντας
στην άκρη από τα αίματα
βομβαρδισμένων ποταμών
Που κυλούσες ανάποδα τη ρόδα του
παλιού παραμυθιού
Με δροσερές κορδέλες σε τύλιγε σε
ξετύλιγε ο ουρανός
Για να σε σκέφτομαι πήγαινα προς τα πίσω
τα βήματα μου
για να σε παίρνω
απ’ τον αέρα που περνούσες
κορμάκι μου από πέταλα
τσακισμένων λουλουδιών

*

Βλαδιμήρ

Τα ποιήματα, μου λέει ο Βλαδιμήρ
που ακούγονται στα μπαρ και
πλάι στα κομπρεσέρ στα βιβλιοπωλεία
και στους πεζόδρομους
Και μεσ’ στις μεγάλες αίθουσες
από τα βάθη των αιώνων μου λέει
Κι από τα βάθη τω επαναστάσεων
τα κείμενα κι οι μουσικές και τα χρώματα
είναι μια βία πάνω σου η τέχνη – η έμφλογη επιλογή
Το διατρέχον ρίγος …
Εγώ τον είδα εκείνο τον άνθρωπο,
από το μέτωπο του έτρεχαν αίματα
Ποτάμι τα αίματα της Ιστορίας
Και πάντα έτσι γίνεται
κανείς δεν το καταλαβαίνει
πως εφιάλτης και τέχνη
πηγαίνουν μαζί
ως τον τελευταίο πυροβολισμό


*
Να επαναλαμβάνεσαι ψυχή μου
να επαναλαμβάνεσαι

Μια είναι η ψυχή του ανθρώπου και
οι σημασίες του κόσμου λίγες

Διανύοντας σε
άλλη μια φορά
γνωρίζοντας σε
ίσως σε αποστηθίσω …


*

Πρόκειται να κάνουμε
ένα πρωινό περίπατο
πρόκειται να μιλήσουμε
για ανύπαρκτα γεγονότα
αόριστες πράξεις
Πρόκειται για πρόσωπα που φανταστήκαμε
για λόγια που δεν ειπώθηκαν ποτέ
Πρόκειται να υπερασπιστούμε
την πιο ανυπεράσπιστη σιωπή
να συναντήσουμε
τα μάτια που ξενίτεψαν τον ουρανό
να φιληθούμε
με όσους μπόρεσαν να μας αγαπήσουν
Πρόκειται να επιμείνουμε
στο ακαθόριστο του προορισμού μας

