Παναγιώτης Κονδύλης, «Οι αιτίες της παρακμής τής σύγχρονης Ελλάδας»
Εκδότης: Θεμέλιο, 2011. 72 σελίδες.
Η περίληψη που ακολουθεί έγινε απο την Αγγελική Παρίση.
Οι αριθμοί αφορούν τη σχετική σελίδα τού βιβλίου.
11. Ο νόθος αστισμός
Στην Ελλάδα δεν υπήρξε αστική τάξη ανάλογη με εκείνη της Δυτικής Ευρώπης. Ούτε δημιουργήθηκε γηγενής και αυτοτελής αστικός πολιτισμός.
12-13. Αστική τάξη σημαίνει «εύποροι πολίτες», «πλουτοκράτες», «νοικοκυραίοι», άρα υπέρ της καπιταλιστικής οικονομίας και κατά του σοσιαλισμού.
13. Όμως στην Ελλάδα οι πλούσιοι μπορούν κάλλιστα να προέρχονται από κοινωνικές ομάδες που δεν μπορούν να χαρακτηριστούν αστικές, ούτε χρησιμοποιούν για να πλουτίσουν «αμιγώς» καπιταλιστικές μεθόδους.
14. Στην Ελλάδα ο όρος «αστική τάξη» έχει συνήθως αρνητική έννοια ως μεγάλος αντίπαλος της ανερχόμενης εργατικής τάξης, ενώ στην δυτική και κεντρική Ευρώπη ο αστός προτού συγκρουστεί με τον εργάτη, ήταν ο κύριος αντίπαλος της αριστοκρατίας και της κληρικοκρατίας.
16. Η εισαγωγή στοιχείων της νεοελληνικής ιδεολογίας από την Ευρώπη έγινε όπως η εισαγωγή αγαθών, παραγωγικών μεθόδων, νομικών και πολιτικών θεσμών. Για αστική τάξη έκαναν λόγο οι αριστεροί ή οι φιλελεύθεροι εκσυγχρονιστές και όχι οι ελληνοκεντρικοί, οι οποίοι προτιμούσαν να υποβιβάζουν τις ταξικές διακρίσεις προκειμένου να διατηρείται ενιαίο και ακέραιο το όραμα του Ελληνισμού.
18-19. Στην Ελλάδα δεν διαμορφώθηκε ούτε αστική τάξη με τα χαρακτηριστικά εκείνα που έσπασαν τις πατριαρχικές σχέσεις και την πατριαρχική παρουσία, και οδήγησαν στην κυριαρχία της απρόσωπης διαμόρφωσης των εργασιακών σχέσεων στη βάση της προσφοράς και της ζήτησης, στην συσσωρευτική πρόθεση με την καπιταλιστική έννοια, αλλά ούτε και αστικός πολιτισμός.
19. Οι πατριαρχικές σχέσεις είναι πολύ ισχυρές και δεν διασπάστηκαν (παροχή υπακοής με αντιπαροχή ορισμένη προστασία).
21. Αυτό ερμηνεύεται από την ανυπαρξία στις τουρκοκρατούμενες περιοχές φεουδαλισμού δυτικοευρωπαϊκού τύπου, η οποία συνετέλεσε στην απουσία αστικής τάξης, διότι εφόσον αυτός έλειπε, δεν μπορούσε φυσικά να ανακύψει ούτε και η άρνησή του (δεν δημιουργήθηκε αστική τάξη σαν αντίπαλο δέος στην φεουδαρχία).
22. Ο αναπτυσσόμενος καπιταλισμός σε διεθνές επίπεδο εξώθησε μικρές ομάδες της πατριαρχικής τουρκοκρατούμενης κοινωνίας να ενταχθούν στο διεθνές καπιταλιστικό κύκλωμα με εμπορικές και εφοπλιστικές δραστηριότητες. Μετά την ίδρυση του Ελληνικού κράτους αρκετοί φορείς οικονομικής ανόδου στο εσωτερικό της χώρας παρέμειναν ουσιαστικά στο πατριαρχικό πλαίσιο εργασιακής οργάνωσης και νοοτροπίας. Το γεγονός αυτό έκανε δυνατή την πολιτική και κοινωνική τους συνύπαρξη με άλλες ομάδες που έπαιζαν ακόμη πιο παραδοσιακούς ρόλους (τοπικούς προύχοντες, πρώην ηγέτες των άτακτων στρατευμάτων του Αγώνα κλπ.).
