Δευτέρα 21 Δεκεμβρίου 2015

Γλωσσοφύλακες και γλωσσοδίκες


Ο Κωστής Παπαγιώργης αγαπούσε την Ιλιάδα. Η Οδύσσεια του ξίνιζε, την θεωρούσε παραμυθάτη, άγαν φαντασμαγορική για τα γούστα του. Η λέξη του γι' αυτήν ήταν "αδερφίστικη". Όταν ανέφερα κάπου τον χαρακτηρισμό του εκείνον, μερικοί φίλοι ξενίστηκαν, δυο-τρεις ενοχλήθηκαν σφόδρα.
Πιο παλιά, αναγνώστρια σχολίου μου για τον Βόλφγκανγκ Σόυμπλε, αυτόν τον παράλυτο μαιτρ της ευρωπαϊκής πολιτικής, έπεσε πάνω στη λέξη "καροτσάκι". "Αμαξίδιο" πρέπει να λέμε, με διόρθωσε, και ανέπτυξε μια ετοιμοπαράδοτη επιχειρηματολογία για τη στιγματιστική χρήση των λέξεων. Κι ας αυτοαποκαλείται ενίοτε ο ίδιος ο σαρκαστής Γερμανός, "σακάτης", "Krüppel", όπως έχει γραφτεί...
Πολύ συχνές είναι οι ενστάσεις, οι επιθετικές μάλιστα, για τη λέξη "λαθρομετανάστης" – που ενίοτε κι εγώ χρησιμοποιώ. «Κανείς άνθρωπος δεν είναι λαθραίος» αντιτείνουν πολλοί, επισημαίνοντας τον φαιό κίνδυνο που υφέρπει. Ισχύει τάχα το ίδιο για τον λαθρέμπορο, τον λαθροθήρα, τον λαθρεπιβάτη, τον λαθραναγνώστη; τους ρωτάω μερικές φορές. Συνήθως δεν παίρνω απάντηση.
Το κίνημα του politically correct, της πολιτικής ορθοέπειας, του πολιτικού καθωσπρεπισμού, όπως το λέω εγώ, εδώ και χρόνια πολλά επιδιώκει να μπει δραγάτης στη γλώσσα μας και στη ζωή μας. Βαφτίζει τη σφαγή της Σμύρνης "συνωστισμό" για να μη νιώσουνε άβολα οι Τούρκοι, τo χριστουγεννιάτικο δέντρο "Holidays Tree" μη τυχόν σκανδαλιστούν οι άθεοι και οι αλλόπιστοι, ζητάει να εξορίσει το χοιρινό από τα αεροπορικά γεύματα αλλά και χαρακτήρες σαν τη Miss Piggy από την τηλεόραση για να μην ενοχληθούν οι μουσουλμάνοι, προγράφει τον Έμπορο της Βενετίας του Σαίξπηρ και τις Νέγρες του Ζενέ ως έργα αντισημιτικά και ρατσιστικά, τα βάζει με τον Σολωμό γιατί στον Ύμνο του τραγουδά την αιματοβαμμένη άλωση της Τριπολιτσάς, φτιασιδώνει τις αναπηρίες σε επαινετέες "ιδιαιτερότητες", ανακαλύπτει όλη την απεχθή ιστορία της πατριαρχίας στην πανάρχαια λεξούλα "υιοθετώ" και ιδρώνει για να βάλει στη θέση της την "τεκνοθεσία", συντάσσει γελοίες εγκυκλίους για τη "μη σεξιστική χρήση της γλώσσας" κ.ο.κ., κ.ο.κ. Οι καθωσπρεπιστές της γλώσσας παντού εντοπίζουν τον κίνδυνο, και παντού σπεύδουν να επέμβουν, παντού βλέπουν μια ταλαιπωρημένη μειονότητα που βάλλεται και εκβάλλεται, που καθυβρίζεται και τιμωρείται. Και που, φυσικά, έχει ανάγκη τη δική τους μεγάθυμη προστασία.
«Η γλώσσα κόκκαλα δεν έχει και κόκκαλα τσακίζει», λέμε, και ποιος αμφιβάλλει αλήθεια γι' αυτό! Οι λέξεις είναι όπλα, δηλαδή είναι πράξεις, οπλίζουν τον συμμαχητή και χτυπούν τον πολέμιο, μας παρακινούν και μας αποτρέπουν, μας ενθαρρύνουν και μας εκφοβίζουν, οικοδομούν και ερειπώνουν, υμνούν και καγχάζουν, ευλογούν και βασκάνουν ταυτόχρονα. Η καθεμιά τους μπορεί να γίνει την ίδια στιγμή γλυκιά και πικρή, τρυφερή και απάνθρωπη. Με δυο λόγια, είναι δίκοπες τόσο, όσο αμφίθυμα και αντιφατικά, όσα αγαθοεργά και φονικά πλάσματα είμαστε εμείς. Είναι απλώς χέρια κι αυτές, πλάι στα χέρια μας. Όμως ποιος έκοψε ποτέ τα δάχτυλά του, επειδή πέρα απ' το να χαϊδεύει, μπορεί μ’ αυτά και να πνίγει;
Σε τελική ανάλυση, για να παραφράσω την περίφημη ρήση του Λορέντζου Μαβίλη, λέξεις βίαιες, προσβλητικές ή χυδαίες δεν υπάρχουν. Βίαιοι, βάναυσοι και ωμοί είμαστε εμείς, και θα παραμείνουμε τέτοιοι όποιες και όσες λέξεις και αν πετσοκόψουμε.  Όσο ευγενή κι αν φαντάζουν τα κίνητρα (και κάποιων, λίγων, είναι τω όντι) των νέων αυτών λογονόμων, ο αγώνας τους είναι αφελής και κωμικός και ατελέσφορος. Πολύ δε περισσότερο, είναι πολιτικά ύποπτος. Το "Newspeak", απ’ όπου κι αν προέρχεται, ό,τι σκοπούς και αν επικαλείται, με τις μεθόδους του εκκολάπτει αξιώσεις ισχύος αδιαφανείς, τουτέστιν υπουλότερες από αυτές που υποτίθεται πως αντιπαλεύει.
Προσωπικά, ειδικά ως γραφιάς, τέτοιες μεθόδους ούτε τις εμπιστεύομαι ούτε τις παραδέχομαι. Δεν μπορώ να σακατέψω τη γλώσσα μου επειδή κάποιοι εζήλωσαν οψίμως τις δάφνες του Μιστριώτη. Δεν μπορώ να αφήσω τα κλειδιά της στην τσέπη κανενός γλωσσοφύλακα, κανενός γλωσσοδίκη. Όλες οι λέξεις μού χρειάζονται. Δεν γίνεται και δεν θέλω να παραιτηθώ από καμιά τους. Η καθαρολογία, οι ευφημισμοί, οι καθωσπρεπισμοί, η στανική ορθοέπεια, η κορρεκτίλα από την οποία όζει αφόρητα ο δημόσιος λόγος είναι εχθροί μου. Κι αυτό όχι τάχα επειδή απολαμβάνω την ελευθερία (διάβαζε: την ασυδοσία) της έκφρασης, επειδή βρίσκομαι στο απυρόβλητο, περίκλειστος μες στον ελεφάντινο πύργο μου. Αλλά ακριβώς για το αντίθετο: επειδή δεν θέλω να υποκρίνομαι, επειδή δεν ανέχομαι να εξωραΐζω, να μασκαρεύω τον κόσμο που μας περιβάλλει – και μαζί μ’ αυτόν τον εαυτό μου τον ίδιο.
Αυτόν τον κόσμο, που είναι ο δικός μας, ο κοινός μας κόσμος, μόνη δουλειά του συγγραφέα είναι να τον περιγράφει όπως έχει, μέσα στον χαώδη, τον αντιφατικό και οδυνηρό του πλούτο. Όχι να τον φτωχαίνει, όχι να τον λουστράρει αποκρύπτοντας τη σκοτεινή του πλευρά. Ούτε να του κλείνει με φίμωτρο το απύλωτο στόμα.