Επιλογή-Επιμέλεια: Βάκης Λοϊζίδης




Ζέφη Δαράκη | Η ξενιτιά στο άναυδο
Πηγή: http://mandragoras-magazine.gr/ζέφη-δαράκη-η-ξενιτιά-στο-άναυδο/9677
Θ
α ήθελα να σας μιλήσω για τον αόριστο προορισμό της ποίησης…Για το ακαθόριστο του προορισμού της. Ότι, δηλαδή, αν με ρωτούσατε σε τι χρησιμεύει η ποίηση, θα σας έλεγα, ότι δεν χρησιμεύει σε τίποτε. Γιατί δεν εντέλλεται να αλλάξει τον κόσμο. Σημαίνει όμως τον εαυτό της. Υ π ο ν ο ε ί  τον εαυτό της. Και είναι ένας χρησμός προς διερεύνηση όταν το σώμα διδάσκει και διδάσκεται τις απαντήσεις του. Το ποίημα σ η μ α ί ν ε ι τον εαυτό του. Κάτω απ’τα λόγια, είναι ο λόγος που δε λέγεται. Κάτω απ’την απουσία μας, ο πιο φανταστικός κήπος ά ν ε υ ο ρ ί ω ν, καθώς στρέφεται γύρω από εκείνες τις μονήρεις λάμψεις που θα μεταφέρουν το νόημά τους στον αόρατο αναγνώστη, που είναι ένας και μοναδικός κατέναντί της, για να την αθωώνει. Γιατί η ποίηση είναι η ενοχή της, ανοιγοκλείνοντας τον κόσμο προς όλες τις εκδοχές του μη αναμενόμενου. Μέσα από την αναμνηστική πραγματικότητα ενός αλλότριου ψυχικού βλέμματος, αυτό που θέλει να πει, κρύβεται, για να αποκαλυφθεί εκ νέου μεταμορφωμένο στο άλεκτο. Σ’αυτήν την ταραχή που διατυπώνεται μ’έναν διαρκή, βασανιστικό τρόπο νοσταλγώντας το ανέκφραστο. Γιατί η ποίηση είναι μια λειτουργία σε συσκότιση, απ’την απόγνωση στη γραφή, κι απ’τη γραφή στην απόγνωση. Όλοι περνάμε από παρακαμπτήριες. Περνάμε από σκοτάδια φωτισμένα. Η ποίηση διαπλέει το σκοτάδι της. Αυτό το σκοτάδι, καλείται ο αναγνώστης να διαρρήξει. Να διαρρήξει αυτόν τον εγκλεισμό. Να φτάσει στον κόσμο της τρομερής ταχυπαλμίας που ζει το ποίημα. Το αφετηριακό ρίγος της ποίησης, δεν έχει στόχο κανένα κοινό. Έχει στόχο τον εαυτό της καθώς είναι μια έμμονη ιδέα-φυλακή, πως κάποιος κρυφακούει λόγια που δεν έχουν ειπωθεί ακόμα… Υπάρχει τότε ένα σημείο διαφυγής απ’αυτό τον τρόμο. Από το πιο ισχυρό σημείο αυτής της διαφυγής, διέρχεται σιωπηλά το ποίημα, προς το άναυδο…Η σχέση της ποίησης με τον αναγνώστη, είναι μια σχέση έλξης-απώθησης. Η γλώσσα δαιμονίζεται, βασανίζεται, αγιάζεται στις εικόνες της, συστρέφεται ανάμεσα στο μετέωρο της έμπνευσης και στην ορμή της λέξης να διατυπωθεί. Η λέξη νοσταλγία, η λέξη θλίψη, η λέξη άλγος, είναι δρώμενα. Επισημαίνουν την απουσία των πραγμάτων. Η αρχετυπική αποκάλυψη του βάθους των λέξεων, πέρα από γραμματικούς και λεκτικούς κανόνες και κώδικες, θα αποκαλύψει κάθε φορά, όχι αυτό που η ποίηση θέλει να πει αλλά αυτό που ήθελε να πει. Η ποίηση είναι ο χαιρετισμός και ο αποχαιρετισμός της. Και είναι από τη φύση της, η μόνη ουτοπική επαναστατική πράξη – δεν υπάρχει προς το παρόν άλλη, μακάρι να υπάρξει – γιατί η ανθρώπινη λύπη είναι μεγάλη. Η ποίηση είναι η πλέξη του κόσμου απ’την ανάποδη καθώς αγγίζει την πηγή ενός αλλοπαρμένου καθρέφτη. Εκείνος, την πετάει πίσω, στο διαταραγμένο τοπίο του κόσμου. Τότε εκείνη συγυρίζει τα ασυγύριστα. Μένουν μετέωρα στα χέρια της τα πράγματα, σαν κλάματα ασκούπιστα. Η ποίηση μοιάζει αιώνια να προσπαθεί κάτι να θυμηθεί… Κάτι ανήκουστο, από πολύ μακριά χαμένο που λησμονήθηκε και κοιτάζεται μοναχό του, σαν φίλημα που έχει δοθεί σε ανύποπτα χείλη… Και είναι ένα δύστροπο και μαζί γερασμένο πρόωρα, σινιάλο-κλάμα, γι’αυτό το ποτέ μες στην πραγματικότητα. Κάποτε διαφεύγει, εξαγγέλλοντας τον ερχομό μιας φοβερής αλήθειας. Τη φοβερή αλήθεια του ονείρου που δεν θέλει και δεν επιθυμεί παρά να ψιθυρίσει εκείνο το ρίγος που προκαλεί το ίδιο το όνειρο στο όνειρό του.

Ζέφη Δαράκη
Ομιλία της Ζέφης Δαράκη στα βραβεία της Εταιρείας Συγγραφέων στις 3/11/2015 στο Αμφιθέατρο Α. Τρίτσης του Πνευματικού Κέντρου Δήμου Αθηναίων.