23. Η συνύπαρξη αυτή είχε και συγκρούσεις που αφορούσαν την ανακατανομή της πολιτικής ισχύος και του εθνικού πλούτου. Στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα η Ελλάδα βρέθηκε στο επίκεντρο διεθνών ανακατατάξεων και ζυμώσεων λόγω του μεγάλου πολιτικού και οικονομικού ενδιαφέροντος των δυτικοευρωπαίων για την ευρύτερη περιοχή. Άτομα και ομάδες στις ελληνικές παροικίες του εξωτερικού απέκτησαν αξιόλογη οικονομική ισχύ χάρη στην ταύτιση των συμφερόντων τους με τα συμφέροντα μεγάλων αγγλικών εταιρειών. Ευημερούσαν αλλά δεν μπορούσαν να παίξουν σημαντικούς ρόλους καινοτόμους ιστορικά και επιδόθηκαν κυρίως σε μεσιτικές και διαμετακομιστικές εργασίες.
24. Αντίστοιχα και στο έδαφος του ελληνικού κράτους η βιομηχανία και η παραγωγή αγαθών γενικότερα αναπτύχθηκε πολύ λιγότερο απ’ότι η ναυτιλία, το εμπόριο και το τραπεζικό σύστημα.
25. Το Κράτος και τα κόμματα
Η εισαγωγή της βασιλευομένης δημοκρατίας και της καθολικής ψηφοφορίας δεν προήλθε από εσωτερικές διεργασίες αλλά επιβλήθηκε από Δυτικές δυνάμεις σαν απάντηση στην ανυπακοή της κυβέρνησης του Όθωνα σε θέματα εξωτερικής πολιτικής.
26. Ο κοινοβουλευτισμός και η καθολική ψηφοφορία επιβλήθηκαν σε μια κοινωνία όπου κυριαρχούσαν οι πατριαρχικές σχέσεις και νοοτροπίες και προξένησαν μια κοινωνική κινητικότητα ίσως πιο έντονη απ’αυτήν που προξένησε το καπιταλιστικό σύστημα γιατί δημιουργήθηκαν ευκαιρίες πολιτικής και κοινωνικής σταδιοδρομίας και άνοιξε ο δρόμος από την ύπαιθρο προς την πόλη.
27. Τα κόμματα προσέφεραν κρατικές θέσεις για να προσελκύσουν ψηφοφόρους κι έτσι διογκώθηκε και γιγαντώθηκε το κράτος, πράγμα στο οποίο συνέβαλε και η καχεκτική κρατική οικονομία.
29. Στην Ελλάδα το κράτος εκποιήθηκε στο πλαίσιο του κοινοβουλευτικού παιχνιδιού από τα «πολιτικά τζάκια» με μεθόδους δεσμευτικές για όλες τις πολιτικές παρατάξεις ανεξαρτήτως ιδεολογίας. Οι πελατειακές σχέσεις που κυριαρχούν κάνουν προσχηματικές τις ιδεολογίες και εξηγούν την εύκολη αλλαγή κομματικής στέγης των πολιτικών και τη διόγκωση του κρατικού μηχανισμού για κομματικά οφέλη από όλα ανεξαρτήτως των κόμματα.
31. Η λεγόμενη ελληνική αστική τάξη διασπειρόταν σε διάφορα κόμματα, κυρίως στα δύο μεγαλύτερα και δεν ταυτίστηκε με την πολιτική διακυβέρνηση της χώρας, αν και η επιρροή της ήταν μεγαλύτερη από άλλων κοινωνικών στρωμάτων.
32. Στις αρχές του 20ου αιώνα στην πολιτική σκηνή δεν πρωταγωνιστούσαν οι αστοί, αλλά πολιτικοί με μικροαστική ή αγροτική προέλευση.