* Ο Κώστας Κουτσουρέλης είναι συγγραφέας (www.koutsourelis.gr)

Ενετικά τείχη Ηρακλείου

Απεικόνιση των τειχών από τον Μάρκο Βοσίνι (1651)

Τα Ενετικά τείχη του Ηρακλείου αποτελούν μεγάλου μεγέθους οχυρωματικό έργο, για την κατασκευή του οποίου εργάστηκαν πολλοί μηχανικοί και τεχνίτες και δαπανήθηκαν υπέρογκα ποσά[1]. Τα τείχη άρχισαν να κατασκευάζονται το 1462 και ουσιαστικά ολοκληρώθηκαν το 1669, με την κατάληψη του Χάνδακα από τους Οθωμανούς. Τα αρχικά σχέδια των ενετικών τειχών ήταν του Τζάνο ντα Κομποφρεγκόζο, ενώ στη συνέχεια τροποποιήθηκαν από τον Μικέλε Σανμικέλι και η τελική χάραξη είναι έργο του Τζούλιο Σαρβονιάν.[2]
Τα τείχη έχουν περίγραμμα που προσομοιάζει ένα ισοσκελές τρίγωνο, με τη βορεινή πλευρά να είναι παραθαλάσσια και να αποτελεί τη βάση του τριγώνου και τον προμαχώνα Μαρτινέγκο, στο νότιο άκρο να αποτελεί την κορυφή του τριγώνου.[3] Η παραθαλάσσια πλευρά των τειχών και έχει μήκος περίπου 2,7 χλμ. Το συνολικό μήκος των τειχών είναι περίπου 7 χλμ. Στις χερσαίες πλευρές του υπάρχουν επτά προμαχώνες, ο μεγαλύτερος στην κορυφή του τριγωνικού περιβόλου είναι ο προμαχώνας του Μαρτινέγκο. Το τείχος διέθετε τις εξής πύλες, τις Σαμπιονάρα, του Αγίου Γεωργίου, Ιησού, Μαρτινένγκο, Βηθλεέμ, Παντοκράτορα, Αγίου Ανδρέα, Δερματά και του λιμανιού ή Μώλου[4].
Προμαχώνας Αγίου Ανδρέα

To Προμαχωνικό Σύστημα των Ενετικών τειχών


Προμαχώνας Σαμπιονάρα 
Όταν ανακαλύφθηκε η πυρίτιδα, ξεκίνησε η χρήση κανονιών κατά τη διάρκεια της πολιορκίας πόλεων.Τα υπάρχοντα οχυρωματικά έργα δεν επαρκούσαν πλέον και αυτό οδήγησε στην κατάλληλη διαφοροποίηση των οχυρώσεων των πόλεων.Ο νέος τρόπος οχύρωσης που επινοήθηκε ονομάστηκε "προμαχωνικό σύστημα". Στην περίπτωση του Χάνδακα, ήδη απο τον "Αύγουστο του 1462 οι πολίτες ζήτησαν απο τη Βενετική Γερουσία να εγκρίνει την οχύρωση των προαστίων για προστασία..." μια και "...ο μεσαιωνικός οχυρός περίβολος"ήταν" ανίκανος και ακατάλληλος στις νέες απαιτήσεις...".[5] Έτσι δημιουργήθηκαν οι παρακάτω προμαχώνες:
  • Προμαχώνας Βιττούρι
  • Προμαχώνας Ιησού
  • Προμαχώνας Μαρτινέγκο
  • Προμαχώνας Βηθλεέμ
  • Προμαχώνας Παντοκράτορα
  • Προμαχώνας Αγίου Ανδρέα

Τάφος Νίκου Καζαντζάκη

Σύγχρονη χρήση Ενετικών Τειχών Ηρακλείου

Σήμερα τα Ενετικά Τείχη Ηρακλείου είναι επισκέψιμα σε διάφορα σημεία τους καθώς και χρησιμοποιούνται για σειρά εκδηλώσεων και δράσεων. Συγκεκριμένα, επισκέψιμα σημεία, χώροι εκδηλώσεων και σχετικές πολιτιστικές δράσεις περιλαμβάνουν τα παρακάτω:
  • Ο τάφος του Νίκου Καζαντζάκη βρίσκεται στον προμαχώνα Μαρτινένγκο πάνω στα ενετικά τείχη. Ο τάφος του μεγάλου ηρακλειώτη λογοτέχνη, Νίκου Καζαντζάκη (1883-1957) είναι λιτός, πέτρινος και φέρει έναν ξύλινο σταυρό και την διάσημη επιγραφή που ο ίδιος ζήτησε να χαραχτεί: «Δεν ελπίζω τίποτα. Δε φοβόμαι τίποτα. Είμαι λέφτερος.»
  • Το Μικρό Κηποθέατρο Μάνος Χατζηδάκις.
  • Η Όαση[6] (ή κηποθέατρο Νίκος Καζαντζάκης) είναι το τμήμα εκείνο της τάφρου της νέας ενετικής οχυρώσεως που αντιστοιχεί στον Προμαχώνα Ιησού και αποτελεί έναν ανοικτό θεατρικό χώρο 1200 περίπου θέσεων.
  • Η Πύλη Παντοκράτορα.
  • Η Αθέατη Πόλη[7] είναι ένα φεστιβάλ που σκοπεύει μέσα από μια σειρά παρεμβάσεων και δράσεων να αναπτύξει το δημόσιο διάλογο, να ευαισθητοποιήσει και να ενεργοποιήσει τους κατοίκους των περιοχών τόσο σε ατομικό όσο και σε συλλογικό επίπεδο. Το φεστιβάλ φιλοξενεί εκδηλώσεις και δράσεις συλλογικοτήτων, δημιουργικών ομάδων και ενεργών πολιτών, όπως ομιλίες, εικαστικές παρεμβάσεις, εκθέσεις, καλλιτεχνικές εκδηλώσεις, workshops κ.ά. Το 2015 η Αθέατη Πόλη είχε ως κεντρικό θέμα και χώρο διεξαγωγής των εκδηλώσεών της τα ενετικά τείχη Ηρακλείου.
  • Χώροι στάθμεσης αυτοκινήτων.
  • Βοτανικός Κήπος.
  • Γήπεδο Εργοτέλη.

«Εισαγωγικός λόγος» στο βιβλίο του Κλαύδιου Φοριέλ: «Chants populaires de la Grece moderne»

Πηγή:http://www.sakketosaggelos.gr/Article/1468/





«Δημοτικά τραγούδια της σύγχρονης Ελλάδος». Έκδοση Τεγόπουλος-Νίκας, Εισαγωγή Ν. Βέη, μετάφραση Α. Χατζηεμμανουήλ:
 «Όσον μεγαλύτερος θα ήτο ο ενθουσιασμός των σοφών δια την γλώσσαν του Ομήρου και του Πινδάρου, τόσον περισσότερον θα ωφελούντο, εάν εμελετούσαν την νέαν Ελληνικήν, η οποία είναι ζωντανός απόγονος της αρχαίας γλώσσης και διαφυλάσσει καλώς χαρακτηριστικά, τα οποία δεν διεσώθησαν εις τα αρχαία κείμενα.» (Σελ. 6)
 «Ίσως οι σοφοί της Ευρώπης, εάν εγνώριζαν τους νέους Έλληνας, θα εσκέπτοντο ότι η Ελλάς θα ημπορούσε να προσθέση σήμερον περισσότερον από ένα παραδείγματα εις εκείνο του Πυθαγόρα, ο οποίος εταξίδευσε τους αρχαίους καιρούς, δια να γνωρίση την σοφίαν των Ινδιών και της Αιγύπτου.» (Σελ. 6)
 «Η νέα Ελληνική είναι μία γλώσσα αξιοσημείωτος από πάσης απόψεως. Κατά βάθος παρουσιάζει ομοιογένειαν και είναι περισσότερον πλουσία της γερμανικής, είναι διαυγής ως η γαλλική, περισσότερον ευλύγιστος της ιταλικής και πλέον αρμονική της ισπανικής και δεν λείπει τίποτε δια να θεωρηθή από τούδε ως η ωραιότερα γλώσσα της Ευρώπης και αναμφιβόλως είναι η πλέον τελειοποιήσιμος.» (Σελ. 74)
 «Έάν οι Έλληνες επανακτήσουν την ανεξαρτησίαν των, εάν έλθη η ημέρα κατά την οποίαν θα δυνηθούν να αναπτύξουν εν ειρήνη τα σπάνια χαρίσματα, με τα οποία τους έχει προικίσει η φύσις, το κάθε τι επιτρέπει την ελπίδα ότι συντόμως θα πλησιάσουν και ίσως θα προηγηθούν κατά τον πολιτισμόν των άλλων εθνών της Ευρώπης.» (Σελ. 86) 
 «Η Ευρώπη θα οφείλη εις τους Έλληνας ευγνωμοσύνην δι' ό,τι θα πράξουν προς διαφύλαξίν των και οι ίδιοι θα είναι γοητευμένοι μίαν ημέραν, διότι θα δύνανται να γνωρίσουν τα προϊόντα μιας σοφής και καλλιεργημένης ποιήσεως, τα απλά αυτά μνημεία του πνεύματος, της ιστορίας και των ηθών των προγόνων των.» (Σελ. 86)
 «Η δημοτική ποίησις της συγχρόνου Ελλάδος... δεν είναι και δεν δύναται να είναι παρά μια συνέχεια, μια εξακολούθησις, μια αργή και βαθμιαία μεταβολή της αρχαίας ποιήσεως και ειδικώς της αρχαίας λαϊκής ποιήσεως των Ελλήνων.» (Από τον πρόλογο της ως άνω δίτομης έκδοσης. Πηγή: Η «Νεοελληνική ποιητική ανθολογία» του Μέμου Παναγιωτόπουλου, έκδοση Ακάδημος, 1968, τομ. Β', σελ. 465.)