Η Ζέφη Δαράκη γεννήθηκε το 1939 στην Αθήνα. Εργάστηκε ως γραμματέας στην Οικιστική Σχολή Κ. Δοξιάδη, μεταξύ 1959 - 1964, και, στη συνέχεια, στη βιβλιοθήκη του Δήµου Αθηναίων μεταξύ 1964 - 1967, όταν απολύθηκε από την Χούντα, και πάλι μεταξύ 1974 - 1984, ως βιβλιοθηκάριος. Στο διάστηµα αυτό εξέδωσε τις συλλογές "Εµπλοκή", "Ο κήπος µε τα εγκαύµατα", "Έκλειψη και το ηµικύκλιο αίµα", "Ο άνεµος και τα ρολόγια", "Ο λύκος του µεσονυχτίου", "Τα αόριστα γεγονότα" κ.ά., τις νουβέλες "Μάρθα Σόλγκερ", "Η όνειρος", "Λένα Όλεµ" και "Το παιχνίδι να ονειρεύεσαι", ποίηση για παιδιά. Ακολούθησαν οι συλλογές "Η κρεµασµένη", "Το ιερό κενό", "Κοιµήθηκα η αχάριστη", "Η θλίψη καίει τις σκιές µας", "Το σώµα δίχως αντικλείδι", "Το ακίνητο εν οδύνη", "Ο απέναντι χρόνος", 'Σε ονομάζω θα πει σε χάνω", "Ερήμωνε". Ποίησή της έχει δηµοσιευτεί σε ελληνικά και ξενόγλωσσα περιοδικά. Ποιήµατά της έχουν δηµοσιευτεί στις κυριότερες ευρωπαϊκές γλώσσες. Από τον ποιητή Tom Nairn µεταφράστηκαν τα βιβλία της : "Το σώµα δίχως αντικλείδι" και το "Ωσάν Λέξεις" (εκδ. Dionyssia Press, 2002). Από την Nadia Myrianova µεταφράστηκε επιλογή του έργου της στα βουλγαρικά (εκδ. Pelikana Alpha Sofia). Η ιστοσελίδα της στο διαδίκτυο είναι: www.zefidaraki.gr.

Τίτλοι στη βάση Βιβλιονέτ
(2014)Η σπηλιά με τα βεγγαλικά, Νεφέλη
(2012)Ερήμωνε, Ύψιλον
(2008)Σε ονομάζω θα πει σε χάνω, Αλεξάνδρεια
(2008)Τα ποιήματα, Νεφέλη
(2006)Ο απέναντι χρόνος, Νεφέλη
(2005)Τα ποιήματα 1984-2004, Νεφέλη
(2002)Το ακίνητο εν οδύνη, Νεφέλη
(2000)Το σώμα δίχως αντικλείδι, Νεφέλη
(1999)Ποίηση 1971-1992, Ελληνικά Γράμματα [κείμενα, ανθολόγηση]
(1998)Ωσάν λέξεις, Εκδόσεις Καστανιώτη
(1995)Η θλίψη καίει τις σκιές μας, Νεφέλη
(1992)Κοιμήθηκα η αχάριστη, Ύψιλον
(1990)Η Όνειρος, Βιβλιοπωλείον της Εστίας
(1988)Το ιερό κενό, Ύψιλον
(1985)Μάρθα Σόλγκερ, Κέδρος
(1984)Η κρεμασμένη, Βιβλιοπωλείον της Εστίας
(1982)Το μοναχικό φάντασμα της Λένας Όλεμ. Θάλεια, Βιβλιοπωλείον της Εστίας
(1980)Τα αόριστα γεγονότα, Κέδρος
(1978)Ο λύκος του μεσονυχτίου, Κέδρος
(1977)Ο άνεμος και τα ρολόγια, Ιδιωτική Έκδοση
(1976)Ο αρχάγελλος καθρέφτης, Κέδρος
(1974)Έκλειψη. Το ημικύκλιο αίμα., Κέδρος
(1973)Ο κήπος με τα εγκαύματα, Τυπογραφείο "Κείμενα"