34. Το κράτος στην Ελλάδα αν και διογκώθηκε αριθμητικά δεν διαχωρίστηκε από την κοινωνία ώστε να της επιβληθεί ως φορέας οικονομικής ανάπτυξης και θεσμικού εκσυγχρονισμού. Έτσι, μια κοινωνία μάλλον αδρανής απομυζούσε τον κρατικό μηχανισμό.
35. Την απουσία αστικής τάξης θα μπορούσε να υποκαταστήσει ένα ισχυρό κράτος που θα είχε όμως και χαρακτηριστικά μιας ισχυρής πεφωτισμένης δεσποτείας, σαν αυτή που επιχείρησε να δημιουργήσει ο Καποδίστριας. Ο γηγενής κοινοβουλευτισμός ήταν όργανο ιμπεριαλιστικής επιρροής και αγωγός παραδοσιακών πατριαρχικών δυνάμεων που ήταν αντίθετες στον εκσυγχρονισμό της χώρας. Οι υπέρμαχοι του Συντάγματος στη μετεπαναστατική Ελλάδα ήταν από τους κύκλους των τοπικών προυχόντων που δεν ήθελαν με κανένα τρόπο να εκχωρήσουν τα πατριαρχικά τους δικαιώματα στο σύγχρονο κράτος. Η απουσία ευδιάκριτων κοινωνικών τάξεων ανέστειλε τις ισχυρές κοινωνικές συγκρούσεις. Οι πελατειακές σχέσεις θα δώσουν τον τόνο στο πολιτικό σύστημα και θα ενισχύσουν τη γιγάντωση του κράτους και την τοποθέτηση των μερικών συμφερόντων υπεράνω του γενικού συμφέροντος.
35, 36. Τα τζάκια συμφιλιώθηκαν με το κράτος όταν μπόρεσαν να το ελέγξουν. Το υπερτροφικό κράτος έγινε πεδίο σύγκρουσης διαφόρων «κλάδων», καθένας από τους οποίους αγωνιζόταν να αποσπάσει όσο το δυνατόν περισσότερα από το δημόσιο κορβανά. Προοδευτικά η ταξική σύγκρουση αμβλυνόταν γιατί όλοι οι «κλάδοι» στρέφονταν ταυτόχρονα προς το κράτος ικετεύοντας ή απειλώντας το για περισσότερα οφέλη.
37. Το Έθνος
Η διάσταση έθνους και κράτους στη νεοελληνική ιστορία αποτελεί αποτυχία της εθνικής ολοκλήρωσης, αλλά και απόδειξη της ελλιπούς ανάπτυξης του αστικού στοιχείου που υποκαταστάθηκε από τα πατριαρχικά δίκτυα αυτά να τα υποκαταστήσει. Αν είχε δημιουργηθεί ένα σύγχρονο κράτος, το οποίο ακόμα κι αν δεν αγκάλιαζε το σύνολο του έθνους, θα αποτελούσε όμως πόλο έλξης, όντας πιο προχωρημένο από πολιτική και κοινωνική άποψη. Κάποια τμήματα του έθνους δεν θα μπορούσαν να παρακολουθήσουν το κράτος κι έτσι το έθνος θα εκσυγχρονιζόταν, δηλαδή θα αστικοποιόταν, μόνο στα όρια του κράτους. Αυτό δεν συνέβη, διότι το κράτος συγκροτήθηκε σε πατριαρχική βάση και στηρίχθηκε σε πατριαρχικές έννοιες όπως οι πραγματικοί ή φανταστικοί φυλετικοί και πολιτισμικοί παράγοντες (γλώσσα, θρησκεία), ενώ η οικονομική βάση, η κοινωνική υφή και η θεσμική οργάνωση του έθνους περνά στο περιθώριο.