Σολωμική ποίηση και δημοτικά τραγούδια



Πηγή:http://www.kathimerini.gr/317862/article/politismos/arxeio-politismoy/solwmikh-poihsh-kai-dhmotika-tragoydia




Του Παντελη Μπουκαλα



«Το επόμενο έργο [»Ο Υμνος εις την Ελευθερίαν»] είναι ξένο προς τα δημοτικά τραγούδια της Ελλάδας. Το έγραψε τον περασμένο Μάιο ο κύριος Δ. Σoλωμός, νεότατος ποιητής, πολυμαθέστατος και προικισμένος με φαντασία ζωηρή. [...] Το προσθέσαμε στο τέλος της συλλογής του [του Κλωντ Φωριέλ] για να προσφέρουμε στον αναγνώστη τη δυνατότητα να συγκρίνει αυτή τη λαϊκή ποίηση, την τόσο ενδιαφέρουσα για τη φυσική της χάρη και πρωτοτυπία της, με την ποίηση των Ελλήνων που διαμορφώθηκε στο σχολείο των μεγάλων προτύπων της αρχαιότητας. Τη μετάφραση οφείλουμε στον κ. Stanislas Julien, γνωστό από την καλαίσθητη μετάφραση στα γαλλικά του ελληνικού ποιήματος του Κολούθου ««Ελένης αρπαγή» και της «Ελληνικής Πατριωτικής Λύρας» του Ζακυνθίου Κάλβου».


Αυτά έγραφε το 1825 ο εκδότης Firmin Didot (τα αντλώ από το βιβλίο «Ο «Υμνος εις την Ελευθερίαν» του Διονύσιου Σολωμού και οι ξενόγλωσσες μεταφράσεις του», επιμ. Κατερίνα Τικτοπούλου, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 1998), αιτιολογώντας την απόφασή του να περιλάβει στον δεύτερο τόμο των «Ελληνικών Δημοτικών Τραγουδιών» του Φωριέλ το σολωμικό ποίημα, «το αισθητικό έργο που πρώτο μετουσίωσε καλλιτεχνικά το ιστορικό γεγονός σε πνευματική κατάθεση και λογοτεχνική μαρτυρία» όπως το χαρακτηρίζει ο Π.Δ. Μαστροδημήτρης στο κείμενό του «Η άλωση της Τριπολιτσάς στον «Υμνον εις την Ελευθερίαν» του Διονύσιου Σολωμού» (βλ. το βιβλίο του «Επτανησιακά - Μελετήματα για την επτανησιακή λογοτεχνία και κριτική (1960-2005)», εκδ. «Πορεία», 2005). «Ο «ύμνος στην Ελευθερία» του Σολωμού, του δημοτικού ποιητή της νέας Ελλάδας, μεταφρασμένος από τον κ. Στανισλάς Ζουλιέν και περασμένος στο τέλος του δεύτερου τόμου των «Δημοτικών Τραγουδιών της Νέας Ελλάδας» του Φωριέλ, είχε τότε γίνει δεκτός με μεγάλη ευμένεια από το κοινό», σημειώνει ο Γεώργιος Τερτσέτης στις 9 Μαρτίου 1857, σε σύντομη νεκρολογία του για τον ποιητή στο περιοδικό Le Moniteur Grec.





Εχουμε πολλούς λόγους να πιστεύουμε ότι η απόφαση του Φερμίνου Διδότου να ταιριάξει τη δημοτική ποίηση με τους στίχους του ανθρώπου που θα γινόταν ο γενάρχης της νεοελληνικής ποίησης θα κατασυγκινούσε τον Σολωμό, λάτρη των δημοτικών τραγουδιών. «Στη Ζάκυνθο», γράφει ο Μαρίνος Σιγούρος, «ο Σολωμός καταγίνεται μελετώντας τα δημοτικά τραγούδια, τον Ερωτόκριτο, τη Βοσκοπούλα κι άλλα, και τη νύχτα συχνάζει σε διάφορες διασκεδάσεις». Αριστος γνώστης ο Ιάκωβος Πολυλάς σημειώνει στα «Προλεγόμενά» του: «Με την αυτομόρφωτη αυτή γλώσσα εσυγγένευε ο ποιητικός νους του Σολωμού, και αυτός άρχισε να τη μελετήσει, άμα επέστρεψε εις την πατρίδα του, ώστε ες ολίγο διάστημα καιρού επήρε το πνεύμα της από το στόμα του λαού και από τα εθνικά τραγούδια, τα οποία ήδη εφρόντιζε να συνάξει από τα διάφορα μέρη της Ελλάδος. Ο ενθουσιασμένος εκείνος ερευνητής των ποιητικών αριστουργημάτων της αρχαιότητας και των νεότερων έκλινε πρόθυμα το αυτί εις τα αυτοσχεδιάσματα ενός τυφλού γέροντος, οπού εζούσε εις την Ζάκυνθο με το τραγούδι· εδυνάμωνε μες στην ψυχή του νέου ποιητή το θάρρος του εις το μέλλον του έθνους, όταν ετύχαινε ν' ακούσει από το άτεχνο στόμα του φτωχού Νικολάου στίχους γενναίους καθώς είναι οι εξής, από μιαν περιγραφή πυρκαϊάς εις τα Ιεροσόλυμα: «Ο Αγιος Τάφος του Χριστού, εκείνος δεν εκάη· / εκεί που βγαίνει τ' Αγιο Φως άλλη φωτιά δεν πάει»».


«Χαίρομαι να παίρνονται για ξεκίνημα τα δημοτικά τραγούδια», έγραφε προς τον Γεώργιο Τερτσέτη ο Σολωμός το 1833, «θα 'θελα, όμως, όποιος μεταχειρίζεται την κλέφτικη γλώσσα, να τη μεταχειρίζεται στην ουσία της και όχι στη μορφή της». Ο ίδιος «συνεκέντρωνε τραγούδια από διάφορα μέρη της Ελλάδος», γράφει ο Εμ. Κ. Χατζηγιακουμής στο έργο του «Νεοελληνικαί πηγαί του Σολωμού - Κρητική λογοτεχνία, δημώδη μεσαιωνικά κείμενα, δημοτική ποίησις» (Αθήνα, 1968), απόδειξη δε «αποτελεί τετράδιον πλήρες δημοτικών τραγουδιών της Κύπρου, το οποίον ευρέθη μεταξύ των χειρογράφων του ποιητού». Ο Χατζηγιακουμής μνημονεύει επίσης τη «μαρτυρία του Ιταλού ποιητή Regaldi, καθ' ην ούτος, ταξιδεύων εις Ηπειρον, έχει ήδη εις χείρας του Μανούσου αντίτυπον της συλλογής του Fauriel πλήρες ιδιογράφων σημειώσεων του Σολωμού. Το αντίτυπον τούτο απωλέσθη και παρά τας έρευνας του καθηγητού Ν.Β. Τωμαδάκη, δεν ανευρέθη, ουδέ έχομεν περί τούτου ετέραν μαρτυρίαν. Ωστε, αν και υπό των περισσοτέρων μελετητών η πληροφορία του Regaldi γίνεται αποδεκτή, εν τούτοις επιβάλλεται κάποια επιφύλαξις».


Ισως -τίποτε δεν απαγορεύει εδώ την υπόθεση- κάποιες από τις «ιδιόγραφες σημειώσεις» του Σολωμού να βρίσκονταν πάνω στις σελίδες της συλλογής του Φωριέλ με τα δύο δημοτικά ποιήματα που αφορούν την άλωση της Τριπολιτσάς, και τα οποία δεν είναι απίθανο να τα είχε ακούσει ο Σολωμός πριν τα διαβάσει τυπωμένα. «Αυτά τα δυο τραγούδια αποτελούν στο μοναδικό αντίγραφο που ήρθε στα χέρια μου μιαν ενιαία σύνθεση», γράφει στο μικρό εισαγωγικό του ο Φωριέλ (βλ. την έκδοση του Πανεπιστημίου της Κρήτης, με επιμέλεια του Αλέξη Πολίτη): «Κρίνοντας από τη διάθεση του ποιητή, ο κύριος σκοπός της σύνθεσης είναι να θρηνήσει τη δυστυχία και την αιχμαλωσία του Κιαμίλ-μπεη, που τον συνέλαβαν στην Τριπολιτσά οι επαναστατημένοι Ελληνες του Μοριά, το 1821. [...] Το πρώτο [τραγούδι] είναι μια αρκετά ζωηρή εικόνα των σπουδαιότερων περιστατικών της πολιορκίας της Τριπολιτσάς. [...] Το άλλο κομμάτι μπορεί να θεωρηθεί σαν θρήνος ή ελεγεία για τις συμφορές των Τούρκων του Μοριά γενικώς, και του Κιαμίλ-μπεη ειδικά, κατά το πρώτο έτος της ελληνικής επανάστασης. Οι στίχοι έχουν χάρη, και το ύφος είναι πολύ παθητικό: ένας βουνίσιος Ελληνας δεν θα ήταν τόσο ευαίσθητος στις ατυχίες των δεσποτών του. Εκτός από αυτό όμως, τίποτε άλλο δεν εμποδίζει το τραγούδι να είναι λαϊκό: οι νικητές τραγουδούν ευχαρίστως τις δυστυχίες των νικημένων».


«Ηταν ημέρα βροχερή και νύχτα χιονισμένη / όταν για την Τριπολιτσάν κίνησεν ο Κιαμίλης» ακούμε στο πρώτο τραγούδι, την «Αλωση της Τριπολιτσάς». «Στον ερχομόν του κι οι Γραικοί επλάκωσαν το κάστρον· / τους Τούρκους έκλεισαν στενά, βαρεά τους πολεμούσαν. [...] «Τώρα να ιδείτε», φώναξε τότ' ο Κολοκοτρώνης, / «να ιδείτε ελληνικά σπαθιά και κλέφτικα τουφέκια», / πώς πολεμούν οι Ελληνες, πώς πελεκούν τους Τούρκους». Δεν είναι εδώ σαν ν' ακούμε, μαζί με τον Σολωμό, «ξύλα και πελέκια»;


Και πάλι φώναξε ο Κολοκοτρώνης: «Μολάτε τα τουφέκια σας, και βγάλτε τα σπαθιά σας, / βάλετε την Τουρκιάν εμπρός, σαν πρόβατα στην μάνδραν». Δεν είναι εδώ σαν να βλέπουμε «χάμου [να] πέφτουνε κομμένα / χέρια, πόδια, κεφαλές, / και παλάσκες και σπαθία / με ολοσκόρπιστα μυαλά, / και με ολόσχιστα κρανία, / σωθικά λαχταριστά;»


«Τους πήγαν και τους έκλεισαν εις την μεγάλην τάμπιαν», συνεχίζει το δημοτικό· «απελογάτ' ο Κεχαϊάς προς τον Κολοκοτρώνην· «Κάμε ισνάφι στην Τουρκιά, κόψε, πλην άφ'σε κιόλας». Πόσο μακριά βρισκόμαστε από το «Ω! φθάνει, / φθάνει· έως πότε οι σκοτωμοί»;


Ο Κολοκοτρώνης του δημοτικού, ο Κολοκοτρώνης των «Απομνημονευμάτων» και ο Σολωμός του «Υμνου» ερμηνεύουν με τον ίδιο τρόπο το «πελέκημα», τον «σκληρόψυχο τον τρόπο του πολέμου»: με τη μνήμη των νεκρών. Στα «Απομνημονεύματά» του ο Γέρος του Μοριά «επαρηγορήθηκε και διά τον σκοτωμόν των Τούρκων», ενθυμούμενος «πόσοι από το σόγι του και από το έθνος του εκρεμάσθησαν». Στο δημοτικό, ο αρχικαπετάνιος απαντά στον Κεχαγιά, υπαρχηγό του Χουρσίτ πασά που για να υποτάξει της επανάσταση είχε μακελέψει τη Βοστίτσα: «Τι φλυαρείς παλαιό-Τουρκε, τι λες παλαιομουρτάτη; / Ισνάφι έκαμες εσύ εις την πικρήν Βοστίτσαν, / όπ' έσφαξες τ' αδέρφια μας και όλους τους δικούς μας;» Και στον «Υμνο», στις στροφές που όπως έχει υποδείξει ο Ν.Β. Τωμαδάκης συγγενεύουν με την ομηρική «Νέκυια», την εντολή της εκδίκησης και του θανάτου είναι σαν να τη δίνει η «εντάφια συντροφιά», «ίσκιοι / αναρίθμητοι γυμνοί, / κόρες, γέροντες, νεανίσκοι, / βρέφη ακόμη εις το βυζί», «όσοι είν' άδικα σφαγμένοι / από τούρκικην οργή». Μ' αυτά στο νου γράφει ο Σπυρίδων Τρικούπης: «Πόσον προσφυής είναι ο τρόπος, με τον οποίον ο ποιητής επιχειρίζεται να δικαιολογήση την τόσην σφαγήν εκείνης της τρομερής ημέρας! Υποθέτει ότι αναρίθμητοι ίσκιοι των αδικοφονευμένων Ελλήνων αναίβαιναν από τα σπλάγχνα εις το πρόσωπον της γης, οι οποίοι χορεύοντες μέσ' τα πηκτά αίματα, βρυχίζοντες βραχνά, και μανίζοντες εις το πλάγι των Ελλήνων έγγιζαν τα στήθη των πολεμιστών· αυτό το έγγισμα έδιωχνεν από την ελληνικήν καρδίαν κάθε αίσθημα λύπης, και κατ' αυτόν τον τρόπον «...αυξάνει του πολέμου / ο χορός τρομαχτικά»».


Στο δεύτερο δημοτικό, η άλωση έχει συντελεστεί («πήραν τα κάστρα, πήραν τα, πήραν και τα δερβένια») και ο ανώνυμος ποιητής, ο δήμος, δεξιώνεται και αναδεικνύει τον πόνο των εχθρών: «Κλαίουν στους δρόμους Τούρκισσες, πολλές εμιροπούλες [...] Κλαίουν τ' αχούρια γι' άλογα και τα τζαμιά γι' αγάδες, / κλαίει και η Κιαμίλαινα τον δόλιον της τον άντρα». Και μόνη αυτή η δεξίωση, που όσο ξέρω έχει επαναληφθεί σε κρητικό μοιρολόγι για Γερμανούς σκοτωμένους, αρκεί για να καταδείξει το ύψος της δημοτικής ποίησης, ύψος που ο Σολωμός το θεώρησε χωρίς να ζαλιστεί.

Κλοντ Φοριέλ



Το 1824 ο Γάλλος λόγιος Κλοντ Φοριέλ συγκέντρωσε, ταξινόμησε και παρουσίασε για πρώτη φορά στο ευρωπαϊκό αναγνωστικό κοινό ένα σεβαστό αριθμό ελληνικών δημοτικών τραγουδιών, σε ένα μεγαλειώδες έργο με τίτλο Δημοτικά Τραγούδια της Σύγχρονης Ελλάδας.Με την πεποίθηση ότι ως ιδέα και ως έκφραση το δημοτικό τραγούδι αφορά άμεσα τους Έλληνες κάθε εποχής, οι εκδόσεις ΝΙΚΑΣ παρουσιάζουν σήμερα μια ανανεωμένη έκδοση της συλλογής του Φοριέλ, που ανταποκρίνεται στις ανάγκες του σύγχρονου αναγνώστη. Προσαρμοσμένο στη ζωντανή, δημοτική γλώσσα, το σημαντικό αυτό έργο-περιπλάνηση στον ανεξάντλητο πλούτο της λαϊκής μας παράδοσης έρχεται να συναντήσει και πάλι το ελληνικό κοινό.


(Κείμενα ἀπὸ τὸν Φλωριέλ)

Ἀπὸ περ. ΝΕΑ ΕΣΤΙΑ, Ἀφιέρωμα στὸ ’21, Χριστούγεννα 1970, Νο 1043 σσ. 246-59

Εἰσαγωγή


Δεν έχουμε τιμήσει αρκετά τον Claude Fauriel, δεν ξέρω να υπάρχη κάπου ο ανδριάντας ή η προτομή του, κι’από όσο ερεύνησα, μόνο σε δύο μακρινές συνοικίες των Αθηνών έχουμε δρόμο με τ’ όνομά του. Είναι ο μεγάλος πνευματικός φιλέλληνας από το Saint–Étienne της Γαλλίας (1772–1844),που με την έκδοση των «Νεολληνικών Τραγουδιών» του («Chants populaires de la Grèce moderne» I-II,à Paris 1824 –1825) έδειξε στο ευρύτερο κοινό της Ευρώπης τα αναμφισβήτητα πνευματικά δικαιώματα των Νεοελλήνων για ελευθερία, κι’εβοήθησε ηθικά τον αγώνα μας, ίσως πολύ περισσότερο από την οποιαδήποτε υλική εξωτερική βοήθεια. (1)

Με φιλελληνικό ζήλο και φιλολογική προσοχή άρχισε ο Φωριέλ να συγκεντρώνη τα τραγούδια της συλλογής του, αμέσως με τα πρώτα μηνύματα των απελευθερωτικών εκδηλώσεων στην Ελλάδα, και το σπουδαιότερο –που είναι και κατόρθωμα ψυχολογικό– μπόρεσε ν’ αξιοποιήση τον ενθουσιασμό που είχαν οι Έλληνες του εξωτερικού, λόγιοι και εμπορευόμενοι, και να τους αποσπάση τα τραγούδια που ήξεραν ή να τονώση τον ζήλο της συλλογής. (2)

Ιδιαίτερη σημασία –φιλολογική αλλά και ιστορική– έχει το γεγονός, ότι συγκροτημένη έκδοση νεοελληνικών δημοτικών τραγουδιών επραγματοποίησε πρώτος ο Φωριέλ, και μάλιστα αμέσως μετά την έναρξη του απελευθερωτικού αγώνα των Νεοελλήνων. (3) Καμαρώνει γι’ αυτό στον πρόλογο της συλλογής του, επειδή έχει υπόψη του προηγούμενες ετοιμασίες άλλων συλλογέων (του γερμανού Haxthausen(4) των ελλήνων Μουστοξύδη ή Σχινά κ.ά.). Εάν, γράφει, «η συλλογή που παρουσιάζω είναι η πρώτη που δημοσιεύεται, αυτό είναι μια εξαιρετική εύνοια της τύχης, που δεν επερίμενα» (Ι σελ.ΙΙ, ελλ. έκδ. σ.2) (5).