39. Στην περίπτωση των προυχόντων και των οπλαρχηγών ο πολιτικός ορίζοντας ήταν τοπικός παρά εθνικός. Ανάλογη ήταν και η περίπτωση της Εκκλησίας, κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας, που δεν είδε τον εαυτό της ως ηγέτη ενός υπόδουλου έθνους, παρά σαν ποιμένα χριστιανικών πληθυσμών που ζουν αναγκαστικά κάτω από αλλόθρησκο ηγεμόνα. Σύμφωνα με τη βυζαντινή της παράδοση, η Εκκλησία ήταν ξένος θεσμός προς το έθνος, ήταν θεσμός πολυεθνικός και η ομολογία πίστεως μετρούσε περισσότερο από τη φυλή ή τη γλώσσα, π.χ. ο Ορθόδοξος Ρώσος ήταν αδελφός, ο Έλληνας που φράγκεψε όχι.
40. Όταν τα ιστορικά γεγονότα (επανάσταση – δημιουργία νεοελληνικού κράτους) φέρνουν στο προσκήνιο το έθνος, η Εκκλησία έχοντας χάσει τον κεντρικό κοινωνικό ρόλο που είχε την εποχή της Τουρκοκρατίας και αναζητώντας καινούργιο, σηκώνει το λάβαρο, προσπαθεί να ελέγξει την εθνική ιδεολογία και τους αγώνες των αλυτρώτων, ώστε να μην αφήσει κενά που θα μπορούσαν να εκμεταλλευτούν άλλες κοινωνικές δυνάμεις. Αυτό το πέτυχε σε μεγάλο βαθμό, εμποδίζοντας τελικά το χωρισμό κοινωνίας και κράτους. Ακόμη και σήμερα κανένα κόμμα δεν τολμά να ζητήσει το χωρισμό Εκκλησίας και κράτους, κάτι που δείχνει την έκταση της επιβολής του προαστιακού πατριαρχισμού στη νεοελληνική κοινωνία και νοοτροπία.
41. Εθνικισμός και Ελληνοκεντρισμοί
Το έθνος καθώς δεν μπήκε ποτέ εξ ολοκλήρου στα όρια του κράτους για να υποστεί την εκλογίκευση των σύγχρονων θεσμών, αποτέλεσε το μύθο που ήταν ο άξονας της νεοελληνικής ιδεολογίας. Ο νεοελληνικός μύθος αναφέρεται στο έθνος και όχι στο κράτος, είναι προϊόν της ιστορικής και ιδεολογικής επικράτησης ενός ασαφούς έθνους απέναντι στο αστικό εθνικό κράτος και ονομάζεται «Ελληνοκεντρισμός». Ο Ελληνοκεντρισμός θα μπορούσε να είχε υποταχθεί στο σύγχρονο αστικό εθνικισμό, για να χρησιμεύσει ως μέσο συσπείρωσης ολόκληρου του έθνους για αστικούς σκοπούς. Όμως έγινε το αντίθετο. Ο αστικός εθνικισμός απορροφήθηκε από τον ελληνοκεντρισμό και συμβιβάστηκε με προαστικές αντιλήψεις περί έθνους, φυλής κλπ. Έτσι ο ελληνοκεντρισμός κατέστη η κατ’εξοχήν νεοελληνική ιδεολογία.
42. Η αριστερά που επί δεκαετίες είχε το σθένος να λέει ότι το νεοελληνικό έθνος είναι φυλετικό και πολιτισμικό προϊόν των τελευταίων αιώνων και ότι η ιστορία του είναι συνυφασμένη με την ιστορία των υπόλοιπων βαλκανικών εθνικοτήτων, έχει ενστερνιστεί ρητά ή σιωπηρά τα ελληνοκεντρικές θέσεις (περιούσιος λαός, τρισχιλιετής ιστορία κλπ.). Η ιδεολογική επιβολή του ελληνοκεντρισμού ήταν αναπόφευκτη μέσα στις συγκεκριμένες νεοελληνικές συνθήκες. Έτσι γεφύρωσε τις διαφορετικές αντιλήψεις για το έθνος και συνένωσε προς τα έξω δυνάμεις που ήταν ετερογενείς στο εσωτερικό. Το αδύναμο έθνος αντιστάθμισε έτσι τους εξευτελισμούς που υπέστη και επηρέασε τη διεθνή κοινή γνώμη ως προς τις ελληνικές εθνικές διεκδικήσεις.