Θα το θεωρούσαμε φυσικό, αν στην κατηγορία «τραγούδια ιστορικά» της συλλογής του Φωριέλ ευρίσκαμε μόνο παλιότερα της Τουρκοκρατίας, ή κλέφτικα και αρματολικά ως τα Σουλιώτικα. Το ότι όμως πρόφτασε ο συλλογέας να περιλάβη –έστω και στον Β΄ τόμο του, τυπωμένον στα 1825– τραγούδια εμπνευσμένα από την ίδια την Επανάσταση (ένα για τα Μολδοβλαχικά γεγονότα, ένα για τον θάνατο του Αθ. Διάκου κι’ ένα τρίτο για την άλωση της Τριπολιτσάς), και μάλιστα ενώ βρισκόταν τόσο μακριά από την Ελλάδα, είναι κάτι που μας ξαφνιάζει αλλά και μας διδάσκει πολλά για την άμεση δημιουργία και τη γρήγορη σχετικά διάδοση των τραγουδιών του αγώνα μας, στον τότε Ελληνισμό. (6)

Τραγούδια επίκαιρα σημείωναν κάποτε κι’ οι απομνημονευματογράφοι του αγώνα, αλλά δεν μας τα έδωσαν αμέσως, όπως ο Φωριέλ. Στα «Απομνημονεύματα» του Φωτάκου (υπασπιστή του Θ. Κολοκοτρώνη) ανευρίσκουμε δημοτικά τραγούδια των γεγονότων 1821–28, αλλά αυτά μπήκαν από τη Β΄ έκδοση του βιβλίου του, που έγινε το 1899. (7)

Οι συλλογές που άρχισαν να δημοσιεύονται μετά τον Φωριέλ (του Γάλλου αξιωματικού Voutier, το 1826, που ήταν αυτόπτης του Εικοσιένα, άλλες τοπικές Ανθολογίες, και έπειτα οι συστηματικότερες των Kind, Tommaseo, Μανούσου, Ζαμπέλιου κ.ά., ύστερ’ από το τέλος του απελευθερωτικού πολέμου) (8) μπόρεσαν βέβαια να περιλάβουν και νέα τραγούδια του αγώνα, που μερικά έγιναν επίσης κλασσικά: του Λάλα, τ’ Αναπλιού, του Δράμαλη, του Μάρκου Μπότσαρη, του Μεσολογγιού, του Καραϊσκάκη, του Δηρού. (9)
Μας ενδιαφέρουν όμως εδώ τα πρώτα κείμενα που δημοσιεύτηκαν, τα πρώτα τραγουδήματα του Εικοσιένα, και μάλιστα της πρώτης πολεμικής χρονιάς, που έφτασαν ως τον Φωριέλ κι’ έκαμαν πλατύτερα γνωστά τα πρώτα γεγονότα και τους ήρωες. Πώς γεννήθηκαν αμέσως από τα γεγονότα αυτά, πώς ταιριάστηκαν στον στίχο τους, πως έφτασαν στα χέρια του Φωριέλ, κι’ αν είχαν άλλες παραλλαχτικές εξελίξεις ως σήμερα. 

Τρία είναι τα κείμενα αυτά. Τα σημειώνω με τη σειρά που δημοσιεύτηκαν από τον Φωριέλ, και που, όπως φαίνεται, ακολουθούν έτσι τη χρονική ιστορική διαδοχή τους: 
1. Ο θάνατος του Διάκου [24 Απριλίου 1821] (10).
2. Θάνατος του Γεωργάκη [Ολύμπιου] και Φαρμάκη [Σεπτέμβριος 1821] (Κατά Παπαρρηγόπουλον 23 Σεπτεμβρ.).
3. Άλωση της Τριπολιτσάς – Αιχμαλωσία του Κιαμήλμπεη [24 Σεπτ. 1821].

Πρόκειται για την εξύμνηση τριών από τα πιο συγκλονιστικά γεγονότα της πρώτης χρονιάς του αγώνα, που ήταν φυσικό να εντυπωσιάσουν Έλληνες και ξένους και να κάμουν αισιόδοξον τον μαχόμενο Ελληνισμό, είτε για το παράδειγμα των δύο ηρώων (του Διάκου και του Ολύμπιου), είτε από την αποφασιστική σημασία της νίκης (της Τριπολιτσάς).

Ο Αθανάσιος Διάκος, ωραίος αρματολός και συναρπαστικά γενναίος, πολύ περισσότερο που ήταν κληρικός, εσυγκλόνισε το πανελλήνιο όχι μόνο με τον ηρωϊσμό, αλλά και με το φοβερό θάνατό του, που ήρθε να μαράνη την ωραία ελπίδα για μια νεανική νίκη του στην Αλαμάνα. Ετραγουδήθηκε σαν σύμβολο.

Ο Γιωργάκης Ολύμπιος είχε, εκείνα τα χρόνια, μια φήμη, ιδιαίτερα στους Έλληνες του εξωτερικού, όση εμείς οι νεώτεροι δεν συγκρατήσαμε. Αρματολός του Ολύμπου που από παλιότερα, αναδείχτηκε βαλκανικός ήρωας από το 1800, πολεμώντας, πλάϊ στους Σέρβους, στους Ρουμάνους και στους Ρώσους, τον Τουρκικό εχθρό. Με το κίνημα του Υψηλάντη, το 1820, ο ελληνικός λαός έμαθε ή διαισθάνθηκε, ότι αυτός ήταν η ψυχή του αγώνα στη Μολδοβλαχία. Κι έμεινε έτσι πραγματικά, ως το ηρωϊκό ολοκαύτωμά του στο Μοναστήρι του Σέκου.

Η άλωση τέλος της Τριπολιτσάς ήταν για τον τότε ελληνισμό (που πρέπει να τον βλέπουμε και στην ακμαία διασπορά του) ένα πάρσιμο Πόλης, κάτι σαν προανάκρουσμα, στα εύκολα λαϊκά όνειρα, για μια αντίστροφη αλλαγή της τύχης. Ένας ελεύθερος Μοριάς, αφού πάρθηκε η οχυρή του πρωτεύουσα, θα έφερνε τη λευτεριά ως την Πόλη. («Πήραν τα κάστρα, πήραν τα…»). Αλλά και το ξάφνιασμα από την απίστευτη πτώση των ως τώρα μεγάλων και ισχυρών έφερε και τον συμπληρωματικό (όπως θα δούμε) θρήνο για τον Κιαμήλμπεη και τους Τούρκους… 

Τα τραγούδια ταιριάστηκαν πάνω σ’ αυτά τα ζεστά «ιστορικά» θέματα (άλλοι κόσμοι από τους συνηθισμένους των κλέφτικων) και ταξίδεψαν γρήγορα ως την Ευρώπη, όπου η ξενιτιά, στις δύσκολες ώρες, γίνεται δρόμος εθνικός για την πιο ευαίσθητη μεταβίβαση.

Κάτι που έχει ιδιαίτερη σημασία στη συλλογή του Φωριέλ, είναι ότι μαζί με τα κείμενα των τραγουδιών δημοσιεύονται και περιγραφές από τα γεγονότα (ή την παράδοση) που τα εδημιούργησαν. Οι περιγραφές δόθηκαν από τους ίδιους πληροφορητές. Έτσι έχουμε, κοντά στα τραγούδια, και τις πρώτες «ιστορικές» (έστω και θρυλούμενες) μαρτυρίες, για τα γεγονότα που πραγματεύονται. Στην περίπτωση των τραγουδιών του Εικοσιένα, μπορούμε να πούμε πως ο Φωριέλ μας δίνει, με τα στοιχεία αυτά, και τα πρώτα πολεμικά «ρεπορτάζ» από τον αγώνα που τον συγκινούσε. Ήθελε πολύ να κάμη τους αναγνώστες του να ενδιαφερθούν. Και με το ίδιο αυτό πνεύμα θα του πρόσφεραν «από διάφορες προελεύσεις οι Έλληνες» (11) στοιχεία και κείμενα.

Για τον τρόπο που έφταναν στα χέρια του τα τραγούδια και που τα επεξεργαζόταν, ώσπου να τα δημοσιεύση, ο Φωριέλ μας δίνει γενικές και ειδικές πληροφορίες στους προλόγους του:Γενικά: α) Πήρε μερικά τραγούδια έτοιμα από συλλογή του Κοραή (τ. Ι σ. ΙΙ, ελλ. έκδ. σελ. 2). β) ΄Ελληνες από διαφόρους τόπους του έδιναν ή έστελναν τραγούδια (Ι σ. ΙΙ ελλ. έκδ. σ. 2). γ) Ταξίδεψε ο ίδιος στη Βενετία και στην Τεργέστη, όπου Έλληνες εργατικοί (τεχνίτες και νοικοκυρές) του υπαγόρευαν ή του έγραφαν, ανορθόγραφα αλλά πιστά, τα τραγούδια που ήξεραν και που κάποτε τα τραγουδούσαν (ΙΙ 307, ελλ. έκδ. σελ. 296). δ) Από τις παραλλαγές του κάθε τραγουδιού που έφταναν στα χέρια του, διάλεγε την αισθητικά και γλωσσικά καλύτερη, ή έκανε συνδυασμούς, παίρνοντας όμως και τη γνώμη Ελλήνων λογίων (του εξωτερικού) για τις πρωτοβουλίες του (βλ. Ι σελ. ΙΙΙ, ν και ΙΙ σελ. 306. Ελλ. έκδ. σ. 2, 3 και 297) (12). ε) Έγραφε τις προλογικές σημειώσεις του (στο κάθε τραγούδι) παίρνοντας πληροφορίες από πρόσωπα ενημερωμένα. Κάποτε οι πληροφορητές του είχαν γνωρίσει προσωπικά τους οπλαρχηγούς. (Ι. σελ. ΙΙΙ και ΙΙ σελ. 311. Ελλ. έκδ.σ.3 και 298).
Ειδικά, ως προς τα κείμενα που θα εξετάσουμε: α΄. Το τραγούδι «του Διάκου» το πήρε ο Φωριέλ «από Έλληνα φίλο του», που το κατέγραψε στους ίδιους τόπους όπου στιχουργήθηκε. Είχε όμως, όπως σημειώνει, και δεύτερη παραλλαγή, από όπου εσυνδύασε μερικά σημεία (ΙΙ 33, ελλ. έκδ. σ. 212).
β΄. Τα ιστορικά στοιχεία του τραγουδιού των «Γεωργάκη και Φαρμάκη» του τα έδωσε «νέος Έλληνας με πνευματικότητα», που είχε ακριβείς πληροφορίες και θα μπορούσε να γράψη πλήρη βιογραφία του Ολύμπιου (βλ. ΙΙ σ. 39, ελλ. έκδ. σελ. 214).
γ΄. Τα δυο τραγούδια «της Τριπολιτσάς και του Κιαμήλμπεη» τα πήρε ενωμένα στο χειρόγραφο που του έδωσαν αλλά, «κρίνοντας το πνεύμα του ποιητή», τα χώρισε σε δύο (ΙΙ σ. 55, ελλ. έκδ. σ. 219).

Θα παραθέσω ένα – ένα τα βασικά κείμενα των τραγουδιών αυτών, όπως τα δημοσιεύει ο Φωριέλ, (13) θα τα πλαισιώσω με τα κύρια ιστορικά και πολιτιστικά τους στοιχεία, και θα δείξω κάπως τη φιλολογική μορφολογία και την ποιητική σημασία τους.





ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

1. Για τη ζωή και τη φιλολογική δράση του Φωριέλ γράφει ο αείμνηστος καθηγητής Βέης στην ελληνική έκδοση: «Claude Fauriel, Δημοτικά Τραγούδια της Συγχρόνου Ελλάδος, εισαγωγή Νίκου Α. Βέη (Bees) μετάφρασις Απ. Χατζηεμανουήλ, Αθήνα (εκδ. Νίκα) 1956, α΄– ιδ΄. Ενδιαφέρουσα διεθνώς, για το έργο του Φωριέλ και την απήχηση των συλλογών του στην Ευρώπη, είναι η εργασία του γιουγκοσλάβου καθηγητού M. Ibrovac «Claude Fauriel et la fortune européenne des poesies populaires grecque et serbe, Paris (Didier) 1966.

2. Βλ.τόμ.Ι σελ.ΙΙ και τόμ. ΙΙ σελ. 306-7 (ελλ.έκδοση, σελ. 2-3 και 295-8).

3. Βλ. και Σίμου Μενάρδου, Περί της πρώτης εκδόσεως των Δημοτικών μας τραγουδιών [διάλεξη]. Εν Αθ.1925.

4. Καταρτίσθηκε το 1814 αλλά μπόρεσε να δημοσιευθή πολύ αργά, το 1935 (Werner von Haxthausen, “Neugriechische Volkslieder”, Münster i. w. 1935)

5. Για τις πριν από τον Φωριέλ προσπάθειες ή μικροδημοσιεύσεις ελλ. τραγουδιών, βλ. Δ. Α. Πετροπούλου, «Συμβολή εις την βιβλογραφίαν των ελληνικών δημοτικών τραγουδιών 1771-1850», στην «Επετηρίδα του Λαογρ. Αρχείου»,τομ. Η΄ εν. Αθ. 1953-4, σ. 58-68.

6. Για τα θέματα αυτά, δημιουργίας και διάδοσης του τραγουδιού, βασική μένει πάντα η μελέτη (διάλεξη στον «Παρνασσό») του Ν. Γ. Πολίτη «Γνωστοί ποιηταί των δημοτικών ασμάτων» (περιοδ. «Λαογραφία», τόμ. Ε΄ Αθ. 1915-16 σ. 489-521). Ακολουθεί το άρθρο του Γιάννη Βλαχογιάννη «Λαός ο ποιητής», επίσης στη «Λαογραφία» (Τομ.Ζ΄. Αθ.1923 σελ. 79-84). Από την ξένη βιβλιογραφία σημειώνουμε: A.Lord, “The Singer of Tales” Harvard Un. Press, 1960. 

7. Φωτίου Χρυσανθοπούλου ή Φωτάκου, Απομνημονεύματα περί της Ελληνικής Επαναστάσεως (εκδοθέντα υπό Σταύρου Ανδροπούλου, Αεροπαγίτου) εν Αθήναις 1899 (τ. Α-Β). Νέα πρόσφατη έκδοση: Φωτάκου, Απομνημονεύματα περί της Ελληνικής Επαναστάσεως, τόμοι Α-Β [με συνεχή αρίθμηση] «Φιλολογικά Χρονικά» Αθήναι 1960. (Δίνονται περί τα 15 κείμενα).

8. Βλ. Δ. Α. Πετροπούλου, Συμβολή εις την βιβλιογραφίαν κλπ. ό.π. σελ. 72 – 106.

9. Πρώτη σχετική συγκέντρωση των κειμένων αυτών βρίσκουμε στη συλλογή A. Passow («Τραγούδια Ρωμαίικα», Λειψία 1860), έπειτα στις «Εκλογές» του Πολίτη (Αθ. 1914) με την πλούσια βιβλιογραφία των πηγών, και τελευταία, στην έκδοση της Ακαδημίας Αθηνών («Ελληνικά δημοτικά τραγούδια», Τόμ. Α΄, εν Αθ. 1962), στην κατηγορία πάντα των «Ιστορικών Τραγουδιών».

10. Παίρνω τις χρονολογίες από το βιβλίο: Κώστα Μάγερ, Το ημερολόγιο της Επαναστάσεως του 1821, Αθήναι 1961. (Στους διαφόρους ιστοριογράφους κυμαίνονται).

11. Βλ. τόμ. Ι σελ. ΙΙ (ελλ. έκδ. σελ. 2) και κείμενα. 

12. Ο Γιάννης Αποστολάκης, στο βιβλίο του «Τα Δημοτικά Τραγούδια, μέρος Α΄, οι Συλλογές» (Αθ. 1929) γράφει σχετικά: «Και η συλλογή του Φωριέλ έχει, εδώ κι’ εκεί, τραγούδια με κείμενα αλλαγμένα, ή καλύτερα, φτιασμένα από τις διάφορες παραλλαγές που είχε. Όμως τέτοια τραγούδια είναι λίγα. Ως τόσο κι’ αυτή χρειάζεται εξέταση». (σελ. 10, 1).

13. Κάνω ελάχιστες τακτοποιήσεις στο γραμματικό μέρος και στίξη, αφαιρώ τα καταληκτικά – ν –, που ο ίδιος ο Φωριέλ δηλώνει ότι του τα επέβαλαν λόγιοι Έλληνες (Ι. σ. ΙΙΙ, ελλ. έκδ. σ. 2) και δίνω ενιαία ορθογραφία, κατά το σύστημα Τριανταφυλλίδη.

Κυριακή 20 Δεκεμβρίου 2015

Άμαντος Κωνσταντίνος (1874-1960



Φωτοαναστατική επανέκδοση με ευρετήριο ονομάτων και πραγμάτων.



[...] Στην έκδοση περιέχονται 63 έγγραφα, τα οποία παρέχουν πληροφορίες για το διαφωτιστικό και επαναστατικό έργο του Ρήγα Βελεστινλή καθώς και για τα γεγονότα της συλλήψεώς του. Συγκινητική είναι η περίπτωση των εγγράφων, που καταγράφουν τα αντικείμενα του Ρήγα όταν τον συνέλαβαν στην Τεργέστη. Ζωντανή μαρτυρία, πέρα από τους θρύλους, που είχαν μέχρι τότε δημιουργηθεί και είχαν επισκιάσει την ιστορική μορφή του εθνεργέτη Ρήγα Βελεστινλή.