43. Πρώτη μορφή ελληνοκεντρισμού και συνάμα πρώτη μορφή σύγχρονης εθνικής συνείδησης υπήρξε ο κλασικισμός. Η αρχαιολατρεία και δη η ελληνολατρεία αποτέλεσε από την Αναγέννηση και μετά όπλο ενάντια στον χριστιανισμό και ενάντια στην εποχή της κυριαρχίας του τον Μεσαίωνα.
45. Η νεοελληνική επιστημονική συνεισφορά στη διερεύνηση του αρχαίου πολιτισμού υπήρξε μηδαμινή.
46. Ο αρχαιολατρικός ελληνοκεντρισμός διευρύνθηκε και συνδέθηκε με χριστιανικές αξίες και χριστιανικά ιδεώδη ώστε να ικανοποιεί σε μεγάλο βαθμό την Εκκλησία και τα προαστικά πατριαρχικά στρώματα.
47. Η αδιάσπαστη τρισχιλιετής ιστορία των Ελλήνων, αφενός με τη φυλετική συνέχεια και αφετέρου με την ενότητα ελληνικού και χριστιανικού πνεύματος υπήρξε ένα ιστορικό κατασκεύασμα.
48. Έτσι δεν τονίζονται τα παγανιστικά και υλιστικά (εγκοσμιολατρικά) στοιχεία της αρχαίας ελληνικής κοσμοθεωρίας, αλλά ο κόσμος του πνεύματος και των ιδεών που ερμηνεύονται ως προπομποί της χριστιανικής αλήθειας.
49. Οι Έλληνες ιδεολόγοι του ελληνοχριστιανικού πολιτισμού, βρήκαν στήριγμα σε αντίστοιχες ευρωπαϊκές τάσεις, που μπροστά στο σοσιαλιστικό κίνδυνο, αντιπαράθεσαν «το ελληνοχριστιανικό πνεύμα της Δύσης» στον «ασιατικό μπολσεβικισμό».
51. Ενώ άλλοι κύκλοι υιοθέτησαν τα σλαβόφιλα μοτίβα της «πνευματικής Ανατολής» απέναντι στην «υλιστική Δύση».
51. Το γλωσσικό και η Γραμματεία
Κατηγοριοποιήθηκαν τάσεις και πρόσωπα, σύμφωνα με εσφαλμένη κοινωνιολογική αποτίμηση, με βάση την τοποθέτησή τους απέναντι στο γλωσσικό ζήτημα. Η διαμάχη ανάμεσα σε καθαρεύουσα και δημοτική πήρε τη μορφή σύγκρουσης ανάμεσα στην πρόοδο και τη συντήρηση.
52. Καθαρεύουσα: δεν ήταν πάντα «αντιδραστική» στάση, αλλά πρακτική ανάγκη, πίστη στα κλασικά πρότυπα. Δημοτική: για τους σοσιαλιστές στοιχείο της ταξικής συνείδησης των καταπιεσμένων στρωμάτων, για τους μετριοπαθείς στοιχείο των φιλόπονων και φιλήσυχων γεωργών, εργατών και τεχνιτών.
53. Ο μόνος πνευματικός τομέας, όπου ο νεότερος ελληνισμός είχε πραγματική ανάπτυξη κι έδωσε αξιόλογα έργα ήταν η ποίηση.
54. Το μυθιστόρημα ως κατ’εξοχήν αστικό λογοτεχνικό είδος δεν είχε αξιόλογη ανάπτυξη και δεν μπορούμε να μιλάμε για αστικό μυθιστόρημα στην Ελλάδα.
57. Η νόθα μαζική δημοκρατία
Τα γεγονότα του Β΄ παγκοσμίου πολέμου και του ελληνικού εμφυλίου προκάλεσαν κοινωνικές ανακατατάξεις και συνέβαλαν στον «εκσυγχρονισμό» του κράτους και στη μετάβαση από τον πατριαρχισμό και το νόθο αστισμό σε μια εξίσου νόθα μαζική δημοκρατία όπου η πελατειακή συναλλαγή κομμάτων και ψηφοφόρων συνεχίστηκε έντονα.