Η φωτομηχανική επανέκδοση, που περιέχει και ευρετήριο, θα είναι σημαντικό απόκτημα για τους αναγνώστες και τους ερευνητές, οι οποίοι, ιδιαίτερα τώρα κατά τη σημαντική επέτειο των διακοσίων χρόνων (1798-1998) από το μαρτυρικό θάνατο του Ρήγα, θα μπορούν να μελετούν, πέρα από τις βιβλιοθήκες, το βιβλίο αυτό με τα έγγραφα, από τα αρχεία της Βιέννης. [...]

Άμαντος Κωνσταντίνος (1874-1960): μια βιογραφία
Κωνσταντίνος Άμαντος





(Δημοσιεύεται χάρις την ευγενική άδεια που μας παρείχε η Κα Ελένη Γαρδίκα - Κατσιαδάκη, διευθύνουσα του Κέντρου Ερεύνης της Ιστορίαςτου Νεωτέρου Ελληνισμού της Ακαδημίας Αθηνών)
Ο Κωνσταντίνος Άμαντος γεννήθηκε στην Τουρλωτή της Χίου στις 2 Αυγούστου του 1874. Οι γονείς του, γεωργοί, κατάγονταν από το χωριό Ζυφιά. Τα παιδικά του χρόνια ήταν δύσκολα, σημαδεύτηκαν από τον πρόωρο θάνατο της μητέρας του και τριών αδελφών και ο Άμαντος υποχρεώθηκε να εργάζεται μέχρι το πέρας των γυμνασιακών του σπουδών. Από το 1893 έως το 1897 δίδαξε ως δημοδιδάσκαλος στην "Αστική Σχολή" της Χίου. Υπότροφος, κατόπιν διαγωνισμού, του Κληροδοτήματος Πρωΐου φοίτησε για ένα έτος (1898) στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Το1899 μετέβη στην Γερμανία και συνέχισε τις σπουδές του στα πανεπιστήμια του Βερολίνου και του Μονάχου, όπου το 1903 ανακηρύχθηκε διδάκτωρ με βαθμό magna cum laude. Η διδακτορική του διατριβή με τίτλο "Die Suffixe der neugriechischen Orfsnamen" τυπώθηκε την ίδια χρονιά στο Μόναχο και θεμελίωσε την επιστημονική μελέτη και έρευνα των ελληνικών τοπωνυμίων. Στη συνέχεια επισκέφθηκε την Ιταλία, για βραχύ χρονικό διάστημα, για να συμπληρώσει τις μελέτες του.
Μετά την επάνοδό του στην Ελλάδα διορίστηκε καθηγητής στο Γυμνάσιο της Χίου (1904), στο οποίο δίδαξε ως το 1911. Η ελληνική κυβέρνηση, εκτιμώντας το έργο και τις ικανότητές του, το 1911 του ανέθεσε τη διεύθυνση των δύο Γυμνασίων της Λευκωσίας της Κύπρου, τα οποία ο Άμαντος πέτυχε να ενώσει στο Παγκύπριο Γυμνάσιο, αφού εξομάλυνε τις διαφορές που είχαν δημιουργηθεί ανάμεσα στις δύο αντιμαχόμενες πολιτικές παρατάξεις της ελληνικής κοινότητας. Τον επόμενο χρόνο, μετά από πρόσκληση του Αρχιεπισκόπου του Σινά, Πορφυρίου Β΄, και των αδελφών Αμπέτ, μετέβη στην Αίγυπτο και ανέλαβε τη διεύθυνση της Αμπετείου Σχολής στο Κάιρο (1912- 1914).Στο διάστημα 1914 έως 1925 εργάστηκε, κατόπιν εισηγήσεως του δασκάλου του Γ. Χατζιδάκι, ως συντάκτης στην αρχή, και εν συνεχεία ως διευθυντής στο Ιστορικό Λεξικό της Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών. Το 1925 εξελέγη τακτικός καθηγητής στην πρώτη έδρα της Βυζαντινής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Kατά το 1933-34 διετέλεσε Κοσμήτωρ της Φιλοσοφικής Σχολής. Στο Πανεπιστήμιο δίδαξε μόνο μέχρι το 1939, διότι η δικτατορία Μεταξά θέσπισε όριο ηλικίας το εξηκοστό πέμπτο έτος με αποτέλεσμα την αναγκαστική αποχώρηση σπουδαίων πανεπιστημιακών δασκάλων. Ο Άμαντος στα επόμενα 21 χρόνια της ζωής του συνέχισε την επιστημονική έρευνα και την πνευματική παραγωγή του με ακατάβλητο ζήλο.
Το 1926 εξελέγη μέλος της Ακαδημίας Αθηνών, από την πρώτη χρονιά της ίδρυσης της. Το 1944 ήταν Πρόεδρος της Ακαδημίας και πρότεινε την ίδρυση "Ιστορικού Αρχείου του Νεωτέρου Ελληνισμού" (Ι.Α.Ν.Ε) με σκοπό τη μελέτη της νεοελληνικής ιστορίας, των σχέσεων του νεότερου ελληνισμού με τους γειτονικούς λαούς, καθώς και την πολιτιστική του επίδραση στους βαλκανικούς λαούς και τους Άραβες . Το ΙΑΝΕ, το οποίο ιδρύθηκε το 1945, άρχισε τη λειτουργία του το 1957 και είναι το σημερινό Κέντρο Ερεύνης της Ιστορίας του Νεωτέρου Ελληνισμού. Ως Υπουργός Παιδείας στην Κυβέρνηση του Ν. Πλαστήρα, το 1945, ο Άμαντος εισηγήθηκε να ορισθεί με Συντακτική πράξη η ισοτιμία της δημοτικής με την καθαρεύουσα. Υπήρξε μέλος και κατά περιόδους διετέλεσε πρόεδρος πολλών επιστημονικών εταιρειών και επιτροπών, οι σημαντικότερες από τις οποίες είναι η Επιστημονική Εταιρεία (πρόεδρος 1941-48), η Γλωσσική Εταιρεία, ο Σύλλογος προς Διάδοσιν Ωφελίμων Βιβλίων και η Επιτροπή Αλλαγής των τοπωνυμίων. Ήταν σημαίνον μέλος του διοικητικού συμβουλίου της Ριζαρείου, μέχρι το θάνατό του.
Ίδρυσε και διηύθυνε τα "Χιακά Χρονικά" (1911-1926) και το "Αιγαίο" (1935-1936), περιοδικά μελέτης της τοπικής ιστορίας του νησιού του, που υπήρξαν πρότυπο για την έκδοση παρόμοιων επιστημονικών περιοδικών στην Ελλάδα και την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Το 1928 ίδρυσε και διηύθυνε, σε συνεργασία με τον καθηγητή του Πανεπιστημίου και ακαδημαϊκό Σωκράτη Κουγέα, το περιοδικό "Ελληνικά", με σκοπό την έρευνα του μεσαιωνικού και νεωτέρου βίου των Ελλήνων. Η συμβολή του περιοδικού αυτού, το οποίο εξεδόθη σε 11 τεύχη έως το 1940, στην μελέτη των ανωτέρω περιόδων, η αυστηρή επιλογή της ύλης και η ποιότητα των μελετημάτων του αύξησαν το κύρος της ελληνικής έρευνας και προσέλκυσαν το ενδιαφέρον της διεθνούς ακαδημαϊκής κοινότητας.Ο Κ. Άμαντος υπήρξε ακάματος και παραγωγικότατος ερευνητής καθ΄ όλη τη διάρκεια του βίου του (πλήρες σώμα των επιστημονικών του εργασιών που ανέρχονται σε εκατοντάδες βλ. σε Φ. Κ. Μπουμπουλίδη, "Αναγραφή δημοσιευμάτων Κωνσταντίνου Ι. Αμάντου", Ν. Β. Τωμαδάκης (επιμ.), Εις μνήμην Κ. Αμάντου 1874-1960, Αθήνα 1960, σ. ιζ΄-μ΄). Κατά την περίοδο της καθηγεσίας του δημοσίευσε 312 μελέτες και άλλες 123 μετά την αποχώρηση του από το Πανεπιστήμιο. Η τελευταία περίοδος θεωρείται και η συνθετικότερη. Αναφέρονται ορισμένες μόνο από τις σημαντικότερες μελέτες του που δημοσιεύτηκαν κατ΄αυτήν:
Ιστορία του Βυζαντινού Κράτους, 395-867 μ.Χ (Α΄ τόμ., έκδ. α΄ 1939, έκδ. β΄ 1953)Ιστορία του Βυζαντινού Κράτους, 867-1204 μ.Χ (Β΄ τόμ., έκδ. α΄ 1947, έκδ. β΄ 1957)Τα γράμματα εις την Χίον κατά την Τουρκοκρατίαν, 1566-1822. Σχολεία και Λόγιοι (1946)Μικρά Μελετήματα (1940)Ιστορικαί σχέσεις Ελλήνων, Σέρβων και Βουλγάρων (1949)Σύντομος Ιστορία της ιεράς μονής Σινά (1953)Σχέσεις Ελλήνων και Τούρκων από του ενδεκάτου αιώνος μέχρι του 1821 (1955)
Σύντομος Ιστορία της Κύπρου" (1956)Η εντυπωσιακή σε αριθμό εργογραφία του διακρίνεται τόσο για την ποιότητα όσο και για το θεματικό της εύρος. Εκτός από τις μεγάλες συνθέσεις του που καλύπτουν τη βυζαντινή και μεταβυζαντινή εποχή έγραψε πλήθος έργα που θα μπορούσαν να καταταγούν στις εξής κατηγορίες :
"γλωσσογεωγραφικά, που αφορούν στα τοπωνύμια και σε ετυμολογικά ζητήματα. (με τα έργα αυτά μέσα από την κοινή γλώσσα και ονοματολογία ενισχύεται η συνέχεια στην πορεία του ελληνισμού)ιστορικά (για την περίοδο της Τουρκοκρατίας, την ιστορία της Χίου, της Παιδείας και των λογίων, την εκκλησιαστική ιστορία και γραμματεία της ελληνικής Ανατολής, καθώς και έκδοση ανέκδοτων εγγράφων για τον Ρ. Βελενστινλή, τον Α. Κοραή κ. ά.)"εθνολογικά", με αντικείμενο την ιστορία των γειτονικών προς την Ελλάδα λαών, Σλάβων, Αλβανών και Τούρκων και τις μεταξύ τους σχέσειςφιλολογικάμελέτες για διάφορα εκπαιδευτικά ζητήματαβιβλιοκρισίεςδιάφορα άρθρα που αφορούν στη μετανάστευση, τη γεωργία και τον εκσυγχρονισμό της υπαίθρου, την εκπαίδευση και τα κοινωνικά ζητήματα της Χίου.Η πλούσια θεματογραφία του είναι προσανατολισμένη προς τη σύγχρονη πολιτική επικαιρότητα. Δεν τον ενδιέφερε να μελετήσει απλά τα προβλήματα του παρελθόντος του ελληνικού έθνους, αλλά, όπως έγραφε, να υπηρετήσει "επιστημονικώτερον τα επίκαιρα εθνικά ζητήματα" και να προωθήσει τη λύση τους. Ο Γιώργος Θεοτοκάς έγραψε για τον πατριωτισμό του ότι "πηγάζει από την πλατειά και φωτεινή ιστορική του συνείδηση, είναι προοδευτικός και φιλολαϊκός, όπως και ο πατριωτισμός του Κοραή".
Ο Άμαντος συνέχισε από μεθοδολογική άποψη την επιστημολογική πρακτική που είχε καθιερώσει ο δάσκαλός του Σπ. Λάμπρος. Με τη συστηματική μελέτη των πηγών και την έκδοση ιστορικών, φιλολογικών και γλωσσολογικών μελετών, με τις οποίες αποδεικνύεται η συνέχεια της ιστορικής πορείας του Ελληνισμού, συνέβαλε στη συγκρότηση της εθνικής μας ιστοριογραφίας. Για τις αρετές που διέκριναν τον Κ. Άμαντο ως πανεπιστημιακό δάσκαλο και ως επιστήμονα, αξίζει να θυμηθούμε όσα έγραψε ο Κ. Θ. Δημαράς ".. η εργασία του [Αμάντου] εκαρποφόρησε όχι μόνο στην επιστήμη αλλά και στις ψυχές των μαθητών του… Αλλά εκείνο που συνέδεσε μαζί του τον κόσμο των μαθητών του, ήταν η μεγάλη και συνεχής φροντίδα του γι' αυτούς, η αγάπη που τους έδινε, το ενδιαφέρον του για τις πρώτες επιστημονικές απόπειρες. Αργότερα καταλάβαμε ότι, δίπλα στο ηθικό του κύρος, είχαμε δεχθεί την επίδραση ενός εξόχου επιστημονικού μυαλού και μιας μεθόδου που είναι ασφαλής και αλύγιστη."

ΣΧΕΣΕΙΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΚΑΙ ΤΟΥΡΚΩΝ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΝΔΕΚΑΤΟ ΑΙΩΝΑ ΜΕΧΡΙ ΤΟ 1821 (ΠΡΩΤΟΣ ΤΟΜΟΣ)

ΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ ΤΩΝ ΤΟΥΡΚΩΝ ΓΙΑ ΚΑΤΑΛΗΨΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΧΩΡΩΝ 1071-1571




"Η ιστορία της υποδουλώσεως των Ελλήνων και τόσων άλλων Χριστιανών υπό των Τούρκων περιέχει πολλά προβλήματα, που έχουν ανάγκη ερμηνείας. Πως οι απολίτιστοι μουσουλμανικοί λαοί των Αράβων και Τούρκων υπέταξαν τόσον εύκολα τόσους λαούς και κατέστρεψαν τόσον πολιτισμόν; Και ιδιαιτέρως πως οι Οθωμανοί Τούρκοι υπέταξαν τόσον εύκολα τόσους άλλους Τούρκους της Μικράς Ασίας και το Βυζάντιον και άλλα Κράτη της Χερσονήσου του Αίμου; Η κατακτητική ορμή οφείλεται εις την μαχητικότητα του Μωαμεθανισμού και την στρατιωτικήν οργάνωσιν των Οθωμανών ή και εις την βιολογικήν δύναμιν των πρώτων σουλτάνων;" (Κ. Άμαντος, από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)

Περιεχόμενα

ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Ο Κωνσταντίνος Ι. Άμαντος
ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ
ΣΥΝΤΜΗΣΕΙΣ
Το όνομα και η πρώτη εμφάνιση των Τούρκων
Η γλώσσα
Οι Σελτζούκοι στη Μικρά Ασία
Η Αρμενία
Η μάχη του Μαντζικέρτ (1071)
Οι Τούρκοι στη Βιθυνία
Οι πόλεμοι των Κομνηνών στη Μικρά Ασία
Η μάχη του Μυριοκέφαλου (1176)
Η ΑΛΩΣΗ ΤΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΗΣ ΚΑΙ ΟΙ ΦΡΑΓΚΟΙ ΣΤΗΝ ΑΝΑΤΟΛΗ
Το κράτος της Νίκαιας
Μιχαήλ Παλαιολόγος (1261 - 1282)
Ο πολιτισμός των Σελτζούκων
Τουρκομανικά εμιράτα στη Μικρά Ασία
ΟΘΩΜΑΝΟΙ ΤΟΥΡΚΟΙ
Ανδρόνικος Παλαιολόγος
Ο ιδρυτής του Οθωμανικού κράτους Οσμάν
Ορχάν
Οι Οθωμανοί Τούρκοι στην Ευρώπη
Η μάχη του Κοσσυφοπεδίου
Βαγιαζήτ Α' (1389 - 1402)
Ο Βαγιαζήτ στη Βουλγαρία και την Πελοπόννησο
ΤΟ ΝΕΟ ΟΘΩΜΑΝΙΚΟ ΚΡΑΤΟΣ
Μουράτ Β'
Οι Τούρκοι στη Θεσσαλονίκη και τα Ιωάννινα
Η μάχη της Βάρνας
Γεώργιος Καστριώτης και Κωνσταντίνος Παλαιολόγος
ΠΡΙΝ ΤΗΝ ΑΛΩΣΗ
Ιδεολογικές αντιθέσεις
Γεώργιος Γεμιστός-Πλήθων
Ο Βησσαρίων
Λουκάς Νοταράς
Ο Γεώργιος Σχολάριος (Πατριάρχης Γεννάδιος)
Η ΑΛΩΣΗ ΤΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΗΣ
Άμυνα και κατάληψη. Κωνσταντίνος ΙΒ'
Θρήνοι
Ο Μεχμέτ αναγνωρίζει την εκκλησία
ΤΑ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΑΛΩΣΗ
Ο Γεώργιος Αμοιρούτσης
Η πολιτική των Πάπων
Η κατάληψη της Πελοποννήσου
Άλωση της Τραπεζούντας
ΚΑΤΑΛΗΨΗ ΤΩΝ ΦΡΑΓΚΟΚΡΑΤΟΥΜΕΝΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΠΕΡΙΟΧΩΝ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΤΟΥΡΚΟΥΣ
Η θέση των Ελλήνων απέναντι στους κατακτητές
Η άλωση της Λέσβου και της Χαλκίδας
Η πρώτη επαναστατική κίνηση των Ελλήνων
Μεχμέτ ο κατακτητής
Βαγιαζήτ Β'
ΝΕΕΣ ΜΕΓΑΛΕΣ ΚΑΤΑΚΤΗΣΕΙΣ ΤΩΝ ΤΟΥΡΚΩΝ
Σελήμ Α' (1512 - 1520)
Σουλεϊμάν ο Μεγαλοπρεπής (1521 - 1566)
Παιδομάζωμα
Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΠΑΡΑΚΜΗΣ
Η κατάληψη της Κύπρου από τους Τούρκους
Σελήμ Β' (1566 - 1574)
Η ναυμαχία της Ναυπάκτου (1571)
ΤΑ ΕΠΑΚΟΛΟΥΘΑ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΙΚΗΣ ΚΑΤΑΚΤΗΣΗΣ
Αιχμάλωτοι
Οι νεομάρτυρες
Κρυφοί Χριστιανοί
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
ΠΡΟΣΘΗΚΕΣ
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