58. Η σύνθεση της αστικής τάξης άλλαξε σημαντικά και αποτελείται πλέον από νεόπλουτους κυρίως με εργολαβικές και μεταπρατικές δραστηριότητες, τις οποίες εξέθρεψαν μετά τη μαύρη αγορά, η ανοικοδόμηση, τα δημόσια έργα και ο μεγάλος όγκος εισαγωγών. Οι επιχειρηματίες και οι νεόπλουτοι έχουν χαμηλό πολιτισμικό επίπεδο και πνευματικό ορίζοντα και δεν είναι τυχαία όσα συμβαίνουν στα γήπεδα ή στα νυχτερινά κέντρα διασκέδασης. Έτσι εξέλειψε και αυτός ο νόθος αστισμός. Η ανάπτυξη του τουρισμού στις δεκαετίες 1950 και 1960 και η μετανάστευση συνέβαλαν στην ένταξη της χώρας στο διεθνές κύκλωμα της καπιταλιστικής οικονομίας, κατέλυσαν οριστικά την πατριαρχική κοινωνική διάρθρωση και δημιούργησαν ένα πολυπληθές μεσαίο στρώμα που χαρακτηριζόταν από μιμητικό καταναλωτισμό, έπαρση για τη νεοαποκτηθείσα ευημερία και ημιμάθεια (εξάπλωση του κιτς).
59. Επίσης το λαϊκό τραγούδι στις διάφορες μορφές του κατέλυσε τις διακρίσεις ανάμεσα στην λόγια και λαϊκή παράδοση, και δημιουργήθηκε ένα νέο μείγμα σύμφωνα με τις απαιτήσεις των καιρών, και το ζεϊμπέκικο έγινε συρτάκι και ο τεκές μπαρ.
60. Οι κοινωνικές ανακατατάξεις των τελευταίων δεκαετιών ενίσχυσαν το χαρακτήρα της χώρας ως χώρας μικροϊδιοκτητών και μικροαστών, με καταναλωτικές συνήθειες που δεν καλύπτονταν από το υφιστάμενο παραγωγικό δυναμικό. Το πελατειακό σύστημα αντί να συρρικνωθεί, έγινε πιο ισχυρό γιατί ο ψηφοφόρος έδινε την ψήφο του προσδοκώντας από μια κομματική παράταξη τη διασφάλιση ή και την άνοδο του καταναλωτικού του επιπέδου, αδιάφορα με ποια οικονομικά μέσα. Οι «αναξιοπαθούντες» έγιναν απαιτητικοί και υπερφίαλοι κι έτσι η πατριαρχική σχέση αντιστράφηκε εν μέρει, και μεγάλωσε η εξάρτηση των κομμάτων από τους ψηφοφόρους τους. Υποχρεώθηκαν τα κόμματα να συναγωνίζονται στην υιοθέτηση και προάσπιση των οποιωνδήποτε αιτημάτων απ’οποιονδήποτε κι αν προέρχονταν.
61. Οι λαϊκισμοί
Στις συνθήκες αυτές, δεν αρκούσε πια ο διορισμός, ούτε η δανειοδότηση, ούτε η μεσολάβηση, αλλά έπρεπε το πελατειακό παιχνίδι να παιχθεί σε επίπεδο όχι μόνο κλάδων αλλά και μαζών με την αρωγή των ΜΜΕ. Έτσι έφτασε η χώρα στο λαϊκισμό και τη δημαγωγία.
62. Το ελληνικό πολιτικό σύστημα έγινε ο αγωγός εκποίησης της χώρας με μόνο αντάλλαγμα τη δική του διαιώνιση μέσα από τη δυνατότητα να προβαίνει σε υλικές παροχές παίρνοντας παροχές ψήφου. ‘Ομως εθνική ανάπτυξη συμβαίνει μόνο με αύξηση των παραγωγικών επενδύσεων, με αντίστοιχο περιορισμό της κατανάλωσης, ειδικά όταν τα καταναλωτικά προϊόντα δεν παράγονται, αλλά εισάγονται και δανείζεται η χώρα για να πληρώσει τις εισαγωγές. Ανάπτυξη σημαίνει συσσώρευση, εντατική εργασία και προσωρινή τουλάχιστον μερική στέρηση, ενώ βραχυπρόθεσμη ευημερία σημαίνει παρασιτισμός και εκποίηση της χώρας.
62. Αυτή η άτεγκτη οικονομική αλήθεια ισχύει ανεξάρτητα από τη διανομή των βαρών και την ιεράρχηση των στερήσεων. Αρνούνται βεβαίως να τη δεχτούν οι καταναλωτές, αλλά και τα κόμματα που έχουν και θα έχουν πρώτη έγνοια τη νομή της εξουσίας.
63. Η αριστερά έχει τη δική της ευθύνη στην εκποίηση της χώρας γιατί υπερασπίζει και υιοθετεί κάθε αίτημα αρκεί αυτός που το προβάλλει να αυτοαποκαλείται «λαός».
65. Αυτή η κρίση βέβαια αγγίζει και τα θεμελιώδη ιδεολογήματα πάνω στα οποία στηρίχθηκε το έθνος και ιδιαίτερα στο ιδεολόγημα του ελληνοκεντρισμού. Η ελληνοχριστιανική εκδοχή του ελληνοκεντρισμού έγινε ιδεολογικό όπλο του αντικομμουνιστικού στρατοπέδου στον εμφύλιο και αργότερα, κι όταν αποδυναμώθηκε περί το 1960 και 1970 το κενό καλύφθηκε από τα αντιαλλοτριωτικά κηρύγματα της πολιτισμικής επανάστασης. Τέθηκε έτσι, ιδιαίτερα από τους νέους, θέμα εθνικής ταυτότητας. Ο ελληνοκεντρισμός επέζησε και θα επιζήσει ως υπεραναπληρωτικός μηχανισμός ενός έθνους που έχει ελάχιστη πνευματική και υλική παραγωγή, για να αντισταθμίσει όσα εισβάλλουν απ’έξω και κατακτούν το δικό του χώρο. Όμως δίχως συνεκτική κοσμοθεωρία, θα εκφράζεται ως στάση εθνικής λεβεντιάς και περηφάνιας ή σαν φολκλοριστικό καρύκευμα της τουριστικής εκποίησης του τόπου.
66. Ο εντόπιος μεταμοντερνισμός
Η πολιτισμική επανάσταση και η εγχώρια μαζική δημοκρατία επηρέασαν σημαντικά τα καθημερινά ήθη. Η διάλυση των ντόπιων ιδεολογημάτων, όπως και των διεθνών, προκάλεσαν μια χαοτική ανάμειξη πνευματικών προϊόντων που έρχονταν μαζικά απ’έξω όπως τα καταναλωτικά προϊόντα.
67. Οι ηδονιστικές αξίες του αυθορμητισμού και της αυτοπραγμάτωσης όπως τις διακήρυξε η πολιτισμική επανάσταση, αναμείχθηκαν με τις εγχώριες έξεις της πνευματικής νωθρότητας, του εξυπνακισμού και της ημιμάθειας. Κάπως έτσι εισέβαλε ο μεταμοντερνισμός στη χώρα και κορυφώθηκε η κρίση όλων των θεμελιωδών δεδομένων της ελληνικής εθνικής ζωής.
68. Η υλική εκποίηση του έθνους θα συνοδευτεί και από την πλήρη πνευματική του στειρότητα, αν η μεταμοντέρνα ανάμειξη των πάντων με τα πάντα συμβεί ως ανάμειξη μεταξύ κακοχωνεμένων δάνειων στοιχείων ή αν η φθορά των ελληνικών ιδεολογημάτων καταλήξει σε τέτοια συρρίκνωση της γλώσσας, ώστε ούτε η ποίηση, το μόνο προϊόν που χάρη στη μοναδικότητα της ελληνικής γλώσσας έχει παραχθεί ως τώρα σε υψηλή ποιότητα, δεν θα μπορεί πια να παραχθεί. Απέναντι σ’όλα αυτά μπορεί κανείς να νιώθει μετέωρος, χωρίς εθνικές ρίζες, με οδύνη ή μπορεί να τα θεωρεί ασήμαντα νιώθοντας πατρίδα του τον κόσμο.